Θεόδωρος Ζιάκας
Οι αποτελεσματικοί ψυχοθεραπευτές είναι κατά κανόνα χαρισματικά άτομα. Σπάνιες περιπτώσεις. Όμως ακόμα πιο σπάνιες είναι οι περιπτώσεις, όπου το έργο του χαρισματικού θεραπευτή υπερβαίνει το άτομό του και γίνεται Μέθοδος, Σχολή, Θεσμός.
Ο Γιάννης Τσέγκος ανήκει στην κατηγορία των δεύτερων. Εκ Σοφάδων ορμώμενος, σπούδασε ιατρική στα πανεπιστήμια Θεσσαλονίκης και Αθηνών, Νευρολογία και Ψυχιατρική στο πανεπιστήμιο του Λονδίνου, όπου και απέκτησε την διδακτική, κλινική και ερευνητική εμπειρία, που του επέτρεψε να κινηθεί σε όλο το πεδίο των σύγχρονων πρακτικών της ψυχοθεραπείας.
Διαγνώσας τα θεραπευτικά πλεονεκτήματα του συνδυασμού Ομαδικής Ανάλυσης και Θεραπευτικής Κοινότητας, εισήγαγε και ανέπτυξε τις πρακτικές αυτές εν Ελλάδι από το 1978 και κυρίως από το 1980 με την δημιουργία του Ανοιχτού Ψυχοθεραπευτικού Κέντρου και των εν αυτώ θεραπευτικών, εκπαιδευτικών και ερευνητικών Ινστιτούτων. Το βιβλίο του, «Ο ψυχιατρικός κοινοτισμός. Στάσεις και Αποστάσεις στο Σύγχρονο Ψυχοθεραπευτικό Γίγνεσθαι», από τις Εκδόσεις Αρμός, είναι ένα απόσταγμα μακράς θεραπευτικής, ερευνητικής και εκπαιδευτικής δραστηριότητας. Δραστηριότητα που υπήρξε εν πολλοίς καινοτόμος και δημιούργησε «ελληνική σχολή» στην ψυχοθεραπεία.
Το βιβλίο είναι συγχρόνως μια γλαφυρή κατατοπιστική εξιστόρηση των βασικών τάσεων και φάσεων στην εξέλιξη της ψυχοθεραπείας στον δυτικό κόσμο.
Η θεματολογία του
Το βιβλίο μιλά για τον «ψυχιατρικό κοινοτισμό», ως σύστημα ψυχοθεραπείας και ταξινομεί, προς διδακτική και συμβουλευτική χρήση, τις σχετικές βασικές γνώσεις. Ακολουθώντας την ιστορική οδό, παρουσιάζει το αντικείμενό του κατά την εξέλιξή του από τον 18ο αιώνα ως σήμερα.
Κατ’ αρχάς εκτίθενται τα διάφορα θεραπευτικά μοντέλα. Ακολουθεί η γεννεαλόγησή τους, μαζί με τις αναπόφευκτες περιπλανήσεις και παραπλανήσεις, ένθεν και εντεύθεν του Ατλαντικού. Κυρίαρχες είναι οι δύο αγγλοσαξωνικές σχολές του ψυχιατρικού κοινοτισμού, οι επικεντρωμένες αντίστοιχα στο κολεκτιβιστικό-δεσποτικό και στο ατομοκεντρικό-δημοκρατικόπρότυπο. Περιγράφονται οι αντιφάσεις τους, τα πλεονεκτήματα και τα ελαττώματά τους, επισημαίνονται τα προβλήματα που θέτει η πόλωσή τους, και από την ανάλυσή τους προκύπτει, ως εφικτή διέξοδος, ένα τρίτο μοντέλο: ο εμπρόσωπος κοινοτισμός. Το βιβλίο ολοκληρώνεται με την συζήτηση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η εμπρόσωπη θεραπευτική κοινότητα, ως «Ενδιάμεσος Θεσμός», μεταξύ της Οικογένειας και των Μεγάλων Θεσμών.
Είναι αδύνατο φυσικά να διεξέλθω εδώ όλα τα ζητήματα που θίγει το βιβλίο. Θα περιοριστώ μόνο σε δύο απ’ αυτά. Το ένα αναφέρεται στις έννοιες και τους ορισμούς. Και το άλλο στην ακροφιλική παθολογία, από την αντιμετώπιση της οποίας εξαρτάται η θεραπευτική αποτελεσματικότητα του Ενδιάμεσου Θεσμού.
Έννοιες και ορισμοί
Το αντικείμενο της Ψυχοθεραπείας προσεγγίζεται ως απόκλιση συμπεριφοράς από τον ισχύοντα πολιτισμικό κανόνα. Και περιλαμβάνει το φάσμα των αποκλίσεων, τις οποίες η Ψυχοθεραπευτική κατόρθωσε να αποσπάσει από τις παραδοσιακές κατηγορίες της αμαρτίας και του εγκλήματος και να τις προσδιορίσει ως ψυχική ασθένεια, χρήζουσα θεραπείας.
Στη βάση αυτή και προ του διλήμματος, αν η ψυχική ασθένεια είναι αποκλειστικά ατομικό πρόβλημα, ή αντίθετα αποκλειστικά κοινωνικό, η κοινοτική ψυχοθεραπεία απαντά πως είναι και τα δύο συγχρόνως. Το πώς ακριβώς είναι ακόμη αντικείμενο πρωτόλειων προσεγγίσεων. Η Θεραπευτική Κοινότητα δεν έχει βρει ακόμη μια αυτοτελή – μη εκλεκτικιστική- θεωρητική θεμελίωση. Τα διάφορα μοντέλα της φέρουν ακόμη την προσωπική σφραγίδα των χαρισματικών εμπνευστών τους.
Η εμφάνιση της Θεραπευτικής Κοινότητας, ως ψυχιατρικής μεθόδου, συντελείται κατά τη διάρκεια της μεγάλης υποστροφής του δυτικού κόσμου από τη φιλελεύθερη ατομοκρατία του 19ου αιώνα στον ολοκληρωτικό κολεκτιβισμό του 20ου αιώνα, η οποία και βοήθησε τη μετάθεση από την «υγεία του ατόμου» στην «υγεία της κοινωνίας». Η κοινοτικο-θεραπευτική ειδικά ιδέα, που μας ενδιαφέρει εδώ, ήταν πως η «υγεία της κοινωνίας» εξαρτάται όχι από την «υγεία του ατόμου» αυτοτελώς, αλλά από την υγεία των μικρών ομάδων και την ποικιλία τους. Η μελέτη προσανατολίστηκε έτσι στη σχέση ατομικού – συλλογικού, στο πλαίσιο της εξωψυχιατρικής (φιλοσοφικής) προελεύσεως παραδοχής, ότι το συλλογικό δεν είναι «απλώς» το «άθροισμα» των μελών του, αλλά «κάτι παραπάνω», - όπως και αντιστρόφως, ότι δεν είναι κάθε ατομική «ιδιορρυθμία», σώνει και καλά, αναγώγιμη στα «χαρακτηριστικά» της ομάδας. Στην κατεύθυνση αυτή άρχισαν να μελετώνται τα Ομαδικά Δυναμικά και να ανευρίσκονται θεραπευτικά γεγονότα απροσπέλαστα από μοντέλα, βασισμένα στις συνηθισμένες προσεγγίσεις. -Τις δυαδικές (γιατρός – ασθενής) και τις ομαδικές, αλλά κολεκτιβιστικές (εξουσιαστικά δομημένες υπό την δεσποτεία της ιατρικής αυθεντίας).
Κοντολογίς: Αν η Ψυχιατρική θέλει να είναι αυτό που εννοεί η λέξη, τότε δεν πρέπει να αναζητήσει το «αντικείμενό» της στο «άτομο», ούτε στην «ομάδα», αλλά στα γινόμενα στον «χώρο» των μεταξύ τους σχέσεων. Δηλαδή, στους κώδικες που δομούν τη δράση.
Ορισμός: Θεραπευτική ή Εκπαιδευτική Κοινότητα είναι μια μέθοδος ψυχοθεραπείας και εκπαίδευσης, η οποία με σαφήνεια, υπευθυνότητα και ευελιξία, κινητοποιεί και χρησιμοποιεί το υγιές και πραγματικό τμήμα του Εγώ, τόσον των θεραπευομένων και των θεραπευτών, όσον και των σπουδαστών και εκπαιδευτών, με σκοπό και την προσωπική εξέλιξη, αλλά και την εύρυθμη λειτουργία του χώρου των σχέσεων, επιδιώκοντας να αποκομίσουν όλοι το μέγιστο σε γνώσεις και εμπειρίες, βασισμένων στο σχετίζεσθαι και την συνεχή εναλλαγή ρόλων.
Ακροφιλική παθολογία
Η Θεραπευτική Κοινότητα είναι ένας ενδιάμεσος θεσμός μεταξύ Οικογένειας και Μεγάλου θεσμού.
Οικογένεια: Σκοπός της είναι η αναπαραγωγή, η ανατροφή, και η αποκατάσταση των παιδιών. Η γλώσσα της είναι άμεση. Ως συλλογική μορφή είναι ιεραρχική, με την ιεραρχία γονιού – παιδιού απομειούμενη συν τω χρόνω σε ισότητα και εν συνεχεία αντιστρόφως αποκαθιστάμενη στο μέτρο που –αναπόφευκτα- οι γονιοί καταλήγουν ανήμπορα γερόντια. Είναι το τριεπίπεδο (παππούδες – γονείς – παιδιά) χρονοκύτταρο του βιώσιμου Μεγάλου συλλογικού: του Πολιτειακού. Η οικογένεια προσφέρει στο άτομο την πρώτη μορφή κοινωνικής δομής και ιεραρχίας. Προσφέρει την αναγκαία θαλπωρή. Οι δεσμοί της λειτουργούν σαν καταφύγιο και ψυχικό αποκούμπι. Είναι δομή χάριτος, διεπόμενη από αγάπη, ντροπή, αλλά και ενοχή.
Μεγάλος θεσμός: Απρόσωπος. Διαμεσολαβημένες σχέσεις μεταξύ τυποποιημένων αλγοριθμικά κατανεμημένων ρόλων και όχι προσώπων. Ιεραρχία, εξουσία-υποταγή. Η αμφισβήτηση της εξουσίας είναι αδύνατη, λόγω καταστατικής απουσίας διαλόγου. Ανασφάλεια. Άγχος ανόδου στην ιεραρχία. Ανταγωνισμός: ίντριγκα, υπονόμευση, διαβολή. Ισχύς – κατίσχυση. Ενδημική νόσος: ο ιδρυματισμός. Ο σκοπός του Μεγάλου θεσμού είναι διττός: α) κοινωφελής β) ιδιωφελής (επιχειρηματικός, συντεχνιακός, κλπ.) Παραδείγματα Μεγάλων Θεσμών: Κλειστές Θεραπευτικές Κοινότητες, Νοσοκομεία, Πανεπιστήμια, Κόμματα, Στρατός, Δικαστικό Σύστημα, Οικοτροφεία κλπ. Η λειτουργία τους εννοείται αδιάλειπτη.
Η Θεραπευτική Κοινότητα, ως Ενδιάμεσος θεσμός, συνιστά θεραπευτική διέξοδο, λόγω του ότι εδράζεται σε πρακτικές αντιστάθμισης α) της υποβάθμισης της οικογένειας, η οποία παράγει άτομα ανώριμα, δίχως στοιχειώδες εσωτερικό σύστημα αυτορρύθμισης των παθών, με υπανάπτυχτο σθένος και β) της υποκατάστασης των προσώπων από τους ρόλους τους στους Μεγάλους Θεσμούς, η οποία συντρίβει το πρόσωπο και το σθένος του, υποκαθιστώντας το με την ισχύ που προσπορίζει ο ρόλος.
Η εν λόγω αντιστάθμιση, είναι εφικτή, διότι η Θεραπευτική Κοινότητα λειτουργεί στο παρόν, ως κοινότητα αδιαμεσολάβητων ισότιμων σχέσεων, όπου οι θεραπευτές και οι θεραπευόμενοι, οι εκπαιδευτές και οι εκπαιδευόμενοι, εισέρχονται ως πολίτες, δηλαδή μετέχοντες κρίσεως και αρχής. Ικανοί δηλαδή να εξέρχονται από τη διάκριση ρόλων θεραπευτή / θεραπευόμενου, εκπαιδευτή / εκπαιδευόμενου, διάκριση που αναιρεί την εμπρόσωπη σχέση. Και όλα αυτά, διότι ο σκοπός της Θεραπευτικής Κοινότητας είναι ακριβώς, η δημιουργία συνθηκών ενδυνάμωσης του σθένους και ελάττωσης της ανάγκης του ατόμου για ισχύ.
Από τον σκοπό της, ως αντισταθμιστικού Ενδιάμεσου θεσμού, η Θεραπευτική Κοινότητα παλεύει σε κάθε της βήμα με την Ακροφιλική παθολογία. Η θεραπευτική αποτελεσματικότητά της απειλείται από τις αυθόρμητες τάσεις υποστροφής στα δύο νοσογόνα Άκρα: Το ντάντεμα-χάϊδεμα (Οικογένεια). Και τη δίψα για ισχύ (Απρόσωπος Θεσμός).
Η προληπτική αντιμετώπιση της Ακροφιλικής παθολογίας περιλαμβάνεται στην καταστατική σχεδίαση της Θεραπευτικής Κοινότητας: Η θέση της μέσα στην πόλη να είναι μακριά από Μεγάλους Θεσμούς. Να έχει διοικητική αυτονομία. Να είναι αυτοχρηματοδοτούμενη. Να προβλέπει: Περιοδική λειτουργία Ομάδας Όλων και Ομάδας Προσωπικού (Ευαισθησίας). Συρρίκνωση ρόλων. Εμπρόσωπες σχέσεις. Κανονισμό αρχών – κουλτούρας. Συλλογική κριτική - αλλαγή λειτουργικών κανόνων κατά τακτικά διαστήματα. Δημιουργία ταυτότητας, μέσω αλληλεπίδρασης μεταξύ κανονιστικής συνείδησης, θεσμίσεων, επεξεργασίας της εμπειρίας, καθιέρωσης εθίμων και τελετουργιών. Εκμετάλλευση κινητικότητας με ενεργοποίηση και εμπλοκή όλων, ως προς τις θεραπευτικές και εκπαιδευτικές διαδικασίες και ως προς την εναλλαγή ρόλων και υπευθυνοτήτων.
Το Ανοιχτό Ψυχοθεραπευτικό Κέντρο συνελήφθη και σχεδιάστηκε ως τέτοιος Ενδιάμεσος Θεσμός: Ως αυτοχρηματοδοτούμενος, μη κερδοσκοπικός Οργανισμός. Επιμελώς κρατημένος μακριά από κράτος και επιδοτήσεις. Και επίσης μακριά από διαπλοκές με το φαρμακολογικό κατεστημένο της αγοράς. Θεσμός ανοιχτός, μη αδιάλειπτης λειτουργίας, με ειδική δόμηση του λειτουργικού χρόνου.
Υπό την έννοια των ανωτέρω προσδιορισμών το Ανοιχτό Ψυχοθεραπευτικό Κέντρο προσφέρεται ως εναλλακτική πρόταση στις δύο κυρίαρχες (και ήδη χρεοκοπημένες) μορφές: τον ψυχιατρικό κρατισμό και την ψυχιατρική ιδιωτεία. Και ήδη προσγράφει στο ενεργητικό του αξιοσημείωτο θεραπευτικό έργο, στατιστικά ποσοτικοποιημένο και ποιοτικά διαφοροποιημένο. Αξιοσημείωτο ακόμα και στις λεγόμενες «βαριές παθήσεις», όπου η θεραπεία είναι εν γένει μακρόχρονη και οι επιδόσεις πενιχρές.
Επίλογος
Η ψυχική νόσος προσεγγίζεται ως αποκλίνουσα συμπεριφορά. – Αποκλίνουσα, εννοείται, από τα κυρίαρχα πρότυπα, στην εκάστοτε φάση εξέλιξης του νοηματοδοτικού σθένους τους. Όσο αυτά υφίστανται η ψυχική ασθένεια επιδέχεται ορισμό και η ακροφιλική παθολογία συγκεκριμένη αντιμετώπιση.
Ερωτήματα: Δεδομένου ότι η απόκλιση είναι αναγνωρίσιμη στη σχέση με τους δύο ακραίους θεσμούς. Τι γίνεται σε συνθήκες κρίσης-κατάρρευσης των ακραίων θεσμών; Εκεί όπου τα παλιά πρότυπα έχουν καταπέσει και νέα δεν έχουν ακόμη εμφανιστεί; Χάνει η ψυχική α-σθένεια το μέτρο της; Αν όμως η κατάρρευση προκληθεί από τη γενίκευση της απόκλισης, τότε τι γίνεται; Η απόκλιση καθίσταται πρότυπο και η πριν ψυχική υγεία λογίζεται πλέον ως ψυχική ασθένεια; Όπως, mutatismutandis, συμβαίνει ήδη στις ΗΠΑ και τις άλλες «αναπτυγμένες» χώρες!
Τα ερωτήματα αυτά είναι επίκαιρα, διότι η κατάρρευση του νεωτερικού προτύπου βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Ήδη διανύει το στάδιο του μεταμοντέρνου – παθητικού μηδενισμού: Ναι σε όλα μέσα στο τίποτα. Τα θεραπευτικά αποτελέσματα ακόμα και σ’ αυτές τις συνθήκες, είναι ίσως μια ενθαρρυντική ένδειξη, ότι ο ψυχιατρικός κοινοτισμός ίσως προσεγγίζει ένα οντολογικό, κατά βάθος, μέτρο της ψυχικής ασθένειας.
Το εικαστικό έργο που πλαισιώνει την ανάρτηση είναι δημιουργία του Νίκου Εγγονόπουλου.
πηγή: Aντίφωνο
Πολύ ενδιαφέρον κείμενο με μία μικρή ένσταση. Μια έντιμοι από την πλευρά και του θεραπευτή και του θεραπευόμενου θεραπευτική παρέμβαση (που όταν γίνεται πάνω στην ψυχή, καλείται ψυχοθεραπεία), δεν θα μπορούσε παρά να έχει ως σκοπό της την αρμονία και υπό αυτή την έννοια, στο ψυχικό επίπεδο, την αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ συναισθημάτων και επιθυμιών. Η απόκλιση μεταξύ επιθυμίας και συναισθήματος θα μπορούσε να προσδιοριστεί συνετότερα ως ψυχική διαταραχή, παρά η ίδια η απόκλιση της συμπεριφοράς, η οποία πολύ εύκολα μπορεί να μολυνθεί από πολιτικές και πολιτισμικές ατζέντες και εν γένει να της αποδοθεί η βαριά για την οποιαδήποτε θεραπεία μομφή της χειραγώγησης.