Ο «Ρινόκερος» και η θεολογία του προσώπου

1
2364

Ο ρινόκερος δεν είναι πρόσωπο. Και ο άνθρωπος που γίνεται ρινόκερος, παύει να είναι πρόσωπο. Γίνεται κάτι αφύσικο, δύσμορφο, δύσοσμο, αντιαισθητικό και αποκρουστικό. Γιατί το φυσι(ολογ)ικό, αν και όχι αναγκαστικό, του ανθρώπου είναι να είναι πρόσωπο. Να αναγνωρίζει και να ταυτοποιεί το πρόσωπό του μέσα από το πρόσωπο του άλλου. Άρα να διαυγάζει την ατομικότητά του «εν εσόπτρω» καθολικότητας.

Όταν όμως το ακόρεστο και διαρκώς ανικανοποίητο των μαζικά αποικισμένων στο υποσυνείδητο υποβολιμιαίων επιθυμιών γεμίζει «φολίδες» και «οπλές» τον εαυτό, τότε το όνομα γίνεται πια «λεγεών» και το κατακερματισμένο υποκείμενο μεταμορφώνεται σε χοίρο που ορμά μιμητικά στα βάραθρα του μηδενισμού και του αφανισμού.

Ο κατά Κακλέα «Ρινόκερος» του Ιονέσκο έχει μέσα του τους  ντοστογιεφσκικούς δαίμονες των ύστατων ορίων του ανθρώπου.

Ακούγεται σαν να έχει διαβάσει Ζιάκα και Γιανναρά και έχει τον δικό του, στάσιμο εν κινήσει και αεικίνητο εν στάσει, πίπτοντα και εγειρόμενο, εγειρόμενο και πίπτοντα, παθιασμένο νέο Αδάμ, που αρνείται το ρινοκερικό «φυσικό» καρπό και «φιλελεύθερο» πειρασμό.

Αυτόν τον νέο Αδάμ, που, ακόμη και όταν δεν πείθει την Εύα να τον συντροφεύσει, επιλέγει να ζήσει έξω από τη χλωρίδα του  «παράδεισου» των νάρκισσων ρινόκερων, υποδύεται στο έργο που παίζεται στο Θέατρο Κιβωτός (Πειραιώς 115) ο πυρίφλεκτος και διαφανής προφήτης και άγγελος της «μεγάλης απόφασης», Άρης Σερβετάλης.

Ο μονόλογος του πρωταγωνιστή στον επίλογο του έργου εμπερικλείει όλη τη θεολογία του προσώπου. Λέξεις όπως «εικόνα» και «ουρανός» διευρύνουν τις συντεταγμένες από το επίπεδο του προσωποκεντρικού υπαρξισμού. Αυτές άλλωστε οι «εικόνες» έχουν πάντα ονόματα, τα μικρά μας ονόματα, με τα οποία κοινωνεί ο καθένας μας («μεταλαμβάνει ο δούλος του Θεού…»), επειδή ακριβώς το πρόσωπο είναι εικόνα του μετεχόμενου Αρχετύπου Προσώπου και γι’ αυτό μόνο έτσι διασώζεται: Χριστοκεντρικά.

Μέχρι πού έφθασε ο Ιονέσκο και από πού και μετά συνέχισαν ο Κακλέας και ο Σερβετάλης στον «Ρινόκερο» της Κιβωτού, δεν μπορώ να το προσδιορίσω. Αυτό που έπαθα πάντως ως θεατής ρινόκερος της Κιβωτού ήταν ότι ζήλεψα τους αληθινούς, μη «selfies», ανθρώπους.

πηγήΑντίφωνο

1 σχόλιο

  1. Δέν θά’ θελα νά φανώ απαισιόδοξα “αποφθεγματικός”, αλλά, πιστεύω, οτι ο “Ρινόκερος” “πάληωσε” πιά.
    Όταν – καί όσοι (έχουμε απομείνει) – είχαμε δεί τόν Μπερανζέ τού Δημήτρη Χατζημάρκου στήν αξέχαστη εκείνη παράσταση, στόν ατμοσφαιρικό χώρο τού “Θεάτρου Τέχνης” (πέρασαν, ήδη, 58, ξαναγράφω 58, χρόνια από τότε. Απίστευτο !), είχαμε, νομίζω παραδειγματισθεί / εμπνευσθεί / αποφασίσει /ταυτισθεί μέ τό μήνυμά του, μέ τήν ανάγκη, δηλαδή, ΝΑ ΠΑΡΑΜΕΙΝΟΥΜΕ ΑΚΟΜΑ ΑΝΘΡΩΠΟΙ, σέ πείσμα τών καιρών, ανθιστάμενοι στήν “Ρινοκεροποίησή” μας, που, μέ τόσο εναργή καί συμβολικό τρόπο, μάς “φόβιζε” τό έργο.
    Σήμερα, όμως, τί νά πούμε πιά ; Τί νά πούμε γιά τίς πολυκατοικίες, γιά τίς πόλεις, τά χωριά καί τήν ύπαιθρο, γιά τίς χώρες καί τίς Ηγεσίες που τίς κυβερνάνε, καί γιά τόν κόσμο όλο, τί νά πούμε γιά μάς τούς ίδιους, που, λίγο-πολύ,”προσχωρήσαμε” στήν νεωτερικότητα, μέ τήν απατηλή καί αχρείαστη “άνεση” καί τά δανεικά τής άφρονης αυτο-παγίδευσής μας; Οι Ρινόκεροι ΕΙΜΑΣΤΕ εμείς.
    Πώς νά δράσει σάν “παράδειγμα πρός αποφυγήν” ο λόγος τού Σκαλκέα καί η ερμηνεία τού Σερβετάλη, όταν δέν υπάρχουν, πλέον, αντιστάσεις ; Μόνο καί μόνο γιά νά κομπορρημονούμε στίς συντροφιές μας, τίς κοσμικές καί άνοστες, οτι “είδαμε μιάν ωραία παράσταση” ;
    Ένα θεατρικό έργο “Ανθρωπος” χρειαζόμαστε, από έναν Ιονέσκο όχι τού παράλογου, αλλά τού “απόμακρου λογικού”. Που νά δείχνει, πιά, τόν πόνο, τόν πόθο, τήν ακόμα άσβεστη επιθυμία κάποιων,
    έστω ολίγων, γιά τήν αντίστροφη κίνηση, τήν αποχώρηση από τήν γενικευμένη ρινοκεροποίηση καί τήν επαναπροσχώρηση στόν ανθρωπισμό, που τείνει νά καταλήξει σάν λήμμα στά μουχλιασμένα λεξικά αυτής που ονομάζουμε “ζωή” τού σήμερα.
    Υπερβολική, άραγε, η κρίση μου, αστόχαστα γενικευμένη (εξ ίδίων κρίνων τά αλλότρια), καί άδικα απαισιόδοξη;
    Μακάρι, φίλοι μου. Put the blame on me. Γιατί, όμως, νά μού’ ρχεται διαρκώς στήν μνήμη τό “Άνθρωπον ζητώ”, που “μετράει” ήδη δυό χιλιάδες τετρακόσια χρόνια, στήν αέναη αναζήτησή του ;

    Νά είστε όλοι καί όλες καλά.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ