Ένα χρόνο μετά την έναρξη των εχθροπραξιών στην Ουκρανία, βρισκόμαστε μπροστά σε έναν πόλεμο χαρακωμάτων με μικρά αλλά συνεχή εδαφικά κέρδη των Ρώσων και μεγάλες απώλειες των Ουκρανών σε έμψυχο δυναμικό και εξοπλισμούς. Πολλοί κάνουν λόγο για το ενδεχόμενο μιας επικείμενης μεγάλης ρωσικής επίθεσης στην οποία θα εμπλακούν μαζικά και όσοι επιστρατεύτηκαν από τις αρχές του φθινοπώρου του 2022. Άλλοι πάλι θεωρούν ότι οι Ρώσοι θα επιμείνουν στην τρέχουσα τακτική τους, της φθοράς του αντιπάλου των και της σταδιακής καταστροφής του ουκρανικού στρατού, κάνοντας οικονομία δυνάμεων ώστε να αντιμετωπίσουν το ενδεχόμενο μιας κλιμάκωσης της σύγκρουσης. Μιας κλιμάκωσης με εμπλοκή νέων «προθύμων», όπως η Πολωνία και οι τα κράτη της Βαλτικής ή ακόμη και του ίδιου του ΝΑΤΟ στο σύνολο του.
Η ανάμειξη στον πόλεμο νέων χωρών συγκεντρώνει υπολογίσιμες πιθανότητες, ενώ η επίσημη και απροσχημάτιστη εμπλοκή του ΝΑΤΟ στο σύνολό του είναι μάλλον απίθανη, καθώς υπάρχει περιορισμένη διάθεση να καταβληθεί ο «φόρος αίματος» στην κλίμακα που θα απαιτείτο από την γενίκευση της σύγκρουσης. Οι αμυντικές βιομηχανίες των δυτικών κρατών, εξάλλου, είναι προσανατολισμένες στην παραγωγή πανάκριβων συστημάτων (μαχητικών αεροσκαφών, αρμάτων μάχης κ.λπ.) την ίδια στιγμή που ο πόλεμος στην Ουκρανία διεξάγεται κυρίως με την χρήση κλασικού πυροβολικού και φθηνών drones, εξοπλισμών δηλαδή που δεν παράγει σε επαρκείς ποσότητες η Δύση. Η Ρωσία είναι επίσης μερικά χρόνια μπροστά από τους δυτικούς αντιπάλους της στην παραγωγή υπερηχητικών πυραύλων ακριβείας, πού διαθέτουν αυτόνομη καθοδήγηση προς τον στόχο, με τους οποίους έχει επιφέρει καίρια πλήγματα στις υποδομές της Ουκρανίας.
Η Ρωσία, λοιπόν, αν και απεύχεται την κλιμάκωση των συγκρούσεων, θα μπορέσει να αντισταθεί με επάρκεια σε μια γενίκευση του πολέμου. Έχει μέχρι τώρα αξιοποιήσει ένα μικρό σχετικά μέρος των δυνατοτήτων της, και φαίνεται επιπλέον ότι με την βοήθεια φιλικών χωρών (Κίνα, Ιράν) και συμπαθούντων (όπως η Ινδία) ανταπεξέρχεται επιτυχώς και στον οικονομικό και τεχνολογικό πόλεμο, που έχει εξαπολύσει η Δύση εναντίον της, και εναντίον των εταίρων της.
Αν, κατά συνέπεια ο πόλεμος με συμβατικούς εξοπλισμούς είναι δύσκολο να αποβεί νικηφόρος για την Δύση, πόσο πιθανό είναι να μετεξελιχθεί σε πυρηνικό; Η πιθανότητα μετατροπής της σύγκρουσης σε πυρηνικό πόλεμο εξαρτάται από τα χαρακτηριστικά των ηγεσιών των δυο στρατοπέδων, τον τρόπο που οριοθετούν το διακύβευμα της αναμέτρησης αυτές οι ηγεσίες και τέλος την όλη στάση τους στην τρέχουσα σύγκρουση.
Οι ιέρακες που στεγάζονται στην κυβέρνηση Μπάιντεν (Βικτώρια Νούλαντ, Τζέικ Σάλιβαν, Άντονυ Μπλίνκεν και άλλοι λιγότερο επιφανείς) προέρχονται από τους λεγόμενους νεοσυντηρητικούς. Η ομάδα αυτή ελέγχει, χωρίς καμιά σχεδόν διακοπή, την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ από τον καιρό της προεδρίας Ρέιγκαν και έπειτα. Ιστορικά ο νεοσυντηριτισμός έλκει την καταγωγή του από μια μερίδα της αντισταλινικής αριστεράς των δεκαετιών του 1960 και του1970. Η ομάδα αυτή απογοητεύτηκε από την ολοένα και πιο πασιφιστική πολιτική του Δημοκρατικού κόμματος και από την αντικουλτούρα της εποχής εκείνης (κυρίως από το κίνημα κατά του πολέμου του Βιετνάμ).
Οι νεοσυντηρητικοί διεκδικούσαν ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 έναν νέο αμερικανικό αιώνα και είχαν ως στόχο τους από τότε να παρεμποδίσουν την ανάδυση νέων ανταγωνιστών (μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ) προς την αμερικανική πρωτοκαθεδρία. Ενορχήστρωσαν έτσι την σταδιακή ένταξη όλων σχεδόν των ανατολικοευρωπαϊκών χωρών στο ΝΑΤΟ και οργάνωσαν το πραξικόπημα του 2014 στην Ουκρανία, το οποίο επέτρεψε την ντε φάκτο νατοποίηση αυτής της χώρας και την υποδαύλιση της ουκρανικής επιθετικότητας προς τις ανατολικές ρωσόφωνες επαρχίες. Πέραν της επέκτασης του ΝΑΤΟ προς ανατολάς και της μετατροπής της Ουκρανίας σε αντιρωσικό προμαχώνα, οι νεοσυντηρητικοί βρίσκονταν πίσω από όλους σχεδόν τους πολέμους των τελευταίων δεκαετιών (Αφγανιστάν, Ιράκ, Λιβύη, Συρία).
Η πολιτεία των νεοσυντηρητικών, λοιπόν, δεν αφήνει πολλά ερωτηματικά για τις φιλοπόλεμες διαθέσεις τους και για το αντιρωσικό μένος τους. Το ίδιο και η τρέχουσα στάση τους. Κατά ορισμένους ενέχονται για την δολιοφθορά των αγωγών Nord Stream 1 και 2, για παράδειγμα. Ακόμη πιο επικίνδυνος είναι όμως ο τρόπος που οι νεοσυντηρητικοι οριοθετούν το διακύβευμα του πολέμου στην Ουκρανία. Κατά τους νεοσυντηρητικούς η τύχη της Ουκρανίας θα κρίνει το μέλλον της δυτικής κυριαρχίας στον κόσμο. Επειδή ο κίνδυνος της απώλειας της δυτικής κυριαρχίας επί του πλανήτη είναι πιο σημαντικός για τους νεοσυντηρητικούς από τον κίνδυνο να καταστραφεί η ανθρωπότητα, η πιθανότητα ενός πυρηνικού ολέθρου δεν μπορεί να αποκλεισθεί.
Η έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία αντιμετωπίζεται κατά συνέπεια από τα γεράκια στην Ουάσιγκτον ως υπαρξιακό ζήτημα. Κατά ανάλογο τρόπο αντιμετωπίζεται και από τους Ρώσους και τον Πούτιν. Ένας κόσμος με νικημένη, κατακερματισμένη και διαλυμένη την Ρωσία δεν θα έχει κανένα νόημα για αυτούς. Η πιθανότητα όμως να κάνει η Ρωσία πρώτη χρήση πυρηνικών όπλων είναι μικρότερη εκείνης των αντιπάλων της, καθώς υπερέχει στην διεξαγωγή του πολέμου με συμβατικά όπλα και διαθέτει ετοιμοπόλεμο έμψυχο δυναμικό.
Είναι αλήθεια, πάντως, ότι ο Πούτιν επισείει κατά διαστήματα την πυρηνική απειλή με στόχο, όμως, να συνετίσει την Δύση και να αποτρέψει την γενίκευση του πολέμου. Και είναι επίσης αλήθεια ότι τους ιέρακες των ΗΠΑ τους αντιπολιτεύονται δυνάμεις του βαθεος αμερικανικού κράτους (του στρατού και της CIA) που θεωρούν ότι η χώρα τους έχει μόνον να χάσει από μια παράταση της σύγκρουσης και δεν συζητούν καθόλου το ενδεχόμενο ενός πυρηνικού πολέμου. Παρήγορες είναι επίσης και οι αντιπολεμικές διαδηλώσεις σε αρκετές δυτικές χώρες καθώς και η πρόσφατη ειρηνευτική πρόταση της Κίνας.
Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα (πολεμική σκηνή, 1897) είναι έργο του, αργεντινού, Candido Lopez.
Όσον αφορά τον ισχυρισμό των νεοσυντηριτικών:
Ο πόλεμος δεν είναι εξίσου υπαρξιακός και για τα δύο μέρη.
Υπαρξιακός είναι για τη Ρωσία, ενώ για την Αμερική (των αμέτρητων Νατοϊκών πολέμων ανεξαρτήτως κυβέρνησης, εκτός του Τραμπ) είναι προσπάθεια όχι απλά διατήρησης αλλά επέκτασης της παγκόσμιας ηγεμονίας της.
Συνυπεύθυνη για την κλιμάκωση είναι και η Ευρώπη(και η Ελλάδα) που εδώ και πολύ καιρό υποδαυλίζει τον πόλεμο είτε διπλωματικά είτε στέλνοντας όπλα.
Συμφωνώ.Οι μεν δυτικοί μάχονται για την διατήρηση και επαύξηση της κυριαρχίας τους, οι δε Ρώσοι υπέρ βωμών και εστιών.
Ένα σοβαρότατο πρόβλημα σε σχέση με τα πυρηνικά όπλα, είνα ότι σήμερα υπάρχει ένα ευρύ φάσμα τέτοιων όπλων και έτσι δεν είναι απαραίτητο μια πυρηνική σύρραξη να ξεκινήσει με τα βαρύτερα. Η χρήση όμως “ελαφρύτερων” πυρηνικών όπλων έχει τον κίνδυνο ενός σχετικού εφησυχασμού (“δεν είναι δα και Χιροσίμα αυτό που βλέπουμε”!) και έτσι η κλιμάκωση να έρθει “σιγά σιγά στην αρχή, και μετά απότομα”. Ας θυμηθούμε την χρήση λ.χ. του “απεμπλουτισμένου ουρανίου” στους συμμαχικούς βομβαρδισμούς κατά της Σερβίας και του Ιράκ, για το οποίο διάφοροι “ειδήμονες” ορκίζονταν από τηλεοπτικού άμβωνος ότι είναι ουσιαστικά ακίνδυνο και δεν θα πρέπει να το θεωρούμε ως πυρηνικό όπλο, ενώ η πραγματικότητα έδειξε στη συνέχεια ότι μάς έριχναν στάχτη στα μάτια.
Για του λόγου μου το αληθές, δείτε τους δυο ακόλουθους συνδέσμους :
1. Ερώτηση στο ευρωκοινοβούλιο, 27/2/2014
>> https://www.europarl.europa.eu/doceo/document/O-7-2014-000045_EL.html
2. Άρθρο στην “Καθημερινή”, 25/3/2009
>> https://www.kathimerini.gr/world/353411/apemploytismeno-oyranio-ena-kala-krymmeno-mystiko/
Πολύ καλό το σχόλιο του Γιάννη Δ.Ιωαννίδη.Προσθέτω ότι ορισμένα από τα λεγόμενα τακτικά -μη στρατηγικά -πυρηνικά όπλα έχουν ισχύ μεγαλύτερη των ατομικών βομβών που έπεσαν στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι
Εξαιρετικό κείμενο, πολύ ακριβές!