Το Ευαγγελουδάκι

4
1714

Όλη η ιστορία της αγιότητας και της ανώτερης-φιλόσοφης βιοτής, συνοψίζεται στη συμπεριφορά ενός μικρού (14) αγράμματου (δευτέρας δημοτικού) μοναχού, προς δύο σκληροτράχηλους, απλούς, παραδοσιακούς, πνευματικούς ανθρώπους.

Τον έβαζε ο ένας να κάνει μία δουλειά «έτσι». Ερχόταν ο άλλος και του έλεγε να την κάνει αλλιώς, χωρίς ποτέ να μάθει ότι κάποιος φταίει (ο άλλος μοναχός) για το αντίθετο. Ερχόταν πάλι ο άλλος και ξανάλλαζε η δουλειά: «Πάρε αυτά και πάν'τα εκεί» (π.χ.). Τα πήγαινε ο μικρός. Ο άλλος: «Πάρ' τα πάν' τα αλλού». Τα πήγαινε ο μικρός.

Τί συμβαίνει εδώ; Ο μικρός είχε γίνει πατσαβούρι. Κι ο λογισμός του - πεντακάθαρος κι αγγελικός - δεν κοιτούσε να βάλει τους «άρχοντες» σε συνεννόηση για να ξεκουραστεί, να μην κάνει την ίδια δουλειά δέκα φορές. Ο μικρός δε συζητούσε με αυτό το λογισμό, αλλά αναζητούσε το άριστο, με το να προσπαθεί να ικανοποιήσει τον μόνο Άριστο. Ο μικρός δεν θέλει να τσακωθούν οι γέροντες. Τόσο απλά. Και τους κάνει το γαϊδούρι (φορτώματα, πέρα δώθε, υπομονή).

Ένωσε τους γέροντες, ένωσε τον εαυτό του με τον Θεό και το σπίτι που τον φιλοξενούσε, ένωσε τα αυθαίρετα («έτσι!», «αλλιώς!») στο ένα νόημα. Κατέβασε το νόημα με το (ευ)αγγελικό του ήθος - «πεθαίνω εγώ, για να 'ρθει ειρήνη» - και δεν το 'κλεισε στη λογική επιλογή της υπόθεσης (δε πήρε θέση απέναντι στις εντολές του), δε παζαρεύτηκε το άριστο. Αγόρασε, με τον ιδρώτα και την ακεραιότητά του, τον Θεό. Και του ξεκλειδώθηκε η άριστη - μετά θείας διάκρισης - στάση επί πάσης περιστάσεως. 

Με - και προς - τον Θεό το άριστο συμβαίνει, ήταν το μήνυμα του μικρού μοναχού. Έλαβε όλα τα χαρίσματα. Κι από το άριστο που προέκυπτε απ' όλες αυτές τις αντιλήψεις-κινήσεις - το φως το πολύ - τον προστάτευσαν, ακολούθως, οι δύο σκληροτράχηλοι, απλοί, παραδοσιακοί, πνευματικοί άνθρωποι. 

Αρίστευσε αυτός, αρίστευσαν αυτοί, αρίστευσε το Άριστο (παράδοξο, αλλά εννοώ η εκκλησία)· γι' αυτό βρίσκω εδώ άριστα εκφραζόμενη την ιστορία-σοφία της αγιότητας και της ανώτερης-φιλόσοφης βιοτής: να κάνουμε τα γαϊδούρια. Και τα γαϊδούρια δεν είναι κάτι, δεν έχουν καν όνομα, όπως, π.χ., «Πορφύριος».

 

Εικόνα: Όσιος Πορφύριος ο καυσοκαλυβίτης.

4 Σχόλια

  1. Δεκατριάχρονος καλείσαι και βρίσκεις τον επίγειο Παράδεισο
    Ζεις πραγματικά όταν πεθαίνεις για τον άλλο
    Δημιουργείς όταν σκοτώνεσαι στη δουλειά και δεν υπογράφεις τα έργα σου
    Απλώνεσαι και γίνεσαι θεὀς κατά χάριν όταν βλέπεις μίλια μακριά
    Σου λεν πως δεν είναι τίποτα, και συ το δέχεσαι και συνεχίζεις την υπακοή
    Ενώνεσαι με την Κτίση
    Μαζί με το αηδόνι, δοξολογείς χωρί ανταμοιβή, μετέχοντας στο συλλείτουργο του Σύμπαντος
    Μπαίνεις μέσα στις ψυχές
    Βλέπεις τα εγγύς και τα μακράν
    Απαντάς σ’ αυτούς που δεν σε ρώτησαν
    Γαληνεύεις τους βασανισμένους
    Στέλνεις αποστόλους σου στους καταφρονεμένους
    Ευλογείς κι αγκαλιάζεις πόρνες με την αγάπη σου, ενώ επιτιμάς την τσατσά
    «Ακτινογραφείς» και γιατρεύεις αρρώστιες και πάθη
    Αγκαλιάζεις πιστούς και απίστους
    Θεολογείς την Αγάπη και σκορπίζεις την Ανάσταση
    Αφήνεις άγνωστο τον ταφο σου, ως Άγιος της Οικουμένης
    Ευεργετείς, ευεργετείς, ευεργετείς
    Πορφύριε της χαράς και της αγάπης.

  2. Το άλλο που με εκπλήσσει στην ιστορία, είναι ακριβώς οι δύο απλοί γέροντες. Δύο πρόσωπα που, απ’ τις περιγραφές του αγίου, δεν τα βρίσκανε σε βασικά πράγματα.
    Και λες: τί ωραίος ο Θεός, που βρίσκεται όχι εκεί όπου όλα γίνονται άψογα, αλλά απλώς εκεί που τον αναζητούν (εκκλησία;).
    Δεν ξέρουν να συνεννοηθούν, σαν μικρά παιδιά, αλλά ξέρουν να διαχειριστούν την αγιότητα στο περιβάλλον τους. Ξέρουν να φερθούν σε έναν άγιο. Τί να πώ περί αυτού· δεν είμαι τόσο ταπεινός, δεν είμαι μοναχός καν; Αλλά τα χάνω, βλέποντας πως ξέρουν να συμπεριφερθούν σε κάποιον που ζει ανώτερα πράγματα απ’ τους ίδιους, οριακά τελείως άσχετος πάντα, σχετικά με αυτό στο οποίο αυτοί έχουν δώσει τη ζωή τους! Κι έπειτα μαλακώνουν, «ακούνε την επίσκεψη», μένουν απλοί, προχωρούν μαζί. Κι ο ένας διδάσκει τον άλλο. Το μικρό το μεγάλο και το μεγάλο το μικρό. Και λες: θερμότητα υψηλή. Το πιο υψηλού επιπέδου μάθημα συμβαίνει αυτή τη στιγμή στον κόσμο, στον πανεπιστήμιο της αληθεύουσας ζωής. Κι όλοι είναι μαθητές, κι όλοι είναι δάσκαλοι (γιατί αγαπούν τον ένα Δάσκαλο). Και λες: είναι η πολιτεία της αγάπης, είναι θεία παρουσία…

    Τί να πω! Είμαι άλλος ένας σχολιαστής κι εγώ.
    Να εύχονται οι άγιοι για όλους μας, για όλη την ιστορία.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ