Η πτώση της έπαρσης

0
424

Γιώργος Καστρινάκης  

Ας συμφωνήσουμε πρώτα στους ορισμούς: Τέχνη είναι τόσο το πολιτιστικό προϊόν το οποίο καταναλώνεται από το “πλήθος”, όσο και το πολιτιστικό προϊόν το οποίο καταναλώνεται από την “ελίτ”.
Η δ ι ά κ ρ ι σ η μεταξύ των δύο αυτών «αγορών» είναι επιφανές σ ύ μ π τ ω μ α της νεώτερης εποχής. Και αναδύεται, σε πρώτη ανάγνωση, ως σύμπτωμα κρίσης.
Σε μια προσεκτικώτερη διερεύνηση, ωστόσο, το φαινόμενο αυτό μπορεί και να εξηγείται διαφορετικά.

Κατά τη δεύτερη, τούτη, ανάγνωση η αποστασιοποίηση του μεγάλου κοινού απ’ το ρίγος της αληθινής τέχνης έρχεται ως φυσικό αποτέλεσμα μιας συνειδητής επιλογής της ελίτ: Της επιλογής να   υ π ο γ ρ α μ μ ί ζ ε ι,  πλέον, τήν  υ π ε ρ ο χ ή  της έναντι του πλήθους. Να μετεγγράφει δηλαδή την Επιρροή της σε (Υπερ)Εξουσία.

   Μιλώ ασφαλώς για τη γενέθλια ενέργεια του νεωτερικού διανοούμενου – κατ’ επέκταση, και του καλλιτέχνη: Να αξιοποιήσει επί ιδία ωφελεία τή χαρισματικότητά του, ώστε να μεταφράσει την ανωτερότητα σε κατίσχυση.

   Αρχίζει να παράγεται, λοιπόν, μια τέχνη που μεγεθύνει, προγραμματικά, την απόσταση μεταξύ του πομπού και του δέκτη της. Ο πρώτος προσβάλλει, περιφρονεί, προκαλεί. Ο δεύτερος αναδιπλώνεται, οπισθοχωρεί, αποσύρεται απ’ την καλλιτεχνική επικράτεια.
   Η (μετα)τέχνη απολαμβάνει, τότε, την αυτο-μόνωσή της. Οι γκαλερύ μένουν άδειες από… κοινούς θνητούς, καταφεύγουν ωστόσο στις γειτονιές των οικονομικά επιφανών. Ο καλλιτέχνης βρίσκει, εκεί, τους μαικήνες του − διαμέσου των οποίων επαληθεύει, πολύ απλά, τη δεσποτεία του.
   Οι απλοί άνθρωποι από την άλλη πλευρά, απροσανατόλιστοι, γίνεται πολύ πιθανό να εγκλωβιστούν στη χωροταξία τής ευτέλειας. Τόσο το χειρότερο γι’ αυτούς, αποφαίνεται ο κυρίαρχος λόγος: Η υπεροχή τών… εξόχων έχει τότε, αυταποδείκτως, κατοχυρωθεί!

   Πρόκειται για τη στιγμή κατά την οποία ο κόσμος, ολόκληρος, αφήνεται αθωράκιστος στο έλεος των επιδρομών του λαϊκισμού − ενός λαϊκισμού που προορίζεται να «δικαιώσει», ας παρατηρήσουμε, τον ελιτισμό: Ως… κοινωνική απειλή, τότε,  δ ε ν  θα επισημανθεί η πολιτιστική καθίζηση. Όλως αντιθέτως, ως κοινωνική απειλή (!) θα εξακολουθεί − από εφευρέσεως, άλλωστε, «διαφωτίσως» − να σημαίνεται η διατήρηση της εμπιστοσύνης του λαϊκού σώματος στο πλαίσιο αναφοράς, εκείνο, το οποίο μέχρι τότε διεφύλασσε (συν τοις άλλοις) την πολιτιστική απαιτητικότητα.
Η μεταφυσική, εν προκειμένω, αναγωγή του νοήματος της καθημερινότητας.

   Πώς αλλιώς, εν τέλει; Μια τέχνη που αυτονομείται από την κοινωνία, δεν μπορεί παρά να οδηγεί σε μια κοινωνία που αυτονομείται από την τέχνη.
Απόρροιες, και τα δύο, μιας αν-αναγώτιμης σε οποιαδήποτε αιτία Βούλησης τής διανοούμενης Συνείδησης να λειτουργήσει «σαν λωποδύτης τού ιδίου της αγαθού»*

* Οδυσσέας Ελύτης

πηγή: antifono.gr

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ