Της αλειψάσης το Κύριον μύρω πόρνης γυναικός

0
1529

«Τὴ ἁγί καμεγάλ Τετάρτ τς λειψάσης τν Κύριον μύρ πόρνης γυναικς μνείαν ποιεσθαι οθειότατοι πατέρες θέσπισαν, τι πρτοσωτηρίου πάθους μικρν τοτο γέγονεν».

σοφία τν πατέρων τς κκλησίας, ποθέσπισε νμνημονεύουμε, στν καρδιτοκατανυκτικοκασταυροαναστάσιμου δοιπορικοτς Μεγάλης βδομάδας, τς πόρνης γυναίκας τοΕαγγελίου, εναι μιὰ ἀπόφαση ποὺ ἀνατρέπει κάθε ατονόητο ἢ ὀρθολογικστχρο τς θρησκευτικς καὶ ἠθικς ντιλήψεώς μας. Εναι πράξη ποὺ ἀναιρεκάθε γνώση ἢ ἄποψη, ἡ ὁποία χει σχηματισθεῖ ἢ συσχηματισθεμθεωρίες νομικιστικς ἢ ἰδεολογικές, ποπαρεμβάλλονται καδιευρύνουν τχάσμα νάμεσα στΘεκατν νθρωπο. μνήμη τς πόρνης γυναίκας ρχεται νὰ ἐπιβεβαιώσει κανὰ ἐπισφραγίσει τν μπειρία πογευτήκαμε τΜεγάλη Τρίτη, νμς κάνει δηλαδνὰ ἐμβαθύνουμε στμυστήριο τς σωτηρίας μας: Τί νοίγει πμέρους μας τδρόμο πρς τν ρχόμενο Κύριο, τί εναι κενο πο μς σώζει; εσέβεια καὶ ἡ ἀρετή, σοφία καὶ ἡ δύναμή μας, λη κείνη ἡ ἀξιόμισθη φλυαρία καπολυπραγμοσύνη σκάποιο σχμα τυπικς θρησκευτικότητας καὶ ἐπιβαλλόμενου θικισμο, οοκτιρμοκατὰ ἐλέη, χάρη καὶ ἡ φιλανθρωπία τοτριαδικοΘεο, ποὺ ἔρχεται νμς συναντήσει στν μαρτία μας κανμς γαπήσει μὲ ὅλη τν μαρτία μας; μνήμη τς πόρνης γυναίκας μς μαθαίνει τι κενο ποεναι παιτητὸ ἀπμς εναι ασθηση τς μαρτίας μας ἢ ἡ ἀπόγνωση πτν αυτό μας, πο μς στρέφει, ταν ξακολουθενμς κατακαίει δίψα τς προσωπικς κοινωνίας κατς πραγματικς γάπης νμς φλογίζει ὁ ἄνθρωπος τς δύνης κατοπόθου, τοπληγωμένου ρωτα κατς διακινδυνεύσεως, στν γάπη κατὸ ἔλεος τοΘεο: «μαρτιν, τρικυμία χειμάζουσα, πβυθν καθέλκει με τς πογνώσεως·λλά σο τπελάγει, προστρέχω τοῦ ἐλέους. Σσόν με Κύριε» (Κανόνας Τριωδίου Δευτέρας Α΄ Νηστειν).

Τὸ ἐπαναλαμβάνουμε καπάλι: «Οτελναι καα πόρναι προάγουσιν μς ες τν βασιλείαν τοΘεο» (Ματθ. 21, 31). Ἡ Ἐκκλησία, καὶ ὄχι βέβαια μερίδα τν θρησκευομένων, ψάλλει, πάντοτε κατώρα αττβεβαιότητα: «Χριστς νηνθρώπησε, καλέσας ες μετάνοιαν ληστς καπόρνας· ψυχμετανόησον, θύρα νέωκται, τς βασιλείας δη· καπροαρπάζουσιν ατήν, Φαρισαοι κατελναι, καμοιχομεταποιούμενοι» (Τροπάριο Μεγ. Κανόνα). προτεραιότητα τς πόρνης, καὶ ἀργότερα τοληστ, καταξιώνεται πτν ασθηση τς ποτυχίας κατν πίγνωση τοῦ Ἅδη της, τν νάνηψη κατν πιστροφή, τμετάνοια κατὸ ἄνοιγμα τς σχατης νδειάς της στΘεό. Δν μπορομε νὰ ἐλπίζουμε στν αυτό μας, λλνὰ ἔχουμε πεποίθηση μόνο στΘεό, ποὺ ἐγείρει τος νεκρούς, τος «νεκρωθέντας τῇ ἁμαρτί». κενο ποτελικ μς σώζει εναι ἡ ἀγάπη, ποσφραγίζει τμυστήριο τς πάρξεως τοΘεοκατς αωνιότητας τοῦ ἀνθρώπου. Χωρς τν γάπη τπάντα γίνονται χρηστα καμάταια, βρώμικα κακολασμένα. Χωρς τν γάπη δν πάρχει σωτηρία, γιατ σωζόμαστε στν γάπη καμτν γάπη: «φέωνται αἱ ἁμαρτίαι ατς α πολλαί, τι γάπησε πολύ· δὲ ὀλίγον φίεται, λίγον γαπ» (Λουκ. 7, 47). Δν πρόκειται σφαλς γικάποιον νθρώπινο ρωτα γικάποια προσδιόριστη συμπάθεια, λλτν γάπη ς μυστήριο λευθερίας κασταυρώσεως, ποὺ ἔχει διδάσκαλο καμάρτυρα τν τριαδικΘεό. Τν γάπη, ποδν εναι κάποιο δίωμα τοΘεοκαὶ ἕνα καθκον τοῦ ἀνθρώπου, λλτρόπος τοεναι κατς πάρξεως τοΘεοκατοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἴδια ζωκαὶ ἡ ποιότητα τς ζως. Ἡ ἀγάπη εναι μετάθεση στν καρδιτοῦ ἄλλου, γεγονς ποὺ ἐκφράζει τν ληθινχαρακτήρα της.

Κανένας δν χει κπέσει πτν γάπη τοΘεο, οτε καὶ ἡ πόρνη. Γιατ «δν εναι κακὸ ἡ γυναίκα, λλὰ ἡ πορνεία», γράφει ὁ Ὅσιος Πέτρος Δαμασκηνός. Μπορομε καπρέπει νμισομε τν πορνεία, λλὰ ὀφείλουμε νὰ ἀγαπομε τν πόρνη, ποδν παύει νεναι εκόνα τοΘεοκαὶ ὅταν φέρνει τν πληγκατν δύνη τν πταισμάτων της. Ποιός μπορενμς βεβαιώσει τι ὁ ἄνθρωπος εναι ,τι εναι οπράξεις του, ἢ ὅτι εναι λεύθερος στς πράξεις του ἢ ἀγαπατπο πράττει; Ὁ ἄνθρωπος δν εναι ατπολέει πράττει, λλὰ ὁ πόθος τμυστικτς καρδις του, ατποκλήθηκε νεναι νγίνει. Καατὴ ἡ κλήση δνοεται ξω πτμετάνοια, τμόνη λευθερία καὶ ἀξιοπρέπεια τοῦ ἀνθρώπου. Κάθε σκησή μας εναι ργασία μετάνοιας καὶ ὅλη ζωή μας εναι μιὰ ἀτέλευτη πράξη μετάνοιας. πόρνη γίνεται τύπος τν πιστν, ποτόσο παγιδεύονται στν πειρασμτς ατοδικαιώσεως, γιατ δίνει ατποεναι: τεναι της γυμνγιντὸ ἐνδύσει καπάλι χάρη. Δίνει κριβς ατπογνωρίζει καπεριμένει Θες πτν νθρωπο, τν βυσσο τομυστηρίου τς καρδις, τς καρδις πομπορενμς σώσει κανμς γιάσει. «πόρνη ν κλαυθμ, νεβόα οκτίρμων, κμάσσουσα θερμς, τος χράντους σου πόδας, θριξτς κεφαλς ατς, καὶ ἐκ βάθους στενάζουσα· Μὴ ἀπώσ με, μηδβδελύξ Θεέ μου, λλδέξαι με, μετανοοσαν κασσον, ς μόνος φιλάνθρωπος» (Κάθισμα ρθρου Μεγ. Τετάρτης).

πόρνη, πελπισμένη πτς πράξεις καὶ ἀπεγνωσμένη γιτζωή της, πειδφαίνεται τι ὁ ἄνθρωπος εναι νώτερος χι μόνο πτς πράξεις λλκατζωή του, γγίζει οσιαστικτμυστήριο τς δικαιώσεως κατς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Οκρουνοτν δακρύων τς μετάνοιας καοβαθες στεναγμοτς καρδις της, ποὺ ἐκφράζουν βαθικατανόηση τομυστηρίου τς πτώσεως κατς ναστάσεως, μαρτυρον τν τελικπράξη λευθερίας πτν αυτό της κατν παρχτς κοινωνίας ζως μτΘεό. Χρ. Γιανναρς μς θυμίζει τι «τπρότυπο στὸ ὁποο πέβλεπε πάντοτε ἡ Ἐκκλησία, δν ταν πληρότητα τς θικς ατάρκειας, λλὰ ὁ θρνος τς διάκοπης μετάνοιας (θρνος χαροποιός), βεβαίωση τς νίκης τοΧριστοπάνω στν μαρτία, ποπροϋποθέτει μιπροσωπικασθηση τς πουσίας τοΘεο, δηλαδμιπρώτη ποκάλυψη καγνωριμία τοπροσώπου Του. Μόνο τότε μπορενπενθήσει κανθρηνήσει ὁ ἄνθρωπος, ταν ξέρει τί κριβς χει χαθεκαζετν πώλεια σν προσωπικστέρηση καδίψα. Τμήνυμα τς Θεολογίας τς πτώσεως εναι νβεβαιώσει πς ατποζητάει οσιαστικὰ ὁ Θες πτν νθρωπο δν εναι οτε ἡ ἀρετοτε οἱ ἀξιομισθίες, λλμικραυγὴ ἐμπιστοσύνης καὶ ἀγάπης πτβάθη τς βύσσου μας, ποιός ξέρει, σως μιστιγμὴ ἀνανήψεως καὶ ἀγωνίας μέσα πτν κλειστκακαλοασφαλισμένο ποκειμενισμτς ετυχίας μας». Φαίνεται τι ζωή μας ς νώδυνη καὶ ἀποφασιστικσυνάντηση μτν Κύριό μας, συνοψίζεται καδιασώζεται σκάποιες ποκαλυπτικς στιγμές, καγιατί χι, σμιελογημένη στιγμή: «κόμα μιστιγμούλα, κύριε δήμιε, μιστιγμούλα μοναχά. Κανά, γιαττστιγμούλα, σως ντσυγχωρέσει Θεός, γιατ εναι δύνατο νφανταστεκανες μεγαλύτερη μιζέρια τς νθρώπινης ψυχς» (Ντοστογιέφσκι).

Πόσο κακοποιεται τκατανυκτικτροπάριο τς Κασσιανς, ταν κατανοεται στὸ ἐπίπεδο τν πρόσκαιρων θρησκευτικν συναισθημάτων, τς στικς αχμαλωτεύσεώς μας, γινὰ ἀγνοομε τότε τθεολογικκασωτηριολογικπεριεχόμενο καμήνυμά του. ς ξαναδομε τν τραγικὴ ὀμορφιά του: «Κύριε, ἡ ἐν πολλας μαρτίαις περιπεσοσα γυνή, τν σν ασθομένη θεότητα, μυροφόρου ναλαβοσα τάξιν, δυρομένη μύρα σοι πρτοῦ ἐνταφιασμοκομίζει. Ομοι, λέγουσα, τι νύξ μοιπάρχει, οστρος κολασίας, ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος, ρως τς μαρτίας. Δέξαι μου τς πηγς τν δακρύων, νεφέλαις διεξάγων τς θαλάσσης τὸ ὕδωρ. Κάμφθητί μοι πρς τος στεναγμος τς καρδίας, κλίνας τος ορανος τῇ ἀφάτ σου κενώσει. Καταφιλήσω τος χράντους σου πόδας, ποσμήξω τούτους δπάλιν τος τς κεφαλς μου βοστρύχοις·ν ν τπαραδείσΕα τδειλινόν, κρότον τος σν χηθεσα, τφόβῳ ἐκρύβη. μαρτιν μου τπλήθη, κακριμάτων σου βύσσους, τίς ξιχνιάσει, ψυχοσστα Σωτήρ μου; Μή με τν σν δούλην παρίδς, ὁ ἀμέτρητον χων τὸ ἔλεος» (Δοξαστικὸ Ἀποστίχων ρθρου Μεγ. Τετάρτης). Ττροπάριο συγκεφαλαιώνει τν ρθόδοξη πνευματικότητα, πολειτουργεται μέσα στν πλοτο τς γαθότητας τοΘεοκαὶ ἔξω πτκριτήρια τς νθρώπινης δικαιοσύνης καποὺ ἐπίκεντρό της εναι ἡ ἐπάνοδός μας πτν ρωτα τς μαρτίας στν ρωτα τοΘεο. ποβασική της προϋπόθεση εναι ασθηση τς νθρώπινης μαρτίας καὶ ἀποτυχίας, ποδιτοΣταυροκατς ναστάσεως νοίγεται ς δς μετάνοιας καχαρς, περβάσεως τοῦ ἀδιεξόδου κατς πελπισίας μας. που πάρχει μετάνοια, δν πάρχει πελπισία· δν πάρχει ὁ Ἅδης, πάρχει ἡ Ἀνάσταση.

κόλαση δν εναι γιτος μαρτωλούς, λλγιτος μετανόητους. Γιὰ ἐκείνους ποδν ασθάνονται τν ναξιότητά τους, ποδν χουν καλοσύνη, ποδγνωρίζουν τν μορφιτς συγγνώμης, ποὺ ἀγνοον τν παράδεισο τς γάπης, ποδγεύονται τὸ ἀμέτρητο θεο λεος, ποδν ορτάζουν τν κάθοδο τοΧριστοστν δη, ποδζον τν λπίδα, τι φοτΘεδν μπορομε ντν ντέξουμε στφς, κενος ρχεται καφανερώνεται στσκοτάδι μας. Εναι, μνα λόγο, γιὰ ἐκείνους, ποτοποθετον τν ατοδικαίωση κατὰ ἀξιόμισθα ργα τους πάνω πτσωτήριο πάθος κατμέγα λεος τοΘεο. μετάνοια κατδάκρυα εναι ἡ ἀπόρριψη τς μπιστοσύνης στν αυτό μας κατς πάτης τς ατοσωτηρίας καὶ ἄνοιγμα καὶ ἐλπίδα στν εσπλαχνία κατσυγγνώμη τοΘεο. Ἡ Ἐκκλησία μπορενλέει στν κάθε νθρωπο, μτστόμα τοΝτοστογιέφσκι: «Τίποτα μφοβσαι, ποτμφοβσαι καμθλίβεσαι. Μικαμετανοες λα θστσυγχωρέσει Θεός. Μκι οτε πάρχει οτε μπορενγίνει στν κόσμο τέτοιο κρίμα, πονμν τσυγχωρέσει Κύριος σκενον πομετανοεῖ ἀληθινά. Μκι οτε μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νκάνει να τόσο μεγάλο μάρτημα ποθμποροσε νὰ ἐξαντλήσει τν στείρευτη γάπη τοΘεο. μήπως μπορενὰ ὑπάρξει τάχα να τόσο μεγάλο μάρτημα πο νξεπεράσει τν γάπη τοΘεο; Φρόντιζε μονάχα γιτμετάνοια, γιτν διάκοπη μετάνοια, κι σο γιτφόβο, διξε τον ντελς πτν καρδιά σου. Πίστευε πς Θες σὲ ἀγαπάει τόσο ποὺ ἐσοτε καντφανταστες δν μπορες. Σαγαπάει παρόλο ποὺ ἁμάρτησες. Σαγαπάει μέσα στν μαρτία σου. Γιὰ ἕνα μετανοοντα στν ορανχαίρονται περισσότερο παργιχίλιους ναμάρτητους επεν Χριστός». Στν πραγματικότητα ἡ ἀμετανοησία καὶ ἡ ἀπελπισία εναι μεγαλύτερη μαρτία κατμοναδικὸ ἀδιέξοδο τοῦ ἀνθρώπου.

διαρκς μετάνοια, ποὺ ἐκφράζει τν μπιστοσύνη μας στΘεκαὶ ὄχι στν αυτό μας, εναι χάρη τοΘεο, ποὺ ἀπτθάνατό μας μεταβιβάζει στζωή, πτν φροσύνη, στν ποία μς δουλώνει ἡ ἀκόρεστη πιθυμία, μς παναφέρει στσωφροσύνη, στν ποία μς λευθερώνει ἡ ἀπόλυτη πακοστΘεό: «πρώην σωτος γυνὴ ἐξαίφνης σώφρων φθη, μισήσασα τὰ ἔργα τς ασχρς μαρτίας καὶ ἡδονς τοσώματος, διενθυμουμένη τν ασχύνην τν πολλν κακρίσιν τς κολάσεως, ν ποστσι πόρνοι καὶ ἄσωτοι· νπερ πρτος πέλω καπτοομαι, λλμμένω τ φαύλ συνηθείᾳ ὁ ἄφρων·πόρνη δγυνκαπτοηθεσα κασπουδάσασα ταχύ, λθε βοσα πρς τν λυτρωτήν· Φιλάνθρωπε καοκτίρμον, κ τοβορβόρου τν ργων μου ρσαί με» (Οκος ρθρου Μέγ. Τετάρτης). σωφροσύνη ταυτίζεται μτν πιστροφή μας στΘεό, μμιμυστικεωδία, πογεμίζει τν παρξη, φοτν πελευθερώσει πτδυσωδία τν μαρτιν. Ταυτίζεται μτν λοκληρωτικήγαπητικὴ ἀφοσίωση σὲ Ἐκενον ποὺ ἀππολλὴ ἀγαθότητα δθεώρησε τν πόρνη βδέλυγμα, μτν πιστροφστν Εεργέτη, πο«κ βυθοθανοσαν ξανέστησε» τν πόρνη, ποὺ ὑπρξε χάρη τς μετάνοιας καὶ ὁ λιμένας τς σωτηρίας της. Ταυτίζεται, τέλος, μτκήρυγμα κατμαρτυρία τς θείας εεργεσίας κασυγγνώμης, νάμεσα σὲ ἐκείνους, ποστν πλήρη γκατάλειψή τους πτν ποκρισία μας, περιμένουν τν κάθοδο τοπάσχοντος Θεοστν βυσσο τς καρδις τους: «Στν τς Παρθένου Υόν, πόρνη πιγνοσα Θεόν, λεγεν ν κλαυθμδυσωποσα, ς δακρύων ξια πράξασα. Διάλυσον τχρέος ς κγτος πλοκάμους· γάπησον φιλοσαν, τν δικαίως μισουμένην, καπλησίον τελωνν σε κηρύξω, εεργέτα φιλάνθρωπε» (Τροπάριο Ανων Μεγ. Τετάρτης).

Τθαμα τς σώφρονος πόρνης εναι πτπαράδοξα τοεαγγελικοῦ ἤθους. Γιτλογικδιάνοια θὰ ὑπάρχει πάντοτε τσκάνδαλο, πς μιπόρνη γίνεται παρθένος καπροφήτης, ποασθάνεται τθεότητα τοΧριστοκαπροσκυνε, προαισθανόμενη, τπάθος Του. Τσκάνδαλο, πς μπορον νσυμβαίνουν τόσο συγκλονιστικκαθαυμαστπράγματα σμιγυναίκα, ποβρίσκεται ξω πτν «κύκλο» τν μαθητν, κι νας μαθητς πτν κύκλο τν Δώδεκα, νπαγιδεύεται σμιτέτοια ναισθησία κασὲ ἕνα τέτοιο γκλημα καττοΔιδασκάλου. Ἡ ὑμνολογία τοῦ Ὄρθρου τς Μεγάλης Τετάρτης, στδιαλεκτική της νάμεσα στν πόρνη κατν ούδα, ποκαλύπτει τι ττελικκριτήριο τοῦ ἤθους μας εναι ἡ ἐλευθερία μας νώπιον κείνου ποὺ ὁ Θες θέλησε νγίνει γιμς καὶ ἡ εχαριστία μας γιὰ ἐκενο ποὺ ὁ Θες θέλησε νκάνει γιμς. «Πόρνη προσλθέ σοι, μύρα σν δάκρυσι κατακενοσά σου, ποσί, φιλάνθρωπε, καδυσωδίας τν κακν, λυτροται τ κελεύσει σου· πνέων δτν χάριν σου, μαθητς ὁ ἀχάριστος, ταύτην ποβάλλεται, καβορβόρ συμφύρεται, φιλαργυρίᾳ ἀπεμπολν σε. Δόξα, Χριστέ, τ εσπλαχνί σου» (Κάθισμα ρθρου Μεγ. Τετάρτης). «τε ἡ ἁμαρτωλς προσέφερε τμύρον, τότε μαθητς συνεφώνει τος παρανόμοις· μν χαιρε κενοσα τπολύτιμον, δὲ ἔσπευδε πωλσαι τν τίμητον· ατη τν δεσπότην πεγίνωσκεν, οτος τοδεσπότου χωρίζετο· ατη λευθεροτο, καὶ ὁ Ἰούδας δολος γεγόνει τοῦ ἐχθρο. Δεινν ραθυμία! μεγάλη μετάνοια! ν μοι δώρησαι, Σωτήρ, παθν πρ μν, κασσον μς» (Τροπάριο Ανων Μεγ. Τετάρτης).

Φαίνεται τι κενο ποκρίνει τν νθρωπο κατν καταδικάζει σὲ ἀπώλεια, εναι προδοσία τς μπιστοσύνης του στΘεό, ἡ ἄρνηση τς γαπητικς δυνάμεως, ποὺ Ἐκενος βαλε μέσα μας. Ἡ Ἐκκλησία μς καλενμιμηθομε τσωφροσύνη τς πόρνης, ποτν δηγεῖ ἀπτσκοτάδι στφς, πτν μαρτία στχάρη, πτν πόγνωση στν γάπη κανμισήσουμε τν θλιότητα τοῦ Ἰούδα, ποτν δηγεῖ ἀπτφς στσκοτάδι, πτχάρη στν κακία, πτφιλία στν προδοσία. Σημασία, γιατ αττελικκρίνει τν νθρωπο, χει ἡ ἀγάπη του στΘεό, ποτν γάπησε ς τθάνατο, ἡ ἀπόφαση τς μετάνοιάς του, ς δριμς πόθος τοπροσώπου τοΘεο, ποσημαίνει κατν ριστικλύση τοδράματός του. ν θέλουμε νὰ ἐπαναφέρουμε τὸ ἐρώτημα ποθέσαμε παραπάνω κανὰ ἀνακεφαλαιώσουμε τν πάντησή μας σαυτό, θμπορούσαμε νὰ ἐπαναλάβουμε τν ρθόδοξη θέση, τι σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἢ ἡ ἀνθρώπινη τελειότητα δν κρύβεται στς νθρώπινες ρετς δν εναι μισθς γιτκαλά μας ργα, λλεναι χάρη ποχαρίζεται στος πιστος ἢ ἀγάπη ποεναι Θες γιτν κόσμο. τσι πρωταρχικρόλο πμέρους τοῦ ἀνθρώπου χει πίστη ἢ ἡ ἐμπιστοσύνη στΘεκαὶ ὄχι ἡ ἁμαρτία ἢ ἡ ἀπουσία τς ρετς. Τπν εναι νμν πάψουμε νεμαστε νθρωποι τοπόθου, «νδρες πιθυμιν». νθρωποι, πομτν νερχόμενη γάπη τους κυριολεκτικπάσχουν νσυναντήσουν τν κατερχόμενη γάπη τοΘεο.

σωτηρία κρύβεται στΣταυρτοΧριστο, στν ποο πραγματικτερματίζεται ἡ ἀνθρώπινη αθάδεια καὶ ἀποτυχία, καταλύονται τόσα ατονόητα καὶ ἄχρηστα πράγματα, συντρίβεται ἡ ἀνυπακοκαὶ ἡ ἀμετανοησία τοῦ ἀνθρώπου, πογυμνώνεται δύναμη καὶ ἡ ἀρετή μας. Πόσο σωτήρια εναι ἡ ἀποδοχτς γυμνότητάς μας ἢ ἡ ἀπόγνωση πτν αυτό μας, σσύγκριση μτν σφάλεια κατν ατοδικαίωση, πομς παρέχει θρησκευτικότητα καὶ ἡ ἠθικολογία μας! Πόσο ψευδες ἢ ἀνεπαρκες εναι οατονόητες ατάρκεις καταστάσεις τν νθρώπων, ταν στν καρδιτοκάθε μαθητμπορενκρύβεται καὶ ἕνας προδότης ἢ ὅταν στν καρδιμις πόρνης μπορενφυλάσσεται μιπαρθένος. «Ἡ ὀμορφιά, διαβάζουμε στος δελφος Καραμάζοφ, εναι κάτι τρομερκαφοβερό. Εναι τρομεργιατ εναι καθόριστη καδν μπορες ντν καθορίσεις, γιατὶ ὁ Θες μονάχα ανίγματα μς θεσε. δσμίγουν τπιὸ ἀπόμακρα κρογιάλια, δζον λες μαζοἱ ἀντιφάσεις. Τμυστήρια εναι πάρα πολλά, πάρα πολλανίγματα βασανίζουν τν νθρωπο στούτη τγ. Ἡ ὀμορφιά. Δν μπορντὸ ὑποφέρω πς πάρχουν μερικοί, πολλς φορς μάλιστα μεγαλόκαρδοι καμυαλωμένοι, ποχουν γιὰ ἰδανικό τους τΣόδομα. Πιφοβεροὶ ἀκόμα εναι κενοι, πού, χοντας πιγιὰ ἰδανικό τους τΣόδομα, δν παρνονται κατὸ ἰδανικτς Μαντόνας κι καρδιά τους φλογίζεται γιχάρη της, καστλήθεια φλογίζεται πως καστὰ ἐφηβικά, γνά τους χρόνια. Ατποὺ ὁ νος τθεωρεντροπή, στν καρδιφαντάζει σν καθαρὴ ὀμορφιά. ΣτΣόδομα νβρίσκεται ραγε ἡ ὀμορφιά; Νσαι βέβαιος, πς γιτμεγάλη πλειονότητα τν νθρώπων, στΣόδομα κριβς εναι θρονιασμένη. Τξερες αττμυστικὸ ἢ ὄχι; Ττρομερεναι ποὺ ἡ ὀμορφιεναι χι μονάχα φοβερμκαμυστηριώδης. Εναι διάβολος ποπαλεύει μτΘεκατπεδίο τς μάχης εναι οκαρδις τν νθρώπων».

πτβιβλίο Κεφάλαια Κατανυκτικά,

κδ. κρίτας.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ