Βιβλιοκριτική: Η Νεοελληνική Φαυλοκρατία

0
731

Στο μόνο που δεν έχουμε παράπονο -μάλιστα η ντόπια απόδοση ξεπερ­νάει πάσα προσδοκία- είναι η πα­ραγωγή θεωρητικών δυσαρεστημέ­νων, φιτιλιασμένων, σχετλιαστικών μέχρι κεραίας, καταγγελτικών εξ επαγγέλματος, κατηγόρων, εκ γενετής σχεδόν θυμωμένων με την πατρίδα τους. Ασφαλώς δεν έχουμε την πατέντα του φαινομένου· κάθε έθνος και εθνάριο που πά­σχισε να στήσει κράτος κατά τον 19ο αιώνα έ­σπειρε διχόνοιες και άσβεστα μίση ανάμεσα στους πολίτες του. Περιέργως πώς, οι φλογεροί φιλοπάτριδες συχνά κατέληξαν αρνησιπάτριδες. Εκ τούτου δεν συνάγεται ότι η φιλοπατρία είναι αρ­νητική δύναμη, ούτε ότι οι τοπικές κοινωνίες α­ποδεικνύονται ανίκανες να συσσωματωθούν σε ευρύτερες καταστατικές τάξεις που αργά ή γρή­γορα αποκαλούνται κράτη. Απλώς και απολύτως, το κράτος είναι δύσκολη υπόθεση. Η ελληνική περίπτωση απέβη κλασικό παράδειγμα οιονεί α­νέφικτου «κράτους», διότι η ισχύς και η δύναμη σπανίως (για να μην πούμε ποτέ) συνέπραξαν α­ποτελεσματικά με την οργάνωση, την υπακοή και την απαιτούμενη ομοψυχία. Ακριβέστερα, η ε­ξουσία -πολιτική και άλλη- βρήκε κατάλληλο έ­δαφος για να εδραιωθεί. Στα παρ' ολίγον διακό­σια χρόνια του νεοελληνικού κρατιδίου, ενώ θα ανέμενε κανείς την προοδευτική διαμόρφωση ε­νός κρατικού μηχανισμού που να βοηθά την κοι­νωνία στα έργα της, τελικά βρίσκει το αντίθετο.

Σε ένα βιβλίο που μόλις κυκλοφόρησε (Ευάγ­γελου Κοροβίνη, Η νεοελληνική φαυλοκρατία, Αρμός), ο συγγραφέας αναψηλαφεί σύνολη τη νεοελληνική πορεία του κράτους (από το '21 ί­σαμε τις μέρες μας), με αμετακίνητο κριτήριο την κατάδειξη ενός διαχρονικού μηχανισμού ο οποί­ος κατέλυε και αποσάθρωνε, αντί να ενισχύει και να ολοκληρώνει. Κι όλα αυτά υπέρ μιας εκλεκτής φατρίας (ταράφια αποκαλούσαν τις φατρίες) που διεκδικούσε τη μονοπώληση του λύειν και του δεσμείν. Είναι γνωστό ότι η Επανάσταση δεν ανέδειξε μια νέα κοινωνική τάξη που θα έθετε το ιστορικό παρόν της χώρας σε νέους όρους. Επιβίωσε το πα­λαιό καθεστώς, απλώς το κενό εξουσίας κατέλα­βαν οι κοτζαμπάσηδες και άλλα πολιτικά ταρά­φια. Εύστοχα λοιπόν θεωρεί τον Κωλέττη εμπνευστή «των φαυλοκρατικών χαρακτηριστικών του ελλη­νικού πολιτικού συστήματος». Ο ιατρός από το Συρράκο ουσιαστικά τελειοποίησε τις μεθόδους που μετερχόταν κατά τη διάρκεια του Αγώνα. Συ­ναλλαγή, τυχοδιωκτισμός, πελατειακό σύστημα, μακιαβελισμός, μπερμπάντικα φερσίματα, πώ­ρωση και ανυποχώρητη εγωπάθεια. Δεν πρόκει­ται για ψυχογραφία, αλλά για ένα καθεστώς φα­τριασμού, όπου ο κτήτωρ της εξουσίας δεν απο­σκοπεί στη μεταρρύθμιση της κοινωνίας, παρά στην πάση θυσία και απάτη περιφρούρηση των κεκτημένων. Η δίωξη κομματικών αντιπάλων, ο διο­ρισμός ημετέρων, η κατοχύρωση προνομίων, οι εκλογές βίας και νοθείας ήταν στην ημερήσια διά­ταξη. Ακόμη και η ενεργός αλλά αποσιωπούμενη «κοινοβουλευτική δικτατορία» που επιβιώνει μέ­χρι τις μέρες μας δικό του εφεύρημα ήταν.
Στην περίπτωση του Βενιζέλου υποστέλλεται η παντιέρα της φαυλοκρατίας. Μήπως όμως θα έπρεπε να αναλυθεί το άλλο θανάσιμο κουσούρι την νεοελληνικής πολιτικής, η τυχοθηρία, με άλλοθι το εθνικό μεγαλείο;
Συναλλαγή, τυχοδιωκτισμός, πελατειακό σύστημα, μακιαβελισμός, μπερμπάντικα φερσίματα, πώρωση και ανυποχώρητη εγωπάθεια. Δεν πρόκειται για ψυχογραφία, αλλά για ένα καθεστώς φατριασμού, όπου ο κτήτωρ της εξουσίας δεν αποσκοπεί στη μεταρρύθμιση της κοινωνίας, παρά στην πάση θυσία και απάτη περιφρούρηση των κεκτημένων.

Θα πρέπει να φτάσουμε στο 1875 ώστε να εμ­φανιστεί πολιτικός που αποφασιστικά θα ακο­λουθήσει άλλη στράτα. Αγγλομαθημένος, ο Τρι­κούπης το πρώτο που επιδίωξε ήταν ο διαχωρισμός της κρατικής μηχανής από την κοινωνία. Αν για τον Δηλιγιάννη και τους συν αυτώ το κράτος α­ποτελούσε «λάφυρο», για τον Τρικούπη όφειλε να αποβεί εργαλείο για την οικονομική ανάπτυ­ξη. Η αδιευκρίνιστη παρεξήγηση σοβεί και στις μέ­ρες μας: εκάστη κυβέρνηση ασκεί «κατοχή» στο κράτος, ενώ θα όφειλε να ασκεί απλά καθήκοντα εφήμερου διαχειριστή. Η φαυλοκρατία λοιπόν, ως παραδοσιακό ένστικτο, μοιραία θα θριάμβευε -κι αυτή τη φορά εν ονόματι του Δηλιγιάννη και του Βούλγαρη. Από τη μία ο εκσυγχρονισμός, α­πό την άλλη η συμμορία που θεωρούσε τη χώρα τιμάριον. Μόνο στην περίπτωση του Βενιζέλου ο Κοροβίνης θα υποστείλει την παντιέρα της φαυλοκρατίας, για να περιγράψει θετικότερα την πο­λιτεία του. Ορθό αρχικά, αυτό το κριτήριο αφή­νει ένα χάσμα· μήπως στην περίπτωση του Βενι­ζέλου θα έπρεπε να αναλυθεί δεόντως ένα άλλο παράπλευρο και θανάσιμο κουσούρι της ντόπιας πολιτικής: η τυχοθηρία άνευ ορίων, με άλλοθι βέ­βαια το εθνικό μεγαλείο;

Ο συγγραφέας διεξέρχεται με επάρκεια και ευ­στοχία το Μακεδονικό, τη Μικρασιατική Κατα­στροφή, την Αντίσταση και τον Εμφύλιο (ειδικά αυτόν). Η γνώμη ενός ξένου, του Τζορτζ Χόρτον -σε υποσημείωση- συνοψίζει πειστικά και συμπε­ρασματικά το ποιόν της νεοελληνικής πολιτικής. «Είναι απίστευτο, θα έλεγα αδύνατο, μέχρι πού μπο­ρούν να φτάσουν οι Έλληνες πολιτικοί, προκειμένου να διατηρήσουν το κόμμα τους στην εξουσία έστω και μια εβδομάδα παραπάνω: μπορούν να θυσιάσουν την πατρίδα τους...». Το κεφάλαιο για τη Μεταπολίτευση (μαζικοποίηση και εκδημοκρατισμός της φαυλοκρατίας) συγκρίνοντας τον πάγιο κρατισμό της Αριστεράς με την ανάδειξη του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ., διαπιστώνει ότι «ο ομφάλιος λώρος που συνέδεε το πολιτικό σύστημα με το πελατειακό κράτος δεν κόπηκε». Οι αποχρώσεις δεν λείπουν από αυτό το τολμηρό κείμενο, επίσης ούτε οι τεκμηριωμένες οικονομικές αναλύσεις που βοηθούν τον αναγνώστη. Θα μπορούσαμε πάντως να ζητήσουμε και κάποιες συγκρίσεις με γειτονικά κράτη -εκτός της Τουρκίας- για να έχουμε μια πληρέστερη εικόνα του θέματος. Η φαύλη διακυβέρνηση είναι τελικά μοίρα του τόπου ή τη μοιράζεται με τα Βαλκάνια - έστω και αν στη μοιρασιά έχει το μέγιστο μερίδιο;

πηγή: Ο Κόσμος του Επενδυτή,  28-12-2008

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ