Μάριος Μπέγζος
Τί είναι η ζωή; Πού βρίσκεται τό νόημά της; Πώς ορίζουμε αυτό τό φαινόμενο πού λέγεται ζωή; Συχνά ακούμε τέτοιες απορίες ολόγυρά μας. Εμείς οι ίδιοι, σέ κάποια κρίσιμη στιγμή τού προσωπικού μας βίου, θέτουμε στόν εαυτό μας αυτό τό καίριο ερώτημα, σάν κάποιο ήρωα τού Σαίξπηρ ο οποίος αναρωτιόταν «νά ζείς ή νά μήν ζείς». Ποιά απάντηση έχει νά δώσει η Εκκλησία σ’ αυτή τήν ερώτησή μας;
Ας είμαστε πρώτα απ’ όλα ειλικρινείς! Δέν μπορούμε εύκολα νά αποκριθούμε σέ τέτοιες απορίες πού μόνο τά παιδιά καί οι σοφοί τολμούν νά διατυπώσουν. Ερωτούν γιά τό νόημα τής ζωής τά παιδιά, επειδή γνωρίζουν πολύ λίγα, καί οι σοφοί, διότι γνωρίζουν πάρα πολλά πράγματα. Όσοι δέν είμαστε πιά μικρά παιδιά ούτε βέβαια γίναμε ακόμα «σοφοί» (!), η συντριπτική πλειοψηφία τών μέσων ανθρώπων τής καθημερινής ζωής επιμένουμε νά ρωτάμε γιά τό νόημα τής ζωής, ιδίως όταν βρεθούμε σέ δύσκολες υπαρξιακές περιστάσεις, σάν τό θάνατο ενός δικού μας ανθρώπου, τό χωρισμό από τό αγαπημένο μας πρόσωπο, κάποια αποτυχία στή σταδιοδρομία μας, μπροστά σέ μιά καταστροφή ή κάποιο άλλο συγκλονιστικό βίωμα μέ αρνητικό περιεχόμενο.
Βέβαια απαιτώντας απάντηση σέ ένα τέτοιο ερώτημα πρέπει νά έχουμε στό μυαλό μας ότι υπάρχει πλήθος παρόμοιων αποριών πού ποτέ δέν μπορούν νά βρούν απάντηση ικανοποιητική, όπως π.χ. τί είναι αυτό πού τό λένε αγάπη. Τό ίδιο συμβαίνει μέ τή ζωή: ζούμε τή ζωή, μά δέν γνωρίζουμε τί στ’ αλήθεια είναι αυτό πού τό λέμε «ζωή». Κι όμως αυτό είναι πού κάνει τόν άνθρωπο νά διακρίνεται από τά ζώα, τά άλλα έμβια όντα, δηλαδή όλα όσα έχουν μέσα τους ζωή, βίο (έμβιος = εν+βίος, μέ τήν ζωή μέσα του). Κι όπως γράφει ο Ντοστογιέφσκι: «Τό μυστικό τής ανθρώπινης ύπαρξης είναι τούτο: Δέ θέλει μονάχα νά ζεί, μά καί νά ξέρει γιατί ζεί».
Έτσι λοιπόν είναι φυσικό κι εύλογο, δηλαδή είναι λογικό, πού επιμένουμε νά ρωτάμε γιά τό νόημα τής ζωής, παρόλο πού παραμένει πάντα πάρα πολύ δύσκολο νά δώσουμε μιάν απάντηση μέ μαθηματική ακρίβεια. Ωστόσο εμείς θά καταφύγουμε στήν μακραίωνα πείρα ζώης πού έχει μέσα της η Εκκλησία καί θά κάνουμε μιάν απόπειρα νά μιλήσουμε γιά τό νόημα τής ζωής, αφού κάτι τέτοιο μάς αφορά προσωπικά κι απόλυτα, άμεσα καί βιωματικά.
Ζωή είναι η σχέση
Ρωτήστε έναν βιολόγο ή κάποιον ιατρό νά σάς πεί πότε καί πώς θεωρεί ότι ζεί κάθε έμβιο ον είτε πρόκειται γιά τόν άνθρωπο είτε γιά οποιοδήποτε μέλος τού ζωϊκού βασιλείου από τά μικρότερα μέχρι τά μεγαλύτερα. Θά σάς απαντήσει ότι τό φαινόμενο τής ζωής τεκμαίρεται, τεκμηριώνεται, αποδεικνύεται μέ επιστημονικά τεκμήρια, δηλαδή μέ αδιάψευστα στοιχεία, όταν υπάρχουν δύο δεδομένα: η σχέση καί η ενέργεια. Κάθε ζωντανός οργανισμός ενεργεί καί σχετίζεται: ανταλλάσσει ενέργεια μέ τό περιβάλλον του, επικοινωνεί μέ τόν περίγυρό του, σχετίζεται μέ τό άλλο του, βρίσκεται σέ σχέση μέ καθετί τό διαφορετικό από αυτόν τόν ίδιο, συμμετέχει, δηλαδή μετέχει μαζί του, συνευρίσκεται (βρίσκεται μαζί) τό ένα μέ τό άλλο.
Γιά παράδειγμα, ο γιατρός διαπιστώνει τό θάνατο ενός ανθρώπου, όταν αυτός ο τελευταίος παύει νά αναπνέει, δηλαδή σταματά νά ενεργεί καί νά σχετίζεται, νά ανταλλάσσει ενέργεια μέ τό περιβάλλον του. Τότε διακόπτεται η θερμότητα, «πέφτει» η θερμοκρασία του, παγώνει καί παγιώνεται, γίνεται ακίνητος σάν τόν πάγο καί καταντά πάγιος (αμετάβλητος), ακίνητος, ανενεργός (χωρίς ενέργεια) καί άσχετος (δίχως σχέση). Ο νεκρός είναι παγωμένος, ο ζωντανός μένει θερμός, διότι ενεργεί καί σχετίζεται. ¶ρα η ζωή είναι σχέση καί ενέργεια σύμφωνα μέ τά δεδομένα τής φυσιολογίας, τής βιολογίας καί τής ανθρωπολογίας.
Η ζωή είναι ένα σύνολο ενεργουμένων σχέσεων. Ζεί μόνο ό,τι σχετίζεται κι ενεργεί. Μάλιστα ζεί τόσο χρόνο όσο ακριβώς βρίσκεται σέ σχέση κι ενέργεια. Κάθε έμβιο ον στερείται αυτές τίς δύο θεμελιώδεις ιδιότητες τής ζωής, δηλαδή τή σχέση καί τήν ενέργεια, όταν βρίσκεται στά δύο όρια τού βίου του, πρίν τήν αρχή καί μετά τό τέλος τής ζωής. Προτού νά δεί τό φώς τού κόσμου δέν σχετίζεται μέ άλλους ανθρώπους. Αλλά κι όταν πάψει πιά νά αντικρύζει τό φώς αυτού τού κόσμου, δηλαδή όταν τελευτήσει κι έχει παθάνει, τότε πάλι στερείται τή σχέση καί τήν ενέργεια.
«Εγώ είμαι η ζωή» (Ιωάν. 11, 25)
Αυτό ακριβώς μάς διδάσκει η Εκκλησία: η ζωή είναι ένα σύνολο ενεργουμένων σχέσεων. Ζώ θά πεί ενεργώ καί σχετίζομαι. Ο Θεός είναι τό πρότυπο τής ζωής, η ίδια η ζωή, η αληθινή ζωή, η πηγή τής ζωής. Όταν ο Μωυσής στό όρος Σινά συναντά τόν Θεό καί Τού ζητά τό όνομά Του, Εκείνος απαντά: «Εγώ ειμί ο ών» (Εξόδου 3, 14). Ο Θεός ταυτίζεται μέ τό κατεξοχήν υπαρκτό όν, τό υπέρτατο «έμβιο όν», τόν ύψιστο φορέα τής ζωής, τήν πρωτογενή πηγή καί τήν ανώτατη αρχή τής αληθινής ζωής.
Στήν Καινή Διαθήκη πιά αποκαλύπτεται ο Θεός σαφέστερα στό Δεύτερο Πρόσωπο τής Αγίας Τριάδος, τόν Ιησού Χριστό, τόν Υιό καί Λόγο Του, πού δηλώνει: «Εγώ ειμι η ανάστασις καί η ζωή,ο πιστεύων εις εμέ κάν αποθάνη ζήσεται καί πάς ο ζών καί πιστεύων εις εμέ ού μή αποθάνη εις τόν αιώνα» (Ιωάν. 11, 25-26). Οι Μαθητές Του πού έζησαν μαζί Του πιό κοντά από οποιονδήποτε άλλο άνθρωπο ονομάζουν τόν Ιησού «αρχηγόν τής ζωής» (Πράξ. 3, 15). Ο Απόστολος Παύλος αποκαλεί τόν Χριστό «η ζωή υμών» (Κολος. 3, 4).
Δέν είναι τυχαίο ότι σέ κάθε εικόνα, όπου η Εκκλησία παριστάνει τό πρόσωπο τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, υπάρχει η λέξη «Ο ΩΝ» ολόγυρα στό φωτοστέφανο, τό λαμπερό, δηλαδή, χρυσόχρωμο κυκλικό πλαίσιο γύρω από τήν κεφαλή Του, ακριβώς γιά νά δηλώσει αυτήν τήν πρωταρχική ιδιότητά Του πού είναι η ζωή. Αν στήν Παλαιά Διαθήκη δηλώνει ο Θεός τήν ύπαρξή Του κάπως αφηρημένα μέ τή λέξη «ΩΝ», στήν Καινή Διαθήκη κάνει πολύ πιό συγκεκριμένη τήν ταυτότητά Του μέ τό λόγο τού Ευαγγελιστή Ιωάννη: «ο Θεός αγάπη εστίν» (Α΄ Ιωάν. 4, 8 16).
Αν κάποιος ήθελε νά μεταφράσει τό λόγο τής Εκκλησίας στά μαθηματικά τότε θά έγραφε αυτή τήν εξίσωση: Θεός = αγάπη = ζωή. Η ζωή σημαίνει τήν αγάπη καί ο Θεός είναι η πηγή τών δύο αυτών αγαθών, τής ζωής καί τής αγάπης. Αυτό τό γνωρίζουν πολύ καλύτερα από όλους μας οι άγιοι καί οι ποιητές, οι πιστοί καί οι λόγιοι, οι απλοί άνθρωποι τού Θεού καί οι πρωτοκορυφαίοι τής τέχνης. Ας ακούσουμε δύο σχετικές μαρτυρίες. Η μιά προέρχεται από τά ασκητικά κείμενα ενός περίφημου βυζαντινού θεολόγου, τού Ισαάκ τού Σύρου: «Η αγάπη είναι πιό γλυκιά κι απ’ τήν ζωή». Κι η άλλη ανήκει στόν Ντοστογιέφσκι: «Η αγάπη είναι ανώτερη απ’ τή ζωή, η αγάπη είναι τό στεφάνι τής ζωής καί πώς είναιδυνατό νά μήν τό προσκυνήσει η ζωή;»
Τώρα καταλαβαίνουμε κάπως καλύτερα γιατί είναι τόσο δύσκολο, ν’ απαντήσουμε στό ερώτημα «τί είναι ζωή», αφού δέν μπορούμε νά αποκριθούμε στήν απορία «τί είναι αυτό πού τό λένε αγάπη». Κι όμως όλοι μας ζούμε τήν ζωή καί ζητούμε τήν αγάπη, γι’ αυτό λοιπόν δυσκολευόμαστε νά ορίσουμε αυτά τά δύο πιό ζωτικά μεγέθη τής ύπαρξής μας. Ας είναι όμως! Δέν έχει τόση σημασία νά ορίσουμε τήν ζωή καί τήν αγάπη, αλλά νά ζούμε τήν ζωή καί τήν αγάπη. Πού πάει νά πεί τό ίδιο πράγμα: ζώ σημαίνει αγαπώ. Η θεμελιώδης εξίσωση τής ζωής είναι αυτή: «αγαπώ άρα υπάρχω»!
πηγή: http://www.i-m-attikis.gr/html/gr/prosvasis/37/01.htm