Πέντε στοχσμοί γιά τήν ὀμορφιά

1
1158

 

Francois Cheng, Πέντε στοχσμοί γιά τήν ὀμορφιά, μετάφραση Μ. Παπαδήμα, Μ. Λεοντάρη, Ἑξάντας, Ἀθήνα 2011, σελ. 133
Ὁ Φρανσουά Τσένγκ γεννήθηκε στήν Κίνα τό 1929. Τό 2002 ἔγινε τό πρῶτο, ἀσιατικῆς καταγωγῆς, μέλος τῆς Γαλλικῆς Ἀκαδημίας.
Τό βιβλίο πού παρουσιάζω ἐδῶ, εἶναι πέντε διαλέξεις τοῦ συγγραφέως πάνω σέ ζητήματα αἰσθητικῆς, κυρίως δέ στήν ἔννοια τοῦ ὡραίου. Ἐξ αὐτοῦ τοῦ λόγου εἶναι ἐμφανής ἡ προφορικότητα τῶν κειμένων, μέ τίς συχνές ἐπαναλήψεις τῶν λεγομένων.
Παραδέχεται ἐξ ἀρχῆς ὁ συγγραφέας ὅτι «τό νά μιλᾶμε γιά τήν ὀμορφιά μπορεῖ νά φαίνεται ἄτοπο, ἀκόμη καί προκλητικό. Σχεδόν σκανδαλῶδες» (σ. 15). Αὐτό ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι ἀπό τό τέλος τοῦ 19ου καί κυρίως στόν 20ό αἰ. ὁ σκοπός τῆς τέχνης ὡς ἀποκάλυψη τοῦ ὡραίου ἔχει ἀλλάξει: «Ἡ ἀσχήμια τῶν μεγαλουπόλεων, ἡ συνείδηση μιᾶς νεωτερικότητας βασισμένης στήν ἰδέα τοῦ ‘’θανάτου τοῦ Θεοῦ’’, ἡ κατάρρευση τοῦ οὑμανισμοῦ» ἀνέστρεψαν τήν παραδοσιακή ἀντίληψη περί τῆς τέχνης (σ. 99).
Πολύ ἐνδιαφέρουσα εἶναι ἡ προσέγγιση τοῦ συγγραφέως περί τῆς μοναδικότητας τῆς ὑπάρξεως ἑκάστου ὄντος, στήν ὁποία «ἡ ὀμορφιά ἀρχίζει νά ὑπάρχει» (σ. 24). Ἐνῶ ὁ Τσένγκ δέχεται ὅτι «τό σύμπαν φανερώνεται σάν ἕνα δῶρο πού μᾶς καλεῖ νά τό ἐξυμνήσουμε» (σ. 31), ὑπενθυμίζει ἐπίσης ὅτι «ἡ κινεζική σκέψη δέν γνώρισε τήν ἰδέα τῆς Δημιουργίας μέ τήν βιβλική ἔννοια τοῦ ὅρου» (σ. 37).
Ἀξιοπρόσεκτες, ἀπό τήν ἄποψη  τῆς ἱστορίας τῆς τέχνης, εἶναι οἱ ἑρμηνευτικές προσεγγίσεις τοῦ συγγραφέως στήν γνωστή «Μόνα Λίζα» (σσ. 54-60).
Ὁ ἀναγνώστης θά διαπιστώσει ὅτι ὁ Φρ. Τσένγκ ἀντιπαραβάλλει σέ πολλές σελίδες τοῦ βιβλίου του τήν ὀμορφιά μέ τό κακό καί ὄχι μέ τό ἄσχημο (βλ. ἐνδεικτικῶς σ. 16, σ. 63, σ. 65), ἀφορμώμενος κυρίως ἀπό τήν λόγια κινεζική παράδοση ἡ ὁποία δεχόμενη «τήν ποίηση καί τήν ζωγραφική ὡς ὑπέρτατη ἔκφραση τῆς ἀνθρώπινης δημιουργίας, δέν διαχωρίζει τήν αἰσθητική ἀπό τήν ἠθική» (σ. 128). Στήν γνωστή ρήση τοῦ Ντοστογιέφσκι «ἡ ὀμορφιά θά σώσει τόν κόσμο» (σ. 116) ὁ Τσένγκ ἑρμηνεύει τήν ὀμορφιά ὡς λύτρωση ἀπό τό κακό.
Γνωρίζει καλῶς ὁ συγγραφέας τήν ἀρχαία ἑλληνική περί τῆς τέχνης, ἀλλά καί τίς αἰσθητικές ἀντιλήψεις τῶν φιλοσόφων τοῦ γερμανικοῦ Ἰδεαλισμοῦ, όπως φαίνεται σέ πολλά σημεῖα τοῦ βιβλίου (βλέπε λ.χ. σσ. 73-75, σ. 91, σ. 99, σ. 116).
Οἱ «πέντε στοχασμοί» παρουσιάζουν ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον, κυρίως ἄν ἀναγνωσθοῦν στό πλαίσιο μιᾶς ἁπλῆς, σύντομης, ἔκθεσης τῶν προσεγγίσεων περί τοῦ ὡραίου στήν κινεζική κοσμολογία καί αἰσθητική. Ὁ συγγραφέας δέν ἀντιπαραβάλλει μέ ἐχθρική διάθεση, τήν δική του μέ τίς ἄλλες παραδόσεις, κυρίως τήν ἀρχαία ἑλληνική καί τήν χριστιανική, καί ἔτσι πρέπει νά πράξει, νομίζω , καί ὁ ἀναγνώστης.
Αὐτό πού κομίζει ὁ συγγραφέας ὡς πρόταση στήν Δύση ὅπου ἔζησε καί ἐργάσθηκε, εἶναι ὅτι ἡ κινεζική τέχνη, ἰδιαίτέρως ἡ ζωγραφική, δέν ἀπεικονίζει ἁπλῶς τοπία τῆς φύσεως ἀλλά «τοπία τῆς ψυχῆς» (σ. 86). Προτείνει, τελικά, ὁ Τσένγκ στήν σημερινή ἐκβαρβαρισμένη Δύση τήν σύνδεση τῆς αἰσθητικῆς μέ τήν ἠθική, σχέση τήν ὁποία εἶχε ἀπορρίψει, ἄν καί ὄχι ἀπολύτως, ὁ μεγάλος Γερμανός φιλόσοφος Ἰμμ. Κάντ.

Δημήτρης Μπαλτᾶς

Francois Cheng, Πέντε στοχασμοί γιά τήν ὀμορφιά, μετάφραση Μ. Παπαδήμα, Μ. Λεοντάρη, Ἑξάντας, Ἀθήνα 2011, σελ. 133 

 Ὁ Φρανσουά Τσένγκ γεννήθηκε στήν Κίνα τό 1929. Τό 2002 ἔγινε τό πρῶτο, ἀσιατικῆς καταγωγῆς, μέλος τῆς Γαλλικῆς Ἀκαδημίας.Τό βιβλίο πού παρουσιάζω ἐδῶ, εἶναι πέντε διαλέξεις τοῦ συγγραφέως πάνω σέ ζητήματα αἰσθητικῆς, κυρίως δέ στήν ἔννοια τοῦ ὡραίου. Ἐξ αὐτοῦ τοῦ λόγου εἶναι ἐμφανής ἡ προφορικότητα τῶν κειμένων, μέ τίς συχνές ἐπαναλήψεις τῶν λεγομένων.  Παραδέχεται ἐξ ἀρχῆς ὁ συγγραφέας ὅτι «τό νά μιλᾶμε γιά τήν ὀμορφιά μπορεῖ νά φαίνεται ἄτοπο, ἀκόμη καί προκλητικό. Σχεδόν σκανδαλῶδες» (σ. 15). Αὐτό ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι ἀπό τό τέλος τοῦ 19ου καί κυρίως στόν 20ό αἰ. ὁ σκοπός τῆς τέχνης ὡς ἀποκάλυψη τοῦ ὡραίου ἔχει ἀλλάξει: «Ἡ ἀσχήμια τῶν μεγαλουπόλεων, ἡ συνείδηση μιᾶς νεωτερικότητας βασισμένης στήν ἰδέα τοῦ ‘’θανάτου τοῦ Θεοῦ’’, ἡ κατάρρευση τοῦ οὑμανισμοῦ» ἀνέστρεψαν τήν παραδοσιακή ἀντίληψη περί τῆς τέχνης (σ. 99).  

Πολύ ἐνδιαφέρουσα εἶναι ἡ προσέγγιση τοῦ συγγραφέως περί τῆς μοναδικότητας τῆς ὑπάρξεως ἑκάστου ὄντος, στήν ὁποία «ἡ ὀμορφιά ἀρχίζει νά ὑπάρχει» (σ. 24). Ἐνῶ ὁ Τσένγκ δέχεται ὅτι «τό σύμπαν φανερώνεται σάν ἕνα δῶρο πού μᾶς καλεῖ νά τό ἐξυμνήσουμε» (σ. 31), ὑπενθυμίζει ἐπίσης ὅτι «ἡ κινεζική σκέψη δέν γνώρισε τήν ἰδέα τῆς Δημιουργίας μέ τήν βιβλική ἔννοια τοῦ ὅρου» (σ. 37).Ἀξιοπρόσεκτες, ἀπό τήν ἄποψη  τῆς ἱστορίας τῆς τέχνης, εἶναι οἱ ἑρμηνευτικές προσεγγίσεις τοῦ συγγραφέως στήν γνωστή «Μόνα Λίζα» (σσ. 54-60).Ὁ ἀναγνώστης θά διαπιστώσει ὅτι ὁ Φρ. Τσένγκ ἀντιπαραβάλλει σέ πολλές σελίδες τοῦ βιβλίου του τήν ὀμορφιά μέ τό κακό καί ὄχι μέ τό ἄσχημο (βλ. ἐνδεικτικῶς σ. 16, σ. 63, σ. 65), ἀφορμώμενος κυρίως ἀπό τήν λόγια κινεζική παράδοση ἡ ὁποία δεχόμενη «τήν ποίηση καί τήν ζωγραφική ὡς ὑπέρτατη ἔκφραση τῆς ἀνθρώπινης δημιουργίας, δέν διαχωρίζει τήν αἰσθητική ἀπό τήν ἠθική» (σ. 128). Στήν γνωστή ρήση τοῦ Ντοστογιέφσκι «ἡ ὀμορφιά θά σώσει τόν κόσμο» (σ. 116) ὁ Τσένγκ ἑρμηνεύει τήν ὀμορφιά ὡς λύτρωση ἀπό τό κακό.  

Γνωρίζει καλῶς ὁ συγγραφέας τήν ἀρχαία ἑλληνική περί τῆς τέχνης, ἀλλά καί τίς αἰσθητικές ἀντιλήψεις τῶν φιλοσόφων τοῦ γερμανικοῦ Ἰδεαλισμοῦ, όπως φαίνεται σέ πολλά σημεῖα τοῦ βιβλίου (βλέπε λ.χ. σσ. 73-75, σ. 91, σ. 99, σ. 116).Οἱ «πέντε στοχασμοί» παρουσιάζουν ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον, κυρίως ἄν ἀναγνωσθοῦν στό πλαίσιο μιᾶς ἁπλῆς, σύντομης, ἔκθεσης τῶν προσεγγίσεων περί τοῦ ὡραίου στήν κινεζική κοσμολογία καί αἰσθητική. Ὁ συγγραφέας δέν ἀντιπαραβάλλει μέ ἐχθρική διάθεση, τήν δική του μέ τίς ἄλλες παραδόσεις, κυρίως τήν ἀρχαία ἑλληνική καί τήν χριστιανική, καί ἔτσι πρέπει νά πράξει, νομίζω , καί ὁ ἀναγνώστης.Αὐτό πού κομίζει ὁ συγγραφέας ὡς πρόταση στήν Δύση ὅπου ἔζησε καί ἐργάσθηκε, εἶναι ὅτι ἡ κινεζική τέχνη, ἰδιαίτέρως ἡ ζωγραφική, δέν ἀπεικονίζει ἁπλῶς τοπία τῆς φύσεως ἀλλά «τοπία τῆς ψυχῆς» (σ. 86). Προτείνει, τελικά, ὁ Τσένγκ στήν σημερινή ἐκβαρβαρισμένη Δύση τήν σύνδεση τῆς αἰσθητικῆς μέ τήν ἠθική, σχέση τήν ὁποία εἶχε ἀπορρίψει, ἄν καί ὄχι ἀπολύτως, ὁ μεγάλος Γερμανός φιλόσοφος Ἰμμ. Κάντ.

πηγή: Aντίφωνο

1 σχόλιο

  1. «Ο αναγνώστης θα διαπιστώσει ότι ο Φρ. Τσένγκ αντιπαραβάλλει σε πολλές σελίδες του βιβλίου του την ομορφιά με το κακό και όχι με το άσχημο […] αφορμώμενος κυρίως από την λόγια κινεζική παράδοση η οποία δεχόμενη [i]”την ποίηση και την ζωγραφική ως υπέρτατη έκφραση της ανθρώπινης δημιουργίας, δεν διαχωρίζει την αισθητική από την ηθική”[/i]»

    Η αποδοχή (ή η απόρριψη) της ενότητας της [i]αισθητικής[/i] με την [i]ηθική[/i] αποτελεί, νομίζω, το κρίσιμο σημείο για την όλη εδραίωση κάθε πολιτισμού: Κρίσιμο, επειδή επεξηγεί το γιατί, στο σύνολό τους, οι παραδοσιακοί πολιτισμοί εργάζονταν για τον εξανθρωπισμό του ανθρώπου – όπως και το γιατί της τρέχουσας μετάβασης προς την απανθρωπία.

    Ένα βήμα παραπέρα, πάντως, μας περιμένει η συνειδητοποίηση τής_ τ α ύ τ ι σ η ς_ (όταν η εκδίπλωσή τους ακεραιωθεί) τόσο του [b]καλού[/b] όσο και του [b]όμορφου[/b] με το [b]αληθινό[/b]. Ώστε το [i]κάλλος[/i], εν τέλει, να πιστοποιείται ως η έλξη της γνησιότητας.
    Μάλλον εδώ εντοπίζεται ο λόγος, άλωστε, που τό (εκάστοτε, εκασταχού) αντικείμενο της [i]ωραιοπάθειας[/i] επιφυλάσσει, ανά πάσα περίσταση, την εξάντλησή του.

    ΥΓ: Φαίνεται ενδιαφέρον το βιβλίο του Francois Cheng. Τόσο, ώστε να μας θυμίζει την αξιολογώτερη, πρόσφατη, ελληνόφωνη συναφή έκδοση: Τη συλλογή κειμένων [i]«Περί ύλης και τέχνης»[/i] (“Αθηνά”, 1971) με περιεχόμενα τα δοκίμια ενός, προγενέστερου, σχετικού αφιερώματος του “Σύνορου”.
    Μια έκδοση – ειρήσθω εν παρόδω – ως προς την οποία προβαίνει ακατανόητο ότι κανείς δεν παίρνει την πρωτοβουλία να επανεκδόσει.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ