Περιδιαβάζοντας ο συντάκτης του παρόντος κειμένου στη βιβλιοθήκη του σπιτιού του, έπεσε πάνω σ’ ένα βιβλίο που είχε διαβάσει προ δεκαετίας και που πολύ τον είχε εντυπωσιάσει και επηρεάσει. Το βιβλίο τιτλοφορείται Ανθρωπολογία του τοπίου. Κλίματα, πολιτισμοί και θρησκείες, και συγγραφέας αυτού είναι ο Ιάπωνας φιλόσοφος Tetsuro Watsuji. Πρόκειται, στην πραγματικότητα, για ένα είδος «απάντησης» ή, μάλλον, συμπληρώματος στο περίφημο Είναι και Χρόνος του Martin Heidegger, τον οποίον ο Watsuji τιμά δεόντως. Θα λέγαμε, κάτι σαν Είναι και Χώρος, όπου αναδεικνύεται η θεμελιώδης -και παραμελημένη- σημασία της χωρικότητας (φύση, κλίμα, περιβάλλον, τοπίο) ως της μιας εκ των δύο όψεων της διττής (χωροχρονικής, ψυχοσωματικής, υπαρκτικής/κοινωνικής) δομής της ανθρώπινης ζωής, μαζί με τη χρονικότητα. Πράγματι, «όλες οι κοινωνικές δομές είναι αδύνατες αν παραβλέψουμε τη χωρική διάρθρωση της ανθρώπινης υποκειμενικότητας...η δε χρονικότητα δεν καθίσταται ιστορικότητα δίχως την κοινωνικότητα του υποκειμένου».
Ο Watsuji εκτυλίσσει μεθοδικά το θέμα του, εναλλάσσοντας εμβριθείς σκέψεις με καίριες παρατηρήσεις. Αναλύει τις 3 μεγάλες γεωγραφικές -και κλιματικές- επικράτειες που, κατά τη γνώμη του, διαμορφώνουν τους βασικούς παγκόσμιους πολιτισμούς: α. Ασία, βασίλειο των μουσώνων και της υγρασίας, β. Μέση Ανατολή, βασίλειο της ερήμου και της ξηρασίας και γ. Ευρώπη, περιοχή ήπιας σύνθεσης αμφοτέρων, όπου, σε αντιδιαστολή με τις προηγούμενες, η σχέση με τη φύση εμφανίζεται ως από ελάχιστα έως καθόλου συγκρουσιακή.
Καταπλήσσει στη μελέτη η ευγλωττία με την οποία αποκαλύπτονται οι νομοτελειακοί συσχετισμοί μεταξύ φυσικού περιβάλλοντος και ανθρώπινων έργων, κόσμου και κοσμοθεωρίας/ιδιοσυγκρασίας/νοοτροπίας. Φερ’ ειπείν, η άμεση σύνδεση ανάμεσα στο άνυδρο και εχθρικό τοπίο της αραβικής ερήμου με την εμφάνιση του προσωποπαγούς και επιτακτικού μονοθεϊσμού ή της ειρηνικής και υποτακτικής ινδικής ψυχής με την αδιαφιλονίκητη επιβλητικότητα της φύσης.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι σελίδες που αφιερώνει στη Νότια Ευρώπη, στη Μεσόγειο εν γένει και ειδικότερα στην Ελλάδα. Η βραχύτητα της αυτοψίας του στα μέρη μας καθόλου δεν τον εμπόδισε να σχηματίσει μια ολοκληρωμένη και ακριβή εικόνα, κάτι που διευκολύνθηκε μεθοδολογικώς και απ’ τη σχεδόν τέλεια αντίθεση που ενσαρκώνουν τα δεδομένα των υπό εξέταση γεωγραφικών ζωνών (π.χ. Αττική ή Αιγαίο Πέλαγος - διάφορες περιοχές της Ιαπωνίας).
«Οι διαφορετικές περιβαλλοντικές περιστάσεις αντιστοιχούν σε διαφορετικούς τρόπους αυτοκατανόησης ... οι άνθρωποι, ανάλογα με τα περιβάλλοντα στα οποία διαβιούν, παρουσιάζουν τα αντίστοιχα υπαρξιακά χαρακτηριστικά ... οι δε κλιματικές και γεωγραφικές διαφορές σημαίνουν διαφορές στη νοητική δομή των ανθρώπων» σημειώνει ο Watsuji. Η ελληνική Φύση -και η Φύση, κατά τον φιλόσοφό μας, είναι πάντοτε «ελληνική», «αραβική» ή «γερμανική», δεν υφίσταται «καθαρή» Φύση, ενώ κλίμα και τοπίο είναι με τη σειρά τους «ιστορικά»- έχει 3 θεμελιώδη γνωρίσματα. Είναι ευπειθής, έλλογη και εύθυμη. Η Πλάση τριγύρω αστράφτει μες στο ηλιόφως και παντού δεσπόζει «το Κυανούν», όπως έγραφε ο συγκινητικός Περικλής Γιαννόπουλος στο «Ελληνικόν χρώμα». «Στην Ελλάδα όλα είναι γλυκά, όλα είναι απαλά, όλα είναι γαλήνια» θα παρατηρήσει ο Chateaubriand στο Οδοιπορικό από το Παρίσι στην Ιερουσαλήμ. Και ο Flaubert θα γράψει από την Πάτρα στον Louis Bouilhet: «Η φύση έκανε τα πάντα γι’ αυτούς τους ανθρώπους (τους Έλληνες), γλώσσα, τοπίο, ανατομία και ήλιο, μέχρι και το σχήμα των βουνών, λες κι είναι λαξευμένα, με γραμμές αρμονικότερες απ’ οπουδήποτε αλλού». Μέσα, λοιπόν, σ’ αυτές τις συγκεκριμένες χωροχρονικές συντεταγμένες διαμορφώνονται οι εποπτικές και θυμικές προσλαμβάνουσες ενός συγκεκριμένου ανθρωπολογικού τύπου, δημιουργήματος και συνάμα δημιουργού αυτού που ο Georg Simmel ονόμασε «ψυχικό τόνο του τοπίου», που οφείλουμε να λαβαίνουμε υπόψη στην προσπάθειά μας ν’ αναζητήσουμε ή ν’ αναθεωρήσουμε ταυτότητα, προσανατολισμό, κριτήριο και ερμηνεία, τόσο σε κοινωνιολογικό όσο και υπαρξιακό επίπεδο.
Στο κατά τα άλλα ουδέτερο βιβλίο του Tetsuro Watsuji διακρίνεται ένα αμυδρό αξιολογικό χρωμάτισμα: η γλυκύτητα της θερμοκρασίας, η λαμπρότητα του φωτός, η διαύγεια του ουρανού, η διαφάνεια και η πραότητα της θάλασσας, η συνέπεια των εποχών, η ακινδυνότητα της φύσης και των φυσικών φαινομένων, η επακόλουθη κουλτούρα διατροφής, ένδυσης και οίκησης, κ.α., δεν ορίζουν απλώς μεμονωμένους τρόπους διαβίωσης ενός ατόμου κι ενός πολιτισμού, αλλά στην ουσία καθορίζουν το ευρύτερο οντολογικό πλαίσιο, στο οποίο η ανθρώπινη ύπαρξη συλλαμβάνει τον εαυτόν της. Και αυτό το πλαίσιο, το ελληνικό πλαίσιο, είναι «αντικειμενικώς ωραίο», προσφέροντας στην καρδιά της ανοικειότητας του Είναι τους όρους μιας πρωτοφανούς οικειότητας. Ο ξένος, ήτοι ο άνθρωπος που έρχεται στη ζωή, δύναται να αισθανθεί κάτι σαν φιλοξενία, εμπιστοσύνη. Η Φύση είναι φιλική. Αγαπά μεν να κρύβεται αλλά όχι να κρύβει, αφού τα πάντα ξεπροβάλλουν φωτεινά, μειλίχια και προβλέψιμα. Αυτό -κι ας συγχωρέσει ο αναγνώστης τους αλματώδεις συλλογισμούς- οδήγησε στο ν’ απολέσει η Φύση τη μεταφυσική της σύσταση και διάσταση, και να μετατραπεί σε έτοιμο Σκηνικό, ο δε Έλληνας άνθρωπος, ωσάν παιδί, βυθισμένος στις αισθήσεις, τις ανέσεις και τις χαρές, να αναχθεί σε εγωπαθές κέντρο και αμέριμνο δικαιούχο, χάνοντας κι αυτός σιγά-σιγά, με τη σειρά του, την αίσθηση της Τύχης (τυχαιότητας, ευτυχίας κι επισφάλειας). Κι αφ’ ης στιγμής χαθεί η επίγνωση τόσο του συμπτωματικού (ο λαχνός που μάς έλαχε και γεννηθήκαμε εδώ) όσο και του ωραίου (πόσο όμορφα είναι σ’ αυτήν εδώ τη γωνιά του πλανήτη), εκλείπει η δοξολογική ικανότητα, η ανάγκη ευγνωμοσύνης, που διατηρεί το άτομο, την κοινότητα και τον λαό σε υπαρξιακή εγρήγορση, ηθική αξιοπρέπεια, συλλογική συνείδηση και πρακτική αεικινησία. Στοιχεία αυτά τα τελευταία που επήρκεσαν κατά την αρχαιότητα αλλά φθίνουν με την πάροδο των χρόνων.
Ωστόσο, η ίδια η καλοτυχία, που δια της ραστώνης αποκοιμίζει, μπορεί δια της ευχαριστίας ν’ αφυπνίσει. Μπορεί ν’ αποτελέσει μια στέρεη μεταφυσική βάση για την ανάπτυξη τόσο των ατομικών όσο και των συλλογικών δυνατοτήτων. Βέβαια, κάτι τέτοιο συνήθως συμβαίνει όταν το κεκτημένο απειλείται...
Δια της Γεωγραφίας (που είναι «ιστορική») πιθανόν να διεκδικηθεί κάτι από όσα η Ιστορία (που είναι «γεωγραφική») θεωρεί ήδη χαμένα. Πρώτα απ’ όλα, ταυτότητα και προορισμό. Ο τόπος είναι τωόντι ευλογημένος, περιούσιος. Επ’ ουδενί, όμως, ο λαός! Να πώς τελειώνει το βιβλίο του Watsuji: «Οφείλουμε ν’ αγαπήσουμε το κλίμα μας και να κατανοήσουμε το νόημα του πεπρωμένου να έχουμε γεννηθεί εντός του. Τούτο δεν σημαίνει ότι το εν λόγω πεπρωμένο είναι κάτι εξαίσιο καθ’ αυτόν, ούτε ότι πρέπει να θεωρήσουμε εαυτούς κορώνα των λαών, αλλά, εάν το εμπεδώσουμε και το υπερβούμε, θα μπορέσουμε να συνεισφέρουμε στον παγκόσμιο πολιτισμό κάτι ιδιαίτερο που δεν μπορούν να προσφέρουν άλλοι λαοί».
Πρώτη έντυπη δημοσίευση στο περιοδικό "Φρέαρ", τχ.2, σελ. 239-241.
πηγή: Aντίφωνο