[...] Οι μοντέρνοι ειδήμονες, που βλέπουν τα Χριστούγεννα αφ’ υψηλού, δεν παύουν παρ’ όλα αυτά να τονίζουν και να ξανατονίζουν πόσο σημαντική είναι για τη ζωή η μόρφωση και η παιδαγωγική ψυχολογία. Στιγμή δεν σταματούν να επαναλαμβάνουν ότι, σύμφωνα με τους νόμους της αιτιότητας, οι πρώιμες παιδικές εντυπώσεις είναι εκείνες που διαμορφώνουν το χαρακτήρα του ανθρώπου. Θυμώνουν μάλιστα όταν βλέπουν την όραση ενός μικρού παιδιού να «δηλητηριάζεται» από τα κακόγουστα χρώματα μιας κούκλας, ή όταν το νευρικό του σύστημα ταλαιπωρείται από κάποια κακόηχη κουδουνίστρα. Ε, λοιπόν αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι μάς θεωρούν, εμάς, «στενόμυαλους» και «φανατικούς» όταν λέμε ότι, γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους, είναι διαφορετικό να αναθρέφεται ένα παιδί ως Χριστιανός και διαφορετικό να μεγαλώνει ως Μουσουλμάνος, Ιουδαίος ή Άθεος. Όμως αυτή η διαφορά υπάρχει και είναι ότι, μέσα από εικόνες και ιστορίες, το κάθε χριστιανόπουλο διδάσκεται και αφομοιώνει αυτόν ακριβώς τον ασύλληπτο συνειρμικό συνδυασμό αντίθετων μεταξύ τους ιδεών. Δεν πρόκειται για μια θεολογική απλώς διαφορά. Πρόκειται για μια ψυχολογική διαφορά, που παραμένει εντυπωμένη στο νου ακόμα κι όταν φύγουν από τη μέση οι θεολογίες. Είναι «αθεράπευτη», όπως θα έλεγαν οι μοντέρνοι ειδήμονές μας. Κάθε αγνωστικιστής ή άθεος, που σαν παιδί γιόρτασε τα Χριστούγεννα, διατηρεί μέσα στο νου του, είτε του αρέσει είτε όχι, την ικανότητα να συνδυάζει συνειρμικά δυο ιδέες που η υπόλοιπη ανθρωπότητα θεωρεί εντελώς ξένες μεταξύ τους:την ιδέα ενός μωρού και την ιδέα μιας άγνωστης δύναμης που βαστάζει τα αστέρια.Τα ένστικτα και η φαντασία του εξακολουθούν να συνδυάζουν αυτές τις δυο ιδέες, ακόμα κι αν η λογική του δεν βλέπει για ποιο λόγο να κάνει ένα τέτοιο συνειρμό. Γι’ αυτόν, η εικόνα μιας μητέρας που κρατάει στην αγκαλιά της ένα μωρό θα παραπέμπει πάντοτε σε κάποιον σωτήρα και θα συνδυάζει το τρομερό όνομα Θεός με το έλεος και τη γλυκύτητα. Ας το προσέξουμε: αυτές οι δυο ιδέες δεν είναι από τη φύση τους, αυτονόητα και αναπόφευκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους. Ένα τέτοιο συνδυασμό δεν τον κάνει ούτε ο αρχαίος Έλληνας, ούτε ο Κινέζος, ούτε ο Αριστοτέλης, ούτε ο Κομφούκιος. Όπως δεν συνδυάζονται υποχρεωτικά οι έννοιες βαρύτητα και γατάκι, έτσι δεν συνδυάζονται κατ’ ανάγκην ούτε οι έννοιες Θεός και μωράκι. Τις συνέδεσαν μέσα στο νου μας τα Χριστούγεννα επειδή είμαστε Χριστιανοί, επειδή είμαστε ψυχολογικά Χριστιανοί έστω κι αν δεν είμαστε θεολογικά Χριστιανοί. Κοντολογής, αυτός ο συνδυασμός αλλοίωσε, με τον πιο συζητήσιμο τρόπο, την ανθρώπινη φύση.
Υπάρχει πραγματικά μια διαφορά ανάμεσα στον άνθρωπο που το γνωρίζει αυτό και σ’ εκείνον που δεν το γνωρίζει. Αυτή η διαφορά δεν είναι απαραιτήτως διαφορά ηθικού βάρους. Ένας Μουσουλμάνος ή ένας Ιουδαίος μπορεί κάλλιστα να έχουν μεγαλύτερη ηθική ακεραιότητα από ένα Χριστιανό. Είναι όμως μια διαφορά που αφορά στο απλό και ξεκάθαρο γεγονός της διασταύρωσης δυο διαφορετικών ακτίνων φωτός, στο συνδυασμό δυο διαφορετικών άστρων στο δικό μας «ζωδιακό χάρτη»: Ο συνδυασμός της παντοδυναμίας με την αδυναμία, ή της θεότητας με την παιδικότητα, αποτελούν στ’ αλήθεια το επίγραμμά μας −και τίποτα, ούτε καν οι εκατομμύρια επαναλήψεις, δεν μπόρεσαν να το μετατρέψουν σε βαρετή κοινοτοπία. Έχουμε λοιπόν κάθε λόγο να μιλάμε για ένα μοναδικό χαρακτηριστικό του Χριστιανισμού. Η Βηθλεέμ είναι ο τόπος όπου συναντιώνται τα άκρα.[...]
(Τσέστερτον, Ο αιώνιος άνθρωπος, 1925, μετάφραση Γιάννης Δ. Ιωαννίδης)
πηγή: Aντίφωνο