Δέν πρέπει νά μᾶς πτοεῖ τό γεγονός ὅτι στά χρόνια μας φαίνεται νά καταβαραθρώνεται ὅ,τι θεωρεῖται πιό πολύτιμο γιά τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη καί γιά τήν ἠθική θέση της στόν κόσμο. Ὅτι ἡ ἱστορία δέν ἔχει τίποτα νά μᾶς διδάξει, καθώς καταρρέουν τά πρότυπα θυσίας, ὅταν βλέπουμε οἱ θυσίες καί τό αἷμα πού χύθηκε καί χύνεται νά μήν λογαριάζεται καί νά μήν φέρνει τά ἀποτελέσματα πού οἱ ἄνθρωποι εὐελπιστοῦν νά φέρει. Πρέπει νά τά δεχτοῦμε αὐτά ὡς τίμημα τοῦ κακοῦ πού ἀνέκαθεν κυβερνᾶ τόν κόσμο, καί νά στραφοῦμε στήν κραταιά ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πού διασπᾶ τόν φαῦλο κύκλο τῆς βίας καί τοῦ αἵματος, ὅπου περιδινεῖται ἡ ἀνθρωπότητα. Βλέπουμε τά πάντα νά ὀργανώνονται γύρω ἀπό τά ἀνθρώπινα πάθη, καί ὅλα νά ὑποκύπτουν καί νά ὑπηρετοῦν τή λογική τῆς βίας. Οἱ ἀρχές καί οἱ ἐξουσίες εἶναι πού διατηροῦν ἀκόμη τήν τάξη στόν κόσμο. Ὅμως ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ δέν δημιούργησε τόν ἄνθρωπο γιά νά τόν κρατήσει δέσμιο στά δεσμά τοῦ θανάτου, καί μετά νά τόν ρίξει αἰωνίως στά βάσανα τῆς κόλασης. Ὁ ἀββάς Ἰσαάκ μᾶς καλεῖ σέ μία ἄφατη δοξολογία, στήν ἀγαλλίαση, τήν εὐφροσύνη καί τόν θαυμασμό πού προσφέρει τό μεγαλεῖο τῆς θείας δόξας, τό μεγαλεῖο τῆς ἀγάπης πού τά πάντα χωρᾶ, καί συγχωρεῖ τά πάντα:
«Ὦ, ἔκπληξη γιά τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί Δημιουργοῦ μας! Ὦ, δύναμη γιά τήν ὁποία ὅλα εἶναι δυνατά! Ὦ, τῆς ἀμέτρου χρηστότητος πρός τή φύση μας, πού θά ἀναπλάσει ἀκόμη καί τούς ἁμαρτωλούς! Ποιός εἶναι ἱκανός νά τόν δοξολογήσει;… Ποῦ εἶναι ἡ γέεννα πού μπορεῖ νά μᾶς λυπήσει, καί ποῦ εἶναι ὁ κολασμός πού μπορεῖ νά μᾶς τρομάξει σβήνοντας τήν εὐφροσύνη τῆς ἀγάπης του; Καί τί εἶναι ἡ γέεννα συγκρινόμενη μέ τή Χάρη τῆς ἀναστάσεώς του, ὅταν θά μᾶς ἐγείρει ἀπό τόν Ἅδη καί θά κάνει τή φθαρτή φύση μας νά ἐνδυθεῖ τήν ἀφθαρσία, ἐγείροντας στή δόξα αὐτό πού ἔπεσε στόν Ἅδη; Ὦ ἄνθρωποι διακριτικοί, ἐλᾶτε καί θαυμάσατε. Ποιός ἔχει σοφό νοῦ ὥστε νά θαυμάσει ὅπως τῆς ἀξίζει τή γενναιοδωρία τοῦ Δημιουργοῦ μας; Ἡ ἀνταπόδοσή του στούς ἁμαρτωλούς εἶναι τέτοια, ὥστε ἀντί τῆς ἀνταποδόσεως τῆς δικαίας, αὐτός τούς ἀνταμείβει μέ τήν ἀνάσταση, καί ἀντί γιά τά σώματα πού καταπάτησαν τό νόμο του, τούς ἐνδύει μέ τή δόξα τῆς τελειότητας. Αὐτή ἡ Χάρη μέ τήν ὁποία ἀνασταινόμαστε ἀφοῦ ἁμαρτήσαμε, εἶναι μεγαλύτερη ἀπό τή Χάρη πού μᾶς ἔφερε ἀπό τήν ἀνυπαρξία στήν ὕπαρξη. Ἰδού Κύριε, τά κύματα τῆς Χάρης σου μέ ἔκαναν νά σωπάσω, καί δέν ἔχει μείνει μέσα μου καμιά σκέψη, οὔτε ἀκόμη καί γιά νά σέ εὐχαριστήσω…».
(1. Α΄, Λόγος Ξ΄.)
Από το βιβλίο "Τώρα και πάντοτε Σημειώσεις στις Γραφές του Ισαάκ του Σύρου" του Αλέξανδρου Κοσματόπουλου που παρουσιάζεται αύριο.