Ο Θεόδωρος Ι. Ζιάκας και ο Νίκος Μαυρίδης συζητούν για τον Μηδενισμό, τα αδιέξοδα και τις εξόδους διαφυγής του σύγχρονου κόσμου.
Επίκεντρο της συζήτησης είναι η γενεαλογία του μηδενισμού με γνώμονα την σύγκρουση ανάμεσα στον ατομικισμό και το κοινωνείν.
Μιλούν επίσης για την κοινωνική οντολογία του ελληνικού βίου ως οικουμενικού παρελθόντος αλλά και προοπτικής θέασης των μελλούμενων.
Λόγος υπέρ του Αχιλλέα
Ο Αχιλλέας, στην Ιλιάδα που εγώ τουλάχιστον έχω υπόψη μου, ποτέ δεν είναι “σκέτο άτομο με τη βούλησή του”. Πάντα εντάσσεται σε κάποια συλλογικότητα. Πάντα!
Πρώτα πρώτα είναι οι Μυρμιδόνες του. Σύντροφοι εν όπλοις και εταίροι. Έθνος εταίρων ή ας πούμε μια μικρή κινητή πατρίδα μέσα στην οικουμένη των Αχαιών.
Οι Μυρμιδόνες και ο ακράνης του Πάτροκλος δεν εγκαταλείπουν την οικουμενική συλλογικότητα των Αχαιών όπως και όσο αποφασίζει να την εγκαταλείψει ο Αχιλλέας. Αν λοιπόν ο Αχιλλέας υπάρχει κάπως και μέσα στους Μυρμιδόνες του τότε ούτε και η του Αχιλλέα αποχή από την συλλογικότητα είναι πλήρης και απόλυτη.
Αλλά ας δούμε τι είναι αυτή η αποχή ως προς την οικουμενική συλλογικότητα των Αχαιών. Είναι σκέτος ωφελιμισμός, σκέτη ιδιοτέλεια επειδή ο Αγαμέμνονας τον έριξε στο πλιάτσικο και του έφαγε την γκόμενα; Κατηγορηματικά, όχι! Ο Αγαμέμνονας κάτω από την ανάγκη να εξευμενίσει το θείο και να αποκαταστήσει τις απαραίτητες καλές σχέσεις μαζί του αδικεί τον Αχιλλέα και παραβιάζει την ισότητα. Αυτό σημαίνει ότι παραβιάζει τον βασικό όρο ύπαρξης και αναπαραγωγής του έθνους των εταίρων σε οικουμενικό επίπεδο. Όλοι σ’ αυτό συμφωνούν και δίνουν δίκιο στον Αχιλλέα. Απλώς μόνο ο Αχιλλέας ίσταται, έστω και μόνος, έναντι της συλλογικότητας που πάει να ανεχτεί το πρώτο βήμα του Αγαμέμνονα προς την κολεκτιβιστική (ανατολίτικη και δεσποτική) υποστροφή. Για την ακρίβεια, δίνει το παράδειγμα της σωστής στάσης που πρέπει να τηρήσουν οι εταίροι προκειμένου να σώσουν την συγκεκριμένη συλλογικότητα η οποία τους καθιστά ίσους και εταίρους. Δεν ίσταται χώρια για να την καταστρέψει αλλά για να την σώσει. Αρνείται, έστω και μόνος του, να νομιμοποιήσει το πραξικόπημα του Αγαμέμνονα. Αν δεν τα είχε σπάσει και καταγγείλει τον Αγαμέμνονα, βρίζοντας τον κατάμουτρα “κυνόπα” και “κερδαλεόφρονα”, το έθνος εταίρων θα είχε γίνει σε λιγάκι όπως κι εκείνο των Τρώων και ο Αχιλλέας θα είχε γίνει κάτι σαν το σεμνό, υπάκουο και φρόνιμο παιδί, που αν και ξέρει ότι οι Τρώες έχουν άδικο δεν επαναστατεί και εκών άκων πεθαίνει “για την πατρίδα”. Εννοώ τον Έκτορα.
Η στάση του Αχιλλέα είναι κλασική και ταυτοτητοποιητική. Δείχνει στον καθέναν μας εσαεί τον τρόπο να χειρίζεται παρόμοιες καταστάσεις και ότι η αλήθεια δεν εξαρτάται από την ισχύ (του Αγαμέμνονα) ούτε κι από την πλειοψηφία (την σιωπηλή των Αχαιών).
Αλλά ας δούμε και μια άλλη πλευρά του Αχιλλέας για να είμαστε δίκαιοι απέναντί του. Είναι ο Αχιλλέας ένας φονιάς; Αυτό είναι το κίνητρό που τον κάνει τόσο καλό και γενναίο πολεμιστή; Ο φόνος;
Και πάλι απαντάω κατηγορηματικά, όχι! Ο Αχιλλέας είναι όπως είναι όλοι πολεμιστής. Μόνο που θέλει να είναι ο πρώτος και ο καλύτερος! Ο πόλεμος, η θάλασσα, η αγορά και η γη είναι για τους Αχαιούς (και για όλους τους Έλληνες) τα λαμπρά πεδία της δόξης. Τέτραθλο, όπου αναδεικνύουν την αξία τους και γυρεύουν τον έπαινο του δήμου και των σοφιστών. Χωρίς αυτά απλώς είναι “τίποτα”. Υπό των μεγίστων νικηθέντες, τιμής-δέους και ωφελείας, με σύγκραση του πρώτου και του τρίτου και αποπομπή του δεύτερου ενώ ηγετικό παραμένει έκτοτε το πρώτο, στον πόλεμο, στη θάλασσα, στην αγορά και στη γη (οικονομία,σήμερα) συνδιαλέγονται με την Αθανασία και τις θέτουν το ερώτημα: “τι ζητάς αθανασία στο μπαλκόνι μου μπροστά”.
Ο Αχιλλέας δεν γουστάρει αυτούς καθ’ αυτούς τους φόνους αν και δεν διστάζει να σκοτώσει και να αφανίσει όποιον βρει μπροστά του. Ο Αχιλλέας θέλει τη δόξα, την αθανασία. Αναζητά τον Αλέξανδρο, ή τους “δικούς μου” Παρέξενους Φτωχούς Στρατιώτες για να ζήσει μέσα στην ψυχή τους, στα συμπόσιά τους και στους αγώνες τους για ευ ζην και θνήσκειν, για το αληθεύειν και το κοινωνείν. Έχει πλήρη επίγνωση για όλα αυτά και τα γυρεύει εμμονικά και ..δαιμονικά.
Και αυτό είναι άλλο ένα κλασικό και ταυτοτητοποιητικό παράδειγμα για το πώς πρέπει να βλέπουμε τη ζωή, όσο βέβαια παραμένουμε στο τρίγωνο του ατόμου (τιμή-δέος-ωφέλεια) και δεν το υπερβαίνουμε καλπάζοντας, σαν Αη Γιώργηδες, προς την Άνω Πόλη με το άλογο της Ορθοδοξίας.
Ο αγώνας αυτός του Αχιλλέα για τον φίλο που σκοτώθηκε αλλά και για να σκοτωθεί ο ίδιος επειδή δεν αντέχει τη ζωή χωρίς αυτόν αλλά και επειδή δεν αξίζει η άδοξη ζωή είναι μια δοκιμασία και των ορίων του. Τα εξαντλεί για να δει πόσο τελικά αξίζει, αναζητά εναγωνίως να βρει έναν καλύτερο του για να είναι ένδοξος ο θάνατός του. Όπλο του είναι το “όπλον”, η ασπίδα. Η ιδέα δηλ που έχουν θεοί και Αχαιοί για τον Κόσμο και την οποία εικονίζει ο Ήφαιστος επάνω της, με περίσσιο μεράκι και τέχνη.
Αυτή η ασπίδα συνδέει τον Αχιλλέα με τον Οδυσσέα. Ο Οδυσσέας είναι ο ώριμος Αχιλλέας, με γυναίκα και παιδί. Οι Αχαιοί διαλέγουν αυτόν και όχι τον Αίαντα για να φέρει τα όπλα του Αχιλλέα. Το πλεονέκτημά του είναι η φρόνηση και η σωφροσύνη. Αυτά κλίνουν την πλάστιγγα υπέρ του.
Και είναι αυτά τα μόρια της ψυχής του που θα τον προφυλάξουν και θα τον σώσουν στο μεγάλο ταξίδι.
Οι σύντροφοί του χάνονται γιατί, παρά τις οδηγίες του, τρώνε τα βόδια του Ήλιου. Η ανάγκη για το ζην καταστρέφει το ευ ζην, την επιστροφή στην πατρίδα. Δεν είναι γι’ αυτό υπεύθυνος ο Οδυσσέας. Όπως δεν είναι υπεύθυνος για την βλακεία τους ν’ ανοίξουν τον ασκό του Αιόλου ενώ εκείνος κοιμάται και ενώ ήδη φαίνεται ο καπνός της Ιθάκης.
Τελικά, ακόμη μια φορά κοιμισμένος, επιστρέφει στην Ιθάκη. “Περνάει στην παρανομία”, εξ αρχής. Στην παρανομία της “νομιμότητας” των Μνηστήρων. Προσπαθώντας συνέχεια να υπερφαλαγγίσουν την νομιμότητα του Οδυσσέα, το πολίτευμα της Ιθάκης, αλλά χωρίς να μπορούν και να την καταργήσουν άμεσα, εξυφαίνουν συνωμοσίες κάτω από τα ραντάρ ενώ η Πηνελόπη υφαίνει και ξευφαίνει. Είναι τέτοια η ισχύς του πολιτεύματος, και μάλιστα ενώ ο βασιλιάς λείπει είκοσι χρόνια, που ο λόγος της Πηνελόπης είναι νόμος. Πρέπει να τελειώσει το σάβανο του Λαέρτη για να τεθεί…πολιτειακό ζήτημα! Μόνο μετά την αποκάλυψη της πονηριάς της η νομιμότητα καταλύεται και οι Μνηστήρες πλησιάζουν στην ολοκλήρωση του πραξικοπήματός τους. Το παλάτι διχάζεται και ετοιμάζεται για σύγκρουση, για εμφύλιο πόλεμο. Ο Οδυσσέας, λοιπόν, όταν πολεμάει για τον οίκο του πολεμάει για το πολίτευμα που έχει αποδειχθεί λειτουργικό και στην απουσία του. Μη αρχόμενοι υπό του Οδυσσέα, μια χαρά τα κατάφεραν είκοσι χρόνια οι Ιθακίσιοι. Υπερασπίζεται την συλλογικότητα άμεσα από τύπους που θέλουν να τρώνε, να πίνουν και να γαμούνε. Υπερασπίζεται τον τρόπο ζωής, το ευ ζην έναντι του μηδενισμού. Δεν υπερασπίζεται απλώς τον οίκο του και την οικογενειοκρατία. Άλλωστε έχει και παρακάτω. Ο Ευ-πείθης είναι πατέρας του Αντί-Νοου και αρχηγός της μειοψηφίας που ηττήθηκε στον πρώτο γύρο. Επιδιώκει έναν δεύτερο γύρο για να εκδικηθεί τον γυιο του μα τον σκοτώνει ο Λαέρτης. “Κάλλιο πατέρας του φονιά παρά του σκοτωμένου” θα μπορούσαμε να παραφράσουμε. Η σύγκρουση δηλαδή δεν είναι ανάμεσα σε εχθρούς και υπέρμαχους της οικογενειοκρατίας αλλά ανάμεσα σε αντιλήψεις για το ευ ζην. Την ειρήνη τελικά θα εμπνεύσει η θεά της Σοφίας.
«Θιακοί, σταθείτε! Πια τον πόλεμο τον άγριο παρατάτε,
μιαν ώρα αρχύτερα αναιμάτωτα να χωριστείτε ως φίλοι!»
Είπε η Αθηνά, κι αυτούς ολόχλωμη τους έπιασε τρομάρα,
κι απ᾿ τον τρανό τους φόβο τ᾿ άρματα τους φεύγαν άπ᾿ τα χέρια,
και στης θεϊκιάς λαλιάς το αντίφωνο στο χώμα πέφταν όλα’
κι ατοί τους για το κάστρο το ‘βαζαν στα πόδια, να γλιτώσουν.
Κύριε Σαλεμή τα σχόλιά σας είναι ενδιαφέροντα αλλά και εκτενή. Ως εκ τούτου θα απαντήσω λίγο πιο οργανωμένα στο blog μου ([url]”http://blogs.antifono.gr/istologia/mesostego”[/url]).
Κύριε Μαυρίδη
Αν απαντήσετε εσείς στο μπλογκ σας υποθέτω ότι πρέπει να απαντήσω κι εγώ στο δικό μου. Πώς θα μιλάμε χώρια και θα συνεννοούμεθα μαζί; Κάμετε όπως νομίζετε.
Ας το αφήσουμε τότε…