Μηνάς Γρηγοράτος *
Στο ένθετο για τον κλασσικό κινηματογράφο, στο οποίο προβάλλουμε σκηνές από ταινίες που φέρουν την προσωπική δημιουργική οπτική των σκηνοθετών τους, σειρά έχει να προβληθεί η βωβή ταινία ΑΥΓΗ με τον τίτλο «Sunrise: a song of two humans», γυρισμένη το 1927 σε σκηνοθεσία του Γερμανού σκηνοθέτη F.W. Murnau. Στην αρχή της ταινίας ο σκηνοθέτης μάς υπόσχεται μια «απλή», μια αρχετυπική ταινία για το ανθρώπινο ζευγάρι, γράφοντας τα εξής στον εισαγωγικό του μεσότιτλο: «Αυτό το τραγούδι του Άνδρα και της Γυναίκας του, ευρίσκεται εκτός τόπου και σε κάθε τόπο, μπορείς να τ’ ακούσεις παντού και οποτεδήποτε. Επειδή ο ήλιος ανατέλλει και δύει οπουδήποτε – είτε μέσα στη βουή της πόλης είτε στον ανοικτό ουρανό της υπαίθρου – η ζωή είναι περίπου η ίδια: άλλοτε πικρή κι άλλοτε γλυκιά».
Με πρόσχημα την απλή αυτή ιστορία o Murnau πλέκει με την σκηνοθεσία του έναν μοναδικό ιστό που συντίθεται από το πραγματικό και το εξωπραγματικό στοιχείο. Η ΑΥΓΗ είναι μια θαυμαστή σύνθεση που μπορεί να κρατάει αντάμα πολλαπλές αντιθέσεις μέσα στην γραφή της και μέσα στην ιστορία της: Γερμανία-Χόλιγουντ, προσωπικές ταινίες – κινηματογραφική βιομηχανία, ρεαλισμός-φαντασία, ημέρα-νύχτα, ύπαιθρος-πόλη, τρομακτικό–εύθυμο. Η δε τελευταία αντίθεση φτάνει μέχρι και το μπουρλέσκ (!) στο επεισόδιο με το μεθυσμένο γουρουνάκι στο λούνα παρκ. Όμως στην ΑΥΓΗ, το εξωπραγματικό στοιχείο δεν αναμιγνύεται με το πραγματικό, αλλά σ’ όλη την ταινία δείχνεται να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του.
Από την ταινία προβάλλουμε εδώ τα εξής αποσπάσματα: α) η εκπληκτική εισαγωγή όπου χρησιμοποιούνται τρία μόνο πλάνα με εκπληκτικές «διαγώνιες» διπλοτυπίες (ο σταθμός με τα τραίνα, κλπ) για να μας εισαγάγουν με πολύ άμεσο τρόπο στον μαγευτικό κόσμο της ταινίας, στη σχεδόν «κουκλίστικη» όψη του μικρόκοσμου της υπαίθρου. β) στο χρονικό σημείο 1' 50'' του αποσπάσματος (δύο χωρικοί τρώνε το φτωχικό τους δείπνο με την λάμπα στ’ αριστερά να γέρνει ιδιαίτερα αφύσικα πάνω τους) ξεκινά η εξπρεσιονιστικού ύφους σεκάνς, στην οποία η Γυναίκα της Πόλης εφαρμόζει το σχέδιό της να παρασύρει τον Άνδρα στο νυκτερινό σκηνικό του βάλτου (η σεκάνς εκτείνεται έως το 10' 30'' του αποσπάσματος). γ) στο υπόλοιπο απόσπασμα προβάλλουμε ολόκληρη την ημερήσια επίσκεψη του Άνδρα και της Γυναίκας του στην πόλη (εκεί καταφεύγει η τελευταία μόλις γλιτώνει από την επίθεση του Άνδρα της να την πνίξει).
Επιμένουμε στην προβολή όλων ανεξαιρέτως των σκηνών της περιδιάβασης του ζευγαριού στην πόλη, διότι σ’ αυτές συνυπάρχουν το «πραγματικό» και το «προβαλλόμενο», και είναι ολοφάνερα τα σκηνοθετικά προτερήματα της ταινίας: συνεχή ταξίδια μετάβασης (κι επιστροφής) από την καθημερινότητα προς (και από) το φανταστικό.
Ο σκηνοθέτης
Ο F.W. Murnau είναι γνωστός ως ο κατ’ εξοχήν εκφραστής του γερμανικού εξπρεσιονιστικού κινηματογράφου, έχοντας στο ενεργητικό του 21 ταινίες γυρισμένες στη Γερμανία μέσα σε επτά μόλις χρόνια, μεταξύ 1919-1926. Εξ αυτών οι περισσότερες έχουν χαθεί. Ανάμεσα σε όσες διασώζονται ξεχωρίζουν οι ταινίες «Νοσφεράτου», «Ο τελευταίος άνθρωπος», «Ταρτούφος», «Φάουστ», που αποτελούν ταινίες – ορόσημα του εξπρεσιονιστικού σινεμά. Ο Murnau είχε αποκτήσει τόσο ευρεία αναγνώριση, ώστε δεν αποτέλεσε έκπληξη το ότι, μόλις το 1926, προσκλήθηκε στο Χόλιγουντ με εξαιρετικά προνομιακούς όρους: την ελευθερία να φέρει μαζί του όποιους συνεργάτες ήθελε, με σκοπό να γυρίσει εκεί μια ταινία με οποιοδήποτε θέμα και χωρίς χρηματικό περιορισμό: ουδέποτε άλλοτε διατέθηκε η Εδέμ σ’ έναν ταλαντούχο σκηνοθέτη! Με την βοήθεια του Carl Mayer (μόνιμου σεναριογράφου του) ο Murnau γύρισε την ταινία ΑΥΓΗ με βάση την απλή ιστορία της αγάπης ενός νεαρού ζευγαριού αγροτών και της περιπλάνησής τους στην πολύβουη πόλη στη διάρκεια μιας ημέρας.
Είναι γνωστό ότι, αμέσως μόλις προβλήθηκε, η ταινία καθιερώθηκε ως ένα κινηματογραφικό αριστούργημα. Δυστυχώς όμως για την συνέχεια της καριέρας του Murnau, η ταινία δεν είχε την προσδοκώμενη τεράστια εμπορική επιτυχία, με αποτέλεσμα η εταιρεία Fox να επιβάλλει ασφυκτικό έλεγχο στα γυρίσματα των δύο επομένων ταινιών του σκηνοθέτη. Στη δεύτερη μάλιστα ταινία, η εταιρεία έφτασε στην απόλυση του Murnau προτού καν εκείνος ολοκληρώσει το μοντάζ της, μιας και αρνήθηκε να την μετατρέψει σε μερικώς ομιλούσα. Οι εξελίξεις κλόνισαν τον σκηνοθέτη και τον ώθησαν να επιζητήσει την δημιουργική αναζωογόνηση στα ειδυλλιακά νησιά της Πολυνησίας του Ειρηνικού Ωκεανού. Εκεί έζησε επί δύο χρόνια γυρίζοντας την ταινία «Tabu», αποκλειστικά με ντόπιους κατοίκους και με σεναριακή βοήθεια από τον Robert Flaherty, τον πρωτοπόρο κινηματογραφιστή του εθνογραφικού ντοκιμαντέρ. Το 1931 ο Murnau επέστρεψε στην Καλιφόρνια για να διαπραγματευτεί ένα πολύ ελπιδοφόρο συμβόλαιο με την Paramount αλλά δυστυχώς σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα μια βδομάδα πριν από την πρεμιέρα της ταινίας «Tabu». Στην κηδεία του παρευρέθηκαν μια δεκάδα μόνον άνθρωποι του Χόλιγουντ, ανάμεσά τους η Greta Garbo και οι σκηνοθέτες Flaherty και Lang.
Μια χαραυγή χωρίς αύριο
Η ΑΥΓΗ έχει κερδίσει την αμέριστη αγάπη όχι μόνον των μεγάλων σκηνοθετών αλλά και όλων σχεδόν των θεωρητικών του κινηματογράφου. Βεβαίως, μπορεί το όνομα Murnau να είναι συνώνυμο με τον γερμανικό εξπρεσιονισμό, όμως το αριστούργημά του αυτό προχωρά πολύ πιο πέρα από τον εξπρεσιονισμό και τις νόρμες του. Στην ΑΥΓΗ, μετά τις πρώτες της σεκάνς, ο Murnau αποτραβιέται από σχεδόν κάθε εξπρεσιονιστικό στοιχείο είχε χρησιμοποιήσει στο παρελθόν με τόση μαεστρία. Η γραφή του, εδώ, φθάνει σε τέτοιο υψηλό σημείο ώστε μπορούμε να πούμε το εξής απροσδόκητο: έχοντας αισθανθεί ότι κατέχει πλήρως τον εξπρεσιονισμό, ο Murnau κατάφερε εδώ να τον ξεχάσει!
Ας ξαναγυρίσουμε στην πλοκή της ταινίας: την σεκάνς μέσα στις λάσπες του βάλτου ακολουθεί μια άλλη (που έχουμε παραλείψει) όπου ο Άνδρας, σ’ εκδρομή μέσα στο λαμπερό φως της λίμνης, θα οργανώσει τον πνιγμό της Γυναίκας του, αλλά τελικά θα διστάσει να τον πραγματοποιήσει. Η Γυναίκα ξεφεύγει έντρομη, ανεβαίνει σ’ ένα σχεδόν «κουκλίστικο» τοπικό τραινάκι και εκείνος την ακολουθεί μέχρι την πόλη. Μαζί θα περιπλανηθούν σε πολυσύχναστους δρόμους, σε μια εκκλησία όπου γίνεται ένας γάμος, σ’ ένα φωτογραφείο αφού προηγουμένως «καλλωπιστούν» σ’ ένα κουρείο. Θα καταλήξουν ευτυχισμένοι και ξένοιαστοι σ’ ένα λούνα παρκ με παιχνίδια, χορούς και πυροτεχνήματα, μέσα σ’ ένα σκηνικό ολοκληρωτικά φτιαγμένο στο στούντιο. Για το σκηνικό αυτό μπορούμε να πούμε ότι ο Murnau πέτυχε να του προσδώσει μια «κουκλίστικη» εμφάνιση, ολοφάνερα εξω-πραγματική και «εκτός κλίμακος».
Η πόλη είναι λοιπόν ο τόπος όπου το ζευγάρι θα υπερβεί τελικά τις αντιθέσεις του και θα μεταμορφωθεί πολύ «οδεύοντας» προς την ευφορία της επανένωσής τους. Εγκλωβισμένοι στην κεντρική διασταύρωση της πόλης με τα αυτοκίνητα, θα τους δούμε να φαντάζονται τους εαυτούς τους ως Αδάμ και Εύα, να φαντασιώνονται ότι είναι οι πρωτόπλαστοι. Βεβαίως, είναι εξαιρετική η συνεισφορά των «διπλοτυπιών», οι οποίες εξυπηρετούν την συνεχή μετάβαση στο εξωπραγματικό και στο φανταστικό. Δεν είναι τολμηρό να πούμε ότι οι ειδυλλιακές περιπλανήσεις του ζευγαριού στην πόλη αντανακλούν το παραδεισένιο περιβάλλον που τότε βίωνε στο Χόλιγουντ ο σκηνοθέτης.
Με την επανένωση του ζευγαριού και την αναχώρησή τους προς το χωριό (που συμβαίνει στο σημείο που έχουν παρέλθει τα ¾ της ταινίας), δεν έχουμε φτάσει στο τέλος της. Μετά τον πολυετή εναγκαλισμό του με τον εξπρεσιονισμό ο Murnau έχει πια αποκτήσει θεληματική γνώση της πραγματικότητας, ζώντας μέσα στο παραδεισένιο περιβάλλον που του πρόσφερε το Χόλιγουντ. Γνωρίζει πια πολύ καλά ότι η αρχή και το τέλος είναι το ίδιο πράγμα, ότι ο άνθρωπος είναι πάντα στην αρχή του τέλους. Η χαραυγή είναι, επίσης, αναπόφευκτα λυκόφως, και αντίστροφα.
Καθώς λοιπόν ο Άνδρας και η Γυναίκα επιστρέφουν στο χωριό, πλέοντας με την βάρκα μέσα στην ήρεμη φεγγαρόφωτη νύχτα, πιστεύουν απατηλά ότι ξαναζούν ένα μήνα του μέλιτος. Η ξαφνική κακοκαιρία θα προκαλέσει ανατροπή της βάρκας και τον παρ’ ολίγο πνιγμό της Γυναίκας. Η τελική της σωτηρία σηματοδοτεί την οριστική ενότητα του ζευγαριού, καθώς η ταινία τελειώνει με την ανατολή του ήλιου πάνω από το χωριό. Πρόκειται για ένα θείο χάραμα, λοιπόν; Και βέβαια, αλλά επίσης για τον παράξενα υποβλητικό ερχομό του τέλους. Ο ήλιος ανατέλλει ακόμη μια φορά στο τέλος της ταινίας, αλλά πρόκειται για ένα ειδικό, για ένα μάλλον «στυλιζαρισμένο» εφφέ, ένα ψεύτικο αστέρι, μια χαραυγή χωρίς αύριο.
Με τα αποσπάσματα που επιλέξαμε επιμένοντας στις σκηνές στην πόλη, στις διαδικασίες και περιπλανήσεις που οδηγούν στην επανένωση του ζευγαριού, προσπαθήσαμε να παρουσιάσουμε την μεστή και απλή γραφή του Murnau, τις περιοχές όπου ο σκηνοθέτης συμφιλιώνει τα αντίθετα, ή μάλλον, όταν η ίδια τους αντίθεση καταπίπτει σαν ένα παρωχημένο ρητορικό σχήμα. Ο Murnau περιέγραψε ως εξής τον σκηνοθετικό και σεναριακό τρόπο με τον οποίο επιτύγχανε την μείωση -στο ελάχιστο- των μεσοτίτλων στις ταινίες του: «Αυτό που προσπαθώ στην ταινία είναι να εισαγάγω δύο ανταγωνιστικές ιδέες ως παράλληλες».
Γι’ αυτό και για εμάς που αγαπάμε την ΑΥΓΗ έχει μεγάλη αξία και μια άλλη ακόμη πιο σημαντική θέση του Murnau: «Η πραγματική τέχνη είναι απλή, αλλά η απλότητα προϋποθέτει την μεγαλύτερη τέχνη». Χειροπιαστό και αριστουργηματικό παράδειγμα της παραπάνω θέσης είναι η κλασσική αυτή ταινία.
* cinema.antifono [at] gmail.com πηγή: antifono.gr