Η Jelena Popovic σε μια αποκλειστική συνέντευξη για το αντίφωνο συζητά με τον Διονύση Σκλήρη με αφορμή την ταινία ο «Άνθρωπος του Θεού».
Μιλά κατ’ αρχήν για τον πατέρα της, τα νεανικά της φτωχικά χρόνια περιπλάνησης στην Νέα Υόρκη και την πρώτη αληθινή βίωση της Θείας λειτουργίας.
Εξηγεί ότι η ταινία προέκυψε μετά την «γνωριμία» της με το Άγιο μέσα από τα βιώματά της, διαβλέποντας μάλιστα κοινά στοιχεία με το βίο του Νεκταρίου.
Ενώ τονίζει ότι αυτό που κυρίως επιζητούσε ήταν να εικονίσει την αγάπη, την συγχώρεση, την ταπείνωση στην ζωή του Αγίου Νεκταρίου. Αναφέρεται ακόμα, στις δυσκολίες αλλά και στις ευλογίες μέχρι την ολοκλήρωση της ταινίας.
Τέλος, απονέμει τα εύσημα στους συνεργάτες της και συζητά για τα μελλοντικά της σχέδια.
Μετάφραση: Αλέξιος Κακουλίδης
Να διευκρινήσω εξ αρχής ότι θεωρώ την ταινία, για την οποία συζητούμε, ως… κάτι περισσότερο από αριστουργηματική: Την αποτιμώ ως Ταινία-Σταθμό.
Υλοποιεί μία σύλληψη που θα μπορούσε δηλαδή (ισχυρίζομαι) να καθιερώσει ένα νέο είδος κινηματογράφου – όπως έκανε, ας πούμε, διά τού «Με κομμένη την ανάσα», ο Ζαν-Λυκ Γκοντάρ αναφορικά με την γαλλική “Νουβέλ Βαγκ”.
# Και δεν αναφέρομαι, ειδικά, σε ταινίες πάνω σε βιογραφίες Αγίων. Μιλώ συνολικά, για ένα σινεμά που αξιώνεται – ναι – να εικονίσει την ορθόδοξη πρόταση πνευματικότητας.
Μόνο που δεν περιμένω, βέβαια, μία τέτοια συνέχεια από την Ελλάδα. Μάρτυράς μου, η ακόλουθη περιγραφή από την Γελένα Πόποβιτς:
«Η χρωματική παλέτα που χρησιμοποιήσαμε ήταν πολύ σημαντική για την ταινία, πλήρως εναρμονισμένη μαζί της. Επίσης, αποφασίσαμε από την αρχή να μη χρησιμοποιήσουμε έντονα χρώματα. Πολλές φορές άκουσα να μου λένε για τη σχέση αγιότητας και φωτός. [Και όμως] δεν μπορείς να βάλεις φως στην ταινία. Αν βάλω προβολέα δεν θα πει ότι υπάρχει φως. Το φως μπορεί να έρθει μόνο από την αλήθεια.»
Ευγνωμονώ την Θεία Πρόνοια για το γεγονός ότι, η συγκεκριμένη ταινία, δεν δημιουργήθηκε από Έλληνα σκηνοθέτη. Και μάλιστα, μέτοχο της α-θεολογικής, εκείνης, συγχύσεως που υποδείκνυε – άκουσον, άκουσον – στην Πόποβιτς τον… άριστο (θρησκοληπτικό όσο και μηχανιστικό) τρόπο σκέψης προκειμένου να είχε… αυτοκαταστραφεί η ταινία.
[Συμπλήρωση]
Εξαίσια η συνέντευξη!
Το εκπληκτικό πλεονέκτημα της ταινίας (ας μου επιτραπεί να επανέλθω) είναι η κινηματογραφική απεικόνιση της Ορθόδοξης Πνευματικότητας – κάτι που μόνο το «Νησί», του Πάβελ Λουγκίν, είχε ξανά μπορέσει να προσκομίσει.
Το πιο πολύτιμο στοιχείο (κατ’ αντιστοιχίαν) στην παρούσα συνέντευξη είναι η στοιχειοθέτηση ότι το πλεονέκτημα της ταινίας, που ανέφερα, δεν προκύπτει τυχαία: Η σκηνοθέτις διαθέτει την πνευματική εκείνη ευαισθησία που την καθιστά, πρώτα πρώτα, μέλος της ευχαριστιακής βιοτής. Εξ αυτού, και πανάξια να έχει παραγάγει το συγκεκριμένο καλλιτεχνικό αριστούργημα.
Οφείλω να σημειώσω, ωστόσο: Το μοναδικό μειονέκτημα της ταινίας είναι ο “άσπρο-μαύρο” τρόπος (εν προκειμένω: απόλυτο μαύρο) με τον οποίο εικονίζει τους κακούς της υπόθεσης – τους μητροπολίτες δηλαδή, εν Αλεξανδρεία, οι οποίοι στοχοποιούσαν τον Νεκτάριο.
Κι όμως, η συμμετοχή στην πρόσφατη εκστρατεία ηθικής εξόντωσης κατά του Άρη Σερβετάλη ακόμα και ιερωμένων (!) μας έδωσε ένα ολοζώντανο παράδειγμα τού πώς μπορεί, κάποιος, να ζητά μεν να συνθλίψει μιαν άλλη υπόσταση – χωρίς όμως, ο ίδιος, να έχει σ υ ν ε ί δ η σ η κακοποιού: Αυθυποβαλλόμενος, ίσα ίσα, στην ιδέα ότι… τον πνίγει το δίκιο.
Αυτή λέω, είναι η μόνη διάσταση των γεγονότων η οποία απουσιάζει (όσον αφορά στα καθέκαστα του 1890) από την ταινία.
Στη συνέντευξη τώρα, αν τυχόν σταθούμε στον τρόπο που η σκηνοθέτις σχολιάζει κάποια στιγμή, γενικώς, τους επισκόπους της Εκκλησίας, θα διακρίνουμε και την “προέλευση” του συγκεκριμένου μειονεκτήματος τής ορόσημης, αυτής, κινηματογραφικής της δημιουργίας.
Αγαπητοί φίλοι Διαχειριστές τού “Αντίφωνου”,
Επιτρέψτε μου νά σάς εκφράσω τίς θερμότατές μου ευχαριστίες γιά τό επίτευγμά σας τής συναρμογής καί τής παρουσίασης τής συνέντευξης μέ τήν κ. Πόποβιτς.
Έστειλα τόν σύνδεσμο γιά τήν παρακολούθησή της σέ πολλούς φίλους, βάζοντας σάν τίτλο τής προώθησής μου “Τά πολυτιμότερα 76 λεπτά που θά μπορούσατε ν’ αφιερώσετε, σήμερα, στήν εσωτερικότητά σας”, μιά που τούτο έννοιωσα καί από πλευράς μου.
Συγχαρητήρια σέ όλους τούς συντελεστές, ενώ στόν Θεολόγο κ. Διονύση Σκλήρη – γνωστό μου από περιστασιακούς Εκκλησιασμούς μας στήν Αγία Ειρήνη – εύχομαι ταχέως καί τήν Καθηγεσίαν, όπως τού πρέπει.
Καλή κι’ ευλογημένη χρονιά – μέ τόν πήχυ σας πάντα ψηλά, μαζί καί μέ τήν συμπεριληπτική σας διάθεση / προσπάθεια.