Η ελεύθερη σκέψη στο απόσπασμα

2
526

Σωτήρης Αμάραντος

Τα μαρξιστικά ενοχικά σύνδρομα δείχνουν να λειτουργούν στο επίπεδο του εποικοδομήματος ως υπεραναπλήρωση, για ότι δεν μπορεί να επιτευχθεί στην οικονομική βάση. Με λιγότερο τεχνικούς όρους, όταν για λόγους επιλογής, μια φερόμενη ως αριστερή παράταξη, δεν θέλει να φανερώσει τον προοδευτισμό της, σε έναν από τους κατεξοχήν χώρους άσκησης αριστερής πολιτικής, δηλαδή στον χώρο της οικονομίας, επιδιώκει να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, ως προς την αριστεροσύνη της, σε ήσσονος σημασίας ζητήματα. Πως αλλιώς είναι δυνατόν να εξηγηθεί, η δήλωση βουλευτή της αξιωματικής αντιπολίτευσης, περί επιβολής χαρατσιού, επί της θρησκευτικής;

Ακόμη μια τέτοια πρόταση, θα μπορούσε να έχει μια καθαρά αποπροσανατολιστική λειτουργία, μέσα στον ορυμαγδό των πολιτικών εξελίξεων, όπου οι κοινοβουλευτικές δυνάμεις συνεχίζουν τη σύγκρουση για την νομή της εξουσίας, ενώ η χώρα και η ζωή των πολιτών τελματώνει. Ο πυρήνας όμως του προβλήματος, όπως και οι κίνδυνοι τέτοιων προτάσεων, δεν μπορεί να καλυφθεί μόνο με τους δυο αυτούς εκτιθέμενους λόγους. Θα πρέπει να σκιαγραφήσουμε το πεδίο που μια τέτοια θέση θεμελιώνει και σίγουρα να σκεφτούμε τις συνέπειές της. Κάνεις δεν αμφισβητεί, ότι τη στιγμή που το κράτος αντιμετωπίζει δυσκολίες κάλυψης των βασικών εξόδων σε κύριες υπηρεσίες του, που κάτω από άλλες συνθήκες εγγυώνται την ποιότητα ζωής των πολιτών, είναι σκανδαλώδες να διοχετεύονται σημαντικά ποσά για την μισθοδοσία ιερέων και ειδικά αρχιερέων. Πολλές προτάσεις μπορούν να κατατεθούν σχετικά, όπως η άρση της επαγγελματικής ιδιότητας των ιερωμένων. Θα μπορούσαν δηλαδή να απασχολούνται στην οποιαδήποτε άσχετη μεν, αλλά αποδεκτή εκ του ποιμαντικού τους ρόλου, εργασία, η οποία θα ήταν ικανή να τους προσφέρει, τα απαιτούμενα έσοδα για την επιβίωσή τους.
Η πρόταση όμως περί φορολόγησης της πίστης, με πρόσχημα την μισθοδοτική αδυναμία του κράτους, από βουλευτή αριστερού κόμματος, που φιλοδοξεί να κατακτήσει σύντομα την εκτελεστική εξουσία, δείχνει μια διάθεση επιβολής ελέγχου στην πιο θεμελιακή διάσταση, για την ελευθερία του ατόμου, που είναι η ελευθερία της σκέψης. Όπως είναι αποδεκτό από την κοινή λογική η ελευθερία της σκέψης, αποτελεί βασική προϋπόθεση για την απόλαυση η διεκδίκηση και κάθε άλλης ελευθερίας. Η φορολόγηση της πίστης είναι φορολόγηση της σκέψης και συνιστά ολοκληρωτισμό. Η λογική είναι ότι μόνο εφόσον κάποιος έχει τη δυνατότητα και την θέληση να πληρώσει τον φόρο, θα έχει το δικαίωμα να πιστεύει και να εκδηλώνει τη πίστη του δημόσια. Η λογική όμως αυτή τροχοδρομεί τα πράγματα προς την εξής εξέλιξη: Σε πρώτη φάση την επέκταση της φορολόγησης και πέρα από την θρησκευτική πίστη, στον χώρο τον πολιτικών, εθνικών, οικογενειακών κλπ απόψεων και σε δεύτερη φάση, γιατί όχι, στην κατάργηση κάθε δικαιώματος ελεύθερης σκέψης. Μια άλλη παράμετρος του ζητήματος αφορά στο ενδεχόμενο αποτέλεσμα της επιβολής φόρου επί της ορθόδοξης πίστης, δηλαδή σε ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της πολιτισμικής μας ταυτότητας (καλώς η κακώς). Μήπως δηλαδή κάποιοι μεθοδεύουν την παλινόρθωση της εποχής των κατακομβών όπου βέβαια η θρησκεία ίσως να μην είναι απαραίτητο να κρυφτεί, αλλά οι θρησκευόμενοι να εξαναγκαστούν σε απόκρυψη την ελεύθερης και δημόσιας έκφρασης της πίστης και λατρείας τους, για να γλυτώσουν την οικονομική επιβάρυνση;
Ας δούμε τι παρεπόμενα προκαλεί και για τον πολιτισμό μας, αλλά και για την αλήθεια της εκκλησίας, ως τρόπου μετοχής στην κοινωνία των σχέσεων, κάτι τέτοιο. Θα ήταν εύκολο να με κατηγορήσει κανείς ότι η φαντασία μου καλπάζει σε επικίνδυνες ατραπούς, σε αυτό μπορώ να απαντήσω με δύο παραδείγματα, βγαλμένα από την ιστορική περιπέτεια του 20ου αιώνα. Το πρώτο αφορά τη Ναζιστική Γερμανία, όπου απαντώνται περιπτώσεις μικρών παιδιών, τα οποία καταγγέλλουν τους ίδιους τους τους γονείς, για ιδεολογική ασυνέπεια ως προς τις διδαχές-επιταγές του καθεστώτος. Το άλλο παράδειγμα αφορά τις χώρες του Σοβιετικού μπλοκ, όπου την δεκαετία του 1950, ενώ με τοιχοκόλληση ήταν απαγορευμένη ακόμη και η αναφορά στην επιστημονική (για όλον τον υπόλοιπο κόσμο) ανακάλυψη των χρωμοσωμάτων, οι φοιτητές της ιατρικής, εξετάζονταν στις βασικές έννοιες της μαρξιστικής θεωρίας. Θα πρέπει να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί, ως προς την αξιολόγηση των ριπτόμενων, στη πολιτική συζήτηση, ιδεών, ακόμη δε περισσότερο όταν αυτές παρουσιάζονται με τον μανδύα του αριστερού και προοδευτικού, διότι ο ολοκληρωτισμός, ειδικά σε περιόδους βαθύτατης κρίσης η και παρακμής, καραδοκεί.

πηγή: Aντίφωνο, από το Facebook

2 Σχόλια

  1. είναι σκανδαλώδες να διοχετεύονται σημαντικά ποσά για την μισθοδοσία ιερέων και ειδικά αρχιερέων.

    Ποιο είναι το ποσό που δαπανά το κράτος για τους 10.000-11.000 κληρικούς (ανάμεσα στους 700.000 δημοσίους υπαλλήλους);
    Τι ποσοστό των δαπανών του συνιστά αυτό; και γιατί είναι σκανδαλώδες;

    Η Ελλαδική Ορθόδοξη Εκκλησία έδωσε στο κράτος τα 65% της περιουσίας της το 1833 και κατόπιν το 96% όσων της απέμειναν, με αντάλλαγμα τη μισθοδοσία των κληρικών.
    Η περιουσία έχει δωρηθεί στην Εκκλησία από τους πιστούς για να κάνει το κοινωνικό έργο της. Με την επαχθή φορολόγησή της σήμερα, μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος αναγκάζονται να κλείσουν κάποια ιδρύματα. (Ο μητροπολίτης Ηλείας πρότεινε στην Πολιτεία ν’ αγοράσει τέσσερα ιδρύματα της μητροπόλεως για 1 ευρώ και να τα συντηρεί αυτή. Δεν άκουσα πουθενά για κάποια απάντηση της Πολιτείας.) Η Εκκλησία μπορεί και παράγει κοινωνικό έργο γιατί πολλοί δουλεύουν εθελοντικά στα ιδρύματα και τα συσσίτιά της. Αν τα αναλάμβανε το κράτος, θα κόστιζαν πολλαπλάσια.
    Τώρα το κράτος, και κατ’ επέκτασιν οι πολίτες, με τη μισθοδοσία των κληρικών, δίνουν μιαν αποζημίωση πολύ μικρότερη απ᾿ ό,τι θα έκαναν αν γινόταν ο διαχωρισμός, κατηργείτο η συμφωνία και το κράτος πλήρωνε στην Εκκλησία τα ακίνητα που έχει απαλλοτριώσει.

    Λοιπόν, με τις σημερινές συνθήκες, η Εκκλησία αδυνατεί να μισθοδοτήσει τους κληρικούς της.

    Θα μπορούσαν δηλαδή να απασχολούνται στην οποιαδήποτε άσχετη μεν, αλλά αποδεκτή εκ του ποιμαντικού τους ρόλου, εργασία, η οποία θα ήταν ικανή να τους προσφέρει, τα απαιτούμενα έσοδα για την επιβίωσή τους.

    Και στην Εκκλησία υπάρχει ο περιορισμός 10(αποχωρήσεις)/1(πρόσληψη). Γι’ αυτό, κάποιοι σήμερα χειροτονούνται κληρικοί κι εξακολουθούν να εργάζονται στην προηγούμενη δουλειά τους, για βιοπορισμό, χωρίς ν’ αμείβονται από το Δημόσιο, αυτό όμως δεν τους δίνει χρόνο για το ποιμαντικό και κοινωνικό τους έργο. Έτσι, η Εκκλησία θα χρειαζόταν περισσότερους ιερείς, για να την εξυπηρετούν με “μερική απασχόληση”, όμως τόσες ιερατικές κλήσεις δε νομίζω να υπάρχουν.

  2. Με τις επισημάνσεις και διορθώσεις του Theo, το μικρό, πυκνό και σαφές κείμενο του Σωτήρη Αμάραντου διατυπώνει πειστικά και χωρίς ηθικολογίες τα επιχειρήματα που πρέπει να διέπουν τις επιλογές μιας δημοκρατικής κοινωνίας σε θεμελιώδες κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Επάνω σε αυτό το θεμέλιο, που πρέπει να εξασφαλίζουμε πρωταρχικά, οικοδομείται η επόμενη βαθμίδα, η ηθική και υπερβατική ασκητική κάθε πολίτη, του γνήσια θρησκευόμενου. Δεν μπορεί όλη η κοινωνία να είναι άλας. Όταν ζητούμε η υψηλότερη ηθική να επιβληθεί στο θεμέλιο της κοινωνίας και μάλιστα με χρήση των κρατικών θεσμών, οδηγούμαστε αναπόφευκτα στην υποκρισία και τον ολοκληρωτισμό, βυζαντινό ή μαρξιστικό. Οι μετανοούντες κομμουνιστές δεν είναι ειλικρινώς μετανοούντες, αν καταφεύγοντας στην Εκκλησία, της ζητούν να επιβάλλει τις αρχές της σε όλο το φάσμα των κοινωνικών εκδηλώσεων. Η “μεταφυσική της ιστορίας” ξαναγίνεται “θρησκευτική μεταφυσική” και επιδιώκει να εγκαθιδρύσει ένα κράτος υποκριτών θεουσών. Θεός φυλάξοι.
    Θεωρώ ότι και άλλα κείμενα του Σωτήρη Αμάραντου αξίζουν την προσοχή μας. Προσπαθεί να βρεί την ελάχιστη κοινή βάση για να συμφωνήσουμε όλοι, χωρίς να ταυτιζόμαστε, ιδεολογικά ή φιλοσοφικά. Αποφεύγει δε τις ηθικολογίες και τους συναισθηματισμούς, πίσω από τους οποίους πολλοί αρθρογράφοι την τελευταία διετία καλύπτουν την άγνοια, τους στενούς πνευματικούς ορίζοντες και την πρακτική αμηχανία τους.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ