Πλ. Ριβέλλης: Η τέχνη της φωτογραφίας και η σχέση της με την πίστη

4
1185
«Από τη μια μεριά χαίρεται κανείς για το ότι μπορεί να διαδώσει μια φωτογραφία μέσα απ’ το διαδίκτυο, από την άλλη ξέρει ότι αυτή η φωτογραφία θα χαθεί μέσα σε ένα χάος φλυαρίας. Από τη φλυαρία, προφανώς, ωφελείται ο μέτριος και ο κακός – ο “κοινός παρονομαστής” κατεβαίνει. Θα μπορούσε το διαδίκτυο να είναι κάτι σωστό, εάν το αντιμετώπιζαν όλοι – και οι φωτογράφοι – σαν ένα χώρο πραγματικής έκθεσης.»
Όπως δηλαδή, εάν σας πούνε να εκθέσετε φωτογραφίες σας, θα φροντίσετε να είναι καλά τυπωμένες, να είναι καλά επιλεγμένες, να εκτεθούν σε έναν σοβαρό χώρο – όχι οπουδήποτε – το ίδιο έπρεπε να είναι και το διαδίκτυο: Ένας χώρος προβολής, παρουσίασης, με σοβαρότητα των έργων που έχουμε επιλέξει – και όχι ένα άδειασμα συρταριού, όπου ό,τι κάνουμε όλη τη μέρα το βγάζουμε.
»Πρέπει να πούμε ότι, σ’ αυτό το κομμάτι, τα λεγόμενα “sosial media” δεν βοήθησαν – μάλλον χειροτέρεψαν την κατάσταση.»
Η εκπομπή «Από τέχνη σε τέχνη» του ραδιοφωνικού σταθμού της Εκκλησίας της Ελλάδας,  που παρουσιάζει ο π. Πέτρος Μινώπετρος, την Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2012 είχε θέμα: «Η τέχνη της φωτογραφίας και η σχέση της με την πίστη και το θρησκευτικό συναίσθημα».
Καλεσμένος ήταν ο κ. Πλάτων Ριβέλης (από τη συνέντευξη του οποίου προέρχεται και το παραπάνω απόσπασμα) θεωρητικός της φωτογραφίας και συγγραφέας.
Στο βίντεο που ακολουθεί, η ηχογράφηση πλαισιώνεται από μια δειγματοληπτική περιδιάβαση σε έργα μερικών από τους αξιολογώτερους πρωταγωνιστές της ανάδειξης της φωτογραφίας σε τέχνη.

 

 

4 Σχόλια

  1. Από τη σχέση του εκκλησιαστικού πληρώματος με το [i]πολιτιστικό γεγονός[/i] εξαρτάται η σχέση του μέ, αυτό καθαυτό, το [i]ιστορικό γίγνεσθαι[/i]. (Υπό την προϋπόθεση, βέβαια, να πρόκειται για μια κριτική – όχι άκριτη σχέση.) Θέλω, με αφορμή αυτή τη συνέντευξη, να ευχαριστήσω τον – άγνωστό μου – π. Πέτρο Μινώπετρο επειδή είναι ένας από τους ανθρώπους που δείχνουν να το καταλαβαίνουν ετούτο.
    [b]Ας μου συγχωρεθεί να σημειώσω, εν παρόδω, ότι έχει έρθει η στιγμή κατά την οποία, τον πολιτισμό, εάν τυχόν δεν τον υπερασπιστεί η [i]κοινωνία[/i] των ευχαριστιακώς βιούντων [i]προσώπων[/i] τότε, μια-δυο (μόλις) γενιές αργότερα, δεν θα έχει απομείνει να τον υπερασπίζεται κανείς άλλος.[/b]

    Πρωτον απ’ όλους ωστόσο οφείλω, με αφορμή την ίδια συνέντευξη, να ευχαριστήσω τον Πλάτωνα Ριβέλλη για το (κατ’ εξαίρεσιν) δεδομένο ότι οι ατομικές του διαδρομές ισοδυναμούν με μια – όχι απλή [b]παραπομπή[/b] – ε κ π ρ ο σ ώ π η σ η_ της [i]ποιότητας[/i] στα δημόσια δρώμενα αυτού μας του τόπου.

  2. Σχόλια και κάποιος αντίλογος σε ότι λέγεται μετά το όγδοο λεπτό:
    [b]1. Μα, πότε η Εκκλησία και οι Θρησκείες διεθνώς αποσυνδέθηκαν από την τέχνη; [/b]
    [b]2. Οι ερασιτέχνες που ανεβάζουν φωτογραφίες στο ιντερνέτ μόνο ωφελούν.[/b] Είναι γνωστό ότι η παραγωγή σαβούρας στο διεθνοδίκτυο γίνεται σκόπιμα από ποικίλες πηγές, είναι μέθοδος λογοκρισίας. Από την άλλη, ακόμη και η πληθώρα βιβλίων στα βιβλιοπωλεία, τις τελευταίες δεκαετίες, κάνει αδύνατη την επιλογή ενός καλού βιβλίου ακόμη και με μία επίσκεψη ωρών. Όμως, πάντα τα καλύτερα βιβλία μάς τα συστήνουν, όπως και τα έργα τέχνης. Το ιντερνέτ αποτελεί μία μοναδική πηγή μόρφωσης και απόλαυσης όταν ψάχνουμε σκόπιμα και με κάποια ενημέρωση σαν αφετηρία. Με τίποτε οι δήθεν “κατάλληλοι χώροι”, δηλαδή οι “γκαλερί” γιά ειδικούς και αριστοκράτες, δεν μπορούν να συγκριθούν με αυτό. Άλλωστε, πλήθος σαβούρας διακινείται διεθνώς κυρίως από “σοβαρούς χώρους”, ιδιαίτερα τα κονσέπσιουαλ και τα νεονταντά σκουπίδια της νεοφιλελεύθερης εποχής, των τελευταίων τριάντα χρόνων.
    [b]3. Οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, τεχνητή ή μηχανική ευφυΐα, και η ψηφιακή φωτογραφία, έκαναν ένα μεγάλο καλό.[/b] Έδειξαν ότι πολλοί καλλιτέχνες, ζωγράφοι και προ παντός φωτογράφοι του εικοστού αιώνα δεν ήταν τίποτε άλλο από επίμονοι ατάλαντοι χειροτέχνες. Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής και ένα απλό πρόγραμμα ζωγραφικής ή επεξεργασίας εικόνας με λίγα πατήματα κουμπιών παράγουν σχέδια ή αφαιρετικούς ζωγραφικούς πίνακες καλύτερους από αυτούς δήθεν καλών ζωγράφων. Αντιστρόφως, έχω δει έργα ωραιότατα φιαγμένα με το νύχι σε οθόνες κινητών. Επομένως, έγινε σαφές ότι μόνο οι πραγματικά ταλαντούχοι μπορούν πλέον να φέρουν το όνομα ζωγράφος και φωτογράφος. Όμως, οι ειδικοί χώροι και πρακτορεία είναι αδυσώπητοι έμποροι και το εμποδίζουν. Πιό εύκολα βρίσκεις καλή τέχνη στο ιντερνέτ, διότι οι περισσότεροι γνήσιοι καλλιτέχνες δεν έχουν άλλο τρόπο να δείξουν το έργο τους από μία προσωπική ιστοσελίδα. Θυμάμαι μία έκθεση διεθνούς πρακτορείου φωτογραφίας πριν λίγα χρόνια. Σχεδόν όλα τα πρόσφατα έργα ήταν κάκιστα και ατάλαντα, με μία δήθεν “καλλιτεχνική” ατημελησιά και “ελευθερία”. Αναισχυντία. Βγαίνοντας με την παρέα μου, έντονα αηδιασμένος, άρχισα καλαμπουρίζοντας να φωτογραφίζω με την ψηφιακούλα μου στην τύχη, χωρίς να σκοπεύω, κρατώντας την σε τυχαίες θέσεις και γωνίες και πατώντας το κουμπί. Μετά διαπιστώσαμε ότι οι φωτογραφίες αυτές ήταν καλύτερες από της έκθεσης και, παραδόξως, της ίδιας ακριβώς αισθητικής. Εκείνες όμως ήταν επώνυμες, είχαν την ετικέτα του πρακτορείου και μπορούσαν να εξαπατήσουν.
    [b]4. Ούτε η ζωγραφική, ούτε η φωτογραφία, ούτε η λογοτεχνία μπορούν να διδαχτούν. [/b]Η επαφή με τα έργα τέχνης διδάσκει τις εικαστικές τέχνες, όπως και το διάβασμα της καλής λογοτεχνίας διδάσκει την γλώσσα, όχι οι παρανοϊκές “μέθοδοι έκθεσης” των φιλολόγων. Οι δάσκαλοι μπορούν να σε διδάξουν τεχνικές μόνο για να χρησιμοποιήσεις το σχέδιο ή την φωτογραφία σαν εργαλεία τεκμηρίωσης, όχι για να δημιουργήσεις έργα τέχνης, οι φιλόλογοι το βασικό συντακτικό και την ορθογραφία. Το μέγιστο είναι η ανάγνωση έργων σε παρέα και η έκφραση γνωμών, δηλαδή η εκπαίδευση φιλότεχνων όχι καλλιτεχνών. Και πάλι είναι πιθανό η διδασκαλία, αν δεν διαθέτει αυτοσυγκράτηση και σεβασμό, αν υποκρύπτει τον φθόνο του ατάλαντου που γίνεται δάσκαλος της τέχνης επειδή δεν μπορεί να γίνει καλλιτέχνης, σίγουρα μπορεί να ξεράνει το τάλαντο, που είναι υψηλής ενέργειας ιδιότητα και επομένως εύκολα διαφθείρεται από το χονδροειδές και το ξένο. Δάσκαλοι είναι όσοι αγαπούν την τέχνη και ακτινοβολούν την αγάπη τους και μαθητές όσοι εκούσια τους προσεγγίζουν αντλώντας έμπνευση.
    [b]5. Μόνο η διδασκαλία τεχνικών είναι δυνατή.[/b] Η σύνθεση δεν διδάσκεται με μεθόδους και φροντιστήρια, που όμως μπορούν να δώσουν σε ατάλαντους ποικίλες τεχνικές για να ξεγελαστούν και να ξεγελάσουν. Ο κος Πλάτωνας Ριβέλλης και το έργο του, που είδα προσεκτικά χάρις στην ιστοσελίδα του, θεωρώ ότι μπορεί να διδάξει μόνο τεχνικές, όχι την τέχνη της φωτογραφίας όπως φαντάζεται, δεν αποτελεί επομένως εξαίρεση στα όσα ανέφερα πιό πάνω. Δεν τον κρίνω σαν καλλιτέχνη εδώ. Είμαι σίγουρος, αν αναλογιστεί τους μαθητές του, ότι θα συμφωνήσει τελικά μαζί μου, ότι όσοι από αυτούς είναι γνήσιοι φωτογράφοι βοηθήθηκαν από αυτόν μόνο από τεχνική άποψη, όχι καλλιτεχνική, ενώ ορισμένους τους έβλαψε κάνοντάς τους να μιμηθούν το ιδίωμά του. Οι ταλαντούχοι εμπνεύστηκαν από τα καλά έργα του, όχι από την καλλιτεχνική διδασκαλία του. Η γνήσια τέχνη θα παραμένει πάντα ένα ανεξήγητο φαινόμενο που καλό είναι να υπηρετούμε βοηθώντας έναν γνήσιο καλλιτέχνη στο έργο του, χωρίς να παριστάνουμε ότι μπορούμε να τον διδάξουμε.
    [b]6. Το ότι η τέχνη είναι Μυστήριο Υπέρβαση Αφαίρεση θεωρώ ότι δεν αληθεύει ως προς τον τελευταίο όρο, την Αφαίρεση,[/b] που όμως αποτελεί την προσωπική αισθητική του κου Ριβέλλη, σεβαστή αλλά μία από πολλές και ισοδύναμες. Εκτός αν με αφαίρεση εννοεί το ότι τα έργα τέχνης προσαρμόζονται στα αντιληπτικά δεδομένα του ανθρώπου, όπως είναι το οπτικό φάσμα της ανθρώπινης όρασης, που βέβαια διαφέρει από αυτό της γάτας. Αυτό όμως είναι αναπόφευκτο.

  3. Μετά από τον Πλάτωνα, αλλά και τον Χρήστο Γιανναρά, τον Θεοφάνη Τάση, τον Γεώργιο-Στυλιανό Πρεβελάκη, τον Κώστα Ανδρουλιδάκη, τον π. Βαρνάβα Γιάγκου, όπως άλλωστε και τον Μπλεζ Πασκάλ και μαζί του τον Ζακ Ελλύλ, ήταν φαίνεται αναπόφευκτο, κάποτε, να έρθει η ώρα μέχρι και του Πλάτωνα Ριβέλλη – ως… ανήμπορου (ναι, του Πλάτωνα Ριβέλλη!) διδάσκοντος την [i]τέχνη[/i] της [i]φωτογραφίας[/i].
    [b]Ώστε να… αποκατασταθεί, επιτέλους, στην τάξη των… αποδομημένων και τούτος.[/b]

    Λίγη υπομονή – έως ότου πληροφορηθούμε ποιος θα είναι ο επόμενος.

    ΥΓ: Δεν έχω καμμία διάθεση να αντικρούω τις απόψεις του Ν. Δεληνικόλα. Έχω όμως, κατηγορηματική, τη βούληση να υπερασπίζομαι (περισσότερο κι απ’ όσο τον εαυτό μου) τους φιλοξενούμενους του “Αντίφωνου”.

  4. Στα σχόλιά μου υπάρχει και αλληλουχία επιδοκιμασιών. Όμως, πάντα σχολιάζω απόψεις και όχι τους ανθρώπους προσωπικά. Οι “φιλοξενούμενοι” του Αντιφώνου δεν ανήκουν σε μία κατηγορία ή παρέα, διότι μεταξύ τους σίγουρα διαφωνούν σε πολλά ζητήματα, ορισμένα δε με τρόπο ριζικό, συχνά και απαξιωτικό. Θα μπορούσα να παρουσιάσω αποσπάσματα από το έργο και τους λόγους τους που το αποδεικνύουν. Ας αναφέρω μόνο τον Χρήστο Γιανναρά , τον π. Νικόλαο Λουδοβίκο και τον Στέλιο Ράμφο. Ούτε η πορεία όλων των “φιλοξενουμένων” είναι ομοιόμορφη και μονότροπη. Πολλοί έχουν αλλάξει κατεύθυνση και απόψεις, προσαρμοζόμενοι στην πραγματικότητα και τα βιώματά τους.
    Το Αντίφωνο λοιπόν παρουσιάζει ένα εξαιρετικό εύρος απόψεων, ανθρώπων που δεν ανήκουν σε μία μοναδική φιλοσοφική σχολή ή πολιτική κατεύθυνση.
    Έχω την εντύπωση ότι μία ιστοσελίδα με την δυνατότητα αναγραφής σχολίων και συγκροτημένων αντιπαραθέσεων πετυχαίνει τον στόχο της όταν δημιουργεί συζήτηση και όχι μόνο επιφωνήματα επιδοκιμασίας. Ο ίδιος ο τίτλος, Αντίφωνο, ευνοεί την ανάδειξη της διαφοράς των απόψεων με την ανάρτηση σχολίων, που εμπλουτίζουν τα άρθρα. Εκτός αν Αντίφωνο σημαίνει υμνητικό ψάλσιμο εναλλάξ από τον αριστερό και τον δεξί ψάλτη. Όμως, δεν είναι έτσι, κρίνοντας απο την ποικιλία και το εύρος των άρθρων.
    Επομένως ο τρόπος που παρουσιάζει τα σχόλιά μου ο Γιώργος Καστρινάκης είναι ανακριβής και μειωτικός, άδικος. Ουδέποτε με έπεισε η σχολή της αποδόμησης, ενώ δεν καταλαβαίνω πώς είναι δυνατόν να υπερασπιστεί κανείς ένα άρθρο ή να αποδοκιμάσει ένα γραπτό σχόλιο χωρίς να ανασκευάσει απόψεις.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ