CSI Από το Άτομο στην πλατωνική Σέκτα

0
538

Ο όρος CSI στον τίτλο του κειμένου μας παραπέμπει σε όλη εκείνη την χορεία των αστυνομικών σειρών που έχουν κυριεύσει επ’ εσχάτοις την τηλεοπτική μας οθόνη και το αισθητικό γούστο του τηλεθεατή, σε παγκόσμια κλίμακα. Δεν χρειάζεται να αναλύσουμε επιλεπτώς και διακριτώς τις επιμέρους εκφάνσεις και διακλαδώσεις της σειράς ή παρόμοιων της (CSI Νέας Υόρκης, CSI Μαϊάμι, Law and Order κ.τ.λ.). Άλλωστε, βασική μας διαπίστωση είναι η εξαιρετική ομοιομορφία, δίκην φωτοτυπίας, του «Ανθρώπου» που παρουσιάζουν. 

Αρχετυπική ιδέα εδώ είναι η ύπαρξη ενός «ήρωα της πόλης» που είναι το αστυνομικό όργανο της εκτελεστικής εξουσίας. Δεν πρόκειται πλέον για τον ιδιωτικό ντετέκτιβ, που έρχεται από τα σπλάχνα της κοινωνίας και εκφράζει την διάχυση της ατομικότητας από τον απομονωμένο αστό της οικονομικής δραστηριότητας στον απλό πολίτη της societas civilis, ούτε για τον επιθεωρητή Κάλαχαν (ο περίφημος «Βρώμικο Χάρι») που φέρει την σφραγίδα της κρατικής εξουσίας και υπερβαίνει τις συντεταγμένες αρχές της Πολιτείας για να εφαρμόσει ένα θεόθεν ή κατά φύσιν  εθιμικό δίκαιο. 

Ο ήρωας του CSI είναι απολύτως στοιχημένος στις αρχές του Θετικού Δικαίου. Είναι τέτοια η προσήλωση και η ψυχολογική ταύτιση, ώστε το Θετικό Δίκαιο,  δι’ αυτής της υπερβολής, τρόπον τινά «αυθυπερβαίνεται». Βασίμως  μπορούμε να μιλήσουμε για μια θεολογία του Νόμου, για την απόλυτη ταύτιση του Νόμου με τον Θεό. Προσοχή όμως: εδώ ο Θεός δεν ταυτίζεται με την Φύση. Η συζυγία Θεού και Φύσης προσιδιάζει στο νεωτερικό «άτομο», όπου ο φορέας του Νόμου λειτουργεί υπό το καθεστώς δύο «αιρέσεων». Η πρώτη αίρεση,  γνωρίζει την κορύφωσή της στο έργο του Ραίημοντ Τσάντλερ: ο ήρωάς του, ο Μάρλοου, αίρεται υπεράνω της νυκτόβιας εγκληματικής κοινωνίας διά της ειρωνείας, περιγράφει το γίγνεσθαι του άστεως, δεν αξιολογεί, ενώ η παρέμβαση του στον ρου και την οικονομία της ιστορίας περιορίζεται, έστω και με δεξιοτεχνικό τρόπο, στην  επαναφορά του αστικού ρυθμού σε μια παράδοξη συμμετρία της αβύσσου, στο «αυτόματον» του χάους. Η δεύτερη αίρεση είναι η προαναφερθείσα του επιθεωρητή Κάλαχαν: δημόσιο και όχι πλέον «ιδιωτικό μάτι» (private eye), το αστυνομικό υποκείμενο αίρεται υπεράνω του Νόμου δια της υπερσαρκώσεως του φυσικού ανθρώπου. 

Παρά την αυθ-αιρεσία και των δύο  τύπων του αστυνομικού ήρωα οι προαναφερθείσες εκδοχές ταιριάζουν στον νεωτερικό άνθρωπο, όπου το άτομο είναι φορέας, ήγουν υποκείμενο του Νόμου και η συναλληλία Θεού – Φύσης δεν διασπάται. Στο CSI,  o Θεός είναι ο Νόμος της Πόλης, έχουμε σ’ αυτήν την περίπτωση να κάνουμε με μία κοινωνική «οντοθεολογία» του Νόμου. Γι’ αυτόν τον λόγο στο CSI διαπιστώνεται μία απουσία του ατόμου υπό την μορφή του υποκειμένου[1]. Ο ήρωας του CSI διαθέτει εσωτερικότητα, αλλά η εσωτερικότητα αυτή διαφέρει από την αντίστοιχη του νεωτερικού υποκειμένου[2]. Το νεωτερικό υποκείμενο, συγκροτημένο γύρω από την  πνευματικότητα του ατόμου, ελέγχει διά της τεχνικής την Φύση εν είδει χρηστικού αντικειμένου. Στο νεωτερικό άτομο αρκεί η χρήση της Φύσης, ο έλεγχός της. Το νεωτερικό υποκείμενο κινείται στα όρια της τεχνικής και της τεχνολογίας. Η τεχνική προϋποθέτει την σύνδεση του νεωτερικού ατόμου με την φύση, την σύνδεση του άστεως με την γη.

Το μετανεωτερικό τεχνολογικό άτομο (όπως εμφανίζεται στο CSI) εισέρχεται στο μεγάλο πειρασμό ενός εσχατολογικού μηδενισμού, ο οποίος αφορά την εξόντωση της Φύσης ως αντικειμένου, τον εκμηδενισμό της υπό την μορφή της αναίμακτης – πλην φονικής – αφομοίωσής της από το Πνεύμα.  Η εσωτερικότητα λοιπόν του ήρωα του CSI βρίθει τεχνολογικής ευφυΐας, αλλά στερείται (νεωτερικής) πνευματικότητας. 

Ο αστυνόμος του CSI κινείται και δρα στα όρια της πόλης, στα όρια ενός καθαρού χώρου, δεν δίδει αφηγηματική μορφή στον ατομικό του χρόνο, δεν αξιολογεί, δεν περιγράφει καν την ανθρωπογεωγραφία της μεγαλούπολης, όπως το παραδοσιακό νεωτερικό υποκείμενο στις ευφυείς ενσαρκώσεις του Μάρλοου, του Κοντινένταλ Οπ, και των άλλων λογοτεχνικών μορφών της αστυνομικής ιστορίας. 

Αν κατά τον Σπένγκλερ ο νεωτερικός άνθρωπος είναι φαουστικός, ο ήρωας  του CSI είναι μεφιστοφελικός. Θέτει διορίες,  δεν γνωρίζει την αγωνία του παρωρίτη, την μέγγενη του μεσονυκτίου, την δαμόκλειο σπάθη της δωδεκάτης ώρας[3]. Γι’ αυτόν τον λόγο θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο τύπος αυτού του ανθρώπου δεν εκπροσωπεί ούτε την παράδοση του νεωτερικού «ατόμου» ούτε, ακόμη περισσότερο, την παράδοση του κοινοτισμού. Η κοινότητα (όρα: αστική κοινωνία ατόμων), όπως παρουσιάζεται στην εν λόγω αστυνομική σειρά, είναι ένας ζέων, αναβράζων Καιάδας, ένα άσυλο ανιάτων, η ανθρωπότητα υπό καθεστώς ανεπανόρθωτης ψυχικής διαταραχής. Η κοινότητα εδώ είναι η καταστατική χωλότητα της Φύσης∙ δεν έχουμε να κάνουμε με μια ανωμαλία της Φύσης, αλλά για την Φύση ως ανωμαλία, ως σταθερά της απ-ερριμένης, απορριμματικής κατάστασης του ανθρώπου. Αλλά και ο κόσμος του ατόμου των «Νέων Χρόνων» είναι για τον ήρωα του CSI πεπαλαιωμένος. Yπό το φως αυτής της ανάγνωσης, το νεωτερικό άτομο εκφράζει πλέον τον παρελθόντα ολοκληρωτισμό του 20ου αιώνα: σταλινισμός, φασισμός, «μασκιουλίνιτι» πάσης φύσεως και οσμής και όλα τα λοιπά ράκη του μοντέρνου κόσμου. 

Η πλέον σημαντική, κατά την γνώμη μας πολιτική συζήτηση του προηγούμενου αιώνα, αυτή του Κοζέφ με τον Στράους, με πεδίο τον Ιέρωνα τον Τυρρανικό του Ξενοφώντα, φωτίζει την σύγκρουση του Ατόμου με την Σέκτα και την ανάδειξη της τελευταίας σε μείζονα μορφή ελίτ του νεόφυτου μας αιώνα. Η συζήτηση βεβαίως αυτή δεν είναι ακριβώς πολιτική, είναι ένας διάλογος ανάμεσα σε δύο κορυφαίους πολιτικούς φιλοσόφους του προηγούμενου αιώνα. Κρυφίως, όμως, αναδεικνύεται η λυσσαλέα πολιτική σύγκρουση του Στάλιν με τον Τρότσκι. Ο πρώτος, αποτελεί ακόμη και σήμερα το πρότυπο της κτηνώδους, παντί σθένει διατήρησης της εξουσίας, ο δεύτερος  παραμένει ο μεγάλος θεωρητικός του «coup d’etat». Ο πρώτος, ο εκ σιδήρου Στάλιν, είναι καθοδηγητής μαζών, ινστρούχτορας της «μυρμηγκιάς» στην έφοδο προς τα «Ανάκτορα», στην κατάληψη της «Κυβέρνησης». Ο δεύτερος, ο Τρότσκι, είναι ο προκαθήμενος της ολιγάριθμης τεχνολογικής σέκτας που θα αλώσει εξ εφόδου το «Κράτος», αρχίζοντας από την περιφέρεια του (γέφυρες, σιδηροδρομικοί σταθμοί, ταχυδρομεία) με κατάληξη το κέντρο του, την Κυβέρνηση. Η σέκτα αυτή είναι η  τεχνολογική μετεξέλιξη αυτού που ο Strauss ονομάζει «Amicus Plato».  Αυτή λοιπόν η δραξ του CSI αποτελεί κατά κάποιον τρόπο την ιστορική  δικαίωση και συγχρόνως την αναίρεση της ιδιόρρυθμης αυτής τετράδας (Κοζέφ, Στάλιν, Στράους, Τρότσκι). 

Εξηγούμεθα: Ο Κοζέφ, αυτός ο Σιμωνίδης του Στάλιν, φαίνεται να δικαιώνεται ως προς την τελεολογική, ιστορική κατεύθυνση του «παγκόσμιου, ομοιογενούς κράτους» – προοπτική που βδελύττεται ο Στράους – ωστόσο το εγελιανό αυτό σχέδιο δεν πραγματώνεται από τον ηγήτορα Στάλιν, αλλά – ιδού η αντίφαση – από την πλατωνική σέκτα, την βέλτιστη ηγεσία, κατά τον Στράους. Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια, σισύφειος και αντιφατική φαντάζει και η απόπειρα της πλατωνικής σέκτας του CSI να πραγματώσει το εσχατολογικό όραμα της εξόντωσης της Φύσης: πώς να αφανίσει κανείς την πρώτη ύλη της ίδιας του της δύναμης; Κοντολογίς, πως δύναται η μετανεωτερική Διάνοια να νικήσει το «Βασίλειο της Ανάγκης», όταν το καύσιμο της εκτόξευσής της  ήταν και είναι η ιστορική διαδικασία της «Εκκοσμίκευσης»;

Σημειώσεις

1 Προβάλλει  ισχνά ως υποκείμενο η φιγούρα του αρχηγού, του Mac Taylor, στο CSI της Νέας Υόρκης, αλλά και εδώ η «εαυτότητα» είναι αμήχανη, καθώς προβάλλει πλέον ως «βάθος πεδίου» μιας αγνώστου πατρός ματιάς.  Το άτομο εδώ μιλά ως εγγαστρίμυθος του Νόμου. 

2 Διαφέρει υπό την έννοια ότι αποτελεί τελεολογικά την μοιραία κατάληξή του.

3 Θα τολμούσαμε να πούμε ότι δεν γνωρίζει καν τι θα πει «Χρόνος».

Πρώτη έντυπη δημοσίευση στη “Νέα Ευθύνη” τχ 5, σελ. 304-306, Μάιος-Ιούνιος 2011.

πηγή: Aντίφωνο

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ