"ως τέκνα φωτός περιπατείτε."
Απόστολος Παύλος, (Εφεσ. Έ 8)
Ο αληθινός διάλογος αναδεικνύει όλα τα αγαθά στοιχεία. Την ενσυναίσθηση, το σεβασμό, την υπομονή, την ανάγκη να συσχετισθούμε αρμονικά με τους αδελφούς μας. Μεταγγίζουμε στις καρδιές μας γαλήνη και ταπεινότητα. Αισθανόμαστε ώριμοι και υπεύθυνοι του λόγου μας.
Ο ελεύθερος άνθρωπος δεν φοβάται τη γόνιμη αντιπαράθεση επιχειρημάτων. Επιστρατεύει τη διπλωματία, την εύθυμη διάθεση και τη στοργική αυστηρότητα, όπου χρειάζεται. Όχι για να κάνει έκπτωση στις θέσεις του ή για να επιβληθεί, αλλά για να παραμερίσει τον εγωισμό, αναλογιζόμενος το πιο αγαθό αποτέλεσμα. Δεν διστάζει να δείχνει την άγνοιά του σε διάφορα ζητήματα. Διψάει για μάθηση και επιδιώκει να διδαχθεί από τους συνανθρώπους του καθετί ωφέλιμο και χρήσιμο για την πνευματική του εξέλιξη.
Μια συζήτηση, όμως, δυνητικά μπορεί να μεταλλαχθεί σε άγονη αντιπαράθεση και τσακωμό. Ο διάβολος περιμένει με αγαλλίαση τις στιγμές αδυναμίας μας. Μία άστοχη κουβέντα είναι σπίθα που ανάβει πυρκαγιά. Αν η συνείδηση του ανθρώπου μείνει έστω και λίγο ορφανή από τη Θεία Χάρη παραδίνεται στα πάθη της φιλαυτίας και της αυτοδικαίωσης.
Η πραότητα δίνει τότε τη θέση της στο ειρωνικό ηχόχρωμα της φωνής, στην επιθετική κινησιολογία, στην παγερή ματιά. Αυτά αρκούν για να δημιουργήσουν ρήξη –μικρή ή μεγάλη– στην ανθρώπινη σχέση.
Τα αγκάθια που προσθέσαμε στην ψυχή μας, διασαλεύοντας μια συνομιλία, είναι παράσημα της αλαζονείας. Η γλώσσα σμιλεύει περίτεχνα το κάλλος του νου. Η σφαλερή όμως χρήση της μας πληγώνει σαν κοφτερό μαχαίρι.
Ο γραπτός λόγος δεν έχει την αμεσότητα του προφορικού. Αναδύεται ως αποτέλεσμα έντονων εσωτερικών διεργασιών και μελέτης. Υπάρχει η άνεση του χρόνου στο γράψιμο και η ασφάλεια που αυτή παρέχει. Εδώ δεν υφίσταται το άγχος της έκθεσης στο κοινό. Από την άλλη, η μοναχικότητα κατά τη συγγραφή στέκει απαραβίαστη συνθήκη που φέρνει το δημιουργό αντιμέτωπο με τη συνείδησή του, δίχως παρεμβολές από τον περίγυρο. Υπάρχει αποστασιοποίηση και μια πιο ψύχραιμη ματιά των καταστάσεων του βίου.
Στο λευκό χαρτί αποτυπώνεται η επιθυμία του δημιουργού μέσα από την πάλη των ιδεών που τον πολιορκούν. Ιδέες πολλές φορές αντιθετικές και αντιφατικές που μάχονται μεταξύ τους. Τα νοήματα, καθώς θα αναπτυχθούν με αρχιτεκτονικό τρόπο, είναι επιλογή του συγγραφέα.
Οι πνευματικές και αισθητηριακές του εμπειρίες, η χαρά, ο πόνος, οι αρετές και οι αδυναμίες του (το σύνολο της ζωής του εν τέλει) όλα αυτά αναβαπτίζονται και μετουσιώνονται σε λέξεις και στίχους, σε ήθος και ύφος έκφρασης.
Η γραφίδα, λοιπόν, είναι η προέκταση του νου, αφού ψηλαφεί την ύπαρξη − στην ολότητά της− ως Θεία έμπνευση. Αν ο γράφων επιθυμήσει το Λόγο του Θεού έγκειται στη δική του ελεύθερη βούληση.
Οι λογισμοί μας μπορεί να είναι Κόλαση και Παράδεισος. Το μυαλό μοιάζει μ’ ένα χαοτικό υπολογιστή και εμπεριέχει κάθε είδους χρήσιμης ή άχρηστης πληροφορίας. Έχει να διαχειριστεί τεράστιο όγκο δεδομένων, συμπερασμάτων, πληγών, συναισθημάτων. Η συνείδηση, που το ελέγχει, πρέπει να ξεδιαλύνει τα λουλούδια που ευωδιάζουν από τα βάτα που ματώνουν και πληγώνουν τις ψυχές. Στο μυαλό κρύβεται το πονηρό πνεύμα των παθών και μας κεντρίζει με επιζήμιες σκέψεις. Μόνο η Χάρη του Θεού δύναται να το αποκαλύψει και να το καθυποτάξει στο αναγεννησιακό της φως.
Κάθε στιγμή ερχόμαστε αντιμέτωποι με το δίλημμα: Τι είναι αυτό που εμπνέει τις ζωές μας; Θα δοθούμε με ζήλο στο φως της αλήθειας ή θα αφεθούμε στο σκοτάδι του πνευματικού μαρασμού; Η επιλογή δική μας.
Ο ζωγραφικός πίνακας που συμπληρώνει τη σελίδα είναι έργο του Γιώργου Κόρδη, από την ενότητα "Το δώμα των αθώων" (2004).