Λαοκράτης Βάσσης
A. Από τα μέσα περίπου της Μεταπολίτευσης η κρίσιμη αντίθεση εθνικισμός - αντιεθνικισμός επικαλύπτεται όλο και περισσότερο από το παγιδευτικό δίπολο: εθνικισμός υπό τον μανδύα του πατριωτισμού - αποεθνοποίηση υπό τον μανδύα του αντιεθνικισμού.
Από το ένα άκρο οι εθνικιστές ιδιοποιούνται δίκην ιερατείου εθνικής ορθότητας τις εθνικές αξίες, την ιστορία και την παράδοσή μας, και από το άλλο οι αποεθνοποιητές ιδιοποιούνται δίκην ιερατείου αντιεθνικιστικής ορθότητας τις δημοκρατικές, τις προοδευτικές και τις αριστερές αξίες μας.
Ομοιοτρόπως φερόμενοι, οι πρώτοι ενοχοποιούν ό,τι αποκλίνει από την εθνική τους ορθότητα ως ύποπτο εθνικής μειοδοσίας και οι δεύτεροι ενοχοποιούν ό,τι το ελληνικό ως ύποπτο εθνικισμού, επιδιδόμενοι σε λαθροχειρικές επικαλύψεις του μεγάλου πολιτικού, ιδεολογικού και πολιτιστικού κενού του τόπου μας.
B. Προσπερνώντας το ιστορικό της διαμόρφωσης αυτού του νέου δίπολου, απλώς θα σημειώσω πως με την πτώση της χούντας και την ήττα της φαιάς ιδεολογίας της μετεμφυλιακής «εθνικοφροσύνης», καθόλου άσχετης με τα απολιθωματικά στερεότυπα της πάντοτε προβληματικής εθνικής ιδεολογίας μας, άρχισε, έστω και με συντηρητικά βήματα, η κριτική υπέρβαση της παρελθοντοκεντρικής μας νοσηρότητας σε μια κατεύθυνση δημοκρατικού εκσυγχρονισμού της Πολιτείας μας και της Παιδείας μας.
Για τις δημοκρατικές μας δυνάμεις, η κριτική αναδιατύπωση της εθνικής ιδεολογίας μας, ιδιαίτερα των πολιτιστικών της οριζουσών, ήταν διαρκές ζητούμενο από την προδικτατορική ακόμη περίοδο, όπως φαίνεται και στη μεγάλη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964 (Παπανδρέου - Ακρίτας - Παπανούτσος).
Ειδικότερα για την Αριστερά, με την παράδοση του «Εκπαιδευτικού Ομίλου» και του ΕΑΜικού πατριωτισμού (βαθύτατα πολιτιστικού, διεθνιστικού, δημοκρατικού και ουμανιστικού), η κατάκτηση μιας σύγχρονης εθνικής στρατηγικής, απαλλαγμένης από τις παρενέργειες των εθνικιστικών, εθνοκεντρικών και ελληνοκεντρικών στερεοτύπων, ήταν και είναι πάντοτε συνυφασμένη με τον κεντρικό πυρήνα της ιδεολογίας της. Και είναι μόνο μια ακραία εκσυγχρονιστική της εκδοχή που με πρόσχημα την κριτική αποδόμηση αυτών των στερεοτύπων έχει αναγάγει σε άθλημά της τον αποδομητικό λόγο, ενοχοποιώντας ακόμα και την αναφορά σε θέματα όπως η εθνική ταυτότητα, ο πατριωτισμός, η ιστορική μας συνέχεια και πολύ περισσότερο η ελληνικότητα.
Γ. Ο εθνικιστικός πόλος, που συμπεριλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα φαιών μικρορευμάτων σκέψης και εθνοφοβικών αντιλήψεων, εκφραζομένων πολιτικά από τον ΛΑΟΣ, δεν μπορεί να αρθρώσει διεισδυτικό λόγο… ιδεολογικής ηγεμονίας και ανησυχητικής πολιτικής απήχησης, χωρίς προφανώς να υποτιμώνται, υπό ύποπτες προϋποθέσεις, οι κίνδυνοι εκκόλαψης του «αυγού του φιδιού».
Αν δεν συντρέξουν τέτοιες προϋποθέσεις, με το στίγμα των κληρονόμων των ιδεολογιών του Μεσοπολέμου (φασισμός - ναζισμός) και της μετεμφυλιακής «εθνικοφροσύνης», χωρίς τις παλιές προσβάσεις τους στην κρατική και παρακρατική εξουσία, χωρίς τον προνομιακό πολιτικό ρόλο… για τις βρώμικες δουλειές που τους επιφύλασσε ο δυτικός «ηγεμών» κατά τη διπολική και ψυχροπολεμική περίοδο, αλλά και με τις εκλεκτικές τους συγγένειες με τα νεοφασιστοειδή της Ευρώπης, οι εθνικιστές δεν μπορούν να υπερβούν την πατριδοκαπηλική γραφικότητα και τον «αμυντικό» εθνοφοβικό πολιτικό, ιδεολογικό και πολιτιστικό λόγο, αυτόχρημα απωθητικό και οριακό.
Δεν είναι, γι' αυτό, καθόλου τυχαίο που ο Καρατζαφέρης «στρογγυλεύει» και «φιλτράρει» πονηρά τον πολιτικό του λόγο, για να συναντηθεί οριζοντίως με τις πατριωτικές ευαισθησίες, τις αγωνίες ή και τις φοβίες του λαού μας σ' αυτήν τη δύσκολη ιστορική συγκυρία.
Με όποια όμως παραλλαγή, δεν μπορεί να κρύψει τους ενδότερους πυρήνες της ιδεολογίας του, όπου μεταξύ άλλων είναι κυρίαρχα, άλλοτε ρητά και άλλοτε υπόρρητα, όλα τα νοσηρά στερεότυπα της παρωχημένης εθνικής ιδεολογίας μας.
Δ. Ο καινοφανής αποεθνοποιητικός πόλος, με τις προνομιακές προσβάσεις στα μεγάλα τηλεοπτικά μέσα, στα μεγάλα εκδοτικά συγκροτήματα, στα πανεπιστήμια, στους ιδεολογικούς μηχανισμούς της Πολιτείας μας, αλλά και με την οριζόντια δικτύωση των ultra εκσυγχρονιστών της αριστερής και της νεοφιλελεύθερης διανόησης, είναι ο ιδεολογικά κυρίαρχος σ' αυτό το κρίσιμο γύρισμα των καιρών, σε πλήρη πάντοτε συμφωνία με τα «νεοταξικά» προτάγματα της παγκοσμιοποίησης.
Η θορυβώδης αυτή διανόηση στοχεύει με επιστημονικοφανή, προοδευτικοφανή και αριστεροφανή ταχυδακτυλουργία όχι στην κριτική αναδιατύπωση της «εθνικής ιδεολογίας» μας, αλλά στην περιφρονητική αποδόμηση των συντεταγμένων της. Όχι στην απαλλαγή από τις παγιδευτικές παρενέργειες των εθνικιστικών, εθνοκεντρικών και ελληνοκεντρικών στερεοτύπων, αλλά στην απορριπτική αποδόμηση του ιστορικού και πολιτιστικού βάθους της εθνικής μας ταυτότητας. Όχι στην κριτική ανάγνωση της πολύ σύνθετης ιστορικής μας συνέχειας, προφανώς όχι γραμμικής και αχρονικής, αλλά στη «νεωτερική» και ανιστόρητη άρνησή της. Όχι, εντέλει, στην κριτική απελευθέρωση της σκέψης μας και της ματιάς μας από όλες τις ιδεολογηματικές ακρότητες στη θεώρηση της υπερτρισχιλιετούς ελληνικής περιπέτειας, αλλά στην απαξιωτική αποδόμηση της ίδιας της ελληνικής περιπέτειας.
Πολύ συχνά μοιάζει να αντικαθιστά, ως αντεστραμμένο είδωλό της, την παλιά «εθνικοφροσύνη» στον ρόλο της.
Γιατί δεν αρκείται σε μια άλλη θεώρηση του Ελληνισμού, σε κάθε περίπτωση δικαιωματική… ακόμα κι αν είναι προκλητικά αιρετική, αλλά, αυτοαναγορευόμενη σε ιερατείο «αντιεθνικιστικής», «νεωτερικής» και «προοδευτικής» ορθοφροσύνης, ενοχοποιεί συλλήβδην τις διαφορετικές απόψεις ως ύποπτες εθνικισμού το λιγότερο, χρησιμοποιώντας τον Καρατζαφέρη, που αν δεν υπήρχε… θα τον εφεύρισκε, ως «σκιάχτρο» και ως «αγιαστούρα» στο κάκιστο παιγνίδι της κυνικής ιδεολογικής τρομοκρατίας επί των αντιπάλων της. Έχουν δε πάρει τόση φόρα κάποιοι κεκράκτες της, που δεν σέβονται ούτε μεγέθη όπως ο Μίκης Θεοδωράκης.
Δεν είναι όμως αυτό το μείζον, όσο κι αν είναι σημαντικό, αλλά το ότι επιχειρεί με επιστημονικοφανείς «λαθροχειρίες» να περάσει την «ορθότητά» της στην Παιδεία μας -εκεί δηλαδή όπου θεμελιώνεται (ή αποδομείται διά του ουδετεροποιητικού αποχρωματισμού της) η εθνική συνείδηση των ελληνοπαίδων- ανοίγοντας, αν δεν αφυπνιστεί ο συντριπτικά πλειοψηφικός μεταξύ των παγιδευτικών αυτών «πόλων» πνευματικός κόσμος του τόπου μας, τον ασκό του Αιόλου και επιτείνοντας την ήδη επικίνδυνη σύγχυση του τόπου μας, που βρίσκεται μπροστά σε ένα από τα πιο ομιχλώδη σταυροδρόμια της νεώτερης ιστορίας του.
Ε. Και είναι αυτός ο συντριπτικά πλειοψηφικός και ευρέος ιδεολογικού φάσματος πνευματικός κόσμος που καλείται, με πυξίδα προσανατολισμού τα αξιακά φορτία της μακραίωνης πνευματικής μας παράδοσης, να διεμβολίσει το παγιδευτικό δίπολο της «ελληνοκεντρικής τύφλωσης» και της «αντιελληνοκεντρικής αχρωματοψίας», βάζοντας τέρμα τόσο στη νόθα και παραπλανητική επικάλυψη της πολιτικής, πνευματικής και πολιτιστικής μας ζωής όσο και στην εκατέρωθεν ασκούμενη ιδεολογική τρομοκρατία… από τους «ιδιοκτήτες του έθνους» και τους «ιδιοκτήτες της προοδευτικότητας».
Με ανοιχτή σκέψη και πίστη στην ανοιχτή κοινωνία, από τη μια να υψώσει φράγμα για να μην αναδυθούν τα φαιά ιδεολογήματα του εθνοφυλετικού βυθού και από την άλλη να αποκαλύψει τον βαθύτατα αντιδραστικό χαρακτήρα της προοδευτικοφανούς αποδόμησης της ιστορίας μας και της ταυτότητάς μας, συνεισφέροντας, όπως έχει ευθύνη, στη χάραξη μιας μακρόπνοης πολιτιστικής στρατηγικής, που θα αποτελέσει τη στέρεη βάση για την κριτική αναδιατύπωση της τόσο αναγκαίας εθνικής μας στρατηγικής στη δύσκολη ανηφοριά του 21ου αιώνα.
Οι καιροί δεν είναι καλοί. Άνοιξαν και ανοίγουν μεγάλα θέματα και μεγάλα μέτωπα το ένα μετά το άλλο. Κι εμείς, έχοντας ξοδέψει με περισσή αφροσύνη τη μεγάλη ευκαιρία της Μεταπολίτευσης, τον υλικό και τον άυλο πλούτο μας, βρισκόμαστε απαράσκευοι και ξαρμάτωτοι στη δίνη μιας βαθιάς και γενικευμένης κρίσης, που είναι πρωτίστως πολιτιστική, όπως πολύ πειστικά το επισήμανε σε πρόσφατη τηλεοπτική του συνέντευξη ο καθηγητής Αδαμάντιος Πεπελάσης, οικονομολόγος ο ίδιος. Γι' αυτό και η αντιμετώπισή της, η έξοδός μας από τη βαθιά και γενικευμένη κρίση που δοκιμάζει τις αντοχές μας, προϋποθέτει πολιτιστική αφύπνιση, πολιτιστική πυξίδα και πολιτιστικό συναγερμό των πνευματικών δυνάμεων του λαού μας. Γιατί μόνο έτσι θα αφήσουμε πίσω μας όλα τα «βαρίδια», μαζί και το παγιδευτικό δίπολο του εθνικισμού και της αποεθνοποίησης, που δεν μας αφήνουν να ανοίξουμε περπατησιά προς το μέλλον.
- Να βρούμε την ψυχή μας, να κρατηθούμε από την ψυχή μας, για να μπορέσουμε να πάμε μπροστά, μνημονεύοντας, όπως μας συμβουλεύει ο Οδυσσέας Ελύτης, Διονύσιο Σολωμό και Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη… αλλά και τραγουδώντας με τον Μίκη «Άξιον Εστί» και «Ρωμιοσύνη»!
πηγή: Το Παρόν, 31 Ιανουαρίου 2010
Το να είναι κανείς Έλληνας δε σημαίνει ανωτερότητα, όπως μία μαργαρίτα δεν είναι ανώτερη μιας παπαρούνας, πάραυτα διατηρεί καθεμιά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Αναλωνώμαστε ως κοινωνία σε αντιδράσεις, δίχως όμως αντιστάσεις.
Δεν είναι τυχαίο πως οι ίδιοι που υποστηρίζουμε την ελληνικότητα, παρακολουθούμε τα ίδια σήριαλ με καθένα άλλο, ακούμε την ίδια μουσική, σκεφτόμαστε με τον ίδιο τρόπο, αγνοούμε εξίσου τον αρχαίο μας πολιτισμό, ακόμη περισσότερο το βυζαντινό, τέλος τα επιτεύγματα μιας γενιάς που έβγαλε τον Σεφέρη, τον Ελύτη, τον Τσαρούχη, τον Μόραλη, τον Χατζιδάκι και τον Θεοδωράκη. Αν ο ελληνισμός δεν αποτελεί έναν ιδιαίτερο τρόπο σκέψης, μια ιδιαίτερη κουλτούρα, τότε τι απομένει; Ιδεολόγημα;
Ανίκανοι να προστατέψουμε προσωπικότητές μας όπως είναι ο Μίκης Θεοδωράκης, για τον οποίο είναι γνωστά τα όσα λέγονται, σε ποιες αντιστάσεις μας θα ποντάρουμε στρατηγικά;
Αγαπητέ Βαγγέλη
ΔΕν υπάρχουν πλέον αντιστάσεις για να ποντάρουμε στρατηγικά. Ασε που η λέξη “στρατηγικά” εμπεριέχει στο νόημά της τις έννοιες “στρατηγική”, “μακροχρόνιος σχεδιασμός”, “ενότητα και ενστερνισμός των μακροχρόνιων στόχων”, “ύπαρξη θεσμών που αντιλαμβάνονται τις γεωπολιτικές αλλαγές και προσαρμόζουν την πορεία της χώρας”, “δυνάμεις επηρεασμού της γεωπολιτικής πορείας της περιοχής μας”…. κ.ά.
Βλέπεις τίποτα από αυτά να υπάρχει στην Ελλάδα;
Όσο κι αν με πληγώνει η σημερινή κατάσταση της χώρας, δεν πρέπει να συγχέουμε την Ελλάδα, που λειτουργεί σε πλαίσιο κοινωνικό, με τον Ελληνισμό, που λειτουργεί σε πλαίσιο διαχρονικό. Η πρώτη μπορεί να έχει σήμερα τα χάλια της, ο δεύτερος όμως εξακολουθεί να αποτελεί διαχρονικά πηγή ζωτικότητας και έμπνευσης. Είναι πραγματικά εντυπωσιακή η ανθεκτικότητα του πολιτισμού μας, ας το έχουμε κατά νου.
Τι ακριβώς είναι ο ελληνισμός για τον οποίο αξίζει τόσο πολύ να αγωνιστούμε να διατηρηθεί; Ακούω πολλές φορές Έλληνες να περηφανεύονται για τους αρχαίους φιλοσόφους, για την ακρόπολη, για το Σεφέρη και τον Ελύτη. Αλήθεια ξέρουν κάτι παραπάνω από το να επαναλαμβάνουν την παραπάνω φράση; Ακούω Έλληνες να διακυρήττουν την ανωτερότητά μας ως προς Αλβανούς, Πακιστανούς κτλ. και μπερδεύουν την επέτειο του όχι με την επανάσταση του 21.
Αυτό που με θλίβει περισσότερο είναι τα κενά λόγια. Είναι αληθινά άσχημο να χρησιμοποιούμε την “ελληνικότητά” μας για να νιώθουμε απλά ότι ανήκουμε κάπου. Αν αυτό είναι πλέον ο ελληνισμός δεν βρίσκω λόγο για να συνεχίσει να υπάρχει. Αν ελληνισμός σημαίνει φιλοξενία, κριτική σκέψη, αγάπη για την τέχνη κτλ. τότε να αγωνιστούμε γι’ αυτό και να αγωνιστούμε μέσα από τις καθημερινές πράξεις μας και όχι με λόγια-ατάκες τύπου “πατρίς-θρησκεία-οικογένεια”.