Πρίν λίγες μέρες, 50η επέτειο της δεύτερης ημέρας της εισβολής, ο έφεδρος Ανθυπολοχαγός Πυροβολικού, Άντης Ροδίτης, βραβευμένος ως ποιητής, βραβευμένος ως πεζογράφος, βραβευμένος (και διεθνώς) ως σκηνοθέτης, (και πολλά άλλα) εγκατέλειψε το γήινα, προκειμένου να βραβευθεί πια και στον ουρανό!
«Ιδιόμορφος», λένε, υπήρξε ο φίλος-μου ο Άντης Ροδίτης. Η ιδιομορφία-του όμως δεν είναι πως αποτελεί ίσως κάποιον, ταλαντούχο έστω πεζογράφο απλώς. Εκείνο που κάνει την διαφορά, από άλλους ταλαντούχους, είναι ότι ο συγκεκριμένος ταλαντούχος είναι, και κυρίως, και ιδίως κατά πάντα Έλληνας! Παρότι μάλιστα ζούσε σε εποχές προϊούσας εθνικής παρακμής… Τούτο σημαίνει πως ο Άντης δεν ήταν απλώς ιδιόμορφος: Ήταν κυρίως ιδιοπρόσωπος!
Για να προλάβω δε την πρόσφορη παρερμηνεία, η οποία έντεχνα καλλιεργείται ως είθισται στους χαλεπούς καιρούς της παρακμής, σπεύδω να τονίσω ότι, λέγοντας Έλληνας, δεν εννοώ κάποιον με «φουστανέλα» και σταυρωτά στο στήθος φυσεκλίκια που σφάζει με το γιαταγάνι Τούρκους, ή με το δόρυ-του θερίζει Μήδους. Αλλά εννοώ ό,τι και ο Ισοκράτης εννοούσε, όταν χρησιμοποιούσε τον όρο Έλληνας: Εκείνον που μετέχει της ημετέρας παίδευσης. Ή, αν θέλετε ακριβέστερα, με την εμπειρία και των δυόμισι σχεδόν χιλιετιών ελληνικού πολιτισμού μετά τον Ισοκράτη, κάποιον που ζει και πολιτεύεται κατά τον ελληνικό «τρόπο» του βίου, όπως λέει και, φίλος μου επίσης, ο Χρήστος Γιανναράς. Τον τρόπο δηλ. εκείνον που δημιούργησε τους προ, και μετά τον Ισοκράτη, τέσσερις ελληνικούς πολιτισμούς! Μινωικό, Μυκηναϊκό, Κλασικό και Ρωμανικό-Βυζαντινό, για να μην αποκαλέσω δηλ. ως ξέχωρο τον Κυκλαδικό πολιτισμό…
Χαρακτηριστικό αυτού του «τρόπου», θα έλεγα ακριβέστερα, η ειδοποιός διαφορά-του, όπως ενωρίς το όρισαν, ανατέλλοντος ήδη του τρίτου ελληνικού πολιτισμού, είναι το «κατ’ αλήθειαν ζην». Αξίζει δηλ. να ζει κανείς, (να «διάγει τον βίον») όταν και εφόσον ο βίος αληθεύει. Και δεν νομίζω να είναι υπερβολή αν έλεγε κανείς ότι αυτή ακριβώς η τάση, ως αρχέγονη του γένους ανάγκη, αναζήτησης του αληθούς, είναι που έσωσε (κυριολεκτικά) τον ελληνισμό, όταν στο τέλος του προ Χριστόν αιώνος, τότε που περιήλθε στο έσχατο όριο πνευματικής παρακμής («εθνική παραλυσία» την έλεγε ο Παπαρρηγόπουλος) κινδύνευε από ολοκληρωτική εξαφάνισή-του ως ιστορικού λαού. Όταν, με άλλα λόγια από πρόσωπο που ήταν, ο αρχέγονος λαός, κατάντησε άτομο (και μάλιστα άτομο διαλυμένο, όπως το έλεγε ο κοινός-μας ακριβός φίλος, ο Θεόδωρος Ζιάκας). Και αυτό ερμηνεύει γιατί (διορθώνοντας τον εαυτό-μου) αποκάλεσα πιο πριν
ι δ ι ο π ρ ό σ ω π ο τον Άντη Ροδίτη.
Σώθηκε λοιπόν το γένος των Ελλήνων, διότι εκείνη ακριβώς η αναζήτηση, ή καλύτερα η εκζήτησης της αλήθειας, το οδήγησε ενωρίς να «ακούσει» (αφού εννοείται είχε «ώtτα ακούειν»…) τον λόγο του Χριστού, ο οποίος «ευαγγελίστηκε» ότι « ε γ ώ ε ι μ ί η α λ ή θ ε ι α »! (Με ό,τι εσχατολογικό και μεταφυσικό για την ελληνική φιλοσοφία, σήμαινε η φράση.) Για να αρχίσει έτσι, ο νέος, ο καινός τρόπος ζωής του έθνους, ο τρόπος τώρα του «ζην εν τη αληθεία». Για να αναγεννηθεί έτσι, στην μετά Χριστόν ζωή-του, και να γεννήσει υπερχιλιόχρονο νέο πολιτισμό, ο οποίος και έδωσε άλλες δυο χιλιάδες χρόνια ζωής του έθνους-μας. Του πολιτισμού εκείνου, που οι δημιουργοί-του ονόμασαν Ρωμανία, ενώ η ευρωπαϊκή μειονεξία αποκάλεσε (κακεντρεχώς βεβαίως) Βυζάντιο, κι εμείς οι σύγχρονοι απόγονοί-του, ως ιδανικοί ευρωχάσκακες, πρόθυμα το υιοθετήσαμε…
Αυτού λοιπόν του εκζητούντος την αλήθεια, ελληνικού τρόπου του βίου ως μέτοχος ο Άντης Ροδίτης, είναι που και με το έργο-του, αναζητά εκείνη την αλήθεια. Την αλήθεια για το «φαινόμενο» αυτό το οποίο μας μαστίζει ως λαό, στο ανατολικότερο αυτό νησί του Αιγαίου Πολιτισμού. Διότι είναι φαινόμενο πια, να επιμένομε ως θλιβεροί πλάνητες, για 60 τώρα χρόνια άγονα, πεισματικά να παραπαίομε στην Γεδρωσία έρημο του «εφικτού» αμαρτήματος, (κι ας αυτά τα 60 χρόνια το αποδεικνύουνε ανέφικτο!) Και είναι επίσης φαινόμενο, το οποίο ίσως ερμηνεύει και το προηγούμενο ανήκουστο, ότι σε λιγότερο από μίαν ώρα, στις 20 Αυγούστου του 1964, στο πρώην (πυρποληθέν επίσης) Κυβερνείο των Άγγλων, μπορέσαμε να συντρίψομε το μόνο (όντως) εφικτό, που και ως ευκταίο και ιδίως μεγαλόπνοο, είχε μετατρέψει νέα, ποτέ αμούστακα παιδιά σε γίγαντες, ώστε τιτάνια να ζητωκραυγάζουν για την Ένωση, καθώς ξεψυχούσαν στους θαλάμους των βασανιστηρίων, και σαν, καραδοκούσα η καταπακτή της αγχόνης, έχασκε κάτω από τα πόδια-τους, και σαν ακόμα ζωντανούς τους έκαιγαν μέσα στις σπηλιές της γης!
Το εθνικό εκείνο άγος, (του Αυγούστου εκείνου του 1964) το οποίο οι πολιτικοί ενόχως αρνούνται, και οι ιστορικοί ούτε που το τολμούν, αποτόλμησε να το φωτίσει η λογοτεχνία, δια της επιδέξιας γραφίδας του Άντη Ροδίτη, του φίλου-μου, ως βιωματική υποταγή-του, στην πανάρχαια άκρως ελληνική επιταγή αναζήτησης του «κατ’ αλήθειαν», η οποία ελληνότροπα βεβαίως τον συνέχει! Μιας λογοτεχνίας εντούτοις, που δεν την χαρακτηρίζει μόνο υψηλής στάθμης ύφος και ήθος, αλλά και ζηλευτή, (ακόμα και από την ίδια την ιστορική επιστήμη) εξαντλητική (και επιτρέψετέ-μου να ξέρω, τόσο πνευματική όσο και σωματική…) έρευνα των αληθινών γεγονότων. Γι’ αυτό και δεν νομίζω να υπερβάλλω λέγοντας ότι το σύνολο έργο του Άντη Ροδίτη, τόσο στο βιβλίο-του «Δεκα χιλιάδες Μέλισσες» (συμβολικό του μεγάλου προγόνου του Βασιλιά Ονίσιλλου) όσο και το άλλο, «Κουράγιο Πηνελόπη» (του ακόμα πιο αρχαίου-μας προγόνου, του Ομήρου) και όχι μόνο, αγγίζει τα όρια της εθνικής δραματουργίας. Συναρπαστικής εθνικής δραματουργίας, λίγο πριν το «τέλος».
«Τέλος» βέβαια με την αρχαία έννοια της λέξης…
* * * * * * * *
Προχθές λοιπόν το πρωί, 50η επέτειο της δεύτερης ημέρας της εισβολής, ο έφεδρος Ανθυπολοχαγός Πυροβολικού, Άντης Ροδίτης, βραβευμένος ως ποιητής, βραβευμένος ως πεζογράφος, βραβευμένος (και) ως σκηνοθέτης, εγκατέλειψε το γήινα, προκειμένου να βραβευθεί πια και στον ουρανό!
Το τι έκανε ακριβώς, προχθές το πρωί ο Άντης Ροδίτης, είναι ότι μας την «έσκασε»! Ολωνών-μας…
- Την έσκασε στους φίλου-του, αφήνοντάς-μας ενεούς…
- Κυρίως όμως την έσκασε, στο πλήθος τις έρπουσες και λείχουσες μετριότητες, υπομετριότητες και ανθυπομετριότητες, (που έλεγε και ο Π. Κονδύλης) όσοι αδυνατούσαν να πλησιάσουν, να προσεγγίσουν καν, το πνεύμα-του.
- Και τους την «έσκασε» κατά το ότι δεν τους έδωσε τον χρόνο να αναστοχαστούν, να συνέλθουν, και να ανανήψουν, ώστε να αξιωθούν να του ζητήσουνε συγγνώμη, για ό,τι
- μικρόπρεπο και ποταπό διέπραξαν, συμμετέχοντας σε μια χαμερπή «συνωμοσία της σιωπής», στην (μάταιη φυσικά) προσπάθειά-τους να εξαφανίσουν το έργο-του…
- Και φυσικά, δια του έργου-του, τον ίδιο!
Αλλά «άφες αυτοίς» φίλε-μου Άντη Ροδότη!