Στην εποχή της δικαιολογημένης και αδικαιολόγητης αμφισβήτησης, της βαθύρριζης καχυποψίας και της αθεράπευτης επιπολαιότητας, καθίσταται παραπάνω από παρακινδυνευμένη οιαδήποτε απόπειρα εξέτασης των ιστορικών και πολιτικών αυτονοήτων. Κινδυνεύει ο απροκατάληπτος φιλαλήθης να χαρακτηριστεί δυσμενώς και να χάσει -στην καλύτερη περίπτωση- την ηρεμία του εάν επιχειρήσει να θέσει επί τάπητος κάποιο ταμπού ή ν’ αποκαταστήσει μία παρεξήγηση. Και τούτο διότι ο κόσμος (ο δε Έλληνας κατεξοχήν) προτιμά να έχει δίκιο παρά να μαθαίνει, ενώ, όταν αποφασίζει να ρισκάρει λίγη γνώση, κατά κανόνα επιλέγει την ασφάλεια της προόδου αντί του τολμήματος της παράδοσης, καθώς ταιριάζει γάντι στη σύγχρονη ψυχοσύνθεση να παρασύρεται κανείς από ένα ασαφές ιδεώδες που διασφαλίζει ατομικό άλλοθι, παρά να προσφεύγει σε συγκεκριμένα παραδείγματα που εγείρουν συγκρίσεις και συνεπάγονται ευθύνες.
Αν καταφέρναμε ν’ αποσυνδέσουμε τους όρους «πρόοδος», «προοδευτικός», «συντήρηση», «συντηρητικός», «παράδοση», «παραδοσιακός», «αριστερός», «δεξιός» κλπ., από τους κοινωνικο-ιδεολογικούς συνειρμούς, τις αξιολογικές προκαταλήψεις και τις θυμικές φορτίσεις, αν συνειδητοποιούσαμε ότι δεν υπάρχουν ούτε αμιγή ούτε τέλεια πολιτεύματα, ότι η ιστορία είναι «πειραματική πολιτική» (Joseph de Maistre) και ότι τα πάντα πρέπει να κρίνονται με βάση την πράξη και όχι την ιδέα ή την πρόθεση, με βάση τις επιδόσεις των διοικήσεων και των διοικούντων και όχι τις προγραμματικές δηλώσεις των κυβερνήσεων, τις διακηρύξεις των κομμάτων ή τα ψευδοβιογραφικά των πολιτευτών, την καθημερινή πρακτική των πολιτών και όχι καταστρεπτικούς φυλετικούς μύθους, τότε θα είχαμε κάνει ένα τεράστιο βήμα αληθινής προκοπής σε ό,τι αφορά την αυτογνωσία και τη στοχοθεσία μας ως έθνους, αφού κράτος - κράτος, σοβαρό και κυρίαρχο κράτος, η Ελλάδα δεν υπήρξε ποτέ, και το εφτάψυχο κακέκτυπο που υπήρξε οσονούπω τελειώνει και αυτό επισήμως.
Έλεγε ο τρομερός Unamuno ότι είναι καλό να είσαι συντηρητικός όταν έχεις κάτι (άξιο) να συντηρήσεις. Από την άλλη, η ίδια η πορεία τής ανθρωπότητας, αληθινός θρίαμβος του Πονηρού παρά τις αμέτρητες κατακτήσεις, υποχρεώνει σ’ ένα είδος υγιούς απαισιοδοξίας, η οποία με τη σειρά της -και αντιθέτως με ό,τι πιστεύεται- ωθεί στην πράξη μάλλον παρά στην απραξία. Αν, λοιπόν, τόσο σε παγκόσμιο όσο και σε εθνικό επίπεδο, η δυναμική είναι αναφανδόν αρνητική, τα πράγματα πάνε πάρα πολύ στραβά, ποιός ο λόγος να μην κοιτάξουμε προς τα μέσα -όχι προς τα πίσω-, δηλαδή να μην προσφύγει ο καθένας σε ό,τι δοκιμασμένο διαθέτει; Εξάλλου, ο κόσμος «προοδεύει» ανεξάρτητα από τη στροφή ή την προσκόλλησή μας στο οικείο, το παρελθόν ή το μυθώδες. Ίσως τελικά να είναι απλώς ζήτημα συναίνεσης ή συνεισφοράς στην επιτάχυνση ή την επιβράδυνση του ρυθμού προόδου ή ολέθρου του πλανήτη ή της χώρας. Αρνητικής προόδου. Μ’ αυτήν τη λογική, στη χώρα μας, εδώ που φτάσαμε / καταντήσαμε, θα οφείλαμε μάλλον να σπεύσουμε να συντηρήσουμε παρά να εφησυχάζουμε προσδοκώντας και καινοτομώντας επί ματαίω. Μάλιστα, ρίχνοντας μία απροκατάληπτη ματιά, αμέσως αντιλαμβανόμαστε ότι φτάσαμε / καταντήσαμε εδώ ακριβώς, επειδή απεμπολήσαμε ό,τι πολυτιμότερο διαθέταμε ως οντότητα, απαξιώνοντας συστηματικώς ένα-ένα τα στοιχεία που συνέθεσαν την ιδιοπροσωπία μας, ήτοι γλώσσα, τοπίο, πατριωτισμό, θρησκευτικότητα, οικογενειαρχία, λεβεντιά, ολιγάρκεια, φιλοτιμία, ποιότητα ζωής κ.ά. Αν «με την καλή έννοια» δεν εκσυγχρονιστήκαμε / εξευρωπαϊστήκαμε, δηλαδή δεν υιοθετήσαμε ούτε καν μιμηθήκαμε σοβαρά μοντέλα συμπεριφοράς από τη Δύση, είναι ακριβώς επειδή δεν διατηρήσαμε ένα δυνατό και αυτοδύναμο κέντρο που σέβεται τον εαυτό του και κοιτάζει το συμφέρον του.
Δεν είναι οικονομικής φύσεως η κρίση / καταστροφή που μας βρήκε. Καμία οικονομική κρίση δεν είναι οικονομικής φύσεως, καθότι η οικονομία στον πυρήνα της δεν είναι οικονομία, αλλά κοσμοθεωρία.
Ένας λαός, μία κοινωνία, ένας άνθρωπος με αυτοεκτίμηση και αληθινή οξυδέρκεια ουδέποτε εγκαταλείπει τις ρίζες του, εάν επιθυμεί να επιζήσει ή να προκόψει. Ο δεσμός με την υλικο-πνευματική συνέχεια δεν συνιστά αλυσίδα που δένει, αλλά ομφάλιο λώρο που τρέφει, ζωογονεί, εμπνέει. Πατρίς-θρησκεία-οικογένεια: ιερό τρίπτυχο βεβηλωμένο από ιστορικές επιλογές αλλά και κατοπινές αγκυλώσεις, δεν αποτελεί απλώς πρόσφατη οδυνηρή ανάμνηση, επαίσχυντο πολιτικό σλόγκαν ή ανεκρίζωτη κοινωνική παρανόηση, αλλά παντοτινές -άρα και μελλοντικές, της προόδου!- ομόκεντρες οντολογικές σταθερές, τις οποίες καθένας υποχρεούται ν’ αναλαμβάνει, οποιαδήποτε σχέση ή γνώμη και αν έχει με ή για αυτές. Και ο πλέον ανυποψίαστος είναι σε θέση να υποψιαστεί τη μοιραία σημασία τής οικογένειας, την καθοριστική βαρύτητα της πνευματικής και μεταφυσικής παράδοσης και τη θεμελιώδη διάσταση της καταγωγής και του συλλογικού βιώματος, τόσο για το άτομο όσο και για την κοινωνία. Ο συνδυασμός των τριών, η απενοχοποιημένη, ρεαλιστική διευθέτηση της σχέσης μαζί τους, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μία ολοκληρωμένη κατάστρωση σχεδίου ζωής. Το πρόσωπο και το έθνος στέκονται έτσι στοιχειωδώς αρτιμελή μπροστά στις εξελίξεις, τα πάντα εξαρτώνται από το είδος, το ποιόν τής παραπάνω σχέσης. Αντιθέτως, η άρνηση, η αποδόμηση, η καταφρόνηση, η αντικατάσταση και η εγκατάλειψή τους, ωσάν διαδοχικό γύμνωμα από υπαρκτικές στιβάδες, αφήνουν το πρόσωπο και το έθνος ορφανό, άοπλο και μετέωρο μες στη φαρσο-τραγωδία τής ιστορίας. Στην ουσία, διασφαλίζουν τον χαμό, πρώτα της ταυτότητας και κατόπιν της οντότητάς του. Επαναλαμβάνουμε: δεν χρειάζεται, κατ’ αρχήν, να «πιστεύει» κανείς με πάθος σ’ αυτές τις σταθερές / αξίες. Αρκεί ακόμα και να υποπτεύεται τον διαπιστωμένα ζωτικό τους ρόλο για την επιβίωση, τη συνοχή, την ισχύ, την αυτοπεποίθηση, την ευρυθμία, την αισθητική, το ήθος, την ευνομία, τον πλούτο, την προοπτική και την ποιότητα ενός προσώπου ή έθνους.
Στις 19 Δεκεμβρίου 1850, ο μεγάλος Flaubert γράφει από την Ελλάδα στον φίλο του L. Bouilhet: «Πλησιάζει ο καιρός που κάθε είδους εθνική υπόσταση θα εξαφανιστεί. Η πατρίδα θα είναι τότε ένας αρχαιολογισμός σαν τη φυλή». Σαν να τό ’ξερε! Στην Ελλάδα, μάλιστα, απειλούμαστε διττώς: και από εκφύλιση (διάλυση κοινωνικού ιστού, κατάλυση κράτους δικαίου, αλληλοφάγωμα) και από δημογραφικό αφανισμό. Οι δε πρώτοι που θα κλάψουν με λυγμούς τις επιπτώσεις τής αμετάκλητης απώλειας έχουν ήδη αρχίσει να πανικοβάλλονται και είναι εκείνοι, που, δέσμιοι της εξωτερικής τους εικόνας και της κατά φαντασίαν συνέπειάς τους, ακκίζονταν μέχρι σήμερα για την αντίστασή τους στη «συντήρηση» και τη στράτευσή τους με την «πρόοδο». Ίσως να έχετε ήδη παρατηρήσει τους πρώτους αντιφατικούς, τους πρώτους μεταμελημένους από τα ανέξοδα μα καταστροφικά πειράματα της παρατεταμένης εφηβείας, τους πρώτους «νεοπροδότες» του αναχρονιστικού ουτοπισμού. Όμως, τί να το κάνεις;
πηγή: Αντίφωνο, πρωτοδημοσιεύτηκε στη "Νέα Ευθύνη", τχ. 9, Ιαν. – Φεβ. 2012
Ένα “καθαρό” και “ώριμο” κείμενο από ένα “νεαρό” στοχαστή!
Ακροβατεί με λέξεις ταμπού προσπαθώντας να παρουσιάσει τα αυτονόητα σ´ ένα λαό, που στερείται απλής λογικής. Σ´ ένα λαό που επιλέγει να βρίζει, παρά να προσπαθεί να δώσει στοιχειώδεις λύσεις σε απαραίτητες ανάγκες. Που “προτιμά να έχει δίκιο παρά να μαθαίνει”(!).
Πατρίς – θρησκεία – οικογένεια: ιερό τρίπτυχο βεβηλομένο από ιστορικές επιλογές αλλά και κατοπινές αγκυλώσεις(!).
Ας μου επιτραπεί να προσυπογράψω τόν – εν επιγνώσει – έπαινο, προς το κείμενο αυτό του Κώστα Βραχνού, εκ μέρους του κ. Σπύρου Μπαρμπάτσαλου. Να επαυξήσω, κιόλας, λίγο τη στοιχειοθέτησή του:
«Καμία οικονομική κρίση δεν είναι οικονομικής φύσεως, καθότι η οικονομία στον πυρήνα της δεν είναι οικονομία, αλλά κοσμοθεωρία.»
«Η άρνηση, η αποδόμηση, η καταφρόνηση […] στην ουσία, διασφαλίζουν τον χαμό, πρώτα της [i]ταυτότητας[/i] [του προσώπου ή του έθνους] και κατόπιν της [i]οντότητάς[/i] του.»
«Η πορεία τής ανθρωπότητας, αληθινός θρίαμβος του Πονηρού παρά τις αμέτρητες κατακτήσεις.»
Με μια μικρή μόνο επισήμανση / ισχυρισμό, όσον αφορά την τελευταία από τις παραπάνω κρίσεις: Η πορεία της ανθρωπότητας εξελίσσεται, ναι, σε θρίαμβο του πονηρού – όχι όμως ανέκαθεν: Από προσκομίσεως «φώτων», ειδικά, και εντεύθεν……
κύριε Καστρινάκη μήπως ανέκαθεν τελικώς;;;
ὅτι οἱ υἱοὶ τοῦ αἰῶνος τούτου φρονιμώτεροι ὑπὲρ τοὺς υἱοὺς τοῦ φωτὸς εἰς τὴν γενεὰν τὴν ἑαυτῶν εἰσι.
Σε μία χώρα όπου η Παιδεία έρχεται πάντα τελευταία, είναι επόμενο να συμβεί ό,τι συνέβει. Όλα από την Παιδεία (με κεφαλαίο) ξεκινάνε, από την εκπαίδευση! Όταν θα ακούσετε κάποιον που θέτει υποψηφιότητα για πρωθυπουργός και στις πρωτεραιότητές του εντάσσει την Παιδεία ανάμεσα στις πρώτες, τότε θα ξέρετε πως είναι αληθινός πατριώτης. Και δεν μιλάω για μεταρρυθμίσεις του τύπου: εξετάσεις, βιβλία και άλλες επιφανειακές αλλαγές όπως αυτές που γίνονται κατά καιρούς, δήθεν για να εκσυγχρονίσουν την εκπαίδευση των ελληνόπουλων. Εννοώ μια παιδεία με όραμα, πρόγραμμα και περιεχόμενο.
Τι ταυτότητα φοράει η δημόσια παιδία στα παιδιά μας όταν είναι ανίκανη να διδάξει τον εμφύλιο; Τα παιδιά αγνοούν βασικά κομμάτια της Ελληνικής ιστορίας. ‘Ολα ξέρουν ότι γιορτάζουμε το “όχι” αλλά αγνοούν το γιατί. Και το γιατί δεν είναι άλλο από την απλή διαπίστωση ότι είμαστε ανίκανοι να κλείσμουμε το κεφάλαιο και δεν έχουμε ακόμα ορίσει πότε τελείωσε ο πόλεμος για μας!
Τι ταυτότητα τους φοράει όταν στο μάθημα της αρχαίας γραμματείας διδάσκονται κείμενα πατερικά; Μπερδέψαμε τους αιώνες;;;
Ποια επιτέλους ταυτότητα θέλουμε; Πατρίδα, οικογένεια, θρησκεία λέτε πως είναι η ταυτότητά μας. Αμ δε!!!!!!!
Όπου γης και πατρίς! Δεν χρειάζεται κανείς να είναι στην Ελλάδα για να μεγαλουργήσει. Τουνατίον!
Οικογένεια;;;; Για ποια οικογένεια μιλάμε όταν κανένας δεν στηρίζει τις εργαζόμενες μητέρες, ούτε καν οι σύζυγοί τους οι ίδιοι!!!!!!!
Και όσο για την θρησκεία…. ας μην το συζητάμε και πολύ, αν τάχα μου αυτό το παλιό ζευγάρι γυαλί “μας πάει” ή αν μας κρύβει τον ήλιο!
Η εθνική ταυτότητα δεν είναι δυστυχώς απόρροια ενδοσκόπησης ούτε και ιστορικής ανασκόπησης.
Η εθνική ταυτότητα απορρέει από το γίγνεσθαι. Είμαστε αυτό που γινόμαστε. Και η παιδεία δεν είναι για να παιδεύει τα άμοιρα παιδιά, αλλά για να τα εξυψώνει. Μόνο που όλοι είμαστε στον πάτο τώρα!
Πού θέλουμε να πάμε; Ας ορίσουμε αυτό πρώτα. Ας καθορίσουμε τι είδους χώρα θέλουμε να έχουμε, και η παιδεία είναι αυτή και μόνο που θα μας πάει εκεί! Όχι η πολιτική, ούτε και η οικονομία ούτε καν η τεχνολογία!
Θέλουμε χώρα με ξενοδοχεία, μπαρ, αλκόλ για φτηνές διακοπές ή μία χώρα εναλλακτικού τουρισμού με σεβασμό για το περιββάλλον και τις εναλλακτικές μορφές παραγωγής;
Θέλουμε μια χώρα που βασίζεται πάνω σε ικανό εργατικό δυναμικό ή μία χώρα που θέλει απλά φτηνά χέρια;
Θέλουμε μια χώρα όπου οι πολίτες αντιμετωπίζονται με τον νόμο του δικαίου ή μία αστυνομία που εκπροσωπεί την εκάστοτε εξουσία (ακόμα και την μαφία);
Τέτοιου τύπου ερωτημάτα αγγίζουν όλους τους τομείς της δημόσιας και της ιδιωτικής ζωής.
Αν λοιπόν κάποτε αποφασίσουμε τι θέλουμε και πώς επιθυμούμε το μέλλον, τότε μπορούμε να βάλουμε και τα παιδιά μας στη δουλειά, και μαζί να χτίσουμε ένα μέλλον με μέλλον!
Αλλιώς βράστα Χαράλαμπε. Η Ελλάδα κάθε μέρα πεθαίνει και εμάς κανένας δεν μας ανασταίνει!
Ο κυρίαρχος λόγος (ο λόγος του δελτίου του “Mega” ή των σελίδων του “Βήματος”) είναι – νάτος – εδώ.
Ιφινόη, το σχόλιό σου όσον αφορά την Παιδεία έρχεται να προαυξήσει την αναγκαιότητα να υπάρχουν Αξίες στην πορεία του Γολγοθά μας.
Στη συνέχεια η αντίδρασή σου στο Θρησκεία Οικογένεια ακριβώς πιστοποιεί ότι υπάρχουν ταμπού -θρησκεία- και αυτό επισημαίνεται στο άρθρο επαρκώς.
Οι Αξίες πρέπει να έχουν κάποιο όνομα. Δεν γίνεται γενικώς και αορίστως. Τώρα αν δε σου αρέσουν αυτές δικαίωμά σου. Δώσε κάποιες άλλες. Ο Κώστας αυτές πιστεύει ότι χρειάζονται και το τεκμηριώνει.
Λες “Η Εθνική ταυτότητα δεν είναι δυστυχώς Απόρροια ενδοσκόπησης ούτε και ιστορικής ανασκόπησης”
Μα αυτό ακριβώς είναι!
Με την μεταπολίτευση μας προέκυψε και ό ήλιος. Συνδέθηκε όμως με τη διαφθορά και για αυτόσήμερα τον απαρνούνται και οι θιασώτες του!
Όσο για το που θέλουμε να πάμε,νομίζω πως σήμερα πρέπει να ξεκινήσουμε από τα βασικά. Να λειτουργούμε σεβόμενοι το Σύνταγμα και τους νόμους. Και η αν´απτυξη θα έρθει και από τα ξενοδοχεία και τα μπαρ αρκεί να υπακούουν στη νομοθεσία.
Α , και λίγο από εμπιστοσύνη και αλληλεγύη. Δεν γίνεται όταν φωνάζουμε τον αστυνομικό γιατίακούσαμε ένα θόρυβο στο σπίτι μας να είναι καλός και όταν πάμε στη Βουλή και μας σταματάει, να εξυπηρετεί την εξουσία.
Δεν υπάρχει κράτος με πολίτες να μην αισθάνονται την Πατρίδα τους , να μη θεωρούν ότι η διαμαρτυρία και η αγανάκτηση, ακόμη και η δικαιολογημένη οργή δεν σταματάει κάπου. Τουλάχιστον στο βιός και την εργασία του συμπολίτη μας.
Χρειαζόμαστε αξίες για να αναπνεύσουμε πια και αυές που περιγράφονται βοηθούν στη σημερινή ταραγμένη εποχή.
[quote name=”Ιφινόη Λεονάρδου”]
Τι ταυτότητα τους φοράει όταν στο μάθημα της αρχαίας γραμματείας διδάσκονται κείμενα πατερικά; Μπερδέψαμε τους αιώνες;;;
[/quote]
Δηλαδή η διδασκαλία της γλώσσας μας πρέπει να σταματά στους ελληνιστικούς χρόνους και να ξαναρχίζει με τον Μοισιόδακα και τον Κοραή;
Τα πατερικά κείμενα δεν αποτελούν κληρονομιά του πολιτισμού μας;
Ή είμαστε περισσότερο απόγονοι όσων καλλιέργησαν τη γλώσσα μας πριν από 2000 χρόνια και λιγότερο απόγονοι αυτών που την επεξεργάστηκαν πριν από 1500 ή 1000 ή 700 χρόνια;
Μια παιδεία που θα θρέφεται μόνο από τους αρχαίους ημών προγόνους και τους Νεοέλληνες και θα παραθεωρεί τα 2000 χρόνια Ιστορίας που μεσολάβησαν από την κατάρρευση των ελληνιστικών βασιλείων μέχρι την επανάσταση του ’21 θα αντανακλά απλώς τη νεοελληνική σχιζοφρένεια.
Δεν ισχυρίζομαι πως δεν θα πρέπει να διδάσκονται τα πατερικά κείμενα, αλλά διαφωνώ να διδάσκονται κάτω από τον παραπλανητικό τίτλο “αρχαία ελληνική γραμματεία” – τα σύκα σύκα και η σκάφη σκάφη! Σάμπως διδάσκονται άλλα κείμενα (αν και εφόσον το ζητούμενο είναι η συνέχεια της ελληνικής γλώσσας); Γιατί και άλλοι γράφανε στην ελληνική γλώσσα, όχι μόνο οι “της εκκλησίας”. Και ναι, υπάρχει πρόβλημα, γιατί αν στο όνομα της θρησκείας, μόνο ό,τι είναι χριστιανικό ορθόδοξο θεωρείται “θρησκεία” τότε μιλάμε για τα “γυαλιά” που ανέφερα! Μόνο που είναι γυαλιά τυφλού που τα φοράει όποιος θέλει να κρύψει την τύφλα του από τους άλλους!
Η διαφωνία μου έγκειται επίσης στο ό,τι το τρίπτυχο “πατρίδα-θρησκεία-οικογένεια” (που η τελευταία δικτατορία είχε “λανσάρει” θυμίζω) είναι ένα πλαίσιο πολύ κλειστό που καταδικάζει πάνω από τον μισό πληθυσμό της σημερινής Ελλάδας σε “πολιτισμική εξορία”! Ακόμα και αναδρομικά μιας και ο Μέγας Κωσταντίνος ήταν Ιλλύριος, όχι “Ελληνας”, μιας και ο Μορδεχαίος Φριζής ήταν εβραίος και όχι χριστιανός ορθόδοξος, μιας και ο Αυστραλός τρίτης γενιάς που μιλάει σπαστά τα Ελληνικά και δεν ξέρει να χορέψει ζεμπέκικο αλλά νιώθει έλληνας δεν πάτησε ποτέ το πόδι του στην Ελλάδα, μιας και ο Καβάφης ήταν Αλεξανδρινός και πάει λέγοντας.
Οι Γάλλοι είπαν “ελευθερία, ισότητα και αδερφοσύνη” και αυτό υπηρετούν. Εμείς τι θέλουμε; Μήπως είναι ώρα να αλλάξουμε σλόγκαν;
Και κάτι τελευταίο, όταν αναφέρομαι στην ελληνική αστυνομία, δεν μιλάω για τα ΜΑΤ που χτυπάνε τον κοσμάκη, και που στην πλειοψηφία τους είναι πρώην αλήτες και παράνομοι που τα έκαναν πλακάκια με τις αρχές (γιατί ποιος λογικός άνθρωπος θα πάει στα καλά καθούμενα να πιάσει τέτοια δουλειά; εσείς; εγώ;). Είναι γνωστό – ω πόσο πικρά γνωστό! – πως αστυνομικοί και προστασία πουλάνε, και ναρκωτικά σπρώχνουν, και φακελάκια παίρνουν – τύφλα νά’χουν οι γιατροί δηλαδή! – και εκβιασμούς επιβάλουν, και παιδιά πυροβολούν στο ψαχνό!
Αν θέλουμε κράτος δικαίου, χρειάζεται εκκαθάριση ριζική. Αν δεν φύγουν από τις κάθε μορφής θέσεις οι κάθε μορφής άχρηστοι, η αστυνομία και η δικαιοσύνη δεν θα παράγει έργο. Μόνο υπηρεσίες. Και εμείς πρέπει να το κάνουμε. ΕΜΕΙΣ να καταγγείλουμε, εμείς να διώξουμε αυτούς τους “συναδέλφους”, τους “συγγενείς”, τους “φίλους”, τους “γείτονες”, με γνώση των τυχών συνεπειών αλλά και με συνείδηση πώς αυτός είναι ο μόνος δρόμος – γιατί αλλιώς είμαστε εξίσου υπεύθυνοι – και εδώ δυστυχώς θα συμφωνήσω με αυτόν τον πολιτικό που βαθειά αντιπαθώ: όλοι τα φάγαμε!
Ποιο λοιπόν πιστεύετε πως θα πρέπει να είναι το καινούργιο μας σλόγκαν;
«Εμείς τι θέλουμε; Μήπως είναι ώρα να αλλάξουμε σλόγκαν;»
«Εμείς» (δηλαδή, ο επικυρίαρχος εν Ελλάδι λόγος) προδήλως «θέλουμε» ακριβώς τα αντίθετα – από αυτά που εισηγείται το προκείμενο άρθρο: [i]Εθνομηδενισμό, αποϊεροποίηση, πατροκτονικά προτάγματα.[/i]
Είναι αυτές – συγκεκριμένα – οι επιλογές οι οποίες κατίσχυσαν, στα μέρη μας, κατά τη διάρκεια της τελευταίας τριακονταετίας. Οπότε, την Ελλάδα της [b]εποικοδόμησης[/b] διαδέχθηκε η Ελλάδα της [b]αποικοδόμησης[/b].
Αυτό που χρειαζόμαστε είναι κάποιον να μας “συμμαζεύει”. Στην κυριολεξία. Είμαστε πολύ χαλαροί, σκόρπιοι, απροσάρμοστοι κι αυτό που παράγεται είναι κακοφωνία όχι κοινωνία.
Κανείς δεν πρέπει να καταπιέζει τον άλλο αλλά ούτε και να καταπιέζεται. Αυτό που συμβαίνει κατά κόρον κάθε φορά είναι φασίζουσες μειοψηφίες να προσπαθούν να επιβληθούν και να επιβάλλουν τις απόψεις τους επί των υπολοίπων. Οι οποίοι όντες ανοργάνωτοι δεν μπορούν να αντιτάξουν εμπόδιο στο φανατισμό μιας οργανωμένης μειοψηφίας που επιτίθεται σε όποιον πάει να της αντισταθεί.
Γι’αυτό χρειάζεται η υπερδομή που λέγεται κράτος, που πρέπει να παρεμβαίνει ουδέτερα ώστε να προστατεύει τον ένα από τους πολλούς και τους πολλούς από τον ένα.
Ως νεαρό κράτος έχουμε ακόμα πολλά στάδια να διανύσουμε ώσπου να φτάσουμε σε μια σχετική ισορροπία ευρύτερα αποδεκτή όπως υπάρχει σε άλλες χώρες. Κι οι Γάλλοι που είπαν εκείνο το σλόγκαν χύσαν κατόπιν πολύ αίμα και δικό τους και άλλων ώσπου να καταφέρουν να φτάσουν σε ένα γενικά αποδεκτό από τους ίδιους κοινωνικό συμβόλαιο.
Εμείς τουλάχιστον ας προσπαθήσουμε να παρακάμψουμε τους ποταμούς αίματος ώστε να φτάσουμε με λιγότερο κόστος στον ίδιο στόχο. Τα λάθη της ιστορίας είναι μπροστά μας, από εμάς εξαρτάται αν θα τα ξαναπατήσουμε ή θα τα προσπεράσουμε.
Insider,
μόνο μία παρατήρηση έχω. Για να επέλθει κάποια αλλαγή, οι άνθρωποι που την επιθυμούν πρέπει να την κάνουν. Δεν υπάρχει “κάποιος για να μας συμμαζέψει”. Ή θα το κάνουμε ΕΜΕΙΣ (ατομικά και συλλογικά) ή όποιος το κάνει για μας, θα το κάνει όπως αυτός νομίζει και όπως λέει και το τραγούδι: φοβάμαι όλ’αυτά που θα γίνουν για μένα χωρίς εμένα.
Δηλαδή αν καταλαβαίνω καλά, ισχυρίζεσαι πως πριν 30 χρόνια η Ελλάδα ήταν μία συγκροτημένη χώρα; Πότε ακριβώς; Για ποιούς; Για τους ομοίους σου;
Δεν ισχυρίστηκα ότι ήταν συγκροτημένη χώρα. Διέστειλα μόνο την φάση της [i]εποικοδόμησης[/i] από τη φάση της [i]αποικοδόμησης[/i].
Κι επισήμανα ποιες ήταν οι «κατανοήσεις» που ανέτρεψαν την πρώτη, υπέρ της δεύτερης.
[quote name=”Ιφινόη”]Για ποιούς; Για τους ομοίους σου;[/quote]
[b]Κυρία Ιφινόη το διαπράττετε κάθε φορά, που δεν μπορείτε να αντικρούσετε μια άποψη, αφ’ ενός να τη διαστρεβλώνετε και αφ’ ετέρου να επιτίθεστε κατά πρόσωπο εκείνου που την υποστήριξε;[/b]
Επιπλέον: Σας έχει τόσο φοβίσει η εκβιαστικότητα του καθεστώτος λόγου, ώστε να πιστέψετε ότι αρκεί να αναπαραγάγετε τη «συνταγή» του, για να φοβηθούν και όλοι οι άλλοι – προκειμένου να [i]συμμορφωθούν[/i] προς τις [i]υποδείξεις[/i] του, όπως εσείς;
Καλώς ή κακώς, αυτοί που έγραψαν τα καλύτερα ελληνικά από το 50 έως το 1800 μ.Χ., είναι οι της Εκκλησίας Οπότε, αν θέλουμε να διδαχτούμε τη γλώσσα μας σ’ όλη την ιστορική συνέχειά της, οφείλουμε να διδασκόμαστε τα πατερικά κείμενα.
Βεβαίως οι Πατέρες έγραφαν συνήθως στα αρχαία ελληνικά. Αυτός είναι ένας λόγος που τα κείμενά τους διδάσκονται την ώρα των αρχαίων ελληνικών. Ένας άλλος είναι είναι ότι ο όρος “μεσαιωνικός” είναι τόσο κατασυκοφαντημένος που η διδασκαλία των “μεσαιωνικών ελληνικών” θα ταυτιζόταν με τον “σκοταδισμό” και θα προκαλούσε αντιδράσεις από τους πολλούς.
Η Ορθοδοξία, για μας τους ορθοδόξους χριστιανούς, δεν ταυτίζεται με τη θρησκεία, που είναι μια προσπάθεια του ανθρώπου να γνωρίσει τον Θεό και γι’ αυτό, ατελής. Είναι αποκάλυψη του Θεού προς τους ανθρώπους. Όσο για την “τύφλα”, συνήθως στην Ελλάδα άλλοι είναι που εθελοτυφλούν μπροστά σε 2000 από τα χρόνια της παράδοσής μας.
Και για το θέμα αν και πόσο είμαστε Έλληνες εθνοφυλετικά, έχω γράψει ένα άρθρο “Το ψευδεπίγραφο “Βυζάντιο”, η ιστορική τεκμηρίωση και οι σοφιτείες των κλασικιζόντων” και δεκάδες σχολίων σ’ αυτό και άλλα άρθρα εδώ, στο “Αντίφωνο”, κι ίσως δεν υπάρχει λόγος να ξαναρχίσουμε νέα συζήτηση επ’ αυτού. Διαβάστε το, και θα δείτε ότι σε πολλά συμφωνούμε.
Δηλαδή, η Άννα η Κομνηνού έγραφε παραμυθάκια για παιδιά;
Ο Μετοχίτης ή ο Ψελλός (που και οι δύο στο τέλος της ζωής τους κατέφυγαν στον μοναστισμό πιο πολύ για να “γλιτώσουν” από τα δεινά του παλατιού και λιγότερο από “θρησκευτικότητα”), τα μεσαιωνικά μυθιστορήματα και πολλά άλλα, όλ’αυτά ήταν γραμμένα σε κακή ελληνική; Δεν αποτελούν δηλαδή μνημεία του λόγου;
Άλλο κανείς να μιλάει για να εξασκεί το “ρητορεύειν” και άλλο για να πει κάτι. Άλλο το “μιλάω” και άλλο το “λέω”.
Δυστυχώς, κυρία μου, η απουσία επιχειρημάτων σάς οδηγεί στον λαϊκισμό (“[i]παραμυθάκια για παιδιά[/i]”, “[i]και οι δύο στο τέλος της ζωής τους κατέφυγαν στον μοναστισμό(sic) πιο πολύ για να “γλιτώσουν” από τα δεινά του παλατιού[/i]” κα. φαιδρά παρόμοια). Δεν αρνήθηκα τη λoxογοτεχνική αξία του έργου της Άννας Κομνην[b]ής[/b] και του Μετοχίτη. (Για τον Ψελλό το συζητάμε πόσο καλά ελληνικά έγραφε.) Αναφέρομαι στην πλειονότητα των εκκλησιαστικών συγγραφέων που έγραφαν θαυμάσια ελληνικά (πχ. οι άγιοι Γρηγόριος ο Θεολόγος και Ρωμανός ο μελωδός -έχετε διαβάσει την ποίησή τους; ) και δεν αρκούν δυο τρία ονόματα για ν’ αποδείξουν το αντίθετο.
Το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει “εμείς” με κοινά αποδεκτό από όλους ορισμό. Εσείς μπορεί να επιθυμείτε μια αλλαγή Α, στην οποία κάποιοι άλλοι είναι αντίθετοι ή επιθυμούν μια αλλαγή Β αντί για Α. Ποιος έχει δίκιο και ποιος κρίνει το ποιος έχει δίκιο;
Γι’αυτό λέω, έχουμε ακόμα πολύ θεμελιώδη ζητήματα για το πώς οικοδομείται μια συντεταγμένη κοινωνία να λύσουμε και τα οποία δεν έχουμε καν αρχίσει ακόμα να θέτουμε πόσο μάλλον να τα επιλύουμε.
Η αντανακλαστική επαναστατικότητα και το “να κάνουμε κάτι” απλώς για να δείχνουμε ότι κάνουμε κάτι δεν είναι απάντηση σε αυτά, είναι απλώς φυγή από το πρόβλημα. Και κάποιοι νομίζουν ότι “κάνουν κάτι” σπάζοντας βιτρίνες αλλά καταλήγουν να καίνε ανθρώπους ζωντανούς.
Πιστεύω στις μικρές αλλαγές που φέρνουν τις μεγάλες.
Ένα καλό παράδειγμα μπορείτε να δείτε στην παρακάτω ιστοσελίδα:
http://www.ted.com/talks/lang/el/bunker_roy.html#.Txs5UrdZ5f4.email
Πιστεύω στις μικρές αλλαγές που φέρνουν τις μεγάλες.
Ένα καλό παράδειγμα μπορείτε να δείτε στην παρακάτω ιστοσελίδα:
http://www.ted.com/tal ks/lang/el/bunker_roy.htm l#.Txs5UrdZ5f4.email