Η Εκκλησιαστική προσέγγιση της σεξουαλικότητας των εφήβων και των νέων

6
1514

Παρακολουθήστε την 1η Ανοικτή Διάλεξη που διοργάνωσε το Γραφείο Νεότητος της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος για τα Στελέχη Νεότητος, τους νέους γονείς και τους εκπαιδευτικούς, που πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2012.

Ομιλητής ήταν ο  π. Βαρνάβας Γιάγκου,  Υπεύθυνος του Τομέα Νεότητος της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Η Εκκλησιαστική προσέγγιση της σεξουαλικότητας των εφήβων και των νέων»

6 Σχόλια

  1. Καθηλωτική πραγματικά ομιλία, από έναν άνθρωπο που δείχνει (δεν γνωρίζω, σημειωτέον, πολλά πράγματα λυτρωτικότερα από ετούτο) και να [i]ενσαρκώνει[/i] την ακεραιότητα – όλων – όσων λόγων [i]εκφέρει[/i].

    Εν πλήρη ταπεινότητι γνώμης, θα καταθέσω δυο επιμέρους επιφυλάξεις, ωστόσο, από τη σκοπιά μου.
    Η μία, επί της ουσίας των συζητουμένων: [i]«Η Εκκλησία υπονομεύει την ποιμαντική της, σχετικά με την κοινωνία, όταν μπαίνει στο παιχνίδι να απαντά στα ερωτήματα του κόσμου για το τι είναι αμαρτία και τι όχι.»[/i]
    Δεν μπορώ να μη ρωτήσω, επ’ αυτού, αν αποδεχόμαστε τίς – όποιας κλίμακας – συνέπειες (σε όσα αφορούν τους λοιπούς τομείς, τόσο της προσωπικής, όσο και της διαπροσωπικής βιοτής) μας οδηγεί η, περαιτέρω, εφαρμογή μιας παρόμοιας ουδετερότητας.

    Η άλλη μου επιφύλαξη, επί των διατυπώσεων: Η «σεξουαλικότητα» – όπως και όλες οι λέξεις με ρίζα το «σεξ» – είναι ένας όρος ο οποίος μας βγάζει (ως [i]τίτλος[/i] μάλιστα, το κάνει [i]ευθύς εξ αρχής[/i]) έ ξ ω απ’ τα πλαίσια της [b]γλώσσας[/b] μας.
    Τη διερώτηση, λοιπόν, για το αν μπορούμε – ή όχι – να αναφερθούμε στις προκείμενες έννοιες, εξακολουθώντας πάντως να επικοινωνούμε στην ελληνική, συγχωρέστε με να την υπογραμμίζω ως μείζονα.
    Το “πέρα απ’ τα όρια” της Γλώσσας μου, λέω, το φοβάμαι ως “εκείθεν απ’ τα όρια” του Πολιτισμού μου. Ως ένταξη, εκ προοιμίου, σε μια οπτική η οποία δεν είναι αυτή που με αφορά.

  2. Πολύ ωραία ομιλία!
    Διαχειρίζεται ένα ευαίσθητο και συγχρόνως κρίσιμο θέμα με ¨λειτουργικό¨ και σύγχρονο τρόπο!
    Ως πρώην έφηβος και πατέρας θα ήθελα να παραθέσω κάποιες σκέψεις.
    Πιστεύω ότι το πρώτο ¨επίπεδο¨ που πρέπει να αντιλαμβάνονται οι νέοι, στην ¨εφηβική¨ τους πορεία απεμπλοκής τους από τον ¨εγωκεντρικό¨ παιδικό τους κόσμο, είναι ο σεβασμός προς τον εαυτό τους και τον περίγηρό τους.
    Ο σεβασμός προς τον εαυτό τους είναι απαραίτητος ώστε να υποδέχονται τα εφηβικά ¨σκιρτήματα¨ χωρίς ενοχικά σύνδρομα.
    Ο σεβασμός προς τον φίλο ή τη φίλη στη συνέχεια θα βοηθήσει ώστε επίσης να πειραματιστούν και να βιώσουν με αξιοπρέπεια τη ¨βιολογική¨ τους ωρίμανση.
    Στην ομιλία θεωρείται αυτονόητο και δεδομένο, αλλά πιστεύω πως πρέπει να του δίνουμε ιδιαίτερη βαρύτητα και να επιμένουμε στην κατανόηση και την σπουδαιότητα του, από τους εφήβους.
    Η παρουσίαση των αρετών της αγάπης της προσφοράς και του έρωτα προς τον Θεό είναι πιο ¨προχωρημένες¨ έννοιες, που ο κάθε άνθρωπος, λόγω της ιδιοσυγκρασίας του, θα τις προσεγγίση με διαφορετικό τρόπο στη ζωή του.
    Η έννοια όμως του σεβασμού είναι βασική στο κτίσιμο της αυτοεκτίμησης και της εμπιστοσύνης, που πρέπει να συνοδεύουν τους νέους στο ¨νέο¨ τους αυτό ¨ταξίδι ¨.
    Ο ρόλος της εκκλησίας στους έφηβους είναι πιό σύνθετος γιατί καλείται να ¨συνδιαλλαγεί¨ με προσωπικότητες υπό ¨εξέλιξη¨, πουέχουν ανάγκη να προσεγγίσουν και να ¨χτίσουν¨ το βασικό τους αξιακό οικοδόμημά.
    Και ο σεβασμός αλλά και η εμπιστοσύνη προς το σώμα τους και την προσωπικότητά τους πρέπει να τονίζεται ιδιαίτερα.
    Καλή δύναμη σ´ όσους έχουν αναλάβει ένα τόσο σπουδαίο και κρίσιμο έργο!

  3. Με συγκίνησε το σχόλιο του “πρώην έφηβου και πατέρα” και θέλω να προσθέσω την συμφωνία μου, ως “νυν γιαγιά”, επί των όσων τόσο διεισδυτικά έγραψε. Ο σεβασμός στον οποίο αναφέρεται είναι ένα σημείο στην αγωγή που το έχουμε παραγνωρίσει. Η μικρή μας πείρα αυτό επιβεβαιώνει.

  4. Αυτή η διάλεξη είναι μία αγωνιώδης προσπάθεια να ξεπεραστούν τα Αγνά Νιάτα του Toth και να αναδιατυπωθούν με μία υποτιθέμενη ορθόδοξη ορολογία. Παραμένει όμως σε ένα επίπεδο ρητορικής. Αναρωτιέμαι αν υπήρξε κάποια συζήτηση σε συνέχεια και πως απάντησαν οι νέοι ιερείς και πνευματικοί. Ή μήπως σώπασαν αμήχανα; Βέβαια, η πρόταση να αφήσουμε τους νέους να αμαρτήσουν και μετά να τους αφήσουμε να επανέλθουν, όταν θα έχουν γίνει αναίσθητοι, είναι ενδιαφέρουσα, αφού η ελευθερία αφήνει τον Χριστό να δράσει χωρίς παρεμβολές. Από πού όμως γνωρίζει ο πατέρας Βαρνάβας ότι θα γίνει αναίσθητος ο νέος που έχει ερωτική ζωή;
    Τα ερωτήματα είναι πολλά. Πώς είναι σίγουρος ότι ο νέος που έχει προγαμιαίες σχέσεις γίνεται αναίσθητος ή, αν γίνει, ότι μετά θα επιστρέψει στην Εκκλησία;
    Όποιος δεν καταφέρει να παντρευτεί στα είκοσι, αρχίζει να έχει μεγάλα προβλήματα με το μυστήριο της εξομολόγησης. Οι νέοι που έχουν φιάξει μία σχέση με κάθε σοβαρότητα, χωρίς επιπολαιότητες και “απιστίες”, εφαρμόζοντας μεθόδους αντισύλληψης και περιμένοντας λίγα χρόνια για να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα για τον γάμο, πρέπει και πάλι να θεωρήσουν ότι ζουν αμαρτωλά και να σταματήσουν την ερωτική τους συνεύρεση. Αλλιώς η σχέση τους με την Εκκλησία διακόπτεται ή αρχίζουν να κοινωνούν αυθαίρετα, χωρίς εξομολόγηση. Αυτό συμβαίνει σήμερα, αλλά και από πολλά χρόνια. Ποιά λύση προτείνεται από την διάλεξη αυτή; Δεν μπόρεσα να καταλάβω.
    Συνήθως αγνοείται το ότι έχει αντιστραφεί εντελώς το κύριο ερώτημα γύρω από τον έρωτα. Οι περισσότεροι νέοι σήμερα δεν λένε:

    “Η Εκκλησία είναι δεδομένη και σωστή. Ό,τι λέει αυτή για τον έρωτα είναι απολύτως σωστό γιατί είναι εκ Θεού δοσμένο. Πως θα καταφέρω εγώ να συμβιβάζω τις ερωτικές μου ανάγκες με την διδασκαλία της; Βοηθήστε με να καταλάβω τους περιορισμούς που θέτει η Εκκλησία με έναν τρόπο πιό πειστικό, πιό πνευματικό”.

    Αν έτσι ήταν το ερώτημα, τότε η διάλεξη αυτή προσφέρει τρόπους αντιμετώπισης του προβλήματος και πιο ευέλικτου χειρισμού των τύψεων και του αγώνα αποφυγής τις ερωτικής συνεύρεσης μέχρι τον γάμο. (Και πάλι τα προβλήματα παραμένουν μεγάλα και γίνονται τεράστια όσο περνούν τα χρόνια χωρίς να έρχεται ο γάμος. Ας μην συζητήσουμε για τα προβλήματα μέσα στον γάμο, με την αντισύλληψη και την ελεγχόμενη τεκνοποιία. Αυτά πώς λύνονται;)
    Πώς απαντά όμως η Εκκλησία όταν το ερώτημα διατυπώνεται διαφορετικά, όπως κατά κανόνα γίνεται σήμερα από τους περισσότερους νέους:

    “Δεν υπάρχει κανένα κακό στις προγαμιαίες σχέσεις, αν είμαι σοβαρός και αποφεύγω να ερωτοτροπώ χωρίς έρωτα και χωρίς ενδιαφέρον, ούτε κάνω απιστίες. Αν η Εκκλησία δεν παραδέχεται αυτή την άποψη, τότε έχει λάθος απόψεις και, ή φταίνε οι μεσαιωνικές της επιρροές, επομένως θα κρύβω την ερωτική μου ζωή για να μείνω κοντά στα Μυστήρια, όπως εγώ νοιώθω, ή δεν υπάρχει αλήθεια στον Χριστιανισμό, επομένως δεν χρειάζεται να βασανίζομαι με αφύσικες θεωρίες. Θα είμαι ένας καλός άνθρωπος χωρίς θρησκευτική ζωή. Το πολύ πολύ, λίγο φολκλόρ στον Επιτάφιο και την Ανάσταση”.

  5. Ευελπιστώντας, αγαπητέ κ. Δεληνικόλα, ότι η παρέμβασή σας επιζητεί τον διάλογο, θα εκφράσω μια άποψη πάνω στο ερώτημα της τελευταίας παραγράφου σας.
    Είναι άλλη – δείτε, αν θέλετε – επιλογή να πω ότι σέβομαι το μέτρο της Εκκλησίας αλλά ομολογώ ότι αδυνατώ να το εφαρμόσω, και εντελώς άλλη πρόκριση να πω ότι επειδή εγώ δεν μπορώ να το φτάσω, αξιώνω να φέρω όλη την Εκκλησία στα μέτρα μου!

    [b]Οι νέοι καιροί, θέλω να πω, ποτέ πριν δεν ήταν προνομιακώτεροι, απ’ όσο στις μέρες μας, για την κατάθεση μιας εισήγησης όπως, αυτή, του π. Βαρνάβα:[/b]
    Αν πριν από λίγες έστω δεκαετίες, η συνόψιση της ευχαριστιακής εμπειρίας στην_ α ν α γ ν ώ ρ ι σ η_ [b]ορίου[/b], μπορούσε (σε επιπόλαιη ανάγνωση) και να μη κρινόταν ως απαραίτητη, είναι η ίδια η Ιστορία – εν τω μεταξύ – η οποία έχει αποδείξει ότι η “διαγραφή” τού “ορίου” σε [i]έναν[/i] τομέα τής (ατομικής ή συλλογικής) βιοτής, οδηγεί με νομοτελειακή αλληλουχία στη διαγραφή του, εν ριπή υποστροφών, και σε [i]καθέναν[/i] απαρεγκλίτως απ’ όλους όσους έχουμε άλλους.
    [b]Αν τυχόν άλλωστε ο κόσμος είχε γίνει πληρέστερος, στα πλαίσια του νέου ορίζοντος αξιών, αυτό – εν τή εξελίξει μάλιστα μιας αφάνταστης βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου, στις δεκαετίες που διατρέχθηκαν – θα απέσταζε σήμερα σε άνοδο, πχ, αντί καταρράκωσης τού πολιτιστικού επιπέδου ή, αν μη καν σ’ αυτό, σε λιγώτερη πάντως (τη λαχτάρα για) συμβολική όσο και ένυλη βία.[/b]

    ΥΓ: Θα είχε οδηγήσει και σε κάτι ακόμη: Στη μη συναίσθηση συγκλονισμού (ναι, συγκλονισμού! – καταμεσής των καιρών της αποϊέρωσης…) κάθε φορά που ένα αγόρι ή κορίτσι της «νέας» ανθρωποπλασίας διασταυρώνεται, αν είναι τυχερό, σε μια έστω στιγμή της ζωής του με ένα κορίτσι ή αγόρι της «παλαιάς».

  6. Συμφωνώ με την άποψή σας. Ο χαρακτήρας μου αυτή ακριβώς την στάση μού υπαγορεύει, να μην επιβάλλω την γνώμη μου στους άλλους, ανθρώπους και χώρους, αλλά να συνεργάζομαι συνειδητά και με ειλικρίνεια ή να αποχωρώ. Όμως εδώ περίγραψα τις τρείς στάσεις που παίρνει συνήθως ένας νέος σήμερα, αλλά και παλιότερα, όταν δεν του δίνονται ικανοποιητικές απαντήσεις από την Εκκλησία, πρώτιστα στο θέμα το ερωτικό.
    Η πρώτη στάση είναι η αποδοχή χωρίς να έχει πειστεί, έχοντας όμως μία συνεχή απορία που σταδιακά λιμνάζει. Λίγοι κοσμικοί βρίσκουν τον δρόμο της νηπτικής άσκησης, αν συναντήσουν ανθρώπους ικανούς να τους καθοδηγήσουν. Οι περισσότεροι συνηθίζουν στο μηχανικό εκκρεμές: αμαρτία-άφεση.
    Η δεύτερη στάση είναι η υποκριτική που σήμερα ακολουθούν νέοι και γέροι, ακόμη και μέρος του κλήρου, η πλειοψηφία όσων διατηρούν μία σχέση με την Εκκλησία. Βέβαια, μπορούμε να εθελοτυφλούμε ότι δεν συμβαίνει αυτό.
    Η υποκρισία κάνει υπόγεια μεγάλο κακό, μούρχεται να πω ένεκα ιδιοσυγκρασίας κρίνοντας αυτή την στάση, όμως το ξανασκέφτομαι και διαπιστώνω ότι σε πολλά ζητήματα η μετριοπαθής συμπεριφορά πολλών ανθρώπων αποτελεί μία κατ’ οικονομίαν λύση, την οποία ακολουθούν διαισθητικά. Πώς να τους καταδικάσω; Όταν ούτε το φορτίο τους βοηθιούνται να σηκώσουν, ούτε καταφέρνουν να μπουν από την πόρτα που τους φράζουν, πώς να κατακρίνω ότι κρατούν ό,τι μπορούν;
    Η τρίτη στάση είναι η ειλικρινής και ευθεία της απομάκρυνσης, αλλά με συνέπειες που ήδη φαίνονται. Γιά τους έφηβους η διδασκαλία της Εκκλησίας για τον έρωτα αποτελεί βασικό κριτήριο για το άν θα την αποδεχτούν ή όχι στο σύνολό της. Δεν πρέπει να το παραβλέπουμε.

    Με το σχόλιό μου ήθελα να επισημάνω, ότι δεν είδα στην διάλεξη πραγματική απάντηση στο πρόβλημα, αλλά συγκάλυψη. Είδα με ενόχληση επίσης μία τάση ενοχοποίησης των πνευματικών, στους οποίους φορτώνεται και η κατηγορία ότι δεν ασκούν σωστά το καθήκον τους, επειδή δεν προτείνουν τον Θείο Έρωτα σαν απάντηση στο ερωτικό ξύπνημα των εφήβων. Φοβάμαι ότι εδώ συμβαίνει σύγχυση επιπέδων. Πώς να εφαρμόσει ευέλικτα ο πνευματικός την άποψη, που έχει αποκτήσει κύρος δόγματος, ότι αμαρτία είναι κάθε μορφή ερωτοτροπίας προγαμιαίας και επομένως υποκείμενη σε κάνονα;

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ