Ο Άγιος Αυγουστίνος … στην Αμερική του εικοστού αιώνα;

5
2122

Eugene Dennis Rose. Ένας Αμερικανός νέος ευαίσθητος, εσωστρεφής και προικισμένος με σπάνια διανοητικά χαρίσματα. Είχε έφεση στη γλωσσομάθεια (η γερμανική, η ρωσική και η κινεζική είναι μονάχα μερικές απ’ τις γλώσσες που γνώριζε άπταιστα), μελετητής των ανατολικών θρησκειών, με πανεπιστημιακές σπουδές κοντά στον Alan Watts. Το έτος 1956 αποφοίτησε από το Κολέγιο Pomona και το 1961 έλαβε το μεταπτυχιακό του δίπλωμα από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, με τη διπλωματική εργασία του «Το “άδειο” και το “γεμάτο” στον Lao Tzu». Βαπτισμένος Μεθοδιστής, όμως σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών θα απορρίψει τον Χριστιανισμό και θα γίνει επιθετικά άθεος. Ύστερα από μια πολύχρονη και απεγνωσμένη πνευματική περιπλάνηση, αυτός ο ατίθασος νεαρός θαυμαστής του Nietzsche θα βρει τελικά στην Ορθοδοξία ό,τι αναζητούσε στη ζωή του, βαπτιζόμενος τελικά Ορθόδοξος. Πρόκειται, για τον μετέπειτα γνωστό ως Σεραφείμ Rose, που κατόπιν θα γίνει μοναχός και θα του δοθεί το όνομά του, προς τιμήν τον Οσίου Σεραφείμ του Σάρωφ. Ο Σεραφείμ θα χειροτονηθεί τελικά ιερέας, διατελώντας «μαθητής» του Αγίου Ιωάννη Μαξίμοβιτς, και ιδρύοντας το μοναστήρι του Αγίου Γερμανού της Αλάσκας. Τα υπόλοιπα χρόνια της (σύντομης και εξαιρετικά ασκητικής) ζωής του θα τ’ αφιερώσει στα ιερατικά του καθήκοντα και στη συγγραφή βιβλίων και άρθρων για το ιεραποστολικό περιοδικό The Orthodox word, το οποίο και εξέδιδε μαζί με τον Gleb Podmoshensky, μετέπειτα π. Γερμανό, καθώς και στη μετάφραση κλασικών κειμένων των μεγάλων Εκκλησιαστικών Πατέρων, που κυκλοφορούσαν έπειτα παράνομα στη Σοβιετική Ένωση, ως samizdat. Έκδηλη ήταν η επιφυλακτική του στάση για οτιδήποτε εκτός της Ορθόδοξης Εκκλησία, αφού για τον Rose η συντριπτική πλειονότητα των Χριστιανών είναι, στην καλύτερη περίπτωση, μονάχα κατ’ όνομα τέτοιοι. Μετά τον θάνατό του, από οξεία εντερική ισχαιμία, στις 2 Σεπτεμβρίου 1982, πλήθος επισκεπτών θαύμαζε τη γαλήνια έκφραση του προσώπου του (υπάρχει η σχετική φωτογραφία)[1]. Τα βιβλία του διαβάστηκαν πολύ και απέκτησαν μεγάλη δημοφιλία, την οποία διατηρούν μέχρι και σήμερα, επειδή επιχειρούν μια προσεκτική και συστηματική καταγραφή των πνευματικών αδιεξόδων του σύγχρονου κόσμου, που ο συγγραφέας τους θεωρούσε πως προηγείται άμεσα αυτής του Αντίχριστου. Ας δούμε τώρα τις βασικές του ιδέες.

Αρχικά, ο π. Σεραφείμ επιχείρησε ν’ ανασυνθέσει, ή μάλλον να εκθέσει συστηματικά, τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας περί του μεταθανάτιου «τελωνισμού» της ψυχής.

«Η διδασκαλία περί τελωνίων στις Ορθόδοξες πηγές δεν έχει ποτέ ορισθεί ως “δόγμα”, αφού μάλλον ανήκει στην παράδοση της Ορθόδοξης ευσέβειας· αυτό όμως δε σημαίνει ότι πρόκειται για κάτι “ασήμαντο” ή για θέμα “προσωπικής άποψης”. Έχει διδαχθεί παντού και πάντοτε στην Εκκλησία, οπουδήποτε έχει μεταβιβασθεί η Ορθόδοξη ασκητική παράδοση. Το ότι το συγκεκριμένο θέμα βρίσκεται έως τώρα εκτός του πεδίου ενδιαφερόντων πολλών σύγχρονων Ορθοδόξων θεολόγων, οφείλεται στο ότι οι θεολόγοι αυτοί ανήκουν πρωτίστως στον ακαδημαϊκό κόσμο και όχι στον κόσμο της ασκητικής παράδοσης».

Τι ακριβώς πρεσβεύει η θεολογική διδασκαλία των τελωνίων; Τα «τελώνια» ονομάζονται έτσι από τους τελώνες της Ύστερης Αρχαιότητας, οι οποίοι παραμόνευαν σε διάφορα σημεία και απαιτούσαν απ’ τους διαβάτες τους φόρους. Σύμφωνα με τη θεωρία των τελωνίων, το «εναέριο» τμήμα αυτού του κόσμου, δηλαδή ανάμεσα στον κόσμο αυτόν και τον άλλον, είναι αυτό των πεπτωκότων πνευμάτων (δαίμονες). Εκεί υπάρχουν είκοσι τέτοια «τελώνια» (δαίμονες), που η ψυχή διέρχεται από μια δοκιμασία σε μορφή αμαρτίας. Καθένα απ’ τα τελώνια είναι υπεύθυνο για έναν συγκεκριμένο τύπο συγκεκριμένης αμαρτίας, επιχειρώντας να φράξει τον «δρόμο» της, ελκύοντάς τη στην κόλαση. Σε περίπτωση που η ψυχή δεν είναι αποκαθαρμένη από τα πάθη, θα ελκυστεί από εκείνο το αμαρτωλό πάθος που της ασκεί τη μεγαλύτερη έλξη. Πιο συγκεκριμένα, η εκάστοτε ανθρώπινη ψυχή περιπλανιέται τις δύο πρώτες ημέρες του θανάτου της στα μέρη όπου ζούσε στη γη, ενώ τις υπόλοιπες τριάντα οκτώ ημέρες περνά από τους τόπους του παραδείσου και της κόλασης, κάτι στο οποίο οφείλονται τ’ αντίστοιχα εκκλησιαστικά μνημόσυνα, τα οποία βοηθούν την ψυχή, ανάλογα πάντα και με την προαίρεσή της. Αν και η διδασκαλία περί των τελωνίων δεν έχει ορισθεί επίσημα ως δόγμα, μας λέει, διαδραματίζει όχι μικρό ρόλο στην ασκητική παράδοση, και η Ορθόδοξη Εκκλησία ώστε έχει συμπεριλάβει αναφορές σε πολλές απ’ τις Ακολουθίες της. Η αυθεντική χριστιανική εμπειρία, συνοψίζει, προέρχεται αληθινά από τους τόπους παράδεισο/ και κόλαση, ενώ εκείνη των πνευματιστών προέρχεται από το «εναέριο» τμήμα αυτού του κόσμου των πεπτωκότων πνευμάτων/δαιμόνων[2]. Βέβαια, τα περισσότερα από τα σύγχρονα «οράματα» δεν βιώνονται αποκλειστικά από Χριστιανούς δεν έχουν στοιχεία χριστιανικής πνευματικότητας, η οποία είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με τον φόβου Θεού και το κάλεσμα σε μετάνοια.

Ο π. Σεραφείμ περιγράφει επίσης μια ολόκληρη γκάμα λατρευτικών πρακτικών που υπερβαίνουν τον ορθολογισμό και τον «επιστημονικό» υλισμό, στον δρόμο μιας μοντέρνας και «εναλλακτικής» μορφής θρησκευτικότητας, η οποία θα προσφέρει στους πιστούς τους γαλήνη, νόημα ζωής και μια διέξοδο από τα προβλήματά τους. Από τη «χαρισματική αναζωπύρωση» που επέφερε ο Πεντηκοστιανισμός στις ΗΠΑ, την «ουφολογία» και τα «νέα θρησκευτικά κινήματα» (π.χ. Hare Krishna, Maharishi) που εισήγαγαν στη Δύση διάφορες πρακτικές του Ινδουισμού, αλλά και ο παραδοσιακός Ινδουισμός[3], ο π. Σεραφείμ ομαδοποιεί πολλές διαφορετικές τάσεις και ποικίλα πνευματικά κινήματα, αφού κύριο μέλημά του είναι να καταδείξει την «αντίχριστη» φύση τους, κάτι που κατά την άποψή του στοιχειοθετεί και την «αντίχριστη» φύση του καιρού μας, ο οποίος αποτελεί τον καιρό της «μεγάλης αποστασίας», λίγο πριν την έλευση του Αντιχρίστου[4]. Οι Ορθόδοξοι χριστιανοί, υποστηρίζει αδιάκοπα ο π. Σεραφείμ, περιτριγυρίζονται από μια «θάλασσα» κοσμικής φιλοσοφίας και πρακτικής, γι’ αυτό πρέπει να φτιάξουν τις δικές τους «νησίδες»:

«Ορθόδοξοι Χριστιανοί! Μείνετε σταθεροί στη χάρη που έχετε· ποτέ μην την αφήνετε να γίνει θέμα συνήθειας· ποτέ μην τη μετράτε μόνο με ανθρώπινα κριτήρια, ποτέ μην προσδοκάτε να είναι αυτή λογική ή κατανοητή σ’ αυτούς που δεν καταλαβαίνουν τίποτα υψηλότερο από τα ανθρώπινα, ή που σκέφτονται να αποκτήσουν τη χάρη του Αγίου Πνεύματος με κάποιον άλλο τρόπο από αυτόν που μας έχει παραδώσει η Ορθόδοξη Εκκλησία. Η αληθινή Ορθοδοξία από την ίδια της τη φύση μοιάζει εντελώς εκτός τόπου σ’ αυτούς τους δαιμονικούς καιρούς, μια ξεπερασμένη μειονότητα των περιφρονημένων και “ανόητων”, στη μέση μιας θρησκευτικής ‘αναζωπύρωσης” εμπνευσμένης από ένα άλλο είδος πνεύματος».

Σε τελική ανάλυση, η χαρισματική αναζωπύρωση και οι νέες συγκρητιστικές τάσεις δεν έχουν άλλο ρόλο από το να προετοιμάσουν μια ενωμένη και πνευματικά αλλοιωμένη χριστιανοσύνης, που με τη σειρά της μέλλει να είναι ο προθάλαμος για την ένωση όλων των θρησκειών της ανθρωπότητας: αυτή πρόκειται να είναι η θρησκεία του μέλλοντος, που στην ουσία της δεν είναι παρά η προετοιμασία για την αποδοχή του Αντιχρίστου. Ζούμε ήδη την περίοδο της αποστασίας και βρισκόμαστε μπροστά στα έσχατα χρόνια, λίγο πριν τα μεγάλα γεγονότα. Οι πιστοί Ορθόδοξοι έχουν λοιπόν ελπίδες σωτηρίας, αρκεί να παραμένουν σ’ εγρήγορση. Όσο για την υπόλοιπη ανθρωπότητα, αν δεν κάνει κάποιο θαύμα ο Θεός, είναι πιθανώς χαμένη. Με τα λόγια του π. Σεραφείμ:

«Στη Δύση είναι σίγουρο ότι η χάρη του Θεού έχει χαθεί εδώ και πολλούς αιώνες. Οι Ρωμαιοκαθολικοί και οι Προτεστάντες δεν έχουν γευθεί πλήρως τη χάρη του Θεού, κι έτσι δεν είναι εκπληκτικό που δεν μπορούν να διακρίνουν τη δαιμονική απομίμησή της. Όμως αλίμονο! Η επιτυχία της κίβδηλης πνευματικότητας ακόμα και ανάμεσα σε Ορθοδόξους Χριστιανούς σήμερα, αποκαλύπτει πόσο έχουν χάσει κι αυτού την ουσία του Χριστιανισμού, κι έτσι δεν μπορούν πια να διακρίνουν μεταξύ αληθινού Χριστιανισμού και ψευδοχριστιανισμού. Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί θεωρούσαν για πολύ καιρό ως δεδομένο τον πολύτιμο θησαυρό της πίστης τους, και παραμέλησαν να θέσουν σε χρήση το ατόφιο χρυσάφι των διδασκαλιών της. Πόσοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί γνωρίζουν καν την ύπαρξη των βασικών κειμένων της Ορθόδοξης πνευματικής ζωής, τα οποία διδάσκουν επακριβώς πως να διακρίνουμε μεταξύ γνήσιας και κίβδηλης πνευματικότητας, κειμένων που δίνουν τη ζωή και τη διδασκαλία αγίων ανδρών και γυναικών που έφθασαν σε μεγάλα μέτρα της χάρης του Θεού σ’ αυτή τη ζωή; Πόσοι έχουν κάνει δική τους τη διδασκαλία της Λαυσαϊκής Ιστορίας, την Κλίμακα του αγίου Ιωάννη, τις Ομιλίες του αγίου Μακαρίου, τους βίους των θεοφόρων Πατέρων της ερήμου, τον Άγνωστο Πόλεμο του αγίου Νικοδήμου, την Εν Χριστώ ζωή μου του αγίου Ιωάννη της Κρονστάνδης;».

Ο π. Σεραφείμ ασχολήθηκε και με τη νεωτερική φιλοσοφία και πολιτική. Βασική του ιδέα είναι πως το ιστορικό θεμέλιο της αποστασίας του ανθρώπου, που ξεκίνησε κατά τον 18ο αιώνα, δεν είναι άλλο από την άρνηση της απόλυτης αλήθειας. Φιλοσοφικά, μας λέει, υπάρχει ανάγκη για τουλάχιστον μία απόλυτη αλήθεια, η οποία να μη στηρίζεται σε κάποια άλλη, αλλά να προϋποθέτει και να στηρίζει όλες τις άλλες. Αυτή δεν μπορεί να είναι άλλη από τον Θεό της χριστιανικής θρησκείας. Δίχως αυτή την Αλήθεια, ως «αρχιμήδειο σημείο», ο άνθρωπος στέκεται δυστυχώς στον αέρα, παλεύοντας αδιάκοπα με την απειλητική και τρομακτική προοπτική του σχετικισμού των πάντων. Αυτές οι γνωσιοθεωρητικές και επιστημολογικές σκέψεις έχουν όμως και σαφείς πολιτικές προεκτάσεις: ο π. Σεραφείμ παρουσιάζεται υποστηρικτής μιας «Ορθόδοξης χριστιανικής ηγεμονίας», απορρίπτοντας σφοδρά όχι απλώς τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό και τη Γαλλική επανάσταση, αλλά μέχρι και την ιδέα μιας περιορισμένης συνταγματικής μοναρχίας. Ιδανικό του; Η απόλυτη μοναρχία ενός Χριστιανού ηγεμόνα. Μετά την πτώση αυτού, η ανθρωπότητα πορεύεται απ’ το κακό στο χειρότερο, καταλήγοντας στον μηδενισμό. Τα στάδια της «διαλεκτικής» του μηδενισμού, όπως την ονομάζει ο ίδιος, ήταν ιστορικά τα εξής τέσσερα: φιλελευθερισμός, ρεαλισμός, βιταλισμός, και τέλος, ο πλήρης μηδενισμός. Όλα τους είναι πνευματικές πλάνες, ωστόσο κάθε πλάνη εμπεριέχει ένα ίχνος αλήθειας διότι, διαφορετικά δεν θα μπορούσε να υπάρξει καθόλου.  Κάθε στάδιο επιπλέον αποτελεί την άρνηση του προηγούμενου και ταυτόχρονα την επίρρωσή του, που είναι η άρνηση της χριστιανικής αλήθειας. Αν ο φιλελευθερισμός, αντιτιθέμενος στο Παλαιό Καθεστώς, διακρινόταν από αδιαφορία απέναντι στην αλήθεια (που είναι στην πραγματικότητα ο Χριστός, τονίζει εμφατικά ο π. Σεραφείμ), ο ρεαλισμός προέβαλε ευθεία άρνηση εναντίον της, ο βιταλισμός, με τη σειρά του, έδινε μιαν ανορθολογική έμφαση στις αξίες της «ζωής» (με τη βιολογική σημασία του όρου, κατώτερα ένστικτα κ.λπ.) και αποζητούσε τη λύτρωση σε νέες θρησκείες. Ο μηδενισμός ήταν πλέον η ενεργή, συστηματική και με κάθε μέσο επίθεση σε οτιδήποτε θυμίζει, έστω και ελάχιστα, την αλήθεια του χριστιανικού κόσμου[5].

Τέλος, ο ιερομόναχος Σεραφείμ επιχείρησε να ξεκαθαρίσει ένα ζήτημα που στην εποχή του είχε καταλήξει ακανθώδες. Αυτό δεν είναι άλλο από την Ορθόδοξη άποψη για τον Άγιο Αυγουστίνο. Παραθέτοντας τις πρωτότυπες πηγές, παρατηρεί πως ο Άγιος Αυγουστίνος απέκλινε από την Ορθοδοξία σε τρία βασικά θέματα: την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος, τη σχέση θεϊκής Χάρης με το ανθρώπινο αυτεξούσιο, καθώς και τη θεία «τιμωρία» του κακού. Οι αυγουστίνειες θέσεις, όμως, δεν υπήρξαν τόσο εσφαλμένες όσο «ατελείς» και υπερβολικά διανοητικές, εξαιτίας της γενικότερης «δυτικής» του παιδείας, πράγμα που, πάντως, σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να μας ωθεί σε συλλήβδην απόρριψη του έργου του. Σύμφωνα με τον π. Σεραφείμ, ο Άγιος διακατεχόταν από θείο έρωτα, όπως φαίνεται μέσα στις Εξομολογήσεις του, και γι’ αυτό αποτελεί σημαντική πηγή έμπνευσης για τους Χριστιανούς, ως και σήμερα, ιδίως όταν αυτοί είναι νεοφώτιστοι[6]. Ο «προορισμός» που ασπαζόταν ο Αυγουστίνος δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να ταυτίζεται με το δόγμα του απόλυτου προορισμού που διατύπωσε αργότερα ο Καλβίνος, αλλά επρόκειτο για έναν μετριοπαθή προορισμό, που απώτερο στόχο του είχε να επιλύσει το δίλημμα του τι προηγείται στη σχέση του Θεού με τον άνθρωπο: η ανθρώπινη ελευθερία  ή η θεϊκή Χάρη; Σ’ αυτό το πλαίσιο, ο Άγιος πρέσβευε ότι ο Θεός γνωρίζει a priori την ανθρώπινη πρόθεση και προσφέρει τη θεϊκή Του χάρη σε όσους την επιθυμούν εσωτερικά. Γεγονός είναι ότι η Εκκλησία προβάλλει τους Αγίους της ως πρότυπα, τα οποία οφείλει να μιμείται κάθε πιστός Χριστιανός. Για την Εκκλησία, οι βίοι των Αγίων είναι  ιερές μαρτυρίες για τη θαυματουργική δύναμη του Ιησού Χριστού. Ο π. Σεραφείμ ευλαβούνταν βαθιά τον Άγιο Αυγουστίνο, πιθανόν ταυτιζόταν μαζί του συναισθηματικά, τιμούσε πρόθυμα τους κοινούς (δηλ. τους προ του Σχίσματος) Αγίους και ζητούσε ν’ αποφεύγονται οι ανούσιες και ανώφελες διαμάχες μεταξύ Ορθοδόξων.

«Σ’ αυτήν ακριβώς την “τρίτη εναλλακτική λύση” βρίσκουμε το Ορθόδοξο μίγμα της χάριτος και της ελευθέρας βουλήσεως, το οποίο αργότερα θα γίνει γνωστό με τον όρο συνεργία, συνεργασία δηλαδή της θείας χάριτος και της ανθρώπινης ελευθερίας, στην οποία ούτε η θεία χάρη ούτε η ελεύθερη βούληση ενεργούν ανεξάρτητα ή αυτόνομα».

Και επιπρόσθετα:

«Η Ορθόδοξη διδασκαλία περί της συνεργίας μεταξύ Θεού και ανθρώπου, της αναγκαιότητας δηλαδή του ασκητικού αγώνα και του θελήματος του Θεού όλοι να σωθούν, επαρκεί να διαλύσει κάθε δυσκολία που προτάσσει η ανθρώπινη λογική».

Σύμφωνα με τον Rose, οι εκπρόσωποι της Ορθόδοξης διδασκαλίας περί χάριτος, κατά τον πέμπτο αιώνα στη Γαλατία, όπως και πολλοί άλλοι Ανατολικοί Πατέρες, θεωρούσαν τον Άγιο Αυγουστίνο έναν μεγάλο Πατέρα και διδάσκαλό, αν και θεωρούσαν απαραίτητο να μην διαφύγουν της προσοχής μας τα λάθη του[7]. Αυτή είναι και η Ορθόδοξη θέση για τον Αυγουστίνο μέχρι και σήμερα. Ποιο είναι το συμπέρασμα; Ασφαλώς, πρέπει να προσπαθούμε να διορθώνουμε τυχόν λάθη και να πολεμούμε τις «δυτικές επιδράσεις», σημειώνει ο π. Σεραφείμ, αποφεύγοντας τα όποια σφάλματα έπραξαν οι αρχαίοι πατέρες. Παράλληλα, ο π. Σεραφείμ επισημαίνει:

«Σήμερα, εν ονόματι του Χριστιανισμού αλλά και της Ορθοδοξίας ακόμη, παρουσιάζονται τόσες πολλές ανεπαρκείς και αντικρουόμενες ιδέες- πολλές από τις οποίες πραγματικά είναι αντίθετες προς το πνεύμα της Εκκλησίας-, ώστε μπορεί κάποιος εύκολα να δικαιολογήσει αυτούς που οι Ορθόδοξες σκέψεις και τα συμπεράσματά τους δεν είναι ισορροπημένα, με την προϋπόθεση βέβαια ότι αυτοί που αναζητούν ειλικρινά την αλήθεια της Χριστιανοσύνης».

Σήμερα, οι ακρότητες εναντίον του Αγίου Αυγουστίνου είναι χειρότερες από τα υποτιθέμενα σφάλματα τα οποία υποτίθεται ότι διορθώνουν. Πράγματι, προσθέτει ο π. Σεραφείμ υπάρχουν θεολόγοι που ρέπουν στον σχηματισμό ενός «κόμματος» εκλεκτών διανοητών της «ανατολικής σοφίας» απέναντι σε οποιαδήποτε «δυτική επίδραση», χρεώνοντας στους περισσότερους (ακόμη και σε παλιούς Αγίους, όπως τον Νικόδημο τον Αγιορείτη και τον Θεοφάνη τον Έγκλειστο) «έλλειψη Ορθόδοξου φρονήματος», το οποίο θεωρούν ότι διαφυλάσσουν οι πρωτεργάτες της «πατερικής αναβίωσης». Η αλήθεια είναι πως όσοι δεν δείχνουν την παραμικρή κατανόηση σε όσους έχουν τυχόν «δυτικά» θεολογικά στοιχεία, μαρτυρούν περισσότερο «δυτικό» πνεύμα στους ίδιους, παρά σε αυτούς που στηλιτεύουν. Αυτές είναι εν συντομία οι θέσεις των κυριότερων συγγραμμάτων του π. Σεραφείμ. Τι μπορεί να σχολιάσει κανείς; Αν έπρεπε να κάνουμε εδώ μια κριτική, θα λέγαμε απλώς ότι η μεγαλύτερη ίσως αντινομία της σκέψης του π. Σεραφείμ είναι ότι παρότι συνιστούσε να αποφεύγονται προσεκτικά οι ανώφελες εσωτερικές διαμάχες, ο ίδιος έβλεπε συνεχώς γύρω του αιρετικούς ή αποστάτες. Αν κάποτε αναγνώριζε την ανάγκη για ορισμένες ήπιες «διορθώσεις» στους Αγίους, η απόρριψη των συγκαιρινών θεολόγων εκ μέρους του είναι απόλυτη και σχεδόν μανιχαϊστική[8]. Ο βασανισμένος αυτός πνευματικός άνθρωπος ήταν σχεδόν βέβαιος ότι ο κόσμος δεν πρόκειται να γίνει ποτέ ξανά χριστιανικός στο σύνολό του, άρα το μόνο που απομένει σε όσους επιθυμούν να ζήσουν πνευματικά είναι ο αναχωρητισμός, δηλαδή η καταφυγή στην ησυχία και στην άσκηση, όπου θα προσεύχονται με τον Θεό και θα προσπαθούν να παραμένουν πιστοί στις εντολές Του[9]. Σε τελική ανάλυση, ο π. Σεραφείμ υπήρξε ένας αληθινά ερωτευμένος άνθρωπος. Και όπως κάθε ερωτευμένος, δεν μπόρεσε να αποφύγει μερικές σε αστοχίες και υπερβολές. Ίσως στην περίπτωσή του προσιδιάζει η περιγραφή που ο ίδιος έκανε κάποτε για τον Άγιο Αυγουστίνο: τα λάθη του δεν είναι σοβαρές παρεκκλίσεις ή «αιρέσεις», αλλά απλές ατέλειες και ανθρώπινες αδυναμίες. Όσοι τα επισημαίνουμε, ας μην λησμονούμε πως εκείνος κατόρθωσε αυτά που για εμάς φαντάζουν ακατανόητα, αδύνατα και απίστευτα.

 

Σημειώσεις

[1] Πιθανολογείται πως ο π. Σεραφείμ είναι υποψήφιος για μια μελλοντική αγιοκατάταξη.

[2] Αντίθετα με τη ρωμαιοκαθολική παράδοση, όπου το έργο μεγάλων ασκητών της όπως ο Ιγνάτιος Loyola επικεντρώνεται στην ενθάρρυνση της χρήσης της φαντασίας από τους πιστούς για να ταυτισθούν με τη ζωή του Χριστού, σημειώνει ο π. Σεραφείμ, η Ορθοδοξία είναι καχύποπτη με τη φαντασία, την οποία θεωρεί μεταπτωτικό γεγονός και προειδοποιεί αυστηρά για τους πνευματικούς κινδύνους που αυτή φέρει.

[3] Όταν ερωτήθηκε για την αρμόζουσα Ορθόδοξη στάση προς τις μη χριστιανικές θρησκείες, σε μια διάλεξη προς το τέλος της ζωής του, ο ιερομόναχος Σεραφείμ αποκρίθηκε πως οι άλλες θρησκείες εμπεριέχουν συχνά πολύ βαθιές επιμέρους αλήθειες και είναι συχνά «καλές» ως ένα σημείο, αλλ’ αδυνατούν να προσφέρουν την αιώνια ζωή και τη Βασιλεία των ουρανών, για την οποία μας είναι απαραίτητος ο Ιησούς Χριστός.

[4] Γνωστές είναι επίσης οι διαφωνίες του με τον θεολόγο Αλέξανδρο Καλόμοιρο και τον π. Παντελεήμονα Μητρόπουλο, σχετικά με τη δαρβινική θεωρία της εξέλιξης, την οποία ο θεωρούσε σοβαρή πνευματική απειλή και μέρος μιας ευρύτερης αντιχριστιανικής φιλοσοφίας που κυριαρχεί στη Δύση εδώ και τρεις αιώνες, και διαρθρώνεται σε πολλές πτυχές. Ο π. Σεραφείμ επιχείρησε να περιβάλλει τον «δημιουργισμό της νεαρής γης» (young earth creationism) σαν δόγμα πίστης των απανταχού αυθεντικών Ορθοδόξων, γεγονός που θ’ απομάκρυνε από την Ορθοδοξία τον επιστημονικό χώρο και θα ευνοούσε ακριβώς εκείνες τις διαιρέσεις ανάμεσα στους πιστούς που ο ίδιος επεδίωκε ν’ αποφύγει.

[5] Βασικές επιρροές στη συλλογιστική αυτή του Rose, εκτός φυσικά από την Ορθόδοξη πατερική γραμματεία, είναι και κάποιοι επιφανείς Ρωμαιοκαθολικοί συγγραφείς, όπως ο π. Lubac, ο Max Picard και ακόμη περισσότερο οι Maistre και Donoso Cortés. Κύρια πηγή του, όμως, είναι τα μεγάλα ντοστογιεφσκικά μυθιστορήματα, τα οποία χρησιμοποιεί σαν οδοδείκτες της γνήσιας χριστιανικής πνευματικότητας.

[6] Όπως αναφέρει ο ίδιος ο π. Σεραφείμ σε μια επιστολή του: «Σίγουρα μπορούμε να κάνουμε λάθη σε μόνιμη βάση, ακόμη και όταν δρούμε με καθαρή συνείδηση! Πάντως και αυτό δεν συνιστά θανατηφόρα αμαρτία, αρκεί να κρατάμε την καρδιά μας και τον λογισμό μας ανοικτό και να ιεραρχούμε σωστά τα πράγματα». Σε αντιστοιχία με αυτό, η κύρια διαφορά της παραδοσιακής Ορθοδοξίας και του παραδοσιακού Ρωμαιοκαθολικισμού, μας λέει, είναι η αντίληψη περί Αγίου Πνεύματος. Οι Ορθόδοξοι πιστεύουν πως το Άγιο Πνεύμα καθοδηγεί την Εκκλησία, και δεν θα την «προδώσει» ποτέ. Αυτός είναι ο λόγος που οι Ορθόδοξοι δεν επιχείρησαν να θεσπίσουν κάποιο «αλάθητο», όπως έκανε η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, όπου μέχρι πρόσφατα ο πιστός καλούνταν να υπακούει ένα ολόκληρο σύνολο κανόνων και από αυτό να καλύπτεται με μια νομικίστικη έννοια. Όποιος δεν πιστεύει πολύ στη φροντίδα του Πνεύματος, αναζητεί «υποκατάστατα» για να εξασφαλισθεί.

[7] Αν και αμφισβητείται το αν και κατά πόσον εκείνος προσυπέγραφε ιδέες περί προορισμού, γεγονός είναι ότι αποτέλεσε επιρροή για τη μετέπειτα διακήρυξή τους από θεολόγους του προτεσταντικού χώρου: “[…] ο Αυγουστίνος πραγματικά αρνείται ότι ο Θεός θέλει όλοι να σωθούν. Ακόμα, παρασύρεται τόσο πολύ από τον ορθολογιστικό τρόπο της σκέψης του, που διδάσκει (μολονότι σε ελάχιστα σημεία) έναν “αρνητικό” προορισμό, έναν προορισμό που οδηγεί σε αιώνια καταδίκη, κάτι που είναι εντελώς ξένο προς τιε Γραφές. Μιλάει ξεκάθαρα για “μία κατηγορία ανθρώπων οι οποίοι προορίζονται για την απώλεια” (Περί της τελειότητος εν δικαιοσύνη, κεφ. 13), και πάλι λέει, ότι “ο Θεός είναι ο δικαιότατος Κριτής” ακόμη και απέναντι σ’ αυτούς που έχει προορίσει για αιώνιο θάνατο” (Περί της ψυχής και της προελεύσεως αυτής, κεφ. 16). Θα πρέπει όμως ξανά εδώ να προσέξουμε, ώστε να μην παρερμηνεύσουμε τα λόγια του Αυγουστίνου δίνοντας τις μεταγενέστερες ερμηνείες του Καλβίνου. Ο Αυγουστίνος σ’ αυτή του τη διδασκαλία πουθενά δεν ισχυρίζεται ότι ο Θεός προορίζει να θέλει κάποιος να κάνει το κακό. Το όλο περιεχόμενο της σκέψης του δείχνει ξεκάθαρα πως ποτέ δεν πίστευε κάτι τέτοιο, μάλιστα συχνά απέκρουε τη συγκεκριμένη αυτή κατηγορία, μερικές φορές δε με εμφανή οργή».

[8] Αυτό παρεμπιπτόντως δεν ισχύει μόνο για «αμφιλεγόμενες» περιπτώσεις, όπως ο π. Σέργιος Bulgakov και ο φιλόσοφος Nicolas Berdyaev (δεν τον θεωρεί καν Χριστιανό, αλλά ουμανιστή Γνωστικό) αλλά, ως έναν βαθμό, και τους π. Γεώργιο Florovsky, π. Ιωάννη Meyendorff και προ παντός τον π. Αλέξανδρο Schmemann, τον οποίο και στις επιστολές του μέμφεται με κάθε ευκαιρία.

[9] Δύσκολα μπορεί κανείς να μην επισημάνει τις ομοιότητες του π. Σεραφείμ με μια άλλη, επίσης ιδιάζουσα προσωπικότητα στην Ορθοδοξία του περασμένου αιώνα: τον Philip Sherrard. Και οι δύο τους ήταν πολυτάλαντες ιδιοφυΐες της Δύσης, με γνώση ξένων γλωσσών και πλούσιο μεταφραστικό έργο, το οποίο αργότερα έστρεψαν (εγκαταλείποντας τις προοπτικές μιας πιθανώς λαμπρής ακαδημαϊκής σταδιοδρομίας) στην έκδοση έργων της εκκλησιαστικής γραμματείας, παράλληλα με τον ασκητικό βίο που ο καθένας από αυτούς διήγαγε, ζώντας λιτά και δίχως ηλεκτρικό ρεύμα, μια έμπρακτη καταδίκη του σύγχρονου τεχνολογικού κόσμου με τους πειρασμούς του. Τέλος, αμφότεροι στάθηκαν αταλάντευτοι πολέμιοι της εξελικτικής θεωρίας, επιχειρώντας να αναβιώσουν εκείνο που θεωρούσαν παραδοσιακή «Ορθόδοξη» κατανόηση του φυσικού κόσμου.

5 Σχόλια

  1. Αγαπητέ κ. Ζαχαράκη, νομίζω πως είμαστε κοντά στην αποτίμηση της μορφής του π. Σεραφείμ.
    Διάβαζα παλιά το Othodox Word κι ένα βιβλίο του για τις προθανάτιες εμπειρίες. Αναμφισβήτητα ήταν ένας αγωνιστής, με πολλή άσκηση και προσευχή, αλλά τα κείμενά του μου φάνηκαν αρκετά μονοδιάστατα. Σα να είχε μια φοβία, μήπως επικρατήσει το κακό, σα να μετέδιδε ένα άγχος.
    Στους Αγίους που γνώρισα εν ζωή (Πορφύριο, Παΐσιο, Εφραίμ Κατουνακιώτη, Καλλίνικο Εδέσσης) δεν τα είδα αυτά. Σου μετέδιδαν την ελπίδα κι ακτινοβολούσαν τη χαρά της εν Χριστώ ζωής, τη βεβαιότητα πως «μείζων ὁ ἐν ἡμῖν ἢ ὁ ἐν τῷ κόσμῳ». Επίσης, ποτέ δεν τους άκουσα να μιλούν για πολιτικά. Δεν βαυκαλίζονταν με την ιδέα πως ένα σύστημα ή κάποιοι πολιτικοί θα σώσουν τον κόσμο, αλλά την ελπίδα τους την είχαν στον Χριστό και μόνο.
    Όσο για τον άγιο Αυγουστίνο, παραδόξως ο π. Σεραφείμ ήταν αρκετά κοντά στον π. Ιωάννη Ρωμανίδη, σφοδρό πολέμιο της θεολογίας του. Έλεγε ο αείμνηστος καθηγητής πως αιτία των κάποιων δογματικών λαθών του Αυγουστίνου ήταν η ατελής γνώση της ελληνικής· αλλά ο εν λόγω Πατήρ δεν ήταν αιρετικός γιατί δεν προσπάθησε να επιβάλει τις απόψεις του αλλά έγραφε να τον συγχωρέσουν αν υπέπεσε σε σφάλματα.
    Στις επισημάνσεις του για την έλλειψη Ορθόδοξου φρονήματος από κάποιους πρωτεργάτες της «πατερικής αναβίωσης» ο π. Σεραφείμ είχε δίκιο. (Αν έγραφε τότε αυτά για τους «νεοπατερικούς», τι θα έλεγε σήμερα για τους «μεταπατερικούς» θεολόγους! –βλ. το κείμενο του Σ. Γουνελά https://antifono.gr/monacha-i-dysi-yparchei/). Ιδιαίτερα για τον π. Αλέξανδρο Σμέμαν που, όπως φαίνεται από το ημερολόγιό του και την «υπόγεια» δραστηριότητά του, απεχθανόταν τον μοναχισμό, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, τους Αγίους Τόπους… κάποιους θεσμούς δηλαδή που διασώζουν πολλά από τη δισχιλιόχρονη παράδοση του χριστιανισμού.
    Το ίδιο μονοδιάστατο ένιωσα και τον Sherrard όταν διάβασα κάποια κείμενά του· ενώ όταν τον είδα και τον άκουσα σε μια συνέντευξή του εδώ, στο «Αντίφωνο», είδα πόσο υπέροχος άνθρωπος υπήρξε, πόσο απλός και ταπεινός.
    Δεν ξέρω, ίσως να φταίει το ότι δεν γεννήθηκαν από Ορθόδοξους γονείς. Σκέφτομαι τον άγιο Σωφρόνιο του Έσσεξ, πόσο περιχωρητικός ήταν, πόσο ανοιχτός σε κάθε τι καλό από τους θύραθεν, πόσο αγκάλιαζε όλο τον κόσμο! Κι αυτός ήταν διανοούμενος, κι αυτός είχε μπλέξει με ανατολικές θρησκείες, όμως όταν γνώρισε την Εκκλησία, μεταμορφώθηκε σε κάποιον που δεν απέκλειε κανένα. Ιδού τι γράφει για τον Μπερντιάγεφ που τον αναφέρατε:
    «Μου ήρθε τώρα στον νου ο Μπερντιάγιεφ. Διέκρινες στο πρόσωπό του πάντοτε μια έκφραση στοχασμού, όπου και αν βρισκόταν, ακόμη και όταν ήταν μέσα στο τραίνο… Ήταν σαν να ήθελε να συλλάβει κάποιες ιδέες μέσα στον κόσμο. Αυτό μπορεί να συμβεί επίσης στη ζωή των φιλοσόφων. Αλλά ό Μπερντιάγιεφ ήταν ένας φιλόσοφος γεννημένος στην Ορθόδοξη ’Εκκλησία. Αυτό το ορθόδοξο σε αυτόν, τον κάνει παγκοσμίως γνωστό. Παρ’ όλα αυτά, ορισμένες παρεκκλίσεις του σε κάποιους τομείς τον κάνουν να μην είναι τόσο «χρήσιμος» για μας. Ήμασταν γείτονες στο Κλαμάρ, στη Γαλλία. Επιστρέφοντας από τό Παρίσι παίρναμε κάποτε το ίδιο τραίνο. Α! τον αγαπούσα αυτό τον άνθρωπο. Ξέρετε, άνθρωποι σαν τον Μπερντιάγιεφ είναι πράγματι η ομορφιά τής ανθρώπινης κοινωνίας. Τίποτε τό άσχημο δεν υπήρχε επάνω του. Στο Κλαμάρ, υπήρχε μια ιδιοκτησία τού Ρώσου πρίγκηπα Τρουμπεσκόυ. Όσοι ζούσαμε στο Κλαμάρ πηγαίναμε στη μικρή εκκλησία που οι Τρουμπεσκόυ είχαν κτίσει στο κτήμα τους. Μια νύχτα του Πάσχα, φθάνοντας στην εκκλησία αυτή, βλέπω τον Μπερντιάγιεφ να είναι γυρισμένος προς την εικόνα του Χριστού και το πρόσωπό του ήταν σαν του μικρού παιδιού. Συγκινήθηκα βαθιά από αυτό που είδα και από τότε τον αγάπησα αληθινά, εξαιτίας αυτού του συμβάντος. Αλλά, παρ’ όλα αυτά, ήταν ένας φιλόσοφος όπως ο Chestov» (Οικοδομώντας τον ναό του Θεού μέσα μας και στους αδελφούς μας, τ. Β΄, σσ. 146-147).

  2. Αγαπητέ κύριε Ζαχαράκη,
    Ο «μεταθανάτιος τελωνισμός της ψυχής» δεν είναι «θεολογική διδασκαλία» της ορθόδοξης εκκλησίας. Είναι από εκείνες τις ψευδο-διδασκαλίες που έχουν παρεισφρήσει στην ορθόδοξη παράδοση από γέροντες σαν τον π. Serafim Rose και δυστυχώς ακούμπησαν στην αδυναμία της ανθρώπινης ψυχής που έχει την τάση να πιστεύει σε παραθρησκευτικές δοξασίες και πλάνες. Ο θάνατος είναι σεσιγημένο μυστήριο για την Εκκλησία και κάθε μεταθανάτια περιγραφή ανήκει στη σφαίρα του φαντασιακού. Όσο για την παραπομπή σας στις ακολουθίες της Εκκλησίας, χρειάζεται προσοχή: όλα τα κείμενα αναφέρονται στην επιθανάτια (και όχι μεταθανάτια) αγωνία και πάλη του ανθρώπου πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις. Μιλούν τα λειτουργικά κείμενα για την ταραχή και αγωνία της ψυχής κατά την εκπόρευση της ψυχής, δηλαδή πριν τον θάνατο.
    Να, δυο κείμενα που αναφέρονται σ΄ αυτό το θέμα, για όποιον ενδιαφέρεται:
    https://epignosi.eu/?p=1235
    https://epignosi.eu/?p=1783

    Θα μπορούσε κανείς πολλά να πει και για την προσπάθεια του π. Serafim να υπερασπιστεί τον Αυγουστίνο Ιππώνος, όταν γνωρίζουμε σε ποιον βαθμό ο Αυγουστίνος επηρέασε τη δυτική θεολογκή σκέψη· αλλά και για τη διαφωνία του ως προς το γεγονός της κοσμολογικής εξέλιξης, που υποδηλώνει μια βαθειά συντηρητική σκέψη που αρνείται να δεχτεί ότι η σχέση της επιστήμης με τη θεολογία δεν είναι συγκρουσιακή, αλλά ερμηνεύεται και κατανοείται με τη φώτιση των γραφών και των Πατέρων της Εκκλησίας.
    Σε μια εποχή που τα εκκλησιαστικά κριτήρια έχουν πλέον αμβλυνθεί σε σημείο που η ανάγνωση των κειμένων δεν συνεπάγεται και την κατανόησή τους, η παρουσίαση των αμφιλεγόμενων διδασκαλιών από διάφορους γέροντες, είναι πιθανόν να δημιουργεί ακόμα μεγαλύτερη σύγχυση, έστω και χωρίς πρόθεση.

    • Όταν υπάρχουν τόσα αγιοπατερικά και λειτουργικά κείμενα που μιλούν για τον τελωνισμό των ψυχών μετά θάνατον (βλ. https://antifono.gr/ὁ-τελωνισμός-τῶν-ψυχῶν/, όταν στην ευχή του Μεσονυκτικού παρακαλούμε τον Θεό “ἐν τῷ ἐκπορεύεσθαι αὐτὴν … μὴ ἰδέτω ἡ ψυχή μου τὴν ἐζοφωμένην ὄψιν τῶν πονηρῶν δαιμόνων”, είναι επιπολαιότητα να κατατάσσει κανείς τον μεταθανάτιο τελωνισμό της ψυχής σε “εκείνες τις ψευδο-διδασκαλίες που έχουν παρεισφρήσει στην ορθόδοξη παράδοση από γέροντες…” και να παραπέμπει σε άρθρα όπου στον άγιο Ιγνάτιο Μπριαντσιανίνωφ αντιπαρατίθενται οι Χρήστος Γιανναράς και ο Αλέξανδρος Καλόμοιρος!

      Είναι το ένα άκρο το “μυστήριο του θανάτου να αναλύεται με λεπτομερείς περιγραφές, επεξηγήσεις, διεξοδικά σχόλια…”. Αλλά και το να απορρίπτονται ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ οι διδασκαλίες τόσων Αγίων για τον μεταθανάτιο τελωνισμό είναι το άλλο άκρο.

      Η μετριοπάθεια κι η νηφαλιότητα δεν έβλαψαν ποτέ κανένα, ούτε ο σεβασμός προς τους Αγίους, αυτούς που είχαν κοινωνία με τον Θεό και βίωσαν “γνωστῶς καὶ εὐαισθήτως” υπερφυείς καταστάσεις και μυστήρια που δεν μπορούν αυτοί μεν να τα εκφράσουν με την κτιστή γλώσσα μας, εμείς δε να τα κατανοήσουμε. Αυτά ξεπερνούν τη λογική μας και στους πολλούς θα αποκαλυφθούν μετά θάνατον. Και ισχύει γι’ αυτά το “ψαυέτω μηδαμῶς χεὶρ ἀμυήτων”.

      Τη διδασκαλία πολλών Αγίων για τον τελωνισμό των ψυχών μετά θάνατον ας την πούμε “θεολογούμενο”. Το να τη χαρακτηρίσουμε ψευδοδιδασκαλία είναι σαν να τους βρίζουμε, συμπαθάτε με.

  3. Ὁ τελωνισμός τῶν ψυχῶν εἶναι διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, πού ἀφετηρία ἔχει τά ἴδια τά λόγια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ λίγο πρό τοῦ Πάθους καί ἐπικειμένου θανάτου του καί ὑποστηρίχθηκε ἀπό πολλούς μεγάλους Πατέρες. Δέν εἶναι ψευδοδιδασκαλία, οὔτε κἄν, θά τολμοῦσα νά πῶ, “θεολογούμενον”. Θά μοῦ συγχωρηθεῖ νά παραπέμψω σέ δύο ἄρθρα μου πού ἀναρτήθηκαν στό Ἀντίφωνο, τήν 29η Αὐγούστου 2020 μέ τίτλο “Ὁ τελωνισμός τῶν ψυχῶν” τό ἕνα, καί τό ἄλλο τήν 31η Ὀκτωβρίου 2020 μέ τίτλο “Τά πάθη ὡς τελώνια”. Μάλιστα κάνει ἐκτενῆ ἀναφορά γιά τά τελώνια καί ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς στήν Δογματική του, στόν τόμο πού κυκλοφορήθηκε στά Ἑλληνικά. Ἐπίσης ἀναφορά σ’αὐτά ὡς ἔγκυρη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καί ὁ Παναγιώτης Τρεμπέλας στή Δογματική του.

    • Ήδη έχω παραπέμψει στο πρώτο άρθρο σας.
      Το “θεολογούμενο” το έγραψα για την οικονομία της συζητήσεως.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ