Ο Φλάβιος Αρριανός συνοψίζει τη φιλοσοφία του Επικτήτου σε 53 μικρά κεφάλαια, στο έργο «Εγχειρίδιον». Αυτό που επιχειρώ εδώ είναι να κάνω μία συμπίεση, μέσω χωρίων 35 κεφαλαίων, της συμπίεσης της φιλοσοφίας του κατά το έργο.
Στόχος της ζωής είναι η «Ελευθερία, η Ευδαιμονία» και η «Αταραξία». Επιτυγχάνεις αυτό το σπουδαίο με την εναπόθεση της προσοχής στα «υπό την εξουσία σου (αντίληψη, επιλογή, επιθυμία, άρνηση)» και με την «καταφρόνηση» των «όχι υπό την εξουσία σου (σώμα, ιδιοκτησία, φήμη, αξίωμα)». Αν συγχύσεις αυτά που εξουσιάζεις με αυτά που όχι, «θα έχεις εμπόδια, θλίψη, ταραχή, θα κατηγορείς θεούς κι ανθρώπους». Σκοπός δεν είναι ούτε η θλίψη, ούτε ο καταλογισμός ευθυνών σε άλλους, αλλά το «καταμαθείν την φύσιν και ταύτη έπεσθαι».
Η θλίψη προέρχεται πάντα από την κρίση-άποψή σου για ένα πράγμα και «ου το συμβεβηκός» καθαυτό. Όχι τα πράγματα, αλλά «τα περί των πραγμάτων δόγματα» ταράσσουν τους ανθρώπους, για τους οποίους ορθό είναι να κατηγορούν μόνο τα των εαυτών (δόγματα).
Έχοντας ως πρότυπο τον Σωκράτη, στρέψου προς τους λόγους – τις κρίσεις που επιφέρουν τα γινόμενα. Έτσι, μην κρίνεις καλό ή κακό, αλλά διέγνωσε την κρίση της κάθε πράξης. Να χρησιμοποιείς ελαφρά και χαλαρά την επιλογή και την άρνηση. Η άρνηση είναι πολύ σημαντική γιατί αυτός που αποτυγχάνει να εκπληρώσει μία επιθυμία είναι ατυχής, αλλά αυτός που αποτυγχάνει στην άρνηση είναι δυστυχής. Καλύτερα να πεθαίνεις άλυπος, παρά να ζεις ταραγμένος.
Είσαι «υποκριτής δράματος», όπως το θέλησε ο «διδάσκαλος». Μη προσπαθείς να επιλέξεις ρόλο• υποκρίσου καλά αυτόν που σου δόθηκε. Μην αναλάβεις «υπέρ δύναμιν τί πρόσωπον»: αποτυγχάνεις μ’ αυτό και αναβάλλεις αυτό που ήταν ικανό να υπάρξει και συνεισφέρει. «Εξέταζε αν δύνασαι βαστάσαι το εγχείρημα» – «σκόπει τα καθηγούμενα και τα ακόλουθα πριν πράξεις τί» – και «ως ιατρώ παραδεδωκέναι σεαυτόν τω Επιστάτη», αν πρόκειται περί εκπαιδεύσεως σε κάτι. «Ηλίθιος» και «μωρός» είσαι αν δεν ασκείς «αυτό που δύνασαι να ασκήσεις». Αρκετό είναι, εάν έκαστος εκπληρώσει «το εαυτού έργον».
Τί μπορείς να κάνεις; Πολλά, όμως ό,τι κι αν διαλέξεις, να είσαι «ένας άνθρωπος»: ή αγαθός, ή κακός. Περί αυτών που συμβαίνουν μείνε σε μία άποψη-θέση και να έχεις την ίδια ανταπόκριση, είτε συμβαίνουν στους άλλους, είτε σε σένα. Να καλλιεργείς είτε τα έσω (το «ηγεμονικόν σεαυτού»), είτε «το εκτός», γιατί αυτοί που θέλουν να κάνουν πολλά – λίγο απ’ όλα – «δεν δίνουν πουθενά όλη την ψυχή τους».
Στην εργασία των «έσω» βρίσκονται τα σπουδαία. Μην άπτεσαι των σπουδαίων «μετρίως»· η επιθυμία και των δύο είναι σίγουρη απώλεια των πρώτων και των δεύτερων, πιθανότατα. Να θεωρείς τον εαυτό σου άξιο «των βελτίστων» και «παν βέλτιστον» να είναι νόμος απαράβατος για σένα. «Τάξον χαρκτήρα και τύπον» και φύλαξέ τον μπρος και πίσω από τους άλλους. Αν μείνεις στις αρχές σου, οι τυχόν περίγελοι θα σε θαυμάσουν. Αν όχι, είσαι δύο φορές χαμένος.
Τι είναι σπουδαίο και βέλτιστο; Είναι κάτι εκτός σου; Όχι. Ό,τι έχεις και δεν έχεις είσαι εσύ: «μέτρον κτήσεως το σώμα εκάστω». Και μάλιστα οι εντός διεργασίες του μόνο, γιατί ο θάνατος έχει το πάνω χέρι απέναντι στο σώμα. Φύλαξε το μέτρο τούτο.
Μην προσπερνάς τον «διαιρούντα λόγον», δηλαδή τις λογικές κρίσεις. Σπουδαιότερη είναι, ακριβώς, η τα έσω «φιλοτεχνείν» φιλοσόφου τάξις· «τήρει την τάξιν την σεαυτού» προς όλες τις συμπεριφορές που συναναστρέφεσαι.
Με τί μοιάζει όμως αυτός, ο φιλόσοφος (;): δεν ψέγει, δεν επαινεί, δεν μέμφεται, δεν κατηγορεί κανέναν, «ουδέν περί εαυτού λέγει» ως ειδικός, για τα κακά που του συμβαίνουν «εαυτώ εγκαλεί», περιφρονεί τον έπαινο, δεν υπερασπίζεται τον εαυτό του μπρος στον κατήγορο, αποστρέφεται μόνο τα κατά την εξουσία του παραφυσικά, φυλάγεται από τον εαυτό του σαν από εχθρό. «Πᾶν ζῷον τὰ μὲν βλαβερὰ φαινόμενα καὶ τὰ αἴτια αὐτῶν φεύγειν καὶ ἐκτρέπεσθαι, τὰ δὲ ὠφέλιμα καὶ τὰ αἴτια αὐτῶν μετιέναι τε καὶ τεθηπέναι».
Δεν έχεις άλλο εχθρό από τον εαυτό σου. Αυτή είναι η πλάνη και «στάσις» του «ιδιώτου» που προσδοκά ωφέλεια ή βλάψιμο εκ των έξω· ο φιλόσοφος εξ εαυτού. Δεν υπάρχει κακό έξω από εσένα. Μόνο εσύ – και μάλιστα «σε μία ημέρα» – μπορείς να σώσεις ή απολέσεις τη σωτηρία σου και προκοπή. «Σὲ γὰρ ἄλλος οὐ βλάψει, ἂν μὴ σὺ θέλῃς».
Όπως και με τον Σωκράτη, οι ενάντιοί σου, «ἀποκτεῖναι μὲν δύνανται, βλάψαι δὲ οὔ». Εντέλει, «ὅταν σέ τις κακῶς ποιῇ ἢ κακῶς λέγῃ», βλάπτεται και εξαπατάτε ο ίδιος. Να έχεις πραότητα απέναντί του και να ντρέπεσαι όταν ο πρώτος τυχόντας ταράσσει τη σκέψη σου.
Όλα είναι καλά, αλλά αυτό ζει μόνο ο πεπαιδευμένος, ενώ ο απαίδευτος κατηγορεί άλλους κι ο εκπαιδευόμενος τον εαυτό του. Ο πεπαιδευμένος δεν κατηγορεί κανέναν. Γι’ αυτόν το πάθος (πάθημα), είναι και ήταν πάντα για καλό του, ότι «τοσούτου πωλεῖται ἀπάθεια, τοσούτου ἀταραξία». «Παν το αποβησόμενον» να σου είναι αδιάφορο, γιατί τα πάντα μπορούν να χρησιμοποιηθούν «καλώς».
Παν πράγμα δύο έχει λαβές: «φορητήν και αφόρητον». Φορητή είναι η πλευρά κατά την οποία μπορείς να πιαστείς από τα καλά στοιχεία ενός πράγματος.
Όλα ξεκινούν από εσένα. Δε σε βοηθάει κάποιος εξωτερικός για την επανόρθωσή σου· αν την αμελήσεις κι αναβάλλεις θα μείνεις απαίδευτος και ως «ἰδιώτης διατελέσεις καὶ ζῶν καὶ ἀποθνῄσκων». Ως, δηλαδή, κάποιος που προσπαθεί να εξουσιάσει αυτά που δεν είναι στο χέρι του. Όχι, όλα είναι στο χέρι σου κι όσα δεν είναι, στέλνονται και παίρνονται πίσω από τους θεούς μέσω του οποιουδήποτε. Όλα όσα σου παίρνει κάποιος είναι δοσμένα – « τί δὲ σοὶ μέλει, διὰ τίνος σε ὁ δοὺς ἀπῄτησε;». Οπότε, όταν έρθει, ό,τι έρθει, «ἐπιμελοῦ αὐτοῦ ὡς ἀλλοτρίου» – φιλοξένησέ το, μη το ιδιοκτησιοποιήσεις, μην δημιουργείς δεσμούς εκεί που δεν υπάρχουν. Γι’ αυτό, τα φαινόμενα μελέτα, εξέταζε, δοκίμαζε (σε ποια κατηγορία είναι).
Άσε τους άλλους, αλλά εστίασε στις ορθές περί θεών «ὑπολήψεις». Αυτό είναι το της «ευσεβείας κυριώτατον»: ότι «τα όλα καλώς και δικαίως» διοικούν. Ακολούθα εκουσίως τα συμβάντα ως της «αρίστης γνώμης» επιτελούμενα. Έτσι δεν θα τους κατηγορήσεις για παραμέλεια. «Θέλε τὰ γινόμενα ὡς γίνεται καὶ εὐροήσεις».
Ασκήσου κρυφίως κι ανεπιτηδεύτως. Ο Σωκράτης αφαίρεσαι «πανταχόθεν το επιδεικτικόν» (μέχρι που σύστηνε ανθρώπους και σε άλλους φιλοσόφους, όταν του το ζητούσαν!). Σαν αυτόν, που «ηνείχετο παρορώμενος», μη φοβάσαι να είσαι άτιμος, να είσαι «ουδείς ουδαμού»· αν θες να είσαι συμπαθής, ξεστράτησες.
Μην κάνεις σαν λυσσασμένος, αλλά δέξου το «ἐν παντὶ ἧττον ἔχειν» και, σαν σε συμπόσιο, όταν σου δίνουν λάμβανε κοσμίως – κατά την σειρά σου – και θα ‘σαι συμπότης των θεών. Αν δεν λάβεις καν, τότε είσαι και «συνάρχων».
Σε κάθε ηδονή που παρουσιάζεται σκέψου ότι την απολαμβάνεις κι ότι ήδη την απήλαυσες· αν την πάρεις, μετά αυτοκατηγορείσαι κι έχεις ενοχές, αν όχι έχεις αυτοέπαινο και χαρά.
Ασκήσου στον κόπο – «θάνατο, φυγή, πάντα τα δεινά», κάθε μέρα να τα έχεις στο νου σου. Π.χ., ασκήσου έτσι: διψώντας, να πιεις νερό κι έπειτα φτύστο, και «μηδενί είπης».
Φρόντιζε για τα απαραίτητα του σώματος. «Αφυίας σημείον» το «περί το σώμα ενδιατριβείν», όπως η πολλή γυμναστική, βρώση, πόση, αφόδευση, συνουσία· αυτά είναι πάρεργο• στρέψου στην διάνοια, δηλαδή μετανόησε. Επίδειξη και πολυτέλεια απέρριπτε.
Μην αναλύεις θεωρίες αλλά «ποίει τὸ ἀπὸ τῶν θεωρημάτων» κι αυτό φωτίζει απευθείας το εύλογο κι έγκαρπο. Μην επαίρεσαι επί της απλότητάς σου, την εγκράτειά σου μην τη διαφημίζεις, για τις αρετές των πραγμάτων σου μην κοκορεύεσαι κάνοντας χρήση παραστάσεων («χρήσις φαντασιών»). «Τί οὖν ἐστι σόν;»· η ομορφιά του αλόγου σου, η ευφράδεια του λόγου σου; Μην ταυτίζεσαι με τα εξωτερικά και μην συγκρίνεσαι βάσει αυτών με τους άλλους. Η αυτοαναφορά είναι «ασύνακτη», δηλαδή το «εγώ κάνω-έχω κάτι καλύτερο, άρα είμαι καλύτερός σου». Αυτά που κάνεις ή έχεις είναι καλύτερα από του άλλου, ίσως, αλλά όχι εσύ από αυτόν.
Μην κατηγορείς, επαινείς, συγκρίνεις. Μην απολογείσαι στις κακολογίες γιατί ξέρεις – και κάν’ το και γνωστό – ότι αν και δεν έχεις τα συγκεκριμένα ελαττώματα-σφάλματα, έχεις σίγουρα άλλα. Στις παρεκτροπές μην είσαι ελεγχτικός. Στην απελπισία του άλλου κλάψε αν σου βγει, αλλά «μὴ καὶ ἔσωθεν στενάξῃς».
Πιο πολύ σιώπα και λέγε τα απαραίτητα δι’ ολίγων. Μετάγαγε, με τους λόγους σου, τους λόγους των άλλων στο σωστό. Μη γελάς πολύ και για πολλά. Μην ορκίζεσαι. «Εστιάσεις τας έξω και ιδιωτικάς διακρούου», μη τυχόν περιπέσεις «εις ιδιωτισμόν» (η μόλυνση διαδίδεται). Να είσαι ταπεινός κι ολιγαρκής.
«Πολύ θέατρο ουκ αναγκαίον», κι αν πας, μετά, σχολίασε αυτά που πήρες ως «προς την σην επανόρθωσιν». Τότε θα γίνει εμφανές ότι εθαύμασες πραγματικά την «θέαν». Γιατί με τον φιλόσοφο αγώνα εθαύμασες γενικότερα ολόκληρη τη ζωή (Επίκτητε).
Τραγικό δυστύχημα, από την παιδική ηλικία εμποτιζόμαστε ως το μεδούλι με ξένες γλώσσες και αλλότριους τρόπους και αγνοούμε την οντολογική παρακαταθήκη των προγόνων μας. κ. Τουλαντά σας ευχαριστούμε .
Δυσδιάκριτες γίνονται κάποιες φορές οι πορείες που συνδέουν μέσα από την στροφή στον εσωτερικό χώρο τους στωικούς φιλόσοφους με τους ασκητές των πρώτων χριστιανικών χρόνων. Ισως αυτό που ξεχωρίζει τους μεν από τους δε είναι η προοπτική της αγιότητας που οδηγεί τον Λόγο των όντων των Στωικών στον Λόγο ως ΩΝ του δεύτερου προσώπου της Αγίας Τριάδας.
Συναφής ίσως και η αναζήτηση που συνδέει την ‘θέα’ των Στωικών με την ‘θέαση’ των ησυχαστών. Σε κάθε περίπτωση παραμένει επίκαιρος ο Επίκτητος καθώς συμφωνούμε ότι τόσο στην εποχή του όσο και στην δική μας το «Πολύ θέατρο ουκ αναγκαίον». κ. Τουλαντά σας ευχαριστούμε.
Παρ’ όλ’ αυτά υπάρχει μια τεράστια διαφορά μεταξύ Επίκτητου και Στωικών με τους Προσωκρατικούς, τους Έλληνες φιλοσόφους της κλασικής περιόδου και τους Ρωμηούς Πατέρες.
Οι μεν πρώτοι ασχολήθηκαν με την Ηθική, δήλον δη την συν-ΠΕΡΙ-φορά των ανθρώπων ως προς τα Φαινόμενα αποφεύγοντας την ουσία, ενώ οι δεύτεροι με την Οντολογία, την φύση των όντων. Οι πρώτοι, άλλαις λέξεσι, αρκέστηκαν από την διαπίστωση του Αναξαγόρα, «όψις των αδήλων τα φαινόμενα» να κρατήσουν την φανερή όψη, τα «περί», ενώ οι δεύτεροι με την αφανή ουσία. Αυτό εννοεί ο σκοτεινός Ηράκλειτος με τα φωτεινότατα σπαράγματα D-K 123, «φύσις κρύπτεσθαι φιλεί» και D-K 54, «αρμονίη αφανής φανερής κρείττων» επειδή «κακοί μάρτυρες ανθρώποισιν οφθαλμοί και ώτα βαρβάρους ψυχάς εχόντων» (D-K 107). Έτσι ο Εφέσιος συνδέει τον άνθρωπο με το θείο μέσω του ήθους του που είναι ο οντολογικός χαρακτήρας του, η ψυχή του – ήθος ανθρώπωι δαίμων (D-K 119) – καθώς «ψυχής πείρατα ιών ουκ αν εξεύροιο, πάσαν επιπορευόμενος οδόν * ούτω βαθύν λόγον έχει» (D-K 45). Στο D-K 78, βέβαια, έχει ξεκαθαρίσει ότι άλλο το ήθος των θεών κι άλλο των βαρβάρων βροτών – «ήθος γαρ ανθρώπειον μεν ουκ έχει γνώμας, θείον δε έχει». Άλλος επομένως ο λόγος των θνητών όντων κι άλλος των αθανάτων. Όπως το θέλουν αργότερα και οι χριστιανοί Ρωμηοί Πατέρες, ο λόγος των κτιστών όντων να αναφέρεται στον Λόγο του άκτιστου Θεού.
Ο Αριστοτέλης είναι πιο ξεκάθαρος δηλώνοντας πως αναζητεί τι ην το είναι, ακολουθώντας την ουσία της διδασκαλίας – αλλά όχι την μέθοδο – του Πλάτωνα. Κι ο Πλωτίνος, γνήσιος Πλατωνιστής, ασχολείται σχεδόν αποκλειστικά με το Ον, το Εν, σε σημείο που γίνεται εφαλτήριο μέσο για τον Άγιο Διονύσιο Αρεοπαγίτη να συνεχίσει την αναζήτηση του όντως Όντα, τον δημιουργού της οντότητας.
Οι Στωικοί, αλλά και ο Επίκτητος, δεν ενδιαφέρθηκαν τόσο για την αιτία των όντων όσο για την στάση τους έναντι των θεών για να τύχουν της εύνοιάς τους. Κατά τους στωικούς φιλοσοφία είναι «η άσκησις, ή επιτήδευσις της αρετής» που κάνουν την ψυχή σοφή. Σοφία, έλεγαν, είναι «η επιστήμη για τα θεϊκά και τα ανθρώπινα θέματα, ενώ φιλοσοφία είναι η ενασχόληση με την κατάλληλη γι αυτά τα θέματα τέχνη». (Αέτιος, Ι, προοίμιο). Η ευκολία κατανόησης αυτής της διαπίστωσης έναντι της Οντολογικής δυσκολονόητης αναζήτησης, είναι η αιτία που η στωική θεώρηση έγινε αποδεκτή από τους απαίδευτους Λατίνους, κι έτσι ο δικός τους φιλόσοφος, ο Σενέκας, όρισε την φιλοσοφία ως «συστηματική επίδοση στην αρετή». (Epistulate, 89.8). Επιμένει μάλιστα ότι «η φιλοσοφία είναι επιστήμη του θείου και του ανθρώπινου, αλλά δεν πρόκειται να γίνει εφικτή, πριν ο φιλόσοφος ομοιωθεί με τον θεό χάρη στην ήρεμη και ευτυχισμένη σταθερότητα της ψυχής του : αυτό ακριβώς υπόσχεται η φιλοσοφία». (ό.π 31.8-9). Αποκαλυπτική για την επιφανειακή προσέγγιση της φιλοσοφίας είναι η λεπτομερής περιγραφή της εικόνας ενός σοφού νεαρού άνδρα από τον Ζήνωνα τον Κιτιέα.
Την ίδια παρερμηνεία της φιλοσοφίας την βρίσκουμε και στην κινέζικη διδασκαλία της ηθικής από τον εθνικό τους «φιλόσοφο» Κομφούκιο.
Ας μη μπερδεύουμε, λοιπόν, τα μάτια του πουλιού της σοφής Αθηνάς με τα μάτια των κληρονόμων της εκλαϊκευμένης φιλοσοφίας από τους μετέπειτα … σοφούς !!!
Ευχαριστώ.
Χαίροις, τῶν ἀσκητῶν ὁ κανὼν, τῶν ἀρετῶν τὸ διαυγὲς καταγώγιον, ἡ στάθμη τῆς ἐγκρατείας, καὶ τῆς σοφίας πηγή, ποταμὸς χαρίτων θείων ἔμπλεως, ἐξ ὧν καταρδεύονται, τῶν ἀζύγων συστήματα. Πρὸς εὐκαρπίαν, ψυχικὴν καὶ σωτήριον, καὶ αἰσχρῶν παθῶν,ἀποπλύνεται βόρβορος· ἄνθρωπε ἐπουράνιε, ἐπίγειε Ἄγγελε, ὄντως Παχώμιε Πάτερ. Τῆς ἡσυχίας διδάσκαλε, Χριστοῦ κληρονόμε, τοῦ παρέχοντος τῷ κόσμῳ τὸ μἐγα ἔλεος.
Τίμιος ἐναντίον Κυρίου, ὁ θάνατος τοῦ Ὁσίου Αὐτοῦ.
Χαίροις, ὁ τῷ Σωτῆρι Χριστῷ, ἀκολουθήσας ὁλοτρόπως Παχώμιε, καὶ κόσμου λιπὼν τὴν σχέσιν· τὴν τῶν Ἀγγέλων ζωήν, ἀνενδότῳ πόθῳ πεπολίτευσαι, νηστείαις καὶ δάκρυσι, καὶ παννύχοις ἐνστάστεσι, τὸν νοῦν καθάρας, τῶν παθῶν τῆς συγχύσεως, καὶ ἀπάθειαν, ἀληθῆ ἐνδυσάμενος·
ὅθεν τοῦ θείου Πνεύματος, ἐδέξω τὴν ἔλλαμψιν, καὶ ἀσκητῶν ἀνεδείχθης, ποδηγέτης θερμότατος· Θεῷ ἱκετεύων, ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν δοθῆναι τὸ μέγα ἔλεος
Από την εορτή του Αγίου Παχωμίου, στον δρόμο των ασκητών και των αγίων.