Τεχνολογία και κοινωνία στη νεωτερικότητα

0
799

Οι όροι «τεχνολογία» ή «τεχνική» είναι πιο πολυσήμαντοι και ευρείς απ’ ό,τι μας φέρνουν αρχικά στο νου οι πρώτοι συνειρμοί. Πίσω από τα αντικείμενα καθημερινής χρήσης υποκρύπτονται πολιτικές και κοινωνικές σχέσεις, νοητικά σχήματα, υπαρξιακές στάσεις. Το ίδιο ισχύει και για ένα πλήθος άλλων τεχνικών, οι οποίες αφορούν την ανθρώπινη συμπεριφορά και τις κοινωνικές σχέσεις. Καθώς πρόκειται για ένα φαινόμενο που αφορά τόσο την πνευματική, όσο και την υλική σφαίρα, η όποια απόπειρα ορισμού του οφείλει να συμπεριλαμβάνει και τις δύο αυτές παραμέτρους.

Η λέξη «τεχνική», από την ελληνική λέξη τέχνη, προέρχεται από ένα αρχαίο ρήμα, το τεύχω, που συναντάται πολλές φορές, αλλά αποκλειστικά στους ποιητές, του οποίου το κεντρικό νόημα στον Όμηρο είναι «κατασκευάζω», «παράγω», «οικοδομώ»˙ τεύχεια (μόνο σε πληθυντικό) είναι στην Ιλιάδα τα όπλα (π.χ. Ζ’ 340, Η’ 193). Ήδη στον Όμηρο συντελείται η μετάβαση από το νόημα αυτό στο νόημα «προξενώ», «κάνω να είναι», «φέρνω στην ύπαρξη», συχνά αποσπασμένο από την ιδέα της υλικής κατασκευής, αλλά ποτέ από την ιδέα της προσφυούς και αποτελεσματικής ενέργειας. Το παράγωγο τυκτός, «καλά κατασκευασμένος», «καλά οικοδομημένος» φτάνει να σημαίνει «περατωμένος», «τελειωμένος», «ολοκληρωμένος». Ο τέκτων, στην αρχή «ο ξυλουργός», είναι επίσης στον Όμηρο ο «τεχνίτης» ή «ο εργάτης» εν γένει και αργότερα «ο μάστορας» σε ένα δεδομένο επάγγελμα, τέλος δε «ο καλός κατασκευαστής», «παραγωγός» ή «δημιουργός».

Τέχνη, «παραγωγή» ή «υλική κατασκευή» γίνεται σύντομα «η παραγωγή» ή «το κατάλληλο ποιείν» (που δεν συνδέεται κατ’ ανάγκην με ένα υλικό προϊόν), «ο τρόπος-ποιείν» ο σύστοιχος με μια τέτοια παραγωγή, η δεξιότητα που επιτρέπει αυτό, «το παραγωγικό-ειδέναι-ποιείν» το σχετικό με ένα επάγγελμα και (με αφετηρία τον Ηρόδοτο, τον Πίνδαρο και τους τραγικούς) «το ειδέναι ποιείν» εν γένει, συνεπώς «η αποτελεσματική μέθοδος», «τρόπος», «μέσον-ποιείν». Έτσι ο όρος φτάνει να χρησιμοποιείται (συχνά στον Πλάτωνα) ως οιωνεί-συνώνυμο του αυστηρού και θεμελιωμένου ειδέναι, της επιστήμης. Κατά τους χρόνους της κλασικής αρχαιότητας, συνδηλώνεται με τις αντιθέσεις τέχνη-παιδεία (προσοδοφόρος επαγγελματική ενασχόληση αντιτιθέμενη στην αφιλοκερδή μάθηση), τέχνη-τύχη (αιτίωση δι’ ενός αποτελεσματικού, καθ’ όσον συνειδητού ποιείν, που αντιτίθεται σε ένα αποτέλεσμα της τύχης). Τέλος, επισημαίνεται η χρήση του αντιθετικού ζεύγους  τέχνη-φύσις[1].

Η πιο σύγχρονη λέξη «τεχνολογία» πλάστηκε και εισήχθηκε στο λεξιλόγιο τη δεκαετία του 1820 από τον καθηγητή του Harvard, Jacob Bigelow[2]. Ο ίδιος τον χρησιμοποιούσε με την έννοια των «χρήσιμων τεχνών» και της συσσωρευμένης γνώσης[3].

Θέλοντας να προτείνει ένα σχήμα που να καλύπτει όσο δυνατόν πληρέστερα το φαινόμενο της τεχνικής-τεχνολογίας, ο Val Dusek[4] καταθέτει τρεις κλιμακούμενους σε εύρος ορισμούς: 1) τεχνολογία ως hardware, 2) ως σύνολο κανόνων και 3) ως σύστημα.

Ο πρώτος ορισμός βλέπει στην τεχνολογία την υλική της όψη, ως εργαλεία ή ως μηχανές. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε μια άμεση συμμετοχή του χρήστη και έναν υψηλό, αν όχι πλήρη βαθμό ελέγχου, ενώ στη δεύτερη το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα διαμεσολαβείται από ένα αυτοματοποιημένο τεχνικό αντικείμενο.  Αν μείνουμε σ’ αυτό το επίπεδο μπορούμε εύκολα να ισχυριστούμε ότι η τεχνολογία είναι ουδέτερη, καθώς βρίσκεται στα χέρια και τη διάθεση του χρήστη της.

Ο ορισμός αυτός ωστόσο δεν επαρκεί, καθώς δε λαμβάνει υπόψη τους ευρύτερους θεωρητικούς όρους που καθιστούν ένα μέσο λειτουργικό,  αυτό δηλαδή που θα ονομάζαμε software. Κάποιοι στοχαστές υποστηρίζουν ότι μπορούμε να εντάξουμε στην κατηγορία «τεχνολογία» και άλλα φαινόμενα, πέρα από τα υλικά εργαλεία και τις μηχανές. Ένας κλασικός θεωρητικός της τεχνολογίας, o Lewis Mumford υποστήριξε ότι η πρώτες μηχανές δεν ήταν φτιαγμένες από ξύλο ή μέταλλο, αλλά από ένα μεγάλο αριθμό ανθρωπίνων σωμάτων, κατάλληλα οργανωμένων για εργασία. Χρησιμοποίησε τον όρο «μεγαμηχανή» για να περιγράψει κάποια αρχαϊκά, ιεραρχικά και γραφειοκρατικά κοινωνικά συστήματα, το οποία κατέστησαν δυνατά την υλοποίηση μαζικών δημόσιων έργων. Τέτοια παραδείγματα είναι η ανέγερση των πυραμίδων της Αρχαίας Αιγύπτου, το Μέγα Σινικό Τείχος, τα κανάλια του Τίγρη και του Ευφράτη[5]. Υποστήριξε ότι χωρίς τη συγκεκριμένη κοινωνική οργάνωση που επέτρεψε έναν αυστηρά εξορθολογισμένο καταμερισμό της εργασίας, εν είδει προτυπώσεως του σύγχρονου εργοστασίου, ένα τέτοιο έργο θα ήταν αδύνατο. Η αντίληψη αυτή ταιριάζει με την έμφαση του κοινωνιολόγου Max Weber στον εξορθολογισμό της νεώτερης ευρωπαϊκής κοινωνίας και τις αντίστοιχες αναφορές του J. Ellul σε συστήματα που κυβερνώνται από κανόνες, όπως η επιστήμη, ο νόμος και η γραφειοκρατία. Επιπλέον, ο Dusek εισάγει τον προβληματισμό ότι η τεχνική δεν αφορά μόνο τη μορφοποίηση και τον έλεγχο της υλικής και κοινωνικής πραγματικότητας, αλλά αφορά εξίσου και τις ποικίλες απόπειρες διαμόρφωσης του ανθρώπινου ψυχισμού. Από τη μια μπορούμε να αναφερθούμε στη συμπεριφοριστική ψυχολογία του B.F. Skinner και από την άλλη σε τεχνικές όπως η προπαγάνδα ή η διαφήμιση. Ο J.Ellul αναφέρει ότι η παιδαγωγική και οι ανθρώπινες σχέσεις στη σύγχρονη κοινωνία μετέχουν στον τεχνολογικό τρόπο σκέψης, καθώς γίνονται αντικείμενο συστηματικής μελέτης και προτείνονται μέθοδοι ή τεχνικές ελέγχου[6]. Έγραψε μάλιστα ένα ολόκληρο βιβλίο με τον τίτλο Προπαγάνδα (1962), στο οποίο αντιμετωπίζει την προπαγάνδα σαν μια μορφή τεχνολογίας, και όχι επικοινωνίας, η οποία κυριαρχεί στην πολιτική και στα ΜΜΕ[7]. Ο R. Stivers δε διστάζει να συμπεριλάβει και τη χρήση των στατιστικών, τις πρακτικές αυτο-βοήθειας, της θετικής σκέψης και της διοίκησης μέσα στον ευρύτερο αυτό ορισμό της τεχνολογίας[8]. Αυτό που συνδέει αυτές τις διαφορετικές τεχνικές με την hardware τεχνολογία-μηχανή είναι μια κοινή μεθοδολογική αρχή: αρχικά επιδιώκεται η γνώση κάποιων κανονικοτήτων της φύσης, υλικής ή ανθρώπινης στο ψυχολογικό και κοινωνικό-ιστορικό πεδίο, και στη συνέχεια αποπειράται η χρήση των συμπερασμάτων της έρευνας αυτής με σκοπό τον έλεγχο και τον προσανατολισμό του αντικειμένου της προς έναν επιδιωκόμενο σκοπό.

Ο τρίτος και καθολικότερος ορισμός της τεχνολογίας ως συστήματος περιλαμβάνει τους δύο προηγούμενους και τους εντάσσει σε ένα ευρύτερο πλαίσιο. Κάθε τεχνολογικό αντικείμενο ή φαινόμενο για να δημιουργηθεί, να χρησιμοποιηθεί και να συντηρηθεί χρειάζεται ένα σύνολο ανθρώπων με ειδικές γνώσεις και ικανότητες και συνεπώς ένα εκτεταμένο πλέγμα σχέσεων. Έτσι, το τεχνολογικό σύστημα αποτελεί το σύμπλεγμα του υλικού (hardware), πιθανώς αποτελούμενου και από φυτά ή ζώα, της γνώσης, των εφευρετών, των χειριστών, των επιδιορθωτών, των καταναλωτών, των εμπόρων, των διαφημιστών, της κυβερνητικής διαχείρισης και όσων άλλων εμπλέκονται στην προώθηση της τεχνολογίας. Ο R. Volti το θέτει ως εξής: «η τεχνολογία είναι ένα σύστημα βασισμένο στην εφαρμογή της γνώσης, το οποίο εκφράζεται σε φυσικά αντικείμενα και οργανωσιακές μορφές, για την επίτευξη συγκεκριμένων σκοπών[9]».

Ο πρώτος ορισμός της τεχνολογίας ως εργαλεία την καθιστά ουδέτερη. Κάθε εργαλείο δεν είναι ούτε καλό, ούτε κακό, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σωστά, λάθος ή καθόλου. Ο χρήστης του βρίσκεται εκτός του και το ελέγχει. Ένας δεύτερος, ευρύτερος ορισμός ως software περιλαμβάνει τις λογικές, δομικές και θεωρητικές αρχές της τεχνικής, καθώς και την έννοια του κοινωνικού μηχανισμού. Η τρίτη αντίληψη της τεχνολογίας ως ενός συστήματος προϋποθέτει τις δυο προηγούμενες και τοποθετεί τους ανθρώπους εντός του συστήματος, είτε ως καταναλωτές, είτε ως εργάτες. Συμπεριλαμβάνοντας τη διαφήμιση, την προπαγάνδα και την διοίκηση, μπορούμε να διαπιστώσουμε πώς το τεχνολογικό σύστημα μπορεί να ελέγχει το άτομο και όχι αντίστροφα, όπως στην περίπτωση των απλών εργαλείων. Η αντίληψη περί «αυτόνομης τεχνολογίας», η οποία υποτίθεται ότι έχει μια δικιά της, ανεξάρτητη ζωή, μπορεί να κατανοηθεί καλύτερα μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια. Τα τεχνολογικά συστήματα μπορούν να πείσουν, να γοητεύσουν ή και να αναγκάσουν τους χρήστες να τα αποδεκτούν[10].

Σημειώσεις

[1] Καστοριάδης Κ., Τα σταυροδρόμια του λαβυρίνθου, Ύψιλον, Αθήνα, 1991, σ. 271.

[2] Volti R., Society and technological change, St. Martin’s Press, New York, 1992, σ.4.

[3] Misa Th., “The compelling tangle of modernity and technology”, στο Thomas Misa, Philip Brey and Andrew Feenberg  (eds), Modernity and technology, MIT Press, Massachusetts, 2003, σ.7. (σημ. οι μεταφράσεις των αγγλικών κειμένων και όρων έγιναν από τον συγγραφέα)

[4] Dusek V., Philosophy of Technology: an Introduction, Blackwell Publishing, Oxford, 2006, σ.31-

[5] Ό.π., σ.125.

[6] Ellul J., The Technological System, Continuum, New York, 1980, σ. 35.

[7] Dusek V., Philosophy of Technology: an Introduction, Blackwell Publishing, Oxford, 2006, σ.131.

[8] Stivers R., Technology as magic, Continuum, New York, 2001.

[9] Volti R., Society and technological change, St. Martin’s Press, New York, 1992, σ.6.

[10] Dusek V., Philosophy of Technology: an Introduction, Blackwell Publishing, Oxford, 2006, σ.36.

 

Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα είναι έργο του Γιάννη Γαΐτη, φιλοτεχνημένο το 1989.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ