Η υπερηφάνεια, κατά τον Άγιο Ιωάννη της Κλίμακος, «αποτελεί εσχάτη πτωχεία της ψυχής που μόνο φαντάζεται πως είναι πλούσια και που νομίζει ότι ζει μες στο φως ενώ βρίσκεται μες στο σκοτάδι. Κι όχι μόνο το μικρόβιο αυτό δεν αφήνει να προοδεύσει κάποιος, αλλά ακόμα κι αν αυτός βρίσκεται ψηλά, αυτό τον ρίχνει κάτω» [Λόγος ΚΒ΄, §24, Αθήνα, Ιερά Μονή Παρακλήτου, 2014]. Ο υπερήφανος γυρίζει την πλάτη του στον Ταπεινό Θεό με αποτέλεσμα να αδυνατεί να αισθανθεί την ευωδία των μύρων του Ταπεινού Αγίου Πνεύματος, όταν καυχάται για τις διανοητικές του δυνατότητες μέσω των οποίων μπορεί δήθεν σαν ίσος προς ίσο να διερευνά «τα ακατάληπτα κρίματα» του Θεού [Λόγος ΚΕ΄, §21]. Αντίθετα ο ταπεινόφρων, κατά την Κλίμακα, αποφεύγει με δέος να πολυεξετάζει τα «άρρητα μυστήρια» του Θεού [Λόγος ΚΕ΄, §11] και αφήνει να τον πληροφορεί μυστικά ο Κύριος κατά πως το θέλει ο Ίδιος. Η Αγία Ταπείνωση που χορηγεί ο Υιός δια του Αγίου Πνεύματος δεν επιτρέπει μάλιστα, κατά την Κλίμακα, σε όποιον συνδέεται μαζί της καμιά μορφή αντιλογίας -ούτε βέβαια διαλεκτικής- εκτός κι αν τυχόν πρόκειται για «θέματα πίστεως» [Λόγος ΚΕ΄, §9].
Για ένα τέτοιο μείζον θέμα πίστεως σχετικά με την εκπόρευση του Παναγίου Πνεύματος και τον αγώνα που έδωσε για αυτό ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς τον 14ο αιώνα γίνεται λόγος εν συντομία στις γραμμές που ακολουθούν.
Η λατινική κακοδοξία περί της εκπορεύσεως του Παναγίου Πνεύματος όχι μόνο εκ του Πατρός αλλά και εκ του Υιού έχει, κατά τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά, ως κύρια αιτία την έπαρση των εισηγητών της, οι οποίοι αθέτησαν τα ορθόδοξα θεσπίσματα των δύο πρώτων Οικουμενικών Συνόδων και οδηγήθηκαν σε παράλογες δογματικές τοποθετήσεις με το σκεπτικό ότι δήθεν αυτοί γνωρίζουν καλύτερα! [Αγ. Γρηγορίου Παλαμά, Συγγράμματα, Τόμος Α΄, Θεσσαλονίκη 1988, σσ. 79-80].
Ενώ δηλαδή κατά την ορθόδοξη δογματική θέση της αδιαίρετης Εκκλησίας, ο Υιός μεσολαβεί μόνο κατά τη δημιουργία των κτιστών όντων κι όχι για την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος, οι Λατίνοι μονομερώς αποδέχθηκαν ότι ο Πατήρ εκπορεύει το Άγιο Πνεύμα εμμέσως δια του Υιού, ενώ ο Υιός το εκπορεύει απευθείας και χωρίς διάμεσο [σσ. 43 και 69].
Η υπερφίαλη εμπιστοσύνη των Λατίνων στις διανοητικές τους δυνατότητες είχε, κατά τον Παλαμά, ως αποτέλεσμα την εισαγωγή της διαρχίας εντός της Αγίας Τριάδος, αφού κατ’ αυτούς τόσο ο Πατήρ όσο και ο Υιός αποτελούν αρχή του Παναγίου Πνεύματος [σ. 58] . Κι όχι μόνο διαρχία αλλά και σύγχυση μεταξύ των Υποστάσεων του Πατρός και του Υιού με το να δέχονται ότι και ο Υιός είναι Πατήρ του Παναγίου Πνεύματος [σσ. 51 και 63].
Όμως η ενικότητα της Αγίας Τριάδος, υπενθύμισε ο Άγιος Γρηγόριος, οφείλεται κατά πάγια δογματική τοποθέτηση της αδιαίρετης Εκκλησίας τόσο στην κοινή ουσία των Τριών Προσώπων όσο και στην αναγνώριση μίας και μόνης αρχής για την Αγία Τριάδα, που συνιστά η Υπόσταση του Πατρός [σ. 39].
Οι Λατίνοι με το να ταυτίζουν την ενδοτριαδική εκπόρευση του Παναγίου Πνεύματος με την αποστολή του στην κτίση, στην πραγματικότητα, ισχυρίζεται ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, καθιστούν το Άγιο Πνεύμα κτιστό. [σ. 99: «Λατῖνοι γοῦν λέγοντες ταὐτὸν εἶναι τῇ ἀποστολῇ τοῦ θείου Πνεύματος τὴν ἐκπόρευσιν κατὰ πᾶσαν ἀνάγκην κτιστὸν εἶναι τὸ Πνεῦμα κατασκευάζουσι.»].
Οι Λατίνοι επανέλαβαν, δηλαδή, κατά τον Άγιο Γρηγόριο, την κακοδοξία των Αρειανών, γιατί ενώ οι Αρειανοί υποστήριξαν ότι ο Υιός και Λόγος του Θεού είναι κτίσμα, οι Λατίνοι οδηγούνται κατ’ ανάγκη στο συμπέρασμα ότι το Πανάγιο Πνεύμα είναι εξίσου κτίσμα με την υπόλοιπη Δημιουργία [σ. 132].
Οι Αρειανοί εξέπεσαν από την ορθή πίστη με το να θεωρήσουν τον Υιό έργο της θέλησης του Πατρός και το ίδιο λάθος έκαναν οι Λατίνοι σχετικά με το Άγιο Πνεύμα. Το θεώρησαν, δηλαδή, έργο της θελήσεως του Πατρός και του Υιού κι όχι «έργο φύσεως» όπως υποστήριξε ο Μέγας Αθανάσιος στην σύγκρουσή του με τους Αρειανούς [σ. 98]. Συγκεκριμένα κατά τον Μέγα Αθανάσιο, θυμίζει ο Άγιος Γρηγόριος, ο Πατήρ γεννά «κατά φύση» και όχι «κατά θέληση» τον Υιό ομοούσιο και εκπορεύει επίσης «κατά φύση» και όχι «κατά θέληση» το επίσης ομοούσιο Πανάγιο Πνεύμα και τούτο γιατί η κατά φύση γέννηση του Υιού και η κατά φύση εκπόρευση του Πνεύματος είναι ανώτερες της κατά βούληση του Θεού δημιουργίας του Κόσμου [σσ. 98-99].
Όμως ακόμα κι αν δεν δεχτούμε ότι το Άγιο Πνεύμα είναι κτίσμα, από την στιγμή που θα δεχτούμε, όπως οι Λατίνοι, τον Υιό ως δεύτερη αρχή της Αγίας Τριάδος, είμαστε αναγκασμένοι, απέδειξε ο Παλαμάς, να δεχτούμε και το Άγιο Πνεύμα ως τρίτη αρχή εντός της Αγίας Τριάδος, που σε αυτήν την περίπτωση θα πρέπει να γεννά μετά του Πατρός τον Υιό! [σ. 100]. Είτε δηλαδή δεχτούμε το Άγιο Πνεύμα ως κτίσμα είτε ως τρίτη αρχή της Αγίας Τριάδος, το βέβαιο είναι ότι η πλάνη των Λατίνων οδηγεί αναγκαστικά στην πολυθεΐα και την ακύρωση της ενικότητας της Παναγίας Τριάδος [σ. 39: «τῇ πολυθέῳ πλάνῃ πάροδον παρέχει.»]
Κατά την πάγια δογματική αποκάλυψη στην αδιαίρετη Εκκλησία τόσο ο Υιός όσο και το Πανάγιο Πνεύμα έχουν ως αποκλειστική αιτία την Ουσία και την Υπόσταση του ανάρχου Πατρός [σ. 152]. Ο Θεός-Πατέρας είναι ο Πατέρας γιατί γεννά τον Υιό και εκπορεύει το Άγιο Πνεύμα [σ. 34]. Κατά τον Μέγα Βασίλειο, υπενθυμίζει ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς [σ. 46], από τον Θεό-Πατέρα, σαν από ένα και μόνο στόμα, προέρχεται ο Λόγος/Υιός και η πνοή που βγαίνει μαζί Του (= το Άγιο Πνεύμα). Για να απορρίψει κάθε πιθανή υποβάθμιση του Πνεύματος σε σχέση με τον Υιό, ο Παλαμάς επικαλείται την μαρτυρία του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, σύμφωνα με την οποία ο Θεός-Πατέρας, ως άμεση και αποκλειστική αιτία των δύο Φώτων, είναι μαζί και Πατήρ του Υιού και Προβολέας του Πνεύματος [σσ. 53 και 129].
Το Άγιο Πνεύμα είναι συνεπώς εξίσου «δεύτερο» με τον Υιό κι όχι τρίτη και υποδεέστερη αιτία όπως εσφαλμένα υποστήριξαν οι Λατίνοι [σσ. 54 και 67]. Πιο συγκεκριμένα, το Άγιο Πνεύμα είναι «φύσει Θεός», όπως και ο Υιός, με το να πηγάζει «εκπορευτώς» «εκ μόνου Θεού Πατρός» [σ. 38]. Κατά την περίφημη και άνωθεν εμπνευσμένη ρήση του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, ο Θεός-Πατέρας είναι «Θεὸς ἀναίτιος καὶ θεότητος αἴτιος»! [σ. 114]. Έτσι όλα όσα έχει ο Πατήρ τα έχει κι ο Υιός πλην της αιτιότητος και όλα όσα έχει ο Υιός τα έχει και το Πνεύμα πλην της υιότητας [σ. 66], ώστε κάθε Υπόσταση να είναι Θεός και οι Τρεις Θείες Υποστάσεις μαζί, ο ένας Θεός, η Αγία Τριάδα [σ. 40]. Κατά την υπέροχη μάλιστα σύνοψη του Μυστηρίου της Αγίας Τριάδος από τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά, «ἓν καὶ τρία τὸν Θεὸν πιστευθῆναι καὶ κοινὸν αἴτιον μόνον τῶν δύο τὸ ἕν.» [σ. 95].
Ο Παλαμάς ακολουθεί πιστά τον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης, που αναδείχθηκε «πατήρ πατέρων» κατά την Δεύτερη Οικουμενική Σύνοδο, με το να υπογραμμίσει ότι όπως ο Θεός-Πατέρας δεν υπάρχει ποτέ χωρίς τον Υιό, το ίδιο ακριβώς ισχύει και για το Άγιο Πνεύμα [σσ. 93 και 123]. Η εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος, υπενθύμισε ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, από μόνο τον Πατέρα δεν συνιστά, έτσι, απλώς τρόπο προέλευσής Του αλλά και τρόπο αιώνιας συνύπαρξής Του μετά του ανάρχου Πατρός [σ. 77: «ἐκ τοῦ Πατρὸς καὶ αὐτὸ ἐκπορευόμενον πρὸ αἰώνων καὶ εἰς αἰῶνας»].
Η αφροσύνη των Λατίνων, αποτέλεσμα της υψηλοφροσύνης τους, τους έκανε, κατά τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά, να αδυνατούν να διακρίνουν μεταξύ εκπόρευσης και πέμψης του Παναγίου Πνεύματος [σ. 151: «καὶ τοῦτο γὰρ σόν, ταὐτὸν οἴεσθαι ἀποστολήν τε καὶ τρόπον ὑπάρξεως.»]. Το ότι ο Υιός επέμφθη στον Κόσμο από τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι ο Υιός γεννήθηκε από τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, επιχειρηματολογεί ο Παλαμάς [σ. 97]. Κατά την πάγια ορθόδοξη δογματική αποκάλυψη, η έκχυση του Αγίου Πνεύματος στον Κόσμο είναι αποτέλεσμα κοινής θελήσεως και των Τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδος [σσ. 88 και 117], η οποία επ’ ουδενί δεν πρέπει να συγχέεται με την «κατά φύση» εκπόρευση του Παναγίου Πνεύματος από μόνο τον Θεό-Πατέρα [σ. 89].
Το πρόβλημα των Λατίνων όταν κάνουν λόγο περί Θεού είναι, κατά τον Άγιο Γρηγόριο, ότι όχι μόνο αδυνατούν να διακρίνουν μεταξύ Θείας Φύσεως και Θείας Θελήσεως, αλλά ότι επίσης αδυνατούν να διακρίνουν μεταξύ Θείας Υποστάσεως και Θείων Ενεργειών [σ. 105]. Όταν λέει ο Χριστός στους Μαθητές Του, εξηγεί ο Παλαμάς, ότι τα λόγια που σας λέω είναι Πνεύμα, δεν εννοεί την Υπόσταση του Παναγίου Πνεύματος αλλά την θεία και ζωοποιό ενέργεια με την οποία τα λόγια Του είναι πεπληρωμένα [σ. 84]. Συνεπώς, ο Χριστός δεν χορήγησε στους Μαθητές Του την Υπόσταση του Παναγίου Πνεύματος, αλλά ενέργειες του Παναγίου Πνεύματος ικανές να επιφέρουν στους αξίους ευεργετικά σωτηριολογικά αποτελέσματα.
Ο Υιός και Λόγος του Θεού είναι, κατά τον Παλαμά, Αυτός που χορήγησε στην Δημιουργία ενέργειες του Παναγίου Πνεύματος ικανές να της εξασφαλίσουν τόσο την συγκρότησή της όσο και την συντήρησή της και είναι πάλι Αυτός ο Ίδιος που χορήγησε στην Εκκλησία τις απαραίτητες ενέργειες του Παναγίου Πνεύματος για την συγκρότηση και την συντήρηση της Εκκλησίας ως συνθήκης αναδημιουργίας του Κόσμου [σσ. 119-120]. Υπ’ αυτήν και μόνο την έννοια, υποστήριξε ο Άγιος Γρηγόριος, ο Υιός και Λόγος του Θεού είναι «χορηγός του Πνεύματος» κι όχι βέβαια «υποστάτης» Του.
Για την ακρίβεια, ο άνθρωπος στερήθηκε με την Πτώση το θείο φως που έλαβε κατά την δημιουργία του στον Παράδεισο κι αυτήν την απώλεια, κατά τον Άγιο Γρηγόριο, ήρθε ο Υιός και Λόγος του Θεού στον Κόσμο για να την αποκαταστήσει εμφυσώντας εκ νέου στον άνθρωπο τις δυνάμεις του Παναγίου Πνεύματος που αυτός στερήθηκε με την πτώση του [σ. 85-86]. Τρεις φορές, κατά τον Παλαμά, ο Υιός και Λόγος του Θεού χορήγησε το Άγιο Πνεύμα στον άνθρωπο [σ. 94]: 1. Κατά την δημιουργία του ανθρώπου στον Παράδεισο, 2. όταν, πριν την Ανάληψή Του, χορήγησε στους Μαθητές Του δυνάμεις για άφεση των αμαρτιών όλων όσων θα πίστευαν σε Αυτόν και 3. μετά την Ανάληψή Του κατά την Πεντηκοστή (αλλά και κατά την Πεντηκοστή κάθε πιστού με την χορήγηση σε αυτόν δυνάμεων του Παναγίου Πνεύματος μέσω του Μυστηρίου του Χρίσματος).
Οι σωτηριολογικές συνέπειες της κακοδοξίας των Λατίνων σχετικά με το Filioque είναι τεράστιες κατά τον Άγιο Γρηγόριο. Όποιος ισχυρίζεται, λέει, πως το Άγιο Πνεύμα οφείλει την Υπόστασή Του και στον Υιό βρίσκεται «εκτός ευσεβείας» και «έξω της εκκλησίας» [σ. 130] κι αυτό διότι όποιος υποστηρίζει το Filioque, λέει ο Άγιος, «εκπίπτει της υιοθεσίας που χαρίζει το Άγιο Πνεύμα» στους ορθόδοξους πιστούς [σ. 49]. Έτσι κατά τον Παλαμά η λατινική φιλολογία σχετικά με το Filioque είναι έργο θεολόγων που έχοντας «εκπέσει της υιοθεσίας» δεν κατανοούν δια του Αγίου Πνεύματος την ορθόδοξη διδασκαλία περί Αγίου Πνεύματος με αποτέλεσμα να την παρερμηνεύουν [σ. 71: «μὴ μετὰ τοῦ Πνεύματος ἑρμηνεύων τὰ εἰρημένα διὰ τοῦ Πνεύματος»].
Εδώ έγκειται, δηλαδή, η κύρια διαφορά θεολογικής μεθόδου μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Η λατινική θεολογία προσπαθεί, λέει ο Άγιος, μέσω επηρμένου στοχασμού να καταλάβει ό,τι υπερβαίνει τα όντα με αποτέλεσμα να προβάλλει ως Τάξη της Τριαδικής Ζωής το περιεχόμενο των υπερφίαλων φιλοσοφικών της επινοήσεων [σ. 151]. Αντιθέτως, η ορθόδοξη θεολογία αποτελεί περιεχόμενο θείας αποκάλυψης σε θεολόγους με καθαρή και ταπεινή καρδιά. Όπως το λέει χαρακτηριστικά ο Παλαμάς, ακολουθώντας και εδώ τον Μέγα Βασίλειο, η υπερβατική τάξη της Αγίας Τριάδος δεν εκπολιορκείται από τον νου αλλά μόνο αποκαλύπτεται σε αυτόν κατά πως θέλει ο Ίδιος ο Τριαδικός Θεός να αποκαλυφθεί σε θεολόγους που έχουν προηγουμένως καθαρισθεί από τα πάθη τους [σ. 62]. Όχι, λοιπόν, εκ των κάτω τα Άνω, αλλά δια των Άνω τα Άνω! [σ. 143].
Μάλιστα, κατά τον Άγιο Ιωάννη της Κλίμακος, το Άγιο Πνεύμα είναι Αυτό που άλλους τους επισκέπτεται ως φλόγα και τους καθαρίζει κι άλλους – αυτούς που τους έχει ήδη καθαρίσει – τους επισκέπτεται ως φως και τους φωτίζει: «Άλλο», γράφει στον Λόγο του Περί προσευχής, «είναι να επισκοπείς (δηλαδή να εποπτεύεις) συχνά την καρδιά σου κι άλλο το να επισκοπεύσεις (να κάνεις δηλαδή χρέη επισκόπου) σε αυτήν. Στην πρώτη περίπτωση ο νους μοιάζει με άρχοντα, ενώ στη δεύτερη με αρχιερέα, ο οποίος προσφέρει στον Χριστό λογικές θυσίες. Και όπως λέει κάποιος που έλαβε την προσωνυμία του Θεολόγου [=εννοεί τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο], το Άγιον και Υπερουράνιο Πυρ (=δηλαδή το Άγιο Πνεύμα) τους πρώτους τους επισκέπτεται ως φλόγα και τους καταφλέγει, διότι έχουν ακόμα ανάγκη καθάρσεως, ενώ τους δεύτερους ως φως και τους φωτίζει, διότι έφτασαν στα μέτρα της τελειότητας» [Λόγος ΚΗ΄, §52].
Ο άνθρωπος μαθαίνει, κατά την Κλίμακα, τί λογής είναι η Θεία Ταπείνωση μόνο όταν ο Ταπεινός Θεός ενοικήσει μέσα του δια των θείων ενεργειών Του. Ο άνθρωπος που θα δοκιμάσει εκ πείρας πόσο ταπεινός είναι ο Θεός, βάζει τον εαυτό του πιο κάτω απ’ όλους τους ανθρώπους, πιο κάτω ακόμα κι από τους δαίμονες. Όταν δηλαδή η Χάρη της Αγίας Ταπείνωσης αγγίξει τον άνθρωπο, τότε δεν του φταίνε οι δαίμονες για τα λάθη του αλλά νιώθει πως ο ίδιος τρέφει και αυξάνει την κακία των δαιμόνων με τα λάθη και τις αστοχίες του. «Η ταπεινοφροσύνη είναι ανώνυμη χάρη της ψυχής, η οποία μπορεί να ονομασθεί», κατά τον Άγιο Ιωάννη, «μόνο από όσους την δοκίμασαν εκ πείρας. Είναι ανέκφραστος πλούτος, ονομασία του Θεού, δωρεά του Θεού, εφ’ όσον Εκείνος λέει: «Μάθετε ουκ απ’ Αγγέλου, ουκ απ’ ανθρώπου, ουκ από δέλτου, αλλ’ απ’ εμού», δηλαδή από την ενοίκησή μου και την έλλαμψή μου και την ενέργειά μου μέσα σας, «ὅτι πρᾶός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ καὶ τῷ λογισμῷ καὶ τῷ φρονήματι» [Λόγος ΚΕ΄, §3].
Το Ταπεινό Άγιο Πνεύμα αναπαύεται σε εκείνον που αδίκως υφίσταται ταπεινώσεις και διατηρείται σε αυτόν αν κι ίδιος ταπεινώνει τον εαυτό του [Λόγος Δ΄, § 125]. Τότε εγκαθίσταται μέσα του, κατά την Κλίμακα, η πραότητα που του επιτρέπει να προσεύχεται ειλικρινώς ακόμα και για τους εχθρούς του και χωρίς να ενοχλείται καθόλου από τις ταραχές που αυτοί του προκαλούν. Ο άνθρωπος γίνεται τότε σαν βράχος μέσα σε αφρισμένη θάλασσα που παραμένει μεσοπέλαγα αμετακίνητος ώστε να διαλύονται πάνω του όλα τα κύματα που τον χτυπούν [Λόγος ΚΔ΄, §2].
Η Αγία Ταπείνωση πάει, μάλιστα, κατά την Κλίμακα, μόνο στους Ορθοδόξους και ακόμα πιο συγκεκριμένα σε όσους από αυτούς έχουν προηγουμένως καθαρισθεί από τα πάθη τους: «Είναι αδύνατο να προέλθει από το χιόνι φλόγα. Περισσότερο όμως ακατόρθωτο είναι να βρεθεί [η Αγία] Ταπείνωση στους ετεροδόξους», διαβάζουμε στην Κλίμακα, «διότι αυτό το κατόρθωμα ανήκει μόνο στους πιστούς και ορθοδόξους και μάλιστα σε όσους από αυτούς έχουν καθαρισθεί από τα πάθη τους» [Λόγος ΚΕ΄, §31].
Αρχίσαμε τον λόγο με τον Άγιο Ιωάννη της Κλίμακος. Ας τελειώσουμε λοιπόν πάλι με αυτόν: «Αντίκρισε κάποτε ένας», γράφει ο Άγιος Ιωάννης, «το κάλλος της ταπείνωσης μέσα στην καρδιά του κι αφού κατελήφθη από θάμβος, ρωτούσε ποιο είναι το όνομα του πατέρα της. Εκείνη τότε με ένα φαιδρό και γαλήνιο μειδίαμα του αποκρίθηκε: Πώς σπεύδεις να μάθεις το όνομα του πατέρα μου, ενώ αυτός είναι ανώνυμος; Δεν θα σου το φανερώσω, έως ότου λάβεις μέσα σου τον Θεό». Αυτώ η δόξα εις τους αιώνας. Αμήν» [Λόγος ΚΕ΄, §63].
[Εκφωνήθηκε στα γαλλικά, στο πλαίσιο Προγράμματος Κατήχησης Ενηλίκων, στην Ενορία των Αγίων
Σιλουανού και Μαρτίνου στο Saint Gilles Βρυξελλών την Κυριακή της Τυροφάγου στις 17.3.24
αμέσως μετά την Ευχαριστιακή Σύναξη και στα ελληνικά κατά τον Κατανυκτικό Εσπερινό της
Κυριακής του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά στην Ενορία του Αγίου Νικολάου Schaerbeek Βρυξελλών στις
31.3.24.]