Θαύματα μεγάλα και μικρά

0
489

Όχι σπάνια ακούμε κάθε λογής ανθρώπους σε δύσκολες περιστάσεις να εύχονται να γίνει ένα θαύμα. Θα έλεγα ότι το έχουμε κάνει κάποια στιγμή όλοι μας. Συνήθως αυτό που περιμένουμε ως ‘θαύμα’ είναι μια προσωπική απαίτηση για ικανοποίηση μιας επιθυμίας είτε θετικής (να γίνω καλά από την αρρώστια μου, να πετύχω στις εξετάσεις, να κερδίσω κάτι), είτε και αρνητικής (να χάσουν κάποιοι άλλοι, να ματαιωθεί μια εκδήλωση που δεν μου αρέσει). Μια τέτοια έννοια ‘θαύματος’ περιορίζει πολύ τον Θεό: τον φέρνει στα μέτρα μας, τον θέλει ως υπηρέτη δικών μας συμφερόντων, άρα… όχι Θεό (με κεφαλαίο Θ). Άλλωστε, τα ίδια αιτήματα δεν θα υπέβαλλε και ο άλλος, αντίπαλος, αντίδικος, συνυποψήφιος; Αυτό που θα ήταν ‘θαύμα’ για μένα δεν θα ήταν ‘δράμα’ για εκείνον;

    Στην βιβλική ιστορία του Προφήτη Ηλία έχουμε ένα κλασικό παράδειγμα ‘συγκριτικής μελέτης’ στη θαυματουργία. Ο Προφήτης αντιμετωπίζει 950 ιερείς των ειδώλων και τους προτείνει να… συναγωνισθούν στο θαύμα. Οι δυο πλευρές κάνουν από μια θυσία. Επικαλούνται διαδοχικά οι μεν τον Βάαλ, ο δε Ηλίας τον αληθινό Θεό. Η απάντηση του ειδώλου: ‘καὶ οὐκ ἦν φωνὴ καὶ οὐκ ἦν ἀκρόασις’. Η απάντηση του Θεού έρχεται με φωτιά που κατακαίει την θυσία. Ακολουθεί η θανάτωση των ‘προφητῶν τῆς αἰσχύνης’ κατά την εντολή του Θεού, και κορυφώνεται με ραγδαία βροχή που τερματίζει την ανομβρία που επί τριάμισι χρόνια μάστιζε τη χώρα.

    Πολλές φορές το αίτημά μας για ‘θαύμα’ αποβλέπει σε κάτι τέτοιες παλαιοδιαθηκικού τύπου ενέργειες (ή επιδείξεις) ισχύος εκ μέρους του Θεού, βροντερές, θεαματικές, τιμωρητικές για τους απέναντι, που να καταξιώνουν ακλόνητα τη δική μας θέση. Λησμονούμε βέβαια ότι αν ο Θεός θαυματουργούσε συστηματικά με τέτοιο τρόπο και κατά παραγγελίαν, πολύ σύντομα δεν θα είχε απομείνει κανένας μας…

    Σε γενικότερο επίπεδο, όταν ζούμε μέσα σ’ έναν κόσμο θαυμαστό σε κάθε εκδήλωσή του, ‘τί ἔτι χρείαν ἔχομεν’ θαυμάτων; Ο κόσμος γύρω μας, που τον ονομάζουμε ‘φυσικό’ (χωρίς, πιστεύω, να σκεφτόμαστε τι ακριβώς σημαίνει αυτό), είναι λιγότερο θαύμα επειδή έχουμε αρχίσει να τον κατανοούμε; Το γεγονός π.χ. ότι μπορούμε να περιγράψουμε με εξισώσεις την κίνηση των πλανητών ή την θέση των άστρων κάνει λιγότερο αξιοθαύμαστη την συνεχή παρουσία και την αρμονική χορογραφική περιπλάνησή τους στο στερέωμα; Επειδή κάθε μέρα ανακαλύπτουμε όλο και περισσότερα για τα κύτταρα, τα οργανίδιά τους, τις λειτουργίες τους, τον πολλαπλασιασμό τους, τη διαιώνιση των χαρακτηριστικών τους, παύουν αυτά να αποτελούν ‘θαυμαστά’ αντικείμενα παρατήρησης και μελέτης; Κι ακόμη, η αποκρυπτογράφηση του ανθρωπίνου γονιδιώματος (ένα μεγάλο επιστημονικό επίτευγμα από κάθε πλευρά) αφαιρεί τίποτε από το μεγάλο μυστήριο της ζωής; Αν μη τι άλλο, η αναλυτική γνώση των φυσικών φαινομένων θα πρέπει να μας οδηγεί σε μεγαλύτερο θαυμασμό γι’ αυτά και για τον Δημιουργό τους.

     Ας θυμηθούμε και μιαν άλλη εμπειρία του Προφήτη Ηλία. Ενώ κρύβεται σ’ ένα σπήλαιο από τη μανία του βασιλιά Αχαάβ που τον καταδιώκει, ισχυρός άνεμος, σεισμός, φωτιά, όλα περνούν από μπροστά του, και σε κανένα από αυτά τα θορυβώδη και βίαια φαινόμενα δεν βρίσκεται ο Θεός. Και μετά από όλον αυτό τον χαλασμό, έρχεται ‘φωνὴ αὔρας λεπτῆς, κἀκεῖ Κύριος’, μας λέγει το ιερό κείμενο. Που σημαίνει ότι θα πρέπει να μάθουμε να αναζητούμε και να βλέπουμε τον Θεό στα μικρά καθημερινά και συνηθισμένα, στην ησυχία, στην αφάνεια, στο κάλλος των ταπεινών πραγμάτων. Και τότε θα διαπιστώνουμε σε κάθε στιγμή ότι ο κόσμος είναι γεμάτος θαύματα, διότι τα πάντα είναι ‘καλά λίαν’.

 

[Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ‘Χριστός & Κόσμος’ της Ι. Μητρ. Κισάμου & Σελίνου, τ. 54, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2016, σ. 74]

 

πηγή: Aντίφωνο

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ