Η υπόσχεση

2
556

Πάνε πέντε γεμάτες δεκαετίες από τότε, το 1959, που ο Ζαν Λυκ Γκοντάρ ενέτασσε σε κάποια ταινία του έναν διάλογο ο οποίος σκιαγραφούσε με σπάνια περιεκτικότητα αυτό που έμελλε να αναδειχθεί σε καθολική συμπεριφορά της εποχής που ερχόταν.

Ένα ζευγάρι μέοα σ’ ένα σπίτι και κάποια στιγμή η γυναίκα να ρωτάει:
Μισέλ, πες κάτι όμορφο.
Ο άνδρας αιφνιδιάζεται.
Σαν τι;
Δεν ξέρω.
Και μετά από μικρή σιωπή :
Ούτε εγώ ξέρω.

Θα αρκούσε και μόνη αυτη η ανταλλαγή για να συμπυκνώνει την αμηχανία ενός ολόκληρου κόσμου ενώπιον της ίδιας της επιθυμίας του. Η συνέχεια περικλείει κάτι ακόμα ευρύτερο. Έχουν περάσει λίγα λεπτά, ο διάλογος έχει πλανηθεί σε άλλα θέματα, ώσπου ο άνδρας συνειδητοποιεί μιαν αιτία για να της απευθυνθεί τελικά χαρωπά :
Βρήκα κάτι όμορφο!
–Τι;
Θέλω να κοιμηθώ μαζί σου επειδή είσαι ωραία.
.
Ιδού επιτέλους ένας κύκλος συμβόλων! Μα – μαζί κι η διάψευση – ένας κύκλος κλειστός... Μια εποχή που έχει κάψει, μία προς μία, όλες τις διόδους προς την ομορφιά, ανακαλύπτει την τελευταία που δείχνει να επιβιώνει: Την ομορφιά στη φυσική της υπόσταση.
Διόλου τυχαία, στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο και στην υπηρεσία, θα λέγαμε, μιας φαντασμαγορικής αλληγορίας, απο τα βάθρα περιοπής εκτοπίζονται οι παραδοσιακοί “σταρ” για να υποκατασταθούν από φωτομοντέλα... Η ομορφιά, πάει να πει, έχει την τιμητική της;  Α υ τ ή  η ομορφιά ναι – αυταποδείκτως. Όταν κάθε άλλη συγκίνηση έχει πάψει ανεκκλήτως να λειτουργεί, η ομορφιά των σωμάτων καλείται να διεκπεραιώσει το ρόλο του έσχατου όλων εφεδρικού αποθέματος. Καλείται να καεί με τη σειρά της, ίσως σημαίνει αυτό, καταδικασμένη από αυτόν τούτο τον τρόπο με τον οποίο κατανοεί τον εαυτό της... από την ίδια ακόμη την επίγνωση του δυναμικού της... από αυτή καθεαυτή τη συνείδηση, εν τέλει, όσης διαθέτει αυτεξουσιότητας...
Μια ομορφιά που κατεβαίνει στην αγορά, μια ομορφιά που ακινητοποιείται κάτω απ’ τους προβολείς, μια ομορφιά που καταφάσκει στην παθητικότητα μοιάζει προς στιγμήν με ακριβή  ε π α γ γ ε λ ί α  πρόθυμη, μάλιστα, να υπογραμμίσει τη γενναιοδωρία της! Αυτό που δεν υποψιάζεται, ωστόσο, είναι ότι ταυτόχρονα αποκαλύπτει μια απαρηγόρητα μονοσήμαντη αυτοσυνειδησία: μια αυτοματαίωση! Οι σημασίες εν προκειμένω – μαζί με τις λέξεις και τις ματιές – δεν ανθίζουν: πετρώνουν. Το μηδέν στρογγυλεύει. Κι η ίδια έχει απομείνει βασίλισσα μόνο μιας απεραντοσύνης απουσιών. Στη φλόγα της δόξας της, η διάσταση την οποία αδημονούσε να διαγράψει είναι ότι τις ιδιαίτερες όψεις της πραγματικότητας δεν βρίσκονται όλοι σε  θ έ σ η  να τις αντικρύσουν. Η φυσική ομορφιά, ως αναλαμπή και σημάδι μιας άλλης τάξης του κόσμου, μιας βαθειάς αλφαβήτου, μιας δεινής αυθυπέρβασης, όφειλε να έχει ακριβή ιδέα για τον εαυτό της. Ναι, να θέλει τα πάντα : μα πιο κει απ’ την ανάγκη τους! Να διαισθάνεται ότι πληρούν τους όρους να την υποδεχθούν μόνο τα βλέμματα που έχουν υπερβεί την επιθυμία της.
Η ανάκληση της δικής τους ζήτησης, οπότε, να ’χει αναστείλει την προσφορά της. Κι οι σημασίες της αντάμωσης ν’ αναστηθούν αφού έχουν τολμήσει πρώτα και να πεθάνουν…
.
Ελλείψει μιας τέτοιας αυτοσυνειδησίας, το κάθε τι αποκτά όχι μόνο μια ακυρωμένη σημασία αλλά έως και μια αντεστραμμένη μορφή. Το φως που τους λείπει θα σκιάζει, μοιραία, το πρόσωπο. Και η τραγωδία μιας κατ’ αυτόν τον τρόπο υλοποιημένης ομορφιάς θα συνοψίζεται, ες αεί, στην υπόσχεοη που αποδεικνύεται, δια βίου, ανήμπορη να τηρήσει : την προοπτική της πληρότητας.
Μόνη ζωντανή αίσθηση θ’ απομένει μια πλήξη θανάτου.

πηγή: Aντίφωνο Γράφτηκε το 1996. Δημοσιεύθηκε στο τχ. 2 (Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2010) της "Νέας Ευθύνης".

2 Σχόλια

  1. [b]Εξαιρετικό, [/b]αγαπητέ μου Γιώργο, τόσο στη μορφή της γραφής, στη λιτότητα του λόγου όσο και στο περιεχόμενό του. Από τα κείμενα που βαστάμε πάνω μας.

  2. Το πεδίο των [i]ανθρώπινων σχέσεων[/i] είναι ασφαλώς εκείνο στο οποίο εκβάλλουν – αλλά και εκείνο χάριν τού οποίου διεξάγονται – όλες ανεξαίρετα οι συν-ζητήσεις.
    Το πρόβλημα, στις μέρες μας, είναι ότι πρόκειται για ένα πεδίο, τήν ενασχόληση με το οποίο έχει… επωμισθεί (α π’ ά κ ρ ο υ_ σ’ ά κ ρ ο_ τού [b]δημόσιου λόγου[/b]) το [i]αρχέτυπο[/i] εκείνο [i]βίου[/i] που αποκλήθηκε “λάιφ-στάυλ”.

    [b]Ένα κείμενο σαν το παραπάνω λοιπόν ζητά να υπενθυμίσει, απλά, ότι την αναζήτηση τόσο μιας [i]συνθετικώτερης κατανόησης[/i] όσο και ενός [i]πλεονεκτικώτερου βιώματος[/i] – επί του πεδίου αυτού – αν τυχόν δεν αποφασίσουμε τώρα να την αναλάβουμε… όλοι μας, ίσως δεν αποφασίσει ποτέ να την αναλάβει… κανείς.[/b]

    Φίλε Γιάννη, ευχαριστώ για την επιδοκιμασία.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ