ΚΑΤΙ ΣΑΝ ΚΥΠΑΡΙΣΣΙ… Ἡ κριτικὴ τοῦ Γιώργου Σαραντάρη στὸν Κ.Π.Καβάφη

0
707

Γιατί ἡ Κωνσταντινούπολη νὰ θεωρεῖται πόλη τοῦ μέλλοντος; Αὐτὴ ἡ ἀπορία προκύπτει ἂν διαβάσει κανεὶς τὸ ποίημα τοῦ Γιώργου Σαραντάρη, «Κ.Π.Καβάφης». Ἡ Κωνσταντινούπολη συνδέεται μὲ τὸ παρελθὸν τῶν δύο ποιητῶν, ἀλλὰ γιατί ἐνῶ ὁ Καβάφης σύμφωνα μὲ τὸν Σαραντάρη εἶναι χαμένος βαθιὰ μέσα στὸ παρελθόν, μιὰ πόλη ποὺ ἀκόμα καὶ τὸ ὄνομά της εἶναι χαμένο μέσα στὸ παρελθόν, μπορεῖ νὰ εἶναι πόλη τοῦ μέλλοντος; Ἀκόμα κι ἂν κανεὶς ἀρκεστεῖ σὲ μιὰ στενὴ ἐθνικιστικὴ ἑρμηνεία, ὁ στίχος θὰ παραμένει ἀνεξήγητος ἂν δὲν ἀναζητήσουμε ἕναν βαθύτερο πνευματικὸ συμβολισμό. Ἡ Κωνσταντινούπολη ἀνήκει κι αὐτὴ στὸ παρελθὸν καὶ μόνο μιὰ πνευματικὴ προοπτικὴ μπορεῖ νὰ μᾶς ἐπιτρέπει νὰ μιλᾶμε γιὰ μέλλον. Καὶ ἡ πνευματικὴ προοπτικὴ ἔχει νὰ κάνει ὄχι τόσο μὲ τὴν γεωπολιτική της θέση, ἀλλὰ μὲ τὸν συμβολισμὸ ποὺ μπορεῖ νὰ ἀποκτήσει ὡς πρωτεύουσα μιᾶς ὁρισμένης πνευματικῆς παράδοσης. Ἡ Κωνσταντινούπολη ἔχει μέλλον ἐφ’ὅσον ὁ κόσμος ποὺ συμβόλισε μπορεῖ νὰ φανεῖ χρήσιμος γιὰ τὸ δικό μας μέλλον.

Ὁ Γ. Σαραντάρης ἔρχεται νὰ θέσει τὴν ποίηση –καὶ σύνολη τὴν πνευματικὴ ζωὴ μας-  στὴν ὑπηρεσία ἑνὸς καθολικοῦ ὁράματος μιᾶς ἀναγεννήσεως μέσα ἀπὸ τὴν πίστη στὸν Χριστὸ ὡς θεάνθρωπο, ἔτσι ὅπως ἐκφράστηκε μέσα ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη παράδοση. Ἔτσι ἡ ποίηση εἴτε ἐκφράζεται ὡς μιὰ ἐλπίδα γιὰ τὴν ἀναγέννηση αὐτή, εἴτε περιορίζεται στὸν παρωχημένο κόσμο τῆς αἰσθητικῆς καὶ τοῦ ἡδονισμοῦ.

Ὁ Γ.Σ. ἀσκεῖ μὲ ἰδιαίτερη τόλμη στὴν ποίηση τοῦ Καβάφη ὄχι ἐπειδὴ τὸν θεωρεῖ κατώτερο ποιητὴ -ἀπεναντίας-ἀλλὰ ἐπειδὴ θεωρεῖ τὸ πνευματικό του ὅραμα κατώτερο τῶν ποιητικῶν δυνατοτήτων του. Γιατὶ εἶναι μιὰ ποίηση ποὺ στερεῖται ὁράματος. Εἶναι μιὰ ποίηση ἐγκλωβισμένη στὸν αἰσθητισμό. Μιὰ ποίηση ποὺ γίνεται αὐτοσκοπὸς μέσα στὴν αὐτάρκεια μιᾶς ἡδονιστικῆς ζωῆς.

Ὁ ἡδονισμὸς στὸν Γιῶργο Σαραντάρη δὲν ἔχει ἠθικιστικὸ περιεχόμενο. Θὰ πρέπει νὰ τὸν ἀντιληφθοῦμε ὡς φιλοσοφικὴ ἀπάντηση σὲ μιὰ σχολὴ ποὺ ξεκινάει ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα καὶ θέτει ὡς σκοπὸ τῆς ζωῆς τὴν εὐδαιμονία καὶ τὴν ἡδονή, ὅπως κι ἂν αὐτὴ νοεῖται, ἤδη ἀπὸ τὸν Ἀριστοτέλη. Ὁ ἡδονισμὸς ἐγκλωβίζει τὸν ἄνθρωπο (ἄτομο καὶ κοινωνία) στὴν αὐτάρκεια. Ἡ αὐτάρκεια εἶναι ἡ μεγάλη παγίδα ποὺ παραδίδει τὸν ἄνθρωπο στὸ κράτος τοῦ θανάτου. Μόνο ἡ πίστη (ὡς θεμελιῶδες μάλιστα στοιχεῖο ποὺ τὸ ἀντιπαραβάλλει στὴν libido) μπορεῖ νὰ ἀπεγκλωβίσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴ φθαρτὴ αὐτάρκειά του καὶ αὐτὴν τὴν πίστη πρέπει νὰ ὑπηρετήσει καὶ ἡ ποίηση καὶ ἡ φιλοσοφία. Καὶ μέσα σ’αὐτὴ τὴν προοπτικὴ ἀντιμετωπίζει καὶ τὸν ἔρωτα. Ἂν ὁ ἔρωτας μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ αὐτὴ τὴν προοπτικὴ τῆς νίκης ἐπὶ τοῦ θανάτου, καθίσταται ἄγονος.

Ὁ Γ. Σ. θεωρεῖ τὸν ἔρωτα τοῦ Κ.Π.Κ. ἄγονο. (Ἐξ ἄλλου ὁ χαρακτηρισμὸς ἔχει δοθεῖ πρῶτα ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Καβάφη). Ἂν ὁ ἔρωτας περιορίζεται στὸν κόσμο τῶν αἰσθήσεων ἀναιρεῖ τὴν ὑπαρξιακὴ ὁλοκλήρωση τοῦ ἀνθρώπου.  Ἂν ὁ ἔρωτας τοῦ ἄντρα καὶ τῆς γυναίκας ἐνέχει τὸν κίνδυνο νὰ  ἐγκλωβίσει τὸν ἄνθρωπο στὴν ἡδονιστικὴ αὐτάρκεια, ὁ  ὁμοφυλόφιλος ἔρωτας ὑπονομεύει τὸν ἀπεγκλωβισμὸ ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας, ἐφ’ὅσον ἐκφράζεται πρὸς τὸ ὅμοιο. Ὁ ἔρωτας ὡς κατ’ἐξοχὴν συνάντηση μὲ τὸ ἄλλο, ἀνοίγει τὴν προοπτικὴ ὄχι μιᾶς ἡδονῆς ποὺ οὕτως ἢ ἄλλως θὰ χαθεῖ μέσα στὸ χρόνο, ἀλλὰ μιᾶς ὑπαρξιακῆς συναντήσεως ποὺ ὁλοκληρώνεται ὡς δημιουργία καὶ γέννηση. Ὄχι ὡς ἁπλὴ βιολογικὴ ἀναπαραγωγὴ τοῦ εἴδους, ἀλλὰ ὡς κινητήριος δύναμη ποὺ ὠθεῖ τὸν ἄνθρωπο σὲ ὑψηλότερες κατακτήσεις. Γι’αὐτὸ καὶ τὸ ἐρώτημα: Ἀγάπησες ποτέ σου μιὰ Ρωξάννη; Καὶ ὁ ὑπόγειος παραλληλισμὸς μὲ τὸν Ἀλέξανδρο ποὺ ἄλλαξε τὴ μορφὴ τοῦ τότε γνωστοῦ κόσμου, ἐγκαινιάζοντας τὸ μέλλον.

Ὁ Γ.Σ. ἀναγνωρίζει πὼς ἡ ποιητικὴ φωνὴ  τοῦ Καβάφη εἶναι ἡ πιὸ δυνατὴ ποιητικὴ φωνὴ τῆς νεώτερης Ἑλλάδας. Ἡ κριτικὴ ποὺ ἀσκεῖ ἔχει νὰ κάνει μὲ τὸν πνευματικό της προσανατολισμό. Τὴν κατηγορεῖ τόσο γιὰ τὸν ἡδονισμό, ὅπως συμβαίνει και μὲ ἄλλους σημαντικοὺς ποιητὲς (ἄλλος ὁ ἡδονισμὸς τοῦ Καβάφη, ἄλλος ὁ ἡδονισμὸς τοῦ Σεφέρη), ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἀπαισιοδοξία. Ὡστόσο, τὴν ἀπαισιοδοξία τοῦ Καρυωτάκη τὴν βρίσκει χλωμὴ μπρὸς στὴν ἀπαισιοδοξία τοῦ Καβάφη. Εἶναι ὡραία ἡ ποίηση τοῦ Καβάφη, ἀλλὰ τί ἀφήνει πίσω της; Κάτι σὰν κυπαρίσσι. Μιὰ ὄμορφη εἰκόνα ποὺ παραπέμπει στὸ νεκροταφεῖο. Στὸν κόσμο ταῶν νεκρῶν. 

Γιατί νὰ δεχτεῖ κανεὶς τὴν κριτικὴ τοῦ Γ.Σ. γιὰ ἕναν Καβάφη ποὺ εἶναι χαμένος στὸ παρελθόν, ἀφοῦ ἡ ποίησή του «μίλησε» στὸ παρὸν καὶ στὸν σύγχρονο κόσμο, ξεπέρασε τὰ ὅρια τῆς γλώσσας του και συγκαταλέγεται ἀνάμεσα στοὺς μεγάλους ποιητὲς τοῦ 20ου αἰῶνα; Σὲ ἀντίθεση μάλιστα μὲ τὴν ποίηση τοῦ Γ. Σ. ποὺ δὲν κατάφερε οὔτε στὴν νεοελληνικὴ ποίηση νὰ κατακτήσει μιὰ πρωταγωνιστικὴ θέση; Ἀληθινὰ δὲν ὑπάρχει κανένας λόγος, ἂν δὲν νιώσει κανεὶς ὅτι τὴν ποίηση τοῦ Γ.Σ. τὴν διαπερνᾶ μιὰ πνοὴ ποὺ μᾶς κάνει νὰ σκεφτοῦμε τὴν ποίηση ἀπὸ τὴν ἀρχή.

Ἡ κριτικὴ τοῦ Γ.Σ. γιὰ τὸν Καβάφη δὲν πρέπει νὰ ἐκληφθεῖ σὰν ἕνα εἴτε-εἴτε. Ἡ δημιουργικὴ πρόσληψη τῆς κριτικῆς ἔγκειται στὴ δυνατότητά μας νὰ προχωρήσουμε σὲ μιὰ σύνθεση κι ὄχι νὰ προσχωρήσουμε σὲ ἕνα «μέρος».

Στὶς μέρες μας εἶναι φυσικὸ νὰ τίθεται ὑπὸ κρίσιν ὁ μοντερνισμὸς -ἀφοῦ ὁλοκλήρωσε τὸν κύκλο του- ἀλλὰ αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ σημαίνει ὅτι ἡ ποιητικὴ δημιουργία μπορεῖ νὰ υἱοθετήσει σχήματα καὶ μορφὲς τοῦ παρελθόντος. Καὶ μάλιστα μιᾶς κυρίαρχης κατὰ τους προηγούμενους αἰῶνες πνευματικῆς παραδόσεως ποὺ τίποτα δὲν προεξοφλεῖ τὴν συνέχεια τῆς κυριαρχίας της. Ἔχει ἐνδιαφέρον νὰ παρατηρεῖ κανεὶς ταὰ κριτήρια ποὺ ἐπικράτησαν ὥστε νὰ διαμορφωθεῖ ὁ κανόνας τῆς δυτικῆς λογογτεχνίας, κριτήρια ἄλλωστε ὄχι τόσο σαφῆ, ἀλλὰ τὸ παρελθὸν δὲ μένει ποτε τὸ ἴδιο γιὰ νὰ ἐρπανερχεται ἄθικτο ὅποτε ἐμεῖς τὸ θέλουμε. 

Ὅποιος ἐπιδιώκει μιὰ ἀνανέωση τῆς ποίησης ἀρκούμενος σὲ φιλολογικὰ κριτήρια (μορφή, λογικὴ σαφήνεια κλπ) πράττει χρήσιμο ἔργο γιὰ τὴν φιλολογία, ἀλλὰ ὄχι γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωή. Ἀπ’αὐτὴ τὴν ἄποψη ἡ κριτικὴ τοῦ Καβάφη γιὰ ἀδυναμίες φιλολογικὲς δὲν μπορεῖ νὰ προκαλέσει ἕνα οὐσιαστικὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὸν προσανατολισμὸ τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς. Ἀπεναντίας ἡ κριτικὴ τοῦ Σαραντάρη ἀφήνει ἀνοιχτὸ τὸ ἐνδεχόμενο μιᾶς ριζικῆς πνευματικῆς μετάνοιας.

Ὁ Καβάφης ὑπῆρξε πρόδρομος τοῦ μοντερνισμοῦ. Ὁ Σαραντάρης ἔζησε  μέσα στὸν μοντερνισμό. Ὁ πρῶτος ἐγκαινίασε μιὰ πρωτάκουστη ποιητικὴ γλώσσα ποὺ ἁπλώθηκε σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Ὁ δευτερος ἐπιστρέφοντας στὴ μητρική του γλώσσα θέλησε νὰ ἐγκαινιάσει ἕναν καινούργιο δρόμο.

Ὁ Καβάφης δικαιώνεται μὲ ὅσα ἐκόμισε εἰς τὴν τέχνη. Ὅμως αὐτὰ δὲ μᾶς ἀλλάζουν τὴ ζωή. Καὶ πρὸ παντός: ἡ καβαφικὴ  σοφία μπορεῖ νὰ μᾶς ἐνισχύει μὲ τὴ στωικότητά της, δὲν μᾶς ἐμπνέει ὅμως ἕνα καινούργιο ὅραμα.

Γιὰ τὸν Σαραντάρη ἀπομένει ἡ ἐλπίδα κάποτε νὰ ἀναστηθεῖ τὸ ὅραμά του.

πηγή: Aντίφωνο, από την Νέα Ευθύνη, τχ 19 Οκτ. Νοε. 2013, σελ. 555-556

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ