Πρώτο ρήμα ένα κλάμα

0
1224

Γιώργος Καστρινάκης

[ΣΧΟΛΙΟ ΣΕ ΜΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ]

Συλλαβές ακατάληπτες. Ανεξίτηλα νεύματα. Αδιάτρητοι κώδικες. Ψηλαφίσεις, ιχνεύσεις, περιπτύξεις, σκιρτήματα. Κ α ι  σ υ μ π ρ ά ξ ε ι ς  β λ ε μ μ ά τ ω ν .
Φως που ξέρει να βλέπει. Δυο μορφές καθρεφτίζονται η μια στα σπλάχνα της άλλης. Κάθε χρήμα τους άχρηστο. Σ’ ένα πλάσμα αβρό, σ’ ένα σώμα μικρό, σ’ ένα κλάμα χλωρό όλη η αίγλη της ύλης. Αρμονία Λογισμών. Σαν τιμή. ΄Η σαν εικόνιση : Να μια Δόξα Μητέρας!
Δυο ζωές που βαθαίνουν κι αγάλλονται. Τι ελπίδα η γαλήνη τους. Στα βαθειά ποντισμένος ο ατέρμονος χρόνος. Διαισθήσεις που ρέουν. Τροπικοί του χαμόγελου. Η  σ τ ο ρ γ ή  ΑΠΟ ΚΑΛΥΨΗ.
Να γνωρίζονταν μη κι από χθες ή προχθές; Κάθε σώμα φωνήεν. Με τα χέρια τους σύμφωνα. Οι αλήθειες ανείπωτες. Ο παλμός που μοιράζεται. Και το αίμα που ξέρει.
Πόσα έκθαμβα μίλα μου! Τι κατάθαμβα σώπα! Ενιαία η επίγνωση. Μυστική μια προφάνεια. Κάθε ύπαρξη αίνιγμα. Μα το απόλυτο αίνιγμα η αγαστή, η απροσπέλαστη, η πυκνή διαμοιβή τους.
Μ ι α  π ν ο ή  ΣΥΝΑΠΑΙΡΝΕΙ. Τι βαθύς εαυτός ο απέναντι άγνωστος. Η ζωή της στα χέρια του. Η ΥΠΑΡΞΗ ΤΟΥ ΜΙΑ ΕΛΛΕΙΨΗ. Π ο υ  ε κ π λ η ρ ε ί  τ η  δ ι κ ή  τ η ς !
Πόσοι φθόγγοι τα χείλη της. Μοναχός μορφασμός στη μορφή της μια λάμψη. Μη παιάνας : αυλός! Η αθρόα σιωπή της.
Σ’ ένα στόμα ανοιχτό όλη η πλάση σαν λύνεται. Ούτε λίγη ρυτίδα στην απέραντη σκέψη της. Πριν το χάδι – πριν ακόμα απ’ τη λέξη της : ν’ αγωγεί η ματιά της. Οι σκιές ελαφρές. Για το σύμπαν ειρήνη. Πόσο πέλαγος κάποτε! Μια ζωή δεν θ’ αρκέσει της για να φτάσει ώς την άκρη.
[Μια ευδαιμονία που θ’ αρνηθούν να ερμηνεύσουν στα πανεπιστήμια... Θ’ αποφύγουν να διηγηθούν οι ειδήσεις και τα φωτορεπορτάζ... Θα βιαστούν ν’ αντιπαρέλθουν οι αναλύσεις κι οι τέχνες... Μαθητές αυτοδίδακτοι ενός κόσμου που έχει μάθει καλά ν’ αποδρά μπροστά από κάθε ολοκλήρωση. Και ταγοί μιας ζωής που εννοεί, κυριώτατα,  να τετραγωνίζει τη γενναιοδωρία σ’ εκπτώχευση. Κι ενός νοήματος που καταξιώνει, μονάχα, όποια ερώτηση αντιστρατεύεται τις πληρωτικές απαντήσεις.]
Μέσ’ στην όλη δικαίωση ούτε ένα δικαίωμα. Οι προθέσεις φιλάγρυπνες. Μια χαρά που χωρά να κενούται απ’ τα πάντα. Ούτε μία διάσταση άγονη. Μια ευθεία η προαίρεση. Πουθενά μια κηλίδα τής άρνησης. Τι εμπειρία, λοιπόν : Αυτονόητη σύμβαση κάθε ΤΟΤΕ κι ΕΚΕΙ μια πλεισίστια  θ υ σ ί α .
Όχι τύχη : σημάδι. Για την άκρη η φιγούρα κάποιας γάτας αμέριμνης. Μα ώς κι εκείνης τ’ αγνάντεμα συστραμμένο προς κέντρον.
Ν’ απορούν; ΄Η να ξέρουν; Κι αν η πράξη καμμιά : ΠΟΥΘΕΝΑ ΤΟ ΑΝΕΚΠΛΗΡΩΤΟ. Π ε ρ ι τ τ ό ς  τ ό τ ε  ο  χ ρ ό ν ο ς .
Απαθείς επιφάνειες. Η εγρήγορση έναστρη. Προσκεφάλι μια έγνοια. Το γνωρίζει πως νύχτες θα ’ρθούνε μα και μέρες σκληρές. Με καινούργιον – ωστόσο – στο διάβα τους (πιο μεγάλο και διάφανο) κάθε νόμο της φύσης.
Στιλβηδόνες εσπέρας. Μια ευχή. Ενα αμήν. Κ ι  ο  κ α ι ρ ό ς  π ο υ  α ν ε β α ί ν ε ι .
Απαλό κάτι αιφνίδιο. Κάθε τι που χρειάζεται δές γελάει μπροστά της. Πόσες σπίθες στην ίριδα. Ό,τι λεν ευτυχία τη χωρά τόση έκπληξη; Οι ημέρες, οι χρόνοι κι οι αιώνες απόβλητοι. Ώστε γίνεται κι έτσι! Οι γραμμές τού προσώπου της μη σε πλέρια ευχαρίστηση. Η ΟΜΟΡΦΙΑ ΤΟΥΣ ΛΙΤΗ. Σ ε  π λ η θ ύ  ε υ χ α ρ ι σ τ ί α ς . Πέρα ώς πέρα η χαρά : Μια πλατειά  ε υ γ ν ω μ ο σ ύ ν η.
Να υποθέτω αυθαίρετα πως
μέσ’ στην τόση δωρεά
                  (παρεκτός απ’ την άρνηση)
θα δεχόταν ν’ ανάγγελλε
(της μετάνοιας την άρνηση)
μια συγγνώμη στα πάντα;
πηγή: Αντίφωνο

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ