Πάνος Λιγομενίδης
- Ποια είναι η απήχηση των διαλέξεών σας στο ελληνικό κοινό;
Έκανα μια πρόχειρη σύγκριση του αμερικανικού κοινού με το ελληνικό. Αναφέρομαι στον μέσο όρο, όχι δηλαδή μόνο για το πανεπιστημιακό κοινό, και παρατήρησα ότι οι Έλληνες είμαστε πιο ολοκληρωμένοι σαν προσωπικότητες και πιο στρογγυλοί από τους Αμερικανούς. Αυτές τις διαλέξεις της Ακαδημίας
τις είχα επιχειρήσει και στην Αμερική, βέβαια παράλληλα με το πιεστικό πρόγραμμα του πανεπιστημίου, και εύρισκα τους ακροατές πολύ λιγότερο εκδηλωτικούς. Εκείνο που περισσότερο με έχει εντυπωσιάσει εδώ, είναι οι περισσότερες αποκρίσεις και πιο εύστοχες ερωτήσεις σε αυτά που εκθέτω, που είναι ουσιαστικά τι μας έχει πει η επιστήμη για το ποιοι είμαστε, πώς προήλθαμε, από πού προήλθαμε και πού πάμε, προέρχονται από καλλιτέχνες και όχι από επιστήμονες. Υπάρχει μια έλλειψη πνευματικότητας μέσα στις επιστήμες. Αυτό είναι μεγάλο πρόβλημα και ίσως προέρχεται από την καρτεσιανή παράδοση του 17ου αιώνα, που διαχώρισε τις φυσικές από τις πνευματικές, ας το πούμε, επιστήμες. Με την εργασία μου προσπαθώ με κάποιο τρόπο να φέρω σε επαφή τις πνευματικές δυνάμεις και σκέψεις του ανθρώπου μαζί με τη γνώση του για τον φυσικό κόσμο. Βρίσκω, λοιπόν, κατ’ αρχήν απόκριση από καλλιτέχνες. Αυτό μου κάνει φοβερή εντύπωση! Μπορούμε να σταματήσουμε σε μια λέξη που είπατε προηγουμένως ότι οι εδώ άνθρωποι είναι πιο στρογγυλοί... Ναι... Οι καλλιτέχνες λειτουργούν πολύ με την καρδιά, με το συναίσθημα. Συνεπώς είναι πιο στρογγυλοί από ό,τι είναι οι επιστήμονες, που λειτουργούν κυρίως με το μυαλό... Πολύ σωστό αυτό...Έχουν μέσα τους και την σύλληψη... Πάω στον χασάπη της γειτονιάς μου και μου μιλάει για φιλοσοφία και έχει διαβάσει φιλοσοφία, καταλαβαίνει και τον ενδιαφέρει... Έχω ένα φίλο, πολύ αγαπητό, που είναι δικηγόρος, γράφει πολύ ωραία ποιήματα... Αυτό το χαρακτηριστικό δεν το βρίσκεις εύκολα, τουλάχιστον σε αυτούς με τους οποίους έχω συνδιαλεχθεί, στην Αμερική. Είναι πιο προσανατολισμένοι στη δουλειά τους και λιγάκι περιορισμένοι ως προς την ευρύτητα των ενδιαφερόντων τους. Τους απασχολεί πάρα πολύ το καθημερινό της δουλειάς τους, ίσως δεν βρίσκουν τον χρόνο, αυτό που λέω το χαλάρωμα για να εντοπίσουν άλλα πράγματα, να διαλογιστούν... Όταν ξεκίνησα τις διαλέξεις στην Ακαδημία, επιστρέφοντας εδώ πριν από δεκατρία χρόνια, και είδα την συρροή του κόσμου, αυτό ήταν που μου έδωσε το θάρρος ή το θράσος, αν θέλετε, να γράψω το βερίκοκο. Τώρα το 'χω παρακάνει μάλλον... Γράφω το επόμενο βιβλίο μου... Το βιβλίο σας, είναι μοναδικό στο ότι πραγματεύεται τα θέματά του στην ελληνική γλώσσα με καλαισθησία και με μοναδική πληρότητα... Να σας πω και κάτι άλλο. Εγώ, ανέκαθεν, παρ' ότι δεν είναι στην ειδικότητά μου, έχω ένα θαυμασμό για την ελληνική γλώσσα. Και όπως βλέπετε δεν την έχω ξεχάσει παρά τα σαράντα χρόνια που έζησα στο εξωτερικό. Όταν αποφάσισα να γράψω το βερίκοκο ήταν μια ευκαιρία για μένα, να μάθω να χρησιμοποιώ την ελληνική γλώσσα, η οποία έχει απεριόριστο πλούτο. Πραγματικά, η ελληνική γλώσσα έχει αυτή τη μοναδική εκφραστικότητα, από τη βάση που έχει από τα αρχαία ελληνικά. Έτσι, ήταν και για μένα μία περίοδος εκπαίδευσης και πρέπει να σας πω ότι τώρα στη δύση του βίου μου δεν έχω επιδιώξεις να κάνω επιστημονικές έρευνες - παρ’ ότι έχω και ένα εργαστήριο όπου κάνουμε μια έρευνα για τον καρκίνο. Περισσότερο με ενδιαφέρει η επαφή μου με το ευρύτερο κοινό. Τώρα θα μου πείτε, «θεωρείς τόσο ενδιαφέρον αυτό που σκέφτεσαι, ώστε θέλεις να το μεταδώσεις;». Ε, λοιπόν, ναι. Θεωρώ ότι μου έχει ανοίξει την καρδιά και θα ’θελα να ανοίξω και άλλες καρδιές... {slide=Πώς φτάσατε στο σημείο να μπορείτε να λέτε ότι σας έχει ανοίξει την καρδιά;} Μα, από πολύ νεαρή ηλικία η αγάπη μου ήταν η φυσική. Άσχετο το ότι όταν πήγα στην Αμερική, από φυσικός έγινα ένας «διεφθαρμένος» φυσικός, διότι ακολούθησα τα ηλεκτρονικά την εποχή εκείνη και την πληροφορική μετά. Η φυσική αποκάλυψε έναν νέο κόσμο τον περασμένο αιώνα. Δηλαδή, οι ιδέες, τα μέσα που χρησιμοποιεί, οι βάσεις που αποκτήσαμε με τους δύο πυλώνες της κβαντικής φυσικής και της θεωρίας της σχετικότητας, έχουν ανοίξει ορίζοντες στον άνθρωπο για το ποιοι είμαστε και πώς έχουμε έρθει και τι είναι όλος αυτός ο φυσικός κόσμος. Τι είναι αυτή η πέτρα που βλέπουμε και πώς είναι φτιαγμένη, που στο τέλος αν την κόψεις κομματάκια βρίσκεις το τίποτε. Είναι πολύ όμορφα πράγματα και αναπόφευκτα, ψάχνοντας, φτάνεις στο όριο. Το όριο της γνώσης. Και εκεί ανακαλύπτεις τον εαυτό σου, ανακαλύπτεις την επαφή σου -ας το πούμε- με το Υπερφυσικό, με το Θείο, με το Άπειρο... Αλλά το να μπορείς να καταλαβαίνεις περισσότερο είναι πάρα πολύ ηρεμιστικό για την καρδιά, για τη ζωή. Και ένα ακόμα πράγμα που ανακάλυψα και με ενδιαφέρει ιδιαίτερα είναι οι περιορισμοί που έχουν η επιστημονική μεθοδολογία και η επιστημονική γλώσσα, στο να καταλάβουμε τον κόσμο μας. Αν δεν βάλουμε μέσα την αισθητική, την ενόραση και κατά κάποιο τρόπο την πνευματικότητα, για να μην πω τη θρησκεία και παρεξηγηθώ... {/slide}{slide=Για να φτάσει κανείς, σε αυτό που είπατε σε μία διάλεξή σας, στην Δημιουργία...} Ναι! Βλέπετε έχουμε μεγάλες ατέλειες σε ότι αφορά στις δυνατότητες που έχουμε να καταλάβουμε το υπερβατικό και ψάχνοντας βρίσκει κανείς καινούργιες περιοχές διαλογισμού. Και βρίσκει κανείς την ανάγκη να εναρμονίσει την επιστημονική γνώση, τον ορθολογισμό δηλαδή, με την αισθητική, το συναίσθημα, την πνευματικότητα. Και να τα συνενώσει... Σωστά. Είναι ενδιαφέρον πώς αυτοί που, για εκτεταμένες περιόδους της Ιστορίας, στερήθηκαν την επιστημονική πρόοδο, οι ανατολικοί λαοί, έχουν δώσει μεγαλύτερη έμφαση στην πνευματική αναζήτηση. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει αυτή η σύγκλιση ανάμεσα στην ορθολογική γνώση και την πνευματικότητα. Μάλιστα θα γίνει, εδώ στην Ακαδημία τον Οκτώβριο, ένα ωραίο συνέδριο με θέμα «Σχετικιστική Οντολογία» που χρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Templeton, του οποίου το πλαίσιο είναι «Θρησκεία και Επιστήμη». Είναι προσκεκλημένοι δεκατέσσερις σύνεδροι, θεολόγοι, και φιλόσοφοι, και επιστήμονες, για να συζητήσουν σε στρογγυλό τραπέζι ορισμένα θέματα για να γραφεί κάποιο βιβλίο... Είστε και εσείς ανάμεσά τους;} Ναι... Το λέω λοιπόν αυτό, γιατί είναι ένα από τα παραδείγματα της σύγκλισης που ανέφερα προηγουμένως. Είναι μια αναγκαία σύγκλιση. Δηλαδή, υπάρχουν πράγματα που η επιστήμη δεν έχει πλησιάσει. Δεν μπορεί με τα μέσα που έχει, δηλαδή τον ορθολογισμό, να τα πλησιάσει. Ένας γνωστός επιστήμονας, ένας φυσικός, έλεγε ότι ακούς μια μελωδία, ένα κονσέρτο του Μπετόβεν και βέβαια άμα το πάρεις από την πλευρά της επιστημονικής ή της φυσικής εξήγησης θα μιλήσεις για κύματα ήχου και για φυσιολογικά ερεθίσματα προς τον εγκέφαλο κλπ. Δεν μπορείς να πλησιάσεις από αυτόν τον δρόμο την ομορφιά της μουσικής, την αισθητικότητα, τα αισθήματα που αφήνει. Και αν πρόκειται να πλησιάσουμε τα θέματα αυτά της συνειδητότητας, χρειαζόμαστε να ανοίξουμε τα μάτια μας και τα αυτιά μας και σε άλλους δρόμους... Ο έχων ώτα ακούειν, ακουέτω... Ακριβώς! {/slide}{slide=Πέστε μας τι ήταν αυτό που από την φυσική σάς πήγε στην φιλοσοφία, στην μεταφυσική. Από τι ξεκίνησε όλο αυτό;} Έχει μεγάλη σημασία το ότι γεννήθηκα και μεγάλωσα εδώ. Η επίδραση ορισμένων δασκάλων μου. Εγώ πήγα στο Βαρβάκειο. Είχα δασκάλους τον Τόγκα, τον Μάζη, τον Σαρρή... οι οποίοι μου ’δωσαν αυτή τη ροπή στο ψάξιμο. Να βλέπεις ένα δέντρο, ένα λουλούδι και να λες γιατί; Ή γιατί όχι; Τέτοιου είδους ερωτήματα και με την φαντασία βέβαια την νεανική, με απασχόλησαν από μικρή ηλικία. Βέβαια, με την πίεση του πανεπιστημίου -γιατί έφυγα το ΄55 από την Ελλάδα για να πάω στην Αμερική να σπουδάσω- και των μαθημάτων δεν μπορούσε αυτό να καλλιεργηθεί σε βάθος. Υπήρχε όμως πάντα παράλληλα σαν χόμπυ, σαν ένα άλλο ενδιαφέρον. Μάζευα υλικό και διάβαζα. Και όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου και έγινα «ημι-χασομέρης» μετά τη σύνταξή μου, αποφάσισα να ασχοληθώ σοβαρά με αυτές τις ανησυχίες μου. Βέβαια, διάβαζα πάντοτε και αυτό μου άνοιγε δρόμους. Δηλαδή, παράλληλα με τη φυσική μελετούσατε φιλοσοφία; Δεν θα ’λεγα φιλοσοφία. γιατί βασικά δεν είμαι φιλόσοφος, με την έννοια ότι κάνω υποθέσεις και πάνω σε αυτές χτίζω κάστρα. Ξεκινάω πάντοτε από την επιστημονική γνώση. Σήμερα βέβαια η επιστήμη είναι σε μεγάλο βαθμό ένα είδος μυστικισμού και θρησκείας. Πολλά πράγματα που τώρα ανακαλύπτουμε ή λέμε πώς ανακαλύπτουμε, ως προς την περιγραφή του κόσμου, είναι πράγματα με τα οποία δεν μπορούμε να πειραματιστούμε. Όπως «η αρχή του κόσμου»... Δεν κάθεσαι στο εργαστήριο και φτιάχνεις μερικούς κόσμους να δεις πώς ξεκίνησε... Αλλά έμμεσα δικαιολογούνται. Στόχος είναι να συνδεθεί η θεωρία της επιστήμης με κάτι που να σε πείσει ότι αυτό πάει στο σωστό δρόμο. Δεν είναι τελείως αιωρούμενο. Πώς συγκεντρώσατε όλο το υλικό σας, με ποιο τρόπο προσεγγίσατε το θέμα; Ήταν ένα ταξίδι ευχαρίστησης περισσότερο. Δεν ήταν σκοπός. Δεν είχα ξεκινήσει με στόχο ότι όταν φτάσω στην κατάλληλη ηλικία θα αρχίσω να γράφω βιβλία. ΄Ηταν πάντα μια απασχόληση. Και βέβαια δεν είμαι μονόχνοτος. Είχα πάντα και άλλα ενδιαφέροντα. Σαν παιδί έπαιζα και ποδόσφαιρο στο δρόμο, διάβαζα, αργότερα έβγαινα, είχα φίλους, δεν ήμουνα ποτέ κλειστός άνθρωπος που είχε αφοσιωθεί μόνον στην έρευνα. Όμως είχα μια έφεση στον διαλογισμό και όπως σας είπα και πριν είχα την συνήθεια να ρωτάω. Γιατί να είναι έτσι ο κόσμος μας και να μην είναι αλλιώς; Πώς θα μπορούσε να είναι; Γιατί δεν ξεκίνησε διαφορετικά; Ακόμα και το ότι ο κόσμος ξεκίνησε κάποτε είναι ένα μεγάλο βήμα των τελευταίων εκατό ετών, για την επιστήμη. Και μια ανακάλυψη που έκανε ένας αμερικανός επιστήμονας ονόματι Hubble, από τον οποίον πήρε και το όνομά του το διαστημικό τηλεσκόπιο, που υποστηρίζει ότι αυτός ο κόσμος ξεδιπλώνεται, έδωσε την ιδέα ότι κάποτε ο κόσμος ήταν πιο μικρός, και πιο πριν ακόμα πιο μικρός... Επομένως από κάπου ξεκίνησε, από ένα σπόρο. Άρα είχε μιαν αρχή. Και αυτό είναι σημαντικό. {/slide}{slide=Μιλάτε για ένα σύμπαν που διαρκώς εξελίσσεται. Πιστεύετε ότι εξελίσσεται ακόμα και η Αρχή του;} Μα βεβαίως! Κατ’ αρχήν κάποτε λέγανε οι παλιοί ότι ο κόσμος είναι «αιώνιος», «άπειρος»... Παίζουμε με λέξεις που δεν μπορούμε να τις καθορίσουμε. Τι πάει να πει άπειρος; Αν ο κόσμος ήταν άπειρος, τότε δεν θα υπήρχε. Γιατί ό,τι ήταν να γίνει θα είχε γίνει και για άπειρο χρόνο. Επομένως, όταν βρήκαμε ότι ο κόσμος μπορεί να έχει μία αρχή αμέσως άρχισε η περιέργεια «και καλά, από πού ξεκίνησε;». Η θρησκεία λέει «ex nihilo», δηλαδή «από το τίποτα». Το τίποτα πάλι είναι μια έννοια πολύ μπερδεμένη. Τι πάει να πει τίποτα; Πώς μπορεί να υπάρχει αυτό που δεν υπάρχει; Επειδή, προφανώς, σας δόθηκαν διάφορα ανοίγματα και δρόμοι για τις απαντήσεις που ζητούσατε, τι ήταν αυτό που δόμησε, που δομεί αυτά που σήμερα εκφράζετε; Κοιτάξτε στην αρχή ξεκίνησε, σαν μια απλή περιέργεια. Σιγά-σιγά, βλέποντας τον κόσμο μέσα από την επιστήμη και μέσα από αυτά που έχουμε ανακαλύψει, τον κόσμο όπως περιγράφεται, όχι όπως είναι -δεν ξέρουμε πώς είναι ο κόσμος, αλλά τον περιγράφουμε με έναν τρόπο και πιστεύουμε ότι εκεί κοντά είναι- άρχισε να ανοίγεται μέσα μου η ιδέα της δικής μου ύπαρξης. Πάντοτε με απασχολούσε το «Ήρθα, φεύγω και τι έγινε; Αυτό ήτανε;». Μέχρι να κάνει και ο Ilya Prigogine την επανάστασή του, την περιέγραψε στα βιβλία του, και να πάρει το βραβείο Νόμπελ, το 1977, η ιδέα ήταν ότι αυτός ο κόσμος προχωράει προς την αταξία, αυτό που λένε εντροπικός θάνατος, θερμικός θάνατος κλπ. Δηλαδή είμαστε καταδικασμένοι, σαν ανθρωπότητα, να πεθάνουμε, είμαστε μελλοθάνατοι... Ε, αυτός λοιπόν, αποκάλυψε ότι υπάρχει μορφογένεση. Ότι ο κόσμος και φθείρεται και γεννιέται. Και αυτό το μοντέλο είναι πολύ ενδιαφέρον γιατί ισχύει και για τον βιολογικό κόσμο. Αλλά και για όλο το σύμπαν. Και αυτό σου δίνει ένα άνοιγμα... Ίσως, μέσα σου κρυφά, σκέφτεσαι ότι αφού φθείρεται και ξαναγεννιέται, ίσως και εγώ πάω σε αυτόν τον δρόμο και ξαναγεννηθώ... Επομένως έχεις διάφορα πράγματα που μπορείς να ακολουθήσεις σαν σκέψεις και διαλογισμό, που δεν σου δίνουν βέβαια τις απόλυτες απαντήσεις... Και εδώ που τα λέμε, δεν τις χρειάζεσαι κιόλας, γιατί δεν είναι αυτό που πραγματικά ψάχνεις. Η ουσία είναι να βρεις καινούργιους τρόπους να δεις αυτόν τον κόσμο. Αυτό τον όμορφο κόσμο... Μιλήστε μας για τα quarks τα απειροελάχιστα σωματίδια τα οποία εμφανίζονται μόνον όταν βρεθούνε τρία μαζί...} Eίναι και αυτό μια ομορφιά. Η σκέψη ξεκινάει «έχω ένα κομμάτι ύλης και το διαιρώ σε περισσότερα κομμάτια. Πόσο μπορεί να πάει αυτό;». Ο πρώτος που ασχολήθηκε σοβαρά, φιλοσοφικά με αυτό το θέμα ήταν ο Δημόκριτος και βέβαια ο δάσκαλός του ο Λεύκιππος. ΄Ετσι, κατέληξαν ότι αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί πάντοτε, γιατί το «πάντοτε» πάει στο απειροστά μικρό, που είναι μεταφυσική έννοια. Πρέπει κάπου λοιπόν να σταματάει. ΄Ετσι έφτασαν στο άτομο, το μη τεμνόμενο. Αυτή η ιδέα υποστηριζόταν μέχρι το 1900 περίπου. Τότε με κάτι πειράματα βρήκαν ότι το άτομο δεν είναι άτμητο, αλλά έχει πυρήνα και ηλεκτρόνια και ο πυρήνας διαιρείται και έχει πρωτόνια και νετρόνια και αυτά διαιρούνται και βρίσκονται τα κουάρκς. Είναι αυτό το σύνδρομο των χελωνών που λέω και στο βερίκοκο. Δηλαδή, ή θα φθάσουμε στην Υπερχελώνα, τον Θεό και θα τα ρίξουμε όλα εκεί, ή πού θα πάει τέλος πάντων αυτό το πράγμα; Δεν έχει τέλος; Μερικοί λένε ότι όλα είναι ένα κλειστό σύστημα. Αυτό το ψάξιμο είναι ένα κύκλωμα που κλείνει στον εαυτό του. Διάφορες θεωρίες υπάρχουν. Αλλά, ένα περίεργο πράγμα συμβαίνει όταν κόβεις την ύλη σε κομμάτια. Αυτά τα μικρότερα κομμάτια, τα κουάρκς, ζούνε πολύ λίγο. Όταν λέω λίγο, είναι στο όριο του χρόνου και ο χρόνος είναι διακριτός. Αυτό γιατί έχει σημασία; Διότι άμα κάτι ζει τόσο λίγο, υπάρχει; Δηλαδή για να υπάρχει κάτι πρέπει να ζει στο χρόνο. Γι’ αυτά τα κουάρκς ο δικός τους ιδιαίτερος χρόνος είναι δέκα εις την μείον είκοσι επτά, που σημαίνει ένα κλάσμα με ένα στον αριθμητή και 27 ψηφία μη μηδενικά στον παρονομαστή. Άρα υπάρχουν αυτά τα πράγματα; Το περίεργό τους είναι ότι μόνα τους δεν έχουν ανακαλυφθεί, ούτε μπορούν να ανακαλυφθούνε, αλλά όταν βρεθούνε τρία μαζί φτιάχνουν σωματίδια που ζουν σχεδόν για πάντα. Αυτό το ότι όταν βρεθούνε τρία μαζί τότε εμφανίζονται, μήπως είναι μια αντιστοίχιση με την συνλειτουργία μιας άλλης τριάδας, του σώματος, της ψυχής και του πνεύματος, που όταν συνβρεθούν εν αρμονία εμφανίζουν την προσωπικότητα του ανθρώπου; Να λοιπόν, μια νέα ιδέα. Βέβαια, όταν έχει κανείς μια τέτοια ωραία ιδέα, πρέπει να την κυνηγήσει. Όλοι μας έχουμε περιέργειες και αναζητώντας καταλήγουμε σε κάποια νέα ιδέα, αλλά λίγοι έχουμε την υπομονή να καθίσουμε να την επεξεργαστούμε και ακόμα πιο λίγοι έχουμε το θάρρος να την επικοινωνήσουμε, γιατί συνήθως την φυλάμε τόσο προσεκτικά μόνο για μας. Δεν θέλουμε να την πούμε, να την χάσουμε. Ενώ, στην επιστημονική έρευνα, όταν έχουμε μια καλή ιδέα πρέπει να μην φοβόμαστε να την εκφράσουμε... Είναι χαρακτηριστικό για την επιστήμη, ότι πάντοτε αμφισβητεί τον εαυτό της. Όμως ένας πραγματικός επιστήμων πρέπει να είναι ριψοκίνδυνος, να μην διστάζει να εκθέτει τον εαυτό του ακόμα και στον κίνδυνο της παρεξήγησης, αν η ιδέα του δεν είναι σωστή, έτσι δεν είναι; Σωστά. Μα αυτή είναι και η βασική διαφορά μεταξύ θρησκείας και επιστήμης. Δηλαδή την αλήθεια στη θρησκεία δεν μπορείς να την αμφισβητήσεις, ενώ η επιστήμη αμφισβητεί τη γνώση της, και το ωραίο είναι ότι αν καταφέρεις να την ξεπεράσεις με κάποιο τρόπο, βγαίνει καινούργια γνώση από εκεί μέσα... Αυτό είναι το ψάξιμο... Είναι η αποδόμηση για την δόμηση... Ακριβώς! Να πάλι που προχωράει η κουβέντα μας... Η φθορά και η γέννηση...{/slide}{slide=Tι σας ώθησε να γράψετε το βιβλίο «Η Φλούδα του Βερίκοκου» και πώς συνδέεται αυτός ο τίτλος με το έργο σας;} Αυτό που με οδήγησε να το γράψω ήταν οι διαλέξεις μου στην Ακαδημία και το ζωντανό και πολύ γοητευτικό ενδιαφέρον των ακροατών. Αυτό ήταν το ερέθισμα. Η ευκαιρία μού δόθηκε στο Πήλιο, γιατί εκεί γράφτηκε σε τρία καλοκαίρια, όπου είχα την ηρεμία και την ησυχία να βάλω στο χαρτί τις σκέψεις μου. Τώρα για τον τίτλο είναι λίγο αστεία η ιστορία... Και να σκεφτεί κανείς ότι πολλοί έχουν γράψει, εξηγώντας τον τίτλο... Η αλήθεια είναι ότι το βερίκοκο δεν έχει φλούδα. Έχει επιδερμίδα. Τώρα, αρκετοί με ρωτάνε ποιος θα είναι ο τίτλος του επόμενου βιβλίου που γράφω και τους απαντάω απλά «μα, φυσικά Το Ξεφλούδισμα του Βερίκοκου!». ¨Εχει φτάσει κοντά στο ξεφλούδισμα η εργασία σας αυτή; Ναι, είναι κοντά. Είπατε πριν ότι σας δίνει μεγάλη χαρά το γεγονός ότι τις διαλέξεις σας, τις παρακολουθούν, εκτός από τους επιστήμονες και καλλιτέχνες και άλλοι απλοί άνθρωποι. Ήθελα να σας ρωτήσω, πώς πιστεύετε ότι ο μέσος άνθρωπος- ακροατής των διαλέξεών σας ή αναγνώστης του βιβλίου σας- μπορεί να συμμετέχει σε αυτή την μελέτη της συνειδητότητας που εσείς εκφράζετε και κυρίως πώς αυτό μπορεί να βοηθήσει την ζωή του; Αυτό που λέτε είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον. Διότι υπάρχει μία ψευδής διάδοση ότι δεν είναι δυνατόν να καταλάβεις την επιστήμη των περασμένων πενήντα ή εκατό ετών, αν δεν ξέρεις μαθηματικά. Αν προσέξετε, στο βερίκοκο δεν έχω χρησιμοποιήσει ούτε μία μαθηματική εξίσωση. Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορείς να κάνεις έρευνα όταν ψάχνεσαι, χωρίς να πας και σε μαθηματικά μοντέλα. Αλλά για να καταλάβεις τις έννοιες, είναι όλες βατές, είναι όλες προσιτές. Και ιδιαίτερα στους καλλιτέχνες που έχουν όλη αυτήν την ευαισθησία, το ταλέντο... Σε κάποια από τις πρόσφατες διαλέξεις μου παρευρέθη ο σκηνοθέτης Σπύρος Ευαγγελάτος, που πρόσφατα έγινε και Ακαδημαϊκός. Στο τέλος, και μου είπε συγκινημένος: «Δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ, πως η επιστήμη έχει τόση αισθητικότητα!». Ο άνθρωπος είχε πιάσει το νόημα. Άλλοι θα έλεγαν «μα αυτές οι έννοιες είναι δύσκολες...». Εγώ θα επιμείνω για τον μέσο άνθρωπο... Συναντάω τον μέσο άνθρωπο, εδώ και μερικά χρόνια, στο Λαϊκό Πανεπιστήμιο, στην οδό Ευριπίδου. Με έχουν καλέσει λοιπόν να διδάσκω στις θετικές επιστήμες και πάω με μεγάλη χαρά. Σας λέω ειλικρινά, κάνουμε δύο-δυόμισυ ώρες συζήτηση. Και την συζήτηση την κάνουν οι ίδιοι. Εγώ πετάω ένα-δύο ερεθίσματα. Ας πούμε πώς έγινε ο κόσμος. Πολλές φορές κάποιος από το ακροατήριο, ένας άνθρωπος ο οποίος απλά διαβάζει επιστημονικά θέματα, κάνει μια ερώτηση και με πιάνει εξ απίνης. Λέω στον εαυτό μου: «δέκα χρόνια το κουβεντιάζω αυτό, πώς δεν το σκέφτηκα;». Και ο ίδιος, βέβαια, δεν έχει καταλάβει τι είπε, με την κουβέντα, όμως, αρχίζουν και λάμπουν τα μάτια του και αντιλαμβάνεται... Όλα, επομένως είναι προσιτά. Έχοντας αυτήν την εικόνα που μόλις περιγράψατε, μπροστά μου, συνειδητοποιώ ότι, στον μέσο άνθρωπο, μάλλον ξυπνάτε μνήμες... Σκάβετε κάπου μέσα του και βγάζετε θησαυρούς, οι οποίοι προφανώς του χρησιμεύουν όχι μόνον στην κατανόηση της συνειδητότητάς του αλλά και στην καθημερινότητά του. Γιατί το ερώτημα παραμένει: «ωραία και τι κερδίζει αυτός, με όλα αυτά, στην καθημερινή του ζωή;» Όλοι έχουν τρόπους να συσχετίσουνε...Είπατε την μαγική λέξη μνήμη και δεν την έχει μόνον ο άνθρωπος, την έχει και η φύση. Και πολλοί λένε ότι όλοι αυτοί οι νόμοι του Νεύτωνα, ο νόμος της βαρύτητας κλπ. όλοι είναι συνήθειες της φύσης που αναπτύχθηκαν. Για να έχει συνήθεια κανείς πρέπει να έχει μνήμη και ο άνθρωπος έχει μνήμη και αυτό του χρησιμεύει να συσχετίζει κάτι που ακούει με εμπειρίες του παλιές ή καινούργιες και να το πλουτίζει με το οπλοστάσιο των σκέψεών του. Αυτό είναι η ομορφιά του ανθρώπου και, αν θέλετε, η σοφία της Φύσης, του Θεού που έδωσε τα μέσα σε όλους να μπορούν να δημιουργήσουνε με τη σκέψη. Βέβαια βοηθάει η γνώση και η εκπαίδευση. Αλλά την δυνατότητα την έχουν όλοι και μερικοί μάλιστα έχουν το ταλέντο να βλέπουν πολύ πιο βαθιά. Και είναι ένα ταλέντο μοιρασμένο, που υπερβαίνει τα όρια της φτώχειας, των φυλετικών διακρίσεων κλπ. Το λέω αυτό γιατί, όταν έρχονται μαθητές που θέλουν να κάνουν διδακτορικό -έχω ένα εργαστήριο στην Ακαδημία- το πρώτο πράγμα που ψάχνω να βρω είναι αν ο υποψήφιος έχει την επιρρέπεια στην αναζήτηση. Και το βρίσκεις αυτό με απλούς τρόπους. Χωρίς να του κάνεις εξετάσεις στα μαθηματικά. Αν θέλει να μάθει μαθηματικά θα τα μάθει. Σημασία έχει να έχει την έφεση στην αναζήτηση, να θέλει να μάθει και να έχει λιγάκι αναπτύξει την μεθοδολογία της έρευνας, γιατί σήμερα είναι δύσκολο το να ψάχνεις. {/slide}{slide=Και από τη στιγμή που κατέχουν όλη αυτή την γνώση, τι τους αλλάζει σαν ανθρώπους;} Καμιά φορά ανεβαίνεις στο βουνό και λες «να φτάσω στην κορυφή!». Ξέρεις βέβαια πως μόλις φτάσεις στην κορυφή θα δεις την άλλη πιο ψηλή κορυφή απέναντι που θα θες και αυτήν να την πατήσεις. Αλλά η θέα που θα έχεις στην κάθε περίπτωση είναι μια διαφορετική αποκάλυψη, μια ευδαιμονία! Αυτό επιτυγχάνεται με την επιστημονική γνώση αλλά και με τον διαλογισμό. Ανοίγεις ορίζοντες. Βλέπεις πράγματα καινούργια, καταλαβαίνεις περισσότερο... Αισθάνεσαι την παρουσία σου! Αυτό λίγοι άνθρωποι το ’χουνε. Με την καθημερινότητα, με τις πιέσεις και τα άγχη της δεν ξέρουν καν αν υπάρχουν. Γι’ αυτό και έχουμε τα καταφύγια του ποτού, των ναρκωτικών κλπ. Ενώ η γνώση και ο διαλογισμός φέρνει ηρεμία ψυχής. Βλέπετε, φέρατε την κουβέντα, ίσως ηθελημένα, στον άνθρωπο. Σκέφτεστε αν υπήρχε το σύμπαν πριν δημιουργηθεί ο άνθρωπος; Για να υπάρχει κάτι πρέπει να υπάρχει στον νου κάποιου. Εφ’ όσον δεν υπάρχει νους, πώς υπήρχε; Το σύμπαν άρχισε να αντιλαμβάνεται τον εαυτό του όταν υπήρξε ο άνθρωπος. Επομένως είναι σημαντικός ο διαλογισμός του ανθρώπου. Είναι ο τρόπος του Σύμπαντος για να συνειδητοποιήσει την ύπαρξή του! Αυτό ακριβώς που λέτε τώρα με παραπέμπει σε μια φράση σας, από την τελευταία σας διάλεξη στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο με θέμα Το εξελισσόμενο σύμπαν αποκτά συνείδηση: «...Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η εξελικτική πορεία του σύμπαντος ωρίμασε τη στιγμή που για πρώτη φορά, σε κάποιο θερμοκήπιο -ας πούμε στη Γη, κάποιο ον με νου και συνείδηση, διερωτήθηκε για τον λόγο της ύπαρξής του.» Μπράβο! Αυτό ακριβώς δείχνει και την μοναδικότητα του ανθρώπου. Δεν αισθάνεσαι όμορφα, όταν πραγματικά συνειδητοποιείς ποιος είσαι; Μου δίνετε την ευκαιρία να παραθέσω άλλο ένα απόσπασμα που έχω επιλέξει από αυτή σας την διάλεξη και να σας παρακαλέσω να μας το αναπτύξετε: «Η ολοκλήρωση του βιολογικού οργανισμού μαζί με την ταχύτατα συσσωρευόμενη εμπειρία, την λειτουργία της μνήμης, της ανάκλησης μνημονικών παραστάσεων και της συνείδησης, μετατρέπει το βιολογικό ρομπότ σε ένα συγκεκριμένο άτομο, σε ένα μοναδικό εγώ, το οποίο λειτουργεί εμπλουτισμένο με μνήμες, με ανεξάρτητη σκέψη, με αισθήσεις και με συναισθήματα αγάπης, ελπίδας, θυμού κλπ, με ενορατικές παραστάσεις, με ταυτότητα. Να σημειώσουμε εδώ ότι το φαινόμενο της μνήμης και η σχέση της μνήμης με την αντίληψη που έχουμε για την ροή του χρόνου από το παρελθόν, στο παρόν, στο μέλλον, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Μόνον μέσα από την αντίληψη της ροής του χρόνου μπορούμε να εξασκήσουμε την μνήμη και να αναπτύξουμε την αίσθηση της ταυτότητας, της αυτογνωσίας και της συνείδησης.» Για ένα πράγμα μπορεί να είναι κανείς σίγουρος και αυτό είναι η δική του συνείδηση. Αυτό που λέμε ταυτότητα, το γνώθι σαυτόν. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε εγώ δεν ξέρω αν εσείς έχετε συνείδηση, απλώς συμπεριφέρεσθε ως εάν να έχετε συνείδηση. Δηλαδή συμπεριφέρεσθε όπως εγώ που έχω συνείδηση, άρα έχετε συνείδηση. Όμως θα μπορούσε στη θέση σας να ήταν ένα ρομπότ... Είχατε δει την ταινία «Οδύσσεια 2001»; Εκεί υπήρχε ένα ρομπότ ο Χαλ, ο οποίος έπαιζε σκάκι με τον άνθρωπο αλλά έχανε που και που. Τον ρώτησε λοιπόν ο άνθρωπος γιατί χάνει και αυτός του απάντησε «μα..για να έχει ενδιαφέρον το παιγνίδι». Το «να έχει ενδιαφέρον» είναι συνείδηση... Γι’ αυτό έχει σημασία να συνειδητοποιήσουμε την ύπαρξή μας μέσα από τη συνείδηση του περιβάλλοντός μας. Αυτό είναι πολύ-πολύ σημαντικό και αυτά είναι που κερδίζει κανείς όταν διαλογίζεται σε τέτοια πράγματα, με ορισμένα βέβαια ερεθίσματα, σαν αυτά που λέμε τώρα. {/slide}{slide=Αν σας ζητούσα να μου δώσετε τον ορισμό της συνειδητότητας, τι θα μου λέγατε;} Ότι δεν τον ξέρω. Το μόνο που θα μπορούσα να πω που να πλησιάζει είναι το να ξέρω ότι γνωρίζω. Διότι και ένας κομπιούτερ υποτίθεται ότι μπορεί να έχει γνώση. Δεν έχει όμως τη συνείδηση να ξέρει ότι ξέρει. Εμείς όταν λέμε ότι γνωρίζουμε κάτι γνωρίζουμε ότι γνωρίζουμε και αυτό είναι μέρος της συνειδητότητας. Τελικά έχει βρεθεί η απάντηση που θα μας βοηθήσει να έλθουμε πιο κοντά σε αυτό που λέμε συνειδητότητα; Αυτό ψάχνεται με πολλούς τρόπους. Προσπαθούμε να καταλάβουμε τη συνείδηση, περιγράφοντας πώς δημιουργείται ο νους. Δηλαδή ψάχνοντας στον εγκέφαλο τι διαδικασίες γίνονται. Αλλά αυτό δεν θα αυτό πει ποτέ γιατί το κόκκινο είναι όμορφο, γιατί το λουλούδι μυρίζει ωραία... Αυτό δεν θα αυτό το πει κανείς. Γιατί αυτό είναι μέσα στην αισθαντικότητα, στις ιδιότητες της συνείδησης. {/slide}{slide=Θα μπορούσατε να μας σκιαγραφήσετε το μοντέλο της σκέψης σας;} Μπορώ να πω ότι δεν αναλύω τη σκέψη μου. Είναι κάτι σαν την αναπνοή. Μάλιστα πολλές φορές έχοντας διαβάσει μερικά βιβλία για τις ανατολικές φιλοσοφίες... Εκεί στο Λος ΄Αντζελες, τότε που ήμουνα καθηγητής στο εκεί πανεπιστήμιο, πήγα και εγώ σε μια ομάδα ανατολικού διαλογισμού, μας βάλανε σε ένα δωμάτιο εκεί και μίλαγαν και μετά έπρεπε λέει να αδειάσουμε τον εαυτό μας, να μη σκεφτόμαστε, γιατί η σκέψη λέει εμποδίζει. Ήταν αδύνατον να βάλω τον εαυτό μου να μην σκέφτεται... Είναι αδύνατον να σκεφτώ τον εαυτό μου χωρίς να σκέφτεται. Εκείνο που έχει μεγαλύτερη σημασία για μένα είναι όταν βρίσκεις κάτι ενδιαφέρον να χρησιμοποιείς την σκέψη ως όχημα, για να μπορείς να μπεις πιο βαθιά στο θέμα. Δηλαδή είναι ένα εργαλείο η σκέψη για να μπορεί κανείς να παράγει εικόνες, να πυροδοτεί τη φαντασία. Σε τελευταία ανάλυση αυτό είναι, δεν υπάρχει τίποτα περισσότερο. Δεν έχω σκεφτεί τη σκέψη μου και τι είναι αυτό που τη δημιουργεί. Βέβαια, υπάρχουν διάφορες διαδικασίες φαντάζομαι στο μυαλό, αλλά γιατί όταν αυτές οι διαδικασίες γίνονται εγώ σκέφτομαι αυτό δεν μπορώ να το καταλάβω. Όταν χαλαρώνετε, εξακολουθείτε να σκέφτεστε; Είναι περίεργο που ο περισσότερος κόσμος, οι φίλοι μου, παιδικοί φίλοι , πρώτα ξεκινάνε από εκείνο το αστείο «καλά δεν έγινες πλούσιος και ακόμα «δουλεύεις»;». Δεν είναι εύκολο να εξηγήσεις σε κάποιον γιατί κάθεσαι και δουλεύεις στα 77 σου χρόνια. Όταν εργάζομαι, όταν δηλαδή δουλεύει το μυαλό μου κάποιο αντικείμενο, για μένα το χαλάρωμα, είναι να κάνω κάτι άλλο. Δηλαδή δεν μπορώ να καταλάβω αυτό που λένε «άντε, να καθίσω!». Ξέρετε πόσες φορές έχω σφουγγαρίσει το πάτωμα του γραφείου μου; Βέβαια υπάρχει μια κοπέλα που φροντίζει την καθαριότητα, αλλά για μένα όταν θέλω να χαλαρώσω σημαίνει ότι ένα συγκεκριμένο αντικείμενο σκέψης με έχει κουράσει και πρέπει να αλλάξω δραστηριότητα. Επομένως, εγώ χαλαρώνω στην αλλαγή της δράσης και όχι στην παύση της. {/slide}{slide=Μπορείτε να μας πείτε ποιο είναι στο σύνολό του το έργο σας;} Όταν μου είπατε ότι θα έλθετε για την συνέντευξη, όπως έχει συμβεί και με άλλους συναδέλφους σας, αναρωτήθηκα «τι το ιδιαίτερο έχω κάνει που τους ενδιαφέρει;». Είχα από παιδί μια έφεση -θυμάμαι ο πατέρας μου είχε ένα μικρό μαγαζάκι κάπου στην Αθήνα, όπου πήγαινα τα μεσημέρια μετά το σχολείο, τότε πήγαινα στο Βαρβάκειο- να γράφω, πάνω σε ένα γκρι τοίχο που υπήρχε εκεί, με την κιμωλία μαθηματικά. Είχα αυτήν την έφεση να ψάχνω, να διαβάζω και να ασχολούμαι με τα μαθηματικά και τη φυσική. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έπαιζα μπάλα με τους φίλους μου ή δεν έκανα ό,τι και τα άλλα παιδιά της ηλικίας μου. Αυτή η αγάπη όμως για τα μαθηματικά και τη φυσική ήταν μέσα στο δικό μου «εγώ». Δεν κατέβαλα καμιά προσπάθεια, ήταν αυθόρμητο. Μολονότι οι γονείς μου πάντα, από παράδοση, σεβόντουσαν την γνώση και θα κοβόντουσαν κομμάτια για να πάω εγώ να σπουδάσω, δεν ήταν από αυτούς που λένε «να γίνεις γιατρός!» ή «να γίνεις δικηγόρος!». Γι’ αυτό έγινα και φυσικός, που εκείνη την εποχή τέλος πάντων, δεν ήταν παρά δάσκαλος. Επομένως δεν είχα τίποτα που να μπορεί να εξηγήσει γιατί ενώ είχα ευκαιρίες και θα μπορούσα να βγάζω περισσότερα χρήματα, εγώ αποφάσισα να διδάσκω στα πανεπιστήμια. Πριν φύγω για την Αμερική ήμουνα προσκολλημένος στους δασκάλους μου του πανεπιστημίου, τον Χόνδρο και τον συνάδελφο σήμερα τον Καίσαρα Αλεξόπουλο. Τότε με βάζανε εκεί στα εργαστήρια να κάνω μαθήματα και φροντιστήρια στους φοιτητές. Έτσι πήρα το βάπτισμα. Μετά πήγα στον ΟΤΕ για ένα χρόνο, πήγα στο ναυτικό και μετά έφυγα με μια υποτροφία του ΙΚΥ και πήγα στο Stanford. Αυτά όλα ήρθαν φυσιολογικά. Δηλαδή, αν δεν είχα την υποτροφία, φαντάζομαι ότι κάποιον τρόπο θα ’βρισκα για να πάω στην Αμερική. {/slide}{slide=Η εμπειρία σας ως δασκάλου στο πανεπιστήμιο, τι σας έχει προσφέρει;} Ήταν η μεγαλύτερη απόλαυση που είχα και αν υπάρχει ένα πράγμα που μου έλειψε όταν πήρα σύνταξη ήταν η «αίθουσα», δηλαδή η επαφή με τους μαθητές. Γιατί πάντα σε μια αίθουσα τριάντα- σαράντα ανθρώπων βλέπει κανείς δυο-τρεις που τα μάτια τους σπινθηρίζουν. Και αμέσως αισθάνεσαι μια γέφυρα με αυτά τα παιδιά. Τους μιλάς λίγο περισσότερο στην τάξη, παίζεις μαζί τους μπάλα και συνεχίζεις την κουβέντα κλπ. Η διδασκαλία δεν είναι απαραίτητα χαρακτηριστικό ενός μεγάλου επιστήμονα, γιατί υπάρχουν μεγάλοι επιστήμονες οι οποίοι δεν διδάσκουν, δεν τους ενδιαφέρει. Εμένα πάντοτε με ενδιέφερε και αυτό είναι το ίδιο κίνητρο που με ωθεί να κάνω διαλέξεις ή να γράφω βιβλία. Μου αρέσει αυτού του είδους η επαφή και δεν είναι ότι με κάνει να αισθάνομαι ιδιαίτερα «εγώ που ξέρω κάτι», είναι μία επαφή επικοινωνίας. Η επικοινωνία είναι η μηχανή της εξέλιξης. Και μέσω και δια αυτής της επικοινωνίας βλέπει κανείς την αλλαγή στον άλλον. Λένε ότι ο δρόμος του ερευνητού είναι μοναχικός. Μοιραστήκατε ποτέ τις σκέψεις σας αυτές, τις αγωνίες, τις αναζητήσεις σας με μέλη της οικογένειας ή με το περιβάλλον σας; Με την οικογένεια όχι, αλλά με το περιβάλλον μου ναι. Και είναι πολύ σημαντικό. Πάντοτε η ζωή μου στο πανεπιστήμιο μοιραζόταν ανάμεσα στην τάξη και στο εργαστήριο. Το εργαστήριο είχε πάντα τους νεαρούς που ψάχνανε για θέματα να κάνουν έρευνα και είχα την ευτυχία, θα μπορούσα να πω, να έχω πολλούς κινέζους φοιτητές. Το λέω αυτό γιατί αυτοί έχουνε ένα ιδιαίτερο σεβασμό στο δάσκαλο. Πριν από μερικούς μήνες μου έστειλε ένας εκδοτικός οίκος ένα πακέτο με ανάτυπα μιας δημοσίευσης. Ήταν το όνομά μου επάνω και δεν είχα ιδέα του θέματος. Αναγνώρισα ότι το πρώτο όνομα ήταν ενός μαθητή μου, του τηλεφώνησα και του είπα «τι είναι αυτά τα πράγματα;» και μου απάντησε «δεν θυμάστε, τότε που κουβεντιάζαμε και είπατε μια ιδέα ότι θα μπορούσε, έτσι κι έτσι... να, αυτό παρουσιάζεται σήμερα...». Και είχε την ομορφιά και τον σεβασμό να βάλει και το όνομά μου. Για μένα δεν ήταν τίποτε σπουδαίο, όσο η ευχαρίστηση για την αναγνώριση στην προσφορά του δασκάλου. Αυτού του είδους την επαφή και τα μοιράσματα πραγματικά τα απολάμβανα. Και πρέπει να πω, ότι πολλές φορές οι μεγαλύτερες και οι πιο γόνιμες ιδέες προέρχονται από τους νεαρούς, που δεν ξέρουν καμιά φορά τι λένε, εγώ όμως μπορεί να πιάσω κάτι που έχει σημασία, ενώ οι ίδιοι δεν το έχουν καταλάβει και όταν τους εξηγήσω και το δουλέψουμε ανοίγει το μυαλό τους. Αυτού του είδους η επικοινωνία είναι βασική στην έρευνα. Δεν είμαι μοναχικός άνθρωπος. Αυτήν την εποχή που γράφω πάλι και έχω κλειστεί στον εαυτό μου, εκείνο που μου λείπει είναι ότι, εκτός από τις διαλέξεις μου, δεν έρχομαι σε επαφή με ανθρώπους, δεν έχω κόσμο να κουβεντιάσω τα θέματα που με απασχολούν. {/slide}{slide=Πέστε μου, ποια είναι η σχέση σας με τη φύση;} Πρώτα από όλα έρχεται κανείς σε επαφή μόνον με ένα πολύ μικρό μέρος από αυτό που λέγεται φύση. Όταν αρχίζεις και ανοίγεις τους ορίζοντές σου και καταλαβαίνεις ότι ο φυσικός κόσμος είναι πολύ μεγάλος και έχει ιδιότητες που δεν αντιπροσωπεύονται στην καθημερινότητα τη δική σου, όπως η αντιστροφή του χρόνου, ας πούμε, που μπορεί να συμβαίνει στον μικρόκοσμο, αρχίζεις πια και έχεις μια ιδιαίτερη επαφή με τη φύση σε μεγαλύτερη κλίμακα. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία αφού σε βοηθάει να καταλάβεις τη δική σου παρουσία. Γιατί η παρουσία σου μέσα στην οικογένεια, να είσαι ο πατέρας ή μάνα, η παρουσία σου στον επαγγελματικό ή κοινωνικό σου κύκλο, να είσαι ο κύριος τάδε κλπ. είναι διαφορετικό από την παρουσία σου στη φύση. Και τότε είναι που έρχεσαι σε επαφή μαζί της σε μεγάλες κλίμακες. Έχουμε σήμερα στην επιστήμη τα τελευταία εκατό χρόνια δύο επιστημονικούς πυλώνες στη φυσική, ένας ο οποίος μας εξηγεί, παρουσιάζει, περιγράφει αυτό που λέγεται φύση σε μεγάλες κλίμακες και είναι η θεωρία της σχετικότητας, και ένας άλλος πυλώνας παρουσιάζει ή προσπαθεί να ερμηνεύσει τον κόσμο στις πολύ μικρές κλίμακες. Και τυχαίνει η ανθρώπινη κλίμακα, δηλαδή το μέτρο, να είναι στη μέση μεταξύ του δισεκατομμυριοστού του μέτρου και του των δισεκατομμυρίων χιλιομέτρων. Αυτή η συνειδητοποίηση ανοίγει τους ορίζοντές μας και αντιλαμβανόμαστε περισσότερο τη Φύση. Και βέβαια πιστεύουμε ότι υπάρχει και η ανακάλυψη του κάτι, αλλιώς δεν θα είχε νόημα η έρευνα. Αγγίξατε ποτέ με το είναι σας αυτό το κάτι; Νομίζω ότι συνεχώς είμαι σε επαφή. Είναι περίεργο, αλλά τώρα πριν έρθετε έγραφα για το πόσο συνειδητοποιούσα τη λειτουργικότητα της συνείδησης. Ακόμα και όταν διαβάζει κανείς για τον μικρόκοσμο. Εγώ τον ονομάζω «ένας κόσμος φαντασμάτων», γιατί οι συμπεριφορές αυτών των σωματιδίων όπως τα λέμε, είναι ένα τρελοκομείο αν το δει κανείς μέσα από τους φακούς της καθημε
Το βράδυ επιστρέφοντας σπίτι μου δεν ήταν δυνατόν να αντισταθώ στην επιθυμία να χωθώ ξανά μέσα στις σελίδες του βιβλίου του. Καθώς το έπιασα στα χέρια μου, άνοιξε στον επίλογο. Σας παραθέτω δύο αποσπάσματα... «...Θα το έχετε ίσως καταλάβει ότι δεν είμαι φιλόσοφος ούτε καν ένας συστηματικός μελετητής της φιλοσοφίας. Είμαι ένας επιστήμονας. Για πολλά χρόνια, σίγουρα περισσότερα από τριάντα, πέρα από τις καθημερινές ενασχολήσεις με έρευνες και εφαρμογές των επιστημονικών ενδιαφερόντων μου, κατά τις γοητευτικές ώρες της βαθύτερης ενασχόλησής μου με την φυσική και την επιστήμη των σχημάτων, των μορφών και της πληροφορίας, με απασχόλησαν ερωτήματα γύρω από θεμελιώδη μεταφυσικά θέματα, κάπου εκεί στα όρια της επιστημονικής γνώσης, εκεί όπου η ανθρώπινη διανόηση αγγίζει την φιλοσοφική σκέψη, κάπου εκεί στα σκοτεινά και αδιέξοδα μονοπάτια της επιστημονικής αναζήτησης, εκεί όπου ο ερευνητής συναντά τους ανθρώπινους περιορισμούς του και εγγίζει ίσως την απόγνωση ή την θρησκεία. Και κάτι ακόμη, ως προσωπική επεξήγηση και καταληκτική ομολογία. Τόσα χρόνια καλλιεργούσα στα πανεπιστήμια το δέντρο της γνώσης και γευόμουν τους φυσικούς καρπούς του. Τώρα, στη δύση της βιολογικής μου παρουσίας, μπορώ να καθίσω στον δροσερό ίσκιο του, να συρρικνωθώ και να μετουσιωθώ σε ένα με το ίδιο το δέντρο της γνώσης...» «...Οι αδιαφιλονίκητοι δεσμοί μας με τον κόσμο που μας γέννησε αποτελούν ένα μυστήριο. Εμείς οι άνθρωποι έχουμε την ικανότητα να διαλογιζόμαστε την φύση του σύμπαντος που μας γέννησε, ακόμα και να ανακαλύπτουμε τους κανόνες πάνω στους οποίους λειτουργεί. Γιατί εμείς οι άνθρωποι να έχουμε αυτό το προνόμιο: Η ερώτηση αυτή δεν συνάδει με την άποψη ότι η ύπαρξή μας μπορεί να είναι ένα τυχαίο γεγονός, μια ιδιοτροπία της Φύσης, μια συμπτωματική ανωμαλία του κοσμικού γίγνεσθαι. Η εμπλοκή μας είναι βαθιά συνυφασμένη με το κοσμικό δράμα. Η συνειδητότητα, η οποία μας διακρίνει, αποτελεί την βασική προϋπόθεση της ύπαρξής μας. Η συνειδητή ύπαρξή μας σε αυτόν το μικρό πλανήτη, σε αυτήν τη φαινομενικά χωρίς άλλη ιδιαιτερότητα γωνιά του σύμπαντος, πρέπει ασφαλώς να είναι θεμελιώδους σημασίας, αφού μέσω της συνειδητότητας και των συνειδητών όντων αυτό το σύμπαν έχει αναπτύξει αυτογνωσία. Αυτό δεν μπορεί να αποτελεί μια ασήμαντη λεπτομέρεια ή να είναι προϊόν κάποιων τυχαίων και άσκοπων «δυνάμεων». Το στοίχημα είναι πως είμαστε εδώ σκόπιμα!»
Πηγή: www.ododeiktes.com 5.4.2007