Xρόνος βραχύς καί χρόνος μακρός

1
634

Γιάννης Καλιόρης

Ὁ κατ’ ἐκκλησίαν ἐγκλεισμὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ ἀξεχείλιστος ἄνθρωπος

Τὸ καθημερινὸ ἄτομο, αὐτὸ ποὺ δὲν εἶναι σημαίνουσα ἱστορικὴ προσωπικότης ἢ σημαντικὸς δημιουργὸς ἔργων ὥστε νὰ ἀποτυπωθεῖ στὴν εὐρύτερη καὶ διαρκέστερη συλλογικὴ μνήμη, ἔχει ἀνάγχη νὰ αἰσθάνεται μέλος μιᾶς κοινότητος οἰκείας, ἀμεσώτερης καὶ προσωπικῆς, στὴ διαχρονικὴ μνήμη καὶ τὸ ἔργο τῆς ὁποίας, ὅσο αὐτὴ διατηρεῖται, θὰ παραμείνει ζωντανὸ ὡς  π ρ ό σ ω π ο  μ ο ν α δ ι κ ό, καὶ δὲν τοῦ ἀρκεῖ καθόλου ὅτι ἀποτελεῖ μόριο ἀνώνυμο μιᾶς ἀχανοῦς συλλογικότητος, μιᾶς 'Ανθρωπότητος γενικῶς ἡ ὁποία θὰ συνεχίσει νὰ ὑπάρχει ἀγνοώντας τὸ δικὸ του πέρασμα ἀπὸ τὴ γῆ. Ἡ οἰκογένεια, λοιπόν, εἶναι αὐτὴ ἡ ἄμεση καὶ οἰκεία κοινότης ποὺ τὸ συντηρεῖ ὡς ἀνάμνηση καὶ τὸ προεκτείνει ὡς ἔργο, ἐνῶ διαλυομένης τῆς οἰκογενείας προέχει ὁ ‘‘βραχὺς χρόνος’’, ἐξ οὗ κατὰ μεγάλο μέρος κι ἡ τροπὴ πρὸς τὸ στιγμιαῖο παρὸν καὶ τὴ βουλιμικὴ κατανάλωση, τὸ καθῆκον στὴν ἀνυπέρθετη ἀπόλαυση κι ἡ ἐμμονοληπτικὴ ὑποχρέωση εὐτυχίας μ' ἕνα λόγο ἡ περιχαράχωση στὸ ἐγώ-ἐδῶ-τώρα καὶ τελικὰ στὴ μοναξιά. […]

δημοκρατία αἴφνης, ἡ ὁποία δὲν ἔχει δικό της μήνυμα ἀκριβῶς διότι στεγάζει ὅλα τὰ μηνύματα, ἀποβαίνει, ὅπως ἄλλωστε καὶ κάθε ἀγαθό (ὑγεία, ἐλευθερία, εἰρήνη, ἔρωτας, οἰκογένεια, πρόσωπα ἀγαπημένα κ.λπ.) ἐνσυνείδητα βιωμένο στοιχεῖο εὐτυχίας, ἀξία πολύτιμη καὶ ἰδεῶδες ψυχεγερτικὸ μονάχα ἐκ τῶν ὑστέρων καὶ ἀναδρομικά δηλαδὴ ὅταν χάνεται ἢ κινδυνεύει. Ὅταν ὅμως ὑπάρχει ἐξασφαλισμένη, στερεωμένη καὶ πάγια, ἀποβαίνει ρουτίνα, κάτι τὸ αὐτονόητα κεκτημένο σὰν τὸν ἀέρα ποὺ ἀναπνέουμε καὶ τὸν ἥλιο πού μᾶς φωτίζει δίχως νὰ ἐμπνέει περαιτέρω  σ κ ο π ὸ  ζ ω ῆ ς, προσλαμβανόμενη ἁπλῶς σὰν ἀπουσία ἀνελευθερίας, κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ κι ἡ μόνιμη ἀπουσία πονόδοντου δὲν συνειδητοποιεῖται ὡς στοιχεῖο εὐτυχίας παρὰ μόνον ἀμέσως μετὰ τὴν ἐπώδυνη κρίση, κι αὐτὸ ἐπ’ ὀλίγον. Τὸ νὰ μὴν εἶσαι ἀνελεύθερος καὶ νὰ μὴν ἔχεις πονόδοντο δὲν εἶναι καθόλου λίγο ἀλλὰ καὶ δὲν ἀρκεῖ. […]

Τὸ ζήτημα βέβαια, κι έδῶ, εἶναι ἀπὸ ποιά σκοπιὰ βλέπει κανεὶς τὰ πράγματα: ἀπὸ αὐτὴν τῆς μακροϊστορίας καὶ τοῦ Ἀνθρώπου ἢ ἀπ’ αὐτὴν τῶν πασχόντων ἀτόμων;

Γιὰ τὸν Στέλιο Ράμφο, αἴφνης, οἱ δυναμικοὶ ἄνθρωποι τῆς «Νέας Οἰκονομίας» παρέχουν ἐρείσματα στὴν πηγαία αἰσιοδοξία του: «Εἶναι ἡ κατηγορία τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι ἐμψυχώνουν τὴν νέα οἰκονομία τῆς δυναμικῆς ἀγορᾶς, οἰκονομία ἀτόμων μὲ ἀνεπτυγμένη πρωτοβουλία καὶ ἰδεολογικὴ ἀνεξαρτησία» (Συνέντευξη σὲ ‘‘Ἐλευθεροτυπία’’, 29-30/4/2000). Καὶ ἀλλοῦ προσδιορίζει πιὸ συγκεκριμένα, καὶ μὲ ἀθλητικὸ μάλιστα τόνο φωνῆς, τὸν ἰδεότυπο τοῦ ἰδεώδους ἀτόμου τῆς «νέας ἐποχῆς», τοῦ «καινούργιου κόσμου» καὶ ἀξίζει τὸν κόπο νὰ παραθέσουμε εὐρέα ἀποσπάσματα («Ἕλληνες καὶ Ταλιμπάν», σσ. 96, 97, 98):

«Τὸν καινούργιο κόσμο... χτίζει ἕνας ἄνθρωπος ποὺ κινεῖται στὴν ὑφήλιο σὰν στὸ σπίτι του, ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸ ἠλεκτρονικὸ ταχυδρομεῖο, μετέχει σὲ τηλεσυσκέψεις καὶ εἶναι συνήθως ἐλεύθερος ἐπαγγελματίας μὲ δικό του ὁρμητήριο καὶ σταθερὴ συνοδεία τὸν φορητὸ ὑπολογιστὴ καὶ τὸ κινητὸ τηλέφωνο. Δὲν τὸν ἐπιλέγουν οἱ ρίζες του ἀλλὰ τὶς ἐπιλέγει... Ὑπερβαίνει ἐν τέλει ἐπὶ καθημερινῆς βάσεως καὶ ἐκ πεποιθήσεως τὰ στατικὰ σχήματα, ἀπορρίπτοντας τὸν διαχωρισμὸ ἐλεύθερου καὶ ἐργασιακοῦ χρόνου, δὲν ὑποκύπτει στὶς συνήθειες καὶ θέτει διαρκῶς γιὰ λογαριασμό του ὑψηλότερους καὶ πλατύτερους στόχους. Θὰ ἔλεγα ὅτι στὸ σύμπαν του τὸ κέντρο βρίσκεται στὴν περιφέρεια, ἐνῶ ὁ ἴδιος ἀφήνει τὴν λογικὴ τῆς γενέσεως καὶ τῆς φθορᾶς καὶ μπαίνει στοὺς ρυθμοὺς τῆς διαρκοῦς μεταμορφώσεως. Μπορεῖ νὰ πεθαίνει ἀλλὰ δὲν πιστεύει σ' ἕνα θάνατο. Πιστεύει ὅτι κάθε φορὰ ποὺ πεθαίνεις πατᾶς πόδι σὲ ἀνώτερη ζωή. Δὲν εἶναι ἀντικείμενο τοῦ χρόνου καὶ τοῦ γίγνεσθαι ἀλλὰ ὑποκείμενο καὶ συνδημιουργός τους. Ἡ ψηφιακὴ τεχνολογία βαραίνει ἀποφασιστικὰ στὴν ζωή του, καθὼς εἰδήσεις καὶ πληροφορίες κυκλοφοροῦν μὲ ἰλιγγιώδη ταχύτητα, ἡ διαφορὰ τῆς ὥρας καταργεῖται, οἱ μεταβιβάσεις κεφαλαίων γίνονται αὐτοστιγμεί, μεγάλες ἑταιρεῖες ἔχουν γραφεῖα, λογιστήρια καὶ ἐργοστάσια σὲ διαφορετικὰ σημεῖα τῆς γῆς, ἐνῶ ἡ κακοκαιρία σὲ ἕνα μέρος ἐπηρεάζει τὴν ἀγορὰ ἀλλοῦ καὶ τὴν τιμὴ τῶν προϊόντων σὲ τρίτους τόπους. Μετέχει βεβαίως καὶ τοῦ Διαδικτύου. Τὸ Διαδίκτυο σὲ μαθαίνει νὰ γίνεσαι ἀνεξίθρησκος, νὰ σέβεσαι τὴν διαφορά· ξεπερνᾶ τοὺς φραγμοὺς τῶν ἀποκλεισμῶν, τὴν στενότητα τῶν ἀντιλήψεων καὶ τὴν ξενοφοβία· ἐντείνει τὴν ἀνάγκη διαφανείας καὶ ἀξιώνει τὴν ἐμπιστοσύνη, ἀφοῦ αὐτὴ μόνο μπορεῖ νὰ ἐγγυηθῆ τὴν εἰλικρινῆ ἐπικοινωνία μεταξὺ ἀγνώστων-γνωστῶν. Ὅταν σὲ ἐμπιστεύωμαι, σὲ δέχομαι μὲ τὸν προσωπικό σου κόσμο, καὶ ἀπέναντι στὸ δικό σου μυστικὸ δὲν ἔχω ἀλλὸ τρόπο νὰ ἀσφαλιστῶ ἀπὸ τὴν ὅσο τὸ δυνατὸν πλουσιώτερη δική μου ἐσωτερικότητα.

»Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος εἶναι φυσικὸ νὰ αἰσθάνεται πολίτης τοῦ πλανήτη, νὰ μὴν τὸν κλείνει τίποτα ἐντὸς καὶ ἐκτὸς καὶ νὰ ζητῆ ποιότητα ζωῆς ἁρμόζουσα στὴν δίψα του γιὰ δημιουργία. Καθὼς ὅλα γύρω του μεταβάλλονται, ἀρνεῖται οἱονδήποτε τυπικὸ δεσμὸ ὥστε καὶ αὐτὴ ἡ οἰκογένειά του νὰ ἀλλάζη μορφή, νὰ περιγράφεται ὡς σχέσι δύο ἀτόμων μὲ ἢ χωρὶς παιδί... Τὸ γεγονὸς ὅτι ἀπορρίπτει κάθε ἐξωτερικὸ δεσμό, τοῦ μειώνει ἀσφαλῶς τὸ συναίσθημα, ὅμως, αὐτὸ τὸ ἀρνητικὸ ἔχει καὶ τὸ θετικό του: μακροπροθέσμως τὸν κάνει κριτικώτερο, ὀξύτερο καὶ κυρίως πιὸ ἀνοιχτὸ στὸν ἑαυτό του καὶ στὰ πράγματα».

Μὲ ὅλη τὴν ἐκτίμηση γιὰ τὸ ἔργο καὶ τὴν προσωπικότητα τοῦ συγγραφέως, ὀφείλουμε νὰ παρατηρήσουμε πὼς ἂν θέλαμε νὰ κάνουμε τὴν ψυχή μας τερατώδη στεγνώνοντάς την «δυναμικά», ἕνα τέτοιο ὁδηγητικὸ πρότυπο ἀνθρώπου θὰ ἔπρεπε νὰ ἀκολουθήσουμε.

Διότι οἱ ἄνθρωποι αὐτοῦ τοῦ τύπου εἶναι ἄτομα μονοδιάστατα, ψυχαναγκασμένοι ἀκτιβιστές, τεχνοχράτες ἐμμονοληπτικοὶ προσηλωμένοι μονομανῶς στὶς μπίζνες, στὸ κέρδος, στὴν ἐπέκταση, στὶς καμπύλες τῆς ἑταιρείας καὶ τοῦ χρηματιστηρίου, ἀγχωμένοι γιὰ τὰ ἀποτελέσματα τῆς ἑταιρείας τους κι ἀκόμη περισσότερο γι' αὐτὰ τῆς ἀντίπαλης ἑταιρείας, διαποτισμένοι ὣς τὸ μεδούλι ἀπὸ τὸ πνεῦμα ὑπολογισμοῦ, τὴν ἐργαλειακὴ ὀρθολογικότητα, τὴ λογιστικὴ λογικὴ ποὺ τὰ ζυγίζει ὅλα ἐν πνεύματι κερδῶν καὶ ζημιῶν καὶ ἀξιολογεῖ τοὺς ἀνθρώπους μὲ βάση τὴν ἀποδοτικότητα καὶ γενικὰ τὴ χρησιμότητά τους, ἀνάγοντας τὴν ὡφέλεια σὲ νόημα καὶ πολὺ σωστὰ ὁ Ράμφος, σκιαγραφώντας τον δὲν προβλέπει περιθώρια γιὰ καλλιέργεια τοῦ πνεύματος, γιὰ συναναστροφὴ μὲ λογοτεχνία, τέχνη, φιλολοσοφια, οὔτε γιὰ ἐπαφὴ μὲ τὴ φύση. Καὶ ὁ ἰδεότυπος αὐτὸς ἐπαληθεύει ἀκριβῶς στὸ ἐπίπεδό του τὴν παρατήρηση τοῦ γάλλου φιλοσόφου Μαρσὲλ Γκωσέ (Μ. Gauchet), πὼς «εἴμαστε μάρτυρες μιᾶς ἀληθινῆς ἐσωτερίκευσης τοῦ μοντέλου τῆς ἀγορᾶς, γεγονὸς μὲ ἀνυπολόγιστες ἀνθρωπολογικἐς συνέπειες ποὺ μόλις τώρα ἀρχίζουμε νὰ διαβλέπουμε» (La religion dans lα democratie, Gallimard 1998, πρθ. ἀπὸ J.-C. Guillebaud, La refondation du monde, σ. 99).

Γιατί τὸ ζήτημα δὲν εἶναι ὅτι κάποιες πλευρὲς τῆς ζωῆς καὶ τοῦ χαρακτήρα τοῦ ἀτόμου ἐπηρεάζονται ἀπὸ τὸ ἀγοραῖο πνεῦμα. Τὸ ζήτημα εἶναι ὅτι σιγὰ σιγὰ τὸ ἦθος τῆς ἀγορᾶς, ὁ ψυχικός της μηχανισμὸς διαποτίζει ὅλες τὶς περιοχὲς τῆς ζωῆς, ἐπιθέτει τὴ σφραγίδα του ἐφ' ὅλης τῆς ὕλης, ἐπιβάλλοντας τὸ ἐμπόρευμα ὡς ἑστία τῆς συμβολικῆς παραγωγῆς τῆς κοινωνίας, ὡς συμβολικὴ θεμελίωση τῶν πράξεων καὶ ἀξία καθολικὴ ποὺ διαθλᾶται σὲ ὅλες τὶς ἀξίες καὶ διαμορφώνει ἀνάλογη ψυχικὴ δομή.

Ἐνσάρκωση πιστὴ αὐτῆς τῆς δομῆς εἶναι ἀκριβῶς ὁ «δυναμικὸς ἄνθρωπος τῆς ἀπελευθερωμένης ἀγορᾶς», γεράκι τῆς οἰκονομίας, μηχανὴ ποὺ λειτουργεῖ ἀσταμάτητα ξεπερνώντας συνεχῶς τὴν προηγούμενη ἐπίδοση κερδοφορίας, εὐτολμώντας καὶ κινδυνοδρομώντας καὶ εὑρισκόμενος συνεχῶς καθ’ ὁδὸν καὶ ὑπ’ ἀτμόν, ἀποδυμένος σὲ ἀδυσώπητο ἀνταγωνισμὸ μὲ τὰ ἄλλα γεράκια, ὁπότε τὰ πρόσωπα ἐξαφανίζονται καὶ ὅλα γίνονται συσχετισμὸς μεγεθῶν καὶ σχέσεις ἰσχύος.

Ἐκεῖνο ποὺ παρουσιάζεται ἀόριστο ἀλλὰ καὶ ἀσύμβατο σ’ αὐτὴ τὴν τοποθέτηση τοῦ Ράμφου εἶναι ἡ καθαρῶς ἀνθρώπινη πλευρὰ αὐτῶν τῶν μηχανῶν, ἡ πολὺ ἁπλὴ καὶ προσαϊκὴ ἀλλὰ κατ' ἐξοχὴν σημαντική: ἡ ψυχιχὴ καὶ πνευματική τους ὑγεία, ἡ διαθεσιμότητά τους ἀπέναντι στὸν ἄλλον, ἡ σχέση ἀνθρώπινης ἐγγύτητος καὶ ἀλληλεγγύης, ἡ καλλιέργεια τοῦ πνεύματος καὶ τῆς εὐαισθησίας, ἡ πλούσια ἐσωτερικὴ ζωὴ κι ἡ ἠθική τους συνείδηση μ' ἕνα λόγο ἰδιότητες ποὺ συνιστοῦν τὴν ποιότητα τοῦ ἀνθρώπου, καὶ ποὺ σ' αὐτὸν τὸν ἀνθρώπινο τύπο εἶναι κατ’ ἀνάγκην ἀνανάπτυκτες, ἔτσι ὥστε εἶναι πρόσφορος μόνο γιὰ συναλλαγὲς καὶ δοσοληψίες, κι ὅπως πολὺ σωστὰ παρατηρεῖ ὁ ἴδιος ὁ Ράμφος ἀλλοῦ «ὅταν ἀντὶ σχέσεων ἔχουμε συναλλαγές, ἡ φιλαλληλία καθίσταται ἀνέφικτη» («Ὁ καημὸς τοῦ ἑνός», σ. 393). Μόνο ποὺ κρίνει πὼς δὲν ἀφορᾶ αὐτὸν τὸν τύπο ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος παρουσιάζεται μονοκόμματα θεληματικὸς κι αὐτοσυνείδητος, χωρὶς διλήμματα καὶ ἀντιφάσεις, στὴν οὐσία δηλαδὴ χωρὶς ζωὴ ἐσωτερική καὶ τὰ ὅσα ἀκολουθοῦν περὶ ἐμπιστοσύνης, εἰλικρίνειας, εὐθύνης γιὰ τὸν «ἄλλο» κ.λπ. χάρη στὴν οἰονεὶ θαυματικὴ ἐπίδραση τοῦ διαδικτύου, καθὼς καὶ τὰ περὶ ἁρμονίας μὲ τὸν ἑαυτό του, τοὺς ἄλλους καὶ τὴ φύση, ἀλλὰ καὶ τὰ περὶ «ἔσω στροφῆς» ἐπειδὴ «στερεῖται ἐξωτερικῶν ἀναφορῶν» («Ἕλληνες καὶ Ταλιμπάν», σσ. 98, 99), ὅλ' αὐτὰ ἔρχονται σὲ πλήρη ἀντίθεση μὲ τὴν ξέφρενη δραστηριότητά του ποὺ τοῦ ἐπιβάλλει ἄλλες στάσεις καὶ συμπεριφορές.

Κι ἔπειτα δὲν πρέπει νὰ μᾶς διαφεύγει καὶ μιὰ ἄλλη παράμετρος τοῦ «καινούργιου αὐτοῦ ἀνθρώπου». Ἔχει διαπιστωθεῖ ὅτι τὰ ἄτομα αὐτά, ἐργασιομανῆ, ἀεικίνητα καὶ ἀγχοκίνητα, σχεδὸν πλανόβια, ἐπειγόμενα ἐπὶ μονίμου βάσεως, ζώντας ἐντάσεις καὶ καταστάσεις συχνότατα ἀγχώδεις, ἐμφανίζουν τὸ ὑψηλότερο ποσοστὸ φθορᾶς τῆς ὑγείας καὶ εἶναι σὲ ὑψηλότερο ἐπίσης βαθμὸ ἀπὸ ἄλλες κατηγορίες καταναλωτὲς ψυχοτονωτικῶν, ὑπνωτικῶν καὶ ἠρεμιστικῶν. Ἐξ ἄλλου, ἔρευνα ποὺ διενεργήθηκε στὶς ΗΠΑ, ἔδειξε πὼς ἤδη τὸ 1980, σ' αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν κατηγορία τὸ 39% δὲν ἦταν ἱκανοποιημένο ἀπὸ τὴν οἰκογενειακή του ζωή, ἐνῶ τὸ 1998 τὸ ποσοστὸ αὐτὸ ἀνῆλθε στὰ 56%. Καὶ εὐλόγως, διότι εἶναι ἐξαιρετικὰ προβληματικὸ νὰ στερεώσει κανεὶς οἰκογένεια, ἀκόμα κι αὐτὴ τὴ μινιμαλιστικὴ σχέση ποὺ περιγράφει ὁ Ράμφος, μεταξὺ δύο ἀεροπλάνων καὶ μεταφέροντας τηλεργασιακῶς τὴν ἐπιχείρηση στὸ σπίτι ἢ στὴν ἀμμουδιά ὅταν βέβαια δὲν βρίσκεται σὲ κάποια ἀπὸ τὰ «περιφερειακὰ κέντρα τῆς ὕπαρξής του» ὡς πολίτης τοῦ πλανήτη καὶ γενικῶς «καταργώντας τὸν διαχωρισμὸ ἐλεύθερου καὶ ἐργασιακοῦ χρόνου», ἔτσι ποὺ ἡ αὐξανόμενη διαθεσιμότητα ἀπέναντι στὴν ἐπιχείρηση μειώνει συσχετικὰ αὐτὴν πρὸς τὴν οἰκογένεια καὶ τὴν προσωπικὴ ζωή, ἀπὸ ἄποψη χρόνου, δυνάμεων καὶ ψυχιχῆς διαθεσιμότητος. Ὁπότε τὸ οἰκογενειακὸ σχῆμα συστέλλεται κι ἐδῶ στὴν ἐλάχιστη ἐχδοχή του, στὴν ἐπισφαλῆ «σχέση δύο ἀτόμων μὲ ἢ χωρὶς παιδί», ὥστε νὰ μὴν εἶναι βαρίδι στὴν πορεία του «πρὸς τὰ ἐμπρός». Τελικὰ ἔχει κανεὶς τὴν ἐντύπωση πὼς τὸ ἄτομο αὐτό, ἐλλείψει ἑνὸς κέντρου ἐσωτερικοῦ, ζεῖ στὴν περιφέρεια καὶ τὴν ἐπιφάνεια τοῦ ἑαυτοῦ του, καὶ ὅτι ὄντας πολυεστιακὸ βρίσχεται χωρὶς πραγματικὴ ἑστία. Ὑπ' αὐτὲς τὶς συνθῆκες πῶς νὰ ἀνοιχτεῖ στὸν ἄλλον ὄχι ἁπλῶς νὰ ἀναγνωρίσει τὴ διαφορετικότητά του ἀλλὰ νὰ τὸν συναντήσει ὡς γείτονα τῆς διπλανῆς πόρτας ὅταν ὁ ἴδιος εἶναι ἀστερέωτος στὴν ἐσωτερική του ἑστία; Δὲν εἶναι μόνο γεωγραφικὸς νομάς, ἀλλὰ καὶ ἄνθρωπος χωρὶς ρίζα, ἀκριβῶς γιατί «κέντρο τοῦ κόσμου του εἶναι ἡ περιφέρεια» καὶ διότι «ἐπιλέγει τὶς ρίζες του ἀντὶ νὰ τὸν ἐπιλέγουν» (ὅ.π., σ. 96). […]

«Κριτικώτερος» καὶ «ὀξύτερος» μπορεῖ νὰ γίνεται μέσα ἀπὸ τὴν πείρα καὶ τὴν πυρὰ τῆς μάχης ὅσον ἀφορᾶ τοὺς τρόπους συμμετοχῆς στὸ παιχνίδι τοῦ ἀνταγωνισμοῦ καὶ τῶν ἀναμετρήσεων, ἀλλὰ καὶ καταδικασμένος νὰ γλιστρᾶ ἀπὸ ἐπιφάνεια σὲ ἐπιφάνεια μὲ συνεχῶς αὐξανόμενη ταχύτητα, δίχως νὰ βρίσκει χρόνο καὶ ἠρεμία νὰ σκύψει μέσα του ἐταστικά, στὴν ἔσω πηγὴ ἀπ' ὅπου ἀναβλύζει ἡ ἀνταπόκριση στὸ κάλεσμα τοῦ ἄλλου καὶ φωλιάζει ἡ δυνατότητα κατακόρυφων αἰσθημάτων. Ἀναγκαστικὰ διαμορφώνεται σὲ ἄνθρωπο ἀξεχείλιστο, γιὰ νὰ μὴν ποῦμε στεγνόκαρδο, ἀκριβῶς γιατί ἡ λογικὴ τοῦ ἐργαλειακοῦ ὀρθολογισμοῦ δὲν  μ ε ι ώ ν ε ι  ἁπλῶς ἀλλὰ  σ υ ν θ λ ί β ε ι  τὴ λογική τοῦ συναισθήματος ἀντὶ νὰ ἰσορροπεῖ μαζί της. Ἀξεχείλιστο, διότι τὸ εἶμαι, τὸ ὁποῖον ἀντιπροσωπεύει τὴν ἐσωτερικότητα, ὑποσκελίζεται δεινὰ ἀπὸ τὸ ἔχω ποὺ ὅπως ἔχουν παρατηρήσει ἀντιπροσωπεύει τὸν θάνατο τοῦ Θεοῦ. Ἐσωτερικὰ ἀποδεσμευμένος ἀπὸ δεσμούς, θεσμοὺς καὶ ἀναστολές εἰδεμὴ δὲν μπορεῖ νὰ κατισχύσει, κι ἂν δὲν κατισχύσει δὲν ἐπιβιώνει ζεῖ τὶς ἀνθρώπινες σχέσεις στὴν ἐφαπτομένη τους καὶ ὄχι ἑστιακά, ἀδυνατώντας νὰ ἀκεραιώσει τὸν ἑαυτό του  δ ί ν ο ν τ ά ς  τον.

Καὶ τὸ ἐρώτημα ποὺ τίθεται, ἐπανερχόμενο μὲ τὴν ἐπιμονὴ τῆς ἀθεράπευτης ἀφέλειας εἶναι: Σὲ μιὰ τέτοια συνθήκη νείκους καὶ τραχύτητος οἰκουμενικῆς, ποιά εἶναι ἡ μοῖρα τῆς ἀγάπης, χριστιανικῆς, ἐρωτικῆς, συζυγικῆς ἢ ἄλλης, τῆς προικισμένης μὲ τὴ μεθεκτικὴ ἐκείνη διορατικότητα ποὺ ἐπιτρέπει νὰ τοποθετούμαστε στὴ θέση τοῦ ἄλλου καὶ νὰ τὸν κατανοοῦμε ἐσωτερικά; Σ’ ἕναν τύπο ἀνθρώπου ἐν συνεχεῖ ἐξορμήσει καὶ καταστάσει συναγερμοῦ μιὰ τέτοια ἀγάπη πρέπει κατ’ ἀνάγκη νὰ σχολάζει, θεωρούμενη μειονέκτημα ἀκριβῶς διότι ἀποτελεῖ αὐταξία, καὶ ὡς τέτοια εἶναι ἀπρόσφορη νὰ ἐργαλειοποιηθεῖ, γι’ αὐτὸ καὶ ὑποκαθίσταται ἀπὸ ποικίλες παρεκδοχές. Ἔτσι, Θεὸς ὑπὸ κατ’ ἐκκλησίαν περιορισμό, οἰκογένεια μινιμαλιστική, ἔρωτες συντυχιακοὶ καὶ λιγωματικοί, φιλίες συγκυριακές, ἐπικοινωνία ἐπιδερμική, αἰσθήματα παρεμπίπτοντα, κάτι σὰν ἀρτύματα διαλειμματικὰ καὶ ἀνάπαυση τοῦ πολεμιστῆ – ὅλ’ αὐτὰ ἀδυνατοῦν νὰ ἀντιμετωπίσουν τὴν ἐσωτερικὴ μοναξιὰ καὶ τελικὰ τὴ  φ θ ο ρ ὰ  τοῦ  χ ρ ό ν ο υ, ἐξ οὗ ἴσως κι ἡ συνεχὴς φυγὴ πρὸς τὰ ἐμπρὸς καὶ πρὸς τὰ ἔξω.

Από το βιβλίο  «Η  Κοινωνία της Ορθοπεταλιάς», εκδόσεις ‘‘Αρμός’’, Ιούλιος 2004,  σελ. 515-527.

Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα είναι έργο του Γιώργου Ιωάννου.

πηγή κειμένου: Aντίφωνο

1 σχόλιο

  1. Ανείπωτης πυκνότητας και ποιότητας απόσπασμα, εξ ενός απ’ τα κορυφαία κοινωνιολογικά βιβλία ολόκληρης της μεταπολιτευτικής περιόδου – ως αναντίλεκτο (και τούτο το βιβλίο του) τεκμήριο ότι ο Γιάννης Καλιόρης αποτελεί έναν από τους εξαιρετικότερους στοχαστές σύνολης της μεταπολεμικής εποχής της πατρίδας μας.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ