Λουίτζι Ζόγια*
Στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, κάθε εβδομάδα έπαιρνα τα τρένο Μιλάνο Ζυρίχη. Οι Ιταλοί γκασταρμπάιτερ (έτσι λέγονταν οι ξένοι εργάτες στη Γερμανία), που το γέμιζαν και συνέχιζαν προς Νάπολη ή Λέτσε, είχαν κουτιά και βαλίτσες δεμένα με σπάγκους.
Για εκείνους ο πλησίον ήταν μια δεδομένη παρουσία. Πριν το Γκοτάρντο, τη σήραγγα που ενώνει την Ελβετία με την Ιταλία, έβγαζαν μια χαρτοσακούλα. Μοίραζαν σ’ όλους τους γύρω ψωμί και αλλαντικά και έπιναν μαύρο κρασί.
«Έχετε την καλοσύνη να πάρετε;» έλεγε ο αρχηγός της οικογένειας, δειλά, γιατί είχα στα χέρια ένα βιβλίο. Ακριβώς όπως στην Οδύσσεια (Γ, 69, Δ, 60, Ε, 95) ως πρώτο πράγμα προσφέρεται κάτι για φαγητό. Μόνο όταν ο φιλοξενούμενος έχει χορτάσει, μπορούν να γίνουν οι ερωτήσεις.
Παρομοίως και για τον Μωυσή, τον Ααρών και τους πρεσβύτερους, γεύση και γνώση είχαν ακόμη κοινή ρίζα: Έτσι, ανέβηκαν στο όρος «και ώφθησαν εν τω τόπω του Θεού και έφαγον και έπιον» (Έξοδος 24.11). Τίποτε από όλα αυτά δεν συνέβαινε στα βαγόνια που σταματούσαν στην Ελβετία, και ούτε σε εκείνα που συνέχιζαν για το Μιλάνο, για να μη μιλήσουμε για τα βαγόνια της πρώτης θέσεως. […]
Εκείνοι οι αρχαϊκοί ταξιδιώτες εξαφανίστηκαν, όπως και η ατμομηχανή. Σήμερα, όποιος ανεβαίνει στο τρένο δεν έχει έναν πλησίον, υπό την κυριολεκτική έννοια: Νιώθει ακόμη ότι οι άνθρωποι ζουν με αισθήματα, αλλά μόνο επιδεικνύοντάς τα σε κάποιον μακριά, φωνάζοντας στο κινητό και ενοχλώντας όποιον είναι δίπλα τους. […]
[...] Ζούμε στην περίοδο της μεγάλης σπατάλης, την οποία θα πληρώσουν οι επόμενες γενιές. Αλλά, περισσότερο και από τη σπατάλη των ενεργειακών αποθεμάτων ή των υδάτων, είναι δυσκολότερο να επανορθώσουμε εκείνη του λόγου.
Ο λόγος απομακρύνθηκε από τους ομιλούντες. Μη όντας κοντά, μας αφαίρεσε ένα εργαλείο για να φτάσουμε τον πλησίον. Είναι ένας φαύλος κύκλος. Η αυξανόμενη απόσταση από τους άλλους υπήρξε το ερέθισμα για να μιλάμε περισσότερο, ελπίζοντας έτσι ότι θα τους πλησιάσουμε.
Θέλαμε να κατασκευάσουμε μια γέφυρα, αλλά φτιάξαμε όλο και πιο πληθωρισμένες λέξεις: Ναυαγοί δίχως προορισμό που διατρέχουν τους ωκεανούς του λόγου. Ακόμη και η δομή της γλώσσας ακολούθησε τον εαυτό της. Η λέξη δεν φτάνει πια στο αντικείμενό της, γίνεται μεταβιβαστική.
Τότε, έγινε προσπάθεια να την εξαναγκάσουν σε ένα εκβιασμό,χρησιμοποιώντας ως μεταβιβαστικά και τα ρήματα που τέτοια δεν ήταν: Κοιμήσου όνειρα ξεκούρασης, μείνε σε χώρους θαυμάσιους, να λες λέξεις σοφές, σαν σκέπτεσαι πράγματα θαρραλέα, να κάνεις πράγματα τολμηρά. Δηλαδή, εκφράσεις υπερβολικά αφηρημένες και «στοχαστικές» που δεν φτάνουν στον άλλον, αλλά επιστρέφουν στο υποκείμενό τους.
Θεμελιώδης λέξεις τέθηκαν σε κίνδυνο. Η έννοια του ανθρώπινου προσώπου κατασκευάστηκε ανά τους αιώνες, και επέτρεψε τον ορισμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Και όμως, ακριβώς καθότι παγκόσμια, διατρέχει τον κίνδυνο να μη γίνεται πια αισθητή: Όπως η ιδέα του πλησίον, που από τον Χριστό επεκτάθηκε και σε εκείνον που είναι μακριά, το πρόσωπο που επεκτάθηκε σε όλους υπήρξε μια κατάκτηση, αλλά έγινε συνάμα και υπερβολικά αφηρημένο.
Είναι σημαδιακό ότι μια από τις πλέον σπουδαίες εφευρέσεις του 20ού αιώνα ήταν η ψυχανάλυση. Άσκοπα συζήτησαν επί μακρόν εάν αυτή είναι επιστήμη.
Πάντως, είναι ένας μεγαλοπρεπής τελετουργικός διάλογος.
Ο διάλογος μεταξύ των ανθρώπων απαξιώθηκε από την εκκοσμίκευση και την επικοινωνία της μάζας [...]
Επί χιλιετίες, μια διπλή εντολή στήριξε την εβραιο-χριστιανική ηθική: Αγάπα τον θεό και αγάπα τον πλησίον σου ως τον εαυτό σου. Στο τέλος του 19ου αιώνα, ο Νίτσε ανήγγειλε: Ο Θεός είναι νεκρός. Μετά το πέρας και του 20ου, δεν είναι μήπως καιρός να πούμε εκείνο που όλοι μας βλέπουμε; Είναι πια νεκρός και ο πλησίον.
[...] Ως ψυχαναλυτής γιουνγκικής παιδείας, ενδιαφέρομαι συνήθως –είτε στην κλινική πρακτική είτε στα κείμενα- κυρίως για τα αρχέτυπα: Δηλαδή για τα σταθερά, αμετάβλητα δεδομένα των ανθρωπίνων συμπεριφορών, των βαθύτατων παρορμήσεων που διαμένουν εντός τους και τείνουν να μην τροποποιούνται με την αλλαγή των εποχών και των πολιτισμών.
Ενώ τώρα, με το Θάνατο του πλησίον, για πρώτη φορά καταπιάστηκα με την ταχύτητα με την οποία οι νέες μορφές της τεχνικής και της οικονομίας διεισδύουν στον άνθρωπο, εισβάλλουν από έξω προς τα μέσα, αναταράσσοντας τις χιλιόχρονες εσωτερικές του ισορροπίες και το νευρικό του σύστημα που χρειάστηκε μεν μακρότατο διάστημα για να πλαστεί, αλλά που ουσιαστικά παραμένει ίδιο με εκείνο του νεολιθικού ανθρώπου. […]
… δυστυχώς, η πλειοψηφία των καινοτομιών της τεχνολογίας συμβάλλει στην αίσθηση της αλλοτρίωσης και στην αίσθηση του ξερού εργαλείου, που πληρώνονται με μια απώλεια αισθημάτων. Ενώ οι καινοτομίες της οικονομίας τείνουν προς μία περαιτέρω απομάκρυνση από την αλληλεγγύη. […]
Πολλές μελέτες υποστηρίζουν σήμερα ότι μπορούν να μετρήσουν αυτή την ψυχρότητα στις αντιδράσεις του νευρικού μας συστήματος. Κυκλικά, απέξω, αυτή είναι η συνέπεια μη κοινωνικών συμπεριφορών τις οποίες, όμως, με τη σειρά της τις επιφέρει΄ ενώ μέσα από την προσωπικότητα, συνδέεται με αγχώδεις καταστάσεις, ψυχοσωματικές διαταραχές, διάσχιση των ενστίκτων. […]
Τα τελευταία είκοσι έτη, οι πολίτες αυτής της χώρας είναι μάρτυρες μιας αλλαγής των ανθρώπινων σχέσεων πολύ πιο ουσιαστικής από ό,τι σ’ όλη την ιστορία της.
Σήμερα, περνούν πολύ περισσότερο χρόνο σε μια σχέση με τις οθόνες παρά με άλλα ανθρώπινα όντα: τα παιδιά, από 5 έως 10 φορές περισσότερες ώρες με αυτές παρά με τους γονείς τους. […]
Μετά το θάνατο του Θεού, ο θάνατος του πλησίον είναι η εξαφάνιση της δεύτερης θεμελιώδους σχέσεως του ανθρώπου.
Ο άνθρωπος πέφτει σε μια θεμελιώδη μοναξιά. Είναι ορφανός, δίχως αντίστοιχο προηγούμενο στην ιστορία. Είτε υπό την κατακόρυφη οπτική, -πέθανε ο Ουράνιος Πατήρ του-, είτε από την οριζόντια –πέθανε εκείνος που στεκόταν στο πλάι του.
Συνεπώς, όπου και να ρίξει το βλέμμα, νιώθει ορφανός. Κυκλικά, αυτή είναι η αναγκαστική συνακολουθία, αλλά και η αιτία της άρνησης αποδοχής του βλέμματος των άλλων. Άλλωστε, σε κάθε κοινωνία, η θέαση των νεκρών προκαλεί ταραχή. […]
Οι άνθρωποι πάντοτε, σε οποιαδήποτε περίπτωση, ήταν αναγκαίοι στον ένα. Σήμερα η λειτουργία τους μπορεί κατά μεγάλο μέρος να αντικατασταθεί από μηχανές (για παράδειγμα τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές). Αλλά εκείνο το οποίο δεν μπορεί να αντικαθίσταται είναι η ανθρώπινη παρουσία: Η απομάκρυνση από τους άλλους επιφέρει μια έλλειψη που είναι αληθινή ψυχική καταστροφή.
Ο άνθρωπος –που τώρα πια είναι μόνος- συναντά τη θλίψη και συνακόλουθα, σαν σε φαύλο κύκλο, ο καταθλιπτικός άνθρωπος είναι ένας άνθρωπος στον οποίον λείπουν η δύναμη και η ώθηση για να προστρέξει τον πλησίον. […]
Η εγγύτητα ήταν πάντοτε θεμελιώδης. Γι’ αυτό, το πλησίασμα προστατευόταν από σχεδόν ιερά τελετουργικά: το πέρασμα από το «εμείς» στο «εσύ», εκείνο από τη χειραψία στο αγκάλιασμα.
Συχνά, οι μετανάστες μας προκαλούν φόβο, διότι μιλώντας άσχημα τη γλώσσα μας, μας απευθύνονται αμέσως με το εσύ: Μοιάζουν επιθετικοί, έρχονται υπερβολικά κοντά μας.
Με τον 20ο αιώνα, επικρατούν η απομάκρυνση και οι έμμεσες πλέον σχέσεις, διαμέσου της τεχνολογίας: Έτσι, η αναζήτηση στενών σχέσεων επανεμφανίζεται υπό διαστρεβλωμένες μορφές. Η ανάγκη εγγύτητος, καταπιεσμένη, μεταμφιέζεται σε ερωτικότητα, ή σε άλλες, επιτρεπτές κοινωνικά παρορμήσεις.
[…] Η οθόνη είχε γεννηθεί για να πλησιάσουν τα άτομα. Αλλά στα συνέδρια, όπου ο ομιλητής και το κοινό θα μπορούσαν ακόμη να είναι κοντά, προσέλαβε μια αντίθετη λειτουργία. Η μετατροπή των πολιτιστικών γεγονότων σε θέαμα απαιτεί τα φώτα να ρίχνονται στην έδρα, όπου ο ομιλητής περιβάλλεται από οθόνες που προβάλλουν τη δική του εικόνα.
Δεν πρέπει να αναρωτιέται: Έχω επαφή με όποιον με ακούει; Πρέπει να πει: Μου αρέσω έτσι; Από τη στιγμή που ανήλθε στο βήμα, μεταμορφώθηκε σε ένα πρότυπο. Και ένα πρότυπο πρέπει να θαυμάζεται, όχι να αναπτύσσει μια σχέση. Είναι ένας απαιτητικός εραστής: Περιμένουμε να αγαπά τον εαυτό του, αλλά κατά τρόπο διαφορετικό από εκείνον που περιέγραφε η εντολή. Η ντροπή του ναρκισσισμού –που ήταν κοινή σε μεγάλο μέρος των παραδοσιακών πολιτισμών- θρυμματίστηκε κάτω από την πίεση της αγοράς, που πουλά ό,τι είναι αχρείαστο, προτρέποντας στην αυταρέσκεια.
Έτσι, σε μεγάλο μέρος της Δύσεως, η αντωνυμία «εγώ», (στα αγγλικά: Ι) μετασχηματίστηκε σε πρόθεμα προϊόντων επιτυχίας: iPad, ibook. Η λέξη «εγωιστής», που αποτελούσε προσβολή, έγινε ένα γνωστό άρωμα (Egoiste), ενώ ένα άλλο ονομάζεται Envy me (Φθόνησέ με), διότι ο φθόνος έγινε αρετή. […]
Αποσπάσματα από το βιβλίο «Ο θάνατος του πλησίον », του Luigi Zoja, Εκδόσεις Ίταμος.
*Ο Luigi Zoja (Λουίτζι Ζόγια), ψυχαναλυτής παγκόσμιας φήμης, με οικονομικές-πολιτικές σπουδές στο πανεπιστήμιο Bocconi του Μιλάνου και ψυχολογίας στη Ζυρίχη, υπήρξε πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Αναλυτικής Ψυχολογίας και τιμήθηκε δύο φορές με το βραβείο Gradiva. Έχει δημοσιεύσει πολλά έργα. Στα ελληνικά έχει εκδοθεί το έργο του "Ύβρις και Νέμεσις", "Ψυχολογία και Όρια της Ανάπτυξης και του Εκσυγχρονισμού", University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2002. Επίσης έχουν δημοσιευτεί πολυάριθμα άρθρα του στο περιοδικό "Η συνάντηση", που εκδίδει ο ίδιος εκδοτικός οίκος.
Η ζωγραφική παράσταση που πλαισιώνει τη σελίδα είναι έργο του Δημήτρη Μυταρά.
πηγή: afigisizois.wordpress.com/2012/06/30/ο-διάλογος-μεταξύ-των-ανθρώπων-απαξιώ/
Ως κείμενο, πολύ ωραίο, ξέρει να μιλάει και στο θυμικό και στην λογική… ψυχολόγος γαρ ο συγγραφέας. Έχω όμως δύο ερωτήσεις (ναι, είναι ρητορικές, αλλά θέλω να τις μοιραστώ):
α) Τι στην ευχή είναι αυτό το μόρφωμα που λέγεται «Εβραιο-Χριστιανισμός»; Μπορεί κάποιος να μου πει ποιος είναι και τι είναι ένας Εβραιο-Χριστιανός; Και ποια είναι η ηθική του; – Είναι χαρακτηριστικό ότι την Αγία Γραφή δεν υπάρχει ΠΟΥΘΕΝΑ η λέξη «ηθική» και τα παράγωγά της. Προσωπικά, ως Ελληνίδα Ορθόδοξη, αδυνατώ να συλλάβω το ιδεολόγημα που κάποιοι ονομάζουν «Εβραιο-Χριστιανισμό», αλλά μάλλον δεν υπάρχει ούτε στην φαντασία τους (ίσως μόνον στην άγνοιά τους).
β) Φοβόμαστε τους μετανάστες επειδή δεν γνωρίζουν καλά την γλώσσα και μας αποκαλούν στον ενικό;;; – Τους φοβόμαστε λόγω της εκφραστικής-γλωσσικής εγγύτητας; Και γιατί δεν φοβόμαστε τους ντόπιους για τον ίδιο λόγο, όταν συμβαίνει; Και γιατί φοβόμαστε τους μετανάστες ακόμη και όταν γνωρίζουν καλύτερα την γλώσσα μας και μας απκαλούν με το «σεις» και με το «σας»; – Κανέναν δεν φοβόμαστε λόγω εγγύτητας. Τον εαυτό μας φοβόμαστε, λόγω απόστασης! Και τα αίτια της κάθε φοβίας ας τα αναζητήσουμε σε πιο ώριμες προσεγγίσεις.
Ευχαριστώ
Απαντώ στο πρώτο. Εβραιο-Χριστιανός ή Εβραίος ή Χριστιανός είναι αυτός που υιοθετεί την εβραιοχριστανική ιδεολογία και τυπολατρεία, στο πλαίσιο τηις Ιουδαϊκής ή Χριστιανικής θρησκείας, η οποία ουδεμία σχέση έχει με αυτό καθ’αυτό το πρόσωπο του Χριστού.
Ανύπαρκτε, ευχαριστώ για την απάντησή σου, αλλά -καταλαβαίνεις βέβαια και εσύ- δεν διαφωτίζει το ερώτημα. Τι μπορεί να είναι το μείγμα του ΕβραιοΧριστιανισμού; Από που προέρχεται; Σε τι συνίσταται; Ποια τα δομικά χαρακτηριστικά και οι βάσεις του; Τι μείγμα μπορεί να βγει από τους Χριστιανούς, που πιστεύουν στον Ιησού ως ενσάρκωση του Θεού, και τους Εβραίους που σταύρωσαν τον Ιησού ως αναρχικό, προδότη και βλάσφημο…
Όπως είναι γνωστό σε όλους, Εβραίοι ήταν αυτοί που σταύρωσαν τον Χριστό, γι’ αυτό και στις συνειδήσεις των περισσότερων ανθρώπων “ο Εβραίος” ταυτίζεται με τον αμετανόητα άπιστο μη Χριστιανό ο οποίος εξακολουθεί να περιμένει τον Μεσσία!
Όσοι Εβραίοι μετανόησαν και πίστεψαν στο κήρυγμα των αποστόλων μετά την Πεντηκοστή- γεγονός ιστορικό- εξαιρούνται, αυτοί συνέστησαν την κοινότητα την Ιουδαϊκή που ήταν Χριστιανική. Σ’ αυτήν νομίζω θα πρέπει να απευθύνεται ο Απ. Παύλος στην προς Εβραίους επιστολή του.
Πάντως ο όρος ” Εβραιοχριστιανισμός” αποδίδεται στον Χριστιανισμό επειδή ο Ιησούς Χριστός ως άνθρωπος προήλθε από το γένος των Εβραίων όμως συχνά ακούγεται ως κάτι “κακό” και είναι κυρίως οι Δωδεκαθεϊστές οι οποίοι τον χρησιμοποιούν, επιτιμητικά με την έννοια ότι υιοθετήσαμε εμείς οι Έλληνες Εβραϊκά στοιχεία . Η Παλαιά Διαθήκη είναι, αν εξαιρέσουμε τους Προφήτες, η ιστορία των Εβραίων, τί έχει να προσφέρει ώστε να γίνει κανείς καλύτερος ως Χριστιανός; Εξάλλου ο ίδιος ο Απ. των Εθνών ο μέγας απόστολος Παύλος όταν κήρυττε το λόγο του Θεού δεν υποχρέωνε κανέναν πριν να γίνει Χριστιανός να μάθει τα των Εβραίων οι οποίοι είχαν την περιτομή. Το αντίθετο κήρυττε το Σταυρωθέντα και Αναστάντα Χριστό, ανεξάρτητα από την Εβραϊκή παράδοση. Ίσως οι νεότεροι συγγραφείς χρησιμοποιούν αυτόν τον όρο “Εβραιοχριστιανισμός” έκαστος με τη δική του υποκειμενική σκοπιά ίσως καμμιά φορά και παραπλανητικά.
Sioti Chrisanthi, συμφωνώ μαζί σου… ως εκ τούτων, ο «επίσημος όρος» [i]Εβραιοχριστιανισμός[/i] στην ουσία του δεν σημαίνει τίποτε. Το ότι ο Ιησούς γεννήθηκε στην Εβραϊκή κοινότητα (μάλλον στην κοινότητα των Εσσαίων, οι οποίοι ήταν ελληνόφωνοι) δεν μπορεί να αποτελέσει στοιχείο, διότι ο Ιησούς, κατ’ ουσίαν, δεν έχει φυσική-βιολογική καταγωγή. Προφανώς, ο όρος χρησιμοποιείται προβοκατόρικα, από κάποιες ομάδες αυτοαποκαλούμεων «οπαδών της πατρώας θρησκείας» – που δυστυχώς δεν έχουν καταλάβει ότι η Ορθοδοξία είναι η πληρότητα της πατρώας θρησκείας, που μπορεί να εμπεριέξει ολόκληρο το ελληνικό πνεύμα… Τέλος πάντων, το θέμα του παραπάνω κειμένου δεν είναι αυτό. Αυτή ήταν απλώς μια δική μου επισήμανση, γιατί θεωρώ απαράδεκτο και κακόπιστο να χρησιμοποιείται ο όρος «Εβραιοχριστιανισμός» – οπουδήποτε και από οποινδήποτε…
Αγαπητή Μαρία είναι φανερό ότι ο όρος “Εβραιοχριστιανισμός” δεν έχει καμία ανταπόκριση στην ουσία όπως και ο όρος εβραιοχριστιανική ηθική, δεν υφίσταται, παρά μόνον σ’ ένα διανοητικό επίπεδο ως κάτι που προκαλεί σύγχυση μόνον και συσκότιση. Η ουσία είναι η θέση που παίρνει κανείς απέναντι στο μέγα θέμα της ενανθρωπίσεως του Λόγου. Ο Χριστός έγινε άνθρωπος για μένα, για τον καθένα, και τί θέση παίρνω εγώ, τον αποδέχομαι ή τον αρνούμαι, αυτό έχει σημασία. Αν Τον αποδέχομαι τότε για μένα όχι μόνον δεν έχει πεθάνει ο πλησίον, αλλά αυτός είναι η εικόνα του Θεού και η στάση μου απέναντί του η συμπεριφορά μου προσδιορίζει εμένα, αυτό που είμαι βαθύτερα.
Δεν είναι λάθος, βέβαια, αυτό που λέει ο συγγραφέας, εντοπίζοντας ένα σύμπτωμα της εποχής μας “το θάνατο του πλησίον” εννοεί την απόλυτη απαξίωση, την αδιαφορία μας για τον άλλον, αλλά θα πρέπει να ξέρουμε ότι ακριβώς αυτό δηλώνει αντίστοιχα το θάνατο, τη νέκρωση την υπαρξιακή του ίδιου του ανθρώπου που απαξιώνει τον άλλον! Η γνώση του Εαυτού στην οποία μας προτρέπουν οι αρχαίοι Έλληνες, “γνώθι σ’αυτόν” επιτελείται πάντα δια μέσου του άλλου. Το αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς γνώση του Εαυτού. Γι’ αυτό πιστεύω ότι δεν εμποδίζεται κανείς από την αρχαία ελληνική παιδεία στο να πλησιάσει το Χριστό θα έλεγα μάλλον μέσω αυτής προσεγγίζουμε ακόμα περισσότερο στην κατανόηση του Λόγου.
έχει εκδοθεί ακόμη και ‘Ο θάνατος του πλησίον”, εκδόσεις Ίταμος, 2011 σε μετάφραση Μελή Μελετιάδη, απ’ όπου και τα παραπάνω παραθέματα.