Ἡ κινηματογραφικὴ τέχνη (ἡ πλέον λαοφιλὴς μεταξὺ τῶν τεχνῶν στὸν σύγχρονο κόσμο) προσπαθεῖ νὰ ἱστορήσει τὰ ὅσα συμβαίνουν στὶς ζωὲς τῶν ἀνθρώπων, ἐνίοτε δὲ ἐπιδιώκει νὰ καθορίσει αὐτὰ ποὺ θὰ τοὺς συμβοῦν. Γι’ αὐτὸ ἡ σπουδὴ πάνω στὴ σύγχρονη κινηματογραφικὴ παραγωγὴ εἶναι σημαντικὴ γιὰ ἐκεῖνον ποὺ θέλει νὰ ἐξετάζει τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ὁ δυτικὸς ἄνθρωπος βλέπει τὸν θεσμὸ τῆς οἰκογένειας, τὴ ματιὰ ποὺ ἔχει γιὰ τὴ συζυγία, τὴν ἄποψή του γιὰ τὶς ἔννοιες τῆς πατρότητας καὶ τῆς μητρότητας, τὴ σημασία ποὺ ἀποδίδει στὴν ἀπόκτηση παιδιῶν.
Οἱ ταινίες μιλοῦν γιὰ τὴ ζωή, καὶ ἡ ζωὴ σημαίνει σχέσεις. Γι’ αὐτὸ ἐξάλλου τόσο συχνὰ οἱ οἰκογενειακοὶ δεσμοὶ προβάλλονται στὴ μεγάλη ὀθόνη, εἴτε ὡς ἐπιμέρους στοιχεῖο τῆς ἀνάπτυξης μιᾶς ταινίας, εἴτε ὡς τὸ κύριο θέμα αὐτῆς. Μιὰ τέτοια περίπτωση εἶναι καὶ ἡ ἀμερικάνικη ταινία «Maggie’s plan» (στὴν ἑλληνική του ἀπόδοση «Ἡ Μάγκι ἔχει σχέδιο») σὲ σκηνοθεσία τῆς Ρεμπέκα Μίλερ μὲ τοὺς Γκρέτα Γκέργουιγκ, Ἴθαν Χόκ, Τζούλιαν Μούρ, Μπὶλ Χέιντερ. Ἡ ὑπόθεση σύμφωνα μὲ τὸν κριτικὸ κινηματογράφου Θοδωρῆ Κουτσογιαννόπουλο ἔχει ὡς ἑξῆς:
«Τὸ σχέδιο τῆς Μάγκι, ἡ ὁποία ἀνέκαθεν κατέστρωνε πλάνα στὴν μπερδεμένη ζωή της, εἶναι νὰ μείνει ἔγκυος μὲ τεχνητὴ γονιμοποίηση, ὄχι ὅμως σὲ εἰδικὴ κλινικὴ ἢ μὲ τὴν ἐπιτόπια ἰατρικὴ ὑποστήριξη, ἀλλὰ μόνη της, στὴν μπανιέρα τοῦ σπιτιοῦ της, μὲ τὸ σπέρμα ἑνὸς ἄνδρα ποὺ γνωρίζει, ἀλλὰ δὲν ἐκτιμᾶ ἰδιαίτερα, καὶ μὲ τίποτα δὲν θὰ ἤθελε νὰ συνάψει σοβαρὸ δεσμό, παρότι ἐκεῖνος τὴν ἀγαπᾶ καὶ προσπαθεῖ, μὲ τὸν περιορισμένο συναισθηματικό του τρόπο, νὰ τῆς τὸ δείξει.
Ἕνα τηλεφώνημα ἀλλάζει τὰ πάντα καὶ στὸ τσάκ, ἐκεῖ ποὺ ἡ ἐπεισοδιακὴ σύλληψη βρισκόταν πρὸ τῶν θυρῶν, ἕνας ἔρωτας γεννιέται καὶ ἡ ἐγκυμοσύνη, ὡς ἄλλο ἀτύχημα, ἀποσοβεῖται γιὰ χάρη μιᾶς σχέσης ποὺ μοιάζει καρμικὴ καὶ στὸ μεταξὺ καταστρέφει ἕναν ἐνδιαφέροντα, ἀλλὰ ὄχι εὐτυχισμένο γάμο – μεταξὺ ἑνὸς ἀπογοητευμένου καθηγητῆ Ἀνθρωπολογίας ( Ἴθαν Χὸκ) καὶ μιᾶς σαρωτικῆς Δανῆς ἀκαδημαϊκοῦ (Τζούλιαν Μούρ).
Ἡ Μάγκι, ποὺ ἐργάζεται στὸ πανεπιστήμιο καὶ δὲν ἔχει ὁλοκληρώσει σχεδὸν τίποτα μέχρι στιγμῆς, αἰσθάνεται πὼς βρίσκει τὸν προορισμὸ ποὺ ἔψαχνε ἄτσαλα, ὅπως οἱ κοπέλες ποὺ ἀπὸ ἕνα σημεῖο κι ἔπειτα χάνουν τὴ χάρη τους κι ἐνδίδουν στὴν ἀπελπισία…».
Ἡ ἀνάγνωση τῆς ὑποθέσεως τῆς ταινίας μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει κάποιους ἀπὸ ἐμᾶς στὸ συμπέρασμα πὼς πρόκειται γιὰ μιὰ παραγωγὴ ἡ ὁποία ἀποσκοπεῖ στὸ νὰ προκαλέσει μέσα ἀπὸ ἀκραῖες καὶ ἐκκεντρικὲς συμπεριφορές, διαφημίζοντας ἕνα μοντέλο ζωῆς. Ἡ θέαση ὅμως τῆς ταινίας δὲν ἀφήνει τὴν αἴσθηση αὐτή. Οἱ πρωταγωνιστές της εἶναι πρόσωπα ποὺ ἂν καὶ ἔχουν ἐνστερνιστεῖ τὸ σύγχρονο μοντέλο ζωῆς, μοιάζουν ἀληθινὰ ἐγκλωβισμένα στὶς ἐπιλογές τους, γι’ αὐτὸ τελικὰ γεννοῦν αἰσθήματα συμπάθειας.
Ἡ Μάγκι εἶναι τὸ κεντρικὸ πρόσωπο. Μιὰ νέα γυναίκα, καθηγήτρια, μετρημένη στὴν ὄψη, φτάνει σὲ ἐκείνη τὴν ἡλικία ὅπου τὸ ζήτημα τῆς ἀπόκτησης ἑνὸς παιδιοῦ τὴν ἀπασχολεῖ σοβαρά. Θέλει ἕνα παιδί, ὅμως δὲν ἔχει ἄνδρα καὶ δὲν πιστεύει πὼς μπορεῖ νὰ ὑπάρξει γι’ αὐτὴν κάποια σχέση ποὺ θὰ ἔχει διάρκεια. Στὸ πρόσωπό της προβάλλει τραγικὰ ἡ παραίτηση ἀπὸ τὸ αἴτημα τοῦ ἔρωτα καὶ τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης. Ἐπειδὴ ἔχει ἀποτύχει σ’ ἕνα πλῆθος εὔκολων σχέσεων, δὲν ἔχει ἐλπίδα πὼς κάτι στὴ ζωή της θὰ προκύψει.
Αὐτὴ εἶναι ἡ αἰτία ποὺ σχεδιάζει νὰ τεκνοποιήσει μόνη. Ἡ ἀπόφασή της εἶναι ἀποτέλεσμα μιᾶς συγκεκριμένης μηχανιστικῆς ἀντίληψης ὡς πρὸς τὴ σύλληψη ἑνὸς ἐμβρύου. Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος γνωρίζοντας τὴ λειτουργία τοῦ γενετήσιου συστήματος τοῦ ἄνδρα καὶ τῆς γυναίκας, πιστεύει πὼς μπορεῖ νὰ φέρει ἕναν ἄνθρωπο στὸ κόσμο, ὅπως ἀκριβῶς ἀναμιγνύει συστατικὰ στὴ παρασκευὴ μιᾶς συνταγῆς. Ἡ Μάγκι ἔχει ἐπιλέξει ἕνα γείτονά της μὲ συμπαθητικὰ χαρακτηριστικά, σπουδὲς στὰ μαθηματικά, ἐργατικότητα καὶ ἄλλα φυσικὰ πλεονεκτήματα, ὥστε νὰ γίνει δότης σπέρματος στὸ ἐγχείρημά της. Θέματα νομικὰ (δικαιώματα καὶ ὑποχρεώσεις πατρικὲς) ἐπιλύονται μὲ μιὰ ὑπογραφὴ σ’ ἕνα συμφωνητικό. Ζητήματα συναισθηματικὰ ἀντιμετωπίζονται μὲ μιὰ εὐγενικὴ ἄρνηση στὸ ἐνδεχόμενο ὁποιασδήποτε σχέσης. Διαμεσολάβηση ἐργαστηρίων ἐξωσωματικῆς γονιμοποίησης δὲν κρίνεται ἀπαραίτητη, ἀφοῦ τὸ ἐγχείρημα εἶναι εὔκολο. Μπορεῖ μία γυναίκα νὰ προχωρήσει μόνη της στὴ σύλληψη μὲ ὁδηγίες ἀπὸ τὴ Google καὶ βίντεο ἀπὸ τὸ You Tube.
Τὴν περίοδο ποὺ ἡ Μάγκι εἶναι ἕτοιμη νὰ ὑλοποιήσει τὸ σχέδιό της, γνωρίζεται μὲ ἕναν συνάδελφό της καθηγητὴ καὶ συγγραφέα. Ὁ Τζὸν εἶναι παντρεμένος μὲ μιὰ διάσημη ἀκαδημαϊκό, ἔχοντας δύο παιδιά. Ζεῖ στὴ σκιὰ τῆς συζύγου του καὶ αἰσθάνεται πὼς ἡ δημιουργικότητά του ἔχει νεκρωθεῖ. Ὁ ἀνταγωνισμὸς μέσα στὴ συζυγικὴ σχέση καταγράφεται στὴν ταινία μὲ τρόπο ἐμφατικό. Ἡ σύζυγος εἶναι ἀπόλυτα πετυχημένη καὶ ἀπολαμβάνει τὴν ἀναγνώριση καὶ τὸν θαυμασμὸ τῶν πολλῶν. Ὁ σύζυγος δὲν μπορεῖ νὰ ἀκολουθήσει τοὺς ρυθμούς της, παρότι εἶναι χαρισματικὸς χαρακτήρας καὶ μοιάζει ἱκανὸς στὸ ἀντικείμενο μὲ τὸ ὁποῖο ἀσχολεῖται. Ἡ γυναίκα ἐπιτέλους νικᾶ τὸν ἄνδρα. Ἐκείνη εἶναι ἡ πετυχημένη, ἐκείνη ἡ ἀναγνωρίσιμη. Τὰ παιδιὰ τοῦ ζευγαριοῦ στέκονται ἁπλοὶ παρατηρητές, χωρὶς καμία ἰδιαίτερη μέριμνα γι’ αὐτὰ ἀπὸ τοὺς δύο γονεῖς, πέρα ἀπὸ ἕνα ἄνετο βίο, ποὺ τοὺς ἐξασφαλίζει ἡ κοινωνικὴ καὶ οἰκονομικὴ κατάσταση τῶν γεννητόρων τους.
Ἡ σχέση τοῦ Τζὸν μὲ τὴν Μάγκι ἀναπτύσσεται μέσα ἀπὸ τὴν προθυμία αὐτῆς νὰ διαβάζει ἕνα ἕνα τὰ κεφάλαια ποὺ τῆς ἐμπιστεύεται ὁ Τζὸν ἀπὸ τὸ νέο του βιβλίο. Ἡ ὅλη διαδικασία ἐνθάρρυνσης τοῦ Τζὸν στὸ νὰ ὁλοκληρώσει τὸ ἔργο του αὐτό, καταλήγει σὲ ἕνα δεσμὸ ἐρωτικό, ἀποτέλεσμα τοῦ ὁποίου εἶναι ἡ γέννηση ἑνὸς κοριτσιοῦ. Ὁ Τζὸν χωρίζει τὴ πρώτη του γυναίκα καὶ ζεῖ μὲ τὴν Μάγκι. Τρία χρόνια μετά, ὁ Τζὸν ἐμφανίζεται ἐπαγγελματικὰ νὰ ἔχει ἐπιτυχίες, ὅμως δὲν μοιάζει πρόθυμος νὰ ἀναλάβει τὶς καθημερινὲς εὐθύνες ποὺ τοῦ ἀναλογοῦν, τόσο πρὸς τὴ νέα του οἰκογένεια, ὅσο καὶ πρὸς τὰ πρῶτα του παιδιά. Ἡ στάση τοῦ Τζὸν εἶναι ἐνδεικτικὴ τῆς στάσης τοῦ σημερινοῦ ἄνδρα ὡς πρὸς τὴν οἰκογένεια. Ὁ ἄνδρας δὲν αἰσθάνεται κάποιο ἰδιαίτερο χρέος πρὸς τὴ γυναίκα του καὶ τὰ παιδιά του. Δὲν κατανοεῖ πὼς ὀφείλει νὰ ἀντισταθεῖ σὲ περισπάσεις καὶ πειρασμοὺς ποὺ θὰ φέρουν σὲ κίνδυνο τὴν ἰσορροπία τῆς οἰκογένειάς του. Ἔχει καὶ ἐκεῖνος τελικὰ τὸ δικαίωμα τῆς ἀδυναμίας.
Ἡ Μάγκι προσπαθεῖ νὰ καλύπτει ὅσες περισσότερες ὑποχρεώσεις μπορεῖ, ἀκόμα καὶ κάποιες ποὺ δὲν τῆς ἀναλογοῦν, ὅπως τὸ νὰ παίρνει τὰ παιδιὰ τοῦ Τζὸν ἀπὸ τὸ σχολεῖο. Ἔχει ὅμως ἀρχίσει νὰ ἔχει ἀμφιβολίες. Ὁ φόβος της ὅτι μιὰ σχέση δὲν μπορεῖ νὰ κρατᾶ γιὰ πολύ, πιστεύει πὼς ἐπιβεβαιώνεται γιὰ ἄλλη μιὰ φορά. Καὶ τότε κάνει ἕνα ἀκόμα σχέδιο. Θὰ ἐπιστρέψει τὸν ἄντρα της στὴν πρώην σύζυγό του. Σὲ ἕνα κόσμο ποὺ τὰ πάντα, ἀκόμα καὶ οἱ σχέσεις κατανοοῦνται καταναλωτικά, δὲν μοιάζει παράδοξο ποὺ ἡ Μάγκι θέλει νὰ ἐπιστρέψει τὸ προϊόν – σύζυγο, ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ τὸν πῆρε. Ἐξάλλου μέσα ἀπὸ τὴ χρήση τοῦ κατάφερε νὰ ἔχει αὐτὸ ποὺ ζητοῦσε, ἕνα παιδί.
Μιὰ ταινία ἔχει ἀκριβῶς τοῦτο τὸ προνόμιο νὰ συνοψίζει σὲ μιάμιση περίπου ὥρα, μεγάλα χρονικὰ διαστήματα, πολλὲς φορὲς μιὰ ὁλόκληρη ζωή. Ἔτσι μπορεῖ νὰ παρατηρήσει κανεὶς ποῦ ὁδηγοῦν, ποῦ καταλήγουν οἱ ἐπιλογὲς τῶν ἡρώων της. Σ’ αὐτὸ τὸ πλαίσιο τούτη ἡ ταινία ἀσκεῖ μιὰ λεπτὴ κριτική, χωρὶς νὰ κραυγάζει στὶς σημερινὲς ἐπιλογὲς τῶν ἀνθρώπων γύρω ἀπὸ τὰ ζητήματα τῆς οἰκογένειας. Θέλοντας νὰ συνοψίσουμε κάποιες ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἐπιλογές, ποὺ ἐνυπάρχουν στὴν ταινία, θὰ παρατηρούσαμε τὰ ἑξῆς:
1. Ἡ κατάφαση τοῦ ἄνδρα καὶ τῆς γυναίκας σὲ εὔκολες ἐρωτικὲς σχέσεις, ὅπου δὲν προβάλλουν πουθενά, οὔτε τὸ αἴτημα γιὰ ἀμοιβαία πίστη καὶ ἐμπιστοσύνη, οὔτε ἡ ἀπαίτηση γιὰ ἕνα δεσμὸ ἀκλόνητο καὶ παντοτινό, μεταποιεῖ τὰ πρόσωπα σὲ ἀνέραστες ἀτομικότητες, χωρὶς καμία ἐκστατικὴ διάθεση. Χωρὶς δηλαδὴ τὴν τόλμη ποὺ ἔχει ὁ ἐρωτευμένος νὰ ἀπαρνηθεῖ τὴν ἀσφάλεια τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ του καὶ νὰ ἀνοιχτεῖ στὸ μυστήριο τοῦ ἄλλου, τοῦ ἀληθινὰ διαφορετικοῦ, βγαίνοντας ἀπὸ τὸν κλειστὸ ἑαυτό του. Τελικὰ ὁ ἄνδρας δὲν ἀνοίγεται στὸ μυστήριο τῆς γυναίκας καὶ ἡ γυναίκα ἀρνεῖται νὰ προσεγγίσει τὸ μυστήριο τοῦ ἄνδρα. Κι ὅταν ὁ ἕνας ἔχει τὴν ἀνάγκη τοῦ ἄλλου, γιατὶ ἡ ἀνθρώπινη φύση δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ ἀντισταθεῖ στὸν παραλογισμὸ τῶν ἐπιλογῶν μας, τότε ἀρκεῖ ἡ συναίνεση γιὰ ἀμοιβαία χρήση.
2. Ἕνα παιδὶ τελικὰ ἀποκτιέται, ὅπως κάθε καταναλωτικὸ ἀγαθὸ στὸν σύγχρονο κόσμο. Εἶναι κτῆμα τῶν γονέων, ποὺ ἔρχεται νὰ θεραπεύσει τὴν ἀνάγκη τους νὰ ἀγαπήσουν καὶ νὰ ἀγαπηθοῦν. Κάθε ἄνθρωπος ἔχει δικαίωμα νὰ ἀγαπάει. Κάθε πρόσωπο ἔχει δικαίωμα νὰ ἀγαπιέται. Τελικὰ κάθε γυναίκα ἢ καὶ ἄντρας, συμπεραίνει ἡ ἐποχή μας, ἔχει δικαίωμα νὰ ἀποκτᾶ ἕνα παιδί, γιὰ νὰ τοῦ δώσει ἀγάπη, ἄσχετα ἀπὸ τὸ ἂν εἶναι παντρεμένος ἢ ὄχι. Ὅμως στὴ λογικοφανὴ τούτη διαδοχή, δὲν πρέπει νὰ μᾶς διαφεύγει πὼς ἡ ἀπόκτηση ἑνὸς παιδιοῦ ἔρχεται νὰ λειτουργήσει ὡς ὑποκατάστατο τῆς συζυγίας. Ἐπειδὴ ἡ γυναίκα φοβᾶται νὰ ἀνοιχθεῖ σὲ μιὰ ἀληθινὴ σχέση μὲ ἕναν ἄνδρα (ἢ καὶ τὸ ἀνάποδο)· ἐπειδὴ δὲν τολμᾶ νὰ ἀντικρίσει τὴν ἀσχήμια τοῦ ἐγωισμοῦ της ἔτσι ὅπως μόνο σὲ μιὰ συζυγικὴ σχέση μπορεῖ νὰ καθρεφτιστεῖ· ἐπειδὴ δὲν θέλει νὰ ἀναλάβει τὸν κόπο νὰ ἐργαστεῖ γιὰ νὰ ἀλλάξει τὸν ἑαυτό της καὶ τὸν ἄνθρωπό της πρὸς τὴν ὀμορφιὰ καὶ τὴν ἀλήθεια, προτιμᾶ νὰ ἀποκτήσει ἕνα παιδί, τὸ ὁποῖο γιὰ κάποια χρόνια δὲν θὰ εἶναι σὲ θέση νὰ προβάλλει καμία ἀντίσταση στὰ θελήματα καὶ τὶς ἐπιδιώξεις τῆς μητέρας του (ὅπως συμβαίνει μὲ ἕνα κατοικίδιο). Φυσικὰ σὲ αὐτὸ τὸ παιδὶ θὰ προσφέρει τὰ πάντα, καὶ προπαντὸς «ἀγάπη». Τούτη ὅμως ἡ διάθεση προσφορᾶς δὲν ἀφορᾶ τὴν ἀνάπτυξη τοῦ παιδιοῦ σὲ ἄνθρωπο ἀκέραιο καὶ ἐλεύθερο, ἀλλὰ ἀντίθετα ἐξασφαλίζει τὸν ἐγκλωβισμό του σὲ μιὰ σχέση ἐξάρτησης, συχνὰ ἐνοχικῆς.
3. Μιὰ γυναίκα στὶς μέρες μας ἂν αἰσθανθεῖ ἕλξη καὶ ἐπιθυμία γιὰ ἕναν ἄνδρα (ἢ καὶ τὸ ἀνάποδο), ἂν πιστέψει ὅτι ἐκεῖνος εἶναι πλασμένος γιὰ αὐτήν, ἔχει τὴν ὑποχρέωση νὰ ἀκολουθήσει τὰ αἰσθήματά της, ἀδιαφορώντας γιὰ τὸ ἂν ἐκεῖνος βρίσκεται σὲ μιὰ ἄλλη σχέση ἢ ἀκόμα καὶ σὲ ἕναν γάμο, γιὰ τὸ ἂν ἔχει παιδιὰ καὶ οἰκογένεια. Κι αὐτὸ γιατὶ ὁ γάμος κατανοεῖται ὡς μιὰ κοινωνικὴ σύμβαση, ἡ ὁποία εὔκολα μεταβάλλεται, ἀφοῦ καὶ ἡ ζωὴ δὲν μένει ποτὲ σταθερή. Εἶναι ὁ γάμος μία ἀτομικὴ ἐπιλογή, δικαίωμα τοῦ καθενὸς ποὺ ἐλάχιστα πρέπει νὰ ἀπασχολεῖ τοὺς ἄλλους. Ἀντίθετα στὶς παραδοσιακὲς κοινωνίες ἡ κοινότητα ἦταν ἡ ἐγγυήτρια ἑνὸς γάμου. Τοῦτο πολὺ χαρακτηριστικὰ δηλωνόταν μέσα ἀπὸ τὸ τελετουργικὸ τοῦ γάμου στὸν τόπο μας, ὄχι πολλὰ χρόνια πρίν. Μετὰ τὸ πέρας τοῦ μυστηρίου, οἱ νεόνυμφοι δεχόντουσαν τὶς εὐχὲς τῶν οἰκείων τους, φορώντας στὸ κεφάλι τους τὰ στέφανα, τὰ ὁποῖα οἱ καλεσμένοι τοὺς κατὰ τὸν χαιρετισμὸ ἀσπάζονταν, ὡς σημεῖο ἀναγνώρισης καὶ τιμῆς τῆς σχέσης αὐτῆς ποὺ μόλις ξεκίνησε. Μὲ ἄλλα λόγια ὁ ἀσπασμὸς αὐτὸς σήμαινε τὴν ἀποδοχὴ ὅτι αὐτὸς ὁ ἄνδρας ἀνήκει σὲ τούτη τὴ γυναίκα καὶ πὼς αὐτὴ ἡ γυναίκα ἀνήκει σὲ τοῦτον τὸν ἄνδρα. Φυσικὰ καὶ τότε συνέβαινε μιὰ γυναίκα νὰ ἐρωτευτεῖ ἕναν παντρεμένο. Μὰ τὸ ὅτι ἐκεῖνος εἶχε γυναίκα καὶ παιδιά, τὴν ἔκαναν νὰ παλέψει μὲ τὰ αἰσθήματά της, νὰ διευρύνει αὐτὰ καὶ νὰ κατευθύνει τὴν ἀγάπη της σὲ μιὰ ἄλλη ἀλήθεια, ἡ ὁποία ἦταν ἱκανὴ νὰ τὴν ἐλευθερώσει ἀπὸ τὰ δεσμὰ ἑνὸς ἔρωτα, ποὺ στὶς ἀπαρχές του εἶχε ὡς προϋπόθεση τὸν ἀδικία, τὸν πόνο καὶ τὴν ὀδύνη μιᾶς ἄλλης γυναίκας.
4. Ὁ ἄνδρας κι ἡ γυναίκα μέσα στὴ συζυγία δὲν αἰσθάνονται πὼς ἔχουν νὰ ἐπιτελέσουν ρόλους διαφορετικούς, δὲν κατανοοῦν νὰ ἔχουν προτεραιότητα σὲ κάποιου εἴδους εὐθύνες ὁ καθένας ξεχωριστά. Καὶ αὐτὸ γιατὶ ἡ σχέση κυρίως πρέπει νὰ ὑπηρετεῖ τὴν ἰσότητα τῶν δύο συμβαλλομένων μερῶν. Τὸ παράδοξο εἶναι πὼς ὁ ὑπερτονισμὸς τῆς ἰσότητας δὲν μοιάζει νὰ κατευνάζει τὶς ἄγριες διαθέσεις τοῦ ἀνταγωνισμοῦ ἐντὸς τοῦ ζευγαριοῦ. Μᾶλλον κατανοεῖται ἁπλὰ ὡς ἐξασφάλιση μιᾶς δίκαιης πάλης, ὅπου κανεὶς δὲν θὰ ὑπερτερεῖ πρὶν ἀπὸ τὸν ἀγώνα. Ἔτσι ὁ πατέρας δὲν αἰσθάνεται νὰ ἔχει τὴν κεντρικὴ εὐθύνη γιὰ τὴν ἑνότητα καὶ τὴ συνοχὴ τῆς οἰκογένειας. Δὲν ἀναλαμβάνει νὰ τὴν προστατεύσει ἀπὸ κάθε διαλυτικὴ δύναμη, ἐξωτερικὴ ἢ ἐσωτερική. Δὲν προσφέρει ἀσφάλεια καὶ δὲν ἐμπνέει τὴ δυναμικὴ ἐκείνη ποὺ εἶναι ἱκανὴ νὰ παρηγορήσει εὔλογους ἢ ἄλογους φόβους. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἡ μητέρα δὲν ὑποψιάζεται πὼς εἶναι δική της ἡ εὐθύνη νὰ τρέφει τὴν κοινὴ ζωὴ μὲ ὀμορφιὰ καὶ πληρότητα. Δὲν δέχεται, παρότι συχνὰ τὸ ὑπηρετεῖ ἀναγκαστικά, νὰ δίνει παλμὸ στὴν καθημερινότητα τοῦ ἄνδρα καὶ τῶν παιδιῶν τους, μέσα ἀπὸ τὴ φροντίδα της καὶ ἀπὸ τὶς προτροπές της. Πιστεύει ὅτι χαραμίζει τὴ ζωή της, ἂν δεχθεῖ νὰ γίνει ἡ ζωὴ τῆς οἰκογένειάς της. Ἡ ἀποδοχὴ τῆς διαφορετικότητας ὡς πρὸς τὶς εὐθύνες, ἀντικαθίσταται μὲ τὴ λογικὴ τοῦ πενῆντα πενῆντα, τῆς δίκαιης μοιρασιᾶς.
Τὰ σχέδια τῆς Μάγκι, ἐκεῖνα τὰ ἐκκεντρικὰ καὶ παράδοξα σχέδια, φρονοῦμε πὼς δὲν εἶναι ἀποτελέσματα μιᾶς ἀτομικῆς ἰδιοτροπίας ἀλλὰ μιᾶς συλλογικῆς παράνοιας, ἡ ὁποία ἔχει ἐπιβληθεῖ λίγο ὡς πολὺ σὲ ὅλους μας, καὶ δυστυχῶς βῆμα βῆμα φαίνεται νὰ γίνεται ἀποδεκτὴ ἀπὸ τοὺς περισσότερους ἀπὸ ἐμᾶς. Ἴσως τελικὰ ὁ κινηματογράφος θὰ μποροῦσε νὰ μᾶς δώσει τὴν εὐκαιρία, νὰ ἀρχίσουμε νὰ συζητοῦμε, μὲ ἀφορμὴ ἐκεῖνα ποὺ παρακολουθοῦμε στὴ μεγάλη ὀθόνη, γιὰ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ ἡ ἐποχὴ μᾶς προστάζει, γιὰ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ ἐπιλέγουμε νὰ βιώσουμε στὴ καθημερινότητά μας.
Από το περιοδικό Πειραϊκή Εκκλησία τεύχος 304, Iούνιος 2018.