του Μάριου Μπέγζου.
Αυτό που χρειαζόμαστε ειδικά σήμερα είναι ένα κυρίως: ο εξανθρωπισμός της θρησκευτικότητας, μονοθεϊστικής και πολυθεϊστικής εξίσου. Αφού το κείμενο του γνωστού γάλλου στοχαστή Μισέλ Ονφρέ αυτοτιτλοφορείται «Κριτική του Καθαρού Παραλόγου» (Critique de la d raison pure), ο σχολιασμός μας επονομάζεται «Αυτοκριτική του Καθαρού Παρα/λόγου». Στην κριτική του Ονφρέ χρειάζεται αυτοκριτική.
Η αυτοκριτική που επιχειρούμε αφορά τόσο τον λόγο (raison) όσο και το παράλογο (d raison = παράλογο, μωρία). Επειδή κατά τον Ονφρέ αλληλοπροσδιορίζονται στενά, αναγκαζόμαστε να καταφύγουμε σκόπιμα στον γραμματικώς ανεπίτρεπτο ίσως νεολογισμό τού «παρα/λόγου» αντί του συνηθισμένου «παρα-λόγου».
Συμφωνούμε και διαφωνούμε ταυτόχρονα με τον Μισέλ Ονφρέ γενικά και βασικά όσον αφορά το πασίγνωστο βιβλίο του «Πραγματεία περί αθεολογίας», όπως και αναφορικά με το κείμενό του «Κριτική του Καθαρού Παραλόγου». Διαφωνούμε με τις θέσεις του και συμφωνούμε με τις προθέσεις του. Απορρίπτουμε τους ισχυρισμούς του ως ελάχιστα πειστικούς,
αν και είναι όντως εντυπωσιακά ελκυστικοί. Υιοθετούμε όμως τις πράγματι αγαθές προθέσεις του.
Ι. ΔΙΑΦΩΝΙΑ ΘΕΣΕΩΝ
Διαφωνούμε με τις θέσεις του για πάρα πολύ συγκεκριμένους λόγους. Μοιάζει εντελώς επινοημένο το δίλημμα του Μισέλ Ονφρέ «μονοθεϊσμός ή αθεϊσμός», με βάση το οποίο σκηνοθετεί τη ρητορεία της στρατηγικής του συνηγορίας υπέρ του τελευταίου.
1. Γιατί άραγε αγνοείται ο πολυθεϊσμός; Πώς είναι αποκλειστικά ο μονοθεϊσμός που μονοπωλεί το ενδιαφέρον του στοχαστή μας; Αυτό που ίσως εσφαλμένα αποκαλείται πολυθεϊσμός είναι η αρχαιότερη και οικουμενικότερη έκφραση της ανθρώπινης εμπειρίας του ιερού, καλύπτοντας πληθώρα πάμπλουτων παραδόσεων από την αρχαιοελληνική θρησκευτικότητα μέχρι τα ανατολικά θρησκεύματα (ινδουισμός, βουδισμός, τζαϊνισμός, λαμαϊσμός, κομφουκιανισμός, ταοϊσμός, ζεν, σίντο κ.ά.), που όχι αδικαιολόγητααν και κάπως υπερβολικά ίσως- αναβιώνουν σήμερα. Ετσι τόσο εύκολα αποσιωπάται ή, ακόμη χειρότερα, διαγράφεται ο λεγόμενος πολυθεϊσμός;
2. Γιατί υποτιμάται από τον λόγιο κριτικό μας ο αγνωστικισμός, που τόσο πολλά πρόσφερε με τον φιλελευθερισμό, τον θεϊσμό, τη «φυσική θρησκεία» (natural religion) κ.ά., ως πρωτότοκο τέκνο του νεότερου δυτικοευρωπαϊκού διαφωτισμού; Η προτίμησή του για τον αθεϊσμό δικαιολογεί άραγε την υποτίμησή του για τον αγνωστικισμό; Ούτε μια καλή κουβέντα δεν βρίσκεται στα κείμενά του για την ανοικτότητα και την τιμιότητα του αγνωστικισμού!..
3. Γιατί ο μονοθεϊσμός (ιουδαϊσμός, χριστιανισμός, Ισλάμ) σκιαγραφείται από τον διανοούμενό μας τόσο αδιαφοροποίητα; Ο μυστικισμός των τριών μονοθεϊσμών (εβραίοι καββαλιστές, χριστιανοί ησυχαστές, μουσουλμάνοι σούφι) διαφοροποιείται από τον δογματικό κορμό των αντίστοιχων παραδόσεων τόσο πολύ ώστε μόνον αφέλεια ή ιδιοτέλεια μπορεί να προβεί σε μια τόσο ηχηρή αποσιώπηση. Προσωπικά πιστεύουμε ότι ο Μισέλ Ονφρέ δεν είναι ούτε αφελής ούτε ιδιοτελής, αλλά τίμιος και οδυνηρά προβληματιζόμενος στοχαστής του θρησκευτικού φαινομένου της μεταμοντέρνας εποχής μας.
ΙΙ. ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΡΟΘΕΣΕΩΝ
Πού λοιπόν συμφωνούμε με τον λόγιο Γάλλο και ποιες ακριβώς προθέσεις του υιοθετούμε σχολιάζοντας τα κείμενά του; Εξηγούμαστε καθαρά και τίμια με όση συντομία είναι δυνατή εδώ.
1. Ο λόγος υπηρετεί την ελευθερία και αυτή με τη σειρά της είναι η μόνη εγγύηση της ανθρωπιάς του ανθρώπου. Ο Μισέλ Ονφρέ είναι υπερασπιστής της ανθρωπιάς που υπονομεύεται από την ανελευθερία του παραλόγου, το οποίο κατά την εκτίμησή του ταυτίζεται με τον μονοθεϊσμό στην τωρινή έκφανσή του, ιδίως στον φονταμενταλισμό. Συμφωνούμε απόλυτα με τον κριτικό μας σε αυτό ειδικά το αφετηριακό σημείο των προθέσεών του, αλλά όσον αφορά τον φονταμενταλισμό μόνον και όχι τον μονοθεϊσμό αδιαφοροποίητα, σχηματοποιημένα και γενικόλογα.
2. Ο λόγος (ορθός λόγος, ratio, reason, raison, Vernunft) είναι αναγκαίος, αλλά παραμένει ανεπαρκής. Χρειάζεται χωρίς να αρκεί όμως. Ο ορθός λόγος της νεωτερικότητας συνυπάρχει με τη σοφία της προνεωτερικότητας που κάθε θρησκευτική κληρονομιά ενέχει, μονοθεϊστική και πολυθεϊστική εξίσου. Η μονόπλευρη εμπιστοσύνη στον λόγο και η ταυτόχρονη δυσπιστία στη σοφία σε βαθμό μάλιστα έσχατης απαξίωσής της αποτελούν σφάλμα. Είναι σαν να μιλάμε μόνο για το συνειδητό του ανθρώπινου ψυχισμού αγνοώντας ή, ακόμη χειρότερα, υποτιμώντας το ασυνείδητο. Διαβάζοντας Μισέλ Ονφρέ αναρωτηθήκαμε μήπως δεν υπήρξε ποτέ ψυχανάλυση και ψυχαναλυτική κριτική της θρησκείας ή φανταστήκαμε πως δεν συνέβη τίποτε στη Βιέννη του 1900 με τον Φρόιντ και τις ρηξικέλευθες θεωρήσεις του («Πολιτισμός, πηγή δυστυχίας» ή, ακριβέστερα, «Η δυσφορία μέσα στον πολιτισμό», 1927).
3. Μια γερμανική ρήση ισχυρίζεται ότι «μαζί με τα απόνερα του λουτήρα πετάξαμε και το νήπιο που πλενόταν εκεί μέσα», ενώ κατά μια γαλλική παροιμία «ο δρόμος για την Κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις». Οι όντως καλές προθέσεις του Μισέλ Ονφρέ να διασώσει την ανθρωπιά, την ελευθερία και την ορθολογικότητα του
ανθρώπου σήμερα αδικούνται από τον ίδιο με την υπερβολή της κριτικής του κατά της θρησκείας και μάλιστα εναντίον του μονοθεϊσμού, που μεταστοιχειώνεται σε πολεμική ενάντια στον αγνωστικισμό με αποσιώπηση του πολυθεϊσμού και παραθεώρηση του μυστικισμού, ο οποίος είναι η θρησκευτική κριτική της θρησκείας.
ΙΙΙ. ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΣΗ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ
Αυτό που χρειαζόμαστε ειδικά σήμερα, κατά τη γνώμη μας πάντοτε που είναι εξ ορισμού τοποθέτηση προσωπική, άρα υποκειμενική και ίσως αυθαίρετη, είναι ένα κυρίως: ο εξανθρωπισμός της θρησκευτικότητας, μονοθεϊστικής και πολυθεϊστικής εξίσου. Περιττεύει ο κατά τον Μισέλ Ονφρέ εξοβελισμός του μονοθεϊσμού και η αντικατάστασή του από τον αθεϊσμό, που δεν απαγορεύεται βέβαια ούτε επιβάλλεται επίσης.
Πώς μπορεί να εξανθρωπισθεί ο μονοθεϊσμός; Με δύο τουλάχιστον μέσα είναι κάτι τέτοιο εφικτό:
1. Φωτισμένη θρησκευτική ηγεσία και φιλάνθρωπη θεολογική λογιοσύνη μπορούν
να ποδηγετούν τον «λαό του Θεού» κάθε παράδοσης και όχι να ποδηγετούνται από τις φανατισμένες μάζες εξαθλιωμένων και εξεγερμένων κατά της παγκοσμιοποίησης συνανθρώπων, μας οι οποίοι έχουν ένα μεγάλο δίκιο και κάποιο όμως άδικο στην υπερβολή της βίαιης αντίδρασής τους στη μετανεωτερικότητα.
2. Φιλάνθρωπη επανερμηνεία των πηγαίων κειμένων του μονοθεϊσμού. Η Εβραϊκή Βίβλος τού «οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος» είναι το αρχαιότερο ιερό κείμενο της ανθρωπότητας με την προτροπή «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου και τον πλησίον σου ως σεαυτόν». Γιατί να τονίζεται το πρώτο και να αγνοείται το δεύτερο, που αξιολογικά είναι πρώτιστο;
Η Καινή Διαθήκη καθιερώνει τη μία και μοναδική «καινήν εντολήν» τού «αγαπάτε αλλήλους», ιδίως τον «πλησίον» και μάλιστα τον εχθρό, αλλά δρομολόγησε μέσα στην παγκόσμια ιστορία σταυροφορίες, ιεροεξεταστικές εκκαθαρίσεις και μισιοναρισμούς. Γιατί λοιπόν λησμονείται το πρώτο και δεν απορρίπτεται στην πράξη το τελευταίο;
Το Ισλάμ του «ιερού πολέμου» (τζιχάντ) και του «ιερού νόμου» («σαρία») προβλέπει και έμπρακτα εφαρμόζει την ανεξιθρησκία έναντι των πιστών της Βίβλου (εβραίων και χριστιανών) παρέχοντας προνόμια στους υπόδουλους της τουρκοκρατίας και φιλοξενώντας διωκόμενους από τη χριστιανική Ισπανία εβραίους που μετοίκησαν στην τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία. Γιατί λοιπόν να μην ανανεωθεί η βιωμένη θρησκευτική ανοχή τού χθες στο σήμερα και να μην υιοθετηθεί η κορανική ανεξιθρησκία τώρα;
Ισως όλα αυτά να είναι πάρα πολύ ωραία για να είναι αληθινά. Και όμως υπήρξαν πραγματικότητες του ιστορικού παρελθόντος. Τι εμποδίζει άραγε να επαναβιωθούν σήμερα πια ως οντότητες του παγκοσμιοποιημένου μέλλοντος της μετανεωτερικότητας; Αν η ελπίδα πεθαίνει τελευταία, εμείς επιμένουμε να ζούμε παρέα με αυτήν παρά με τις αφάνταστα ελκυστικές αλλά ελάχιστα πειστικές τοποθετήσεις του αγαπητού Μισέλ Ονφρέ, που σε τελευταία ανάλυση και εξαιτίας της κάπως νιτσεϊκής απαισιοδοξίας τους μοιάζουν λίγο-πολύ με ταινία φρίκης.
πηγή:ΒΗΜΑ ΙΔΕΩΝ - Τεύχος 02/11/2007