Τί γίνεται πατριώτες; Γενέθλια έχουμε ή γιορτή; Γιορτάζουμε 200 χρόνια εμείς ή τιμούμε 200 χρόνια μετά, αυτό που έκαναν εκείνοι; Οι πρόγονοι μας πέφτουνε λειψοί, δεν ήταν, λέει, σωστοί, δεν ήταν καθώς πρέπει, σαν κι εμάς. Να τους ξεγράψουμε; Τι λένε αυτοί οι σοφοί, οι γραμματικοί με τα πτυχία, οι μορφωμένοι, οι πολιτισμικοί επίτροποι, οι εκ Δυσμών ανατέλλοντες πεφωτισμένοι; Ότι γιορτάζουμε κράτος και συντάγματα, και μέλλον κι ευτυχία; ή τον αγώνα και τον θάνατο για την ελευθερία; Κρύβεται τόσο αίμα με λόγια, με χαρές και πανηγύρια;
Δεν ήτανε ιδέες οι πρόγονοί μας και θεωρίες, άνθρωποι ήταν ζωντανοί, είχανε σώμα και ψυχή κι αφήσαν κόκαλα παντού σπαρμένα, αίμα χυμένο, θαμμένον πόνο, σφαγές και σκοτωμούς είχε ο ξεσηκωμός, θρήνους κι οδύνες και χαμούς και βιασμούς και μοιρολόγια. Απ’ όλα δώσανε! Και το έχειν και το είναι τους.
Μην ντρέπεστε που είχαν κι ελαττώματα και πάθη σαν κι εμάς, είχανε κι άλλα που δεν έχουμε, είχαν ανδρεία, αποκοτιά, και στη μαυρίλα της σκλαβιάς είχανε τόση λαχτάρα λευτεριάς που ξεπεράσαν και τον φόβο του θανάτου, αυτά που λείπουνε σ’ εμάς. Τόλμα να πεις ελευθερία ή θάνατος και να το εννοείς! και να’ναι πράξη!
Να ’στε περήφανοι γι αυτούς! Γι αυτούς που βάλαν το κεφάλι τους σε βόλια και μαχαίρια και σπαθιά και πήραν τα βουνά κι αντισταθήκαν στα δεσμά, γι’ αυτούς που χαραμίσανε το αίμα τους για μας, κι ας χάσαν τη ζωή τους και το μέλλον τους –τι μέλλον;- κι ας φαγωθήκαν μεταξύ τους, κι ας ήταν ξεροκέφαλοι και θρήσκοι και φτωχοί κι αμόρφωτοι οι πολλοί, είχαν άλλα προσόντα, σπάνια, σκύψτε και προσκυνήστε να τα δείτε στα κόκαλά τους τα ιερά και μη τους κρύβετε στα σκοτεινά κι αζήτητα.
Να ’στε περήφανοι που τους τιμάτε και μη τους κρίνετε άκαιρα, εκ των υστέρων, άκαπνοι βολεμένοι μ’ αγορασμένα αγαθά που επικερδώς και επ’αμοιβή μας προμηθεύουν με χαμόγελα εργασίας προστάτες τοκογλύφοι, ακόμα ξεπληρώνουμε τα δάνεια, τουλάχιστο ας μη γίνουμε τσογλάνια. Ντροπή να τους ζητάμε να αλλαξοπιστήσουν! Ιδέα δεν έχουμε τί πέρασαν και τί μας περιμένει.
Δεν είμαστε απόγονοι μονάχα συγκυριών και επιδομάτων βοηθείας εξ Εσπερίας, κυρίως είμαστε γεννήματα πάθους κι επιθυμίας, μη το ξεχνάμε!
Ιστορία - Γεωπολιτική Τί γίνεται πατριώτες; Γενέθλια έχουμε ή γιορτή;
Ο εορτασμός και γενικά οι επέτειοι δεν μπορούν να αποδώσουν τίποτα το νέο. Αντίθετα υπάρχει ένα κλίμα πανηγυρικού λόγου, με περιττά λόγια και κάποιες φορές ανωριμότητα ομιλητών και αρθρογράφων. Αυτά επεκράτησαν το 1971 στα 150 χρόνια του ΄21. Εκείνο που επιβάλλεται να γίνει κατά τη γνώμη μου είναι η ιστορική έρευνα και η παρατήρηση για να έχουμε αληθέστερη εικόνα για τους συμμετέχοντες στον Μεγάλο Αγώνα. Τέτοια προσπάθεια όμως δεν έγινε ούτε υπήρχε στη σκέψη κανενός. Τέλος η Επανάσταση του ΄21 ήταν η κατάληξη ενός μεγάλου πολύ μεγάλου αγώνα για ελευθερία που ξεκίνησε από την Άλωση ίσως και πιο πίσω με τα πολλά επαναστατικά κινήματα που έγιναν. Αυτό ας μη το ξεχνάμε ποτέ.
Ένα κείμενο που ανεβάζει τον πήχυ των ζητουμένων από τον εαυτό μας.
Ανεβάζει ταυτόχρονα και το επίπεδο της δημόσιας συζήτησης.
Μια κεντρική, ωστόσο, αντίρρηση εκ μέρους μου: «Κι ας ήταν ξεροκέφαλοι και θρήσκοι […]είχαν άλλα προσόντα, σπάνια.» Ως απάντηση λοιπόν εκ μέρους του συγγραφέα, σε αυτόν τον… αντίλογο, ο ισχυρισμός ότι είχαν, πάντως, άλλα πλεονεκτήματα τα οποία αναπλήρωναν το… υστέρημα.
Έρχομαι να επισημάνω, απλώς, ότι στην πλευρά των χριστιανών είναι αδιανόητη η αντίθετη/σύστοιχη σκέψη ότι, ο τάδε, «μα, είναι άθρησκος…». Η απόρριψη δηλαδή ενός προσώπου με, μόνο, αυτό το κριτήριο.
Η κήρυξη, θέλω να πω, της στάσης απέναντι στην Πίστη ως του κεφαλαιωδέστερου απάντων των Κριτηρίων, συναντάται κατά κόρον (αυτό άλλωστε μαρτυρεί και ετούτο το κείμενο) στους… «απίστους», ενώ μόνο σε ακραίες εξαιρέσεις μπορεί κανείς να την εντοπίσει μέσα στα περιβάλλοντα των πιστών.
Αναρωτιέμαι αν χρειάζεται κάποιος πειστήριο απτότερο απ’ το προκείμενο, περί του ότι το… Καταφύγιο του Διχασμού διαπιστώνεται δ ο μ ι κ ό συστατικό ενός εαυτού ο οποίος εκκινεί, εκ προοιμίου, με μια βούληση ριζικής αντιμαχίας προς ό,τι, τα ίδια, τα μύχια βάθη του (εξ ων, ακριβώς, η μάχη προκύπτει ανειρήνευτη) τον βεβαιώνουν.
Με λιγώτερες λέξεις: Αν προσκομίζεται σε δημόσια θέα πειστήριο απτότερο ότι – πού ’ν τους; – δεν υπάρχουν άνθρωποι άπιστοι.