Ιστορία - Γεωπολιτική Το κόμπλεξ του να είσαι Έλληνας

Το κόμπλεξ του να είσαι Έλληνας

9
2625
Ο πρόσφατα αποθανών Χρήστος Σαρτζετάκης, λοιδορήθηκε ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας από πολλούς, και αμφισβητήθηκε από ακόμη περισσότερους. Αλλά, αν και η θητεία του άφησε μικρή κληρονομιά, ο χαρακτηρισμός, εκ μέρους του, του ελληνισμού ως «έθνος ανάδελφον», παρέμεινε ως κοινόχρηστη έκφραση.

Όπως άλλες νεοελληνικές ρήσεις («στην Ελλάδα ό,τι δηλώσεις είσαι», «στη χώρα αυτή είμαστε όλοι τραγικά αυτοδίδακτοι», «άλλος γαμάει, άλλος πληρώνει», κ.α.), έμεινε, επειδή εκφράζει με δυο λέξεις, μια ιστορική αλήθεια: η Ελλάδα δεν αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης κοινότητας εθνών, όπως αποτελούν τα σλαβικά, τα λατινογενή, τα νορδικά, και άλλα έθνη.

Ορισμένοι, βέβαια, ισχυρίζονται ότι «ανήκομεν στη Δύση», και έχουν δίκιο, αλλά με τρόπο ο οποίος δεν αναιρεί το «ανάδελφον». Η «απέραντη παράγκα» που στήσαμε «ανήκει στη Δύση» με την ίδια έννοια που και η καλύβα του μπαρμπα-Θωμά ανήκε στο αφεντικό του (και όχι, πάντως, με την έννοια της οικογένειας).

Το περίεργο είναι ότι πολλοί από όσους απορρίπτουν τον χαρακτηρισμό περί «ανάδελφου έθνους» ως έκφραση εθνικιστικής υπεροψίας, υιοθετούν ταυτόχρονα με ενθουσιασμό την ίδια ακριβώς ιδέα με ανεστραμμένο πρόσημο. Ισχυρίζονται δηλαδή πως ασφαλώς και είμαστε ανάδελφο έθνος ― αλλά μόνο σε ό,τι αφορά τα κουσούρια μας.

Ο οικτιρμός τους, δε, των εθνικών κουσουριών εκφράζεται πολλαπλώς. Από το θρήνο για την Ελλάδα που «δεν πέρασε Διαφωτισμό» (άραγε η Ιαπωνία πέρασε;), έως τον κοπετό για φαινόμενα που «μόνο στην Ελλάδα συμβαίνουν» (αλλά που, περιέργως, ήρθαν εισαγόμενα), και από τις συνεχείς προτροπές να «γίνουμε ευρωπαίοι», έως το (εξίσου συνεχές) αυτομαστίγωμα επειδή δεν γίναμε ακόμα.

Ορισμένοι, που είτε δεν ταξίδεψαν ποτέ εκτός της Ελληνικής επικράτειας, είτε πήγαν, γύρισαν, ή ακόμα και σπούδασαν έξω, αλλά παρόλα αυτά δεν πήραν χαμπάρι γρυ, θεωρούν ότι κάθε είδους δεινό του ελληνικού βίου είναι μοναδικό ελληνικό φαινόμενο. Ακόμα και αν πρόκειται για χούγια εμφανώς εισαγόμενα.

Για παράδειγμα, ο χουλιγκανισμός, ο οποίος με αφορμή το πρόσφατο αποτρόπαιο συμβάν, αντιμετωπίστηκε από πολλούς ως δείγμα μιας ιδιαίτερης ελληνικής οπισθοδρόμησης, ενώ όχι μόνο είναι παγκόσμιο φαινόμενο, αλλά έχει ευρωπαϊκά τόσο ταυτιστεί με την Αγγλία, ώστε να χαρακτηρίζεται πανευρωπαϊκά ως η «Αγγλική ασθένεια».

Αντίστοιχα, αν διαβάσει κανείς το ελληνικό «μέτωπο της λογικής», θα συμπεράνει πως εδώ εφευρέθηκαν οι θεωρίες συνωμοσίας. Ενώ, βέβαια, από τους «ψεκασμούς» και τα «UFO» (ΗΠΑ), έως τους Illuminati και τα «Πρωτόκολλα των σοφών της Σιών» (Γαλλία), όλες οι θεωρίες που κυκλοφορούν στην συνωμοσιολογική πιάτσα είναι προϊόντα εισαγωγής.

Και αν τα προηγούμενα παραδείγματα ήταν σχετικά ακίνδυνα, οι παρεξηγήσεις φτάνουν σε πολύ μεγαλύτερο βάθος απαξιώνοντας μέγα μέρος της ιστορίας μας και της αυτοεκτίμησης μας, ή ακόμα και επηρεάζοντας τη χάραξη εξωτερικής πολιτικής (ή έστω, θα την επηρέαζε, αν αυτή δεν προαποφασίζονταν στην Ουάσιγκτον και το Βερολίνο).

Ο περίφημος ελληνικός «εθνικισμός», για παράδειγμα, ο οποίος στιγματίζεται ως δείγμα «βαλκανικού βαρβαρισμού», δεν ήταν παρά η υιοθέτηση ενός καθαρά ευρωπαϊκού ιδεώδους (και μάλιστα του Διαφωτισμού) από μια υπόδουλη εθνότητα. Και βέβαια, δεν δημιούργησε αποικίες, δεν ξεκίνησε παγκόσμιους πολέμους, ούτε προχώρησε σε γενοκτονίες σαν τους λιμούς των Βρετανών στην Ινδία ή το ναζιστικό Ολοκαύτωμα. Όλα αυτά προϊόντα της πολιτισμένης Δύσης ήταν.

Αυτό δεν σημαίνει πως εδώ γίνονται όλα σωστά, ή πως για όλα τα λάθη μας φταίει ο «ξένος δάκτυλος». Απλά ότι η Ελλάδα δεν έκανε βαθύτερα λάθη από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, και ότι σε πολλές περιπτώσεις ― εξαιτίας της ιδιοσυγκρασίας μας, της ιστορίας μας, αλλά και της αδυναμίας και μικρού μεγέθους μας, υπήρξαμε πολύ ανθρωπινότεροι.

Από τα πρώτα μετεπαναστατικά κόμματα (τα επονομαζόμενα και ως το «γαλλικό», το «αγγλικό», και το «ρωσικό» ― το καθένα με βάση τη ξένη δύναμη τα συμφέροντα της οποίας υπηρετούσε), έως το σχέδιο Μάρσαλ, το μετεμφυλιακό κράτος και τα σύγχρονα μνημόνια, οι σοβαρότερες παθολογίες μας αποτελούν προϊόντα εξάρτησης. Κάτι που ισχύει σε όλες τις αποικίες, τα προτεκτοράτα, και τα κράτη-δορυφόρους.

Τα δε σύγχρονα δεινά, από την πολιτική διαφθορά και τα fake news, εώς τις αποβλακωτικές εκπομπές τύπου Survivor και την καταστροφή του περιβάλλοντος, δεν αφορούν κάποια ειδική ελληνική παθογένεια, ή την άλλη καραμέλα της εγχώριας «έλλειψης παιδείας». Όχι γιατί δεν υπάρχει έλλειψη παιδείας, αλλά γιατί και αυτά τα εισάγαμε ― από τις ίδιες τις χώρες που οι κήνσορες μας θαυμάζουν για την παιδεία τους.

Το αντίθετο θα ήταν το περίεργο ― ένα μικρό και ασήμαντο σε επιρροή κράτος όπως το νεοελληνικό να έχει εφεύρει πράγματα που εξαπλώθηκαν παγκόσμια. Όπως στην Αμερική δεν βλέπουν Άγριες Μέλισσες, ούτε ακούνε Τερλέγκα, αλλά εμείς βλέπουμε Game of Thrones και ακουμε Johnny Cash, έτσι και τα σύγχρονα κουσούρια μας τα εισάγουμε μάλλον, παρά τα εξάγουμε. Μαζί εισάγουμε και τις σύγχρονες συνταγές ενάντια σε αυτά ― οι οποίες είναι συχνά χειρότερες των ίδιων των κουσουριών.

Πατριάρχης της σχετικής αυτο-μαστιγωτικής κλάψας (τον οποίο οι σημερινοί θεράποντες της αναγνωρίζουν άλλωστε ως ιδεολογικό τους πρόγονο) υπήρξε ασφαλώς ο Εμμανουήλ Ροϊδης, που εξέφρασε, όχι χωρίς ταλέντο, το Πλατωνικό ιδεώδες του ανθρώπου που εκστρατεύει να διορθώσει αυτό τον τόπο χωρίς πρώτα να τον καταλάβει ― πόσο μάλλον να τον αγαπήσει.

Έκτοτε, οι αυτόκλητοι ή και θεσμικά ορισμένοι σωτήρες δεν θα λείψουν ποτέ από τον δημόσιο λόγο, χάρη σε μια συνεχή φωστήρων που εντυπωσιασμένοι από όσα φοβερά είδαν στας Ευρώπας, έρχονται αποφασισμένοι να μας τα μεταλαμπαδεύσουν. Ο (γερμανο-σπουδαγμένος) Νίκος Δήμου έπαιξε τέλεια αυτό το ρόλο τις πρώτες μεταπολιτευτικές δεκαετίες, με την σχετική αρθρογραφία του και βιβλία όπως «Η δυστυχία του να είσαι Έλληνας».

Καθώς όμως οι ΗΠΑ γίνονται πιο προσιτές και τα προγράμματα «μαλακής ισχύος» εξαπλώνονται, η Αμερική αρχίζει να επικρατεί ως χώρα εξαγωγής πολιτισμικών προτύπων προς κατανάλωση ημών των κάφρων.

Ο Χρήστος Βακαλόπουλος, προειδοποιούσε ήδη από το μακρινό 1988, για τη δημοσιογραφική, διανοητική, και καλλιτεχνική «πρωτοπορία» του εκσυγχρονισμού (διάβαζε «ξεβλαχέματος») της χώρας, η οποία επί Κοσκωτά είχε βρει τον πρώτο μεγάλο της χορηγό:

«(…) μοντέρνοι δημοσιογράφοι, κριτικοί κινηματογράφου, σοβαροί επιχειρηματίες, ψευτοσοσιαλιστές πολιτικοί, νεαροί γιάπις, όλη αυτή ή αφρόκρεμα της φαντασίας που πιστεύει βαθύτατα ότι η Ελλάδα δεν είναι αντάξιά της κι ότι αυτός εδώ ο τόπος πρέπει να γίνει πεζόδρομος στον οποίο θα εξαφανιστούν ακόμα και τα περίπτερα».

Προσθέτοντας, μάλιστα, προφητικά:

«Μόλις καταλαγιάσει το αστυνομικό μέρος της υπόθεσης Κοσκωτά θα γεμίσουμε με αναλύσεις που θα αποδεικνύουν ότι φταίει η Ελλάδα για τον απατεώνα. Κι όμως αυτός ο άνθρωπος έφυγε από την πλατεία Κολιάτσου και πήγε στην Αμερική. Αλλά κι όταν γύρισε έστελνε τα περιοδικά του στον Νίκολας Γκέητζ ζητώντας του συμβουλές για τη βελτίωσή τους. Το διαφημιστικό της Τράπεζας Κρήτης μοιάζει μάλλον με γερμανικό φιλμάκι που μας προετοιμάζει για την έλευση υπερανθρώπων και το Τέταρτο δεν έχανε ευκαιρία για να τονίσει πόσο ξεπερασμένος είναι ο Καζαντζίδης ή πόσο γύφτος είναι ο Χριστοδουλόπουλος. Η εφημερίδα του ήταν αντιγραφή μιας ανάλογης αμερικάνικης κι ο σταθμός του που ακούει στο όνομα Sky περιέθαλψε τον πρώην διευθυντή του επίσης ξενόγλωσσου ΤΟΡ ΡΜ ο οποίος ήρθε από το Βέλγιο. Ο θαυμαστός καινούργιος κόσμος δεν είχε καμία σχέση με την «ελληνική μιζέρια», όπως ο θαυμαστός καινούργιος Ολυμπιακός δεν έχει καμία σχέση με τη θρυλική ομάδα που πριν να γίνει πολυεθνική εξέφραζε τον κόσμο του Πειραιά. Το σκηνικό που έστησε ο Κοσκωτάς είναι ξένων προδιαγραφών και αποτελεί προπομπό ανάλογων σκηνικών που θα στηθούν στο αμέσως προσεχές μέλλον.»

Πράγματι, από την Αμερική θα έρθουν, από το 1989 και μετά, οι πλέον επιτυχημένες προσπάθειες «εκσυγχρονισμού» της ντόπιας πραγματικότητας. Και, πράγματι, οι σχετικές εκστρατείες ξεβλαχέματος, θα ακολουθήσουν τις πατέντες που εισήγαγε ο Κοσκωτάς, στοχεύοντας σε κάθε πτυχή της ελληνικής κοινωνίας, και λαμβάνοντας την αντίστοιχη μορφή.

Έτσι, έχουμε π.χ. την λαϊκή και lifestyle εκδοχή (ΚΛΙΚ, ΝΙΤΡΟ, MAX, STATUS), τη χιψτερο-νεανική εκδοχή (01, LIFO), τη φιλελέ εκδοχή (Protagon, Athens Voice), την «καλλιτεχνική» εκδοχή (από τις επιλογές προγράμματος μουσικών μεγάρων εκδοτών και πολιτιστικών ιδρυμάτων εφοπλιστών, έως το Greek Review of Books), κ.α.

Μαζί, φυσικά, με αρκετές μεμονωμένες μορφές («μουρλοκακομοίρες» είναι η λέξη που έρχεται κατά νου) που υπηρετούν το ίδιο εγχείρημα ως ατομικές περιπτώσεις: από τις νουθεσίες της Σώτης Τριανταφύλλου (η οποία ανέλυσε πρόσφατα στο Δημήτρη Δανίκα τις «19 παθογένειες του Έλληνα»), και την ευρατλαντική παλινωδία του Στέλιου Ράμφου, έως το ιστορικό ρεβιζιονισμό του Στάθη Καλύβα.

Αφήνοντας πίσω τους τον Κοσκωτά, οι «βελτιωτές» του ελληνισμού θα πρωτοστατήσουν σε κάθε νέα εθνική εποποιία, όσο πιο βρώμικη και επιζήμια για την χώρα, τόσο το καλύτερο.

Έτσι, Θα ξεκινήσουν καριέρες στα κανάλια και τα περιοδικά που θα στήσουν τα «νέα τζάκια», θα σηκώσουν τα φλάμπουρα του σημιτικού εκσυγχρονισμού, θα πιάσουν τα πόστα σε υπηρεσίες και οργανισμούς, θα υμνήσουν επιχειρηματίες σαν τον Λαυρεντιάδη, τον Φλώρο, τον Κουτσολιούτσο, και το Χριστοφοράκο, θα καλοφάνε στις  «πολιτιστικές πρωτεύουσες», θα χαιρετίσουν την είσοδο της χώρας στο ευρώ, θα λειτουργήσουν ως γραφεία τύπου της Τρόικας, και, όταν το προηγούμενο πολιτικό προσωπικό «καεί», θα στελεχώσουν τη ΝΔ, το ΣΥΡΙΖΑ, το (πάλαι ποτέ) ΠΟΤΑΜΙ, και το ΚΙΝΑΛ.

Ταυτόχρονα, με αστείρευτη ενέργεια και ελβετό-ψυχη συνέπεια, δεν θα πάψουν να μαστιγώνουν τους ανάξιους τους (και ανάξιους της «μεγάλης ευρωπαϊκής οικογένειας») ιθαγενείς, στηλιτεύοντας όλα τα κακά που «μόνο στην Ελλάδα» συμβαίνουν ― και που, επομένως, απαιτούν την εξιλέωση μας μέσω Μνημονίων, την μεταμόρφωση μας μέσω μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων, και την μετεκπαίδευση μας μέχρι να γίνουμε άνθρωποι ή «μέχρι να σβήσει ο ήλιος» (ό,τι έρθει πρώτο).

Αν το ελληνικό έθνος είναι όντως «ανάδελφον» σηκώνει συζήτηση. Ένα όμως είναι σίγουρο: τα κόμπλεξ και οι νουθεσίες των επίδοξων βελτιωτών του δεν είναι καθόλου ανάδελφα.

Στην γενική τους μορφή θα τα συναντήσει κανείς σε πολλές χώρες, αλλά με την ένταση και το βάθος που έχουν στην Ελλάδα, θα τα βρει ειδικά σε αποικίες και πρώην αποικίες. Είναι εκεί όπου η υποτέλεια και ο εξευτελισμός, μετατρέπονται σε αυτο-περιφρόνηση, αλλά και εκεί όπου οι ξενο-σπουδαγμένοι γόνοι των ντόπιων κοτζαμπάσηδων και γενίτσαροι από τις λαϊκές τάξεις, επιστρέφουν για να βοηθήσουν να εμπεδώσουν οι ιθαγενείς την ιδεολογία, την κοσμοθεωρία, και τα συμφέροντα των ξένων αφεντικών. Αφού, πρώτα, βέβαια, τα εμπέδωσαν οι ιδιοι.

Δεν είναι ασφαλώς όλες οι περιπτώσεις ίδιες.

Αν επιτρέπετε μια μαγειρική παρομοίωση, ορισμένοι ορέγονται  πλέον μόνο κασουλέ ― η φασολάδα δεν τους λέει τίποτα. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν οι περισσότεροι της «αστικής παιδείας» ― συμπεριλαμβανομένων αριστερών όπως ο Βασίλης Ραφαηλίδης, ο οποίος άκουγε κλασική αλλά σνόμπαρε το μπουζούκι.

Άλλοι πάλι, δέχονται τα εδώ, ή ακόμα και τα υμνούν αφηρημένα, αλλά χωρίς να τα νιώθουν σε βάθος, και, πάντως, ζητούν να γίνουν ορισμένες βελτιώσεις ― να βάλουμε ας πούμε λίγο σούσι στη χωριάτικη. Σε αυτή την κατηγορία ανήκαν πολλοί από την «γενιά του ΄30».

Άλλοι, τέλος, βλέπουν στα McDonalds την κορυφή της παγκόσμιας κουζίνας. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν οι περισσότεροι σήμερα, (συμπεριλαμβανομένου του Στέλιου Ράμφου, ο οποίος εξύμνησε την Αμερικανική κοινωνία λίγο πριν πετύχει το ναδίρ της, με το ίδιο πάθος που κάποτε ο Μίμης Ανδρουλάκης έγραφε στο Ριζοσπάστη ενθουσιώδεις ταξιδιωτικές ανταποκρίσεις για την ΕΣΣΔ που «κτίζει το νέο άνθρωπο», λίγα χρόνια πριν αυτή πάει άκλαφτη).

Το άρθρο του Χρήστου Βακαλόπουλου που παραθέσαμε νωρίτερα, κλείνει με μια προειδοποίηση:

«Οι κάθε είδους μεταμοντέρνοι μας το κοπανάνε συνεχώς: ζείτε σε μια άθλια χώρα, κινητοποιηθείτε και καταστρέψτε την πραγματική σας ζωή, πουληθείτε στις οργανωμένες φαντασιώσεις για να γλιτώσετε από τον εαυτό σας. (…) Αν συμφιλιωθούμε μ’ αυτό που είμαστε ήδη, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να γίνουμε κάτι. Διαφορετικά θα ξοδεύουμε λεφτά μόνο και μόνο για να φανταζόμαστε ότι υπάρχουμε».

Σήμερα, περιφρονούμε ακόμα περισσότερο τη χώρα μας ως άθλια ― όσοι δεν την έχουμε εγκαταλείψει, και κάνουμε ακόμη ό,τι μπορούμε για να καταστρέψουμε όσα απέμειναν από την πραγματική μας ζωή. Εξακολουθούμε, δε, να «φανταζόμαστε ότι υπάρχουμε», αλλά τα λεφτά τα έχουμε ήδη ξοδέψει. Πλέον το κάνουμε με δανεικά.

 

Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα ("Η παρουσία του ήρωα", 1975) είναι έργο του Μάριου Βατζιά.

από https://thepressproject.gr/to-koblex-tou-na-eisai-ellinas/

9 Σχόλια

  1. Η Αλήθεια είναι πάντοτε παιδαγωγική.
    Εύχομαι έτσι να την δεχθούν οι αναγνώστες του άρθρου.
    Κρατώ την διαπίστωση “… που εκστρατεύει να διορθώσει αυτό τον τόπο χωρίς πρώτα να τον καταλάβει ― πόσο μάλλον να τον αγαπήσει”, διότι ισχύει από τον Καποδίστρια, τον Βενιζέλο, τον Καραμανλή, τον Παπανδρέου μέχρι και τον Σημίτη. Για να μην αναφέρω τους φωταδιστές σοφολογιότατους !
    Κύριε Βεντούρα, ευχαριστώ.

  2. Μπορει να κανω λαθος αλλα νοιώθω οτι τον 19ο αιωνα πολλοι ένοιωθαν παρομοια για τους Ελληνες πριν την Επανάσταση. Ισως πολλά απο αυτα που σημερα παρουσιαζονται ως πρότυπα πολιτισμού θα ξεφουσκώσουν οπως ξεφουσκωσε ο νεοκλασσικισμός, η καθαρευουσα, η αρχαιολατρεία και ηρθαν σε ενα πιο ρεαλιστικο μέγεθος.
    Ισως παλι ανα περιόδους η διασπορά μας βιώνει τη “μητερα-πατριδα” ως τοπο για να ζησει ενα μυθο: το μυθο του Σωτηρα και του Δημιουργου.

  3. Μια επισήμανση: το γεγονός ότι πολλά από τα κουσούρια μας είναι εισαγόμενα, δε σημαίνει αναγκαστικά πως έχουν την ίδια μορφή και σημασία παντού. Για παράδειγμα, ο εθνικισμός. Πράγματι, τον παραλάβαμε ως προοδευτικό ευρωπαϊκό ιδεώδες, αλλά δώσαμε και μερικές “μεταλλαγμένες” εκδοχές του που δεν ήταν ευρωπαϊκές, όπως π.χ. την ιδέα ότι είμαστε μια μικρή χώρα ηρώων που κατατρέχουν οι “κακοί ξένοι”. Αυτό δεν το είχαν οι Ευρωπαίοι. Άλλο παράδειγμα: ο χουλιγκανισμός όντως έχει συνδεθεί με την Αγγλία αλλά αυτή έχει πάρει και σοβαρά μέτρα για να τον αντιμετωπίσει, πράγμα που εδώ ούτε κατά διάνοια δεν έχει συμβεί. Επομένως, το θέμα δεν είναι μόνο το τι ακριβώς προσλαμβάνουμε έξωθεν, αλλά και το τι κάνουμε με αυτό, το πώς το προσαρμόζουμε δηλαδή. Πολύ φοβάμαι πως πολλές φορές το κάνουμε σε εξαμβλωματική μορφή: τυπικό παράδειγμα είναι οι νέοι που μιλούν για “αποαποικιοποίηση” της Ελλάδος (!) ή μας καλούν να σκεφτούμε τον φυλετισμό του παρελθόντος μας.

  4. Πλάτων Θωμάς: Το γεγονός ότι δεν περάσαμε από Αναγέννηση και από Βιομηχανική Επανάσταση είναι πολύ σοβαρό και δεν σηκώνει ειρωνεία και αμφισβήτηση. Χάσαμε ένα σημαντικό στάδιο της ανθρώπινης εξέλιξης. Και ναι μεν μπορούμε να το πηδήξουμε και να πάμε στο επόμενο, της τεχνολογίας, αλλά μας έχει αφήσει κουσούρια: Δεν μάθαμε να προγραμματίζουμε και να οργανώνουμε. Το όραμα δεν είναι για τα αμερικανάκια, αλλά για όλους. Και χωρίς όραμα δεν έχεις ούτε στόχους, ούτε στρατηγική και άγεσαι και φέρεσαι όπως ακριβώς και η χώρα μας, δυστυχώς … Αγαπητέ κ. Βεντούρα, σε πολλά έχετε δίκιο. Θα συμφωνήσω με τις επισημάνσεις του κ. Νούλη. Το ανωτέρω σχόλιο του Ζ περί μη καταπολέμησης του χουλιγκανισμού καταδεικνύει του λόγου το αληθές:δεν έχουμε μάθει να δουλεύουμε αποτελεσματικά. Δεν έχουμε μάθει να κάνουμε τις σωστές ερωτήσεις, γι’αυτό δεν μπορούμε να δώσουμε και τις κατάλληλες απαντήσεις. Το ζητούμενο είναι να προσαρμοστούμε στις νέες αδυσώπητες παγκόσμιες συνθήκες για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε.

  5. Ναι, κ. Θωμά, δεν περάσαμε την ευρωπαϊκή Αναγέννηση. Πριν εξετάσουμε όμως γιατί, ας εξετάσουμε τι είναι η Αναγέννηση. Είναι, βέβαια, η έξοδος από τις Dark Ages του ευρωπαϊκού Μεσαίωνα με αναφορά στον αρχαιοελληνικό λόγο. Εμείς, όμως, δεν περάσαμε τέτοιους σκοτεινούς αιώνες διότι ποτέ δεν έλειψε από τους Έλληνες ο λόγος των προγόνων τους. Ο Έλλην Λόγος δεν είναι πληροφορίες, δεν είναι ούτε καν γνώσεις. Είναι Τρόπος του Ζην, δηλαδή του σκέπτεσθαι. Αυτόν τον τρόπο δεν τον χάσαμε ούτε κατά την διάρκεια της σκοτεινής τουρκοκρατίας. Γι αυτό ακριβώς διατηρήσαμε την εθνικότητά μας και πραγματώσαμε την εθνεγερσία, παρά τα 400 χρόνια βάρβαρης σκλαβιάς. Γιατί, λοιπόν, να ΑΝΑ-γεννηθούμε όταν δεν είχε πεθάνει η ελληνικότητα μέσα μας.
    Συμφωνώ, βέβαια, μαζί σου ότι δεν μάθαμε την οργάνωση και την αποτελεσματικότητα των Δυτικών. Όμως, αυτή η διαπίστωσή σου δεν είναι η επαλήθευση ότι δεν χρειαζόμασταν την Αναγέννηση ; Ή, σωστότερα, δεν μάς πάει η λανθασμένη εκδοχή της αναγέννησης της αρχαιοελληνικής παιδείας που πραγματώσανε οι Δυτικοί. Λανθασμένη διότι ουδέποτε ο Έλλην Τρόπος επεδίωξε την αποτελεσματικότητα και την οργάνωση. Γιατί ; Διότι και οι δύο, αν το σκεφθείς πιο προσεχτικά, οδηγούν στο στένεμα της ελεύθερης σκέψης και της προκαθορισμένης πρόσληψης της πραγματικότητας από κάποιους άλλους. Ο Νόμος, για τον Έλληνα, νέμεται, κι η νομή, βέβαια, γίνεται από κάποιον ανώτερο. Ε, ο Έλλην, καλώς ή κακώς, δεν δέχεται κάποιον άλλον για ανώτερό του. (κακόν άρχεσθαι υπό χεμείονες, μάς είπε ο Δημόκριτος, κι ο Σοφοκλής μάς βεβαίωσε ότι η αρχή, η εξουσία, πάντα χειροτερεύει τον άνδρα. Γι αυτό καταλήγει στο απόσπασμα 755, 688, «Ζευς εμός άρχων, θνητών δ’ ουδείς». Ο Έλλην Τρόπος αναζητά καθ’ όλη την διάρκεια της ύπαρξής του το αληθές. Και το αληθές είναι πάντα ελεύθερο. Δεν προκαθορίζεται από κανόνες που υπαγορεύουν απαγορεύοντας. Ας θυμηθούμε τον Αρχέτυπο του Τρόπου μας, τον Θουκυδίδη : εύδαιμον το ελεύθερον, το δ’ ελεύθερον το εύψυχον. (Ιστορίη, Β’ 43). Άλλαις λέξεσι, ο Έλλην δεν καλουπώνεται, δεν περιορίζεται για να … Ο Έλλην θέλει να είναι αληθώς ελεύθερος για να είναι ευδαίμων.
    Θυμήσου πώς τελειώνει το δημώδες τραγούδι «Βασίλη, κάτσε φρόνιμα»: _ Γεια σας βουνά με τους γκρεμνούς, λαγκάδια με τις πάχνες.
    _ Καλώς το τ’ άξιο το παιδί και τ’ άξιο παληκάρι. (Συλλογή Τομαζέο).
    Άξιο παλληκάρι, λοιπόν, για τον Έλληνα Τρόπο είναι αυτός που αδιαφορεί για το αποτελεσματικό συμφέρον προτιμώντας την ελευθερία του.
    Θυμήσου και το πολυτραγουδισμένο «Σε καινούρια βάρκα μπήκα» : _ Έχετε ψαράδες ψάρια, αστακούς και καλαμάρια ; _ Έχουμε, δεν τα πουλάμε, με τους φίλους θα τα φάμε !
    Κοντολογίς, παιδί του Πόρου και της Πενίας ο Έλλην, πάντα φτωχός θα είναι, πορευόμενος όμως προς τους πόρους του πατέρα του. Ευδαίμων, όμως.
    Ευχαριστώ.

    • Επιτρέψτε μου, κύριε Νούλη, μερικά τηλεγραφικά, και λίγο καθυστερημένα λόγω
      απανωτών ταξιδιών, σχόλια.
      Το γεγονός ότι δεν μάθαμε από προγραμματισμό και από οργάνωση, πράγμα το
      οποίο είναι έκδηλο σε όλη τη λειτουργία του Ελληνικού κράτους και των Ελλήνων
      πολιτών, δεν οφείλεται στο ότι δεν περάσαμε από Αναγέννηση, αλλά στο ότι δεν
      περάσαμε από βιομηχανική επανάσταση, όπως επίσης ανέφερα. Μπορεί το ένα να
      προηγήθηκε του άλλου, άλλα είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Η Αναγέννηση
      καλλιέργησε τα γράμματα και τις τέχνες, ενώ η βιομηχανική επανάσταση ανέπτυξε τις
      παραγωγικές δυνάμεις. Όσο δε γιατί δεν περάσαμε από Αναγέννηση, είναι διότι “όλα
      τά’σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά”. Σκοταδισμός δεν υπήρξε μόνο επί
      Οθωμανικής κατοχής άλλα εξίσου, αν όχι και περισσότερο,
      και επί θεοκρατικού Βυζαντίου. Είναι καιρός να ξεκαθαρίσουμε ότι το Βυζάντιο
      αποτέλεσε το ανάχωμα της αρχαίας ελληνικής σκέψης. Το Βυζάντιο και η αρχαία
      Αθήνα είναι δύο πράγματα μη συμβατά,όσο και να μη μας “βολεύει” ή να μη μας αρέσει.
      Είναι όντως αξιοθαύμαστο ότι διατηρήσαμε τη γλώσσα μας. Όμως, λόγω ιστορικών
      συνθηκών που δεν μπορώ να παραθέσω λόγω έλλειψης χώρου και χρόνου, ο
      αρχαίος Έλληνας πολίτης μετεξελίχθηκε σε άτομο. Και όταν αποκτήσαμε το
      νεότερο Ελληνικό κράτος, πριν από περίπου διακόσια χρόνια, η χώρα μας δεν
      αποτελούνταν από πολίτες, αλλά από άτομα-ιδιώτες. Αν αυτό δικαιολογεί την
      παρούσα κατάσταση του Ελληνισμού, λυπάμαι αλλά αυτή η κατάσταση δεν μου
      αρέσει καθόλου, με θλίβει και με ανησυχεί.
      Και, εν πάση περιπτώσει κύριε Νούλη, έστω και αν δεχθούμε ότι ο Έλληνας δεν είχε
      ανάγκη την Αναγέννηση γιατί είχε στο μυαλό του την δική του αρχαία ελληνική
      αναγέννηση, -ποιοι, άραγε, ήταν αυτοί που την είχαν, εκτός από μια πεφωτισμένη
      δεσποτεία που διαβιούσε στην Εσπερία;- το ερώτημα παραμένει: Θα περιμένουμε
      και θα κοιτάμε την καταστροφή που είναι προ των πυλών, λόγω του ότι νομοτελειακά
      το DNA του νεοέλληνα έχει το “δικό του αρχαιοελληνικό μπαϊράκι”, ή θα πρέπει να
      ξυπνήσουμε από την αποχαυνωτική αρχαιολατρία μας και να προσαρμοσθούμε
      πάραυτα στο παγκόσμιο γίγνεσθαι για να σώσουμε “οτιδήποτε αν σώζεται”;
      Οποιαδήποτε ανάγνωση της ιστορίας και αν κάνουμε, εγώ υποστηρίζω αναφανδόν
      το δεύτερο.

  6. Αγαπητέ μου κ. Θωμά, φοβάμαι ότι οι θέσεις που παρουσιάζεις αυτοαναιρούνται. Γράφεις : «Η Αναγέννηση καλλιέργησε τα γράμματα και τις τέχνες, ενώ η βιομηχανική επανάσταση ανέπτυξε τις παραγωγικές δυνάμεις … ο αρχαίος Έλληνας πολίτης μετεξελίχθηκε σε άτομο. Και όταν αποκτήσαμε το νεότερο Ελληνικό κράτος, πριν από περίπου διακόσια χρόνια, η χώρα μας δεν αποτελούνταν από πολίτες, αλλά από άτομα-ιδιώτες».
    Μα, καλέ μου, η βιομηχανική επανάσταση βασίστηκε στις large scale economies για mass production, όπου οι απασχολούμενοι σε κάθε βιομηχανία ήταν άγνωστοι μεταξύ τους και το βιομηχανικό προϊόν απρόσωπο. Γι αυτό και μπόρεσε η Σιδηρά Κυρία, η Θάτσερ, να ψελλίσει ανερυθρίαστα, society ? there is no such a thing. Only individuals. Κύριε Θωμά, είναι πασίγνωστο ότι η Δυτική κοινωνία βασίζεται και προωθεί την ατομικότητα των ανθρώπων – εξ ου και τα ατομικά δικαιώματα – ενώ η Ρωμαίηκη, τον καιρό της δυτικής βιομηχανικής επανάστασης, είχε τα «ισνάφια», δηλαδή τις λίγο ή πολύ οικογενειακές ομάδες ειδικευμένες σε μία τέχνη. Έτσι, στην Δύση κυριάρχησε η παραγωγή απρόσωπων προϊόντων ενώ σ’ εμάς η δημιουργία προσωπικού έργου. Το ίδιο γνωστά είναι τα «κοινά» των Ελλήνων υπηκόων κατά την τουρκοκρατία. Τις αποφάσεις τις έπαιρναν όλοι μαζί υπό την εποπτεία των προυχόντων. Κι όλοι μαζί ήταν υπεύθυνοι προς την Υψηλή Πύλη για τα χαράτσια που επιβάλλονταν στο σύνολο της κοινότητας. Αν κάποιο μέλος του κοινού αδυνατούσε να πληρώσει το μερίδιο που τού αναλογούσε, το κάλυπταν τα υπόλοιπα μέλη της κοινότητας. Κοινωνικοπολιτική η οργάνωση, λοιπόν, των Ελλήνων σε αντίθεση με τους Δυτικούς που είναι ατομοκεντρική. Διάβασε προς επίρρωση αυτών το σημερινό άρθρο του κ. Δ. Σκλήρη που τελειώνει, «… Σε αυτό το πλαίσιο σφυρηλατήθηκε ένα κοινοτικό ήθος στους Ρωμιούς, που ήταν ένα αλληλεγγύης, έλλειψης ατομισμού, αποφυγής της ατομικής επίδειξης, κοινωνικής δικαιοσύνης.»
    Διάβασε επίσης το άκρως ενημερωτικό βιβλίο του Γ. Κοντογιώργη, «Το Ελληνικό κοσμοσύστημα».
    Μια ερώτηση : Δεν έχεις ακούσει για την κατάργηση των εθνικών συνόρων που προπαγανδίζουν οι Δυτικοί για την ολοκλήρωση της παγκοσμιοποίησης όπως και την κατάργηση των φύλων ; Κάθε ένας να έχει δικαίωμα να αυτοπροσδιορίζεται ασχέτως με τις κοινωνικές θεσμίσεις.
    Γράφεις, : «Σκοταδισμός δεν υπήρξε μόνο επί Οθωμανικής κατοχής αλλά εξίσου, αν όχι και περισσότερο, και επί θεοκρατικού Βυζαντίου». Ουδέν ψευδέστερον αυτού, εκτός αν εννοείς θεοκεντρικού – τεράστια η διαφορά – οπότε συμφωνούμε. Για να σού το αποδείξω δεν θα σού παρουσιάσω δικές μου θέσεις αλλά τις διαπιστώσεις έγκυρων Ιστορικών που μελέτησαν το Βυζάντιο στις αυθεντικές πηγές του.
    «Οι παλιές παραδόσεις της ελληνικής παιδείας δεν πέθαναν ποτέ. Στους αυλικούς κύκλους της Κωνσταντινούπολης όποιος δεν ήταν σκέτος νεόπλουτος μπορούσε να αναγνωρίσει και να καταλάβει ένα απόσπασμα από τον Όμηρο. Σαν αποτέλεσμα αυτής της διαφοράς, το διανοητικό επίπεδο στη Δύση, όπου η μάθηση ήταν απασχόληση μιας ιδιαίτερης τάξης, και στην Ανατολή, όπου κάθε αγόρι και κορίτσι που οι γονείς τους είχαν τη δυνατότητα να πληρώσουν μορφωνόταν, ήταν τελείως διαφορετικό. Η βυζαντινή κοινωνία είχε εκτιμήσει τα πλεονεκτήματα της επιστήμης και της εκπαίδευσης, καθώς και της συστηματοποίησης. (J.B. Bury, στον 4ο τόμο της σειράς Η ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ (εκδ. Καίμπριτζ) με τίτλο Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ).»

    «… οι πρώτοι Χριστιανοί Πατέρες ήταν άνθρωποι βαθιά ριζωμένοι στην κλασική σκέψη και το επίτευγμά τους ήταν η ερμηνεία της χριστιανικής διδασκαλίας με όρους της παλαιότερης ελληνικής φιλοσοφίας. […] Το αγαπητό τους ανάγνωσμα, εκτός από την Αγία Γραφή και τους Βίους των Αγίων, ήταν τα έργα του Ομήρου.[…] Ήταν εποχή τολμηρών και πολυμαθών φιλοσόφων με κορωνίδα τον πιο πρωτότυπο από όλους τους βυζαντινούς λογίους, τον Γεώργιο Γεμιστό ή Πλήθωνα. Η προηγούμενη γενεά είχε γεννήσει το λαμπρότερο ερμηνευτή της μυστικής παράδοσης της Ανατολικής Εκκλησίας, τον Γρηγόριο Παλαμά. […] Αν είναι αναγκαία μια απόδειξη για τη συνέχεια της ελληνικής ιστορίας, αυτή παρέχεται από την κατά καιρούς αναβίωση του ενδιαφέροντος για τους κλασικούς συγγραφείς που επαναλαμβάνεται σε όλη τη διάρκεια της Βυζαντινής ιστορίας. (Steven Runciman, Η τελευταία Βυζαντινή Αναγέννηση).»

    «Πράγματι, ενώ το κράτος ολοένα παρακμάζει, η καλλιτεχνική και πνευματική ζωή βρίσκεται σε πλήρη άνθηση και παρουσιάζει όλα τα σημάδια μιας πραγματικής ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ (δικός μου ο τονισμός) που είχε ήδη προπαρασκευαστεί από τους ανθρώπους του 10ου αιώνα. Στην πνευματική ζωή, δύο μεγάλα ρεύματα κυριαρχούν σ’ αυτή την περίοδο : Από την μια μεριά η ανθρωπιστική σκέψη προσπαθεί, έστω και δειλά, με μια γόνιμη επαφή με την ελληνική φιλοσοφία, να πλουτίσει το θρησκευτικό δόγμα με τον ανθρώπινο λόγο … και στο αντίθετο ρεύμα που θέλει να διαφυλάξει την δογματική καθαρότητα της ορθοδοξίας εναντίον των ελληνιζόντων αιρετικών … (Νίκος Σβορώνος , Ανάλεκτα Νεοελληνικής Ιστορίας και Ιστοριογραφίας).»
    Οι αρνητικές για την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία θέσεις του Γίββωνα, του Κορδάτου και του Σκαρίμπα έχουν πια χάσει κάθε αξία.

    Όχι, φίλτατε κ. Θωμά, το DNA μου ΔΕΝ έχει το «δικό του αρχαιοελληνικό μπαϊράκι», ούτε διακατέχομαι από «αποχαυνωτική αρχαιολατρία». Το φωνάζει ο σεβάσμιος κ. Γιανναράς μαζί με όλους εμάς που τολμήσαμε να σπουδάσουμε την σύνολη γραμματεία μας όχι από τα συγγράμματα των Δυτικών για μας, αλλά από τα ίδια τα κείμενα τα δικά μας, αρχαίων και μεσαιωνικών, ότι δεν επιθυμούμε την ανέφικτη έτσι κι αλλιώς επιστροφή στα παλιά. Να γνωρίσουμε, όμως, και να παραδειγματισθούμε από το δικό μας πεφωτισμένο παρελθόν για να βελτιώσουμε το παρόν και το μέλλον μας. Το δικό μας αλλά και των συνανθρώπων μας. Ευτυχώς αρκετοί σύγχρονοι Δυτικοί λόγιοι παραδέχονται πια την αποτυχία της Δυτικής Αναγέννησης και Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και προστρέχουν στην μελέτη της Ελληνικής Ιστορίας υπό του πρίσματος του Έλληνα Τρόπου.

    Και μια απορία : Κύριε Θωμά, ειλικρινά είσαι ικανοποιημένος από το «παγκόσμιο γίγνεσθαι» όπως το διαμόρφωσαν και συνεχίζουν να το διαμορφώνουν οι Δυτικοί ; Αν ναι, τότε … συγγνώμη αλλά περιττός κάθε περεταίρω διάλογος. Τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους, τον βομβαρδισμό της πρώην Γιουγκοσλαβίας, της Λιβύης, τα στρατόπεδα των Ναζί, τα γκούλαγκς των Σοβιετικών δεν είναι έργο των Ελλήνων. Των Δυτικών είναι καλέ μου.
    Σ’ευχαριστώ. Happy landings στα ταξίδια σου.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ