Η ευγένεια της επιθυμίας

0
1210

Τα Πορτρέτα είναι το τελευταίο βιβλίο του Ιταλού ψυχαναλυτή Μάσιμο Ρεκαλκάτι [Massimo Recalcati] που μας προσφέρεται στα ελληνικά –και το τρίτο από τον «Κέλευθο». Πρωτοεκδόθηκε το 2011, με αφορμή τα τριάντα χρόνια από το θάνατο του Ζακ Λακάν (1901-1981). Στο πρώτο και μεγαλύτερο μέρος του ο συγγραφέας μάς παρουσιάζει δέκα διαφορετικά «πρόσωπα» της επιθυμίας, εισάγοντάς μας στη λακανική προβληματική για έναν όρο που κυριαρχεί στα γραπτά του Φρόιντ. Στο δεύτερο («Ο δικός μου Λακάν»), ο Ρεκαλκάτι εξηγεί τη δική του «οφειλή» στο είδος της επιστροφής στον Φρόιντ που προτείνει ο Λακάν, καθώς και από ποιες απόψεις η σκέψη του κορυφαίου Γάλλου ψυχαναλυτή μάς αφορά ακόμα σήμερα.

Για ποιο πράγμα μιλάμε, όμως, όταν μιλάμε για επιθυμία; Και γιατί να είναι αυτή σημαντική σε καιρούς στερήσεων, όταν δηλαδή η βιολογική προϋπόθεση της επιθυμίας –η κάλυψη των πρωταρχικών αναγκών–, δεν είναι διόλου εξασφαλισμένη;

Ικανή και αναγκαία συνθήκη
Μια πρώτη απάντηση προσφέρει η γνωστή ευαγγελική ρήση: «Ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος» (Ματθ. Δ’4): ό,τι κάνει τη ζωή ανθρώπινη ξεπερνά κατά πολύ την εξασφάλιση της επιβίωσης. Στα Πορτρέτα, όπως και στα Χέρια της μητέρας (Κέλευθος 2017), ο Ρεκαλκάτι δείχνει την ιδιαιτερότητα της επιθυμίας σε σχέση με την ικανοποίηση των πρωταρχικών αναγκών, επιστρέφοντας σε μια μελέτη στα ορφανοτροφεία του Λονδίνου μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο [R. Spitz, Il primo anno di vita, 1973]. Στη μελέτη αυτή, ο Ρενέ Σπιτς σημειώνει ότι παιδιά που είχαν φροντιστεί από καταρτισμένες νοσοκόμες εμφάνιζαν καταθλιπτικά συμπτώματα και πέθαιναν από ανορεξία. Ο ίδιος απέδωσε το γεγονός στην «πρωταρχική αποστέρηση» –σε αυτό που ο Ρεκαλκάτι λέει «απουσία της παρούσας παρουσίας του Άλλου της αγάπης» (σ. 45). Για τα παιδιά αυτά, η έλλειψη του βιώματος πως είναι επιθυμητά είχε αποδειχτεί πιο καθοριστική από τις συμβατικές φροντίδες: από την αναγκαία, αλλά όχι ικανή, συνθήκη της ανθρωπινότητας.

Η επιθυμία για την οποία γίνεται λόγος, λοιπόν, δεν είναι επιθυμία «για κάτι» – για μια συγκεκριμένη φροντίδα που αντιστοιχεί σε μια βιολογική ανάγκη και προκαλεί «χειροπιαστά» αποτελέσματα. Από τον τρόπο που ο Γάλλος φιλόσοφος Αλεξάντρ Κοζέβ διάβασε τη Φαινομενολογία του Πνεύματος του Χέγκελ, ο Λακάν κράτησε τη θέση πως επιθυμία είναι η επιθυμία για την επιθυμία του Άλλου. Πρόκειται, εξηγεί ο Ρεκαλκάτι, για «ένα βίωμα απώλειας της κυριαρχίας, κάτι που δίνεται στον εαυτό μου ως ‘πιο δυνατό από τη θέλησή μου’»: για μια «δύναμη που με ξεπερνά [και που] δεν είναι κάτι που ‘εγώ’ μπορώ να κυβερνήσω» (σ. 25). Την ίδια στιγμή, πρόκειται για βίωμα που «εμπεριέχει πάντα μια ένδεια –μια απόσταση– η οποία είναι θησαυρός […] δεν υπάρχει επιθυμία ικανή για δημιουργία, που να μη συμπεριλαμβάνει τον ευνουχισμό· δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα, να τα απολαμβάνουμε όλα, να είμαστε όλα» (σ. 17, η υπογράμμιση του συγγραφέα).

Παράδοξο: η ανθρωπινότητα προϋποθέτει αυτό το όριο, τον συμβολικό ευνουχισμό, την επιθυμία του Άλλου. Όμως επιθυμία, για τον Λακάν, είναι επίσης, να έχεις τη δική σου επιθυμία: όχι μια ζωή αναλώσιμη που, αντί να βρίσκεται, χάνεται στην επιθυμία του Άλλου (σ. 51-2).

Επιθυμία-απόσταση, επιθυμία-προσμονή
Αναζητώντας ρίζες και δρομολόγια του βιώματος σε μια θαυμάσια αναδρομή στο Περί του Γαλατικού Πολέμου, του Ιούλιου Καίσαρα, ο Ρεκαλκάτι συναντά και μας συστήνει τους desiderantes: είναι οι στρατιώτες που περιμένουν τους συντρόφους τους κάτω από τον έναστρο ουρανό (sidera=άστρα). Η επιθυμία, εξηγεί ο συγγραφέας, ενέχει την προσμονή – δεν είναι μια αυτιστική απόλαυση (σ. 16-17).

Είναι εδώ που η λακανική ψυχανάλυση απευθύνεται ταυτόχρονα στην κοινωνία και το υποκείμενο (όχι το βιολογικό άτομο, το άτομο δηλαδή της κάλυψης των βιολογικών αναγκών):

Ο λόγος του καπιταλιστή μετέφρασε τον λόγο της επιθυμίας ως την επιπόλαιη λατρεία του homo felix που […] αναλώνεται στην αναζήτηση της προσωπικής του ευτυχίας πάνω σε αυτή τη γη και στην υπηρεσία της λατρείας του αυτόνομου Εγώ, το οποίο αξιώνει να γίνει το απόλυτο αφεντικό του εαυτού του (σ. 13).

Για να θεραπεύσει, υποτίθεται, τη θεμελιώδη έλλειψη στον άνθρωπο, ο ίδιος λόγος εκμεταλλεύεται ένα από τα πορτρέτα της «συλλογής» του Ρεκαλκάτι που συζητάμε: την «επιθυμία για τίποτα». Περί τίνος πρόκειται; Έχουμε να κάνουμε με την επιθυμία γι’ αυτό που δεν είναι παρόν, που ποτέ δεν αρκεί, που μόλις αποκτηθεί απαξιώνεται. Για την ακόρεστη επιθυμία, στο όνομα της ελευθερίας, για το διαρκώς Νέο. Για το ίδιο «πορτρέτο» επιθυμίας που κάνει την ταύτιση της αγάπης/αναγνώρισης με την ερωτική επιθυμία να φαίνεται μη βιώσιμη. [1]

Η ιδεολογία αυτή της διαρκούς ανανέωσης (υλικών αποκτημάτων ή ερωτικών παρτενέρ), της επιταγής «επιθυμείτε!», εκτός από συνώνυμη του «καταναλώστε!», αποδεικνύεται ασύμβατη με τη θαυμάσια διατύπωση του Λακάν για την ερωτική αγάπη: «η αγάπη είναι πάντα αγάπη για το όνομα».

Εξηγεί ο Ρεκαλκάτι:

Η αγάπη για το όνομα σταθεροποιεί την επιθυμία, σταματά την ατελείωτη και μάταιη κούρσα, την προσδένει σε κάτι –σε ένα ιδιαίτερο όνομα– που προβάλλει ως το αντίθετο ενός σειριακού κομματιού, ως μοναδικό και αναντικατάστατο. Υπό αυτή την έννοια, δεν υπάρχει ποτέ αγάπη για τα καθολικό, αγάπη για την αγάπη, αγάπη για τη ζωή, αλλά μόνο αγάπη για ένα ξεχωριστό όνομα, για ένα ξεχωριστό όν, για ένα ακριβώς όνομα. [Α]υτό το όνομα μού εμφανίζεται ήδη ως σώμα, δηλαδή επιφέρει αυτό το ίδιο μια ερωτική ικανοποίηση, όχι ακόμα στο σώμα, αλλά ήδη στο όνομα, ακριβώς στο όνομα (σ. 114-5).

O Ρεκαλκάτι δεν είναι από τους θεραπευτές της λελογισμένης έκθεσης στο βλέμμα της αναγνώρισης: υπεύθυνος σειρών σε τέσσερις εκδοτικούς οίκους, συγγραφέας δεκάδων βιβλίων που μεταφράζονται διαρκώς, τακτικός στην Repubblica, συνεργάτης ψυχαναλυτικών περιοδικών στην Ιταλία και διεθνώς –μια επιβλητική παρουσία στις προθήκες των εκδόσεων Feltrinelli. Η υπερπροβολή αυτή δεν είναι ασυνήθιστη (κάθε άλλο) για μια σκηνή θεωρητικών της ψυχανάλυσης που αναφέρονται στον Ζακ Λακάν. Η ίδια, ωστόσο, δεν αναιρεί τη συμβολή του στο «άνοιγμα», προς το μη εξειδικευμένο κοινό, της λακανικής θεωρίας: μιας σκέψης δυσπρόσιτης, κατά παραδοχή πρώτα του ίδιου του εισηγητή της, [2] αλλά γοητευτικής, αν κανείς αφιερώσει χρόνο για να βρει σημεία «εισόδου». Τι κίνητρο, εκτός ίσως από τη φιλομάθεια, έχει για να το κάνει; «Η ψυχανάλυση», γράφει ο Γιάννης Σταυρακάκης, «δεν αποτελεί πανάκεια βελτίωσης της ζωής, αλλά στήριγμα, ενδεχομένως, στην ανάληψη από τον ίδιο τον άνθρωπο της ευθύνης γι’ αυτή την αλλαγή». [3] Της ευθύνης για την επιθυμία.

 Στην εικαστική πλαισίωση της σελίδας έργο της Frida Kalo.

πηγή: https://marginalia.gr/arthro/i-eygeneia-tis-epithymias/

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ