Σισύφειος Θεοποιία

0
954

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η παρούσα εργασία επιχειρεί μια συνοπτική παρουσίαση των κοινωνιολογικών και φιλοσοφικών θεμάτων που εγείρονται με την άνοδο των κινημάτων του Υπερανθρωπισμού και του Μετανθρωπισμού γύρω από την ηθική της τεχνολογίας και πιο συγκεκριμένα της ανθρώπινης αναβάθμισης. Τα κινήματα αυτά φαίνεται να αναδύονται και να εγκαθιδρύονται στον δυτικό κόσμο της μετα-Νεωτερικότητας ως απόληξη μιας φιλοσοφικής ζύμωσης αιώνων στην οποία διαφαίνονται όσο ποτέ άλλοτε οι εγγενείς αδυναμίες της και τα αδιέξοδα της. Αδιέξοδα αναπάντεχα για τις μπολιασμένες από τον Διαφωτισμό κοινωνίες, το πρωταρχικό ζητούμενο του οποίου ήταν το άνοιγμα του ανθρώπου στη γνώση και σε μια ζωή που θα τον ελευθέρωνε από τις καταδυναστεύσεις της απόλυτης μοναρχίας και μιας εκκοσμικευμένης εκκλησίας-κράτους. Μήπως η αδιέξοδη αυτή κατεύθυνση είναι φυσικό επακόλουθο της ανεπάρκειας των πηγών από τις οποίες άντλησε ο Διαφωτισμός όσον αφορά την ανθρώπινη οντολογία και την νοηματοδότηση του βίου; Σε αυτό το σημείο η ορθόδοξη θεολογία με την πολύτιμη ανθρωπολογία της και την πλούσια πατερική παράδοσή της ίσως μπορεί να δώσει διέξοδο σε καίρια ζητήματα που ταλανίζουν την μετα-Νεωτερικότητα.

Το κύριο μέρος της εργασίας συναποτελείται από δύο ενότητες. Η πρώτη ενότητα παρουσιάζει μια σύντομη φιλοσοφική-θεολογική γενεαλογία των κινημάτων του Υπερανθρωπισμού και του Μετανθρωπισμού όπως την διαγραφεί ο π.Νικόλαος Λουδοβίκος, καθηγητής της Δογματικής και της Χριστιανικής Φιλοσοφίας, σε σχετική του εισήγηση (Λουδοβίκος 2024) καταλήγοντας σε μια πρώτη προσέγγιση των κινημάτων αυτών. Η δεύτερη ενότητα διατυπώνει μια κριτική θεώρηση των θέσεων αυτών των κινημάτων και των κινδύνων που εγκυμονούν αντιπαραβάλλοντας τα με την ορθόδοξη χριστιανική θεολογία. Σε αυτήν την τελευταία ενότητα καταγράφονται προβληματισμοί οντολογικού, αρχικά, και εν συνεχεία ηθικού και κοινωνικού περιεχομένου γύρω από την ριζική αναβάθμιση του ανθρώπου.   

ΚΥΡΙΟ ΜΕΡΟΣ

Φιλοσοφική Γενεαλογία

Ο π. Νικόλαος, αρχικά, διακρίνει δύο τάσεις στη φιλοσοφία ως προς την αναζήτηση της ουσίας των όντων. Η πρώτη, κατά τον Πλάτωνα, θέλει την Αλήθεια των όντων έξω από τον κόσμο και επομένως είναι αναγκαία η έκσταση για τη συνάντηση με το Θεό. Μια συνάντηση που καταλήγει, στο Συμπόσιο του Πλάτωνα, στη διαπίστωση της τραγικής αστοχίας του ανθρώπου να κατορθώσει ψυχοσωματική κοινωνία με το Θεό (“Θεὸς δὲ ἀνθρώπῳ οὐ μείγνυται ”). Αιώνες μετά ο Πλωτίνος, ως τολμηρός νεοπλατωνιστής, θα αναπτύξει μια ηθική θεωρία που αποβλέπει σε μια μυστική ένωση με το απόλυτο Ἕν, η οποία προϋποθέτει τη δραπέτευση από την επίγεια ζωή μέσω της κάθαρσης της ψυχής και μέσω των αρετών. Η δεύτερη φιλοσοφική τάση, η οποία συνιστά μάλιστα κριτική του Αριστοτέλη στον δάσκαλό του Πλάτωνα, είναι ότι οι αλήθειες των ουσιών αποτελούν δομήματα εντός του κόσμου. Ο πλατωνισμός θα επιβιώσει στη δύση ακόμα και μέσα από Πατέρες της Εκκλησίας όπως τον Αυγουστίνο, ο οποίος κατά τον π.Νικόλαο υποτιμά την ανθρώπινη φύση σε αντίθεση με την οντολογία στον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή. Ενώ στον Άγιο Μάξιμο η αμαρτία ως φθορά γεννιέται από τον πρωταρχικό σπόρο του μηδενός στα σπλάχνα του όντος ως αποτέλεσμα της ελεύθερης προαίρεσης του ανθρώπου, στον Αυγουστίνο προκύπτει ως ηθική απόφαση των πρωτόπλαστων. Eφευρίσκεται μάλιστα από τους ίδιους προς ηθελημένη καταστροφή της ίδιας τους της φύσης γεννώντας μια κληρονομική ενοχή σε έναν άνθρωπο που αδυνατεί να αναζητήσει τον Θεό και την χάρη του εξαιτίας της διεστραμμένης πλέον φύσης του η οποία μπορεί να σωθεί μόνο όταν τυγχάνει να γίνει αποδέκτης του ελέους του Θεού. Μια τέτοια, φυσικά, σχέση μετά του Θεού υποβαθμίζει την ελευθερία βούλησης του ανθρώπου και ακυρώνει κάθε προοπτική διαλογικής σχέσης με το Θεό (Λουδοβίκος, 2020, σ.294). Η θεώρηση αυτή της προσέγγισης του Θείου επηρεάζει καταλυτικά τη θεωρία του Αυγουστίνου περί θελήματος αφού θεωρεί ότι ο Χριστός δεν ανοίγει την πληρότητα του ανθρωπίνου θελήματος στην πληρότητα του Θείου, όπως στον Άγιο Μάξιμο, αλλά πως αθετεί την ανθρώπινη φύση προκειμένου να υπακούσει στο θέλημα του Πατρός.

Στους μετέπειτα αιώνες ο Διαφωτισμός δικαίως καλείται να αποκαταστήσει τη φύση που κληρονόμησε και να δώσει απαντήσεις μεταξύ άλλων στα ερωτήματα: “ Ως τι θα αναδυχθεί η φύση; Ως κανονιστική πηγή όπως πρότεινε ο Grotius ή ως αντικείμενο τεχνικής υποταγμένο στο ατομικό ψυχοβιολογικό συμφέρον όπως πρότεινε ο Hobbes;” Η επικείμενη επικράτηση του Hobbes αποκόπτει τη φύση από τη χριστιανική αποκάλυψη που, παρά ταύτα, της προσέδωσε πολύ μεγαλύτερη συμπάγεια και σταθερότητα ακριβώς λόγω της Ενασάρκωσης του Θεού Λόγου, πράξη με την οποία ο Θεός εισάγει τη Δημιουργία στην δική Του σφαίρα θεώνοντάς την (Λουδοβίκος, 2020, σ.59). Ο Charles Taylor σημειώνει χαρακτηριστικά ότι οι τέσσερις πυλώνες της νεωτερικής ανθρωποκεντρικής στροφής είναι η έκλειψη κάθε απώτερου σκοπού στην ζωή, η εξαφάνιση της χάριτος, η εξασθένηση κάθε έννοιας πιθανής μεταμόρφωσης του ανθρώπου από τον Θεό, επέκεινα της εγκοσμιότητας. Η έλλειψη  υπερβατικού νοήματος αντικαθίσταται από τις προσπάθειες να βρεθεί ένα ανθρωποκεντρικό νόημα είτε στη φύση (Rousseau) είτε στο κάλλος είτε στην έννοια της γενναιοδωρίας. Όπως βεβαιώνει ο Taylor, η μόνη αποδεκτή υπερβατικότητα είναι η “υπερβατικότητα ενός εσώτερου και ανθρώπινου τύπου” κάτι που θα διατυπωθεί αργότερα με μεγάλη ενάργεια στον Nietzsche. Από το βιβλίο Le Règne de l’Homme του Braque αντλούμε ότι κατά τον Descartes ο άνθρωπος είναι “κύριος και κάτοχος” της φύσης, κατά τον Kant, το Εγώ είναι ο ιδιοκτήτης του κόσμου και κατά τον Fichte, η φύση είναι υπηρέτης του (Λουδοβίκος, 2020, σσ.254-255). Στο πεδίο της ανθρώπινης οντολογίας ο Descartes διατυπώνει την θεωρία ότι ο άθρωπος είναι κατ’ εξοχήν ψυχή ως σκέψη (“Gogito ergo sum”), δηλαδή ένα αυτονομημένο εκστατικό θέλημα και αυτό διότι σε αντίθεση με τον Αυγουστίνο δε μετέχει στο Θείο θέλημα. Ο Nietzsche θα έρθει αργότερα να εσωτερικεύσει το καρτεσιανό θέλημα με γνώμονα τη διαρκή εσωτερική αυθυπέρβαση και όχημα τη θελήσια δύναμη. Στο μεταξύ διανοούμενοι της εποχής του Διαφωτισμού έχουν ήδη απορρίψει την εξιδανίκευση της φύσης από τον Rousseau αναδεικνύοντας την ελλατωματικότητά της και τις αδυναμίες της με αποτέλεσμα να ξεπροβάλει ο πειρασμός για εξάλειψη των ατελειών της ανθρώπινης φύσης μέσω της τεχνικής αναβάθμισης της ο οποίος δεν έχει παρά να πυροδοτηθεί από την προαναφερθείσα ταση για αυθυπέρβαση.

Οι φιλόσοφοι, λοιπόν, του Διαφωτισμού ξεφορτώνονται το προπατορικό αμάρτημα, την χάρη και τη σωτηρία, φθάνοντας έτσι στην κορύφωση με τον Compte και την “θρησκεία της ανθρωπότητας” (Λουδοβίκος, 2020, σ.255). Στον ανθρωπισμό, ο άνθρωπος, όντας αυτόνομος χάρη ακριβώς στην παιδεία, τον ορθό λόγο και την αρετή, νοηματοδοτεί ο ίδιος την ζωή του, κατανοεί και ελέγχει τη φύση μέσω της επιστήμης και της τεχνικής καθώς και αναλαμβάνει την πολιτική ευθύνη επί των κοινωνικών θεσμών και τεχνικών επιτευγμάτων του (Τάσης, 2022, σ.53). Τα δυσκολότερα ερωτήματα που τίθενται γύρω από τον ανθρωπισμό είναι: “Επαρκεί η ανθρώπινη σοφία για να διαχειριστεί ο άνθρωπος τη φύση μιας και ο Διαφωτισμός την ανέδειξε εν τελεί σε αντικείμενο τεχνικής; Οι αρετές με τι κριτήριο διαμορφώνονται και σε ποιο πρόσωπο σαρκώνονται; Η νοηματοδότηση της ζωής και η συμπόρευση με τον συνάνθρωπο τι κατεύθυνση θα πάρουν δεδομένων της ελαττωματικότητας της ανθρώπινης φύσης και της ακόρεστης επιθυμίας για εσωτερική αυθυπέρβαση που προσάπτει ο Nietzsche στον άνθρωπο;” Ο ανθρωπισμός έχοντας θέσει ως αποκλειστικό κέντρο του τον άνθρωπο και αποκομμένος από κάθε πηγή άνωθεν σοφίας καταλήγει να είναι  πραγματισμός, υλισμός, εμπειρισμός και ρεαλισμός. Παραδόξως, αυτό οδηγεί κατά τον Braque, στην αυτοπεριφρόνηση, τελικά, του ανθρώπου ως ατελούς όντος και, αφετέρου, η υποτιθέμενη κυριαρχία επί της φύσεως μετατρέπεται σε κυριαρχία του ανθρώπου επί του ανθρώπου (Λουδοβίκος, 2020, σ.255). Η καχυποψία του σύγχρονου εκκοσμικευμένου ανθρώπου απέναντι στον ανθρωπισμό αυτόν βεβαιώνεται από την αναδυόμενη τάση να τον εγκαταλείψει εναγκαλιζόμενος τα προστάγματα του υπερανθρωπισμού για ριζική αναδόμηση και διόρθωση της φύσης του προκειμένου να ξεπεραστούν οι εγγενείς ατέλειές της.

Στο βιβλίο του Φιλοσοφία της Ανθρώπινης Αναβάθμισης ο Θεοφάνης Τάσης, καθηγητής σύγχρονης πρακτικής φιλοσοφίας στο Alpen-Adria Universität στην Αυστρία, χαρακτηρίζει τον υπερανθρωπισμό (Τάσης, 2022, σ.14) ως ένα σύνθετο ανομοιογενές ρεύμα μεταξύ φιλοσοφικής ανθρωπολογίας, φιλοσοφίας του νου και φιλοσοφίας της τεχνικής, που προασπίζει την ριζική ανθρώπινη αναβάθμιση συνενώνοντας ποικίλες προβληματικές από ετερόκλητα πεδία, όπως την ιατρική, τις κοινωνικές επιστήμες, την φυσική, την γνωστική επιστήμη, την νευροτεχνολογία, την επιστήμη των υπολογιστών, την μοριακή τεχνολογία, την ρομποτική, την νανοτεχνολογία και την έρευνα για την τεχνητή νοημοσύνη. Ένα ακόμα κίνημα που έχει κάνει την εμφάνιση του στη μετα-νεωτερική εποχή είναι ο Μετανθρωπισμός. Για τον τεχνικό μετανθρωπισμό ο άνθρωπος δεν συνιστά αξία. Σε αντίθεση με τον υπερανθρωπισμό πρωταρχικός του στόχος δεν είναι ο ριζικός μετασχηματισμός του ανθρώπου μέσω της τεχνικής στην κατεύθυνση της δημιουργίας ενός αναβαθμισμένου ανθρώπινου είδους, αλλά η τελική υπέρβαση του ανθρώπου καθαυτού ακόμη και στη μεταβιολογική μορφή μιας τεχνικής ετερότητας η οραματιζόμενη απόληξη της οποίας είναι η μοναδικότητα (singularity) όπου θα έχει απομείνει μόνο νόηση σε ψηφιακή μορφή (Τάσης, 2022, p.23). Μια πιο ακραία μορφή απαξίωσης της ανθρώπινης αξίας βρίσκει έκφραση στον κριτικό μετανθρωπισμό στα πλαίσια μιας αντιανθρωπιστικής παράδοσης που εγκαινιάζει ο Friedrich Nietzsche. Οι κριτικοί μετανθρωπιστές απορρίπτουν τον καρτεσιανό δυϊσμό υπονομεύοντας τα όρια μεταξύ ανθρώπου, ζώου και μηχανής και αρνούμενοι το πρόσταγμα του ανθρωπισμού που θέλει τον άνθρωπο μέτρο των πάντων, διαθέτοντας οντολογική υπεροχή έναντι των υπόλοιπων ειδών. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το παρακλάδι του υπερανθρωπισμού που ξεπήδησε από τον ρωσικό μυστικισμό του 19ου αιώνα. Ο ρωσικός μυστικισμός φαίνεται ως μια εναλλακτική στην προσέγγιση της δυτικής Ευρώπης απάντηση για κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη τροφοδοτούμενη από τον ρωσικό εθνικισμό και αξιοποιώντας με στρεβλό τρόπο την ορθόδοξη χριστιανική παράδοση. Ο θεμελιωτής του Νικόλαος Φιοντόροφ (1829-1903) προτάσσει ως Κοινό Καθήκον των φυλών και των εθνών την επίτευξη αθανασίας και την ανάσταση των νεκρών μέσω της επιστήμης. Από την διάδοση του κινήματος αυτού διαφαίνεται λοιπόν ο κίνδυνος δημιουργίας τεχνολογικά υπερεξελιγμένων μεσαιωνικών θεοκρατικών καθεστώτων (Τάσης, 2022, σ.71) και η αδυναμία κάθε ιδεολογίας που γέννησε ο διαφωτισμός, ακόμα και του κουμουνισμού, απέναντι στα κελεύσματα της επικείμενης αναβάθμισης. Μετά, επομένως, την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης ο κοσμισμός φαίνεται να αναβιώνει ως νέα μεγάλη ρωσική ιδέα. Από την άλλη έχουμε τον αγγλοσαξονικό υπερανθρωπισμό που είναι ξεκάθαρα επηρεασμένος από τις φιλοσοφικές παραδόσεις του ωφελιμισμού και του πραγματισμού, την προτεσταντική ηθική, την διάδοση της επιστημονικής φαντασίας και την φιλελεύθερη οικονομία (Τάσης, 2022, σ.83). Η κατάληξη της πορείας των πολιτικών ουτοπιών του 20ου αιώνα ως εργαλεία νομιμοποίησης ολοκληρωτισμών έρχεται να μας διδάξει πως η αναγωγή της ιδεολογίας σε σωτήριο και επιβεβλημένο αντίδοτο στα προβλήματα του ανθρώπου συνεπάγεται την συντριβή του. Όταν λοιπόν έχουμε να κάνουμε με μια ιδεολογία αναβάθμισης που ενίοτε αποκτά χαρακτηριστικά θρησκειοποίησης και υπόσχεται την κατίσχυση επί του θανάτου τι έκβαση να προσδοκά η ανθρωπότητα από την εφαρμογή της;

Φιλοσοφικές ενστάσεις

Στην επιχειρηματολογία των υπερανθρωπιστών, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Τάσης, δεν τίθεται το ερώτημα μήπως η ανθρώπινη αναβάθμιση είναι εγγενώς ανήθικη, ανεξάρτητα από τα οφέλη της για το άτομο, ούτε συζητούνται οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν για την κοινωνία έτσι ώστε να είναι τελικά ατομοκεντρική, απολιτική και αφηρημένη. Αντίθετα, οι θιασώτες της διακρίνονται από αισιοδοξία και αναγνωρίζουν την αναβάθμιση του ανθρώπου ως ένα ακόμα στάδιο εξέλιξής του υιοθετώντας την αρχή της προενέργειας. Υπερανθρωπιστές όπως ο Nick Bostrom χρησιμοποιούν την αριστοτελική εντελέχεια, δηλαδή την φυσική ενέργεια των όντων προς τελείωσή τους, προκειμένου να παρουσιάσουν την αναβάθμιση ως πραγμάτωση του ορθού λόγου και της βαθύτερης επιθυμίας για αθανασία. Οποιαδήποτε, μάλιστα, απόρριψή της είναι παρά φύσιν αφού τα δύο τελευταία βρίσκονται στη φύση του ανθρώπου (Τάσης, 2022, σ.54). Βέβαια, σε αντίθεση λόγου χάρη με ένα κινητό, ο άνθρωπος δεν έχει έναν εγγενώς καλώς ορισμένο σκοπό έτσι ώστε αναβαθμιζόμενος να γίνεται καλύτερος επειδή τον επιτυγχάνει αποτελεσματικότερα (Τάσης, 2022, σ.30). Ένας τέτοιος σκοπός θα προϋπέθεται καλή γνώση της ουσίας του ανθρώπου. Μάλιστα ο Τάσης συμπληρώνει με την άποψη του Μichael Hauskeller (Hauskeller, σ.40) ότι ακόμα και αν ανακαλύπταμε την ουσία του ανθρώπου δεν θα ήμασταν διατεθειμένοι να την δεχτούμε.

Η οντολογία, επομένως, του ανθρώπου κατέχει κεντρική θέση στη συζήτηση περί αναβάθμισής του. Η επικράτηση του ψυχοβιολογισμού και του υλισμού στη διαμόρφωση σύγχρονων θεωρήσεων της ανθρώπινης οντολογίας οδηγεί πολλές φορές επιστήμονες και φιλοσόφους σε θολά νερά. Ο Yuval Noah Harari υποστηρίζει την ανυπαρξία της “ελέυθερης βούλησης” πίσω από την λήψη αποφάσεων και την έκφραση συναισθημάτων καθώς θεωρεί πως τα τελευταία είναι αποτέλεσμα βιοχημικών μηχανισμών η μελέτη των οποίων οδηγεί σε αλγορίθμους μεγάλων δεδομένων όλο και πιο αξιόπιστους (Harari, 2018, σσ.64-72). Οι οντολογικές ενστάσεις που ανακύπτουν στην παραπάνω άποψη είναι καίριας σημασίας. Πρώτα από όλα υπάρχει η πεποίθηση μεταξύ επιστημόνων και φιλοσόφων ότι οι ψυχικές ιδιότητες είναι αδιαχώριστες από το βιολογικό τους υπόστρωμα και ταυτόχρονα μη αναγώγιμες σε αυτό. Η πλήρης χαρτογράφηση των λειτουργιών του εγκεφάλου και εν γένει του βιολογικού αυτού υποστρώματος είναι μέχρι στιγμής επιστημονικά ανέφικτη. Το 2016 δημιουργήθηκε η εταιρία Netcome με στόχο την υαλοποίηση του ανθρωπίνου εγκεφάλου με όλες τις δομές και τα τρισεκατομμύρια των νευρικών συνάψεων του ώστε να μεταφορτωθεί ακέραιος σε υπολογιστή ή σε cloud και να συνεχίσει να λειτουργεί ψηφιακά ή ξεπαγώνοντας και τοποθετώντας τον σε άλλον ξενιστή (Χασάπη, 2021, σσ.38-39). Από ολόκληρη την επιστημονική κοινότητα, ωστόσο, είναι παραδεκτό ότι είναι ακόμα άγνωστο το τι είναι συνείδηση και πως μπορεί να δημιουργηθεί. Στην καλύτερη περίπτωση με νευροαπεικονιστικές εξετάσεις φωτίζονται συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου όταν επιτελούνται συναισθηματικές ή μαθησιακές διεργασίες αλλά το πρόβλημα των απολύτως υποκειμενικών και ταυτόχρονα υπαρκτών εμπειριών γνωστό και ως πρόβλημα qualia, παραμένει άλυτο (Χασάπη, 2021, σ.99). Αυτό οφείλεται εν μέρει στη μη υπολογιστική φύση και στη ριζική απροσδιοριστία των ψυχικών και διανοητικών εμπειριών. Μία ακόμα ένσταση έχει να κάνει με την περατότητα και τα όρια των βιολογικών λειτουργιών του ανθρώπου καθώς και την καχυποψία ότι αυτά μπορούν να υπερκεραστούν μέσω της τεχνικής. Παρά την προφανή επιστημονική αδυναμία θεμελίωσης της θέσης του περί ελευθερίας ο Harari επισημαίνει ότι η αξιοπιστία των αλγορίθμων λειτουργίας βιοχημικών μηχανισμών θα καταστήσει δελεαστικότερη την εξάρτηση από αυτούς τους αλγορίθμους οδηγώντας σε νέκρωση βασικών διανοητικών λειτουργιών και σε χειραγώσηση   των ανθρώπων από μέρους των εταιριών και των κυβερνοοργανισμών οι οποίοι θα διαθέτουν τους αλγορίθμους και τα απαραίτητα δεδομένα. Μια τέτοια εξέλιξη θεωρείται αναπόφευκτη δεδομένης της καλπάζουσας ακμής και συγχώνευσης της βιοτεχνολογίας με την τεχνολογία της πληροφορίας εξάπτοντας ανυσηχίες για μελλοντικές ψηφιακές δικτατορίες, δημιουργία ανισοτήτων και διακρίσεων σε βάρος κοινωνικών ομάδων που προκύπτουν από τον προβληματικό σχεδιασμό αλγορίθμων.

Σε σχετική εισήγηση του με τίτλο “Ἡ «ὀντολογία τοῦ προσώπου» στὴν σύγχρονη Θεολογία” ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασσίου κ.Ιερόθεος επισημαίνει την πατερική θεώρηση ότι η θέληση-βούληση είναι φυσική, δηλαδή της φύσεως - όχι του προσώπου -, και ότι η προαίρεση στους ανθρώπους διαφέρει από την θέληση-βούληση. Αξιοποιώντας την ανάλυση του καθηγητού Γεωργίου Παναγόπουλου γύρω από το πρόσωπο στον Καντ εντοπίζει ότι η ελευθερία του ανθρώπου στον Καντ συνδέεται με το πρόσωπο και αντιδιαστέλλεται με τον μηχανισμό της φύσης καθώς και από κάθε τι το εμπειρικό (Ναυπάκτου Ιερόθεος, 2018, σ.6-9). Η ερμηνεία του ανθρώπου μέσα από τις έννοιες πρόσωπο και άτομο προέρχεται από την δυτική θεολογία, φιλοσοφία, κοινωνιολογία και ηθική που συνέθεσαν τις θεωρίες του περσοναλισμού. Ο ιερός Αυγουστίνος (354-430 μ.Χ.) ταύτισε το πρόσωπο με τις ψυχολογικές ιδιότητες του ανθρώπου, δηλαδή συνέδεσε το πρόσωπο με την ικανότητα της συνειδήσεως, πράγμα πού οδήγησε την Δύση στην ψυχανάλυση. Ο Βοήθιος (480-524 μ.Χ.) ταύτισε το άτομο με τις λογικές του ικανότητες, όπως φαίνεται στον ορισμό ότι «πρόσωπο είναι η ατομική ουσία της ελλόγου φύσεως». Αυτή η άποψη πέρασε διά του σχολαστικισμού και του διαφωτισμού στον σύγχρονο περσοναλισμό και ακόμη στον υπαρξισμό (Ναυπάκτου Ιερόθεος, 2018, σ.12). Με την κατάρρευση, βέβαια, του υπαρξισμού στη σύγχρονη εποχή του υλισμού της ψυχοβιολογίας η καντιανή ελευθερία του ανθρώπου ως ασώματη σκεπτόμενη συνείδηση μετατρέπεται σε ελευθερία προκαθοριζόμενη από πολύ συγκεκριμένες εγκεφαλικές λειτουργίες.

Ο Francis Fukuyama επαναφέρει το ζήτημα της ανθρώπινης οντολογίας αναγνωρίζοντας την ανθρώπινη φύση ως πηγή αξιών και προσπαθώντας να τη συνδέσει με τα ανθρώπινα δικαιώματα σε αντίθεση με την απλοποιημένη θεώρηση της από τον ωφελιμισμό (Τάσης, 2022, σ.320). Αυτά τα δικαιώματα πηγάζουν από έναν θεμελιώδη παράγοντα Χ του ανθρώπου που είναι η ουσία του (Τάσης, 2022, σ.325) και για την διαφύλαξη της είναι αναγκαία η αντίσταση στην αναγωγή όλων των σκοπών σε προβλήματα ελαχιστοποίησης οδύνης και μεγιστοποίησης ηδονής. Στη θεωρία του Fukuyama μπορούμε να διακρίνουμε διαισθητικά αυτό που η χριστινιακή διδασκαλία αποκαλείται “κατ’εικόνα Θεοῦ” αλλά ο Θεός δεν υπάρχει ως σημείο αναφοράς. Η φύση στην μετα-νεωτερική πραγματικότητα είναι αποκομμένη από κάθε πηγή νοήματος και περίκλειστη στον εαυτό της ενώ στην ορθόδοξη θεολογία βρίσκεται εν εξελίξει και σε διάλογο με τον Θεό σε μια πορεία ενΧρίστωσης και με αναφορά πάντα στα έσχατα. Σε αυτό το σημείο ο Τάσης (Τασης, 2022, σ.328) διαπιστώνει ότι η ενότητα και σύνθετη αλληλεπίδραση των εν δυνάμει άπειρων συστατικών του ανθρώπου πρέπει να διαφυλαχθούν από γενετικές ή νευροφαρμακολογικές παρεμβάσεις προκειμένου να προστατευτεί η ανθρώπινη φύση όπως και τα δικαιώματα που βασίζονται σε αυτά. Με την αλόγιστη χρήση εμφυτεύσεων, τις γονιδιακές επεμβάσεις, τη δυνατότητα αλλαγής και επιλογής φύλου, την απεριόριστη προσθετική τεχνητών μελών και την αντικατάσταση οργάνων από άλλα καλύτερα, τη χρήση ψυχοφαρμάκων και νανοτεχνολογίας, που θα ρυθμίζουν τις βιοχημικές και ορμονικές αντιδράσεις, την ολοκληρωτική εξάλειψη της οδύνης, την μετάβαση σε μια εικονική πραγματικότητα και την αναζήτηση της αθανασίας (Bostrom 2005), όλα αυτά θα αλλάξουν μόνο τον τρόπο ζωής ή και την ίδια την ανθρώπινη φύση; Οι Καππαδόκες Πατέρες έδωσαν προτεραιότητα στο πρόσωπο, δηλαδή στην υπόσταση, έναντι της ουσίας που είναι η ανθρώπινη φύση. Ο άνθρωπος στον βαθμό που επιλέγει έναν τρόπο υπάρξεως μακριά από το θέλημα του Θεού αλλοτριώνεται και πρέπει να αναζητήσει την αυθεντικότητα του που είναι το κατ’ εικόνα. Η προτεραιοποίηση αυτής της υπόστασης δικαιώνεται τόσο από την νευροφυσιολογία, όσο και από τις ψυχολογία, ιατρική και άλλες επιστήμες που επιβεβαιώνουν ότι ο τρόπος σκέψης και ζωής επηρεάζει μεταξύ άλλων και τη δομή του εγκεφάλου (Χασάπη, 2021, σ.115).

Στον Σωκράτη και στον Πλάτωνα η ψυχή είναι πνευματικό στοιχείο με ένα είδος σωματικότητας με την έννοια της μεσότητας μεταξύ νοητού και αισθητού κόσμου και απαρτίζεται από το λογιστικό, το θυμοειδές και το επιθυμητικό μέρος ενώ στον Αριστοτέλη υπάρχει αδιάσπαστη ενότητα ψυχής και σώματος. Στο Νεοπλατωνισμό μέχρι και τον Πλωτίνο η επαφή της ψυχής με το σώμα θεωρείται αμαρτία. Σε αντίθεση με την φυσιοκρατία των αρχαίων Ελλήνων η ανθρωπολογία της Παλαιάς Διαθήκης μας παραδίδει ότι ο άνθρωπος είναι το τελευταίο και πιο εξελιγμένο δημιούργημα του Θεού πλασμένος “κατ’ εἰκόνα Θεοῦ καὶ καθ’ομοίωσιν”. Από τη διήγηση “Καὶ ἔπλασεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, χοῦν ἀπὸ τῆς γῆς, καὶ ἐνεφύσησεν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ πνοὴν ζωῆς, καὶ ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχὴν ζῶσαν” θεμελιώνεται η ανθρωπολογική αρχή για τον δυϊσμό της ανθρώπινης φύσης και η μετάδοση κάποιων θεϊκών χαρακτηριστικών ώστε αξιοποιώντας τα να φτάσει σε ομοίωση με Αυτόν (Χασάπη, 2021, σ.45-48). Βασική προϋπόθεση του κατ’εικόνα είναι το αυτεξούσιο διότι μέσα από την ελεύθερη κίνηση του αυτεξούσιου εκδηλώνεται η ελευθερία. Άρα η προσπάθεια του ανθρώπου να φθάσει στον Θεό, να πετύχει δηλαδή την ομοίωση, χαρακτηρίζεται από κινητικότητα, η οποία είναι χαρακτηριστικό των κτιστών όντων, αφού ο Θεός είναι τέλειος και αμετάβλητος. Ο άνθρωπος έχοντας ως βάση και εφόδια τα δώρα του κατ’ εικόνα, καλείται να κινηθεί, αξιοποιώντας την ελευθερία του, προς τον Θεό, ώστε να φτάσει στο καθ’ομοίωσιν (Χασάπη, 2021, σ.63).

Από την παράδοση της Καινής Διαθήκης τίθεται ως κέντρο και πρότυπο υπάρξεως του ανθρώπου ο Χριστός κάτι το οποίο είναι ξεκάθαρο και από την προτροπή του “Ἅγιοι γίνεστε, ὅτι ἐγὼ ἅγιος εἰμί ”. Ο ευαγγελιστής και μαθητής του Χριστού Ιωάννης αναφέρει ότι οι επιθυμίες της σαρκός ανήκουν στον φθαρτό και κτιστό κόσμο και δεν προέρχονται από τον κόσμο του Θεού. Γι αυτό αναφέρει “Τὸ πνεῦμα ἐστὶ τὸ ζωοποιοῦν, ἡ σαρξ ουκ ὠφελεῖ οὐδέν”. Ωστόσο η ύλη δεν θεωρείται κάτι κατώτερο και μιαρό. Με το γεγονός της Μεταμόρφωσης του Χριστού στο όρος Θαβώρ φανερώνεται η δόξα της θεότητας του Χριστού, αλλά και η αξία του ανθρωπίνου σώματος, μέσα από το οποίο αποκαλύφθηκε το άκτιστο φως της θείας φύσης του Θεανθρώπου. Η δυνητική μεταμόρφωση του ανθρώπου και της κτίσης ολόκληρης αποδίδει στην ύλη την αξία που της αναλογεί ως δημιούργημα του Θεού (Χασάπη, 2021, σ.53). Η αξία του σώματος στη διδασκαλία του απόστολου Παύλου είναι εξίσου εμφανής όταν απευθυνόμενος στους Κορινθίους (Α’ Κορ. 6:19) λέει “οὐκ οἴδατε ὅτι τὸ σῶμα ὑμῶν ναὸς τοῦ ἐν ὑμῖν Ἁγίου Πνεύματος ἐστιν, οὐ ἔχετε ἀπὸ Θεοῦ;”. Επίσης αναφερόμενος στον πτωτικό και χοϊκό άνθρωπό, δηλαδή αυτόν που επιλέγει τις πρόσκαιρες ηδονές έναντι της ηδονής του Αγίου Πνεύματος, ως ψυχικό αναφέρει ότι “ψυχικὸς οὐ δέχεται τὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ”. Η διάκριση του σώματος σε ψυχικό και πνευματικό φανερώνει και την συνάφεια μεταξύ σώματος και πνεύματος. Το σώμα αφθαρσίας που θα ενδυθούν οι άνθρωποι κατά την Δευτέρα παρουσία είναι αυτό που έχει θεραπευτεί από τις συνέπειες της πτώσης και έχει αναβαθμιστεί σε ένα σώμα απαλλαγμένο από την αμαρτία και την φθορά. Έτσι στην ορθόδοξη παράδοση η αφθαρσία και η αθανασία δεν είναι οντολογικά χαρακτηριστικά αλλά δωρεές από τον Θεό. Όπως λέει χαρακτηριστικά ο Άγιος Ειρηναίος η φύση του ανθρώπου δεν δημιουργήθηκε ούτε θνητή ούτε αθάνατη αλλά δεκτική και των δύο καταστάσεων.

Πρόκειται για κοινή αντίληψη όλων των Πατέρων της Εκκλησίας ότι η φύση του ανθρώπου είναι μυστήριο. Για τον Γρηγόριο Νύσσης εφόσον ο Θεός ως προς την ουσία είναι ακατάληπτος και η ανθρώπινη ουσία είναι ακατάληπτη κάτι που εντοπίζουμε και στον Mάξιμο τον Ομολογητή ο οποίος αναφέρει ότι οι λόγοι της δημιουργίας του βρίσκονται εντός του Θεού, με την έννοια της κατ’ εικόνας δημιουργίας (Χασάπη, 2021, σ.57-59). Υπερασπιζόμενος δε την ενότητα της ανθρώπινης φύσης ο Άγιος Γρηγόριος γράφει: “Ἡ δὲ φύσις μία ἐστίν, αὐτὴ πρὸς ἑαυτὴν ἑνωμένη καὶ ἀδιάτμητος ἀκριβῶς μονάς ”. Κατά τον Ιωάννη Δαμασκηνό κέντρο της ανθρώπινης ύπαρξης είναι η ψυχή ενώ το σώμα είναι το όργανο μέσα από το οποίο η ψυχή πραγματώνεται. Για τον λόγο αυτό ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να αλλάξει και να μετανοήσει μόνο όσο διαθέτει σώμα (Λιλή, 2007, σ.173) ενώ η ψυχοσωματική ενότητα του ανθρώπου αποδεικνύεται κατά το Άγιο Γρηγόριος τον Παλαμά αφενός από τη συμμετοχή του σώματος σε νοητικές λειτουργίες όπως η προσευχή και αφετέρου από την εμφάνιση της αμαρτίας και στην ψυχή και στο σώμα (Αλεξανδρίδης, 1965, σσ.18-19).

Από όλα τα παραπάνω συνάγεται το συμπέρασμα ότι θεωρίες και τεχνολογίες αναβάθμισης που είτε διακυρήσσουν την πλήρη οντολογική χαρτογράφηση του ανθρώπου συρρικνώνοντας θεμελιώδη γνωρίσματα του όπως η ελευθερία βούλησης είτε απαξιώνουν το σώμα ευαγγελιζόμενες ψηφιακή αθανασία είτε διασαλεύουν την ψυχοσωματική ενότητα του ανθρώπου είναι ξένες στην ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία.

Την σκυτάλη της κεφαλαιώδους συζήτησης περί οντολογίας λαμβάνει η συζήτηση περί ηθικής με τους Jürgen Habermas και Michael Sandel να καταπιάνονται με το ζήτημα της φιλελεύθερης ευγονικής. O Habermas διαπιστώνει ότι κατά την ευγονική οι σχεδιαστές γονιδιώματος αλλοιώνουν τις σωματικές προϋποθέσεις της ηθικής ελευθερίας των απογόνων παραβιάζοντας την συμμετρία της ευθύνης μεταξύ ίσων και ελεύθερων προσώπων (Τάσης, 2022, σ.332). Επιπλέον, ανησυχεί ότι με την ισχυροποίηση των ιατρικών και οικονομικών επιχειρημάτων για άρση των κοινωνικοηθικών περιορισμών της βιοτεχνολογικής εξέλιξης θα γίνει δελεαστικότερη η αναβάθμιση σε επιθυμητές κληρονομικές προδιαθέσεις. Ο Τάσης εντοπίζει την ουσία της συζήτησης στη σχέση μεταξύ χαρισμάτων και αυτονομίας. Ο Sandel, ακόμα, υποστηρίζει ότι η προεπιλογή γενετικών χαρακτηριστικών στερεί από τον άνθρωπο την δυνατότητα να βιώσει τα χαρίσματά του ως δώρα κάτι που αμβλύνει την κοινωνική αλληλεγγύη (Τάσης, 2022, σ.354). Αξίζει βέβαια να σημειωθεί ότι η απόπειρα αυτή απόδρασης από την υλιστική πραγματικότητα φαίνεται ατελής διότι η δωρεά προϋποθέτει έναν δωρητή ενώ η ιεροποίηση της φύσης και των χαρισμάτων χωρίς καμία αναφορά σε κάποια ανώτερη πηγή συντελεί σε μια παράλογη αναμάγευση του κόσμου. Όσον αφορά δε τη φιλελεύθερη ευγονική που θα συντελεστεί στα πλαίσια μια καπιταλιστική αναβάθμισης υποβόσκουν ανησυχίες για κοινωνικές ανισότητες καθότι τα κοινωνικά στρώματα με υψηλό οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό κεφάλαιο αφομοιώνουν ταχύτερα τις τεχνολογικές εξελίξεις σε σχέσεις με τους κοινωνικά ασθενέστερους που συνήθως είναι τεχνολογικά αναλφάβητοι ή τεχνοφοβικοί με επιπρόσθετα απότοκα την υπονόμευση της δημοκρατίας και της αυτονομίας των μελλοντικών γενεών. Τέλος, προβληματίζει το ενδεχόμενο δημιουργίας μιας τεχνοθρησκείας τροφοδοτούμενης από παραεπιστημονικές και αμφιλεγόμενες θεωρίες εφαρμοζόμενες με βάση την αρχή της προενέργειας και έχοντας ως κινητήριες δυνάμεις την επιδίωξη της αθανασίας, της παντοδυναμίας, της κυριαρχίας στο σύμπαν και της θέωσης του ανθρώπου (Τάσης, 2022, σ.37).

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η εποχή της βιοτεχνολογίας είναι χωρίς άλλο ο παράδεισος του Μετα-διαφωτιστικού υποκειμένου, του οποίου η ελευθερία να είναι ο εαυτός του έχει μετατραπεί στην ελευθερία να  ανακατασκευάζεται βιο/ψυχοτεχνολογικά, νατουραλιστικά φυσικά και διόλου πλέον υπερβατικά. Στα μάτια αυτού του φαντασιονώμενου την βίο/ψυχοτεχνολογική ανακατασκευή της φύσης του υποκειμένου τα αρχαία όρια της του προκαλούν φρίκη ανεκλάλητη - όπως και η πιθανή Χριστιανική κατάπαυση στους κόλπους ενός Θεού που την προσέλαβε και την διεκδικεί ως διαλογικό νόημα (Λουδοβίκος, 2020, σ.257). Μόνη διέξοδος από το βασίλειο του τρόμου είναι η κτιστοάκτιστη πραγματικότητα της Θεανθρωπίας, το γεγονός του Χριστού, σημαινόμενο εκκλησιαστικά. Ο Χριστός γίνεται ο θεωμένος εαυτός μας μέσα μας, δια του Βαπτίσματος, του Χρίσματος και εν τελεί με τη Θεία Ευχαριστία, όταν η τελευταία αποτελεί το όχημα της συνειδητής επιθυμίας μας για την εν Θεώ εαυτότητά μας (Λουδοβίκος, 2020, σ.308). Ο ενανθρωπήσας Θεός και Λόγος έδειξε “πρώτος και μόνος” κατά τον Άγιο Νικόλαο Καβάσιλα “τὸν ἀληθινὸν ἄνθρωπον καὶ τέλειον, καὶ τρόπων καὶ ζωῆς καὶ τῶν ἄλλων ἔνεκα πάντων” (Περί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, ΣΤ’, 36) και επομένως στο πρόσωπο του Χριστού αποκαλύπτεται κατά τέλειο τρόπο η αλήθεια για τον Θεό και για τον άνθρωπο. Όσο ο άνθρωπος προσπαθεί να κατισχύσει επί του θανάτου με όρους ανθρώπινους απολυτοποιώντας τον εαυτό του και αγνοώντας τον λόγο του Κυρίου “Χωρὶς Ἐμοῦ οὐ δύνασθαι ποιεῖν οὐδέν” (Ιω. ιε΄ 5-6) τόσο περισσότερο τον σχετικοποιεί. Όσο περισσότερο προσπαθεί να απελευθερωθεί από τη φύση του μέσω της τεχνολογίας τόσο πιο ανελεύθερος είναι αφού εκχωρεί εν τέλει το δικαίωμα των αποφάσεών του σε αλγορίθμους. Ο κάθε άνθρωπος που επιλέγει ελεύθερα να ακολουθήσει την εν Χριστώ ζωή προσοικειώνεται τη σωτηρία και θα αξιωθεί να βρει τρόπου επωφελούς χρήσης της τεχνο-ψηφιακής προοπτικής καθώς και τα όριά της.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αλεξανδρίδης, Α., 1965, “Ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς και το ανθρώπινο σώμα”, χ.τ., Εκδόσεις Σύνορο.

Bostrom, N., 2005, “A History of Transhumanist Thougth”, επισκέφθηκε 13 Μαρτίου 2024, <https://nickbostrom.com/papers/history.pdf>.

Harari, Y.N., 2018, “21 Lessons for the 21st Century”, Vintage Publishing.

Hauskeller, Μ., 2016, “Mythologies of Transhumanism”, Palgrave.

Λουδοβίκος, Ν., 2020, “Ἡ ἀνοικτὴ ἱστορία καὶ οἱ ἐχθροί της  - Ἡ ἄνοδος τοῦ βελούδινου ὁλοκληρωτισμοῦ”, χ.τ., Εκδόσεις Αρμός.

Λουδοβίκος, Ν., 2024, “Ο τέχνο-πίθηκος και η αλήθεια: Το ερώτημα για έναν νέο ανθρωπισμό”, διαδικτυακό βίντεο, YouTube, επισκέφθηκε 13 Μαρτίου 2024, <https://www.youtube.com/watch?v=M8ANiYXOBUQ&t=17s>

Λίλη, Ι., 2007, “Κοσμολογία και ανθρωπολογία στη διδασκαλία του Ιωάννου Δαμασκηνού”Διδακτορική διατριβή, Α.Π.Θ.

Ναυπάκτου Ιερόθεος, 2018, “Ἡ «ὀντολογία τοῦ προσώπου» στὴν σύγχρονη Θεολογία”,<https://www.parembasis.gr/images/arthra/2023/ONTOLOGIA.pdf>.

Τάσης, Θ., 22022, “Φιλοσοφία της ανθρώπινης αναβάθμισης”, χ.τ., Εκδόσεις Αρμός.

Χασάπη, Ν., 2021, “Η ανθρωποποίηση της μηχανής και η μηχανοποίηση του ανθρώπου, υπό το πρίσμα της Ορθόδοξης Ανθρωπολογίας”, Διπλωματική εργασία, Ε.Α.Π.,<https://www.pemptousia.gr/vivliothiki/xasapi_book/mobile/index.html>.

 

Ο ζωγραφικός πίνακας που συμπληρώνει τη σελίδα ("Ο Άτλας", 1981) είναι έργο του Νίκου Εγγονόπουλου.

*Τελειόφοιτος ΗΜΜΥ Ε.Μ.Π

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ