Η Κλήση Κατά Μάρκον 1, 16-20

19
741

Αλέξανδρος Κοσματόπουλος

«Μετά δε το παραδοθήναι τον Ιωάννην ήλθεν ο Ιησούς εις την Γαλιλαίαν κηρύσσων το ευαγγέλιον της βασιλείας του Θεού και λέγων ότι πεπλήρωται ο καιρός και ήγγικεν η βασιλεία του Θεού· μετανοείτε και πιστεύεται εν τω ευαγγελίω. Και παράγων παρά την θάλασσαν της Γαλιλαίας είδεν Σίμωνα και Ανδρέαν τον αδελφόν Σίμωνος αμφιβάλλοντας εν τη θαλάσση· ήσαν γαρ αλιείς. Και είπεν αυτοίς ο Ιησούς· δεύτε οπίσω μου, και ποιήσω υμάς γενέσθαι αλιείς ανθρώπων. Και ευθύς αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ. Και προβάς ολίγον είδεν Ιάκωβον  τον του Ζεβεδαίου και Ιωάννην τον αδελφόν αυτού και αυτούς εν τω πλοίω καταρτίζοντας τα δίκτυα. Και ευθύς εκάλεσεν αυτούς. Και αφέντες τον πατέρα αυτών Ζεβεδαίον εν τω πλοίω μετά των μισθωτών απήλθον οπίσω αυτού».

Μετά την σύλληψη του Ιωάννη του βαπτιστή από τον Ηρώδη, ο Ιησούς αναχώρησε στη Γαλιλαία και άρχισε να κηρύττει λέγοντας, «μετανοείτε, ήγγικε γαρ η βασιλεία του Θεού». ΄Ηρθε η ώρα, ο χρόνος πεπλήρωται, που η βασιλεία του Θεού είναι πλέον παρούσα. Περπατώντας κοντά στη λίμνη της Γαλιλαίας είδε τον Πέτρο και τον Ανδρέα που ήταν ψαράδες να ρίχνουν τα δίχτυα στη λίμνη. Ο Ιησούς τους κάλεσε να τον ακολουθήσουν, κι εκείνοι παρατώντας τα σύνεργά τους τον ακολούθησαν. Το ίδιο συνέβη και με τους γιους του Ζεβεδαίου, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, που ήταν ομοίως ψαράδες. Κι εκείνοι εγκαταλείποντας τον πατέρα τους, έφυγαν μαζί του.  Χωρίς τον παραμικρό ενδοιασμό, χωρίς να λογαριάσουν συγγενείς και περιουσία, οι τέσσερις μαθητές πορεύονται με τον διδάσκαλο, παραμερίζουν με μια κίνηση απλή ό,τι έχει σχέση με την καθημερινή τους ζωή και ασφάλεια, και ξανοίγονται στο άγνωστο. Τούτη η «απλή κίνηση», ωστόσο, προϋποθέτει μακρά εσωτερική προετοιμασία. Σαν να περίμεναν από καιρό κάτι,  που ξαφνικά φανερώθηκε μπροστά τους.

Οι μαθητές δεν έβλεπαν τον Ιησού για πρώτη φορά. Είχαν ήδη δει θαυμαστές παρεμβάσεις του, τη θεραπεία της πεθεράς του Πέτρου και την υπερχείλιση των πλοιαρίων τους από ιχθείς (Λουκ. 4, 38-40 και 5, 1-11). Όμως υπάρχει απόσταση ανάμεσα στα θαύματα και στην παρόρμηση να τον ακολουθήσουν άνευ όρων. Δεν ήταν το θάμβος από το θαύμα όταν ξεχείλισαν τα πλοιάρια τους με ψάρια, όπως περιγράφει ο Λουκάς, που τους ώθησε να τον εμπιστευτούν, αλλά η ίδια η δυναμική της εσωτερικής προετοιμασίας τους.  Η δυναμική τούτης της προετοιμασίας δεν είναι άμοιρη, πιστεύω, της χάριτος του Θεού.

Πολλοί υπήρξαν αυτόπτες θαυμάτων και δεν τον ακολούθησαν, μήτε πίστεψαν στον Ιησού. Ο πλούσιος νέος (Ματθ. 19, 16-22), ο οποίος φύλαξε από την νεότητά του τις εντολές, αρνείται να τον ακολουθήσει, όταν ο Ιησούς τον καλεί να μοιράσει τα υπάρχοντά του στους φτωχούς. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τον Γραμματέα: «Διδάσκαλε, ακολουθήσω σοι όπου εάν απέρχη». Διδάσκαλε, θα σε ακολουθήσω όπου κι αν πας. Για να λάβει την απάντηση: «Αι αλώπεκες φωλεούς έχουσι και τα πετεινά του ουρανού κατασκηνώσεις, ο δε Υιός του ανθρώπου ουκ έχει πού την κεφαλήν κλίνη» (Ματθ. 8, 18-21). Ο Υιός του ανθρώπου δεν έχει καταφύγιο σε τούτο τον κόσμο.

Η παραίτηση από κάθε τι οικείο και προσφιλές, η εγκατάλειψη της ασφάλειας του βίου, ακόμη και της έννοιας της «αξιοπρέπειας», το άνοιγμα της καρδιάς προς το άγνωστο, είναι αποτέλεσμα μιας πνοής που πνέει στα έγκατα του ανθρώπου. Μιας βουβής προσμονής που απελευθερώνει από τα πράγματα και την προσκόλληση σ’ αυτά, οδηγώντας σε μια αποκάλυψη που γεννιέται μέσα μας, όταν επέλθει το πλήρωμα του χρόνου. Κάτι που σχηματίζεται με τον καιρό εντός μας, και τώρα το αναγνωρίζουμε και το ακολουθούμε. Τούτο το τώρα είναι μια στιγμή έξω από τον χρόνο, το «τώρα» που μας συνοδεύει παντού και πάντοτε.

Οι απόστολοι ακούγοντας το κάλεσμα του Ιησού είναι σαν να αφυπνίζονται στον εαυτό τους. Σαν ένα δίχτυ να τους τραβά έξω από τα ρεύματα του κόσμου, έξω  από τις καταστάσεις που ζουν και βιώνουν, και μένουν ενώπιοι ενωπίοις, μέσα σε μια Παρουσία που τους πληροί και βαθιά τους αλλοιώνει, πλημμυρίζοντάς τους από προσδοκία ανεκλάλητη.

«Δεύτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων. Οι δε ευθέως αφέντες τα δίκτυα, ηκολούθησαν αυτώ». Είναι το δίχτυ που αλιεύει ανθρώπους, το δίχτυ που μας τραβά έξω από τους πόνους και τα άλγη, όχι εκμηδενίζοντάς τα, αλλά μεταθέτοντας τον άνθρωπο σε μια τελείως διαφορετική κατάσταση, σε έναν χώρο όπου ιάται, και θεραπεύονται οι πληγές των δεινών. Είναι το δίχτυ της αγάπης που τους συνδέει με τον Ιησού. Τούτο επικυρώνεται και από τα λόγια του στο κατά Ιωάννη ευαγγέλιο: «Ουκέτι υμάς λέγω δούλους, ότι ο δούλος ουκ οίδε τι ποιεί αυτού ο κύριος· υμάς δε είρηκα φίλους, ότι πάντα ά ήκουσα παρά του πατρός μου εγνώρισα υμίν. Ουχ υμείς με εξελέξασθε, αλλ’ εγώ εξελεξάμην υμάς…» (15, 15-16). Δεν έψαξαν οι ίδιοι να βρουν διδάσκαλο, ραβίνο, να μείνουν κοντά του για να τους διδάξει τον Νόμο, όπως συνηθιζόταν στον ιουδαϊκό κόσμο, αλλά ο Ιησούς τους επέλεξε. Η μέσα τους αποκάλυψη και το κάλεσμα του Ιησού συνέπεσαν σε μια άχρονη στιγμή που σφράγισε τη μοίρα τους.

Η πίστη στον Χριστό δεν εισάγει σε ένα σύμπαν καθήκοντος και υποχρεώσεων, αλλά σε μια ελεύθερη ζωή: «Ο δε παρακύψας εις νόμον τέλειον τον της ελευθερίας και παραμείνας, ούτος ουκ ακροατής επιλησμονής γενόμενος, αλλά ποιητής έργου, ούτος μακάριος εν τη ποιήσει αυτού έσται» (Ιακ. 1, 25-26). (Όποιος όμως εγκύπτει στον τέλειο νόμο, τον νόμο της ελευθερίας, και παραμένει εκεί, επειδή δεν είναι ακροατής που να λησμονεί αλλά ποιητής έργων, θα είναι μακάριος εκτελώντας τούτα τα έργα). Υπερβαίνονται οι κοινωνικοί κανόνες που παραλύουν, ο «σεβασμός σε πρόσωπα και πράγματα» που μας κρατά καθηλωμένους, για να τα παίξουμε όλα για όλα, να διακινδυνεύσουμε τα πάντα, και η πνοή της εμπιστοσύνης μας στον άλλον να σαρώσει τη νοοτροπία μας. Τούτο μπορεί να λογαριαστεί ως ίαση της ψυχής, ξεκίνημα  ζωής άλλης. Σε τούτη τη ζωή καλεί η κλήση του Ιησού σε κάθε ένα που θέλει και επιθυμεί να τον ακολουθήσει.

πηγή: Aντίφωνο, περιοδικό Επίγνωση τ.121

19 Σχόλια

  1. Δυνατό κείμενο. Με θέσεις πού βοηθάνε να πας παραπέρα από τα ανθρώπινα, τα ειωθότα.” Η πίστη στόν Χριστό- λέει ο Κοσματόπουλος- δέν εισάγει σέ ενα σύμπαν καθήκοντος και υποχρεώσεων, αλλά σέ μια ελεύθερη ζωή” Αλήθεια, πόσοι το καταλαβαίνουμε, πόσοι είμαστε δέσμιοι- άρα φυλακισμένοι- στα αυτονόητα μας καί στήν καθηκοντολογία μας. Γι’ αυτό δέν μπορούμε να κάνουμε την κίνηση που έκαναν οι μαθητές οταν εκλήθησαν από τόν Ιησού.” Και αφέντες τον πατέρα αυτών Ζεβεδαίον εν τω πλοίω μετά των μισθωτών απήλθον οπίσω αυτού». Να το μεγαλείο της ελευθερίας. Ευχαριστουμε, Αλέξανδρε. π. Κ.Ν. Καλλλιανός

  2. Οι προσωπικές εμβαθύνσεις του Αλέξανδρου Κοσματόπουλου μας οδηγούν να εμβαθύνουμε και μεις, αφού συμμαζευτούμε, σε αυτά που, από την πολλή επανάληψη και τον μεγάλο σεβασμό, θεωρούμε αυτονόητα ή έπαψαν να προκαλούν το ενδιαφέρον μας.

    Η λέξη καθήκον, όμως, είναι πολύτιμη και δεν μπορεί να αντικατασταθεί από άλλες της ελληνικής γλώσσας. Ας μην την χρησιμοποιούμε λοιπόν με την σημασία της μηχανικής αποδοχής καταναγκαστικών υποχρεώσεων, γιατί το καθήκον είναι η εκούσια και συνειδητή υπακοή στις εντολές του Χριστού, επομένως δεν έχει αρνητικό περιεχόμενο. Το καθήκον είναι η πραγματική ελευθερία.

    Μία διαφορετική διήγηση, πιό εκλεπτυσμένη και ακριβέστερη ως προς την περιγραφή των γεγονότων, μας διηγείται ο Απόστολος Ιωάννης στο δικό του Ευαγγέλιο, γιά τις τρείς ημέρες πριν από την έναρξη του δημόσιου βίου του Χριστού στην Κανά (Ιω. α΄29 έως β΄11). Σε αυτήν φαίνεται το πως σεβάστηκε ο Χριστός την ελεύθερη προαίρεση των μαθητών του, οι οποίοι ήσαν έτοιμοι. Μελετώντας την κατανοούμε και το γιατί έκρινε αναγκαίο ο Απόστολος Ιωάννης να γράψη.

  3. κ. Δεληνικόλα, με συγχωρείτε, αλλά δεν μπορώ να δω ως “καθήκον την εκούσια και συνειδητή υπακοή στις εντολές του Χριστού” (ω της αβυσσαλέας ευκολίας των λέξεων). Είτε γιατί η λέξη είναι δικανικώς φορτισμένη, και ως τέτοια εδώ την απεχθάνομαι, είτε γιατί θεωρώ απλώς ανέφικτη την υπακοή στις εντολές του Χριστού. Αντί για τη λέξη “καθήκον” στη συγκεκριμένη περίπτωση, θα έλεγα ότι η σχέση με τον Χριστό είναι “ένας θάνατος εν ζωή μες στην αγάπη”. ΄Ομως κάτι τέτοιο είναι μια απασχόληση για τον άγιο.

  4. Θα ήθελα όμως κ. Δεληνικόλα να ομολογήσω και κάτι άλλο, και να σας ευχαριστήσω γι’ αυτό. ΄Ηταν η δική σας παρότρυνση, όταν δημοσίευσα εδώ στο Αντίφωνο κάποιους στίχους του ΄Ελιοτ, που με ώθησε να καταπιαστώ με την μετάφραση των “Τεσσάρων Κουαρτέττων” , ενός ποιήματος στο οποίο εντρυφώ από τα πρώτα φοιτητικά μου χρόνια, και αποσπάσματά του έχω παραθέσει στο βιβλίο μου “Τώρα και Πάντοτε”. Και μπορώ να πω πως το πράγμα πάει καλά.

  5. “οὕτω καὶ ὑμεῖς, ὅταν ποιήσητε πάντα τὰ διαταχθέντα ὑμῖν, λέγετε ὅτι δοῦλοι ἀχρεῖοί ἐσμεν, ὅτι ὃ ὠφείλομεν ποιῆσαι πεποιήκαμεν.”
    ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 17:10

    K. Κοσματόπουλε στο παραπάνω κείμενο μήπως απεχθάνεστε το “διαταχθέντα” ή το “ὃ ὠφείλομεν ποιῆσαι:”;
    Ή μήπως επειδή αυτά μας τα είπε ο ίδιος ο Κύριος δεν είναι «δικανικώς φορτισμένα»; Αλλά τι άλλο να θέλει να μας πει ο Κύριος από το ότι όλοι μας έχουμε “καθήκον την εκούσια και συνειδητή υπακοή στις εντολές του Χριστού”;
    Το να πιστεύετε εσείς ό,τι θέλετε είναι επιλογή σας. Δεν σημαίνει όμως ότι έτσι έχουν τα πράγματα!

  6. Χαίρομαι πολύ που προχωράτε την μετάφραση και που υπήρξα μία αφορμή για να προσφέρετε σε μας ένα ώριμο καρπό αγάπης και μελέτης.
    —–
    Πράγματι, το συναισθηματικό ή αισθηματικό (κατά Πετζίκη) αντίκρυσμα των λέξεων είναι η πηγή του νοήματός τους. Γι αυτό και η ποίηση και όχι η φιλοσοφία μπορεί να μιλήσει γι αυτά τα θέματα. Γιά μένα η λέξη “καθήκον” σημαίνει “ένας θάνατος εν ζωή μές την αγάπη”. Στο πολύ μεγαλύτερο κείμενό μου, που περιμάζεψα γιατί το θεώρησα δυσανάλογο ως προς το δικό σας που το προκάλεσε, έχω επιχειρήσει μία πεζή απόδοση του πώς νοιώθω το καθήκον και την αδυναμία μου απέναντί του:
    …Το καθήκον, ο νόμος της ελευθερίας, επιβάλλει οδύνες και ενόχληση, ακόμη και αν μου ζητιέται κάτι τόσο λιγοστό όσο το να καθαρίζω την μάνα μου στο νοσοκομείο. Το “καθήκον” που επιβάλλεται σαν έξις, δεν είναι άλλο από πιθηκισμός που συρρικνώνει την ψυχή. Θα ήθελα να μην ονομάζαμε τις μηχανικές πράξεις καθήκον…
    Επικοινωνία είναι η μετάφραση στην δική μου γλώσσα και η εκμάθηση της γλώσσας του άλλου. Αυτό προσπαθώ με τα κείμενά σας. Δεν αμφισβητώ την έκφρασή σας, απλά επιχειρώ λίγο καθάρισμα της λέξης αυτής από τους κακούς συνειρμούς:
    Το “αγαπάτε αλλήλους” δεν έχει περιεχόμενο, γιατί η αγάπη δεν μπορεί να διαταχθεί. Όταν όμως, από καθήκον, αρχίζω να φέρομαι “σαν να αγαπούσα”, συναισθανόμενος ότι δεν αγαπώ, η συνειδητή και επώδυνη προσφορά μου ίσως αντλήσει από την πηγή της αγάπης. Με την λέξη καθήκον κάπως καταλαβαίνω τι να προσπαθήσω, ενώ με την έκφραση “θάνατος εν ζωή” δεν ξέρω.

  7. Κ. Δεληνικόλα λέτε οτι “[i]Το “αγαπάτε αλλήλους” δεν έχει περιεχόμενο, γιατί η αγάπη δεν μπορεί να διαταχθεί.[/i]”
    Κι όμως, καλέ μου αδελφέ, ο Κύριος μας έδωσε εντολή:
    “ἐντολὴν καινὴν δίδωμι ὑμῖν ἵνα ἀγαπᾱτε ἀλλήλους, καθὼς ἠγάπησα ὑμᾱς ἵνα καὶ ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους.”

    Νομίζω πως και οι δυο σας ‘παίζετε’ με τις λέξεις..
    Με εκτίμηση
    Νίκος

  8. Και ποιος σας είπε κύριε Κώστα Νικόλαε πως ισχυρίζοιμαι πως “έτσι έχουν τα πράγματα”; Τότε όλα θα ήταν προδιαγεγραμμένα και δεν θα χρειαζόταν να κάνουμε και πολλά, ούτε θα υπήρχε χώρος για την καλώς εννοούμενη ανησυχία.

  9. Κύριε Δεληνικόλα γιατί δεν αναρτάτε το κείμενο που περιμαζέψατε, και που φαίνεται να είναι ενδιαφέρον; Εξάλλου και τα κείμενα που γράφω για τε Ευαγγέλια δεν είναι οριστικά αλλά, όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου, θα τα ξανακοιτάξω.

  10. Έχω την αίσθηση πως όλοι οι διαλεγόμενοι εδώ κατά βάσιν συμφωνείτε και πως οι διαφορές είναι ελάχιστες, κυρίως στις λέξεις που χρησιμοποιεί ο καθένας και στους συνειρμούς που αυτές προκαλούν στους άλλους· συνειρμούς που προέρχονται από άλλες εμπειρίες, επιρροές, περιβάλλοντα, διαβάσματα, ψυχικά τραύματα που έχει ο καθένας.

    Διάβαζα χθες τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο (λόγο “είς τὰ Φῶτα”), όπου, αναφερόμενος σε άλλους που χρησιμοποιούν τον όρο “πρόσωπα” ενώ άλλοι τον όρο “υποστάσεις” για την Αγία Τριάδα, σημειώνει: [i]”Οὐδὲν γὰρ περὶ τῶν ὀνομάτων ζυγομαχήσομεν, ἕως ἂν πρὸς τὴν αὐτὴν ἔννοιαν αἱ συλλαβαὶ φέρωσιν[/i]”. Αυτός ο μεγάλος θεολόγος της Εκκλησίας μας δεν θεωρούσε σημαντικό το να ασχολούμαστε με το ποιος είναι ο σωστός όρος ή ορισμός τη στιγμή που όλοι οι πιστοί πιστεύουμε το ίδιο, έστω κι αν το εκφράζουμε διαφορετικά. Όπως ο άγιος Γρηγόριος, οι θεούμενοι της Εκκλησίας μας δεν είναι φονταμενταλιστές των λέξεων και των κειμένων.
    ΥΓ. (Φυσικά, όταν οι αιρετικοί αμφισβητούσαν μιαν αλήθεια της Εκκλησίας ή έδιναν μιαν άλλη σημασία σ’ έναν όρο που αυτή χρησιμοποιούσε, οι Πατέρες επέμεναν στη χρήση του σωστού όρου, για να διαφυλαχτεί η Αλήθεια. Δηλαδή, το θέμα δεν είναι οι λέξεις που χρησιμοποιεί κάποιος για θέματα πίστεως αλλά το ποια σημασία θέλει να δώσει σ’ αυτές, τι θέλει μέσω αυτών να διδάξει.)

  11. [quote name=”Κώστα Νικόλαος”]Κ. Δεληνικόλα λέτε οτι "[i]Το “αγαπάτε αλλήλους” δεν έχει περιεχόμενο, γιατί η αγάπη δεν μπορεί να διαταχθεί.[/i]"
    κε Κώστα
    Η αγάπη παραμένει πάντα τόσο μεγάλη λέξη, που όποιος την χρησιμοποιεί κινδυνεύει να φανεί ρηχός ή υποκριτής και μάλλον κοκκινίζει. Προσπάθησα να περιγράψω έναν τρόπο να μην περιμένω να αγαπήσω για να φερθώ σύμφωνα με αυτό που ζητά η ανιδιοτελής αγάπη, ακόμη και αν δεν καταφέρω ποτέ να αγαπήσω. Αυτός ο τρόπος λέγεται καθήκον, από πολύ παλιά. Το ρητό που μας θυμίσατε εξηγεί την υπόδειξη του γέροντα Πορφύριου σε μαθητή του, ο οποίος δεν μπορούσε να αιστανθεί αγάπη, να στρέφεται προς τον Θεό και να λέει “αγάπα με” αντί να προσπαθεί να εφαρμόσει την εντολή να αγαπήσει τον Θεό και τον πλησίον. Ανοίγομαι στην δωρεά της αγάπης που μου προσφέρεται, για να μπορώ να την προσφέρω.
    Η πράξη είναι αυτό που θίξαμε, με τον φίλο Αλέξανδρο Κοσματόπουλο, ή μάλλον η αδυναμία πράξης. Οι λέξεις, όταν τους ζητάμε να εκφράσουν βαθειά βιώματα, παίρνουν πολύ διαφορετικό περιεχόμενο για τον καθένα μας, κι έτσι μοιάζουν με λογοπαίγνιο.

  12. Μα το ύφος σας, καλέ μου, μας λέει οτι για εσάς έτσι έχουν τα πράγματα.
    Δεν είναι δα και αβυσσαλέας(!!) δυσκολίας η διαπίστωση!
    Για εμάς όμως είναι κάπως διαφορετικά.
    Αλλά γιατί δεν μου λύνετε την απορία;
    Απεχθάνεστε και το “διαταχθέντα” ή το “ὃ ὠφείλομεν ποιῆσαι” ή το “δοῦλοι ἀχρεῖοί ἐσμεν”;

    κ. Δεληνικόλα, μας λέτε οτι “[i]Οι λέξεις, όταν τους ζητάμε να εκφράσουν βαθιά βιώματα, παίρνουν πολύ διαφορετικό περιεχόμενο για τον καθένα μας, κι έτσι μοιάζουν με λογοπαίγνιο[/i]. ” .
    Αγαπητέ, όπως γνωρίζουν άπαντες ο Κύριος χρησιμοποιεί αυτές τις λέξεις και τις χρησιμοποιεί έτσι απλά για όλους και όχι όπως τις καταλάβει ο καθένας. Και φυσικά δε μοιάζουν με λογοπαίγνιο.
    Όπερ σημαίνει καλό θα ήταν να ξαναδούμε τι μας λέει ο Κύριος κάνοντας έτσι πολύ πιο εύκολη τη ζωή μας.

  13. Κύριε Κώστα, δεν γράφω τόσο για να λύνω απορίες, όσο για να τις προκαλώ. Και αν σας έλεγα ότι αυτές τις φράσεις που γράφετε πράγματι “τις απεχθενάνομαι” τι θα γινόταν; Θα με “πιάνατε στα πράσα”; Φοβάμαι πως με παρανοείτε.
    Αλλά ας αφήσουμε τα περί καθήκοντος κλπ. Υπάρχουν και άλλα πράγματα στο κείμενο. Εξάλλου και οι λόγοι του Χριστού υπήρξαν αντικείμενο σφοδρών διαφωνιών και διαμάχης όχι μόνο στο άμεσο ακροατήριό του, αλλά και ανά τους αιώνες.

  14. ΄Εχετε δίκιο κ. Δεληνικόλα όταν λέτε ότι με τη λέξη “καθήκον” καταλαβαίνετε τι να προσπαθήσετε, ενώ με τον “θάνατο εν ζωή” δεν ξέρετε. Πράγματι έτσι είναι. Κι εγώ προσπαθώντας να καταλάβω έγραψα κάπου, μη με ρωτήσετε πού, δεν θυμάμαι, “γι’ αυτούς που ζουν για να πεθάνουν και όχι για να ζήσουν πεθαίνοντας.”
    Αλλά ας δούμε τι λέει και ο ΄Ελιοτ, που τον έχω μπροστά μου και που στον αστερισμό του βρίσκομαι αυτό τον καιρό, στο Dry Salvages, το τρίτο κουαρτέττο, σε μια μετάφραση που μπορεί και να αλλάξει σε κάποια σημεία:
    “Η ανθρώπινη περιέργεια ερευνά το παρελθόν και το μέλλον
    Και προσκολλάται σ’ αυτή τη διάσταση. Αλλά για να συλλάβεις
    Το σημείο διατομής του άχρονου
    Με το χρόνο, είναι απασχόληση για τον άγιο –
    Μήτε και απασχόληση, αλλά κάτι που δίνεται
    Και παίρνεται, σε έναν θάνατο μιας ολόκληρης ζωής μες στην αγάπη,
    Πόθος διακαής και αφιλαυτία και προσφορά του εαυτού.
    Για τους περισσότερους από μας, υπάρχει μόνο η ασυνόδευτη
    Στιγμή, η στιγμή μέσα και έξω από το χρόνο,
    Η παραζάλη παροδικού οίστρου, χαμένη σε μια αχτίδα του ήλιου,
    Το άγριο θυμάρι αθέατο, ή η αστραπή του χειμώνα,
    ΄Η ο καταρράκτης, ή μουσική ακουσμένη τόσο βαθιά
    Που δεν ακούστηκε καθόλου, όμως εσύ είσαι η μουσική
    Όσο η μουσική διαρκεί. Αυτά είναι μόνο υπαινιγμοί και εικασίες,
    Υπαινιγμοί που ακολουθούνται από εικασίες· όλα τα άλλα
    Είναι προσευχή, κανόνας, πειθαρχία, σκέψη και πράξη.”

    ΥΓ. Δυστυχώς το μονοτονικό μπορεί να δημιουργήσει παρανοήσεις, αλλά αν με το καλό δημοσιευτεί φυσικά και δεν θα είναι στο μονοτονικό.

  15. Με τα λεγόμενά σας δημιουργείτε απορίες τις οποίες δεν μπορείτε ή δεν θέλετε να ‘λύσετε’. Καλώς! Μην τα βάζετε όμως με τους άλλους και έτσι χύμα μας λέτε ότι σας την έχουν στημένη, όσοι τέλος πάντων δεν συμφωνούν μαζί σας! Αν είναι δυνατόν. Έχετε την πεποίθηση ότι όλοι οι καλοπροαίρετοι ανά τον κόσμο πρέπει να συμφωνούν με τους λόγους σας;

    Πείτε μου αν τις απεχθάνεστε αυτές τις φράσεις και τότε θα σας πω κι εγώ ό,τι έχω να σας πω. Μόνο πείτε..

    Πολλοί λίθοι υπάρχουν, καλέ μου, σε έναν οίκο, λίγοι μόνο όμως είναι οι ‘κεφαλήν γωνίας’ και εις αυτούς προσκόπτουν.. Για τον λόγο αυτό μην παραθεωρείτε τίποτα κι όλα να τα θεωρείτε σημαντικά μήπως και ‘σκοντάψετε’ … στον λίθο του καθήκοντος!
    Αν σας παρανοώ είναι αλήθεια πως έχω πρόβλημα αλλά κάντε κι εσείς κάτι για να σας καταλάβω.

    Σχετικά με τους λόγους του Κυρίου νομίζω ότι μετά από τόσα χρόνια τίποτα πια δεν υπάρχει που να μην έχει φωτιστεί και να μην έχει κηρυχθεί ‘επί των δωμάτων’ άρα κάθε παρανόηση των λόγων αυτών σίγουρα οφείλεται σε εκείνους και μόνο που τους παραφράζουν.
    Και φυσικά αν οι λόγοι σας αποτελούν αντικείμενο διαμάχης δεν πάει να πει ότι είναι και ορθοί επειδή έτσι έγινε και με του λόγους του Κυρίου!

  16. Συμφωνώ με τα σχόλια του Theo. Αυτό που ήθελα περισσότερο να προκαλέσω, με το αρχικό μου σχόλιο, ήταν να μελετηθεί το κείμενο του Αλέξανδρου Κοσματόπουλου μαζί με το Ιω. α΄29 έως β΄11.
    Θέλω κυρίως να σχολιάζω έναν λόγο που φτάνει μέσα μου με λεπτότητα και μου αποκαλύπτει περιοχές ασυνήθιστες. Είναι περισσότερο μία ευχαριστία προς αυτόν που κοπίασε, για να μην νιώθει ότι μιλά στο κενό. Και ένα τσίγκλισμα. Προσπαθώ να κάνω ελάχιστα σχόλια με χαρακτήρα επιθετικό και πάλι όταν είναι δυνατόν να αστειευτώ. Τα ξινά, τα γράφω και τα αφήνω. Χρειάζεται πολύς κόπος για να γράψει κανείς ένα πραγματικά αξιόλογο κύριο άρθρο, γι αυτό βλέπουμε λίγα. Σέβομαι πολύ αυτούς που τα καταφέρνουν και προσπαθώ να είμαι ένας καλός ακροατής.

  17. Πρώτα για το περιεχόμενο: Ναι, γι αυτό συζητούσαμε πιό πάνω.
    Και για την μορφή: Όπως έλπιζα, προχωράτε! Έχω μαζέψει αρκετές μεταφράσεις και τις έχω όλες μουτζουρώσει, διορθώνοντας λέξεις. Με αυτή την απόδοση νοιώθω πιό πολλά από το πρωτότυπο. Οι λέξεις δεν μαγκώνουν επάνω στο αίσθημα και καλούν το νόημα. Δεν αισθάνομαι την ανάγκη να δω το αγγλικό.
    Πολύ ωραίο δώρο. Ευχαριστώ.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ