Όταν παρακμάζουν οι πολιτισμοί που δίνουν αξία στον ανθρώπινο αγώνα μετατρέπονται σε πολιτισμούς στείρου ανταγωνισμού. Κι όταν παρακμάζουν οι πολιτισμοί που δίνουν αξία στην ανθρώπινη συμπόνια μετατρέπονται σε πολιτισμούς στείρας ενοχής. Κάθε ανθρώπινος πληθυσμός περιέχει και συμπονετικούς και αγωνιστές καθώς και όλες τις συνδυασμένες κατηγορίες, ανάλογα με τον έμφυτο βαθμό της ενσυναισθητικής (ψυχικής) και της συλλογιστικής (γνωστικής) ικανότητάς τους.
Για να ακριβολογήσω, τα ιστορικά δεδομένα δεν απεικονίζουν κάποιο υπαρκτό κύκλο ακμής και παρακμής. Ο ιστορικός κύκλος αφορά μάλλον την επικρατούσα πολιτισμική φαντασίωση περί του Καλού, όπου η καθημερινή πράξη απλώς τείνει προς αυτό το ιδανικό χωρίς να το κατακτά (ακμή) ή απλώς αποκλίνει (παρακμή).
Ο άνθρωπος είναι βιολογικά ουδέτερος ως προς το καλό. Διαθέτει όμως πνεύμα, που του δίνει τη δυνατότητα κριτικής αποτίμησης της ιστορίας του και μη αποδοχής της δαρβινικά καθορισμένης φύσης του. Ο άνθρωπος δεν ανήκει στην υπόλοιπη «φύση», όχι γιατί δεν τρομάζει, θυμώνει ή σκοτώνει, αλλά απλώς διότι θυμάται, συγκρίνει, σκέφτεται και μέσω του πολιτισμού του διαθέτει συλλογική μνήμη. Αν δεν το κάνει, είναι απαίδευτος.
Σε κάθε περίπτωση όμως, η παρακμή σηματοδοτείται από την προοδευτικά αυξανόμενη επικράτηση «νευρωσικών», «ψυχωσικών» και τελικά κοινωνιοπαθητικών στάσεων απέναντι στο περιεχόμενο που έχει δοθεί στο Καλό, οπότε η κοινωνία διαλύεται σε συγκρουόμενες ομάδες που ανεξαρτήτως της αφετηρίας τους από τον αγώνα ή από τη συμπόνια, διεκδικούν ως αυθεντίες το δικαίωμα να ξέρουν το καλό σου καλύτερα από σένα και συ τους το παραχωρείς.
Κι αν αυτή είναι η φύση του ανθρώπου; Κι αν είμαστε επικίνδυνοι αν μας αφήσουν ελεύθερους; Μήπως είμαστε οι δυνάμει υποστηρικτές του κάθε παράφρονα Φύρερ, αρκεί να μας δώσουν μια καλή τσίχλα για να μασά ο τεμπέλικος εγκέφαλός μας όσο η ανθρωπότητα αυτοκτονεί με πράξεις και παραλείψεις; Μήπως αυτή ακριβώς η πεποίθηση, η τόσο απαξιωτική για τον άνθρωπο, είναι και η βαρύτερη κληρονομιά των δύο παγκόσμιων πολέμων; Ε, αν είναι έτσι, άνθρωπε, τότε σου χρειάζεται η Εξουσία. Που στην καλύτερη των περιπτώσεων αναλαμβάνει να επιλύσει τις συγκρούσεις με τη μέθοδο του Προκρούστη, όταν αυτές οι συγκρούσεις γίνονται αδιέξοδες, άρα αυτοκαταστροφικές. Και η εξουσία, για να μπορεί να ασκείται, αναγκαστικά θα ρέπει, έστω και λίγο, προς την καταπίεση. Πάντα θα μας δυσαρεστεί. Πρόκειται για το αιώνιο δίλημμα των απαίδευτων πολιτισμών.
Νευρωσική, ψυχωσική και κοινωνιοπαθητική χρήση ιδεών
Η νεύρωση, η ψύχωση και η κοινωνιοπάθεια είναι ψυχαναλυτικοί – ψυχιατρικοί όροι, με τους οποίους επιδιώκεται μια πρώτη κλιμακωτή κατάταξη των ψυχιατρικών παθήσεων, με βάση τη σοβαρότητά τους. Στη νεύρωση διατηρείται μια υποψία και ένα ερώτημα ως προς το «αν βαδίζω καλά ή όχι». Η δυνατότητα θέασης του εαυτού μας από απόσταση και κριτικής αποτίμησης των πρακτικών αποτελεσμάτων της συμπεριφοράς μας διασώζεται εν μέρει, ενώ η απουσία μιας τέτοιας δυνατότητας, με πλήρη αποκοπή του αντικειμενικού ελέγχου της πραγματικότητας του εαυτού και του κόσμου, ορίζεται ως ψύχωση. Η νεύρωση δεν είναι τίποτα άλλο παρά η υπό αναστολή ψύχωση του καθενός μας περί της -υποτιθέμενης- ύπαρξης κάποιας αποκλειστικά ατομικής πραγματικότητας. Στην κοινωνιοπάθεια, αποκόπτεται πλέον και η ατομική πίστη στην αρχική ιδέα και το μόνο που απομένει, ως τρελός έλικας άνευ αεροσκάφους, είναι η ίδια η προσπάθεια κατίσχυσης. Το κόστος τέτοιων στάσεων είναι τα ανεπιθύμητα συναισθήματα, σκέψεις ή συμπεριφορές, η ψυχοσωματική επιβάρυνση σωματικών ασθενειών, αλλά και μοιραίες πράξεις, που οδηγούν στο νοσοκομείο, το ψυχιατρείο, τη φυλακή ή το νεκροτομείο.
Η προβολή του φάσματος της ψυχοπαθολογίας πάνω στην ιστορία των ιδεών μπορεί να προσφέρει στην ανάλυσή μας ορισμένες κατατοπιστικές κατευθύνσεις. Κατά την νευρωσική χρήση της, μια ιδέα αυτονομείται από το ευγενές περιεχόμενό της προσπαθώντας να επιβληθεί. Κάθε ανθρώπινη ιδέα φέρει μέσα της το υπέρτατο όριό της, το οποίο δεν είναι άλλο από την αποσύνδεσή της από την ανάγκη που τη γέννησε και την εκφύλισή της προς την απολυτότητα. Η πλήρης απολυτότητα σηματοδοτεί την ψύχωση. Παρατηρείται τότε η χαρακτηριστική αντίφαση, ότι όσο πιο φιλελεύθερη ή πιο ανθρωπιστική στοχεύει να είναι η κοινωνία, τόσο πιο ολοκληρωτικός και απάνθρωπος πρέπει να είναι ο έλεγχος των μελών της. Η ανοχή των πάντων καταργεί στην πράξη την ανοχή. Η ελευθερία από τα πάντα καταργεί στην πράξη την ελευθερία. Η τυφλή αγάπη καταργεί στην πράξη την αγάπη. Η ψύχωση εμπεριέχει πράγματι, ως βασικό στοιχείο της, τον διχασμό πρόθεσης και αποτελέσματος. Είναι ένας ακραίος υποκειμενισμός, και με αυτή την έννοια «εγωισμός», ακόμη και αν π.χ. αφορά μια «παράλογη» αυτοθυσία. Παραπέρα, ο εγωισμός χωρίς αυτοθυσία χαρακτηρίζει την κοινωνιοπάθεια.
Προϋποθέσεις αυθεντικότητας
Ο παραπάνω ορισμός έχει βέβαια ανάγκη τον προσδιορισμό της αυθεντικότητας από άνθρωπο, αλλιώς καταρρέει. Αρκετές φορές καθίσταται ακατόρθωτο να απομείνει σε ικανό μέγεθος και να ευρεθεί ένα κοινό πεδίο μεταξύ των υποκειμενισμών των ανθρώπινων όντων, που θα συνιστούσε τη λυδία λίθο της αντικειμενικότητας. Η αυθεντικότητα ((δηλαδή, μια στάση συμβατή με την αντικειμενική πραγματικότητα) θα προϋπέθετε πάντως, μεταξύ ενδεχομένως και άλλων, μια υπερήφανη ταπεινοφροσύνη (sic): «ο κόσμος έχει για μένα αξία τουλάχιστον όση προσδοκώ κι εγώ να έχω για τον κόσμο. Το καλό μου δεν μπορεί παρά να είναι το καλό όλων. Είναι καλό που υπάρχω και ο κόσμος επίσης είναι καλό που υπάρχει. Εμπιστεύομαι την ικανότητα των άλλων να με εμπιστευτούν».
Με άλλα λόγια, η αυθεντικότητά μας περιλαμβάνει μια ρευστή σύνδεση με τις εκάστοτε ανάγκες, με την απουσία μόνιμων υπαρξιακών θέσεων που προκαθορίζουν ακλόνητα τη γωνία θέασης και επεξεργασίας του κάθε συγκυριακού περιεχόμενου που γεμίζει τη βιογραφία μας. Η αυθεντικότητα θα περιείχε πάνω από όλα την επίγνωση του κινδύνου διολίσθησής μου προς τη νεύρωση και την ψύχωση, ιδίως την επίγνωση των προϋποθέσεων («ψυχικών τραυμάτων») που την ευοδώνουν ειδικά σε μένα και όχι κάποια –ανέφικτη- οριστική εξάλειψη αυτού του κινδύνου. Και όταν οι σημειώσεις του εξωτερικού παρατηρητή, του συνεργάτη, του φίλου ή του θεραπευτή μας, συμπέσουν με την άποψη που και εμείς έχουμε για τον εαυτό μας, τότε μόνον έχει επέλθει η συνεργασία, η φιλία ή η θεραπεία.
Η έμφυτη ενσυναισθητική και συλλογιστική μας ικανότητα και το πρώιμο (παιδικό) μαθησιακό περιβάλλον μας, που είναι από πάππου προς πάππου αλλά και ευρύτερα πολιτισμικά καθοριζόμενο, προσδιορίζουν την αρχική θέση μας ανάμεσα στην αυθεντικότητα, τη νεύρωση, την ψύχωση και την κοινωνιοπάθεια. Η νεύρωση -η αμφιθυμία, η δυσθυμία, η αυτομομφή, η εσωτερική σύγκρουση, η κρίση πανικού- είναι το σταυροδρόμι που μπορεί να οδηγήσει προς την ψύχωση, την κοινωνιοπάθεια ή ιδανικά, προς την αυθεντικότητα. Η φύση και η πρώιμη μάθηση καθορίζουν το σταθμό αφετηρίας και οι επιμέρους συγκυρίες την τεθλασμένη της ζωής μας αναφορικά με το ταξίδι μας από τον ένα σταθμό στον άλλο ή την καθήλωσή μας στον ίδιο για όλη τη ζωή μας, χωρίς ποτέ να ταξιδέψουμε.
Μια λύση;
Η λύση της ψυχοπαθολογίας επέρχεται για πολλούς, δυστυχώς, περί το χρόνο του θανάτου μας, ακόμη ίσως και κατά το τελευταίο δευτερόλεπτο κίνησης της σκέψης μας. Οι πράξεις και οι παραλείψεις μας που οδήγησαν στον τρόπο του θανάτου μας, στο ποιοι ήταν παρόντες και στο τι γράφτηκε στο «επιτύμβιο γράμμα» μας, είναι αυτές που κρίνουν αν πεθαίνουμε αυθεντικοί, εν μέσω νεύρωσης, εν μέσω ψύχωσης ή εν μέσω κοινωνιοπάθειας.
Πάντως, ένας υποφερτός γιατρός θα ήταν πάνω από όλα και πνευματικός, καθώς εκτός από το τι να κάνεις για τα συμπτώματα και για την όποια παρέμβαση στην πορεία της αρρώστιας σου, θα σε βοηθήσει και στο τι να την κάνεις την απελπισία που αυτή σου προκαλεί και κυρίως στο να αποφεύγεις να τη χρησιμοποιείς νευρωσικά (παραλυτική λύπη για τον εαυτό), ψυχωσικά (παραλυτική λύπη για τον εαυτό και εκβίαση της λύπης και των άλλων) ή κοινωνιοπαθητικά (εκβίαση της λύπης των άλλων προς ίδιον όφελος).
Κι οι υποφερτοί πολιτικοί, εκτός από το τι να κάνουμε ως προς τα συμπτώματα και ως προς την όποια παρέμβαση στην πορεία της εκτρωματικής οργάνωσης του συλλογικού μας γίγνεσθαι, θα μας βοηθούσαν κατά βάση στο τι να την κάνουμε την απελπισία που αυτή μας προκαλεί και κυρίως στο να αποφεύγουμε να τη χρησιμοποιούμε νευρωσικά, ψυχωσικά ή κοινωνιοπαθητικά…
Δημοσιεύθηκε στην κερκυραϊκή εφημερίδα «Ενημέρωση»
*Νευρολόγος, συγγραφέας του βιβλίου «Γνωστικός και ψυχικός εγκέφαλος»
Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα είναι έργο τού, ισπανού, Manuel Ruiz Pipό.
πηγή κειμένου: Aντίφωνο