Στούς ἀντίποδες τοῦ ἱστορικοῦ ἀναθεωρητισμοῦ

17
617

Δημήτρης Μπαλτάς

Mεταξύ τῶν προβλημάτων πού συζητοῦνται στίς ἡμέρες μας καταγράφεται καί ἡ προσπάθεια νά «ξαναγραφεῖ» ἡ ἑλληνική ἱστορία στό πλαίσιο ἑνός γενικότερου «ἱστορικοῦ ἀναθεωρητισμοῦ». Κι ἄν οἱ ἑρμηνεῖες παρέμειναν μόνον ἑρμηνεῖες, ἴσως τότε δέν θά χρειαζόταν νά ἀπαντηθοῦν. Ἐπειδή, ὅμως, οἱ ἑρμηνεῖες καθίστανται «δόγματα» καί «γραμμές» καί «κατευθύνσεις» στό σχολεῖο, στήν ἐπιστημονική ἔρευνα ἀλλά καί στήν καθημερινή συζήτηση, οἱ ἀπαντήσεις εἶναι μᾶλλον ἐπιβεβλημένες. 

Ὑποστηρίζεται, ἀτυχῶς, στήν σύγχρονη ἱστοριογραφία μας ὅτι τό ἑλληνικό ἔθνος ἔχει δημιουργηθεῖ κατά τόν 19ο αἰ. Ὁπότε δέν χρειάζεται νά γίνει λόγος γιά τήν ἱστορική συνέχεια, μεταξύ τοῦ ἀρχαίου, τοῦ βυζαντινοῦ καί τοῦ νεώτερου ἑλληνισμοῦ. Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι κατά τίς ἐπαναπροσεγγίσεις τῶν «ἀναθεωρητικῶν τῆς ἱστορίας» δέν ἔχει ξεφύγει κανείς: ὁ Ρίτσος χαρακτηρίζεται «νεκρόφιλος», ὁ Ἐγγονόπουλος «φασίστας», ὁ Θεοδωράκης «βυζαντινιστής», ὁ Παπαρρηγόπουλος «παρακρατικός»! Παράλληλα,στό πλαίσιο τῆς ἰσοπεδωτικῆς παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας ἀλλά καί ἐξ αἰτίας τῆς καταναλωτικῆς συνείδησης ἡ ἱστορική μνήμη διαγράφεται σταδιακά ἀπό τήν πολιτιστική καί κοινωνική πραγματικότητα. Δέν θά ἀναφερθῶ ἐδῶ στήν τυραννικῶς ἐπιβληθεῖσα εἰσαγωγή τοῦ μονοτονικοῦ συστήματος στήν ἑλληνική γλῶσσα. 

Ὁ εἰδικός καί μή ἀναγνώστης, δάσκαλος, ἐργαζόμενος, πολίτης θά διερωτηθεῖ κάποτε ἄν οἱ ἑρμηνεῖες πού δίδονται στό πλαίσιο τοῦ ἱστορικοῦ ἀναθεωρητισμοῦ προέρχονται ἀπό ἄγνοια ἤ ἀπό σκοπιμότητα. Προφανῶς, ἐάν ἀγνοεῖ κανείς τά πράγματα, ἀνατρέχει σέ ἔγκυρους ἱστορικούς, ἡμεδαπούς καί ἀλλοδαπούς, καί βρίσκει τίς ἀπαντήσεις (οἱ ἀσχολούμενοι μέ τήν φιλοσοφία θά θυμοῦνται τό παλαιότερο «ἐπιχείρημα ἐκ τῶν ἐνδόξων»). Στήν περίπτωση τῶν σκοπιμοτήτων, ὅποια κι ἄν εἶναι ἡ ἀπάντηση, εἶναι βέβαιο ὅτι ὁ πολίτης, ὁ ἐργαζόμενος, ὁ δάσκαλος καί ὁ ἀναγνώστης ἐπιβάλλεται νά ἀντισταθοῦν.

Ἐάν ἡ μνήμη τοῦ ἀνθρώπου εἶναι κριτήριο τῆς ταυτότητάς του, τότε ἡ ἀπώλεια τῆς ἱστορικῆς μνήμης θά πρέπει νά σημαίνει ἀπώλεια καί τῆς ἱστορικῆς ταυτότητας. Ἔτσι ἡ διατήρηση τῆς ἱστορικῆς μνήμης εἶναι πράξη ἀντίστασης μέσα στήν παγκοσμιοποιημένη καί καταναλωτική κοινωνία. Ἐκ τῶν πραγμάτων ἡ ἀντίσταση αὐτή θά ἔχει ὁπωσδήποτε ἕνα πολιτιστικό-ψυχολογικό περιεχόμενο. Ἄλλωστε σέ κάθε τυραννική συμπεριφορά ἡ ἀντίσταση εἶναι ὑποχρέωση καί ὄχι δικαίωμα.

(Τό ἄρθρο εἶχε δημοσιευθεῖ στήν «Εὐθύνη», τ. 421, 2007, σσ. 41-42)

πηγή: Aντίφωνο

17 Σχόλια

  1. Εκτενής συζήτηση πάνω στο θέμα της ταυτότητάς μας έγινε τέτοιον καιρό πέρυσι, κράτησε κανἐνα δίμηνο, κι έχω την εντύπωση ότι το εξαντλήσαμε το θέμα.
    Επειδή η σωστή κι επιστημονική ιστοριογραφία βασίζεται στις πρωτογενείς πηγές, έχουμε επισημάνει (χωρίς καμία πειστική απόδειξη περί του αντιθέτου) ότι δεν υπάρχει καμία πρωτογενής πηγή από τον 5ο μ.Χ. αιώνα μέχρι το 1800 που να αποδεικνύει το ότι ο λαός μας είχε ελληνική αυτοσυνειδησία. Μόνο κάποιοι αρχαιομανείς (και αργότερα “φωταδιστές”) λόγιοι το υποστηρίζουν από τον 12 αιώνα κε., χωρίς όμως αυτό ν’ αγγίζει τον λαό. Έχουμε επισημἀνει επίσης, πως η αυτοσυνειδησία μας μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα ήταν ρωμέικη, μιας ρωμιοσύνης δηλαδή, που την εποχή του ψευδεπίγραφου “Βυζαντίου”, μιας πολυεθνικής αυτοκρατορίας, βασιζόταν στους ρωμαϊκούς θεσμούς, την ορθόδοξη χριστιανική πίστη και την πολιτιστική ελληνοφωνία, όπως γράφει η Αρβελέρ, ενώ κατά την Τουρκοκρατία το Οικουμενικό Πατριρχείο ήταν αυτό που διατήρησε αρκετούς από τους θεσμούς αυτούς καθώς και τη συνοχή των Ορθοδόξων πιστών, το δε 1872 η Πανορθόδοξος Σύνοδος καταδίκασε τον εθνοφυλετισμό που διεσπάραξε την Ορθοδοξία.
    Οπότε, η συνέχεια στην οποία αναφέρεται ο αρθρογράφος μόνο σε πολιτιστικό επίπεδο νοείται. Η σημερινή εθνική ταυτότητά μας είναι δημιούργημα του Διαφωτισμού και της Βαυαροκρατίας.

    Δεν ξέρω σε ποιους ακατανόμαστους αναθεωρητές αναφέρεται ο αρθρογράφος. Και δεν καταλαβαίνω τον λόγο για τον οποίο το “Αντίφωνο” αναρτά ένα γενικόλογο, χωρίς συγκεκριμένες αναφορές, σχόλιο σ’ ένα περιοδικό του 2007, τη στιγμή που έχει ήδη προηγηθεί τόση συζήτηση, με τόσες σαφείς παραπομπές και ονόματα.
    Τι μπορεί αυτό να προσθέσει στη συζήτηση;

  2. Με το να υποστηρίζει κανείς ότι το ελληνικό έθνος δημιουργήθηκε τον 19ο αιώνα αναφέρεται σε προ 20 ετίας βιβλιογραφία (δυστυχώς όμως κυριαρχεί στα ελληνικά πανεπιστήμια), η οποία δεν έχει μόνο απορριφθεί επιστημονικά, αλλά ακόμα και οι εισηγητές της έχουν αναγνωρίσει το λάθος τους (ο Benedict Anderson αναγνώρισε ότι η επιχειρηματολογία του Anthony Smith ήταν σαρωτική). Οι μαρτυρίες περί ελληνικής ταυτότητας πάμπολλες, αρκεί ενδεικτικά να ψάξει κανείς τις περιγραφές των ξένων περιηγητών όλης της περιόδου από τον 12ο-19ο αιώνα. Θα σας συνιστούσα για αρχή να ρίξετε μια ματιά στο εξαιρετικό κείμενο του Σπύρου Βρυώνη “Κοινωνικές επιστήμες, έθνος και εθνικισμός” στον Νέο Λόγιο Ερμή (πρόκειται για ανακοίνωση στην Ακαδημία Αθηνών) και στο αφιέρωμα της Νέας Ευθύνης στο “Έθνος και Ιστορία”.

  3. Σ’ ευχαριστώ, φίλε μου, για τις βιβλιογραφικές υποδείξεις.

    Όμως, να με συγχωρείς. Δεν αναφέρθηκα σε βιβλιογραφία που κυριαρχεί χθες ή σήμερα στα πανεπιστήμια αλλά σε πρωτογενείς πηγές, πηγές που δεν αλλάζουν με τον χρόνο και δείχνουν τι θεωρούσε ο λαός μας τον εαυτό του. Σε καμιά πηγή από τις εκατοντάδες που έχω μελετήσει δεν βρήκα όσα ισχυρίζεσαι. Οι περιηγητές φυσικά μετέφραζαν το “ρωμιός” που άκουγαν από τους ντόπιους σε “γραικός”, γιατί ήταν αναθρεμμένοι με τον δυτικό κλασικισμό και ρομαντισμό, ἐψαχναν για επιβιώσεις της αρχαίας Ελλάδας και γιατί η “ιδεολογία” της Δύσης, που βάφτισε “Βυζάντιο” τη μετά το 330 μ.Χ. ρωμαϊκή αυτοκρατορία, θεωρούσε ότι ρωμαίοι ήσαν οι Φράγκοι (βλ. την ψευδεπίγραφη “Αγία ρωμαϊκή αυτοκρατορία του γερμανικού έθνους” που ίδρυσε ο Καρλομάγνος) και δεν θα παραχωρούσε με τίποτα αυτό το όνομα στους ταλαίπωρους -στα μάτια τους- τύπους των Βαλκανίων και της καθ’ ημάς Ανατολής.

    Και η Αρβελέρ που το 2009 γράφει “[i]Στερημένοι οι Νεοέλληνες από τη φυσική τους πρωτεύουσα [αναφέρομαι στην Κωνσταντινούπολη] -να πούμε παρενθετικά ότι είναι οι μόνοι από τους Βαλκάνιους που δεν απελευθέρωσαν την κοιτίδα του γένους τους- ανέδειξαν σε πρωτεύουσα πόλη την Αθήνα, οικειούμενοι έτσι μια αρχαία δόξα που είχε όμως από καιρό εκλείψει, και παραγνωρίζοντας το μεγαλείο μιας χιλιόχρονης αυτοκρατορίας της οποίας διέσωζαν, κατά δύναμη, στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας τα ηθικά και πολιτιστικά διδάγματα: εννοώ το Βυζάντιο, τη Ρωμιοσύνη, δηλαδή την ορθοδοξία, τη γλώσσα και την πίστη[/i]” (“Γιατί το Βυζάντιο”, σελ. 97) ανήκει στην προ 20 ετίας βιβλιογραφία;
    Τον Edward N. Luttwak τον έχεις ακουστά;

    Δες, αν θέλεις, και το άρθρο μου “Το ψευδεπίγραφο “Βυζάντιο” κι οι σοφιστείες των κλασικιζόντων”, που αναρτήθηκε φέτος στο “Αντίφωνο”, και τη συζήτηση που επακολούθησε.

  4. Θὰ διαφωνήσω μὲ τὸν κ. Μπαλτᾶ στὰ ἐξῆς σημεῖα (τί νόημα θὰ εἶχε νὰ συμφωνούσαμε σὲ ὅλα;):

    (1) Ἡ ἱστορία ἐπιβάλλεται νὰ ἀνα-θεωρεῖται. Θὰ ἐπανέλθω μὲ ἄρθρο, πάνω στὸ ἀντικείμενο, σύντομα, ἐκθέτοντας τὸ παράδειγμα ποὺ μᾶς δίνει ὁ διεθνοῦς φήμης μαέστρος, Nikolaus Harnoncourt: ἐπιβάλλεται νὰ ἀναθεωρήσουμε τὸν τρόπο ποὺ ἐρμηνεύεται ἡ μουσικὴ τῆς κλασσικῆς, τῆς Μπαρὸκ καὶ τῆς πρώιμης Μπαρὸκ περιόδου, διότι ἡ ἐπίδραση τοῦ ρομαντισμοῦ εἶναι καταλυτικὴ στὴν δημιουργία μεγάλων ἐρμηνευτικῶν σφαλμάτων. Θὰ τὸ ἀναλύσω αὐτὸ προσεχῶς, ἀναφερόμενος στὸ παράδειγμα τῆς προκλασσικῆς μουσικῆς.

    (2) Τὸ θέμα “ἑλληνικὴ συνέχεια΄΄ πρέπει νὰ τίθεται μέσα σὲ συγκεκριμένα πλαίσια. Τί θὰ πεῖ ἱστορικὴ συνέχεια, πῶς τὴν ὀρίζουμε; Ἐπίσης, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ μιλοῦμε γιὰ ΣΥΝΕΧΕΙΑ, τὴν στιγμὴ ποὺ ἡ περιγραφή μας ἀναφέρεται σὲ κάτι τόσο στατικό; Διότι ὁ ὀρισμὸς τοῦ άξιοτίμου Μπαλτᾶ ἀναφέρεται σὲ κατ’ ὅνομα συνέχεια. Στὴν οὐσία ὡς “συνέχεια΄΄ ὀρίζεται ἡ ἐμμονὴ σὲ κάτι παλαιό, μὲ τὸ ὁποῖο δὲν ἔχουμε ἄμεση ἐπαφή, τουλάχιστον στὸν καθημερινό μας πολιτισμό.

    Ἐκτὸς καὶ ἄν ὡς συνέχεια ἐννοοῦμε τὴν μαθηματική: ἄς πάρουμε τὴν πραγματικὴ συνάρτηση τῆς ἑλληνικότητας (ὄπως ὀρίζεται τελοσπάντων αὐτὸ τὸ πράγμα ποὺ λέμε σήμερα Ἑλληνικότητα!) ὡς πρὸς τὸν χρόνο: μιὰ τέτοια συνάρτηση ἀκόμα καὶ ἄν εἶναι σταθερὴ εἶναι καὶ ταυτοχρόνως καὶ συνεχῆς. Ἔλα ὅμως ποὺ ὡς συνέχεια, στὸν συγκεκριμένο διάλογο, δὲν λαμβάνουμε ὑπόψιν τὸν μαθηματικὸ ὀρισμό. Ὡς συνέχεια ἐννοοῦμε μάλλον αὐτὸ ποὺ λέμε στὴν θεωρία συνόλων “cardinality of the continuum΄΄, δηλαδὴ πληθάριθμο τοῦ συνεχοῦς. Ἀλλὰ αὐτὸ ἀπαιτεῖ μεγάλη συζήτηση..

    Δὲν χρησιμοποιοῦμε μαθηματικὴ λογικὴ στὰ ἐπιχειρήματά μας: ἀκριβῶς αὐτὴ ἡ ἀδυναμία εἶναι ποὺ ΚΑΘΙΣΤΑ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ τὴν διαρκὴ ἀναθεώρηση τῶν πραγμάτων καὶ τὴν βελτίωση τοῦ δειγματικοῦ μας χώρου.

    Οἱ πολιτισμοὶ δὲν μένουν ποτὲ στατικοί: ἀναφέρτε μου, ὡς ἀντιπαράδειγμα σὲ αὐτὸ ποὺ ὑποστηρίζω, ὅτι ὑπάρχει ἕστω καὶ ἕνας πατέρας καὶ ὑιὸς ποὺ νὰ ταυτίζονται παντοῦ καὶ νὰ μὴν συγκρούονται οὔτε σὲ ἕνα σημεῖο. Εἶναι ἡ ἴδια ἡ φύση μας ποὺ μᾶς ὡθεῖ στὸ νὰ ἀλλάζουμε διάρκῶς.

    Ἡ συζήτηση ἔχει ἐπαναληφθεῖ πολλὲς φορὲς σὲ αὐτὸν τὸν χῶρο, θὰ συμφωνήσω μὲ τὸν Theo. Γι’ αυτὸν τὸν λόγο θὰ προτείνω φρέσκιες ἀναγνώσεις, πάνω στὸ ἀντικείμενο:

    (1) Θ.Ἰ. Ζιάκα, ΠατριδΕγωΦάγος: ἡ Νόσος τῆς Πόλεως, ἐκδ. Ἀρμός, 2013

    (2) Χρήστου Μαλατρᾶ: The making of an Ethnic Group: the Romaioi in the 12t – 13th Centuries
    http://www.eens.org/EENS_congresses/2010/Malatras_Christos.pdf

    (3) Ἡ δική μου πρόσφατη, ἐλάχιστη, συνεισφορὰ σὲ αὐτὸν τὸν διάλογο ἴσως νὰ ἀπαντᾶ μερικῶς στὸ σημεῖο ποὺ ἐκθέτει ὁ κ. Μπαλτᾶς στὴν πρώτη του παράγραφο, ὅπου θεωρεῖ ὡς πρόβλημα τὴν ἐπανεξέταση τῆς ἱστορίας:

    https://www.antifono.gr/portal/Κατηγορίες/Ελλάδα-Ιστορία-ΓεωΠολιτική/Άρθρα/4023-Ποιοι-ιστορικοί-θα-γράψουν-την-ιστορία-μας3b.html

  5. “Αγαπητοί φίλοι, χρόνια σας πολλά. Αν δεν κάνω λάθος (και μπορεί να κάνω, και αυτό ίσως προκαλέσει καί άλλες νόμιμες διαφωνίες), μία ανάρτηση στο διαδίκτυο έχει μερικές φορές τον χαρακτήρα απλής καταγραφής καί όχι αντιπαραθέσεως (και μάλιστα με ένα κείμενο-σχόλιό μου σ’ ένα μη επιστημονικό περιοδικό, όπως ήταν η “Ευθύνη”). Είναι δέ βέβαιο ότι ζητήματα όπως το περί τής συνέχειας του ελληνισμού δεν λύνονται με
    μια, έστω δίμηνης διάρκειας, συζήτηση σ’ ένα διαδικτυακό χώρο. Εντούτοις, είναι ευοίωνο το ότι ανατρέχετε σε ιστορικές πηγές, εάν λάβετε υπ’ όψιν ότι στην σημερινή ακαδημαϊκή κοινότητα η έννοια της ιστορικής πηγής τίθεται υπό αμφισβήτηση, ενώ τα ίδια τα ιστορικά γεγονότα είναι απλώς ντοκουμέντα. Κατά τους συγχρόνους ιστοριογράφους μας, σημασία έχει η ερμηνευτική, αδιάφορο αν αυτή είναι ιδεολογικώς χρωματισμένη. Όσον αφορά τη βιβλιογραφία, υπάρχουν ευτυχώς έγκυροι ιστορικοί των οποίων τα ονόματα δεν είναι αναγκαίο να
    παραθέσω σ’ ένα σύντομο κείμενο-σχόλιο. Τέλος, επειδή τα ιστορικά ζητήματα είναι μέρος της εκπαιδευτικής πολιτικής, χρειάζεται, νομίζω, προσοχή στην παρουσίασή τους (λχ πώς θα παρουσιασθεί η καταδίκη του εθνοφυλετισμού υπό της Συνόδου του 1872, όταν σε μια σχολική τάξη υπάρχουν μαθητές βουλγαρικής καταγωγής- γνωρίζετε ότι η καταδίκη αφορούσε τότε πρωτίστως την Εκκλησία της Βουλγαρίας).
    Με ευχές Δ. Μπ.

  6. Ευχαριστώ για τις ευχές, κ. Μπαλτά, και αντεύχομαι να σας δώσει ο Θεός το 2013 ό,τι καλό επιθυμείτε.

    Όμως, αν δεν κάνω λάθος, εσείς στείλατε αυτό το σχόλιο προς ανάρτηση. Οπωσδήποτε, ζητήματα όπως το περί τής συνέχειας του λαού μας δεν λύνονται με μια δίμηνης διάρκειας, συζήτηση σ’ ένα διαδικτυακό χώρο, όπως γράφετε, αλλά κάποια πράγματα ξεκαθαριζονται. Το πρώτο δίμηνο του περασμένου χρόνου (με τέσσερα πέντε άρθρα) και κάποιους ακόμα μήνες πριν (με πολλά διάσπαρτα σχόλια), εκτέθηκαν εδώ τόσα που μια απλή καταγραφή σαν τη δική σας να καθίσταται περιττή.

    Αν θἐλετε να συμμετάσχετε σ’ αυτή τη συζήτηση, μπορείτε να γράψετε κάτι πιο εμπεριστατωμένο και ενημερωμένο (το 2007 είναι κάπως μακριά, και πολλοί δεν θυμόμαστε πχ. ποιοι χαρακτήριζαν/χαρακτηρίζουν τον Ρίτσο «νεκρόφιλο», τον Εγγονόπουλο «φασίστα», τον Θεοδωράκη «βυζαντινιστή», τον Παπαρρηγόπουλο «παρακρατικό”…) για να μπορέσουμε να συζητήσουμε πιο σοβαρά· και προφανώς, αφού προηγουμένως διαβάσετε την περυσινή συζήτηση, για να μην επαναλαμβάνετε θέματα επί των οποίων υπήρξε εξαντλητικός διάλογος εδώ.

    Δεν έχει γίνει λόγος στο “Αντίφωνο” για την εκπαιδευτική πολιτική, αλλά φρονώ πως η ιστορική αλήθεια πρέπει να διδάσκεται στα παιδιά (“εθνικόν είναι το αληθές”, έγραφε ο Σολωμός), με τρόπο κατάλληλο για την ηλικία τους, όχι οι “εθνικοί μύθοι”, όπως γινόταν μέχρι πρότινος (και δεν ξέρω αν συνεχίζεται το ίδιο).

  7. Μιας και παραπέμπεις κατ’ επανάληψιν, αγαπητέ Theo, στον περυσινό εκτενέστατο διάλογο στο “Αντίφωνο” περί της ελληνικής συνέχειας (ή της μη συνέχειας) εννοώντας ότι αυτός οδηγήθηκε σε συμπεράσματα αντίθετα προς όσα συνοψίζει το βασικό εδώ κείμενο του Δ. Μπαλτά, επίτρεψέ μου να καταθέσω μια διαφορετική αποτίμηση:

    Ο διάλογος αυτός υπήρξε προτοφανώς παρατεταμένος εξ αιτίας, κυρίως, της δικής σου επιμονής να ανταπαντάς (επαναλαμβανόμενος… ανεξάντλητα) σε [i]ένα προς ένα[/i] τα αντιρρητικά σχόλια – κατά τρόπο που υποδήλωνε, όμως, επίγνωση εκ μέρους σου ότι τότε μόνο θα “έπειθες” όταν θα κρατούσες κιόλας (για λογαριασμό τής από πλευράς σου εκδοχής) αδιαπραγμάτευτη, την “τελευταία λέξη” ως δική σου.
    Μια τέτοια στάση, ωστόσο, έχω την εντύπωση ότι φανερώνει μόνο ανασφάλεια επί των συζητουμένων.

    Πέρα από τη [i]διαδικασία[/i] ωστόσο υπήρξε και ένα φαινόμενο [i]ουσίας[/i] το οποίο νομίζω ότι επίσης διασαφεί τα ζητούμενα: Ενώ “πάλιν και πολλάκις” έχεις (τότε, αλλά και κατοπινώτερα) μέσα απ’ τα σχόλιά σου στο “Αντίφωνο”, καταφερθεί – σωστότατα! – εναντίο του [b]εθνοφυλετισμού[/b], δεν έχει υπάρξει εν τούτοις_ ο ύ τ ε_ η_ ε λ ά χ ι σ τ η_ ν ύ ξ η_ σου, μία έστω φορά, εναντίον_ κ α ι_ του [b]εθνομηδενισμού[/b]!
    Μονομέεια, για την οποία απορώ πώς δεν έχεις προσέξει ότι… διηγείται το… άπαν.
    [b]Μας συστήνει μάλιστα ένα Theo ο οποίος, κάθε φορά που πάει η συζήτηση σε θέματα ελληνικότητας, συνομιλεί ως να είναι ένας κυριολεκτικά άλλος άνθρωπος απ’ αυτόν που συνήθως (χαιρόμαστε να) διαβάζουμε.[/b]

  8. “στην σημερινή ακαδημαϊκή κοινότητα η έννοια της ιστορικής πηγής τίθεται υπό αμφισβήτηση΄΄

    Χρόνια σας Πολλὰ κ. Μπαλτᾶ,

    Θὰ ἐπαναλάβω ὅτι δὲν θὰ εἶχε νόημα νὰ γράφουμε γιὰ νὰ συμφωνοῦμε, ὁπότε χαίρομαι πολὺ γιὰ τὴν δημιουργικὴ παρέμβασή σας μὲ τὴν δευτερολογία σας.

    Καλύπτομαι ἀπὸ τὴν συμπλήρωσή σας, πέρα ἀπὸ τὴν ὑπογράμμιση τῆς παραπάνω πρότασή σας, μὲ τὴν ὁποία διαφωνῶ μερικῶς: δὲν θεωρῶ ὅτι εἶναι ἀκριβῶς ἔτσι τὰ πράγματα.

    Ἡ ἐπιστήμη σήμερα βρίσκεται σὲ ἕνα στάδιο ὅπου μπορεῖ νὰ φιλτράρει τὶς πηγές, καὶ νὰ θέτει ὑπὸ ἀμφισβήτηση (μὲ τὰ μέσα ποὺ διαθέτει: γλωσσολογικά, τεχνολογικά) πηγὲς γιὰ τὶς ὁποῖες ὑπάρχουν ὑπόνοιες ὅτι δὲν εἶναι αὐθεντικές. Ἐκεῖ περιστρέφεται ὅλο τὸ ζήτημα: τὶ εἶναι γνήσιο, αὐθεντικό, καὶ τὶ κάλπικο καὶ μεταγενέστερο.

    http://www.academia.edu/1999955/_The_myth_of_the_Zealots_32th_Conference_of_the_Greek_Historical_Society_May_2011_Thessaloniki

    Σᾶς παραθέτω, στὸν παραπάνω σύνδεσμο, ἕνα τέτοιο παράδειγμα. Ἔχω ἀναφερθεῖ, στὴν μικρὴ καὶ ἀσήμαντη (θεωρῶ ὡστόσο παρεμβατικὴ) ἀρθογραφία μου καὶ ὡς παραδείγματα τὸ Chronicon Maius τοῦ (ψευδο-)Σφραντζή, τὴν ἐπιστολὴ τοῦ Ἱ. Γ’ Δούκα πρὸς τὸν Πάπα Γρηγόριο IX καὶ τὴν Δωρεὰ τοῦ Κωνσαντίνου τοῦ Μεγάλου. Ὑπάρχουν, ἀπὸ τὴν ἄλλη, καὶ πηγὲς γνήσιες, τῶν ὁποίων ἀμφισβητεῖται ἡ πατρότητα (κάτι ποὺ εἶναι καθοριστικῆς σημασίας ὡς πρὸς τὴν ἐρμηνεία τους). Ὑπάρχουν μεγάλες ἐνδείξεις, φερειπεῖν, ὅτι τὸ μεσαιωνικὸ Χρονικὸν τοῦ Μορέως γράφτηκε ἀπὸ φραγκικὴ χείρα.[1]

    Χρειάζονται οἱ πηγές, χωρὶς αὐτὲς δὲν ὑπάρχει ἔρευνα (μόνο στὰ θεωρητικὰ μαθηματικὰ ἡ ἔρευνα εἶναι πρωτογενὴς καὶ δὲν ἔχει τὴν ἀνάγκη πειράματος γιὰ νὰ πραγματωθεῖ). Χρειάζονται πολλὲς πηγές, ὅσο δυνατὸν περισσότερες: ὁ δειγματικὸς χῶρος, ὡστόσο, δὲν ἀρκεῖ νὰ εἶναι μεγάλος. Πρέπει νὰ καλύπτει κάποια ποιοτικὰ στοιχεῖα ποὺ θὰ ὁδηγήσουν σὲ ἀσφαλὴ συμπεράσματα. Ἐκεῖ παίζεται ὅλο τὸ παιγνίδι.

    [1] (*)Ἐξαιρετικὴ ἡ ἀνάλυση τῆς Teresa Shawcross, στὸ ἔργο της The Chronicle of Morea (Oxford Studies in Byzantium)

  9. Ο διάλογος αυτός υπήρξε προτοφανώς παρατεταμένος εξ αιτίας, κυρίως, της δικής σου επιμονής να ανταπαντάς (επαναλαμβανόμενος… ανεξάντλητα) σε ένα προς ένα τα αντιρρητικά σχόλια – κατά τρόπο που υποδήλωνε, όμως, επίγνωση εκ μέρους σου ότι τότε μόνο θα “έπειθες” όταν θα κρατούσες κιόλας (για λογαριασμό τής από πλευράς σου εκδοχής) αδιαπραγμάτευτη, την “τελευταία λέξη” ως δική σου.

    Αγαπητέ Γιώργο,
    Νομίζω πως υπερβάλλεις και με “αδικείς”.
    1. Από τα τέσσερα άλλα άρθρα (εκτός του δικού μου) του περυσινού εκτενέστατου διαλόγου στο “Αντίφωνο”, στο άρθρο του κ. Κατσιμάνη δεν έγραψα κανένα σχόλιο, αλλά απάντησα με το δικό μου εννέα ημέρες μετά.
    2. Στο άρθρο του κ. Ζιάκα “Προς τι η απίστευτη περί το Έθνος σύγχυση;” ανάμεσα στα 30, δικό μου ήταν 1 σχόλιο μιας γραμμής.
    3. Στο δικό μου άρθρο τα τελευταία σχόλια δεν είναι δικά μου. Συνήθως απαντώ όταν έχω κάτι καινούργιο να πω ή όταν ο συνομιλητής προβάλλει κάτι που δεν απαντήθηκε. Επιμένω, όμως, να ζητώ απαντήσεις όταν δεν απαντά επί της ουσίας. Δεν μ’ αρέσει να επαναλαμβάνομαι, αν και κάποιες φορές πέφτω στην παγίδα.

    Μια τέτοια στάση, ωστόσο, έχω την εντύπωση ότι φανερώνει μόνο ανασφάλεια επί των συζητουμένων.
    Δεν θα ήταν καλύτερο ν’ αφήναμε στην άκρη τις εξ αποστάσεως ψυχοδιαγνωστικές ερμηνείες;

    Πέρα από τη διαδικασία ωστόσο υπήρξε και ένα φαινόμενο ουσίας το οποίο νομίζω ότι επίσης διασαφεί τα ζητούμενα: Ενώ “πάλιν και πολλάκις” έχεις (τότε, αλλά και κατοπινώτερα) μέσα απ’ τα σχόλιά σου στο “Αντίφωνο”, καταφερθεί – σωστότατα! – εναντίο του εθνοφυλετισμού, δεν έχει υπάρξει εν τούτοις_ ο ύ τ ε_ η_ ε λ ά χ ι σ τ η_ ν ύ ξ η_ σου, μία έστω φορά, εναντίον_ κ α ι_ του εθνομηδενισμού!
    Μονομέρεια, για την οποία απορώ πώς δεν έχεις προσέξει ότι… διηγείται το… άπαν.

    Πρώτα και πάνω απ’ όλα, νιώθω ορθόδοξος χριστιανός. Ο “εθνομηδενισμός” (αυτός ο νεολογισμός που συναντώ τα τελευταία χρόνια στο ¨Αντίφωνο” και σε κάποιες “πατριωτικές” ιστοσελίδες) δεν ξέρω τι είναι. Αυτός όμως που έχει κάνει μεγάλη ζημιά στην Ορθοδοξία τους δύο τελευταίους αιώνες είναι ο εθνοφυλετισμός, κι αυτό με πονά. Ωστόσο, δεν αντιδρώ συναισθηματικά όταν διαβάζω άρθρα ή κείμενα σχετικά με την Ιστορία μας αλλά κρίνω κατά πόσον συμφωνούν με τις πρωτογενείς πηγές και, άρα, με την ιστορική αλήθεια.
    Λοιπόν, το άπαν για μένα είναι η Ορθοδοξη Εκκλησία. Δεν ξέρω αν το έχεις προσέξει.

    Πάντως χαίρομαι που εκφράζεις ανοιχτά τη διαφωνία σου. Δύσκολο να συμφωνούμε σε όλα.

    Το ερώτημά μου πάντως και προς το “Αντίφωνο” και προς τον αρθρογράφο παραμένει αναπάντητο: Τι θα μπορούσε αυτό το σχόλιο να προσθέσει στη συζήτηση και, άρα, ποιος ο λόγος να αναρτηθεί εδώ;

  10. Επιβάλλονται, αγαπητοί φίλοι, μερικές επιπλέον διευκρινίσεις. Κατ’ αρχάς, κύριε Τheο, από ελεγχο πού έκανα στα απεσταλμένα mails προκύπτει ότι δέν έστειλα εγώ το κείμενο στο “Αντίφωνο” πρός ανάρτηση. Οπότε, από της θέσεως αυτής, οφείλω ιδιαίτερες ευχαριστίες στο “Αντίφωνο”.
    Εξ άλλου, επιτρέψτε μου να σημειώσω ότι η σημερινή ταυτότητά μας δεν είναι αποτέλεσμα κάποιου Διαφωτισμού. Εάν πράγματι ήταν, θα ήταν τελείως διαφορετικά τα πράγματα σήμερα, αδιάφορο καλύτερα ή χειρότερα. Θα συμφωνήσω με τα περί Ρωμηοσύνης που είπατε, αν και θεωρώ τον όρο ατυχή. Ωστοσο, η Χώρα μας δεν εγνώρισε κάποια νεωτερικότητα όπως δεν γνωρίζει και καμμία μετανεωτερικότητα. Περαιτέρω, κύριε Κυριάκο, όσον αφορά, τον ιστορικό αναθεωρητισμό, νομίζω ότι εάν κανείς προσεγγίζει τα ιστορικά πράγματα από επιστημονικής και όχι στενά ιδεολογικής σκοπιάς, μπορεί πράγματι να προχωρήσει σε ορισμένες επανερμηνειες. Αλλά, οι γνωστοί πανεπιστημιακοί αναθεωρητές, και όχι μόνον ιστορικοί, στην Χώρα μας αποδομούν αδιακρίτως τα πάντα. Παράλληλα δε, επιχειρούν να ερμηνεύσουν κατά το δοκούν ορισμένες διατυπώσεις όπως “εθνικό είναι ο,τι ειναι αληθινο”. Και φυσικά αυτα και αλλα οδηγουν, κύριε Τheο, στον λεγόμενο εθνομηδενισμό. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι κανείς λαός (λ.χ. της Ευρώπης, που γνωρίζω κάπως καλύτερα) δεν προχωρεί σε συστηματική αποδόμηση του ιστορικού παρελθόντος, παρ’ όλον ότι αποδοκιμάζει κρίσιμες περιόδους της ιστορίας του (λ.χ. της Γερμανίας του Χίτλερ ή της Ρωσσίας του Στάλιν).

  11. Κατ’ αρχάς, έκανα λάθος στην εικασία μου πως εσείς στείλατε αυτό το σχόλιο προς ανάρτηση και ζητώ συγγνώμη.

    Κατά δεύτερον λόγο, και πάλι οι ασάφειες κυριαρχούν στη δεύτερη απάντησή σας:

    Ποιοι είναι “ο[i]ι γνωστοί πανεπιστημιακοί αναθεωρητές[/i]”, που “[i]αποδομούν αδιακρίτως τα πάντα[/i]”;

    Εφόσον οι άλλοι επιχειρούν να το ερμηνεύσουν κατά το δοκούν, πώς εσείς ερμηνεύετε -αυθεντικά- το “εθνικό είναι ο,τι ειναι αληθινο”;

    Γιατί ο όρος “Ρωμηοσύνη” είναι ατυχής, όταν, μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, ο λαός μας αυτόν τον αυτοπροσδιορισμό χρησιμοποιούσε ως επί το πλείστον, όπως κι ο Παλαμάς, ο Εφταλιώτης, ο Σεφέρης (εν πολλοίς) κι όταν οι ομογενείς μας της φυσικής πρωτεύουσάς μας τον χρησιμοποιούν ακόμα;

    (Όπως καταλαβαίνετε, με τέτοιες ασάφειες δεν μπορεί να γίνει σοβαρή συζήτηση.)

    Όπως γνωρίζουν όσοι μελετούν την Ιστορία από τις πηγές, το κράτος μας θεμελιώθηκε πάνω στις απόψεις του Κοραή και των μαθητών του (απόψεις που συνέπιπταν με αυτές των Βαυαρών τυράννων), που μετέφεραν τον Διαφωτισμό και τη νεωτερικότητα στα καθ᾿ ημάς.

    Προσωπικά, δεν μιλώ για καμιά αποδόμηση της Ιστορίας, αλλά για την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας. Γιατί κανενός ευρωπαϊκού λαού η Ιστορία δεν παραχαράχθηκε τόσο βάναυσα (βλ. τα περί “σκοταδισμού” και “Βυζαντίου” αντί Ρωμανίας, την αποσιώπηση ή κατασυκοφάντηση της πνευματικής προσφοράς της φιλοκαλικής αναγέννησης του 18ου αιώνα στον λαό μας -βλ. το άρθρο μου στο “Αντίφωνο” για τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη και την πνευματική κληρονομιά του-, κλπ.). Κι είναι άδικο όσους επιχειρούν αυτή την αποκατάσταση οι πολλοί, προσκολλημένοι συναισθηματικά στη σχολική Ιστορία και τους “εθνικούς” μύθους, να τους αντιμετωπίζουν ιδεολογικά, με χαρακτηρισμούς του τύπου “εθνομηδενιστής” και με θεωρίες συνωμοσίας.

  12. Αγαπητέ κ. Τheο.
    Πρώτον. Με αφορμή ένα σχόλιό μου δώσατε προεκτάσεις τις οποίες δεν υπηρετούσε εκείνο, του οποίου η σκοποθεσία ήταν διαφορετική.
    Δεύτερον. Ζητείτε επιμόνως να μάθετε (;) για την εθνοαποδομητική σχολή στη Χώρα μας. Δεν χρειάζεται καμμιά συνωμοσιολογία αλλά κυριως μια πρώτη καταγραφή των εκπροσώπων και των τάσεων της “σχολής” αυτής (μπορεί να ξεκινήσει κανείς απο τα έργα των καθηγ. Αγγέλου, Βερέμη, Λιάκου, Φραγκουδάκη, Κιτρομηλίδη, ακόμη ίσως και του Κ. Δημαρά. Επίσης, να δει τα σχετικά δημοσιεύματα της οικείας περιόδου του Εθν. Ιδρύμ. Ερ. Προχείρως δε, να ανατρέξει στα περιοδικά “Μνήμων”, “Ιστορικά” κ.α. Όταν ολοκληρωθεί μια τέτοια έρευνα, ο ενδιαφερόμενος θα γνωρίζει τους σκοπούς της εν λόγω “σχολής”.
    Τρίτον. Το περί Ρωμηοσύνης. Ήδη ετόνισα ότι δεν διαφωνώ με την ανάλυσή σας. Θεωρώ μόνον ότι ο όρος δεν προσδιορίζει με ακρίβεια το ελληνικό και το ορθόδοξο της λεγομένης βυζαντ. αυτοκρ. Επισης: ποιοί θεσμοί της ρωμαικης κοινωνίας επιβιώνουν στην ελλαδική κοινωνια της τουρκοκρατίας; (λ.χ. ο ίδιος ο τίτλος “Νέα Ρώμη” του Οικ. Πατρ. δηλοί το διαφορετικό).
    Τέταρτον. Η διατύπωση “εθνικό είναι ο,τι είναι αληθινό” χρησιμοποιείται τεχνηέντως κάθε φορά από κείνους που θέλουν να ερμηνεύσουν διαφορετικά το παρελθόν του τόπου. Δεν είμαι ειδικός στην σολωμική ποίηση για να σας δώσω μια “αυθεντική ερμηνεία”, όπως ζητήσατε (έχω δε την εντυπωση ότι προέρχεται απο τους “Στοχασμούς” του ποιητή). Γνωρίζω όμως ότι στην ερμηνευτική ο επιχειρών μια ερμηνεία (και
    μάλιστα κειμένων του παρελθόντος) θα πρέπει να αναζητεί το νοηματικό πλαίσιό τους χωρίς να απομονώνει μια συγκεκριμένη φράση. Κάπου εδώ είμαι υποχρεωμένος να σταματήσω την συνομιλία μας.
    Με ευχές Δ.Μπ.

  13. Αγαπητέ Δημήτρη, μου είναι κατανοητή η έγερση – ενίοτε – ακόμα και θυμού, στους διαξιφισμούς μεταξύ φορέων αντιτιθέμενων ερμηνειών. Αυτό δεν σημαίνει, ωστόσο, ότι το συγκεκριμένο συναίσθημα αποτελεί και τον πλεονεκτικώτερο συνήγορο τής όποιας μας άποψης.

    Εξηγούμαι: Με την επισήμανση – εκ μέρους σου – περί κυριαρχίας, στον επιχώριο δημόσιο λόγο, των [i]«γνωστών πανεπιστημιακών αναθεωρητών»[/i], όπως και (την επισήμανσή σου) για επιδίωξή τους να αποδομήσουν [i]«αδιακρίτως τα πάντα»[/i], συμφωνώ στο ακέραιο. Η εκτίμησή σου, ωστόσο, ότι [i]«η σημερινή ταυτότητά μας δεν είναι αποτέλεσμα κάποιου Διαφωτισμού»[/i], με βρίσκει… απορούντα. Όπως και η απόφανσή σου ότι [i]«η Χώρα μας δεν εγνώρισε κάποια νεωτερικότητα όπως δεν γνωρίζει και καμμία μετανεωτερικότητα»[/i]: Επ’ αυτών, η από πλευράς μου αποτίμηση – οφείλω να πω ότι – προκύπτει κατηγορηματικώς διαφέρουσα.

    [b]Αν δεν υπήρχε το έδαφος μιας εμπεδωμένης ήδη νεωτερικότητας, άλλωστε, δεν θα έβρισκε (ισχυρίζομαι) έρεισμα για να οργανώσει την εξουσία της η – περί ής οι πιστοποιήσεις μας – μετανεωτερική / αναθεωρητική ιντελιγκέντσια.[/b]

  14. Ἀγαπητὲ κ. Μπλάθρα,

    Νομίζω ὅτι ἡ ἀναφορά σας σὲ συγκεκριμένα παραδείγματα “ἀποδομητῶν΄΄ δὲν βοηθᾶ στὸν διάλογο: ἄλλωστε τὸ ἔγραψα καὶ στὸ ἀρθράκι μου, ποὺ ἀναφέρω παραπάνω: ἡ ἔρευνα πρέπει νὰ διέπεται ἀπὸ πλήρη ἐλευθερία, ὡστόσο γιὰ νὰ κριθεῖ ἀπαιτεῖται γνώση. Πολὺ φοβοῦμαι ὅτι ὑπῆρξε μιὰ ὑστερία, τὰ τελευταία χρόνια, ὅτι τάχα εἴμαστε θύματα συνομωσίας, καὶ ὅλοι θέλουν τὸ κακό μας: προσωπικὰ βρίσκω τὴν συγκεκριμένη τάση (δαιμονοποίησης τῶν πάντων) ἀ-νόητη κι ἐπικίνδυνη, διότι φανατίζει τοὺς ἡμιμαθεῖς καὶ ὀξύνει τὴν ἀντιπαλότητα, γιὰ νὰ μὴν πῶ τὸν ἐμφύλιο, μεταξὺ τῶν ἑλλαδιτῶν.

    Γράψατε:

    [Το περί Ρωμηοσύνης. Ήδη ετόνισα ότι δεν διαφωνώ με την ανάλυσή σας. Θεωρώ μόνον ότι ο όρος δεν προσδιορίζει με ακρίβεια το ελληνικό και το ορθόδοξο της λεγομένης βυζαντ. αυτοκρ.]

    Σχόλιο:

    Ἡ ῥωμαιοσύνη, σὰν ὄρος, δὲν ὑπάρχει στὶς μεσαιωνικὲς πηγές: εἶναι κατὰ πάσα πιθανότητα ἐρμηνευτικὸς καὶ μεταγενέστερος. Οὔτε ἡ λατινικῆς προέλευσης ὁνομασία “ῥωμανία΄΄ μπορεῖ νὰ χρησιμοποιηθεῖ ἐπαρκῶς (δυστυχῶς πολλοὶ ἀντικαθιστοῦν τὴν λέξη “Βυζάντιο΄΄ μὲ τὸ “ῥωμανία΄΄, θεωρώντας ὅτι de facto βρίσκονται στὸν σωστὸ δρόμο, μὲ μιὰ “μεσοβέζικη΄΄ λύση, ἡ ὁποία κρατὰ κάποιες ἀποστάσεις ἀπὸ τὸν ἀρχαῖο ῥωμαϊκὸ κόσμο, ἐνῶ ταυτοχρόνως (τάχα) συνδέει τὸν ὕστερο ῥωμαϊκὸ μὲ τὸν νεο-ἑλληνικό.

    Ἀπὸ τὴν ἄλλη, τὸ ἴδιο ἀνακριβὲς εἶναι νὰ ἀναφέρεστε στὸ “ἑλληνικὸ΄΄ τῆς “βυζαντινῆς΄΄ αὐτοκρατορίας: μᾶλλον θὰ ἤσασταν ἐρμηνευτικὰ πιὸ ἔγγυρος ἄν ἀναφερόσαστε σὲ “ἑλληνιστικὴ συνιστώσα΄΄ τοῦ ῥωμαϊκοῦ πολιτισμοῦ, γιὰ λόγους ποὺ σίγουρα γνωρίζετε, ἐφόσον λαμβάνετε θέση ὡς γνώστης τοῦ ἀντικειμένου καὶ τῶν πηγῶν.

    Γράψατε:

    Επισης: ποιοί θεσμοί της ρωμαικης κοινωνίας επιβιώνουν στην ελλαδική κοινωνια της τουρκοκρατίας; (λ.χ. ο ίδιος ο τίτλος “Νέα Ρώμη” του Οικ. Πατρ. δηλοί το διαφορετικό).

    Σχόλιο:

    Τὸ ἐρώτημα τέθηκε πρόχειρα, κατὰ τὴν ἄποψή μου, καὶ ὑστερεῖ σὲ πολλὰ σημεῖα.

    1ον ἡ ἑλλαδικὴ κοινωνία δὲν εἶναι ὁμοιογενής. Ἄλλον τρόπο σκέψης, ἄλλη ἤθη καὶ ἄλλα ἔθιμα ἔφεραν οἱ ῥωμαίοι/ῥωμηοὶ τῆς Μικρασίας, τοῦ Πόντου, τῆς Πόλης, τῆς Ἴμβρου. Σὲ καμία περίπτωση δὲν ἰσχυρίζομαι ὅτι ὑπῆρχε πολιτιστικὴ ὁμοιογένεια μεταξὺ αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων: ὑπῆρξαν κάποιοι ποὺ ἐπιθυμοῦσαν ἐνσωμάτωση στὸ ἐθνο-κράτος τῆς Ἑλλάδας, κάποιοι ποὺ ἀδιαφοροῦσαν γιὰ τὴν ὕπαρξη ἑλλαδικοῦ Κράτους καὶ κάποιοι ἄλλοι ποὺ θεωροῦσαν τὴν Ἑλλάδα ὡς ξένη γῆ. Θὰ ἤθελα νὰ ὑπογραμμιστεῖ ὡστόσο ἡ ἀστοχία σας κ. Μπλάθρα στὴν συγκεκριμένη σας πρόταση. Φαινομενικὰ μόνον ὑπάρχει ὁμοιογένεια στὴν πατρίδα μας. Ἀπὸ ἐκείνη τὴν στιγμὴ ποὺ θὰ ἀρχίζουν νὰ νεκρώνονται οἱ ἱστοὶ ποὺ διατηροῦν τὸ ἑλληνο-ἑλλαδίτικο σῶμα, θὰ ἀρχίσει νὰ ἀποκαλύπτεται ἡ ἀνομοιογένεια ποὺ ἀναφέρω, σὲ ὅλο της τὸ μεγαλεῖο.

    2ον Θεωρῶ ὅτι ἀποτελεῖ ἐρμηνευτικὸ σφάλμα ὁ ἰσχυρισμός σας ὅτι ὁ τίτλος “Νέα ῥώμη΄΄ δηλοὶ τὴν ὁποιαδήποτε ἀπόσταση ἀπὸ τὴν Παλαιά. Δηλαδὴ ἡ Νέα Σμύρνη, στὴν Ἀθήνα, ὑποδηλεῖ ἀπόσταση ἀπὸ τὴν “Παλαιά΄΄, ἤ μᾶλλον θέλει νὰ τονίσει τοὺς δεσμοὺς μὲ αὐτήν;

    Στὴν βιβλιογραφία ποὺ παρέθεσα, παραπάνω, ἀποκαλύπτεται ἡ ἀγάπη τοῦ ῥωμαίου, τῆς ὕστερης ῥωμαϊκῆς περιόδου, γιὰ τὸ ῥωμαϊκό του παρελθόν: ὅσο καὶ νὰ τονίστηκε ἢ βρέθηκε σὲ ἀτονία ἡ ἑλληνιστικὴ συνιστώσα τοῦ ῥωμαϊκοῦ πολιτισμοῦ, ἡ σύνδεση τῶν ῥωμαίων/ῥωμηῶν μὲ τὰ ῥωμαϊκὰ σύμβολα (καὶ συμβολισμοὺς) ὑπῆρξε ζωτικῆς σημασίας γιὰ τὴν ἐπιβίωση μιᾶς κοινῆς συνείδησης, ποὺ ἔβρισκε ἀντίκρυσμα σὲ μιὰ ἐθνοτικὴ ὁμάδα, τὴν ῥωμαϊκή. Πρέπει νὰ ἀναρωτηθεῖτε: ἀπὸ ποιὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ διέπεται ἡ ἑλληνικὴ ἐθνότητα καὶ ἀπὸ ποιὰ ἡ ῥωμαϊκή. Κάνετε μιὰ σύγκριση τῶν μὲν μὲ τὰ δέ, καὶ βγάλετε συμπεράσματα.

    3ον Μέσα στὴν Ὀθωμανοκρατία ἐξακολουθεῖ νὰ ὑπάρχει ῥωμαϊκὴ ἐθνοτικὴ ὁμάδα, αὐτὴ τὴν φορὰ χάρη στοὺς δεσμοὺς τῶν ῥωμαίων μὲ τὸ Πατριαρχεῖο, ποὺ λειτουργεῖ ὡς συνεκτικὸς κρίκος. Ὄποιοι δὲν ταυτίζονται μὲ αὐτό, ἐκφραγκεύουν ἤ ἐκτουρκίζονται. Μὲ τὴν στενὴ συνεργασία τῶν πρώτων, μὲ τοὺς ἐγγυητὲς τοῦ κρατικοῦ μορφώματός μας, δημιουργήθηκε ἡ Νέα Ἑλλάδα.

    Νομίζω ὅτι τὸ ἄρθρο σας εἶναι σημαντικό, διότι ἀποκαλύπτει τὸν τρόπο σκέψης τῶν ἀντιδρούντων στὴν ὁποιαδήποτε (ἀναπόφευκτη) ἀλλαγὴ στὴν καθημερινότητά μας. Δὲν θὰ σχολιάσω παραπάνω, διότι μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα δύο μου σχόλια ξεκαθαρίζω τὴν θέση μου καὶ τὴν διαφωνία μας.

    Θερμὲς Εὐχές

  15. Σας ευχαριστώ γιατί έτσι ξεκαθαρίζουν κάποια πράγματα.

    Φυσικά κι έχω διαβάσει έργα των ιστορικών που αναφέρετε (ο Κ. Δημαράς δεν υπήρξε πανεπιστημιακός) και τα περισσότερα τεύχη του “Μνήμονος”. Οι ιστορικοί αυτοί έχουν αρκετές διαφορές μεταξύ τους. Δεν διαβάζω όμως το “Άρδην” ή άλλα παρόμοια “ιστορικά” περιοδικά, για να μάθω πως οι παραπάνω ανήκουν στην “εθνοαποδομητική σχολή στη Χώρα μας”, όπως, με έκπληξη, πληροφορούμαι τώρα από σας. (Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, σημειώνω πως, κατ’ αρχήν, δεν συμφωνώ με κανέναν απ’ αυτούς, ίσως μόνο σε κάποια σημεία με κάποιους.) Αυτό το “τσουβάλιασμα” που κάνετε είναι ενδεικτικό της ιδεολογικής πρόσληψης της Ιστορίας που έχετε.
    Ο διάλογος για ιστορικά θέματα δεν γίνεται με βάση τους υποτιθέμενους σκοπούς οιασδήποτε “σχολής” αλλά με βάση τα ιστορικά δεδομένα.
    Το τελευταίο είναι και μια απάντηση στον φίλο Γ. Καστρινάκη που προσπαθεί εντέχνως να με εμπλέξει με τους τρισκατάρατους “εθνομηδενιστές”. (Ε, καλά, αυτό είναι το ελάχιστο, τη στιγμή που ο εκ των κυριοτέρων αντιπάλων του “εθνομηδενισμού” στο Διαδίκτυο κ. Κατσιμάνης περνά από “γενεἐς δεκατέσσαρες” τους συντελεστές του romanity.org, δηλαδή ανθρώπους του περιβάλλοντος του σεβ. μητρ. Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου!!)

    Κι ο δικός μου επίλογος είναι πως δεν μπορεί να γίνονται σοβαρές συζητήσεις με αοριστίες, χωρίς αναφορές σε έργα και ονόματα, με θεωρίες συνωμοσίας και αναφορές σε νεφελώδεις σκοπούς “σχολών” που ανακαλύπτουμε και στοχοθετούμε όπως μας βολεύει. Αυτό δεν λέγεται ιστορική συζήτηση αλλά προπαγάνδα.

  16. Είναι η πρώτη και η τελευταία φορά, σε αυτή τη σελίδα, που σας απευθύνομαι – όχι τόσο για να σας απαντήσω, κ. Παπαδόπουλε, όσο για να υπογραμμίσω μια συγκεκριμένη σας φράση:
    «1ον ἡ ἑλλαδικὴ κοινωνία δὲν εἶναι ὁμοιογενής. Ἄλλον τρόπο σκέψης, ἄλλη ἤθη καὶ ἄλλα ἔθιμα ἔφεραν οἱ ῥωμαίοι/ῥωμηοὶ τῆς Μικρασίας, τοῦ Πόντου, τῆς Πόλης, τῆς Ἴμβρου. Σὲ καμία περίπτωση δὲν ἰσχυρίζομαι ὅτι ὑπῆρχε πολιτιστικὴ ὁμοιογένεια μεταξὺ αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων: ὑπῆρξαν κάποιοι ποὺ ἐπιθυμοῦσαν ἐνσωμάτωση στὸ ἐθνο-κράτος τῆς Ἑλλάδας, κάποιοι ποὺ ἀδιαφοροῦσαν γιὰ τὴν ὕπαρξη ἑλλαδικοῦ Κράτους καὶ κάποιοι ἄλλοι ποὺ θεωροῦσαν τὴν Ἑλλάδα ὡς ξένη γῆ. Θὰ ἤθελα νὰ ὑπογραμμιστεῖ ὡστόσο ἡ ἀστοχία σας κ. Μπλάθρα στὴν συγκεκριμένη σας πρόταση. Φαινομενικὰ μόνον ὑπάρχει ὁμοιογένεια στὴν πατρίδα μας. Ἀπὸ ἐκείνη τὴν στιγμὴ ποὺ θὰ ἀρχίζουν νὰ νεκρώνονται οἱ ἱστοὶ ποὺ διατηροῦν τὸ ἑλληνο-ἑλλαδίτικο σῶμα, θὰ ἀρχίσει νὰ ἀποκαλύπτεται ἡ ἀνομοιογένεια ποὺ ἀναφέρω, σὲ ὅλο της τὸ μεγαλεῖο.»

    Σχόλιο: Επιδεικνύεται μια… εξομολογητική εναλλαγή μεταξύ [i]ενεστώτος, παρατατικού[/i] όσο και… [i]μέλλοντος[/i] χρόνου στις διατυπώσεις ετούτες: «Κάποιοι» θεωρούσαν τον τόπο τους ως «ξένη» τους γη, «η ελλαδική κοινωνία δεν είναι ομοιογενής», η «α ν ο μ ο ι ο γ έ ν ε ι α» «θ α_ α ρ χ ί σ ε ι_ ν α_ α π ο κ α λ ύ π τ ε τ α ι_ σ ε_ ό λ ο_ τ η ς_ τ ο_ μ ε γ α λ ε ί ο».

    Είναι η δεύτερη φορά, εδώ, στο “Αντίφωνο” (η πρώτη ήταν πέρυσι) που ο κ. Παπαδόπουλος μάς ξεδιπλώνει τον ακραίο σκοπό του: [b]Να δει τη Ελλάδα να κατατεμαχίζεται στα εξ ών[/b] (ο_ ί δ ι ο ς_ π ρ ο π α γ α ν δ ί ζ ε ι_ ό τ ι) [b]συνετέθη[/b]! Ένας σκοπός για τον οποίο, από πλευράς του, μας δείχνει να διαθέτει δυνάμεις ακούραστες.
    Ένας σκοπός, ωστόσο, που εξηγεί με τον ακριβέστερο τρόπο γιατί εκείνα τα οποία νομίζω ότι δεν έχουν θέση στο Αντίφωνο δεν είναι βέβαια τα άρθρα του κ. Μπαλτά (οι διαφωνίες μας με τον οποίο ελπίζω ότι δεν είναι αγεφύρωτες) μα, όλως αντιθέτως, τα άρθρα του κ. Κυριάκου Παπαδόπουλου.

  17. Σᾶς εὐχαριστῶ κ. Καστρινάκη, διότι ἀποδεικνύετε ὅτι θέλετε τὸ Ἀντίφωνο, καὶ τὸν “πατριωτισμό΄΄ σας ὑπὸ τὸν πλήρη δικό σας ἔλεγχο: σᾶς εὐχαριστῶ, διότι δὲν κρύβετε τὴν ἄρνησή σας νὰ ὑπάρχει διαφορετικὴ ἄποψη ἀπὸ τὴν δική σας.

    Ἄν θέλετε τὸ Ἀντίφωνο ὡς κλειστὸ χῶρο, βάλτε κάποιον κωδικὸ ἀποκλειστικὰ γιὰ μέλη. Κλείστε το, ἀπαγορέψτε τὸν σχολιασμὸ στὸν κάθε διαφονοῦντα μὲ τὶς ἀπόψεις σας, μικρὲ δικτάτορα κ. Καστρινάκη.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ