Βράδυ της 28-2-2023. Λίγο πριν να λαλήσει το ορνίθι λέγανε «οι παλιοί », λίγο πριν το ρολόι του τοίχου να σημάνει την δωδεκάτην λέμε «οι σημερινοί».΄Ωρα χαλάρωσης. Στη βολή λοιπόν του καναπέ. ΄Αντε να ακούσομε τις ειδήσεις από την τηλεόραση και να παραδοθούμε στον ύπνο. Η αύριον μεριμνήσει τα εαυτής ..
-Αγαπητοί θεατές. Διακόπτουμε την κανονική ροή του προγράμματός μας για να σας μεταδώσουμε έκτακτη είδηση από τη περιοχή « Ευαγγελισμός» των Τεμπών.
Νέα από τη θέση «Ευαγγελισμός!». Πολύ ωραία! Δε μπορεί! Ευχάριστη είδηση μας περιμένει. Χαρούμενο μήνυμα, χαρμόσυνο άγγελμα θα ακούσομε. Το λέει η ίδια η λέξη: « Ευ–αγγελισμός ». Επί τέλους βρε αδερφέ. Να ακούσουμε και κάτι καλό, μια νότα αισιοδοξίας, να ευφρανθεί η ψυχή μας, να πάμε για ύπνο ήρεμοι, νηφάλιοι. Αρκετόν τη ημέρα τούτη η κακία αυτής. Ευαγγελίζου πατρίδα-Ελλάδα χαρά μεγάλη.
Η Ελλάδα όμως, αλλοίμονο! Έμεινε με την ανάσα κομμένη και βούλιαξε στα λασπόνερα της απελπισίας και της φρίκης. Αδιανόητο! Δεν το χωράει ο νους του ανθρώπου! Δυο αμαξοστοιχίες, για δέκα και πλέον λεπτά της ώρας, κινούνταν, με φορά αντίθετη, στις ίδιες ράγες. Δε στάθηκε δυνατό να τις δει κάποιο ελεγκτικό μάτι. Δεν λειτούργησε καμιά δικλείδα ασφαλείας. Αναπόφευκτη στάθηκε η μετωπική σύγκρουση και η πύρινη λαίλαπα που τύλιξε τις άμορφες μάζες των σιδερένιων κατασκευών και τα εκτροχιασμένα βαγόνια. Και το σημείο μηδέν; Το σημείο που κλείστηκε το θανάσιμο ραντεβού της ζωής με το θάνατο; Η Θέση «Ευ-αγγελισμός». Η θέση του χαρούμενου μηνύματος, του χαρμόσυνου αγγέλματος που μας έταξε η λέξη. Ο χρόνος όμως σταμάτησε εκεί. Τι ειρωνεία!
Και η τηλεόραση κίνησε να παίζει και να φέρνει μπροστά στα μάτια μας εικόνες κολάσεως. Εικόνες που δε μπορεί ούτε η γραφίδα του Δάντη να τις περιγράψει. Θέαμα φριχτό, μακάβριο και αποτρόπαιο:
Τη σκηνή της μετωπικής σύγκρουσης των αμαξοστοιχιών. Τον εκτροχιασμό των βαγονιών. Τις άμορφες μάζες των σιδηρικών. Τις πύρινες γλώσσες που τύλιξαν τα βαγόνια. Ανθρώπους σε κατάσταση πανικού να πετάγονται από τα βαγόνια αιμόφυρτοι και αλλοφρονούντες. «Χλωρό» και ζεστό αίμα να βάφει τους τοίχους και να ποτίζει το χώμα. Κραυγές απελπισίας για βοήθεια, κλάματα, οιμωγές, θρήνους και κοπετούς. Και αυτό όχι μια μόνο φορά, αλλά να παίζει και να δείχνει και να ξαναδείχνει, και να ξαναδείχνει , τις ίδιες πάντα σκηνές, λες και έδειχνε εικόνες χαράς και γλεντιού από πανηγύρι. Ε ! όχι κύριοι. Αυτό δεν είναι ενημέρωση. Αυτό το λένε τρομολαγνεία, γρατσούνισμα των νεύρων και ξέσκισμα του ηθικού κόσμου. Δεν αντέχεται αυτό το ψυχοπλάκωμα.
Τη λύση την έδωσε το τηλεκοντρόλ.
Έμεινα μόνος εκεί στο σαλόνι, στα σκοτεινά.
Ανέβασα στη σκηνή του θεάτρου «άγγελο » τη φαντασία μου. Περιδιάβηκα την εμπορική αμαξοστοιχία, λίγα μόλις λεπτά πριν από το θανάσιμο ραντεβού της με την εμπορική, για να δω εκεί: Ανθρώπους ώριμους, άνδρες και γυναίκες, ψημένους στη ζωή, βουλιαγμένους στο κάθισμά τους, να στηρίζουν με τα χέρια το κεφάλι τους και να είναι βυθισμένοι στις σκέψεις τους, να λύσουν τα καθημερινά προβλήματα της φαμίλιας τους. Ζευγάρια νέων παιδιών να κρατιούνται χέρι-χέρι και με τα κεφάλια ακουμπισμένα τρυφερά το ένα στο άλλο και τα μάτια κλεισμένα, να πλάθουν και να χτίζουν το σπιτικό τους που μόλις άνοιξαν. Και εκεί στο βαγόνι δύο, εκεί στο κυλικείο του τρένου, παιδιά , πολλά παιδιά, αγόρια και κορίτσια, πολύχρωμα και ευωδιαστά λουλούδια στο ίδιο βάζο, να απολαμβάνουν ξένοιαστα, μεταξύ του «φρέντο καπουτσίνο» και του αναψυκτικού, το ταξίδι τους. Να χτίζουν τα όνειρά τους, να τρέφουν τις ελπίδες τους για το αύριο , να ανταλλάσσουν φιλάρεσκες ματιές μεταξύ τους, ανυποψίαστα για το τι πρόκειται να ακολουθήσει σε λίγο. Σε λίγο που τα κορμιά τους θα τσακιστούν, θα στρεβλώσουν και θα στραγγαλιστούν στα πυρακτωμένα σίδερα. Σε λίγο που οι προσδοκίες τους και οι ελπίδες τους θα καούν, μέχρι που να εξαϋλωθούν, στους 1500 βαθμούς Κελσίου.
Ανείπωτη εθνική τραγωδία την είπε ο εκφωνητής των ειδήσεων. Συμφωνώ κ. κουμανταδόρε της ενημέρωσης. Μόνο που, εσύ, στο βωμό της τηλεθέασης, την έκανες ρωμαϊκό θέαμα στο Κολοσσαίο της Ρώμης .
Κατά συνειρμό γύρισα στα γυμνασιακά μου χρόνια , στο Ιεροδιδασκαλείο της Βελλάς, όταν, άγουρα και αμούστακα παιδιά, ο καλός μας εκείνος φιλόλογος καθηγητής, μας δίδασκε και μας μάθαινε τον ορισμό της τραγωδίας, που μας έδωσε ο μεγάλος εκείνος Σταγειρίτης πρόγονός μας, ο Αριστοτέλης. Είναι ακόμη γραμμένος με ανεξίτηλα γράμματα στο σκληρό δίσκο της μνήμης. Αυτή τη διδαχή των γυμνασιακών μου χρόνων, αυτή την οποία αποδέχτηκα και με την οποία γαλουχήθηκα, έφερα στη μνήμη μου.
΄Εστι μεν ουν τραγωδία μίμησις πράξεως [ δηλαδή « μιμούνται οι μιμούμενοι πράττοντας » , υποδύονται ανθρώπους που βρίσκονται σε δράση ,σκιαγραφούν πραγματικότητες της ζωής, φέρνουν στην επιφάνεια αλήθειες που κρύβονται σε μύθους ] σπουδαίας [ αξιόλογης, μεγάλης σημασίας, σοβαρής, που έχει κάτι να πει, να διδάξει , να στείλει ένα μήνυμα ] και τελείας , [ πράξεως ολοκληρωμένης , που να έχει αρχή μέση και τέλος ] μέγεθος εχούσης , [ Να έχει κάποια σημαντική έκταση , για να μπορέσει έτσι να δώσει αυτό που θέλει , να πετύχει το στόχο της ] ηδυσμένω λόγω , [ με λόγο γλυκό ,νόστιμο, καρυκευμένο, εξωραϊσμένο, που έχει δηλαδή ρυθμό αρμονία και μελωδία , που κοσμούν τα διάφορα μέρη της τραγωδίας ] χωρίς εκάστω των ειδών εν τοι μορίοις , [ με καθένα από τα είδη του οποίου βρίσκεται χωριστά στα διάφορα μέρη της ] δρώντων και ου δι΄απαγγελίας , [ οι υποκριτές δεν απαγγέλουν απλά ακίνητοι και αμέτοχοι, όχι με τρόπο αφηγηματικό, αλλά δρουν, πράττουν , υποδύονται χαρακτήρες , πρόσωπα, αναπαριστούν μύθους και αφηγήσεις, σαν ζωντανή πραγματικότητα ] δι ‘ ελέου [ έλεος δεν σημαίνει μόνον τη συμπόνοια, τη λύπη που αισθανόμαστε για κάποιον. Το « άξιον τι οίκτου » μπορεί να αφορά και μας τους ίδιους ] και φόβου [ φυγή εξ αιτίας φόβου, άγχος, δέος, πανικός ], περαίνουσα,[ με την έννοια εδώ ότι εκτελώ το σκοπό μου, δίνω τέλος σε κάτι, το φέρω εις πέρας ] την των τοιούτων [ με την έννοια των παρόμοιων, των κοινών για όλους ]παθημάτων [ πάθημα, αλλά και πάθηση δηλαδή ασθένεια, σωματικός πόνος, αλλά και άλγος ψυχής , οδυνηρό συναίσθημα ] κάθαρσιν .
Θέλω να σταθώ και να μείνω για λίγο στην κάθαρση όπως τη διδαχτήκαμε και την αποδεχθήκαμε. Αυτή τη διδαχή καταθέτω με λόγια όχι δικά μου αλλά των δασκάλων μου:
Η τραγωδία διεγείρει στην ψυχή των θεατών τον έλεο και το φόβο. Ως θεατές συμπονούμε εκείνον που βασανίζεται« χωρίς να το αξίζει », αλλά αναίτια συντρίβεται από κάποια ίσως κληρονομική ενοχή, ή από κάποια ύβρη, ή αμαρτία, η εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών δεδομένων. Την ίδια όμως στιγμή το μαρτύριο του ήρωα, του ήρωα που ως θεατές θαυμάζουμε, εμπνέει σε μας φόβο. Φόβο μήπως κάποτε η μοίρα μας εμπλέξει σε παρόμοια παθήματα, γιατί η τύχη είναι κοινή και το μέλλον αόρατο. Η τραγωδία με την ερμηνεία της, χρησιμοποιώντας, τα δίδυμα αυτά συναισθήματα τον έλεο και το φόβο, ως φάρμακα, καθαρίζει τον εσωτερικό μας κόσμο και ξαναδίνει στο συγκλονισμένο άνθρωπο την ελπίδα ότι υπάρχει μια ηθική τάξη στον κόσμιο που μπορεί να μη φαίνεται , αλλά από το σκοτεινό βάθος της τον διευθύνει. ΄Ετσι φεύγεις από την Επίδαυρο, ή κατεβαίνεις τις βαθμίδες του θεάτρου του Ηρώδη του Αττικού και παίρνεις το δρόμο για το σπίτι σου συλλογισμένος μεν, ανακουφισμένος δε, ήρεμος, νηφάλιος. Νιώθεις, από τη μάθηση εκεί, μια ηδονή άλλης ποιότητας.
Γιατί όμως αυτό; Είναι νομίζω απλό . Διότι στη σκηνή του θεάτρου ο τραγωδός δεν εμφάνιζε ποτέ σφαγές, φόνους, αίματα , σκηνές βίας και ωμότητας. Και αυτό από σεβασμό στο θεατή, από σεβασμό στην αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Εάν αυτό δεν έκανε δεν θα έφερνε στην ψυχή του θεατή την κάθαρση , δηλαδή τη γαλήνη, τη νηφαλιότητα, την ηρεμία. Κάποιος άγγελος τα περιέγραφε όλα αυτά με λόγια. Τι τάχα: Δεν μπορούσε ο Σοφοκλής να παραστήσει στη σκηνή τον απαγχονισμό της Ιοκάστης! Το τύφλωμα του Οιδίποδα! Δε μπορούσε ο Ευριπίδης να παίξει μπροστά στα μάτια των θεατών , στην τραγωδία Εκάβη, το φόνο των παιδιών του Πολυμήστορα, ή ακόμη - ακόμη την παιδοκτόνο Μήδεια να εκδικείται τον άπιστο Ιάσωνα σκοτώνοντας τα παιδιά της και παιδιά του;
Εδώ όμως η τηλεόραση, με το να παίζει και να επαναλαμβάνει πάλι και πάλι και πάλι, όχι μόνο την πρώτη μέρα αλλά και μέρες μετά, τη σφοδρή μετωπική σύγκρουση των τρένων και την πύρινη λαίλαπα να τυλίγει τα εκτροχιασμένα βαγόνια, πήρε πολύ κατήφορο. Κινήθηκε σε δρόμο ολισθηρό. Δεν είναι μόνο που δεν υπολόγισε και δε σεβάστηκε τον πόνο των επιζώντων συγγενών της τραγωδίας, πλήγωσε και τον ηθικό κόσμο του ανήμπορου θεατή, του χαροκαμένου γονιού, των παιδιών που είδαν τις σκηνές.
Έτσι, άθελά της και ανεπίγνωστα σίγουρα, παρέδωσε, θυσία στο βωμό του Μολώχ των σιδηρογραμμών, τόσους αθώους νεκρούς και θυσία στο βωμό της τηλεθέασης την αξιοπρέπεια των θεατών.
Ζήσαμε λοιπόν και βιώσαμε μια ανείπωτη εθνική τραγωδία . Μια τραγωδία όμως χωρίς κάθαρση
-----------------
Την επαύριον άρκεσαν λίγες μόνο ώρες για να μάθουμε ότι στο προσκλητήριο που έγινε έλειπαν 57 συνάνθρωποι, τα περισσότερα παιδιά. Πολλοί πιο περισσότεροι ακόμη οι τραυματίες. Η ζωή όμως σίγουρα θα τραβήξει και πάλι την ανηφόρα της.
Και τι μένει;
Μένει η κραυγή των αθώων θυμάτων μέσα από τον τάφο τους , να κτυπάει οργισμένη πάνω στα βράχια της ανικανότητας όλων μας , που σταθήκαμε ανήμποροι να τους πραστατεύσουμε. Η κόρη όμως των βράχων , η αντιλαλούσα ηχώ, την αποκρυπτογραφεί την κραυγή αυτή, την κάνει μια μόνο λέξη «ΓΙΑΤΙ » και την στέλνει οργισμένο και αμείλικτο ρώτημα στον υπεύθυνο για την ασφαλή κίνηση των σιδηροδρόμων και αξιώνει απάντηση:
ΓΙΑΤΙ δεν μας προστάτεψες ;
ΓΙΑΤΙ μας έστησες παγίδα λεγοντάς μας και βεβαιώνοντάς μας, λίγες μόνο μέρες πριν, ότι «είναι απόλυτα ασφαλής η μετακίνηση με το τρένο;»
Και ο πρώτος κουμανταδόρος ο διευθυντής της ορχήστρας: Ως άνθρωπος, συντετριμμένος σίγουρα, ζήτησε συγνώμη από τους συγγενείς των νεκρών και τους τραυματίες για το ότι δε στάθηκε ικανός, αυτός και η κομπανία του, να αποτρέψουν το κακό. Την ίδια όμως στιγμή, ως πολιτικός, σε μια κίνηση ματ της αξιοπιστίας του για τη συγνώμη, ανέχεται και συζητάει την εκ νέου υποψηφιότητα του υπεύθυνου υπουργού.
Γράφω πιο πάνω
Ζήσαμε και βιώσαμε μια ανείπωτη εθνική τραγωδία. Μια τραγωδία όμως χωρίς κάθαρση.
Το ξαναγράφω και πάλι αλλάζοντας μόνο τους χρόνους των ρημάτων:
Συνεχίζουμε και ζούμε και βιώνουμε μια ανείπωτη εθνική τραγωδία. Μια τραγωδία όμως χωρίς κάθαρση.
Το ψηφιδωτό έργο που πλαισιώνει τη σελίδα είναι δημιουργία του Λευτέρη Ρόρρου.