Γιώργης Παπανικολάου
Σύμφωνα με την μέχρι σήμερα αποδεκτή κοσμολογική θεωρία του Big Bang, η δημιουργία του σύμπαντος βασίζεται στη δράση των τεσσάρων γνωστών θεμελιωδών δυνάμεων ή αλληλεπιδράσεων (Βαρυτική, ηλεκτρομαγνητική, ισχυρή και ασθενής). Οι δυνάμεις αυτές δρουν με απόλυτα εξειδικευμένο τρόπο και εμφανίζονται κατά περίπτωση με απόλυτα ακριβείς και συγκεκριμένες σταθερές, οι οποίες προσδιορίζουν μια αλληλουχία κινήσεων, γεγονότων και φαινομένων, που καταλήγουν στη δημιουργία του συγκεκριμένου «δικού» μας σύμπαντος.
Έτσι, μπορούμε να πούμε πως το Big Bang πυροδότησε την έναρξη μιας σειράς συγκεκριμένων δυναμικών διεργασιών της άβιας ύλης, που καταλήγουν στη δημιουργία της έμβιας ύλης.
Το συμπέρασμα αυτό δεν έχει βάση αμφισβήτησης, γιατί δεν εμπίπτει στη περίπτωση μιας επαγωγής ή απαγωγής στη διαδικασία του λογικού συμπερασμού, αλλά αφορά την πραγματικότητα καθαυτή.
Μάλιστα, αυτή η διαπίστωση γίνεται απ’ το ανώτερο, μέχρι τώρα, τελικό δημιούργημα αυτής της διαδικασίας, τον άνθρωπο, ο οποίος είναι σε θέση να παρατηρεί, να διερωτάται, να διερευνά και να απαντά. Αλλά, αυτές ακριβώς οι ξεχωριστές ιδιότητες – ικανότητες του ανθρώπου αποτελούν για τον ίδιο κι ένα βασικό μέτρο στη προσπάθεια ερμηνείας του ανερμήνευτου, με τη καθιέρωση της «ανθρωπικής αρχής» ή του «ανθρωπικού αξιώματος».
Η αρχή αυτή στηρίζεται στη βασική απαίτηση που λέει ότι: κάθε ερμηνεία για την ύπαρξη του σύμπαντος πρέπει να περιλαμβάνει και την ύπαρξη του ανθρώπου μέσα σ’ αυτό. Δηλαδή, κάθε Κοσμολογική θεωρία πρέπει να αναπτύσσεται στη βάση της ερμηνείας των καταστάσεων και των σχέσεων που μεσολαβούν μεταξύ των δυο αναμφισβήτητων πραγματικών γεγονότων: του Σύμπαντος (δηλ. του Κοσμικού γίγνεσθαι) και του παρατηρητή του (δηλ. του ανθρώπου). Έτσι, στην επιστημονική έρευνα της Κοσμολογίας επικαιροποιείται, μετά από 2400 χρόνια περίπου, η βασική φιλοσοφική θέση του Πρωταγόρα που λέει ότι: «Μέτρο όλων των πραγμάτων είναι ο άνθρωπος, αυτών που υπάρχουν, πως υπάρχουν και αυτών που δεν υπάρχουν, πως δεν υπάρχουν».
Η ανθρωπική αρχή λοιπόν, που ονομάστηκε έτσι από τον μαθηματικό Brandon Carter το 1974, βασίζεται στη διαπίστωση της επιστήμης πως αν δεν υπήρχε το συγκεκριμένο Σύμπαν, δηλαδή αν δεν υπήρχαν οι απόλυτα συγκεκριμένες σταθερές στο Συμπαντικό γίγνεσθαι, δεν θα είχαν αναπτυχθεί οι συνθήκες που επέτρεψαν την ύπαρξη του παρατηρητή του, δηλ. του ανθρώπινου όντος. Η διαπίστωση αυτή δεν αναφέρεται στον άνθρωπο για να επισημάνει μόνο κάποια βιολογική τελειότητα στο φαινόμενο της ζωής, αλλά και για να δείξει το πώς μέσα στο Κοσμικό γίγνεσθαι αναδεικνύεται το φαινόμενο της νόησης. Το πώς δηλαδή μια συγκεκριμένη αλληλουχία διεργασιών της άβιας ύλης καταλήγει στην εμφάνιση της νοήμονος έμβιας ύλης.
Όμως, αυτή η διαπίστωση αναδεικνύει ταυτόχρονα και το πρόβλημα της μηχανιστικής θεώρησης του Κόσμου, διότι, «εκ του αποτελέσματος» φανερώνεται η ύπαρξη σκοπού στην όλη γεγονική εξέλιξη της σύμφυτης κίνησης της ύλης. Έτσι, παρ’ όλο που τόσο η «μηχανή παραγωγής», δηλ. το συγκεκριμένο Σύμπαν, όσο και το «τελικό νοήμον προϊόν» , δηλ. το ανθρώπινο ον, είναι συνεχώς παρόντα και διαθέσιμα στην έρευνα, εν τούτοις, ένα μεγάλο μέρος της επιστημονικής κοινότητας παραμένει προσκολλημένο στην μονοδιάστατη υλιστική ερμηνεία του κόσμου, και αρκείται να «βλέπει» μόνο αυτό που «φαίνεται». Σ’ αυτή τη περίπτωση λοιπόν, η ανθρωπική αρχή εφαρμόζεται με μια Δαρβινική αντίληψη, για να αποδείξει πως υπάρχουμε έτσι όπως υπάρχουμε, σαν μια έκφανση των υπαρκτικών δυνατοτήτων της ύλης. Η νόηση δεν είναι τίποτε άλλο πέρα από μια αναγκαία διεργασία της έμβιας ύλης. Δηλαδή, το ότι υπάρχουμε έτσι όπως υπάρχουμε δεν σημαίνει πως αποτελούμε την υλοποίηση κάποιου σκοπού, παρά το ότι η ύπαρξή μας αποδεικνύει πως η ύλη, μεταξύ των άλλων, μπορεί να παράγει και διάφορες μορφές ζωής.
Στο συγκεκριμένο Σύμπαν, απ’ όσο μπορεί να διαπιστώσει ο άνθρωπος, οι περισσότεροι πλανήτες δεν πρέπει να βρίσκονται σε κατάλληλες τροχιές γύρω απ’ τον ήλιο τους για να μπορούν ν’ αναπτυχθούν συνθήκες εμφάνισης ζωής. Όμως, σύμφωνα με τον νόμο των πιθανοτήτων, και λόγω του απίθανα μεγάλου αριθμού πλανητών, αφού υπάρχει η Γη κι εμείς βρισκόμαστε σ’ αυτή, τότε, έστω και σπάνια θα υπάρχουν κι άλλοι πλανήτες που μπορεί να έχουν συνθήκες εμφάνισης ζωής. Έτσι, ο Richard Dawkins υποστηρίζει ότι, σύμφωνα με την ανθρωπική αρχή μπορούμε να συζητάμε το ζήτημα μόνο σε κείνο το είδος σύμπαντος το οποίο υπήρξε ικανό να μας παράγει. Συνεπώς, η ύπαρξή μας ορίζει ότι οι θεμελιώδεις φυσικές σταθερές έπρεπε να εμπίπτουν στις ζώνες τροχιάς του πλανήτη που είναι ευνοϊκές για τη ζωή.
Αλλά αυτή η εφαρμογή της ανθρωπικής αρχής, που εξηγεί την ύπαρξη της νοήμονος έμβιας ύλης με την ταυτολογία ότι υπάρχουμε έτσι όπως υπάρχουμε επειδή έτσι υπάρχουμε, δεν φαίνεται ικανοποιητική για πολλούς εξελικτικούς υλιστές, κι έτσι, προσφεύγοντας πάλι σε μια επαγωγική πιθανολόγηση, αναφέρονται στη θεωρία του «πολυσύμπαντος» (multiverse) ή «μεγασύμπαντος» (megaverse). Η θεωρία αυτή έχει να κάνει με την ιδέα μιας «φυσικής επιλογής» μεταξύ πολλών διαφορετικών περιπτώσεων της ύπαρξης ενός σύμπαντος, λόγω διαφοροποίησης των φυσικών νόμων και σταθερών, που τελικά καταλήγει στην ύπαρξη του συγκεκριμένου «δικού» μας σύμπαντος. Αλλά, αυτή η πιθανολόγηση δεν σταματάει εδώ, παρά αναφέρεται και στη θεωρία του φυσικού Lee Smolin που λέει ότι «θυγατρικά» σύμπαντα γεννιούνται από «μητρικά» σύμπαντα, όχι σε μια καθολική Μεγάλη Σύνθλιψη αλλά πιο τοπικά, σε μαύρες τρύπες. Ο Smolin εδώ προσθέτει μια μορφή κληρονομικότητας: Η κληρονομικότητα αποτελεί ουσιώδες συστατικό της Δαρβινικής φυσικής επιλογής, κι έτσι ο Smolin θεωρεί ότι υπήρξε μια φυσική επιλογή συμπάντων στο πολυσύμπαν, η οποία ευνόησε άμεσα την εξέλιξη της ικανότητας γέννησης μαύρων τρυπών και έμμεσα την παραγωγή ζωής.
Με την εκτενή αναφορά του Dawkins στη θεωρία του πολυσύμπαντος, μέσα από το πρίσμα μιας εφαρμογής της Δαρβινικής εξελικτικής διαδικασίας, ο ίδιος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι: «Ενδεχομένως το πολυσύμπαν φαίνεται εξωφρενικό ως προς το τεράστιο πλήθος συμπάντων. Εάν όμως το καθένα από αυτά τα σύμπαντα είναι απλό όσον αφορά τους θεμελιώδεις νόμους του, τότε δεν υποθέτουμε τίποτε εξαιρετικά απίθανο. Το ακριβώς αντίθετο πρέπει να λεχθεί για κάθε είδος διάνοιας».
Εδώ λοιπόν διαπιστώνουμε ότι, προκειμένου ο υλισμός να αποφύγει την οποιαδήποτε έκφανση νόησης στην όποια εξηγητική εκδοχή των διαδοχικών διαδικασιών της άβιας ύλης – που καταλήγουν στη γένεση των έμβιων όντων – καταφεύγει σε επιστημονικά αναπόδεικτες θεωρητικές ακροβασίες, που δημιουργούν αντιφάσεις όπως: Ο ίδιος έγκριτος επιστήμονας, ενώ απ’ τη μια παραδέχεται ότι, «η δαρβινική εξέλιξη προχωρεί απρόσκοπτα αφότου δημιουργήθηκε η ζωή… διότι η φυσική επιλογή δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς αυτή», απ’ την άλλη υποστηρίζει τη θεωρία που μιλάει για τη διαδικασία της φυσικής επιλογής μεταξύ πολλών συμπάντων, για να υπάρξει το συγκεκριμένο «δικό» μας σύμπαν.
Η αντίφαση είναι φανερή. Η εξέλιξη με την διαδικασία της φυσικής επιλογής δεν μπορεί να υπάρξει στην άβια ύλη. Αν λοιπόν η ζωή είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για την φυσική επιλογή, τότε το «δικό» μας σύμπαν αναδείχθηκε μ’ αυτή τη διαδικασία μεταξύ πολλών άλλων ζωντανών συμπάντων. Όμως, αυτή η συλλογιστική παραπέμπει άμεσα σ’ αυτό που ακριβώς θέλει ν’ αποφύγει, δηλαδή στην ύπαρξη ενός είδους διάνοιας. Διότι δεν υπάρχει έκφανση ζωής χωρίς νόηση, έστω κι αν τη δούμε σαν ένα μοναδικό μηχανιστικό παράγωγο της ύλης. Με βάση αυτή την αντίληψη, δηλαδή την ύπαρξη της νόησης ως ένα μηχανιστικό φαινόμενο της ύλης, οι απόλυτα συγκεκριμένες σταθερές του σύμπαντος είναι προϊόν της δαρβίνειας εξελικτικής διαδικασίας, όπως και εμείς οι ίδιοι. Αν μάλιστα πάρουμε υπόψη τη θεώρηση του υλισμού ότι η νόηση δεν είναι τίποτε άλλο πέρα από κάποιο είδος «ηλεκτρονικών προγραμμάτων», τότε δεν θα είναι καθόλου περίεργο να οδηγηθούμε στην ιδέα κάποιου φυσικού «υπερσυμπαντικού ηλεκτρονικού υπολογιστή»!
Γίνεται πλέον κάτι περισσότερο από φανερή η αντίφαση στην οποία καταλήγει ο τρόπος εφαρμογής της «ανθρωπικής αρχής», στην εξηγητική θεώρηση του Κοσμικού γίγνεσθαι, στα πλαίσια του υλισμού, από ένα σημαντικό «κομμάτι» της επιστημονικής κοινότητας. Κι αυτό, γιατί η οποιαδήποτε προσπάθεια αποσύνδεσης της νόησης από την αλληλουχία των διεργασιών του Σύμπαντος, οδηγεί στο αντίθετο αποτέλεσμα. Αν θεωρήσουμε σωστή την αντίληψη ενός σύμπαντος απόλυτα μηχανιστικού, που κινείται με τους προκαθορισμούς και την ακρίβεια μιας μηχανής, τότε, οδηγούμαστε στην αναζήτηση του κατασκευαστή της μηχανής, διότι οι εγγενείς κινήσεις μιας μηχανής προϋποθέτουν την εκδήλωση μιας προηγούμενης νοητικής διεργασίας. Αν πάλι θεωρήσουμε σωστό ότι το «δικό» μας σύμπαν είναι αποτέλεσμα της διαδικασίας της φυσικής επιλογής μεταξύ πολλών συμπάντων, τότε, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως η λεγόμενη άβια ύλη έχει πολλά απ’ τα χαρακτηριστικά που, σύμφωνα με την βιολογία, προσδιορίζουν την έμβια ύλη, όπως: κίνηση, «ενστικτώδης διεργασία», «αναπαραγωγή», κληρονομικότητα, μεταλλαγμένες παραλλαγές κληρονομούμενων στοιχείων. Αλλά κι αυτή η εκδοχή οδηγεί στην προϋπόθεση της ύπαρξης μιας εγγενούς νοητικής λειτουργίας.
Συμπερασματικά λοιπόν μπορούμε να πούμε ότι όπως εφαρμόζεται από τον υλισμό η «ανθρωπική αρχή», μπορεί να ξεκινάει από μια ταυτολογία και να καταλήγει σ’ ένα Σύμπαν μηχανιστικό, που κινείται στα πλαίσια μιας τουλάχιστον περίεργης φυσικής επιλογής, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι λογικοί συνειρμοί που προαναφέραμε.
Απ’ την άλλη, υπάρχουν κι αυτοί που, στα πλαίσια μιας εξήγησης των Κοσμολογικών δεδομένων, αρνούνται να δεχθούν την ανθρωπική αρχή και θεωρούν το Σύμπαν σαν πεδίο δράσης χαοτικών συστημάτων, που η εξέλιξή τους δεν εξαρτάται από ντετερμινιστικούς μηχανισμούς, αλλά από απροσδιόριστους και διαφορετικούς κάθε φορά συνδυασμούς γεγονότων και καταστάσεων. Οι απόψεις αυτές, που βασίζονται τόσο στις ανακαλύψεις των χαοτικών συστημάτων όσο και στη διάψευση της καθολικότητας της Νευτώνειας φυσικής, με τη διατύπωση των θεωριών της σχετικότητας και της κβαντομηχανικής, δεν θεωρούν την παρουσία του ανθρώπου ως σκοπό του Σύμπαντος, παρά σαν τη συμπτωματική υλοποίηση μιας απιθανότητας. Αλλά η έννοια του τυχαίου αμφισβητείται τόσο από πολλούς εξελικτικούς υλιστές όσο κι απ’ αυτούς που θεωρούν ότι στη βάση της έννοιας του χάους υποκρύπτεται η αδυναμία του ανθρώπου να καταγράψει και να κατανοήσει την εσωτερική αλληλουχία του Σύμπαντος. Μάλιστα, με βάση μια ερμηνεία ενός πιθανοκρατικού ενδεχομένου της κβαντομηχανικής, έχουμε την διατύπωση μιας ακραίας παραλλαγής της ανθρωπικής αρχής από τον J. Wheeller, που θεωρεί ότι το Σύμπαν είχε ανάγκη να δημιουργήσει τον άνθρωπο για να υπάρξει το ίδιο! Η άποψη αυτή στηρίχθηκε σε μια θεώρηση της κβαντομηχανικής που λέει ότι: ένα γεγονός στον μικρόκοσμο υπάρχει μόνο αν παρατηρηθεί.
Αυτό που διαπιστώνουμε τελικά είναι ότι: η οποιαδήποτε κοσμολογική ερμηνεία, που λαμβάνει υπόψη την ανθρωπική αρχή, οδηγεί στο συμπέρασμα της ύπαρξης μιας ακατανόητης δυναμικής ενέργειας, που βρίσκεται πίσω από συγκεκριμένες συμπαντικές διεργασίες και που προσιδιάζει σε ότι ο άνθρωπος αποκαλεί «Νόηση».
πηγή: Aντίφωνο
Στην αρχή το παρεξήγησα, αλλά προχωρώντας είδα ότι πρόκειται για
ωραιότατο φιλοσοφικό και κριτικό κείμενο, αν γίνουν οι ακόλουθες αλλαγές στις τρεις πρώτες παραγράφους, που δικαιολογούνται άλλωστε από την συνέχεια με τις επάλληλες εις άτοπον απαγωγές:
Σύμφωνα με την μέχρι σήμερα αποδεκτή κοσμολογική θεωρία του Big Bang, [που δεν έχει ακόμη αποδειχτεί ούτε θεμελιωθεί χωρίς αντιφάσεις] η δημιουργία του σύμπαντος…….
………………………..
……[Ας υποθέσουμε ότι ]Το συμπέρασμα αυτό δεν έχει βάση αμφισβήτησης, γιατί δεν εμπίπτει στη περίπτωση μιας επαγωγής ή απαγωγής στη διαδικασία του λογικού συμπερασμού, αλλά αφορά την πραγματικότητα καθαυτή……..
Αγαπητέ Νίκο,
η αρχική παράγραφος δεν σώζεται με την διορθωτική σου παρέμβαση. Ο αγαπητός Γιώργης ξεκινά με ένα βασικό λάθος. Το Big Bang δεν έχει να κάνει τίποτε με άλλες δυνάμεις της φύσης πέρα της βαρυτικής. Η παρατήρηση είναι ότι οι γαλαξίες απομακρύνονται – άρα κάποια στιγμή ήταν πολύ κοντά ο ένας στον άλλον, άρα σχημάτιζαν μια μελανή οπή, άρα βρίσκονταν μέσα στον ορίζοντα γεγονότων της, άρα σε μια singularity άρα… Big Bang όπως αναφώνησε ο F. Hoyle.
Με άλλα λόγια, ακόμη και η ήδια η θεωρία της βαρύτητας, δημιουργεί αυτόματα μια “ασπίδα προστασίας” για την αλήθεια που κρύβεται μέσα της. Το μόνο που κάνουν οι καημένοι άνθρωποι είναι να δίνουν πιασάρικα ονόματα για να παραμετροποιήσουν (και να πουλήσουν) την προφανή αμηχανία τους και ανεπάρκειά να κατανοήσουν το μεγαλείο της Κτίσης. Όπως λέμε και στο χωριό όμως, ο προορισμός δεν είναι το ζητούμενο, αλλά αυτό που αξίζει είναι η προσπάθεια..
Μα και βέβαια, αγαπητοί φίλοι, συμφωνώ απόλυτα ότι το παραπάνω κείμενο δεν είναι τίποτε άλλο πέρα από τη διατύπωση και ανάπτυξη κάποιων απόψεων, σε μια προσπάθεια εύρεσης συμπερασματικών συνδέσεων στη διαλεκτική που αναπτύσσεται μεταξύ διαφορετικών εκτιμήσεων και θεωριών.
Ενώ οι θεολόγοι έχουν έτοιμη την απάντηση και έχουν πάψει προ πολλού να ασχολούνται με τους καημένους τους επιστήμονες.
Ο αμερικανός αστρονόμος Ρόμπερτ Τζάστροου στο βιβλίο του «ο Θεός και οι αστρονόμοι» ήταν απαισιόδοξος σχετικά με τη φιλοδοξία ενός θεωρητικού της Μεγάλης Έκρηξης: «Έχει σκαρφαλώσει τα βουνά της άγνοιας, κοντεύει να κατακτήσει την υψηλότερη κορυφή και καθώς αναρριχάται στον τελευταίο βράχο, τον χαιρετούν ένα τσούρμο θεολόγοι που κάθονταν εκεί για αιώνες».
Σ’εμένα πάλι η άποψη ότι το σύμπαν δημιουργήθηκε με κάποιο σκοπό ή για να μας περιέχει, φαίνεται τόσο παλαβή όσο και το ότι προορισμός του ανθρώπου είναι να κάνει παιδιά!
Ἡ μελανὴ ὀπὴ δὲν εἶναι ἀπλὰ μιὰ singularity. Σύνηθες λάθος τῶν πειραματικῶν φυσικῶν, οἱ ὁποίοι στεροῦνται βασικῶν γνώσεων ἀνάλυσης καὶ διαφορικῆς γεωμετρίας.
Ἕνα καλὸ tutorial γιὰ τὸ τὶ εἶναι (τελικὰ) μιὰ black hole:
http://arxiv.org/pdf/0811.0354v1.pdf
Ὁ Μ. Δαφέρμος (full prof. στὸ Cambridge) μᾶς ἔδωσε
τὸν ὀρισμὸ μετὰ ἀπὸ ἐπτάωρη διάλεξη, καὶ ὅλα αὐτὰ σὲ
ἕνα “σύντομο΄΄ σεμινάριο “εἰσαγωγῆς΄΄…
Προφανώς ο αγαπητός Ελευθέριος θα θεωρεί εξίσου παλαβή οποιαδήποτε προσπάθεια των επιστημόνων να εξηγήσουν το γιατί συμβαίνει ένα φυσικό φαινόμενο (π.χ. γιατί πέφτουν όλα τα αντικείμενα στην Γη), αντιπαραβάλλοντας την εκπληκτικής ευφυίας απάντηση “γιατί έτσι είναι..”.
Επομένως ας μην τον κουράσουμε θέτοντάς του επιπλέον απορίες όπως π.χ. “γιατί μπαίνει καν στο κόπο το ανθρώπινο είδος – και μόνο αυτό – να ρωτάει μια τέτοια ερώτηση, άσχετα από την απάντησή της..”. Φαντάζομαι αυτό είναι πέρα από τον ορίζοντα γεγονότων της μελανής σκέψης του..
Αγαπητέ Κυριάκο, αν διάβασες προσεκτικά το σχόλιό μου, είπα ότι μέσα στον ορίζοντα της μελανής οπή υπάρχει μια σινγκουλάριτι. Ο Μιχάλης είναι κορυφαίος μαθηματικός, αλλά τον ορισμό της μελανής οπής τον δίνουν οι φυσικοί – το ξέρω ότι διαφωνεί, αλλά η συντριπτική πλειοψηφία των επιστημόνων είναι μαζί μου. Μην ξεχνάς ότι τα μαθηματικά είναι για την φυσική ότι ο χάρακας για την περιφέρεια του κύκλου – ποτέ δεν μπορεί να την μετρήσει ακριβώς. Ειδοποιός διαφορά σε αντίληψη και προσέγγιση των πραγμάτων – ενίοτε (αν είμαστε τυχεροί) αλληλοσυμπληρωματική.
Εγώ πάντα τόλεγα πως ένας θεολογίζων φυσικός μπορεί μια χαρά να τακτοποιεί τις ερωταπαντήσεις για λογαριασμό μου ώστε να πάψω να ανησυχώ και να διερωτώμαι!
Αν π.χ. αναρωτηθώ «Τι υπήρχε πριν από τη Μεγάλη Έκρηξη;» θα σπεύσει ο καλοθελητής μας ως άλλος ιερός Αυγουστίνος και θ’αποφανθεί: o Θεός έφτιαξε την κόλαση για να στέλνει εκείνους που θέτουν τέτοιου είδους ερωτήματα.
Προφανώς ο – ευχάριστος κατά τα άλλα – Ελευθέριος, δεν γνωρίζει ότι υπάρχουν ήδη ενδιαφέρουσες και επιστημονικά (μερικώς) παραδεκτές θεωρίες για το προ-Μπιγκ-Μπανγκ.
Όπως έλεγε και κάποιος γνωστός μας “δεν χαλάνε τον άνθρωπο αυτά που εισέρχονται π.χ. ερωτήσεις, αλλά αυτά που βγαίνουν από αυτόν π.χ. απαντήσεις..”
Παρεπιπτόντως, το ίδιο ισχύει και για την επιστημονική σκέψη! Οποία σύμπτωσις!
Και ιδού παραπάνω τα αποτελέσματα της δημιουργίας ενός απλού σχολίου. Ο Δαίμων!
Στη “φωλιά του κούκου” ο ήρωας έγκλειστος κι αυτοεξόριστος σέ ένα δωμάτιο αφωσιώνεται στο γράψιμο. Σέ κάποιο διάλειμμα που πάει έξω να πάρει αέρα, η γυναίκα του από περιέργεια σκύβει πάνω από τη γραφομηχανή και τα χαρτιά του και με μια έκφραση φρίκης διαπιστώνει ότι όλες οι σελίδες επαναλαμβάνουν την ίδια φράση ” Η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη”. Η συνέχεια στο ψυχιατρείο…
Ετσι παρακουράστηκε κι ο Θεός από τις έξι ημέρες της δημιουργίας του σύμπαντος κόσμου και την εβδόμη είπε να ξεκουραστεί…
συνεχίζεται…
Πολλοὶ ἀμπελοφιλόσοφοι (μεταξὺ αὐτῶν καὶ προβεβλημένοι ἀρθρογράφοι) ἔχουν πεῖ παρόμοια πράγματα γιὰ τὴν ἐπιστήμη.
Ἀπὸ τὴν μιὰ τοὺς λυπᾶμαι, διότι δὲν ἔμαθαν μαθηματικὰ ὅταν ἔπρεπε, καὶ προχωροῦν τυφλοὶ στὴν ζωή.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἀναρωτιέμαι πῶς θὰ ἦταν ἄραγε ἡ ζωή τους χωρὶς ἠλεκτρικό, φάρμακα, συγκοινωνίες, ὑπολογιστές…οἱ καημένοι θὰ πεθαίναν, καταρχᾶς, ἀπὸ ἕνα ἀπλὸ κρυολόγημα ἢ ἀπὸ καμιὰ ἀρρώστεια μεταδιδόμενη ἀπὸ τὰ τρωκτικά…ἄσε ποὺ δὲν θὰ μπορούσανε νὰ σχολιάζουνε καὶ στὸ Ἀντίφωνο!!
Ἔχω ἀκούσει ἀπὸ “σοβαρὰ΄΄ ἄτομα τέτοιους ἀφορισμοὺς γιὰ τὴν ἐπιστήμη καὶ τὸ δῆθεν ἀδιέξοδό της, καὶ πραγματικὰ θὰ συνιστοῦσα συμ-πάθεια σὲ τέτοιους συνανθρώπους καὶ κατανόηση γιὰ τὴν ἀμάθειά τους.
Ο Κωστής για άλλη μία φορά εξέπληξε ευχάριστα!
Προοικονομώντας τη ¨δημιουργία μιας ωραίας ατμόσφαιρας¨ από πλευράς σχολίων (!) με ενδιαφέρον θα διάβαζα, μια λίγο μεγαλύτερη ανάλυση από το φίλο Κυριάκο μεταξύ του Αμπελοφιλόσοφου και του Μαθηματικού!
…συνέχεια εκ του προηγούμενου σχολίου μου.
Ετσι κι ο καλός Θεός, όντας μόνος του κι αυτοεξόριστος να κυβερνάει πάνω από το Χάος, μόλις αποτέλειωσε το έργο του της δημιουργίας του σύμπαντος, τόσο πολύ εχάρηκε με το δημιούργημά του και μ’αυτό τον όμορφο πολύχρωμο κόσμο, που την ημέρα την εβδόμη άρχισε να παίζει σαν το μικρό παιδί με τις σαπουνόφουσκες και φυσώντας στο ραβδί που βουτούσε στη σκάφη με τα σαπουνόνερα, ξεπηδούσαν όλο καινούρια σύμπαντα, σύμπαντα, σύμπαντα…
Συμφωνώ με τον Ρόμπερτ Τζάστροου, αλλά δεν ήθελα να μιλήσω τόσο επιθετικά. Οι θεωρίες με τις μαύρες τρύπες, τους ορίζοντες γεγονότων, ή το σημείο με άπειρη υλοενέργεια αλλά μηδενικό μέγεθος από όπου ξεκίνησε το σύμπαν με μία έκρηξη, μου φαίνονται κι εμένα απλοϊκές, όσο και οι αφελείς νοητικές αποδείξεις των νοησιαρχών θεολόγων περί υπάρξεως του Θεού, που όμως φορτώνουμε στα παιδιά μας, νομίζοντας ότι είναι ορθόδοξη δογματική. Το άπειρο ήταν πάντα το μαγικό καπέλο απ’ όπου μπορείς να βγάλεις συλλογιστικά έναν λαγό ή έναν ελέφαντα, τον Θεό, την Μαμά Φύση, την Αγία Ιστορία…
Ο Αϊνστάιν, σε ένα ωραιότατο δοκίμιό του, παραδέχεται ότι έχει υποκειμενική ανάγκη να πιστεύει ότι κάποτε όλα τα φυσικά φαινόμενα, δηλαδή τα πάντα, θα εξηγηθούν με μία ενιαία και συνεπή θεωρία, καταλαβαίνει όμως ότι είναι μία δική του ψυχολογική ανάγκη και τίποτε περισσότερο, ούτε είναι απαραίτητο να συμβεί. Όλα τα νοητικά μοντέλλα, δηλαδή οι θεωρίες μας, προ παντός οι μαθηματικές, είναι μέσα στο μυαλό μας και κάποιες λιγοστές “επαληθεύονται”, επειδή εθελοτυφλώντας περιγράφουμε μεροληπτικά, ήτοι αφαιρετικά, τα φυσικά φαινόμενα για να ταιριάξουν σε αυτές. Ψευδόμαστε όταν αφήνουμε να εννοηθεί ότι υπάρχει σχέση αμφίδρομη και αμφιμονοσήμαντη μεταξύ τεχνολογίας και θεωρητικών μαθηματικών ή φυσικής.
Ανάμεσα στην θεωρητική επιστήμη και την εφαρμοσμένη που λέμε τεχνολογία “χάσμα μέγα ἐστήρικται”, αυτό που χωρίζει τους θεωρητικούς φυσικούς από τους εφευρέτες και τεχνικούς.
Το γεγονός ότι ποικίλες με εσωτερική συνέπεια αλλά μεταξύ τους αντιφατικές φυσικές θεωρίες επαληθεύονται με το πείραμα (άρα η φύση είναι παράλογη), ενώ υπάρχουν και θεωρίες, όπως του Φέινμαν, που αναιρούν την αρχή της του τρίτου αποκλίσεως της Λογικής (άρα η φύση είναι παράλογη), φανερώνει ότι δεν πρόκειται ποτέ να καταλήξουμε σε μία ενιαία φυσική θεωρία για το σύμπαν. Όμως, ωραίες είναι και οι πολυάριθμες αντιφάσκουσες θεωρίες, ενίοτε και χρήσιμες. Συνειδητοποιώ τελικά, ότι η κατανόηση του σύμπαντος πάντα θα θεμελιώνεται αξιωματικά, δηλαδή αυθαίρετα, και θα χωρίζεται σε μεταξύ τους αλληλοαναιρούμενες σχολές σκέψης και φιλοσοφίας, οι οποίες πάντα θα βρίσκουν οπαδούς: Δογματικός Ιδεαλισμός, Σκεπτικισμός, Εμπειρισμός, Κριτικός Ιδεαλισμός. Η αντιπαράθεση με ειρωνείες επιβεβαιώνει ακριβώς αυτό. Πάντα μπορώ να τραβήξω το μαγικό χαλί από τα πόδια του άλλου και να πέσει στο άπειρο κενό.
Ο Άγιος Μάξιμος κάνει σαφές ότι με την νόηση δεν κατανοείται ο Θεός, ο εστι μεθερμηνευόμενο για τους υλιστές σοφούς, ότι δεν κατανοείται ούτε το σύμπαν. Όμως, αν έχουν την υποκειμενική ανάγκη να φιάξουν μία ενιαία θεωρία και αυτό τους βοηθά να τελειοποιούν τις υπάρχουσες, με γεια τους με χαρά τους. Όλοι πρέπει να ζήσουμε. Ο ένας κάνει καμάκι, ο άλλος κοσμολογικές θεωρίες, ο τρίτος κάνει και τα δύο διδάσκοντας σε νεαρές υπάρξεις. Είναι γνωστό ότι τα κορίτσια υπνωτίζονται με το παραμύθιασμα. Δεν είναι παράδοξο που ο χώρος αυτός ακόμη ανδροκρατείται; Έχει πλάκα ο κόσμος, όταν μοιάζει με λούνα παρκ, όχι όταν τον πιάνει η καταστροφική του τρέλλα και γίνεται σφαγείο.
Γι αυτό αγαπώ κυρίως όσους φιλοσοφούν ψαρεύοντας. Είναι οι σοφότεροι.
Νικόλα,
Εγώ έχω φθάσει στο σημείο να ψαρεύω χωρίς μπετονιά κι αγκίστρι! Ψάρια βέβαια δεν πιάνω αλλά αυτό δεν έχει καμμία σημασία. Ψαρεύω φιλοσοφώντας. Ομολογώ πως αυτή είναι μια πολύ μοναχική ενασχόληση, γιατί όσοι κατεβαίνουν στο γιαλό κατεβαίνουν πρώτα για να ψαρέψουν κι ύστερα για να πουν κάτι να περάσει η ώρα. Από την άλλη όσοι ενδιαφέρονται για τη φιλοσοφία δεν κατεβαίνουν στο γιαλό, μόνο είναι κλεισμένοι στο δωμάτιό τους και συνδιαλέγονται εδώ και δυόμισι χιλιάδες χρόνια με τον Πλάτωνα.
Θεωρώντας ότι ένα άρθρο αξιολογείται και από τα σχόλια, που δημιουργεί, τότε το άρθρο του Γιώργη, ουφ το έγραψα σωστά αυτή τη φορά, συμπάθαμαι φίλε, κρίνεται ως άριστο, αφού πρόσφερε το έδαφος στο Νίκο να παρουσιάσει αυτό το θαυμάσιο σχόλιό του!
Επί του σχολίου τώρα, πιστεύω ότι το ¨υπέροχο δοκίμιό¨ του ο Αϊνστάιν το έγραψε προτού γνωρίσει τον Γκέντελ. Ισως ο Μαθηματικός στους περίφημους περιπάτους τους στο Πρίνστον, θα προσπαθούσε να πείσει το Φυσικό ότι μια ¨ενιαία και συνεπή¨ θεωρία να είναι ανέφικτη, για τον ανθρώπινο νου. Σήμερα μάλιστα καταλαβαίνουμε το άτομο του επιχειρήματος εκείνης της εποχής, όταν η ανθρώπινη διανόηση στερούταν το βάθος της γνώσης του κβαντικού χώρου, που κατέχουμε σήμερα!
Ισως πάντα να ελλοχεύει ένας ¨άγνωστος κβαντικός χώρος¨ ώστε να μας στερεί τη δυνατότητα της ¨απόλυτης γνώσης¨!
Προς τον Ελεάτη φίλο της παρέας, Ελευθέριο, ο οποίος συχνά υιοθετεί τον τρόπο έκφρασης των Ελλήνων φιλοσόφων, οι οποίοι, όταν δεν έτρεφαν τα καλλίτερα συναισθήματα για μια ιδέα ή για ένα συνάδελφό τους, δεν προσπαθούσαν να το κρύψουν ιδιαίτερα, εξωθεί όμως αρκετές φορές στη δημιουργία γόνιμων σχολίων.
Ο Homo sapiens από την αυγή της πνευματικής του οδύσσειας, άρχισε να έρχεται σε ¨επαφή¨ με ιδέες οι οποίες τον ¨ξελόγιαζαν¨.
Φαντάσου πως αισθάνθηκε όταν πρώτο ξεκίνησε να ¨βλέπει ¨ θεούς, πίσω από τα καιρικά φαινόμενα!
Βέβαια δεν υποκύπτουν όλοι, αλλά και αυτοί που υποκύπτουν δεν το κάνουν με την ίδια ένταση.
Η ανθρωπική αρχή, για να έρθουμε στα δικά μας, πιστεύω ότι είναι μία ¨ιδέα¨ ικανή να ¨ξελογιάσει ¨ αρκετούς και το μέλλον θα δείξει, που θα καταλήξει αυτή τους η ¨εμπειρία¨.
Οσον αφορά τις κορυφές, εάν είναι αυτές της άγνοιας ή της μέθεξης, ένας θρησκευόμενος έχει, ή οφείλει να έχει,τη γνώση περί των ¨φτωχών τώ πνεύματι ¨!
Σπύρο,
Η παραδρομή με το όνομα του αρθρογράφου δεν είναι το μόνο λάθος που κάνεις, περαιτέρω με προσφωνείς Ελεάτη, τη στιγμή που σε σχόλιό μου με τον τίτλο «Ελεάτες» προς το τέλος άλλου άρθρου εδώ στο Αντίφωνο «Η διήγηση της Παλαιάς Διαθήκης για τη δημιουργία και οι θετικές επιστήμες» αντιπαρατίθεμαι στον Παρμενίδη και τους ανα τους αιώνες οπαδούς του με όπλο την ειρωνεία.
Αλλά δεν πειράζει που εκλαμβάνεις λάθος ή το κάνεις επίτηδες για να με παρακινήσεις να πω πάλι πράγματα, όπως όμως θα έχεις διαπιστώσει, αν και δεν μου λείπει ο πολεμικός τόνος, ως επί το πλείστον αντιμετωπίζω τις παρανοήσεις και τις επιθέσεις, με παιγνιώδη διάθεση και συχνά με ποιητικό οίστρο. Και αυτό γιατί γνωρίζοντας πως η πρόσβασή μας στη γνώση των θεμελιωδών θεωρητικών ζητημάτων, όπως της προέλευσης του σύμπαντος , της ζωής, των φυσικών νόμων κ.λ.π. είναι περιορισμένη, διατυπώνουμε μόνο θεωρίες λιγότερο ή περισσότερο επιτυχημένες, οι οποίες όπως σωστά επισημαίνεις κατά Γκέντελ, δεν μπορούν να είναι ταυτόχρονα πλήρεις και συνεπείς. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως σταματά η περαιτέρω διερεύνηση, καθώς αυτή αποτελεί δομικό στοιχείο της εξελικτικής πορείας μας.
Περιπατώντας έκτοτε εγώ, ώρες ατέλειωτες κατά μήκος της παραλίας, είτε αναπαυόμενος τις λιόλουστες ζεστές μέρες στη σκιά των αμφιλαφών πλατάνων, – μ’αρέσει η έκφραση και τη χρησιμοποιώ, πού να βρείς τέτιους πλέον στις μέρες μας, τσιμέντο γίναν όλα! – σπάνια θα συναντήσω έναν άνθρωπο να καταπιάνεται σε μια στοχαστική συζήτηση.
Ετσι κι εγώ το ρίχνω στο τραγούδι· “σύμπαντα, σύμπαντα ωωω, πάμε γιαλό γιαλόοο”
Επί της ουσίας τώρα, περί της ανθρωπικής αρχής και του κόσμου έχω να πώ όσο πιο λακωνικά μπορώ τα εξής:
Η Ανθρωπική αρχή κατ’εμέ, δεν συνίσταται στο ότι κάποιος έπλασε τον κόσμο ειδικά για να τοποθετήσει μέσα σε αυτό τον άνθρωπο , ωσάν ο άνθρωπος να αποτελεί παίγνιον του Θεού, της μοίρας, της τύχης και στον καιρό της έσχατης παρακμής που βιώνουμε της αλόγιστης δύναμης.
Αντιθέτως, η ανθρωπότητα μέσα στον μεταβαλλόμενο αυτό κόσμο που καθορίζεται από τους φυσικούς νόμους , την παρακμή και την αποσύνθεση του τεχνολογικού πολιτισμού που η ίδια οδηγήθηκε, έχει εντούτοις ένα μοναδικό όπλο να αναδημιουργήσει πολιτισμό, τη Συνείδηση και την ελευθερία της, ένα κατ’ εξοχήν ανθρώπινο στοιχείο που διαφοροποιεί τον άνθρωπο από τον Κόσμο. Ο Κόσμος έχει τους νόμους του, η συνείδηση ως οργανική λειτουργία της ανθρώπινης ύπαρξης, έχει το δικό της αντικείμενο που για την ανοικοδόμηση πολιτισμού θα πρέπει να στοχεύει όχι στην απομόνωση και την ευημερία της ατομικής ύπαρξης, αλλά στην ενότητα «εν ταις ψυχαίς και εν τοις σώμασιν» ανθρώπων εν κοινωνία και σε αρμονική συνύπαρξη με τη φύση.
Άν όμως η φύση είναι ανώμαλη, τι εναρμόνιση να πετύχω με αυτήν;
Κρυστάλλινο λακωνικό κείμενο, ομολογία πίστης ενός αισιόδοξου ανθρώπου, ότι είναι εφικτό με την ανθρώπινη συνειδητότητα όχι μόνο να γεννηθεί ένας κόσμος αυτονομίας μέσα στον ετερονομούμενο κόσμο, αυτόν που “έχει τους νόμους του”, αλλά και να εναρμονιστεί με αυτόν, δηλαδή να φιαχτεί ανθρώπινη κοινωνία (και των ζώων υποθέτω) “σε αρμονική συνύπαρξη με την φύση”.
Ναι, αυτός είναι ο σωστός σκοπός που πρέπει να διέπει την ατομική ηθική και τις πολιτικές επιλογές της κοινωνίας. Αν πιστέψουμε όμως ότι είναι πραγματοποιήσιμος και εφικτός στον κόσμο που ζούμε και όχι ένα ιδανικό που συνεχώς θα μας διαφεύγει, κινδυνεύουμε να φιάξουμε ολοκληρωτισμούς αυταρχικούς, που θα οδηγήσουν στο αντίθετο, ή να γίνουμε υπερβολικά επικριτικοί προς τους συνανθρώπους μας και να πέσουμε σε κατάθλιψη. Η παγίδα της προπαγάνδας, που μας λέει “είναι στο χέρι σου”. Αν συνειδητοποιούμε ότι ο κόσμος που ζούμε δεν διορθώνεται και ότι χρειάζεται ριζική ανακατασκευή που υπερβαίνει τις ανθρώπινες δυνατότητες, τότε ο στόχος αυτός αποκτά στέρεη βάση και τον επιδιώκουμε ακόμη και αν βλέπουμε ότι θα ηττηθούμε κατά κράτος. Είναι ο δικός μας κόσμος, του ανθρώπου, αυτός που επιθυμούμε. Αν η φύση και το σύμπαν δεν συμφωνούν, στα παλιά μας τα παπούτσια. Την στιγμή που θα με συντρίβει θα του φωνάζω “άντε χάσου, δεν σε υπολογίζω”, έστω και από μέσα μου, ψιθυριστά, για να τ’ ακούσω μόνο εγώ. Είτε υπάρχει μέλλουσα ζωή είτε όχι, ο άνθρωπος που διασώζει έναν ακέραιο πυρήνα δεν επιλέγει να ζει φροντίζοντας μόνο για “το τι θα φάει και τι θα πιει γιατί αύριο θα πεθάνει”. Η στάση αυτή περιγράφεται ωραία από τον Καστοριάδη: “Ακόμη κι αν πεισθώ ότι αυτός ο κόσμος αναπόφευκτα θα γίνει ένα τεράστιο στρατόπεδο συγκέντρωσης, εγώ θα συνεχίσω να αγωνίζομαι για το αντίθετο”. Έτσι μπορώ να αγωνίζομαι χωρίς να κατακρίνω. Αυτή είναι και η βάση συνεργασίας των γνήσιων χριστιανών και των τίμιων άθεων.
Αγαπητοί συνομιλητές θα ήθελα να παραθέσω κάποιες σκέψεις μου, που δημιουργήθηκαν από τα γόνιμα σχόλιά σας.
Γράφτηκε πως ως ανθρωπότητα ζούμε σε έναν κόσμο, που διέπεται από φυσικούς νόμους.
Ενεργού με δε είτε ως παρατηρητές, εξ αποστάσεως, είτε ως ¨πράττοντες¨, συμμετέχοντες άμεσα στον ¨κόσμο¨.
Απολαμβάνοντας λοιπόν στιγμές στοχασμού, στη σκιά αμφιλαφών πλατάνων (!) , παρατηρούμε έναν πολιτισμό, που ¨σκοπεύει στην απομόνωση και την ευημερία της ατομικής ύπαρξης¨.
Αυτό, κατά τη γνώμη μου ερμηνεύεται με την υιοθέτηση της υπόθεσης ότι η ¨φυσική επιλογή¨ ενεργεί ως φυσικός νόμος, κάθε φορά, που αποφασίζουμε να ¨πράξουμε¨.
Βρισκόμαστε σε ένα στάδιο και απολαμβάνουμε τους αγώνες.
Αν αποφασίσουμε να ¨συμμετάσχουμε¨ ως παράγοντες, σε κάποια ομάδα, για να συμβάλλουμε κι εμείς στην όμορφη αυτή ¨ιδέα¨, θα διαπιστώσουμε σύντομα ότι οι ¨θεραπείες¨ είναι μια καθημερινότητα, που ο αθλητής δεν μπορεί να αποφύγει, εάν θέλει να ¨επιβιώσει ¨ και να πανηγυρίζει στο στάδιο, υπό τις επευφημίες των ¨παρατηρητών¨.
Παρούσα λοιπόν η ατομικότητα στη ¨μάχη¨ για διάκριση, πόσο μάλλον για επιβίωση.
Το ίδιο στα Πανεπιστήμια, στις επιχειρήσεις, ακόμη και στη φιλοσοφία!
Η ¨ύπαρξη¨ αυτού του νόμου, που διέπει κάθε μας ενέργεια, δεν πρέπει να μας στερεί την ¨απόλαυση¨ της παρατήρησης, ακόμη και της ¨συνύπαρξης¨ στην ίδια στέγη με ανθρώπους, που υιοθετούν διαφορετικές αντιλήψεις, συχνά αντικρουόμενες με τις δικές μας και ως εκ τούτου ¨αντίπαλες¨ στα πλαίσια της ¨φυσικής επιλογής¨.
Και τέλος, μέσα από αυτό τον αδυσώπητο αγώνα κυριαρχίας ή ακόμη και επιβίωσης, θα αναδύονται ¨μορφές¨ υπέροχες, που μόνο ένα προικισμένο πνεύμα, ένας ¨ποιητής¨ θα μπορούσε να προσεγγίσει!
Και ποιος σου είπε ότι η φύση είναι ανώμαλη; διέπεται από νόμους, εμπεριέχει τάξη και αρμονία αλλά και καταστροφικά γεγονότα, θα πρέπει να τη δεις σαν ενιαίο σύστημα, ένα οργανισμό, αν κάπου δέχεται πίεση κάπου αλλού θα ξεσπάσει, από τις ίδιες της τις διεργασίες αλλά και από την καταστροφική δράση του αυτονομημένου ανθρώπου, ο οποίος στο όνομα της ισχύος, αψηφά αυτούς τους νόμους, επιτίθεται στο φυσικό περιβάλλον, διαταράσσει την ισορροπία, καταστρέφει το ίδιο του το σώμα. Και νομίζει ότι μπορεί μετά να σώσει τουλάχιστον την ψυχή του την οποία διαχωρίζει από το σώμα. Και να την επαναφέρει μετά που; σε ένα άλλο σώμα; Μα δεν είμαστε Ινδοί αγαπητέ μου.
Και για τον Ελευθέριο και για τον Σπύρο: Όχι ξανά σε αυτόν τον κόσμο, παρακαλώ. Ούτε και σε άλλο ένα σώμα… Δεν χρειάζεται να είμαι Ινδός για να πιστεύω στην μετενσάρκωση, αφού κατάγομαι και από την Σάμο, την πατρίδα του Πυθαγόρα. Είμαι ευάλωτος, άρα προσέχω…
Μόνος μου κατέληξα ότι η φύση είναι ανώμαλη και ότι η ανθρώπινη ηθικότητα είναι δράση αντίθετη προς στην φύση που με περιβάλλει και προς ένα μέρος του εαυτού μου, ορμές και ένστικτα και τρόπο σκέψης, αδύνατο να τα χωρίσω. Κάτι είναι άρρωστο μέσα μου και γύρω μου. Το βρήκα μόνος μου και μετά συμφώνησα με τον Απόστολο Παύλο και πολλούς άλλους. Δεν είναι συμπτωματική η διαφοροποίησή μας μέσα σε λίγες φράσεις που διατυπώσαμε. Μπορώ πια να διαγνώσω την σχολή φιλοσοφίας του συνομιλητή μου. Ο τρόπος που βλέπω τον κόσμο τελικά με τοποθετεί χονδρικά στην όχθη των ορθόδοξων νηπτικών χριστιανών, κριτικών ιδεαλιστών, γνήσιων φιλελεύθερων, τουλάχιστον στα λόγια και κατά φαντασίαν. Το πιό πάνω αξίωμα του Καστοριάδη αποτελεί μία καλή βάση συμμαχιών ιδιαίτερα πλατειά, με όσους βρίσκονται σε άλλες όχθες.
Ο κόσμος είναι ένα σώμα μεγάλης ομορφιάς, (ό,τι απόμεινε από την πρώτη του μορφή, την προπτωτική), στο οποίο κατά τόπους εμφανίζονται τερατώδη καρκινώματα. Αυτά που συμβαίνουν με αναγκάζουν να τον απορρίπτω στο σύνολό του και να πιστεύω ότι πρέπει ή να εξαφανιστεί ολότελα ή να ανοικοδομηθεί σε νέες βάσεις. Θέλω να πιστεύω ότι θα γίνει το δεύτερο και ότι υπάρχει η βασιλεία των ουρανών, που όμως δεν επικρατεί στον κόσμο αυτό, αλλά τρέχει να τον σώσει και δεν φτάνει. Σε αυτό το έργο συμμετέχω, έστω και κατά φαντασίαν. Πέρα από αυτή την ελάχιστη βάση, την μηδενική αξιωματική και διαισθητική, βρέθηκα αρκετές φορές στην ζωή μου παρών σε ομφάλιους λώρους που συνδέουν τον ουρανό και την γη και κρατούν την γη στην ζωή. Επομένως δεν αμφιβάλω πλέον, γιατί έχω πειραματικές αποδείξεις. Η απόρριψη αυτού του κόσμου, δηλαδή της ανώμαλης φύσης, είναι η δική μου αποταγή, ενός ανθρώπου του κόσμου, και η προσωπική μου ασκητική. Πυρήνας της Πίστης και Ελπίδας μου η νοσταλγία μιας άλλης πατρίδας. Όμως, όσο παραμένουμε εδώ, έχουμε πολλά να κάνουμε με ό,τι ωραίο και υγιές διασώζεται, ετοιμαζόμενοι για τον ανοικοδομημένο κόσμο του μέλλοντος, που βέβαια δεν θα είναι ένας γιγαντιαίος τεκές με εκστασιασμένους αιωνίως αναπαυόμενους τεμπέληδες στην σκιά αμφιλαφών πλατάνων. Σε αυτό συμφωνώ με τον Μωϋσή, τον Νύσσης, τον Μάξιμο, τον Κλίμακος, τον Συμεών, τον Κάντ και εκείνον που είπε ότι συνεχίζει να εργάζεται όπως και ο Πατέρας του. Σε εκείνες τις δροσιές όπου θα απουσιάζει η λύπη και ο στεναγμός, θα υπάρχει άφθονη εργασία και δημιουργία. Θα ξαναρχίσουμε ό,τι άφησε στην μέση ο Χωμάτινος και άρχισε να βερμπαλίζει με την Ζωή φορώντας φύλλα συκής, που φέρνουν και φαγούρα.
Και το χιούμορ είναι η υγιέστερη μορφή ταπείνωσης και απελευθέρωσης από το βάρος της ιεροποίησης που συντρίβει τους τελειομανείς.
Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ Ελευθερίου και Νικολάου είναι το Νόημα – ενώ απουσιάζει στον πρώτο (ή μάλλον ο πρώτος είναι παγερά αδιάφορος ως προς την Ύπαρξή του), εμφανίζεται ως η πεμπτουσία της ζωής στον δεύτερο.
Τελικά, παρά το ότι ακούγεται μανιχαϊστικό, στο τέλος τέλος η ερώτηση είναι απλή – υπάρχει Νόημα ή δεν Υπάρχει. Και εξ’αντανακλάσεως η ερώτηση γίνεται: Υπάρχω ή δεν Υπάρχω (και εδώ έρχεται η αποστομοτική απάντηση του Στέλιου Καζαντζίδη που λύνει τον αιώνιο γρίφο..)
Μόλις γύρισα σπίτι, είχα πάει απόψε να δώ μια ταινία που κράτησε 2,30 ώρες, «Πίσω από τους λόφους» σας προτείνω αν δεν την έχετε δει να πάτε να τη δείτε. Εκεί να δείτε σε τι διαστροφή οδηγεί η ιδεολογία. Η συνείδηση εναντίον της ζωής! Τι αλλόκοτη αντίθεση! Αλλά αγαπητέ Δεληνικόλα, αντιλαμβάνομαι το ευέξαπτον του χαρακτήρος, μια που είστε κι από τη Σάμο όπως κι ο συμπατριώτης σας, που έφυγε κακήν κακώς τόσον από την πατρίδα του όσο κι από τον Κρότωνα της Σικελίας, όπου κατέφυγε για να συνεχίσει το «θεάρεστον» έργο του, δεν χρειάζεται επειδή δεν συμφωνείτε με τις ιδέες κάποιου να τον αποκαλείτε μαστούρη και τεμπέλη, όταν μάλιστα δεν τον γνωρίζετε.
Η ουσιώδης διαφορά μας δεν είναι βέβαια η έλλειψη νοήματος σε αυτά που υποστηρίζει ο καθένας μας, όπως διατείνεται ο «λακωνικέστερος» – ά ρε Λακεδαίμωνα πού σαι να θαυμάσεις Καζαντίδειο λόγο των σύγχρονων τέκνων σου! – αλλά ότι σύ και οι ομόδοξοί σου, κατά βάση επενδύετε στους ουρανούς και γι’αυτό υποτιμάτε τη φύση, εμείς δε θεωρούμε ως μοναδική βάση πάνω στην οποία μπορεί να θεμελιωθεί Αρετή, Σωφροσύνη, Τέχνη, ανθρώπινη συμβίωση, πολιτική ζωή και γενικά Πολιτισμός, την Συνείδηση, αυτήν την ξεστρατισμένη, αλλοτριωμένη και κακοπαθημένη αλλά και τόσο παρεξηγημένη ανθρώπινη συνείδηση.
Καληνύχτα σας γιατί αύριο έχουμε και δουλειά.
Μα, δεν ήταν θυμωμένο το κείμενό μου. Και βέβαια δεν εννοούσα εσένα, αφού είναι σαφές ότι δεν ελπίζεις σε έναν μεταθανάτιο τόπο αιώνιας λούφας. Όπως φαίνεται και από την δεύτερη φορά που μίλησα πιό πάνω, για τις αντιπαραθέσεις επάνω σε αντιτιθέμενα αξιώματα, δεν με ενδιαφέρει η αντιπαράθεση αλλά η αλληλοαναγνώριση. Ο νευρώδης λόγος δεν είναι νευριασμένος. Μοιάζω απόλυτος, αλλά απλά έχω καταλήξει στα βασικά, γιατί δεν είμαι πια νέος.
Δεν υποτιμώ την φύση, αφού ελπίζω και εύχομαι κάποτε να εξυγιανθεί, το ότι όμως είναι άρρωστη όπως και όλα τα παιδιά της, είναι κραυγαλέο και φωνάζει από όσα φρικτά συμβαίνουν κάθε στιγμή, δεν είναι θεωρία ούτε αυθαίρετη υποτίμηση. Και ο άνθρωπος και η κοινωνία, της φύσης είναι. Και βέβαια θεωρώ, όπως και οι ομόδοξοί μου, “μοναδική βάση πάνω στην οποία μπορεί να θεμελιωθεί Αρετή, Σωφροσύνη, Τέχνη, ανθρώπινη συμβίωση, πολιτική ζωή και γενικά Πολιτισμός, την Συνείδηση, αυτήν την ξεστρατισμένη, αλλοτριωμένη και κακοπαθημένη αλλά και τόσο παρεξηγημένη ανθρώπινη συνείδηση”. Την αλλοτρίωση και κακοπάθεια της Συνείδησης ονόμασα ανωμαλία. Και η βασιλεία των ουρανών, άλλωστε, εντός ημών εστί. Και το αξίωμα του Καστοριάδη στην συνείδηση στηρίζεται.
Να, λοιπόν, που η διαφωνία μας βρίσκεται στην αποδοχή της φύσης σαν ουδέτερης ηθικά τελείας και μοναδικής πραγματικότητας. Όμως, με βάση την Συνείδηση, μπορούμε να επικοινωνήσουμε και να συνεργαστούμε. Η πρακτική μας βάση είναι επαρκής.
Εντάξει, σε παρεξήγησα, που να φαντασθώ ο έρμος, ότι τους αμφιλαφείς πλατάνους, ενοράσαι πλέον μόνο εν ουρανίω παραδείσω, ωστόσο κατά την ταπεινή μου γνώμη, κανείς σαν αποθάνει όχι πλατάνους δεν θα βλέπει αλλά ούτε τα ραδίκια απ’ την ανάποδη.
Αλλά επέτρεψέ μου μία ένσταση επί ενός κρίσιμου σημείου των προτάσεών σου, δεν είναι η φύση που είναι άρρωστη, η φύση αφ’ εαυτής παρά την καταστρεπτική μανία της ανθρώπινης δράσης, παραμένει αγνή, αειπάρθενη, με το γλυκύτατο χαμόγελο της Παναγίας και ταυτόχρονα την αγριάδα της Αρτεμης, σφριγηλή, αενάως αναγεννώμενη, άξια σεβασμού. Ο άνθρωπος είναι μεν σπλάχνο της, αλλά η συνείδησή του, η οποία κατ’ απόλυτη έννοια είναι ελεύθερη, τον διαφοροποιεί από τη φύση και είτε τον θέτει στο πλευρό της, είτε αντίμαχό της. Σε κάθε όμως περίπτωση και παρά τα γρανιτώδη έργα του ό άνθρωπος δεν θα πρέπει να ξεχνά ότι είναι πολύ μικρός απέναντι στη φύση κι ότι το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να τη μελετά και να μένει ταπεινός ενώπιόν της.
Η συνείδησή μου και η φύση μου όπως και η εξωτερική φύση δεν συμβιβάζονται μεταξύ τους. Η ηθικότητα δεν συμβιβάζεται με τις φυσικές ορμές και παρορμήσεις ούτε με τους νόμους της φύσης.
Πρέπει να προκαλέσω τον θάνατο ζώων για να ζήσω. Πρέπει να σκοτώσω για να υπερασπιστώ τους δικούς μου, όχι μόνο κατά τους ανθρώπινους πολέμους, αλλά και σε καιρό ειρήνης, από τα άγρια θηρία. Αυτό ισχύει και σε κοντινά στην Αθήνα χωριά ακόμη και σήμερα. Οι λιμοί, οι πλημμύρες, οι σεισμοί, οι φυσικές καταστροφές δεν ήταν έργο του ανθρώπου, πριν λίγους αιώνες που δεν είχε την τεχνολογική ισχύ… Η φύση δεν μοιάζει ούτε με την Παναγία ούτε με την Άρτεμη, γιά μένα, αλλά με την Κάλι που φορά το περιδέραιο από κρανία.
Υπέρβαση αυτής της πραγματικότητας δεν έχω βρεί με φυσικές μεθόδους.
Όμως, προσδιορίσαμε τα βασικά μας αξιώματα και κάποιες καίριες πεποιθήσεις. Όταν υπάρξει κάποια άλλη ευκαιρία γιά να εξετάσουμε ένα συγκεκριμένο θέμα, μπορούμε να βρούμε το κοινό μας έδαφος ευκολώτερα.
Και πάλι ο Ελευθέριος μας εκπλήσσει (δυσάρεστα,δυστυχώς). Εάν και εφόσον όπως αναφέρει:
“..κατά την ταπεινή μου γνώμη, κανείς σαν αποθάνει όχι πλατάνους δεν θα βλέπει αλλά ούτε τα ραδίκια απ’ την ανάποδη..”
και επίσης ότι:
“..ό άνθρωπος δεν θα πρέπει να ξεχνά ότι είναι πολύ μικρός απέναντι στη φύση κι ότι το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να τη μελετά και να μένει ταπεινός ενώπιόν της.”
που ακριβώς βρίσκει το Νόημα (=αναγκαιότητα) της Ύπαρξης του ιδίου για του του εαυτού? Ή αλλιώς τεθειμένο το ερώτημα: τι θα άλλαζε στον Σύμπαν Κόσμο εάν δεν υπήρχε ο Ελευθέριος?
Και εάν η απάντηση (όπως προτρέχω να προβλέψω) είναι το γνωστό ΤΙΠΟΤΑ, τότε αν μου εξηγήσει – τελικά – γιατί θα πρέπει να ασχολούμαστε εμείς οι υπόλοιποι με ένα τίποτα, δεδομένου ότι έχουμε να κάνουμε ΚΑΤΙ.
Φίλε Νίκο, νομίζω πως η ανάδυση της ηθικής ακριβώς προέκυψε από την ανάγκη να συμβιβάσουμε τα ενστικτά μας, τις παρορμησεις μας με τη ¨φύση¨, των πάντων συμπεριλαμβανομένων ,ανθρώπους, ζώα πέραν του εαυτού μας. Οι άνθρωποι λοιπόν που θεωρούν ανήθικο να σκοτώνουν ζώα για να τραφουν … έγιναν χωρτοφάγοι!
Επίσης με τους ανθρώπους, που συνδιαλεγόμαστε επιστολική, νομίζω πως το κάνουμε γιατί κυρίως μας δημιουργούν τα ερεθίσματα να προχωράμε τη σκέψη μας.
Δε θεωρώ λοιπόν απαραίτητο να βρω ¨κοινό έδαφος¨.
Σίγουρα με τη συνομιλία οι απόψεις μας θα επηρεασθούν κι από αυτές της ¨άλλης μεριάς¨.
Τώρα πως ο φίλος Φυσικός εξεπλάγει και πως δε βρίσκει νόημα σε μία συζήτηση για την ύπαρξη ή μη νοήματος στη φύση, … Ας περιμένουμε μια ενδεχόμενη απάντηση…
μα αγαπητέ Σπύρο, δεν θα ήμουν κάν φυσικός αν η Ύπαρξη της Φύσης δεν είχε νόημα, γιατί έχω καλύτερα και πιο ευχάριστα πράγματα να κάνω από το να ασχολούμαι με πράγματα που δεν θα είχαν νόημα!
Ο «Δαίμων»
Αγαπητοί φίλοι, ή εν Χριστώ αδελφοί όπως αγαπάτε,
Ευτυχώς που έχω κι εσάς που με κάνετε να στοχάζομαι και να γελώ, όταν τις καθημερινές γυρίζω βράδυ στο σπίτι κι έτσι κατά κάποιο τρόπο έρχεται, η για άλλους βαρετή αυτή ενασχόληση των σχολίων, ως αντιστάθμισμα στην κόπωση της ημέρας.
Λοιπόν, ας ξεκινήσω από τα σοβαρά περί διαχωρισμού φύσης, συνείδησης, ενστίκτων ηθικής κλπ. Θα κάνω μία σύντομη το δυνατόν αναδρομή στους κλασσικούς μας, αφήνοντας την προέκταση του στοχασμού τους και τα επαγωγικά συμπεράσματα στη σκέψη και τη φαντασία σας.
Την εποχή που διαδέχεται τον πελοποννησιακό πόλεμο, εποχή παρακμής, ο Πλάτων και οι σύγχρονοί του ξεχωρίζουν ψυχή και σώμα, συνείδηση και ένστικτα, συνείδηση και ήθος και προσπαθούν να καθορίσουν την αξία τους. Κανένα τέτοιο πρόβλημα δεν γεννιέται στην κλασική εποχή, κανένας χωρισμός δεν μπορεί να νοηθεί, καμμιά μερική λειτουργία δεν μπορεί να αξιώσει κυριαρχικά δικαιώματα πάνω στις άλλες· όλες συνυπάρχουν και πειθαρχούν σε κείνη τη βαθύτερη ενότητα που οι Ελληνες αποκαλούσαν Δαίμονα ή Ηθος.
Μπορούμε να πούμε ότι ο όρος «δαίμων» είναι η έκφραση της αρχικής αδιαφοροποίητης Ενότητας της ανθρώπινης ύπαρξης. Η Ενότητα αυτή, διαφοροποιούμενη μέσα στις λειτουργίες της βούλησης, της Συνείδησης, των ενστίκτων κ.λ.π. εξακολουθεί να δεσπόζει κυριαρχικά, αδιάκοπα πλουτιζόμενη πάνω από τις διαφοροποιημένες λειτουργίες. Με τον Πλάτωνα ο όρος «δαίμων» αποκτά μια υπερβατική (πριν από κάθε εμπειρία) έννοια, συμβολίζοντας και πάλι την Ενότητα του ανθρώπου, υπό μια αρχετυπική ιδανική μορφή. Δεν είναι τυχαίο ότι το όλο το έργο του Πλάτωνα είναι γεμάτο από μια προσπάθεια να αναγεννηθεί η κλασσική ιδέα του «δαίμονα» και να τοποθετηθεί πάνω στα σωκρατικά δεδομένα. Η δαιμονική δύναμη εκφράζει όλη την ανθρώπινη δημιουργικότητα: τις τέχνες, τα επαγγέλματα, την πολιτική, το ήθος, τον ηρωϊσμό, με λίγα λόγια όλη την ιστορία του ανθρώπου. Ο Δαίμων λοιπόν στον Πλάτωνα δεν είναι παρά ο πρωταρχικός Νόμος, ο πρωταρχικός ορισμός του ανθρώπου, η ενότητά του που αδιαφοροποίητη στη μεταφυσική πηγή της, διαφοροποιείται μέσα στην ιστορική του ζωή και απλώνεται προς όλες τις κατευθύνσεις, τόσο σαν πράξη (ένωση για δημιουργία) όσο και σαν συνείδηση (θεάσθαι), προσπαθώντας να αποκατασταθεί σε μια καινούρια διαφοροποιημένη ενότητα. Είναι η καθαρή ενεργητικότητα του ανθρώπου, η συμπυκνωμένη δύναμη συνεχούς δημιουργικότητας και πλαστικότητας, πηγή της ζωής όχι μόνο του απομονωμένου ατόμου, αλλά του ανθρώπου γενικά, της ανθρωπότητας και της συνεχούς της αυτοαναπαραγωγής, δηλ. του ανθρώπινου πολιτισμού.
Στον Αισχύλο – όπου η ιδέα του «Δαίμονος» έχει μια κεντρική και θεμελιώδη θέση – «Δαίμων» σημαίνει πεπρωμένο, είναι η εξατομικευμένη δράση όλων των γενικών και απρόσωπων νόμων του κόσμου. Ο άνθρωπος που ζεί κάτω από την πανίσχυρη πνοή του Δαίμονα δεν έχει καμμιά δική του ατομικότητα.
Στον Σοφοκλή, όμως, ο ατομικός άνθρωπος ξεχωρίζει πιο ελεύθερα από το φόντο των κοσμικών δυνάμεων και βρίσκει μέσα στον ίδιο τον εαυτό του τη Μοίρα του, το Νόμο των πράξεών του και τη δικαίωσή τους. Ηδη ο Σοφοκλής διέκρινε μια κάποια αδυναμία στο ότι ο Δαίμων απεκαλύπτετο μόνο μέσα στο διονυσιακό μεθύσι του Αισχύλου, χωρίς να ζητάει πρώτα την άδεια της συνείδησής του. Η διονυσιακή έκσταση φανέρωνε στον Αισχύλο έεναν άνθρωπο χαμένο, αλύτρωτο, βυθισμένο στην απρόσωπη ανάγκη του πεπρωμένου. Αυτό ήταν κάτι απαράδεκτο για τον Σοφοκλή. Γιατί η Συνείδησή του, του φανέρωνε ένα άνθρωπο τραγικό αλλά δοσμένο, έναν άνθρωπο που βρίσκει τη σωτηρία του στη λέφτερη συνείδησή του –την αποδοχή της Μοίρας του. Στον Αισχύλο την αποφασιστική στιγμή, ο ευγενής, αγνός και σταθερός χαρακτήρας του ήρωά του εξαφανίζεται, παραδίδεται στο πεπρωμένο∙ η συνείδησή του εξαφανίζεται και δε μένει παρά η «ολέθρια» Βούληση του θεού, που σπρώχνει τον Ετεοκλή, τον μόνο συνειδητό και δίκαιο ήρωά του Αισχύλου, να πάει ναα πολεμήσει εναντίον του αδελφού του.
Το αντίθετο συμβαίνει στο Σοφοκλή, τον τραγικό ποιητή της κλασσικής εποχής, συμπολεμιστή του Περικλή και του Θουκυδίδη. Κέντρο της τραγωδίας του δεν είναι πια η παρά τη θέληση του ανθρώπου επιβολή του πεπρωμένου, αλλά είναι η ελεύθερη αποδοχή του πεπρωμένου από τη συνείδηση του ανθρώπου. Δεν είναι το απρόσωπο πεπρωμένο της οικογένειας του Οιδίποδα, που αναγκάζει την Αντιγόνη να παραβεί τη διαταγή του Κρέοντα, αλλά ο «χαρακτήρας» της το «ήθος» της, η λέφτερη απόφαση της συνείδησής της.
Αρκετά όμως γι’ απόψε με τα σοβαρά για τη Φύση θα επανέλθω άλλη βραδυά, ίσως αύριο.
Θέλω αμέσως μετά σε επόμενο σχόλιό μου να αλλάαξω τόνο για να ευθυμήσουμε λίγο.
@ Δεληνικόλα
Εικονοπλασία της θεάς Κάλι, αντιγράφω από Βικιπαίδεια:
“(η μαύρη μητέρα) όπως αποκαλείται συχνά, είναι θεά της ινδουϊστικής μυθολογίας μία από τις ενσαρκώσεις της Ντουργκά, της συζύγου του Σίβα.
Η Κάλι παρουσιάζεται ως γυναίκα μελαψού χρώματος, με μακριά μαλλιά και τέσσερα χέρια. Στο ένα της χέρι κρατά το ξίφος, στο δεύτερο, το κομμένο κεφάλι του γίγαντα, ενώ με τα άλλα δύο ενθαρρύνει τους πιστούς της. Τα ενώτιά της είναι δύο πτώματα και φορά ένα περιδέραιο από ανθρώπινα κρανία. Μοναδικό της ένδυμα είναι μία πλατειά ζώνη η οποία αποτελείται από δύο σειρές κομμένων χεριών. Η γλώσσα της κρέμεται, τα μάτια της είναι κόκκινα όπως των μεθυσμένων, ενώ το πρόσωπο και το στήθος της είναι γεμάτα αίμα. Η θεά παριστάνεται συνήθως όρθια με το ένα πόδι πάνω στο γόνατο και το άλλο πάνω στο στήθος του Σίβα”.
Υστερα θα έχω άδικο να σε αποκαλώ Ινδό; Κι ο Πυθαγόρας εκεί κάτω ταξίδεψε όταν άφησε το νησί και μας γύρισε «παραμορφωμένος».
@ Φυσικό
Αντιγράφω από σχόλιο παραπάνω του φυσικού μας (χωρίς προσδιοριστικό επίθετο τη φορά αυτή, πώς κι έτσι;) απεθυνόμενο πρός με.
«που ακριβώς βρίσκει το Νόημα (=αναγκαιότητα) της Ύπαρξης του ιδίου για του του εαυτού? Ή αλλιώς τεθειμένο το ερώτημα: τι θα άλλαζε στον Σύμπαν Κόσμο εάν δεν υπήρχε ο Ελευθέριος? Ή αλλιώς τεθειμένο το ερώτημα: τι θα άλλαζε στον Σύμπαν Κόσμο εάν δεν υπήρχε ο Ελευθέριος? Και εάν η απάντηση (όπως προτρέχω να προβλέψω) είναι το
Και εάν η απάντηση (όπως προτρέχω να προβλέψω) είναι το γνωστό ΤΙΠΟΤΑ, τότε αν μου εξηγήσει – τελικά – γιατί θα πρέπει να ασχολούμαστε εμείς οι υπόλοιποι με ένα τίποτα, δεδομένου ότι έχουμε να κάνουμε ΚΑΤΙ»
Να με συμπαθάτε παίδες, αλλά αν κανείς από εσάς, ή και ο ίδιος ο συμπαθής φυσικός μας, βγάζει νόημα από τις ιδίες αυτού εκφράσεις, ας μου ερμηνέψει κι εμέ του «πτωχού τω πνεύματι» και υπόσχομαι να πετάξω τα ιμάτιά μου και να τον ακολουθήσω, σαν έτερος γυιός του Ζεβεδαίου.
Λες κι έβαλα εγώ με το στανιό «τον λακωνικέστερο» να γράφει τούτα δω τα τραυλά!
Και δεδομένου ότι έχει να κάνει ΚΑΤΙ άλλο σοβαρότερο, γιατί επιτέλους δεν το κάνει, παρά με ακολουθεί κατά πόδας τις λιγοστές φορές που μπαίνω να κάνω κανα σχόλιο και πάει να μου πουλήσει μούρη;
«Καροτσέρη τραβά, να πάμε στα Ταταύλα,
Δεν με βάνει αυτός ο τόπος,
Πάρε με να φύγω πρώτος, Τράβααα..»
“..Και δεδομένου ότι έχει να κάνει ΚΑΤΙ άλλο σοβαρότερο, γιατί επιτέλους δεν το κάνει, παρά με ακολουθεί κατά πόδας τις λιγοστές φορές που μπαίνω να κάνω κανα σχόλιο και πάει να μου πουλήσει μούρη;..”
Υπόσχομαι να μην το ξανακάνω. Τελικά το ΚΑΤΙ είναι περισσότερο από το ΤΙΠΟΤΑ..
Το μόνο που έχω υποχρέωση να κάνω ως προς τα σχόλιά σου, είναι να διορθώνω όλες τις επιστημονικοφανείς ανοησίες περί φυσικής, κοσμολογίας, μαθηματικών κτλ. – και αυτό μόνο αν είμαι σε καλή διάθεση.
Αλλά μην νομίζεις ότι το κάνω για σένα (τα είπαμε για το ΤΙΠΟΤΑ) – το κάνω για τους αναγνώστες. Ως απόδειξη, υπόσχομαι να μην αναφερθώ ποτέ πια, μετά από αυτήν την απάντηση, σε εσένα ως πρόσωπο, μιας και εσύ ο ίδιος απορρίπτεις την Νόημα της Ύπαρξης, άρα αυτοαπορρίπτεσαι και δεν μπορώ παρά να δεχθώ την Ελευθέρια θέλησή σου..
μπάϊ.
Σωστότερο είναι η συζήτηση να μην απομακρύνεται από το άρθρο που την προκαλεί. Οι καλές στιγμές της συζήτησης που επακολούθησε στράφηκαν τελικά γύρω από την κεντρική ιδέα που διέπει το άρθρο του Γιώργη Παπανικολάου: Υπάρχει ή δεν υπάρχει Νους στην Φύση ή το Σύμπαν. Που ισοδυναμεί με το αν υπάρχει Αυτοσυνειδησία ή αν όλα είναι συνέπεια μηχανικών αλληλεπιδράσεων. Που ισοδυναμεί με το αν υπάρχει Ηθική στην Φύση. Όταν λέμε νόημα, δεν εννοούμε βέβαια αν υπάρχει η δυνατότητα εμείς να ανακαλύψουμε νομοτέλειες, δηλαδή νοητικά μοντέλλα, για να περιγράψουμε τα παρατηρούμενα φαινόμενα, έξω και μέσα μας, αλλά αν το Σύμπαν διέπεται από μία συνειδητότητα ικανή για αυτοσυνειδησία. Που είναι ισοδύναμο με το αν η δική μου συνειδητότητα μού δίνει την δυνατότητα να πάω αντίθετα στην φυσική μου υπόσταση, δηλαδή να διακινδυνέψω την καλοπέραση, την υγεία και σωματική ακεραιότητα ή την ζωή μου, για να ανταποκριθώ στις αρχές μου και αυτό που μου ζητά η συνείδησή μου. Δεν είναι τόσο απλό όσο το να γίνω χορτοφάγος, που κι αυτό δεν είναι δυνατό χωρίς σοβαρές συνέπειες στην σωματική υγεία πολλών ανθρώπων. Δεν είναι το αν θέλω να κάνω κάτι, αλλά το αν έχω την δυνατότητα. Δεν μιλώ για ήθη και έθιμα, αλλά για την θεμελιώδη ηθική που ισχύει σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.
Και πάλι βρισκόμαστε σε μηδενική αξιωματική βάση. Άλλοι θα είναι στην μία όχθη και άλλοι στην άλλη. Είναι η βασική διαφωνία του ατομιστή Επίκουρου που έβλεπε συνειδητότητα ακόμη και στο “άτομο”, τη μικρότερη μονάδα ύλης, και κατέκρινε, παρά τον θαυμασμό του, τον Δημόκριτο, ο οποίος θεωρούσε ότι το “άτομο” δεν διαθέτει συνειδητότητα. Ο Χριστιανισμός έδωσε την δική του απάντηση και οι Έλληνες Πατέρες την πιό εκλεπτυσμένη εκδοχή.
Επί της διαδικασίας πρώτα:
Το να συμμετέχει ή όχι κανείς σε μια δημόσια συζήτηση, έστω κι απρόσωπα μέσω του διαδικτύου είναι δικαίωμα κι ευθύνη του, όπως επίσης κι ελεύθερη επιλογή του είναι να αποχωρεί κατά βούληση. Εκείνο που δεν δικαιούται και δεν είναι εις θέση να κάνει, είναι να επιχειρεί να αναιρέσει τον άλλο με ανεπίτρεπτους αφορισμούς του τύπου «αφού δεν πιστεύεις στο θεό μου, είσαι ένα τίποτα, δεν υπάρχεις, δεν έχει νόημα να υπάρχεις». Διότι απλούστατα αυτός (ο άλλος) δεν αναιρείται.
Όποιος μέσα στον κόσμο αγαπάει τον θεό του – τί πιο ευχάριστο από την πίστη σ’ένα οικιακό θεό – ή τον πλησίον του, δεν διαπράττει ούτε μεγαλύτερη ούτε μικρότερη αδικία από όποιον μέσα στον κόσμο αγαπάει τον ίδιο τον εαυτό του. Μένει μόνο το ερώτημα αν το πρώτο είναι δυνατό.