Ιατρική ηθική και ανθρωπισμός: ένα παράλληλο οδοιπορικό*;

0
1032

   Οι λογής - λογής ιεραρχίες στην κατάταξη των επιστημών, δεν διδάσκουν μόνον την αξία του πρωτείου σε αυτές, αλλά και το βαθμό χρηστικότητάς τους στην καθημερινότητα. Η ιατρική, τόσο ως τέχνη – τεχνική, όσο και ως επιστήμη, σίγουρα διατηρεί τίτλους τιμής,  στο πέρασμα κάθε αξιολογικής κατάταξης. Εδώ θα διανύσουμε, στον χρόνο και τον χώρο που μας αναλογεί, την ιστορικότητα της ιατρικής, και θα προσπαθήσουμε να εξετάσουμε κατά πόσον είναι άρρηκτα συνυφασμένη με μιαν άλλη παράλληλη εξέλιξη. Αυτήν του ανθρωπισμού ή αλλιώς του ουμανισμού. Θα δούμε, με άλλα λόγια, εάν η ηθική υπόσταση της ιατρικής, ανέρχεται στο ύψος των περιστάσεων, το οποίο επιβάλλει το ανθρωπιστικό ιδεώδες.  Έτσι, στην κλασσική αρχαιότητα τη βλέπουμε να συνδέεται με τη φιλοσοφία και τον εν γένει θεωρητικό στοχασμό, σε μια προσπάθειά της, να φανεί αρωγός όχι μόνον στη θεραπεία του σώματος, αλλά και στην άμβλυνση της οξύτητας των διαταραχών της ψυχής αυτή, ειδικά σήμερα, θεωρείται ως ένα άρρητο πλην όμως ενσώματο πεδίο λειτουργισμού. Ένα από τα βασικά αξιώματα της αρχαίας ιατρικής, ήταν ότι θεωρούσε τον άνθρωπο ως αυταξία, ον μοναδικό και αναντικατάστατο, με την προοπτική ότι η φύση και η ιδιοσυστασία του δεν επαναλαμβάνονται, πράγματα τα οποία το καθιστούν ξεχωριστό και μη αντιγραφόμενο. Σώμα και εαυτός, ως αντικείμενο άσκησης της αρχαίας ιατρικής, πασχίζουν να βρουν την πληρότητά τους. Μια πληρότητα που να μην είναι εις βάρος της ευρύτερης κοινότητας στην οποίαν εντάσσεται.

    Έτσι, για παράδειγμα, έχουμε τα κείμενα της λεγόμενης «ιπποκρατικής σχολής», τα οποία αναφέρονται στη φυσική φιλοσοφία, σε αυτό  που σήμερα ονομάζουμε επιστήμη. Πέρα από αυτά, όμως, έχουμε, στα ίδια κείμενα, και αναφορές για τη στάση του ιατρού απέναντι στον άρρωστο. Βλέπουμε λοιπόν από τότε, τις απαρχές μιας ιατρικής δεοντολογίας, η οποία μέχρι και σήμερα, ενώ δεν χάνει τις προγραμματικές αρχές της, προσαρμόζεται στα εκάστοτε κοινωνικά και οικονομικά συμφραζόμενα. Ας σημειωθεί, ότι τα κείμενα της παραπάνω ιπποκρατικής συλλογής, δεν γράφτηκαν όλα από τον Ιπποκράτη. Σήμερα, είναι μάλλον βέβαιο ότι δεν έχουν γραφτεί όλα τον ίδιο συγγραφέα. Αρκετές φορές μάλιστα, κάποιο ή κάποια από αυτά, φαίνεται να διαφωνούν με άλλα, τη στιγμή που αναπτύσσουν το ίδιο θέμα. Άλλα, φερ` ειπείν, απηχούν τις αντιλήψεις της σχολής της Κνίδου και άλλα εκφράζουν αυτές της σχολής της Κω. Οι διαφορετικές απόψεις που επικρατούσαν, στους κόλπους της ιατρικής, δίκην πλουραλισμού, είναι, διαχρονικά, μια ζωντανή μαρτυρία για την ύπαρξη εναλλακτικών τρόπων διάγνωσης και αντιμετώπισης  μιας αρρώστιας.

       Εκείνο το οποίο παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στους ιπποκρατικούς συγγραφείς, δεν φαίνεται να είναι ο προσδιορισμός της αρρώστιας από την οποία πάσχει το υποκείμενο. Είναι κυρίως η πορεία της ασθένειας, αυτό που ονομάζουμε πρόγνωση[1]. Κατά συνέπεια, και η προσέγγισή της ασθένειας είναι εξειδικευμένη, προσωποποιημένη, μη απευθυνόμενη στην αρρώστια καθεαυτήν, ως νοσολογική οντότητα, αλλά στον συγκεκριμένο ασθενή. Μεταξύ των οδηγιών, οι οποίες δίνονταν από τους ιπποκρατικούς στους ασθενείς για τη θεραπεία τους είναι: η διαιτητική - με την ευρύτερη έννοια της διατροφικής πρόσληψης -, το είδος της κίνησης ή της άσκησης που θα ακολουθήσουν, τα λουτρά και οι πλύσεις, η ενδεχόμενη αλλαγή του τόπου διαμονής, κ.λπ. Κυρίαρχο άρα ρόλο, διαδραματίζει η ιαματική δύναμη της φύσης. Με το σκεπτικό αυτό, η θεραπευτική αυτή τακτική, χαρακτηρίζεται από μια συμπεριφορά αναμονής, ιδίως για τη χορήγηση φαρμάκων. Περιμένει, τουτέστιν, ο γιατρός την κατάλληλη στιγμή, στην εξέλιξη της αρρώστιας, για να παρέμβει φαρμακολογικά. Τέτοια στιγμή μπορεί να είναι η αλλαγή των ανέμων ή άλλων καιρικών φαινομένων . Η στάση αυτή, που, κακώς, θεωρήθηκε από μεταγενέστερους γιατρούς, ως «μελέτη θανάτου», έδινε έμφαση στη διαιτητική θεραπεία, που υιοθετούνταν όταν κάποιοι θεραπευτές είχαν λόγους να αμφιβάλλουν για την εγκυρότητα των μεθόδων θεραπείας, η οποία, πριν από τη δική τους, επικρατούσε[2].

   Από την άλλη πλευρά, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης, δεν ανήκουν στους ιατρικούς συγγραφείς. Ωστόσο, στα έργα τους περιέχονται διάσπαρτες θεωρίες με ιατρικό και βιολογικό περιεχόμενο. Στον Τίμαιο, όπου αναπτύσσεται η πλατωνική κοσμολογία, εκτίθενται θεμελιωμένες αντιλήψεις για τη φύση του ανθρώπινου οργανισμού, τις αρρώστιες και τη θεραπεία τους. Σημαντικό ρόλο, παίζουν τα τέσσερα στοιχεία: γη, νερό, αέρας και φωτιά. Ανωμαλίες και διατάραξη σε αυτά, ισοδυναμούν με πρόκληση διαταραχών. Περαιτέρω βέβαια ανισορροπίες στο σώμα, επισυμβαίνουν όταν μεσολαβεί η διασάλευση των χυμών μας. Του αίματος, του φλέγματος και της χολής. Η θέση αυτή[3], μας θυμίζει την αντίστοιχη που αναφέρεται στο έργο Περί Ιερής Νούσου, του Ιπποκράτη, κατά το οποίο βέβαια, σπουδαίο ρόλο, για την υγεία μας, διαδραματίζει και η συμμετρία ανάμεσα στην άσκηση και την τροφή. Για τον Αριστοτέλη, γνώρισμα του ζωντανού κόσμου, είναι η ψυχή και οι απόψεις του αυτές αναλύονται στο σύγγραμμά του Περί Ψυχής. Οι δυνάμεις της ψυχής είναι: το «θρεπτικόν», το «ορεκτικόν», το «ασθητικόν», το «κατά τόπον κινητικόν»  και το «διανοητικόν». Οι απόψεις του, επηρέασαν δυναμικά και μεταγενέστερους συγγραφείς μέχρι και την εποχή της Αναγέννησης[4].

  Η ελληνική αυτή ιατρική, η ιατρική δηλαδή του αισθήματος της αλληλεγγύης και της φυσικής εγγύτητας, εξαπλώνεται σε όλο τον χώρο της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, επηρεάζοντας όλα τα έθνη, τα οποία ανήκαν σε αυτήν. Έχει ως κέντρο του ενδιαφέροντός της, τον άνθρωπο και την καλύτερη ποιότητα ζωής του.Κατά την αλεξανδρινή ή ελληνιστική περίοδο, το κέντρο του πολιτισμού, από την Αθήνα, μεταφέρεται στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, στην οποίαν ιδρύεται το μουσείο, το πρώτο, κατά πολλούς, πανεπιστήμιο με κυριότερη σχολή, την Ιατρική. Χωρίς ακόμη να έχει διαχωριστεί η Ιατρική από τη Φαρμακευτική, υπήρχαν εκεί τρεις κλάδοι, η Χειρουργική, η Διαιτητική και η Φαρμακευτική. Ήδη από την ιπποκρατική περίοδο, αλλά και μέσα στην ελληνιστική υπήρξαν πολλοί «ριζοτόμοι» οι οποίοι ασχολούνταν με την εξόρυξη των ριζών, τη συλλογή των βοτάνων και την καλλιέργεια των φαρμακευτικών φυτών. Πολλοί από αυτούς ήταν παράλληλα ιατροί, αλλά και συγγραφείς βοτανολογίας για τη φαρμακευτική χρήση των ριζών. Γνωστοί ριζοτόμοι της αρχαιότητας ήταν ο Κρατεύας ο ΙΙ, τον 1ο αιώνα π.Χ., ο Ανδρόμαχος ο πρεσβύτερος του 1ου αιώνα μ.Χ., αλλά ο  φαρμακογνώστης - φαρμακολόγος της αρχαιότητας, Πεδάνιος Διοσκουρίδης.

  Αργότερα, αντιλήψεις και θέσεις της ελληνικής ιατρικής, φτάνουν στη Δύση από το Βυζάντιο. Αυτό γίνεται είτε άμεσα είτε έμμεσα, μέσω αραβικών μεταφράσεων. Ποιά, ωστόσο, ήταν η αδρή προσωπογραφία της ιατρικής των βυζαντινών; Εδώ φαίνεται ξεκάθαρα, η συνεχής επιρροή του Γαληνού. Ο Γαληνός δέχεται ότι η κύρια πηγή του είναι ο Ιπποκράτης. Παρόλα αυτά, ο ίδιος επιθυμεί την ιατρική του να μην φέρει αντιφάσεις, να έχει λογική δομή και να έχει στέρεες φιλοσοφικές βάσεις[5]. Γνωστή παραμένει η ανατομία του Γαληνού, η οποία δεν γινόταν καν σε ανθρώπινα πτώματα αλλά σε ζωντανά ζώα, των οποίων ο ίδιος παρατηρούσε τις αντιδράσεις και τα συμπτώματα, στη διάρκεια της επέμβασης. Ο Γαληνός όμως μεταφέρει αβίαστα στον άνθρωπο, τις ανατομικές γνώσεις που είχε αποκτήσει από τα ζώα.  Αργότερα βέβαια, στην ανάπτυξη της ανατομίας τον 16ο αιώνα, διαπιστώθηκε ότι οι παρατηρήσεις αυτές δεν αντιστοιχούσαν με ό,τι προέκυπτε από τις ανατομές στα ανθρώπινα πτώματα[6]. Ακόμα όμως και οι λανθασμένες ανατομικές παρατηρήσεις του Γαληνού στο ανθρώπινο πτώμα, μας δίνουν, εκ των υστέρων, την ευκαιρία να διαυγάσουμε πολλά νοήματα τα οποία, αρχικά, φαινόντουσαν να έχουν αιτιώδη σχέση, ανάμεσα σε ζώα και ανθρώπους. Σε κάθε περίπτωση δηλαδή, οι αμφισβητήσιμες απόψεις, δεν παύουν να είναι γόνιμες.

     Ένας πάντως λόγος για τη συνεχή επιρροή του Γαληνού, στα βυζαντινά χρόνια, μέσω της σχολής της Αλεξάνδρειας, είναι ότι οι χριστιανοί συγγραφείς, ασπάζονταν ανεπιφύλακτα τις τελεολογικές του αντιλήψεις. Την άποψη δηλαδή, ότι οι εξελίξεις οφείλονται σε ένα σκοπό ή σε ένα σχεδιασμό. Η τελεολογία αυτή, συμβάδιζε απόλυτα με το θεοκρατικό πνεύμα του Βυζαντίου, και την πίστη σε ένα Θεό - δημιουργό.  Στη βυζαντινή χρονική περίοδο, δεν έγιναν ανακαλύψεις ούτε διαμορφώθηκαν νέα ρεύματα ιατρικής. Αυτό που ενδιέφερε τότε, ήταν η κριτική αποτίμηση των γνώσεων οι οποίες είχαν σωρευθεί και οι δυνατότητες πρακτικής εφαρμογής τους[7].  Ακόμα όμως και μέσα σε αυτό το περίγραμμα, γίνονται επωφελείς επιστημονικές συζητήσεις και αναδεικνύονται αξιόλογοι συγγραφείς. (Ορειβάσιος, Αέτιος, Μιχαήλ Ψελλός, Συμεών Σηθ, Νικόλαος Μυρεψός, κ.ο. κ). Όταν φυσικά λέμε ότι οι βυζαντινοί δέχονται, στο θέμα των ιατρικών γνώσεων, επιδράσεις από τον αραβικό κόσμο, προέχει να διευκρινίσουμε ότι πρόκειται για τις πληροφορίες τις οποίες είχαν δεχτεί οι Άραβες, από την ελληνική ιατρική, μέσω των συριακών και περσικών μεταφράσεων. Αρκετές φορές  πάλι, Πατέρες της Εκκλησίας και εκκλησιαστικοί συγγραφείς, χωρίς να είναι γιατροί, αναφέρονται σε ζητήματα ιατρικής. Έχουμε, πχ τον Νεμέσιο, επίσκοπο Εμέσης, που έγραψε, περί το 380 και 390, το περίφημο έργο του, Περί Φύσεως Ανθρώπου. Επίσης έχουμε τον Γρηγόριο, επίσκοπο Νύσσης και αδελφό του μεγάλου Βασιλείου, που έγραψε το Περί Κατασκευής του Ανθρώπου, γύρω στο 380.

    Αυτό που αναμφίβολα, συνιστά βαρύνουσα εξέλιξη, στην ανάπτυξη της ιατρικής, στα βυζαντινά χρόνια, είναι η ίδρυση των νοσοκομείων. Η οικοδόμηση μάλιστα του πρώτου βυζαντινού νοσοκομείου, αποδίδεται στον Μέγα Βασίλειο. Ιδρύθηκε το 370 στην Καισάρεια της Καπαδοκίας και ονομάστηκε «Βασιλειάς». Σε αυτό, υπήρχε έντονη ατμόσφαιρα απασχόλησης, μια και προβλέπονταν γιατροί, νοσηλευτικό προσωπικό, ζώα για τη διακομιδή αρρώστων και τραυματιών και χώρος για τους συνοδούς τους, τους λεγόμενους «παραπέμποντες»[8]. Συχνά κάνουμε το λάθος να υποστηρίζουμε ότι η συγγραφική δραστηριότητα των μοναχών και ιερολογίων της περιόδου που εξετάζουμε, αφορά μόνον τους κληρικούς ή τις μοναστικές κοινότητες. Σήμερα αυτό, αποδεικνύεται ότι δεν ισχύει. Κραυγαλέα απόδειξη συνιστά, μεταξύ άλλων, και το έργο του Ιωάννου του Σιναϊτη, το οποίο ονομάζεται Κλίμαξ. Η Κλίμαξ, γράφτηκε τον 6ο μΧ. αιώνα, και περιέχει ιδέες για την κοινοβιακή και κυρίως για την ερημιτική ζωή, κατά τέτοιο τρόπο, που αυτές να οδηγούν στην ηθική τελείωση. Από τη μελέτη όμως αυτή, σύγχρονος Έλληνας ψυχίατρος και θεολόγος, άντλησε ικανό υλικό για τη μορφοποίηση, τη φύση και τη θεραπεία της ανθρώπινης επιθετικότητας. Κατέδειξε ότι ο Ιωάννης, παρόλο που απευθύνεται σε μονάζοντες, έχει συγκροτημένη άποψη για την αιτιοπαθογένεια και την ιαματική αντιμετώπιση διαφόρων προβλημάτων, όπως είναι η επιθετικότητα[9]. Ο νεοέλληνας ερευνητής, αναφέρει την άποψη του K. Lorentz(1963), πως το ένστικτο αυτό αποτελεί προϋπόθεση για την διασφάλιση της ζωής, εφόσον, έτσι, με την επικράτηση του ισχυροτέρου, κατοχυρώνεται η φυσική επιλογή[10]. Οσάκις όμως τούτο γίνεται έμμονο πάθος, και στρέφεται ανεπιστρεπτί από άνθρωπο σε άνθρωπο, ο συγκαιρινός μας αναζητητής, είναι της γνώμης ότι, χρήζει ανάσχεσης ή και ίασης, καθότι καταντά παθοφυσιολογία. Την παθοφυσιολογία αυτή καθώς και την άμβλυνσή της, ο ίδιος την φέρνει στην επιφάνεια[11], με την υπόδειξη συγκεκριμένων χωρίων από το έργο του Ιωάννη του Σιναΐτη. Σε καμία περίπτωση, οι υποδείξεις τούτες δεν ερμηνεύουν τελεσίδικα το όλον της ανθρώπινης επιθετικότητας. Καθιστούν, ωστόσο, σαφή, την εμβέλεια της θεολογικής και φιλοσοφικής σκέψης, οσάκις αυτή δεν μένει στατική σε δόγματα και σε στείρες ιστορικές κατηγορίες.

     Η Αναγέννηση, που ακολουθεί, ως ιστοριογραφικός όρος, αναγνωρίζεται ως μια κρίσιμη τομή στον ευρωπαϊκό πολιτισμό, η οποία εισάγει μια νέα προβληματική για την αυτονομία και τη δημιουργικότητα του ατόμου. Κατά μια άποψη, σημαίνει το συνταίριασμα του ορθού λόγου με την τέχνη, και, κατά μια άλλη, είναι η ανακάλυψη της ανθρώπινης προσωπικότητας και του κόσμου, που είχαν ταφεί κάτω από τη δεισιδαιμονία του Μεσαίωνα[12]. Σκοπός του ουμανιστικού πνεύματος της εποχής ήταν να διαπλάσει έναν καθολικό άνθρωπο στο πρότυπο του οποίου συνδυαζόταν η πνευματική και φυσική τελειότητα και ο οποίος ήταν ικανός να λειτουργεί έντιμα σε κάθε περίσταση. Η ιδεολογία αυτή του «Homo Universalis» αποτελεί ιδανικό του ελληνορωμαϊκού κόσμου. Διακεκριμένα αναγεννησιακά ονόματα, από τα πολλά, της επιστημονικής πλέον ιατρικής, μπορούν να θεωρηθούν: Ο Λεονάρντο ΝταΒίντσι, γνωστός προπαντός για τα σχέδια ανατομίας που κατέλιπε, ο χειρουργός Αμβρόσιος Παρέ, ο  Γουίλιαμ Χάρβευ (ανακάλυψη της  κυκλοφορίας του αίματος), ο Ματρσέλο Μαλπίγκι (πατέρας της μικροβιολογικής μικροσκόπησης), κ.ά.

    Είναι αρκετά ενδιαφέρον να σταθούμε, για λίγο, σε μια εμβληματική όσο και αινιγματική μορφή της πρώιμης Αναγέννησης, η οποία έζησε από το 1493 μέχρι το 1541. Η μορφή αυτή, η οποία συνδύαζε τη μελέτη της αλχημείας, της χημείας, της θεολογίας, του παγανισμού και της ιατρικής, ονομάζεται Παράκελσος. Ο Θεόφραστος, το πλήρες όνομα του οποίου είναι: Aurelius Philippus Theophrastus Paracelsus Bombast von Hohenheim, δεν είχε ακαδημαϊκό καθωσπρεπισμό, ούτε αναστολές παντός είδους, που θα του ανέκοπταν το δρόμο, σε μια έρευνα χωρίς όρια. Η συμπόνια, έγραφε, είναι δάσκαλος του γιατρού. Εγκαταστάθηκε, το 1524 στη Βασιλεία της Ελβετίας, στο πανεπιστήμιο της οποίας έγινε καθηγητής της ιατρικής. Εκεί απέκτησε μεγάλη φήμη λόγω των επιτυχημένων θεραπειών του. Αμφισβήτησε τα βιβλία του Γαληνού και του Αβικένα. Μελετητές του έργου του, θεωρούν ότι υπήρξε εμπνευστής της μοντέρνας ιατρικής βιοχημείας και φαρμακολογίας, διότι αυτός εμπνεύσθηκε και εισηγήθηκε το φάρμακο, δηλαδή την προγραμματισμένη παροχέτευση χημικών ουσιών ορυκτής, συνθετικής ή φυτικής προέλευσης στον οργανισμό, σε θεραπευτικές δόσεις. Ο Παράκελσος, προσπαθεί παράλληλα να θεμελιώσει μια ιατρική, που θα βασίζεται στο πνεύμα, στις πνευματικές δυνάμεις.  Ταυτόχρονα κατηγορεί τους νεωτερισμούς αυτών που θέλουν να εισαγάγουν καινούργια ‘θαυματουργά’ φάρμακα, από τη μακρινή Ασία ή την Αμερική[13]. Κάτι που γινόταν, χάρη στα ταξίδια των εξερευνητών.

   Ο Παράκελσος ισχυριζόταν ότι τα νέα αυτά φάρμακα – βότανα, είναι κατάλληλα για αυτούς που ζουν στις χώρες όπου αυτά φυτρώνουν, ενώ για παράδειγμα, για τις αρρώστιες των Γερμανών, ο Θεός έχει προορίσει τα βότανα, που φυτρώνουν στη Γερμανία. Η ιστορία της ιατρικής του 17ου αιώνα, χαρακτηρίζεται σε μεγάλο βαθμό, από τη διαμάχη ανάμεσα σε αυτά τα δύο συστήματα. Του Γαληνού – και των Αράβων – και το νέο σύστημα του Παράκελσου. Σε ένα μεγάλο βαθμό, το να μην ενδίδει η κατεστημένη ιατρική σε ό,τι κομίζει η νέα, είναι αναμενόμενο. Μια ιατρική θεωρία, που φέρει μια μακρόχρονη παράδοση, δεν είναι δυνατόν να αλλάξει εύκολα, τη στιγμή μάλιστα που, η, συγκεκριμένη, παράδοση λειτουργεί ως θεσμός. Δεν ήταν, τουτέστιν, καθόλου ευχερές, να εγκαταλείψουν οι γιατροί συνταγές και μεθόδους θεραπείας, από τις οποίες έβλεπαν θετικά αποτελέσματα. Αυτό εξακολουθούμε να το βλέπουμε, ιδίως στις ημέρες μας, όταν η αστυνόμευση εκ μέρους  της δεσπόζουσας ιατρικής, δεν επιτρέπει την εκβλάστηση και ανάπτυξη άλλων αντιμαχόμενων τάσεων. Στην εποχή παράλληλα του Θεόφραστου, δεν έλειψαν και κάποιοι εκλεκτικοί, οι οποίοι προσπαθούσαν να συμβιβάσουν τα δύο συστήματα ή να επιλέξουν τα καλύτερα στοιχεία από το καθένα. Ένας από αυτούς, ο σημαντικότερος ίσως – ήταν ο DanielSennert(1572 – 1637), καθηγητής της ιατρικής στη Βιττεμβέργη[14].

   Ακολουθούντα ρεύματα των νεοτέρων χρόνων (18ος- 20ος αιώνας). Αυτά, λάθρα ή αναφανδόν, ξεκινούν από μια αισιόδοξη προοπτική.  Έχοντας ως έμπνευση το γενικότερο κλίμα του Διαφωτισμού, θεωρούν ότι η επίτευξη του σκοπού τους είναι όχι μόνο δυνατή αλλά και αδήριτη. Μετέρχονται ευθέως την μηχανική λογική: αίτιο – αποτέλεσμα. Είναι ρεύματα που επιδιώκουν τη σκοπιμότητα, με σύμμαχο την ακόρεστη βούληση μας για επιστημονισμό. Για τον λόγον αυτόν έχουν και εξόχως παρεμβατικό χαρακτήρα σε κάθε μορφή της ατομικής και κοινωνικής ζωής. Με το σκεπτικό αυτό, η ιστορία χειραγωγείται και καθορίζεται, ανάλογα με τις περιστάσεις. Έννοιες  και λέξεις με καθαρά ανθρώπινο χαρακτήρα (μοίρα, ματαιότητα, τύχη, θεία πρόνοια, Θεός…) απεμπολούνται από το λεξιλόγιο των νεοτέρων χρόνων. Με δυο λόγια, η νεωτερικότητα αναφέρεται προπαντός στον εαυτό της, είναι εαυτοκεντρική και αυτάρεσκη. Χαριτολογώντας θα λέγαμε ότι είναι «έξω φρενών», δηλαδή εκτός ορίων. Δεν αναγνωρίζει φραγμούς. Βρισκόμαστε, θα μπορούσαμε να πούμε, μπροστά σε ένα  πολιτισμικό ιστορικό συντελούμενο, που δεν ανέχεται κανενός είδους αποτυχία.  Παρά ταύτα, η διαρκής στόχευση σε υψηλά υλικά ιδανικά δεν μας δημιουργεί ευφρόσυνη διάθεση. Εάν ο πολιτισμικός δείκτης γεννά δυσθυμία, όπως μας είπε ο δάσκαλος Φρόυντ, αυτή δεν ήταν περισσότερο έντονη και απόλυτα παρούσα, όσο στη χρονική περίοδο της νεωτερικότητας.

     Μέσα στον στίβο της οριστικής υπερνίκησης των φυσικών και νοητικών υστερήσεων του ανθρώπου, παλεύει και η ιατρική. Προσπαθεί να μας διασφαλίσει πρόσθετο ζωτικό χωροχρόνο και να δαμάσει την ίδια τη βιολογική τρωτότητα. Έτσι επιστρατεύει γνωστικούς κλάδους όπως, μεταξύ των άλλων, είναι: η γενετική βιολογία, η βιοτεχνολογία, οι ψηφιακές εφαρμογές, η νευροεπιστήμες και η ρομποτική. Μπορούμε βάσιμα να υποστηρίξουμε ότι η νεωτερική ιατρική, δεν εγκατέλειψε το ουμανιστικό της όραμα. Να περισώσει, δηλαδή, ό,τι απέμεινε από τον πολυμέριμνο και πολυδιασπασμένο, από τις διάφορες θεωρίες θέασης του κόσμου, άνθρωπο. Για τον σκοπό αυτόν, τον βλέπει πλέον και ως όλον γι αυτό και ενίοτε τον εξετάζει ως ενιαίο σύστημα, χωρίς να τον αναλύει σε μέρη. Όμως, στη γενικότερη προσπάθειά της, έρχεται αντιμέτωπη με ένα τεταμένο κοινωνικό και γεωπολιτικό μείγμα. Τόκος και αυτό της νεότερης εποχής: την οικολογική ανισορροπία, την εκμύζηση και κατασπατάληση των πόρων του πλανήτη, τις απειλές από τα ατομικά, βιολογικά και χημικά όπλα, τον συσσωρευόμενο ανορθολογισμό του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος και προπαντός τον κομφορμισμό και την ραστώνη τού, πολιτισμικά, ανιάζοντος ανθρώπου. Επόμενο ήταν,  τα ιατρικά ήθη να αλλάξουν. Μιλάμε πλέον για την επειγόμενη  υπερεξειδίκευση, τον αυστηρό επαγγελματισμό, τη διαρκή κατεργασία των τεχνικών της μέσων, την άμεση δραστικότητα της θεραπευτικής πράξης, την ανύστακτη  μαθητεία του γιατρού στην εναλλασσόμενη δοκιμασία του αρρώστου. Ωστόσο, η ιατρική καταβάλλει προσπάθειες για να ευοδωθεί περισσότερο μια ανθρωπολογική σταθερά. Η ποιοτική και ποσοτική προαγωγή ενός υγιούς ή, κατά το δυνατόν, υγιούς βίου. Εάν στο σημείο αυτό, μπορούμε να μιλήσουμε για θεραπευτική ηθική, τότε αυτή διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο για να διατηρηθεί η κοινωνική συνοχή, ιδιαίτερα όπου υφίσταται πολιτική κενότητα και αταξία. Μέλημά της, μάλιστα, είναι να βρει καθοριστικές αφορμές δράσης, ανάμεσα σε μαζικές  ιδεολογίες και τις επιθετικές τους πρωτοβουλίες εις βάρος αυτών οι οποίοι, καλώς ή κακώς, δεν εναρμονίζονται σε αυτές.

   Έχει υποστηριχθεί ότι, τα εντυπωσιακά άλματα της ιατρικής κατά τον 20ό αιώνα, όπως είναι η ανακάλυψη της ινσουλίνης ή των αντιβιοτικών, καθώς και η ραγδαία ανάπτυξη της μοριακής βιολογίας, είναι πιθανόν να οδηγήσουν τους επαγγελματίες της υγείας, σε μια πολύ κοντόφθαλμη αντιμετώπιση της ενασχόλησής τους[15]. Οι επιτυχίες αυτές, ενδέχεται να παροτρύνουν τους θεράποντες σε μια αποκλειστικά βιοϊατρική αντίληψη της ίασης, κατά την οποία ο ασθενής δεν είναι παρά ένα σύνολο χημικών διαδικασιών. Σε μια τέτοια περίπτωση, σίγουρα αμβλύνεται η ευαισθησία του γιατρού – νοσηλευτή, σε ψυχοκοινωνικούς παράγοντες, οι οποίοι έχουν επιπτώσεις στη δημιουργία ή την συντήρηση της αρρώστιας. Καθίσταται λοιπόν φανερό, πως η επίγνωση όχι μόνο των βιολογικών διαστάσεων της αρρώστιας αλλά και των ψυχοκοινωνικών παραγόντων, παρέχουν πολύ καλύτερη ιατρική περίθαλψη[16]. Η συνειδητοποίηση της πολυπλοκότητας της ανθρώπινης φύσης, που ξεκινά από το μοριακό και το οργανικό και φθάνει μέχρι το διανοητικό, το συναισθηματικό, το οικογενειακό και το οικονομικό επίπεδο, σίγουρα είναι πλεονέκτημα για τη γνωστική φαρέτρα του γιατρού υπό τον όρο ότι οι διαθέσιμες, σε αυτόν, πληροφορίες έχουν αξιοπιστία και οι δομές μιας κοινωνικής ιατρικής είναι προσβάσιμες. Σε πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη[17] μαθαίνουμε ότι πρότυπο σε κάθε είδους πολεμική εναντίον της επιστημικής παρωπίδας και αδιαλλαξίας, ήταν  φερ` ειπείν ο Γάλλος ψυχίατρος και φιλόσοφος, FélixGuattari( 1930 – 1992). Ο ίδιος, ήταν ενάντια στην αυθεντία του ειδικού, που κατέχει τη γνώση, την περιχαράκωση στις στενές αρμοδιότητες του ρόλου του νοσηλευτή, του ψυχολόγου, του ψυχοθεραπευτή, ενάντια στην εξουσία των γιατρών και στις ιεραρχίες. Ήταν πάντα ανοικτός στην έκπληξη και το Συμβάν[18].

    Ας έρθουμε τώρα στην εποχή του μεταμοντερνισμού, την απολύτως παρούσα, αυτήν του 21ου αιώνα. Ζούμε την εικονική πραγματικότητα, οι ρυθμοί ζωής είναι ιλλιγιωδώς εξελικτικοί, με τη διάχυση της διαφήμισης να διασπείρει, μεγαλοποιώντας ή αμαυρώνοντας, τη φήμη μας. Το μέχρι πρότινος μόνιμο, θεωρείται ήδη παροδικό. Η αμφισβήτηση σκιάζει τα πάντα: από τους θεσμούς – που οδηγούν στην περιχαράκωση και την αλληλοκτονία - μέχρι και την επιστήμη και την τέχνη. Η ελευθερία και η αίσθησή της, απομαγεύθηκαν. Ο μεταμοντέρνος άνθρωπος, ζει την ελευθερία ως ένα πρόσθετο εμπορικό αγαθό. Τη ζει για να την καταναλώσει. Επίσης η ίδια η συμμετοχή μας έχει γίνει εικονική, η άλλοτε φυσική μας παρουσία έχει χάσει τη ζώσα της μαρτυρία. Οι ενστικτώδεις επιθυμίες μας παλινδρομούν μεταξύ κόρου και απληστίαςκαι η κοινωνική μας συσχέτιση, είναι τυποποιημένη. Σε αυτά προστίθενται οι εύθραυστες εργασιακές σχέσεις, ο ακραίος σχετικισμός στις αξίες και η απώλεια σταθερών αξιών αναφοράς. Όλα τούτα, σχετίζονται με τις επιστημονικές μεθόδους, και αλληλεπιδρούν με νέα επιστημολογικά μοντέλα όπως είναι η ανάδυση της θεωρίας του χάους και της κβαντομηχανικής, τα οποία προσδίδουν καινούργιο δυναμισμό σε πάμπολλα φυσικά και κοινωνικά συστήματα. Αυτό εν, ολίγοις, είναι το ανθρωπολογικό τοπίο του σήμερα. Οι επιστήμες της υγείας, ας αρθούν πάνω από τις όποιες δημεγερτικές ιδεολογίες και τις μεταμφιεστικές λειτουργίες τους για να προχωρήσουν στο έργο τους  έργο, πρωτίστως, ανθρωπιστικό, το οποίο εκτείνεται πέραν των αρχικών ιδεογενών δεσμών μεταξύ των ατόμων.

    Αδυσώπητα αιτήματα προς την επιστήμη της ιατρικής των ημερών μας, είναι η με όποιο κόστος συντήρηση και επιμήκυνση της ζωής, η απόσπαση συνυπευθυνότητας, από αυτήν, για την επιλογή του τέλους μας, η απάλυνση ή η θεραπεία του περιορισμένου ή εκτεταμένου πόνου, η κατ` επιλογήν αναπαραγωγή, κ.ο.κ. Το σημαντικό στην περίπτωση αυτή, είναι η, πρόσωπο με πρόσωπο, αντιμετώπιση των βιοηθικών ζητημάτων που προκύπτουν. Ιδού μερικά από αυτά: δωρεά οργάνων, αυτοκτονία, ευθανασία, αναπηρία και κοινωνικός αποκλεισμός, αλλαγή φύλου, αποθέωση του πειραματισμού, πλαστικές επεμβάσεις. Θέματα, τα οποία βέβαια θα ήταν άδικο κανείς να προσπεράσει, εφόσον σχετίζονται με ειδικότερα θέματα διαχείρισης του ενδιαφερόμενου. Αφής στιγμής μάλιστα, όλα αυτά, γίνονται αντικείμενο δημοσίων συζητήσεων, με γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον του «πάσχοντα», τα πράγματα δεν είναι τόσο μονοσήμαντα όσο αρχικά φαίνονται. Κατά συνέπεια, η ιατρική έρευνα και η συνδρομή υποθάλπονται εις το διηνεκές. Έτσι σιγά σιγά επέρχεται αλλαγή αντιλήψεων και πεποιθήσεωνορισμένες από τις οποίες, πράγματι, ισοδυναμούσαν με δεισιδαιμονίες που χρόνιζαν[19].Η καινούργια λοιπόν γνώση, συνιστά μια μορφή αφύπνισης από την αίσθηση ότι υπάρχει μία και μοναδική αλήθεια. Προκαλεί επίσης ρήγματα στην ορθολογική σκέψη για να επαναφέρει το μη-ορθολογικό,  και το ανεξέλεγκτο στο παιχνίδι. Με την έννοιαν αυτήν, αποφεύγονται, στην εποχή του μεταμοντερνισμού, οι προγνώσεις κάθε είδους.Παράλληλα, η εξατομίκευση, συνιστά δομικό νόμο του κοινωνικού είναι, και η απορρέουσα ηθική στάση, υπάρχει ως χρηστότητα του μονωμένου κατακερματισμού των συλλιγικοτήτων. Έτσι ο, λεγόμενος, ατομικισμός αφίσταται από τον κοινό νου του πλήθους και συναρτάται πρόδηλα με άλλα γνωρίσματα του συστήματος, όπως είναι: οι προσωπικές επιλογές, το λανθάνον ύφος μας, τα ιδιωφελή κίνητρα, η περιωπή της κατ` ιδίαν προβολής μας κ.λπ.

   Η δυτική ιατρική στην οποίαν αναφερθήκαμε, καταβάλλει αγώνα για να παραμείνει ανθρωποκεντρική. Πώς; Αναθεωρώντας, προς το καλύτερο, τη σχέση αρρώστου – ιατρού, διαχειριζόμενη, με τον πιο πρόσφορο τρόπο, τη συναισθηματική εμπλοκή μεταξύ τους, εγκύπτοντας στον διαπολιτισμικά άρρωστο, επιστρατεύοντας εθελοντές, φροντίζοντας τους χρονίως πάσχοντες και ανταποκρινόμενη σε ιδιαιτερότητες παιδιών, ενηλίκων και υπερηλίκων.  Συν τοις άλλοις, οι ιατρικές υπηρεσίες οφείλουν να κάνουν το παν για την προαγωγή μιας ισότιμης ευκαιρίας, σε όλους μας, στο αγαθό της υγείας. Ο γιατρός, χρησιμοποιώντας ως όπλα τον διαθέσιμο χρόνο του, την κατανόηση και την εγκαρδιότητα, ας συμβάλλει θετικά στη διαμόρφωση της ταυτότητας της ιατρικής τον 21ο αιώνα. Μιας ταυτότητας που ολοένα παγκοσμιοποιείται, εν μέσω τεχνολογικών επαναστάσεων, που εξαπλώνονται με τη μορφή πανδημίας. Μέσα από το επιστημονικό και κοινωνικό τους έργο, οι αντιπρόσωποι της υγείας  δίνουν σκοπό σε ένα λειτούργημα, το οποίο περιβάλλεται από ένα κόσμο χωρίς σκοπό. Σε μια ζωή, όπως τη δική μας, επεισοδιακή και πολύτροπη, με ξέφρενους ρυθμούς κινητικότητας, και με εμφάνιση νέων ασθενειών, οι αντιπρόσωποι της υγείας, έχουν την υποχρέωση να επαναϊεραρχήσουν τις προτεραιότητες τους, και να θωρακιστούν κατά της υπερβολής, από τη μια, και κατά της υπεραπλούστευσης από την άλλη. Στάσεις, οι οποίες, δυστυχώς, βλέπουν δύο μόνο χρώματα, το άσπρο και το μαύρο. Οι συμπεριφορές αυτές, με τη σειρά τους, εμπνέονται από το νόημα της τεχνικής, το οποίο σήμερα άλλαξε άρδην.  Το νόημα αυτό, δεν στοχεύει πλέον στην ωριμότητα αλλά στην ισχύ. Ωστόσο, η ιατρική πράξη, είναι πάνω από όλα ηθική δύναμη ψυχής, που συνδέεται αναπόσπαστα με την υλική επάρκεια. Υπό το πρίσμα αυτό, τόσο η σωματική όσο και η ψυχική μας υγεία, είναι δέσμιες των υλικών μέσων και της, τουλάχιστον, στοιχειώδους παιδείας μας. Με τη λογική αυτή, και εμείς δεν απομακρύνουμε τις ελπίδες μας από την επιστήμη της διάγνωσης και της θεραπείας ασθενών, πιστεύοντας ότι θα  είναι όχι μόνο χρήσιμη και ρεαλιστική αλλά και καρποφόρα στο θαυμαστό παράδοξο, που λέγεται: ανθρώπινη ζωή.

Σημειώσεις

[1]Βλ. Γ. Χριστιανίδης, Δ. Διαλέτης, Γ. Παπαδόπουλος, Κ. Γαβρόγλου, Ελληνική Φιλοσοφία και Επιστήμη, τ.Β΄: Οι Επιστήμες στην Αρχαία Ελλάδα, στο Βυζάντιο και στον Νεότερο Ελληνισμό, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα, 2000, σ. 235

[2]Αυτόθι, σ. 236

[3]Αυτόθι. σ. 237

[4]Αυτόθι, σ. 238

[5]Αυτόθι, σ. 243

[6]Αυτόθι, σ. 244

[7]Αυτόθι, σ. 305

[8]Αυτόθι, σ. 306

[9]Α. Αυγουστίδης, Η Ανθρώπινη Επιθετικότητα. Ποιμαντική και Ψυχολογική Προσέγγιση στην «Κλίμακα» του Αγίου Ιωάννη του Σιναΐτου, διδακτορική διατριβή, Ακρίτας, Αθήνα, 1999, σ. 15

[10]Αυτόθι, σ. 71

[11]Βλ. Αυτόθι, σσ. 181 – 208 και 213 - 287

[12]Π. Βαλλιάνος, Βυζαντινός και Δυτικός Κόσμος, τ. Β΄: Αναγέννηση και Ουμανισμός, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα, 2001, σ. 18.

[13]Γ. Παπαδόπουλος (Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια), Παράκελσος. Ο Λαβύρινθος των Πλανημένων Ιατρών (LabyrinthusMedicorum  Errantium), Παπαζήσης, Αθήνα, 2002, σ. 16

[14]Αυτόθι, σ. 48

[15]Βλ. K. Schaffner, «Φιλοσοφία της ιατρικής», στο: M. Salmon, J. Earman, C. Glymour, J. Lennox, P. Machamer, J. Macguire, J. Norton, W. Salmon, K. Schaffner, Εισαγωγή στη Φιλοσοφία της Επιστήμης, μτφ., Π. Θεοδώρου, Κ. Πωγωνδιώτης, Γ. Φουρτούνης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο, 2007, σ. 435.

[16]Αυτόθι, σ. 437

[17]Βλ. Κ. Μάτσα, «Η σχέση κλινικής πράξης και πολιτικής της χειραφέτησης μέσα στον ψυχιατρικό θεσμό από τη σκοπιά του FélixGuattari. Η εμπειρία του 18 και Άνω», Τα Τετράδια Ψυχιατρικής, 1 (Μάιος – Αύγουστος 2015), σσ. 53 – 59.

[18]Αυτόθι, σ. 54

[19]Πβ. Τη μελέτη του νεοέλληνα διαφωτιστή Ευγένιου Βούλγαρη (1716 – 1806), Διατριβή περί της Ευθανασίας ή περί της τον Θάνατον Καρτερίας, Αγία Πετρούπολη, 1804 και τη σύγχρονη απόδοσή της.: Ευγ. Βούλγαρης, Διατριβή περί Ευθανασίας και Διαθήκη, μτφ., Γ. Δημολιάτης και Μαν. Γαλανάκης, επιμέλεια, Γ. Δημολιάτης και Μαν. Γαλανάκης, Εξάντας, Αθήνα, 2005. Είναι αξιοσημείωτο ότι διακόσια χρόνια και πλέον μετά από την έκδοση της πραγματείας αυτής, το ζήτημα της ευθανασίας επανέρχεται δραστικά στο προσκήνιο του βιοηθικού προβληματισμού.

Βιβλιογραφία

    Αυγουστίδης, Α. Η Ανθρώπινη Επιθετικότητα. Ποιμαντική και Ψυχολογική Προσέγγιση στην «Κλίμακα» του Αγίου Ιωάννη του Σιναΐτου, διδακτορική διατριβή, Ακρίτας, Αθήνα, 1999.

     Βαλλιάνος, Π. Βυζαντινός και Δυτικός Κόσμος, τ. Β΄: Αναγέννηση και Ουμανισμός, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα, 2001.

     Βούλγαρης, Ε. Διατριβή περί Ευθανασίας και Διαθήκη, μτφ., Γ. Δημολιάτης και Μαν. Γαλανάκης, επιμέλεια, Γ. Δημολιάτης και Μαν. Γαλανάκης, Εξάντας, Αθήνα, 2005.

    Βούλγαρης, Ε.,   Διατριβή περί της Ευθανασίας ή περί της τον Θάνατον Καρτερίας, Αγία Πετρούπολη, 1804.

     Μάτσα, Κ. «Η σχέση κλινικής πράξης και πολιτικής της χειραφέτησης μέσα στον ψυχιατρικό θεσμό από τη σκοπιά του FélixGuattari. Η εμπειρία του 18 και Άνω», Τα Τετράδια Ψυχιατρικής, 1 (Μάιος – Αύγουστος 2015)

    Παπαδόπουλος, Γ. (Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια), Παράκελσος. Ο Λαβύρινθος των Πλανημένων Ιατρών (LabyrinthusMedicorum  Errantium), Παπαζήσης, Αθήνα, 2002.

    Χριστιανίδης, Γ., Διαλέτης, Δ., Παπαδόπουλος, Γ., Γαβρόγλου, Κ. Ελληνική Φιλοσοφία και Επιστήμη, τ.Β΄: Οι Επιστήμες στην Αρχαία Ελλάδα, στο Βυζάντιο και στον Νεότερο Ελληνισμό, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα, 2000.

  Salmon, M., Earman, J., Glymour, C., Lennox, J., Machamer, P.,  Macguire, J., Norton, J., Salmon, W., Schaffner, K., Εισαγωγή στη Φιλοσοφία της Επιστήμης, μτφ., Π. Θεοδώρου, Κ. Πωγωνδιώτης, Γ. Φουρτούνης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο, 2007

Περαιτέρω ενδεικτική βιβλιογραφία 

  Αξελός, Κ., «Ο ‘ιατρικός μύθος’ στον 20ό αιώνα», Προς την Πλανητική Σκέψη, μτφ., Π. Παπαδόπουλος, Εστία, Αθήνα,1996, σσ. 292 - 314

  Γέμτος, Π., Ο Άνθρωπος σε ένα Ψυχρό, Αδιάφορο και Εχθρικό Κόσμο. Η Απολογία του Σύγχρονου Ανθρώπου, Παπαζήσης, Αθήνα, 2015

  Κονδύλης, Π., «Η θνητότητα του ανθρώπου», Το Πολιτικό και ο Άνθρωπος. Βασικά Στοιχεία της Κοινωνικής Οντολογίας,τ. Ι α, μτφ., Λ. Αναγνώστου, Θεμέλιο, Αθήνα, 2007, σσ. 315 – 327

  Τζαβάρας, Θ., & Τζαβάρα, Ε., Μαθήματα Ιατρικής. Παθήματα Ψυχής, Εξάντας, Αθήνα, 2004.

  Φαραντάκης, Π., «Φιλοσοφική ανθρωπολογία: σκέψεις για το ευ ζην και το ευ θνήσκειν», Σύναψις. Τριμηνιαία Επιθεώρηση Ψυχιατρικής, Νευροεπιστημών και Επιστημών του Ανθρώπου, 41 ( Απρίλιος – Μάιος – Ιούνιος του 2016), σσ. 34-42.

  Φαραντάκης, Π., «Προς μια οικουμενική ηθική τάξη;», Εμπράγματη Μεταφυσική. Ινδάλματα και Αυταπάτες ενός Ψυχολογικού Ιδεαλισμού, Επέκταση, Κατερίνη, 1998, σσ. 51 – 58.

  Arendt, H., «Η ζωή ως ύψιστο αγαθό», Η Ανθρώπινη Κατάσταση, μτφ., Γ. Λυκιαρδόπουλος & Στ. Ροζάνης, Γνώση, Αθήνα, 2008, σσ. 423 – 431.

  Bernard, J., Η Βιοηθική, μτφ., Ε. Σπανού, Τραυλός, Αθήνα, 1996.

  Canguilhem, G., Το Κανονικό και το Παθολογικό, μτφ., Γ. Φουρτούνης, Νήσος, Αθήνα, 2007

  DeWaal, Fr., Πρωτεύοντα και Φιλόσοφοι. Πώς Εξελίχθηκε η Ηθική, μτφ., Χρ. Στεργίου, Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2015

  Eagleton, T., Το Νόημα της Ζωής, μτφ., Α. Ανδρεάδης, Θύραθεν, Αθήνα,

2007.

  Kuczewski, M., & Polansky, R., Βιοηθική. Αρχαία Θέματα σε Σύγχρονους Προβληματισμούς, μφτ., Μ. Κατσιμίτσης, Τραυλός, Αθήνα, 2007.

  Williams, B., Η Ηθική και τα Όρια της Φιλοσοφίας, μτφ., Χρ. Γραμμένου, Αρσενίδης, Αθήνα, 2009.

  *Αναθεωρημένη διάλεξη, η οποία δόθηκε στα εγκαίνια της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας, του Παραρτήματος Θήβας, την 26η Νοεμβρίου 2016, στο Συνεδριακό Κέντρο Θηβών. Ο Πέτρος Φαραντάκης, είναι διευθυντής ακαδημαϊκού προγράμματος στο Bilston Community College στο Λονδίνο

 

πηγή: Αντίφωνο

 

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ