Τραγικό τέλος είχε ο σαρανταεννιάχρονος πατέρας δύο ανήλικων παιδιών, μέσα στο χώρο εργασίας του, όταν ο εργοδότης του ανακοίνωσε περικοπές προσωπικού που περιλάμβαναν και τον ίδιο. (Έθνος, 18 Σεπτεμβρίου 2012)
Γεννήθηκαν, κι εκείνων που΄χουν πέσει
Από τη βάρκα λίγο πριν φτάσει στην ακτή
Γιατί η ζωή τους πια δεν τους αρέσει.
Θανάσης Παπακωνσταντίνου, SAN MICHELE.
Είναι- νομίζω- χαρακτηριστικό παράδειγμα της εποχής, η απαίτηση του υποκειμένου για μετοχή σε αντικειμενικές αλήθειες, οι οποίες συνήθως συντάσσονται με το υλικό ανεξέλεγκτου αριθμού πληροφοριών, δεδομένων, εικόνων κι ό,τι άλλο, σχημάτων- κατ΄επίφαση ή και όντως- δηλωτικών και δομικών της ατομικής ταυτότητας.
Ας πούμε, η κουβέντα που τα προηγούμενα χρόνια απασχολούσε την εμπύρετο εντόπια διανόηση, για το πώς γράφεται η Ιστορία ή ακόμα περισσότερο για το τι μας διδάσκει, υποτάσσεται σε αυτή τη συνθήκη. Οπότε και μαθαίνει κανείς πως τσουβαλιάζοντας αδιακρίτως γεγονότα, βρίσκει το κατάλληλο οικοδομικό υλικό για μαντρώσει εντός του το ατομικό άλλοθι, μιας και κανείς δεν διευκρίνισε πως το νόημα δεν το ορίζουν τα γεγονότα, αλλά η κατανόηση και η ερμήνευσή τους.
Κάθε πρόβλημα, είναι πρώτα απ΄όλα πρόβλημα είδους ερμηνευτικού, κι όταν συχνά αναφερόμαστε στην αρχή του κοινού λόγου, θα πρέπει να συγκλίνουμε και σε έναν κοινό τόπο, όχι ως όρο συμφωνίας αλλά διαλόγου. Πρέπει μετά να σημειώσω, πως ο διά- Λόγος λειτουργείται στη ζωή κι όχι στις φαντασμαγορίες, καθώς ακόμα κι η λέξη νόημα, πεταμένη στα κενά αέρος του άμετρου, είναι λέξη α- νοητή.
Το πώς η συσσώρευση γεγονότων, οι στιβάδες ιστορικών περιστατικών μπορούν να λυτρώσουν με αντικειμενικό τρόπο την αλήθεια, είναι κάτι που φαντάζομαι το γνωρίζουν αρκετοί ντόπιοι μάγοι της απομύθευσης και της απομάγευσης. Ουσιαστικά όμως, εκείνο που μπορεί κανείς να διακρίνει στην αρένα του εθνικού μας τσίρκο, είναι το μέλημα να μπολιαστεί η νεοελληνική ράτσα- αδυνατώ να καταλάβω τι προσδιορίζεται με τον όρο νεοέλληνας και πιστεύω πως πολύ σύντομα θα επινοηθεί και ο όρος μεταέλληνας- το κλαράκι της άνοιας. Τούτο είναι σαφές, όσο μαθαίνουμε πως τα γεγονότα αποκαλύπτουν τα νοήματα ως διά μαγείας. Το γεγονός δηλαδή στην καθεαυτότητά του, ορίζει τις συντεταγμένες αλήθειας και νοήματος, αδιαφορώντας ωστόσο για τα μέτρα του δράματος της Ιστορίας.
Αν κανείς σταθεί σήμερα σε όλες εκείνες τις κουβέντες που μονοπωλούσαν τα μέσα ενημέρωσης των μαζών, σχετικά με την βαρύτητα των αντικειμενικών ιστορικών αληθειών, θα μπορούσε μετά βεβαιότητας να τις περιγράψει ως τον προθάλαμο αυτής της κατάστασης, που όλοι σήμερα ανεξαρτήτως υφιστάμaεθα, και την περιγράφουμε ως κρίση. Το λέω αυτό, γιατί εκείνη η περί Ιστορίας συζήτηση υπογραμμίζει τα μεγάλα μας παραστρατήματα, δημιουργώντας και θρέφοντας χώρους άκρων, ακριβώς γιατί τα γεγονότα και οι λεζάντες τους δεν μπορούν να συντάξουν νόημα, καθώς η εποχή η ίδια ορίζεται ως ανόητη: το μόνο νόημα είναι πως δεν υπάρχει νόημα. Οπότε, κανείς μαθαίνει για των συνωστισμό των Ελλήνων στον προβλήτα της Σμύρνης, την ίδια στιγμή που εκδηλώνει την ελληνικότητά του, ορθώνει ταυτότητα και ιδιοπροσωπία, κυματίζοντας γαλανόλευκες σε ποδοσφαιρικές διοργανώσεις και σε μουσικούς διαγωνισμούς, όπου η παράδοση εμφανίζεται ως ένα τουρλουμπούκι χρωμάτων, ρυθμών, ήχων. Αυτό ήταν το περιβάλλον διεξαγωγής του διαλόγου γύρω από ιστορικά νοήματα και αλήθειες, κι όταν ζητήματα ζωής και θανάτου γίνονται εμπόρευμα στον πάγκο του τηλεοπτικού χρόνου, όλα μετατρέπονται σε υποσημειώσεις τις εθνικής σαπουνόπερας, μεταγλωττισμένη από τα βραζιλιάνικα ή τα τούρκικα. Φιλότιμε και καλέ μου αναγνώστη, πριν βιαστείς να μου χρεώσεις πως σχηματοποιώ τα πράγματα επικίνδυνα, μπορείς να συντονίσεις τον τηλεοπτικό σου δέκτη σε οποιοδήποτε τηλεοπτική συχνότητα, μπορείς να ρίξεις μια ματιά στις σελίδες οποιασδήποτε φυλλάδας.
Μετά από αμέτρητες χρεωκοπίες του πολιτικού προσωπικού και του εκλεκτορικού σώματος, καταλήγουμε τα όρια του νοήματος να ζυγίζονται στο μέτρο των αυτοκτονιών, αδυνατώντας ακόμα να διακρίνουμε τον πόνο όχι ως επιφαινόμενο της κρίσης, αλλά ως συνθήκη της φύσης μας, της ανθρωπιάς μας. Ας μη γελιόμαστε: η έλλειψη νοήματος προϋποθέτει απουσία λόγου. Γι΄αυτό και κάθε τεχνοκρατικό μέτρο είναι μέτρο αντιαυτοκτονικό, σα χαπάκι παυσίπονο, σα μαγγανεία σε καιρό ανομβρίας, σα τα ξόρκια που διαλύουν τα μάγια. Κι όταν πάλι το περιστατικό κάνει τον κύκλο του, ο ιστορικός του μέλλοντος θα βρει τον τρόπο να μιλήσει με αριθμούς, στατιστικές και γραφήματα για όσους χάνουν τον εαυτό, μαζί και τη ζωή τους, χωρίς ούτε ένας ψίθυρος να χαράζει πάνω στα χείλη του για ό,τι περιγράφει, έστω κι ως υποψία, τον αβάσταχτο αυτόν πόνο του να βυθίζεται κανείς στο προσωπικό μηδέν.
Οι ευκαιρίες που γεννιούνται στους κόλπους του κυρίαρχου συστήματος ορίζουν την ύπαρξη και τη συντήρησή του. Ορθώνεται φαντασμαγορικό, κραταιό και δίκαιο, όσο γνωρίζει πώς να παρακάμπτει τον φόβο, την συνθήκη τελικά του να΄σαι άνθρωπος. Ωστόσο η μυθοποίηση του αντικειμένου, μαζί και του αντικειμενικού ορίζουν γενναία τα μέτρα του υποκειμένου, που μαθαίνει την αλήθεια πονώντας γι΄αυτή. Το αμάρτημα της εποχής, η ειδωλολατρία της αποξένωσης, της αβοντά ζαρά, γεννά ακριβώς την μίμηση της ιδιοποιήσεως- για να χρησιμοποιήσω έναν ζιραρντινιανό όρο- και μαζί με αυτήν και το χάος του μεταμοντέρνου κοσμοειδώλου. Νομίζω πως αυτή η εντροπία απανθρωπιάς είναι- τουλάχιστον- άδικο να αποκαλείται ευκαιρία. Αν είναι ωστόσο να την αποκαλέσω έτσι, τούτο θα το΄κανα για έναν και μόνο λόγο: όσο μου επιτρέπει να σπουδάζω τον χαρακτήρα της ανθρωπινότητάς μου στα μέτρα που βιώνεται το δράμα της Ιστορίας κι όχι στις μετέωρες εγωτικές απαιτήσεις του σοφού, που ορίζει τα μέτρα της αρετής, χωρίς υπακούει στο μέτρο της πρώτα. Να ζήσω ως άνθρωπος, σάρκα και συνείδηση, αρπαγμένος από την λαχτάρα του ΄΄ούπω΄΄ και τον καημό του ΄΄ουκέτι΄΄.
Υπάρχει μονάχα ένας τρόπος γι΄αυτό, να κλίνουμε όλοι μαζί σε χρόνο ενεστώτα το ρήμα: Πονώ. Πονάς. Πονά. Πονάμε. Πονάτε. Πονούν.
Τότε νομίζω, ναι, θα μπορούμε ακατακρίτως και μετά παρρησίας να μιλάμε για Σταυρό κι Ανάσταση.
πηγή: Aντίφωνο
Μόνο ο πόνος που επιλέγουμε συνειδητά, στα πλαίσια μίας εκούσιας ασκητικής, είναι ωφέλιμος. Ο επιβαλλόμενος πόνος και η υλική στέρηση σταδιακά εξοντώνει την ψυχή και εξαθλιώνει το πνεύμα. Μόνο μετά από ετοιμασία πρακτική και όχι θεωρητικές επεξεργασίες μπορεί να έχει υπόσταση ο μαρτυρικός θάνατος, αν είναι αναπόφευκτος μετά από ομολογία ηθικών πεποιθήσεων, αφού ο άνθρωπος ασκηθεί μία ζωή και ολοκληρώσει την ηθική του ανάπτυξη. Ο πραγματικός Σωκράτης (όχι του Πλάτωνα) αποτελεί παράδειγμα τέτοιας ζωής όπως και οι γνήσιοι Άγιοι, που ποτέ δεν πήγαν γυρεύοντας για το μαρτύριο. Οι Στωικοί μίλησαν με πληρότητα γι αυτό το θέμα οι οι Έλληνες Πατέρες επίσης, οι οποίοι ποτέ δεν υποτίμησαν την ανάγκη των αξιοπρεπών βιοτικών μέσων και την απαίτησαν για το εκκλησίασμα, απαιτώντας πάντα η διοίκηση του κράτους να αναλαμβάνεται από φιλάνθρωπους ηγέτες και όχι κεφαλές αυταρχικών και τυραννικών ολιγαρχιών. Και αυτό ανεξαρτήτως πολιτικού συστήματος. Γι αυτό και ένα αξιοπρεπές βιοτικό ελάχιστο και οι πολιτικές ελευθερίες του λόγου και της αυτοδιοίκησης είναι αναγκαίες για την χριστιανική ασκητική. Η ορθοδοξία είναι βαθιά δημοκρατική, αντίθετα από άλλες ομολογίες, όταν βέβαια οι ηγέτες της δεν συμβιβάζονται, με παζάρια “κάτω από το τραπέζι”, εξασφαλίζοντας συντεχνιακά ανταλλάγματα. Η υπερβολή της χριστιανικής ασκητικής είναι η κοινοκτημοσύνη και όχι η δουλεία και η ανισότητα, είναι η αναίρεση της διαφοράς αφέντη και δούλου εκ των έσω, όχι η δικαιολόγησή της.
Επάνω στο σταυρό ο ένας από τους ληστές ενώθηκε με τους σταυρωτές, αυτό είναι το συνηθισμένο. Εξαίρεση είναι ο ληστής που μετανόησε.
Η κοινωνική αδικία και μεγάλη ανισότητα δεν ωφελούν κανένα. Χρησιμεύουν στο παιχνίδι των παιχτών, αλλά καταστρέφουν και τους ίδιους, ηθικά. Η αμαρτία δεν δικαιολογεί ούτε την τιμωρία ούτε τον δήμιο. Η τιμωρία επιτρέπεται να έχει μόνο χαρακτήρα παιδαγωγικό και μετά από δίκαιη δίκη. Και δίκη ενός ολόκληρου λαού είναι ανήκουστη και ψευδής διαδικασία. Η ασάφεια γύρω από αυτά τα θέματα είναι εκ του πονηρού, όχι αδεξιότητα διατύπωσης ή σκέψης.
…Πρέπει να είμαστε σαφείς. Οι πολλές λέξεις και έννοιες πρέπει να επιστρατεύονται για αύξηση της σαφήνειας, όχι για συγκάλυψη των σκέψεών μας, ώστε να μπορούμε να επανερμηνεύουμε ότι είπαμε κατά το δοκούν…
Ο Χριστός απέφυγε συστηματικά να συλληφθεί, χρησιμοποιώντας συνεχώς την θαυματουργία τα τρία χρόνια που δίδαξε. Όταν έκρινε ότι η παρουσία του στην γη ήταν η ελάχιστη αναγκαία, απλά έπαψε να θαυματουργεί για να προστατέψη τον εαυτό του, συνέχισε όμως τα συνήθη μέτρα μυστικότητας. Δεν πήγε γυρεύοντας. Γι αυτό έπρεπε να υπάρξει προδότης και παράνομη σύλληψη και δίκη. Οι διώκτες και δήμιοί του δεν έχουν ηθική δικαιολογία (μολονότι η συμπεριφορά τους μπορεί να εξηγηθεί, ακόμη και να συγχωρεθεί, όπως έκανε ο Χριστός). Ούτε βέβαια τους χρωστάμε υποχρέωση που υπήρξαν όργανα του Σταυρικού Θανάτου του Ιησού και της Ανάστασης. Δεν τους είχε καμμία ανάγκη η σωτηρία του κόσμου από τον Θεό.
Ο θάνατος θα συνέβαινε ούτως ή άλλως όταν το σώμα του Χριστού θα γερνούσε, η σωτηρία του κόσμου δεν μπορούσε να αναβληθεί από την στιγμή που γεννήθηκε ο Λόγος μέσα στο “σώμα της κατάρας”, το οποίο αργά ή γρήγορα θα απέθνησκε.
Η σωτηρία του κόσμου έγινε, ιστορικά, με μέσον τον Τίμιο Σταυρό, αλλά αυτό δεν το επέλεξε ο Θεός αλλά οι σαδιστές και ανώμαλοι σταυρωτές. Δεν τους οφείλουμε τίποτε. Όποιο τρόπο εκτέλεσης και άν επέλεγαν, αυτός θα αγιαζόταν. Η περισσή σκληρότητα και ο σαδισμός είναι απόλυτα αδικαιολόγητα και σήμερα και αύριο και πριν από χιλιάδες χρόνια. Δεν ευσταθεί μία ιστορική δικαιολόγηση της σκληρότητας.
Δεν πρέπει λοιπόν να χρησιμοποιούμε με ευκολία ρητορική τον Σταυρό και την Ανάσταση και μάλιστα για να δικαιολογήσουμε, άθελά μας, την υλική εξόντωση των ανθρώπων. Ο θάνατος δεν μπορεί να είναι δίκαιη τιμωρία ούτε δίκαιη ανταμοιβή, αυτή την αλήθεια την κατέκτησε πλέον ο πολιτισμός μας.
Ο πόνος και το έγκλημα δεν είναι αναγκαία και δεν δικαιώνονται με καμμία σοφιστεία. Μόνο η σταύρωση του Λόγου μπορούσε να έχει κατάληξη την Ανάσταση, κανενός άλλου. Μόνο η εκούσια συμβολική σταύρωση μπορεί να αναστήσει του κοινούς θνητούς, όχι η επιβαλλόμενη και μάλιστα από άδικους ανθρώπους και ομάδες.
Οι αυτοκτονίες που συμβαίνουν σαν συνέπεια της “κρίσης” (απαράδεκτος όρος και απαξιωτικός της Δευτέρας Παρουσίας και γι αυτό δεν πρέπει να τον χρησιμοποιούμε, οι χριστιανοί, τουλάχιστον) είναι δολοφονίες, κυνικές και ασύστολες, προγραμματιζόμενες και ενταγμένες σε στοιχήματα.
Ο πόνος είναι απάνθρωπος και η θνητότητα κατάρα.
Η Διάκριση είναι αρετή και δωρεά, αλλά χρειάζεται να την ζητήσουμε.
Ας διαβάσουμε καμμιά φορά τα Ευαγγέλια και τις Πράξεις των Αποστόλων όπως θα διαβάζαμε μία απλή ιστορία, χωρίς την κριτική αδράνεια που επιφέρει η ευπιστία ή την εύκολη ειρωνεία που φέρνει ο σκεπτικισμός όταν πηγάζει μόνο από την νόηση.
πολυ καλο το σχολιο ενα
Πολύ σωστός…