­­­Σύμβολα στην τέχνη και σύμβολα στην πίστη

Η περίπτωση του «αποτυχημένου(;)» ευαγγελικού κήρυκα Van Gogh

4
942

Η Εθνική Πινακοθήκη στο Λονδίνο φέτος γιορτάζει τα 200 χρόνια από την ίδρυσή της.[1] Ο συχνός επισκέπτης θα παρατηρήσει αμέσως μία τεράστια αλλαγή στην δομή και περιεχόμενο των αιθουσών. Από την δυτική πτέρυγα του πρώτου ορόφου, τα έργα της Αναγέννησης έχουν μεταφερθεί στο ισόγειο σε μία νέα σύνθεση. Γίνεται άμεσα αντιληπτό ότι οι καλλιτεχνικοί διευθυντές είχαν στο νου τους να αναδείξουν την πρωταρχική σύνδεση της Αναγέννησης με – καθώς και την έμπνευση από – την Βυζαντινή τέχνη και αγιογραφία. Σε περιεκτικά κείμενα στην είσοδο αυτού του τμήματος («Italy 1250–1460») εκθέτουν σημαντικά έργα ζωγράφων της πρώιμης Αναγέννησης, που εμπνεύσθηκαν από την βυζαντινή αγιογραφία (κυρίως των Giotto, Fillipo Lippi, Fra Angelico), η οποία, όπως αναφέρουν, χαρακτηρίζεται από τον πλούτο της λεπτομερούς σύνθεσης και την ένταση των χρωμάτων. Στην Αναγέννηση, η αυστηρότητα της βυζαντινής σύνθεσης ανοίγεται στον χώρο, με τονισμό των φυσικών διαστάσεων, της απεικόνισης των συναισθημάτων στο πρόσωπο και στο σώμα, καθώς και του παιγνιδίσματος του φυσικού φωτός στον χώρο.

Για τον επισκέπτη από την «καθ´ ημάς ανατολή», ίσως όλα αυτά να μην τον συγκινήσουν σε βαθμό σύμφωνο με την αρχική πρόθεση του δημιουργού αυτών των έργων: να μεταφέρουν αυτούσια θρησκευτικά γεγονότα και σύμβολα στο νου και στην καρδιά του θεατή, και να τον συγκινήσουν ανάλογα με την αξία του ζωγραφικού θέματος. Ιδιαίτερη μάλιστα έμφαση δόθηκε κατά την Αναγέννηση στην ζωή των αγίων προσώπων, ιδιαιτέρως της Θεοτόκου. Για πολλούς ορθόδοξους χριστιανούς η βυζαντινή τέχνη είναι απαράμιλλη, αναντικατάστατη, ενώ και στον κηρυκτικό λόγο πολλών ημέτερων ποιμένων κάθε τι ξενόφερτο και «δυτικό» είναι επιεικώς απαράδεκτο. Ποια όμως είναι η ιδιαίτερη αξία της μίας τέχνης και ποια μιας άλλης; Πόσο γνωρίζουμε για την λειτουργία των θρησκευτικών συμβόλων στην παραδοσιακή τέχνη, και ποιες είναι οι ανάγκες ενός ατόμου στην σημερινή πραγματικότητα; Τέλος πάντων, τι ακριβώς μπορεί να προσλάβει από την τέχνη ο σημερινός άνθρωπος; Και, υπάρχουν πολλές  διαφορετικές τέχνες, ή τελικά όλες δρουν ενοποιημένα ως η μία αληθινή τέχνη;

Συνεχίζοντας ο προσεκτικός παρατηρητής την περιδιάβαση στην ως άνω Πινακοθήκη, δεν μπορεί παρά να σταθεί σε ένα κατανυκτικό δωματιάκι του πρώτου ορόφου, όπου παρατίθεται, σε χαμηλό φωτισμό εξαιτίας της ευαισθησίας του πίνακα, το αριστούργημα του Da Vinci, επωνομαζόμενο The Burlington House Cartoon (σύνθεση με κάρβουνο και μολύβι, πάνω σε σκληρό χαρτόνι, από τα λίγα σχεδιάσματά του που έχουν σωθεί).[2] Παρά την έλλειψη χρωμάτων, ο πατέρας της Αναγέννησης καταφέρνει να απεικονίσει στο πρόσωπο της Μητέρας, όπως τονίζουν και οι ειδικοί, τα άκρως μοναδικά χαρακτηριστικά της ψυχής της, καθώς βλέπει το θαύμα-καρπό της μήτρας της: την έκπληξη και υπερκόσμια πληρότητα, την ευγενική χαρά, την λεπτή και αδιόρατη θλίψη, μαζί και με την δύναμη ενός άρρητου μειδιάματος-κατάφασης στην ζωή και στο θαύμα ταυτόχρονα. Παρόμοια στοιχεία είναι εμφανή και στο πρόσωπο της αγίας Άννης, με το χέρι της να καταδεικνύει προς τα άνω, στο υπερφυσικό. Ο μικρός Χριστός και ο Πρόδρομος διατηρούν κάποια βρεφική αφέλεια, χωρίς να απαρνούνται ωστόσο την υψηλή αποστολή τους.

Αμέτρητες οι εικόνες της Θεοτόκου βεβαίως και στην καθ´ ημάς Ανατολή, με ατελείωτα τα ονόματα και τις συγκινητικές περιγραφές που της προσέδωσε η συλλογική χριστιανική ψυχή ανά τους αιώνες. Αμέτρητες και οι ουρές των προσκυνητών στην Χάρη Της, στα πολυπληθή προσκυνήματα ανά την οικουμένη. Ωστόσο κι εδώ αναδεικνύεται το ερώτημα: σε πιο βαθμό το κάθε προσκύνημα μπορεί να κινητοποιήσει αυτήν την μετάδοση των ποιοτήτων της Μητρικής ψυχής στην ψυχή του πιστού; Αν και αυτή η επίδραση παραμένει στα όρια του μυστηρίου, δεδομένης και της διαφορετικής διανοητικής αντίληψης και θεολογικής κατάρτισης του καθενός, η ενατένιση του θείου αυτού προσώπου συχνά μένει ακατέργαστη. Μας αρκεί ότι θα «προσκυνήσουμε» την Παναγία, σπάνια όμως μπορούμε να σταθούμε να περιδιαβάσουμε το βλέμμα Της και την ψυχή Της. Κάποτε η απεικονιστική αυστηρότητα της βυζαντινής ζωγραφικής δεν βοηθά άμεσα σε αυτό. Είναι μάλλον έξω από την παράδοση της «ανατολικής παράδοσης» (;) η υπερβολική ανάλυση των ποιοτήτων που χαρακτηρίζουν το άγιο αυτό πρόσωπο. Ίσως κιόλας, χαμένοι στα δικά μας αιτήματα και στην εκπλήρωση των εσωτερικών «ταμάτων» ή άλλων «προσδοκιών» και προσευχών, λίγο μας ενδιαφέρει η χαρά, η θλίψη, η πληρότητα και η ενατένιση του θαύματος τα οποία είχε ενώπιόν της συνεχώς η Μητέρα του Θεού. Μήπως όμως χρειαζόμαστε, ιδιαιτέρως οι σημερινοί άνθρωποι, αυτά τα «ενδιάμεσα» ανθρώπινα εν πολλοίς χαρακτηριστικά, αυτές τις καταστάσεις που δρουν ως η γέφυρα προς τα αληθινά σύμβολα, για να ανέβουμε και να κατανοήσουμε τα «υπερκόσμια» στοιχεία αυτού του θείου προσώπου.

Ας θέσουμε λοιπόν εδώ ένα κρίσιμο ερώτημα: τελικά ποιος είναι ο σκοπός της αγιογραφίας, και δη της βυζαντινής; Να μας φέρει αντιμέτωπους με το εικονιζόμενο πρόσωπο ως αποδέκτη προσευχών, ταμάτων και αιτημάτων, ή αντιμέτωπους με μία άλλη «στάση» και «φιλοσοφία» ζωής, που θα μπορούσαν να φωτίσουν τα δικά μας σκότη; Να μας παρασύρουν λίγο έξω από την δική μας αυτάρκεια και την ναρκισσιστική εγωπάθεια, ή για τους περισσότερους πιστούς, την τρομακτική αυταρέσκεια που νιώθουν οι ίδιοι; Ή να περιγράψει η εικόνα όλα τα στάδια, της ανθρώπινης πάλης προς το ύψιστο αγαθό;

Για να ρίξουμε φως στο ερώτημα αυτό, θα μετακινηθούμε λίγους αιώνες μετά τους μεγάλους τρεις δημιουργικούς (Da Vinci, Raphael, Michelangelo) και τα απαράμιλλα έως θεϊκά δημιουργήματά τους – κατά παγκόσμια εκτίμηση, ανεξάρτητα των γνωμών «της καθ´ ημάς ανατολής» – ήτοι, όταν η ζωγραφική τέχνη προχώρησε, ή μάλλον μετακίνησε τα θέματά της, από τα θεϊκά πρόσωπα προς την φύση και τα ανθρώπινα γεγονότα. Προχωρώντας στις πολλαπλές αίθουσες του ίδιου ορόφου της Πινακοθήκης (που ακολουθούν όμως την σωστή χρονολογική εξέλιξη από τον 16ο προς τον 19ο αι.), ερχόμαστε αντιμέτωποι με τα περίφημα «ηλιοτρόπια» του Vincent van Gogh (Sunflowers, 1888), ένα από τα πολλά παρόμοια έργα του που διασπείρονται πλέον σε όλον τον κόσμο. Δίπλα ακριβώς, το ανάλογης ποιότητας έργο «Τοπίο με τον αγρότη» (Landscape with ploughman, 1889), και το «Σιταρώνας με κυπαρίσσια»  (A wheatfield with cypresses, 1890).[3] Πέρα από την καλλιτεχνική αξία, εδώ μας προκαλούν τα ίδια τα κρυμμένα σύμβολα αυτής της τέχνης, όπως ο «σπορέας», «οι ώριμοι προς θερισμόν αγροί» κα., θέματα που παραπέμπουν σε αντίστοιχες αγιογραφικές παραπομπές, για τα οποία επίσης μπορούν να ειπωθούν εξίσου σημαντικά πράγματα, όπως και για τα θρησκευτικά σύμβολα καθαυτά.

Γιός ενός ευαγγελικού πάστορα στην επαρχία της Ολλανδίας του 19ου αιώνα, ο Vincent Van Gogh μεγάλωσε κάτω από τις αυστηρές θρησκευτικές αρχές του οίκου, τον απόμακρο πατέρα και την εύθραυστη μάνα, χωρίς ιδιαίτερη συναισθηματική επαφή μαζί τους, κάτι που προφανώς επηρέασε την ψυχική υγεία του. Αρχικά, ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση, παρακολούθησε ιερατικά σεμινάρια και εξάσκησε το «χριστιανικό καθήκον» του ως λαϊκός κήρυκας του Ευαγγελίου για έξη μήνες σε κοντινές επαρχίες. Ωστόσο, δεν ήταν αυτή η ζωή που τον ενέπνεε, μάλλον τον άφηνε εσωτερικά αδιάφορο. Έχοντας ανάγκη για κάτι πιο δημιουργικό και κυρίως κάτι που θα τον συνέδεε με τον άγνωστο εσωτερικό εαυτό του – με έντονη την ψυχική αστάθεια – ακολούθησε τον αδελφό του, έμπορο έργων τέχνης. Σταδιακά, ανέπτυξε το δικό του ταλέντο ταξιδεύοντας στο Λονδίνο, Παρίσι με κατάληξη στον γαλλικό νότο, στο D’ Arles. Ακολουθώντας σημαντικές διαδρομές της ζωής του, βλέπουμε να τον ελκύουν κυρίως θέματα της φύσης και του περιβάλλοντος. Σπάζοντας την μοναξιά του, την ψυχική αστάθεια και συχνά τοξική παθολογία – με ψυχωτικά επεισόδια – εμπνεόταν από την ίδια την ομορφιά της φύσεως και τα πλούσια στοιχεία της που ανεδείκνυε ως σύμβολα ζωής. Οι αδρές πινελιές του δεν τον εμπόδισαν καθόλου να απεικονίσει τα λεπτότερα χρώματα, τα βαθύτερα βιώματα και τα πλέον άδηλα συναισθήματα. Βρίσκοντας υγιή διέξοδο στην ζωγραφική, μας θησαύρισε πάνω από δύο χιλιάδες πίνακες σήμερα, που μιλούν γλαφυρά για την ζωή και την ανάγκη της σύνδεσης με την ομορφιά και τάξη της δημιουργίας και του φυσικού περιβάλλοντος – προς αντιστάθμιση της εσωτερικής αταξίας και έλλειψης νοήματος. Αν και εν ζωή κατάφερε να πουλήσει μόνον έναν δικό του πίνακα, σήμερα τα έργα του αποτιμώνται σε εκατομμύρια.

Μεταφερόμενοι τώρα στο δικό του μουσείο στο Άμστερνταμ, μένεις έκπληκτος από την αγάπη και προσήλωση του παγκόσμιου κοινού, που επιδεικνύει θρησκευτική ευλάβεια και στέκεται με δέος επί μακρόν και με έντονη ενατένιση ­– ίσως υπερβολική θα πούνε κάποιοι – στα έργα του. Οι υπεύθυνοι του μουσείου απαγορεύουν λήψη κάθε φαγητού ή ακόμη και νερού στις αίθουσες – αυτό μπορεί να γίνει μόνον στο κλιμακοστάσιο, από σεβασμό στα εικονιζόμενα. Ακολουθώντας κάποιον έμπειρο ξεναγό, μαθαίνεις για την αγάπη του Vincent για τα ηλιοτρόπια ως κυρίως θρησκευτικά σύμβολα της αφοσίωσης, ελπίδας και καθαρότητας, όπου κατέθετε – ή και μεταμόρφωνε; – τις δικές του προσωπικές αποτυχίες. Έλεγε στους δικούς του, «εάν τα νούφαρα (water lilies) είναι του Μονέ, τα ηλιοτρόπια (sunflowers) είναι δικά μου».[4] Συνέθεσε πολλούς μοναδικούς πίνακες με ηλιοτρόπια. Με αυτό προφανώς αναπλήρωνε τις μικρές δικές του αποτυχίες, οι οποίες όμως μπορούσαν να τον οδηγήσουν σε μία πραγματική επιτυχία στην ζωή.[5] Είχε καταφέρει να μεταφράσει το νόημα των συμβόλων ως ένα εσωτερικό αφήγημα, ικανό να τον κρατήσει στην ζωή, κόντρα στην αποτυχία και σε κάθε απελπισία. Με άλλα λόγια, αντιλήφθηκε στην πράξη την δυνατότητα έκφρασης αυτών των συμβόλων ως ανάγκη ψυχής, ήτοι της σύνδεσης των συμβόλων με το εσωτερικό βίωμα. Αν και προφανώς δεν λειτουργεί αυτή η απεικονιστική πράξη ως μία θρησκευτική λειτουργία (παραμένει πάντως άκρως πνευματική), έχει πολλά να διδάξει στον μετανεωτερικό άνθρωπο, ο οποίος συνήθως καταφεύγει μηχανικά στην φύση για διασκέδαση ή και απόδραση από τα καθημερινά προβλήματα, και μόνον, χωρίς όμως να έχει ενεργοποιήσει την εσωτερική λειτουργία των συμβόλων.

Θα χρειασθούμε εδώ τους ψυχολογικούς φακούς του Carl Jung, o οποίος ανέλυσε ιδιαιτέρως την ψυχική λειτουργία των συμβόλων. Τα σύμβολα λειτουργούν ως τρόποι σύνδεσης και «συμφιλίωσης των αντιθέτων», κάτι που περιέγραψε ως την «ενοποιητική λειτουργία» (the transcendent function).[6] Ιδιαιτέρως σημαντικά είναι τα λεγόμενα πολιτισμικά σύμβολα, τα οποία μεταφέρουν την γνώση και εμπειρία της συλλογικής ψυχής από το παρελθόν στην ατομική ψυχή του καθενός, ενώ προσκαλούν το συνειδητό του να ενεργοποιήσει μία μυστική σύνδεση με την ασυνείδητη πλευρά. Είτε μιλώντας για την προσωπική αφύπνιση, είτε για την κλήση προς την ωριμότητα και την ψυχική ανάπτυξη, τα σύμβολα μας κινητοποιούν συνεχώς προς ανώτερα και βαθύτερα πεδία. Στην χριστιανική πίστη ο σταυρός, ο ιχθύς, ο σπορέας και το κρίνο της Θεοτόκου, λειτουργούν ως τα σύμβολα-κλήσεις, προς γνώση της επώδυνης ζωής, της Εκκλησίας, του Χριστού και της μητρότητας-αγάπης. Ωστόσο, χιλιάδες άλλα σύμβολα στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων καλούν προς μία εσωτερική σύγκρουση μεταξύ άγνοιας και γνώσης, έλλειψης παιδείας και ωριμότητας, απάθειας και ενσυναίσθησης. Τα ηλιοτρόπια του Vincent ιδιαιτέρως συγκινούν τις νεανικές ψυχές λόγω του φωτεινού χρώματος και της συναισθηματικής αξίας που προσδίδει η σταθερή στροφή και αφοσίωση στο αγαπώμενο αντικείμενο. Κι αυτό διότι, τα προσωπικά σύμβολα βρίσκουν χώρο έκφρασης μέσα από τα όνειρά μας, την φαντασία, την έκφραση στην τέχνη και την συνειρμική σκέψη ή γραφή.[7]

Ο Καρλ Γιουνγκ θεωρεί ότι ο άνθρωπος ωριμάζει ψυχολογικά μόνον όταν έχει αισθητή γνώση της ασυνείδητης ζωής του, μέσα από ουσιαστική επαφή με τα σύμβολα του πολιτισμού του ή τα βαθύτερα όνειρα και τις επιθυμίες του. Αν και κάποιος υποθέσει αυτήν την σύνδεση ότι είναι μία απλή ονειροπόληση, θα διαπιστώναμε την έλλειψη αυτής της ωριμότητας, μόνον όταν παραδεχθούμε ότι στην «καθ´ ημάς ανατολή», πάλιν και πολλάκις έχουμε ουσιαστικό πρόβλημα σύνδεσης με την φύση και την βαθύτερη αξία των συμβόλων είτε αυτά είναι χριστιανικά είτε όχι… Παραμένουμε σε μία φάση απλής αντανάκλασης, η και ανούσιου θαυμασμού, χωρίς ουσιαστική εσωτερίκευση του νοήματος. Δεν βλέπουμε τα δένδρα, τα φυτά και τα λουλούδια ως πραγματικό μέρος και πλούτο της ψυχής μας, με τους λόγους-νοήματα να εκτείνονται και να μοιράζονται μεταξύ του εσωτερικού και εξωτερικού κόσμου ως ένα ενιαίο σύνολο, αλλά, δυστυχώς, ως κάτι ξένο και απόκοσμο.

Το παράδοξο εδώ είναι ότι η ανατολική παράδοση έχει τόσο πλούσια παράδοση στην ερμηνεία των συμβόλων, ως των λόγων της φύσεως. Η θεολογία του Μαξίμου Ομολογητού, που εμπλούτισε την δική μας αρχαιοελληνική και νεοπλατωνική κληρονομιά, καταθέτει ότι τα νοήματα του νοερού κόσμου είναι εγγεγραμμένα με τους τύπους (σύμβολα) στον ορατό κόσμο, ενώ οι τύποι του ορατού κόσμου ευρίσκονται στον νοερό με τους λόγους, τα θεία νοήματα.[8] Δυστυχώς, παρά την παγκόσμια αναγνώριση αυτής της θεολογίας στο επιστημονικό στερέωμα του 21ου αιώνα, στην ελληνική πραγματικότητα ο εκκλησιαστικός λόγος παραμένει νωχελικός, άνευρος και συχνά άνευ ουσιαστικού νοήματος – κόντρα και στην υποτιθέμενη πατερική αναγέννηση του περασμένου αιώνα… Αντί να εμπνεύσει και να καλλιεργήσει την σχέση με την δημιουργία, τόσο αναγκαία σήμερα, στοχεύει συχνά είτε στον τονισμό της άσκησης (πρακτική θεολογία), είτε σε μία «ενθουσιώδη» περιγραφή της θεολογίας της θέωσης (μυστική θεολογία). Αποτυγχάνει όμως να αντιληφθεί ότι, για να συνδεθούν αυτά τα δύο χρειάζεται αυτό που ονομάζει ο Μάξιμος και οι λοιποί πατέρες «φυσική θεωρία». Πρόκειται για το ενδιάμεσο στάδιο, ήτοι την εμβάθυνση στα νοήματα-σύμβολα της φύσεως, ως των φορέων της ίδιας της ζωής του Θεού Λόγου.

Σε αντίθεση με τις τεράστιες (διαδικτυακές πλέον) ουρές στα ευρωπαϊκά μουσεία του βορρά, οι άνθρωποι του νότου προτιμούν εμφανέστερα την απόδραση στην θάλασσα και τις χαρές της. Εγκαταλείποντας την ίδια την φύση και τα δένδρα στο έλεος της χαοτικής βλάστησης, της ανθρώπινης παρέμβασης και της απόδοσης ευθυνών μόνον στον άλλον, (μάλιστα όταν αυτά καταστρέφονται από την φωτιά – εμείς δεν φταίμε ποτέ) αδυνατούν να κατανοήσουν ότι η φύση είναι μία επέκταση της δικής μας ζωής, της ίδιας της ψυχής μας. Τα δένδρα, οι θάμνοι, τα λουλούδια και τα καλούδια της φύσεως, είναι μέρος των δώρων του Θεού στον άνθρωπο, ο οποίος δυστυχώς τα αγνοεί. Αντί να οργανώνουμε εθελοντικές πορείες – και για αναψυχή αλλά και την προστασία τους – στα πανέμορφα και λίαν φιλόξενα ελληνικά δάση, προτιμούμε άλλες διασκεδάσεις που όμως «στοιχίζουν» οικτρά. Κι αυτό γιατί δεν μπορούμε να αποκωδικοποιήσουμε τα σύμβολα της φύσεως γύρω μας: αυτά που μεταφέρουν αληθινή ζωή, ελπίδα, χαρά, υπομονή στις θλίψεις, ανάταση προς την θεία ζωή και – για τους πλέον ψαγμένους – έκπληξη μπροστά στο θαύμα.

Την επόμενη φορά λοιπόν που οι όποιοι «κήρυκες του θείου λόγου» θελήσουν να απευθυνθούν στον εύθραυστο σύγχρονο άνθρωπο, δεν θα έβλαπτε καθόλου να εμβαθύνουν στα έργα του «αποτυχημένου» ευαγγελικού κήρυκα, Vincent Van Gogh, ο οποίος με τα θέματά του κυριαρχεί πλέον στο χώρο των «διαχρονικών συμβόλων» στο σήμερα, εμπνέοντας εκατομμύρια ανθρώπων προς την συνδιαλλαγή με την φύση και την ανάδειξη της ελπίδας, ήτοι μιας χαραμάδας εσωτερικού φωτός προς αντιστάθμιση της απελπισίας και της έλλειψης νοήματος. Όταν ο λόγος του Θεού χάνει τα σύμβολά του, δεν μπορεί να αγγίζει την καρδιά, και μάλιστα εκείνη την καρδιά που φέρει τραύματα. Και τότε, θα χρειασθούμε προηγουμένως ένα ακόμη δυνατό «ενδιάμεσο» στάδιο σύνδεσης με την μητρική φροντίδα και αγάπη, όπως την περιγράφει ο υπέροχος πίνακας του Πικάσσο, Μητρότητα. Καθώς, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να βιώσουμε τα θεία χαρακτηριστικά της ψυχής της Μητέρας (ή όπου άλλου συμβόλου ή προσώπου), πριν ταυτιστούμε πρώτα με την συγκλονιστική τεράστια μητρική αγκαλιά της – θέμα του ως άνω πίνακα.[9]

Αυτά τα σύμβολα ίσως θα μπορέσουν να αντιπαλέψουν σε ικανό βαθμό την ψυχική ευθραυστότητα, οδηγώντας σε δρόμους ψυχικής υγείας με τρόπους διαφορετικούς από την κλασική πνευματικότητα. Χρειαζόμαστε επειγόντως λοιπόν μία εμπειρική θεολογία συμβόλων, ικανών να συγκινήσουν και τον πιστό και τον ουδέτερο στην πίστη. Καθόσον, εμφανώς μας λείπει αυτό το «ενδιάμεσο στάδιο» ψυχικής εμπειρίας, που θα γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ της ασκητικής πράξης και της όποιας θεολογίας της μεταμόρφωσης-θέωσης.

 

*Δρ Ψυχαναλυτικών Σπουδών, Λονδίνο

[1] https://www.nationalgallery.org.uk/about-us/ng200-programme

[2] https://www.nationalgallery.org.uk/paintings/leonardo-da-vinci-the-burlington-house-cartoon

[3] Επιχειρούμε εδώ πρόχειρες μεταφράσεις καθώς τα έργα του είναι γνωστά με τον αγγλικό τίτλο και μόνον.

[4] Επίσης πλέον οι ξεναγοί προτάσσουν και διαφορετικές ερμηνείες για τον θάνατό του, μετά από πρόσφατες έρευνες ειδικών που προτείνουν την εκδοχή ότι πυροβολήθηκε από περαστικούς νεαρούς, βλ. https://news.artnet.com/art-world/was-van-gogh-killed-new-research-says-he-was-shot-159637#:~:text=But%20according%20to%20the%20groundbreaking,shoot%20himself%3A%20he%20was%20killed.

[5]Success is sometimes the outcome of a whole string of failures’. Από τα γράμματα του Van Gogh, βλ. https://www.vangoghmuseum.nl/en/highlights/quotes

 

 

[6] G. C. Tympas, Carl Jung and Maximus the Confessor on psychic development, Routledge 2014, p. 91-2.

[7] Βλ. Καρλ Γιούνγκ, Ο άνθρωπος και τα Σύμβολά του, Αθήνα, Αρσενίδη, 1964.  Ίδε μία πειστική ανάλυση της σημασίας των συμβόλων από την  από την ψυχοθεραπεύτρια Μαρία Καρκανιά, στο https://cps-arts.gr

[8] Μάξιμος Ομολογητής, Μυσταγωγία 2, PG 90, 669C: «οἱ τύποι τῶν αἰσθητῶν περιέχονται στὸν νοερὸ κόσμο μὲ τοὺς λόγους, ἐνῶ ὁ νοερὸς κόσμος ἀποκαλύπτεται στὸν αἰσθητὸ μὲ τοὺς τύπους».

[9] Το έργο αυτό (Pablo Picasso, Motherhood, 1901) επίσης εκτίθεται πλέον στην ίδια αίθουσα της Εθνικής Πινακοθήκης του Λονδίνου μαζί με τα έργα του Van Gogh, σε μία σημειολογική αντιστοιχία.

4 Σχόλια

  1. Δεν ξέρω από ψυχανάλυση, πάτερ μου, ούτε τον Γιούνγκ· βλέποντας όμως αυτό το The Burlington House Cartoon, νομίζω μεν πως μεταδίδει μια γαλήνη της οικογενειακής ζωής, μια χαρά της μητρότητας, κάποια ωραία συναισθήματα, αλλά πως δεν πάει παραπέρα.

    Η λειτουργία της βυζαντινής αγιογραφίας είναι άλλη: Να σου ανοίξει έναν άλλο κόσμο, να σε μεταφέρει σ’ αυτόν (αναφέρομαι στη σοβαρή αγιογραφία, όχι στις εικόνες που αναπαράγονται μηχανικά και σχεδόν βιομηχανικά). Και τα πρόσωπα που εικονίζονται (η Παναγία εν προκειμένω) έχουν άλλο δυναμισμό, σου μεταφέρουν μια δύναμη, οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου, τη χάρη του Θεού της οποίας ήταν έμπλεα τα εικονιζόμενα πρόσωπα, τη χάρη στην οποία μετείχαν οι αγιογράφοι. Το να βλέπω μιαν εικόνα με γεμίζει παράκληση. Δεν χρειάζεται να λέω ή να σκέφτομαι τίποτα. Μου αρκεί η παρουσία της.
    Έτσι, η εικόνα είναι ένα σύμβολο, με την έννοια ότι συμβάλλουν σ’ αυτήν η χάρη του εικονιζόμενου και η “ποιότητα” του αγιογράφου.

  2. Αγαπητέ Theo, Η «λειτουργία» της βυζαντινής εικόνας που περιγράφετε είναι μία κατάκτηση πνευματικής εμπειρίας, ευλογημένοι όσοι την ζουν πραγματικά. Τι γίνεται όμως με όσους δεν έχουν τις προϋποθέσεις να φθάσουν σε αυτήν την θέαση λόγω διαφορετικής πνευματικής παιδείας και πολιτισμικού πλαισίου? Σε αυτούς απευθύνεται το άρθρο αυτό, προσπαθώντας ταπεινά να αρθρώσει γέφυρες νοητικές και εμπειρικές προς την θεμιτή ενοποίηση και βαθύτερη λειτουργία κάθε πίνακα ή εικόνας

  3. Θαυμασιο αρθρο. Ορθος ο τροπος που προσεγγιζει ο συγγραφεας του τα εργα της δυτικης τεχνης, μαλιστα της Αναγεννησης. Η χαρη στο σχεδιο του Leonardo ειναι ο υψιστος βαθμος πνευματικοτητας που μπορουσε να κατακτησει η Ιταλικη αναγεννηση, ο οποιος ομως εδραζει στον εξευγενισμο των αισθησεων, και οχι στη μυστικη δυναμη του πνευματος. Για τουτο δεν μπορει να ταυτισθει με την Χριστιανικη (μαλιστα την Ορθοδοξη) πνευματικοτητα.
    ιστορικος τεχνης Ιταλικης Αναγεννησης

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ