Μηνάς Γρηγοράτος *
Στο ένθετο για τον κλασσικό κινηματογράφο, στο οποίο προβάλλουμε σκηνές από ταινίες που φέρουν την προσωπική δημιουργική οπτική των σκηνοθετών τους, σειρά έχει η ταινία Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΜΗΧΑΝΗ σε σκηνοθεσία Dziga Vertov, μια πρωτοποριακή ταινία του 1929 (χωρίς ηθοποιούς, σκηνικά και σενάριο), γυρισμένη με εικόνες από την καθημερινή ζωή στην προσταλινική Ουκρανία.
Dziga Vertov: MAN WITH A MOVIE CAMERA (1929) from cinema.antifono on Vimeo.
Η ταινία αυτή αποτελεί τον πρόδρομο των ταινιών cinéma vérité των δεκαετιών του 1960 και εφεξής. Ο δημιουργός της Denis Kaufman (υπό το ψευδώνυμο Dziga Vertov) στηρίχτηκε πάνω στο δημιουργικό μοντάζ της E. Svilova (μετέπειτα συζύγου του) και στις χιλιάδες λήψεις που έκανε ο αδελφός του Mikhail Kaufman. Οι τρεις αυτοί θεωρητικοί του «σινεμά-αλήθεια» απέρριπταν τα γυρίσματα μέσα σε στούντιο, τους ηθοποιούς και τα δράματα του αφηγηματικού κινηματογράφου και επεδίωκαν την ριζική εκκαθάριση της φιλμικής γλώσσας, την πλήρη αυτονόμησή της από το θέατρο και τη λογοτεχνία.
Σε δοκίμιο της εποχής εκείνης γραμμένο από τον Vertov διαβάζουμε: «Όλοι μας νοιώθουμε ότι μέσω του ντοκιμαντέρ μπορούμε να δημιουργήσουμε ένα νέο είδος τέχνης. Όχι μόνο μιας τέχνης του ντοκιμαντέρ ή των χρονικών, αλλά μάλλον μιας τέχνης βασισμένης σε εικόνες: νοιώθουμε ότι μπορούμε να συμβάλλουμε στην δημιουργία μιας αρθρογραφίας μέσω εικόνων». Για το σινεμά-αλήθεια του Vertov ο κινηματογράφος πρέπει να φιλμάρει την «ζωή όπως είναι», την «ζωή σε απροσδόκητη σύλληψη». Αυτό σημαίνει, είτε να καταγράφει την ζωή χωρίς την παρουσία της κάμερας μέσα της, είτε να καταγράφει την ζωή ενόσω η παρουσία της κάμερας την αιφνιδιάζει και την προκαλεί.
Σ’ ένα άλλο κείμενό του διαβάζουμε: «Ως φυσιολογική κατάληξη των πειραματισμών που είχαμε δοκιμάσει στις προηγούμενες ταινίες kino-pravda (σινεμά-αλήθεια), επιτύχαμε στην ταινία Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΜΗΧΑΝΗ να μην χρειάζεται να παρεμβάλλουμε μέσα στη ροή της ταινίας ούτε έναν γραμμένο μεσότιτλο. Η ταινία μας αυτή δεν αναπαριστά απλά και μόνο το πρακτικό αποτέλεσμα των αντιλήψεών μας για τον κινηματογράφο, αλλά είναι, επίσης, μια θεωρητική παρουσίασή τους επί της οθόνης. Γι’ αυτό και προκάλεσε, παντού όπου προβλήθηκε, τόσες πολλές θεωρητικές συζητήσεις. Μερικοί λένε ότι η ταινία μας ήταν ένα πείραμα οπτικής μουσικής, ένα οπτικό κονσέρτο. Άλλοι είδαν την ταινία με όρους υψηλών μαθηματικών του μοντάζ, κι άλλοι είπαν ότι δεν ήταν η ζωή όπως είναι αλλά η ζωή όπως αυτοί δεν την βλέπουν, κλπ. Στην πραγματικότητα, η ταινία μας είναι το σύνολο των γεγονότων που καταγράφηκαν σε φιλμ, ή, αν θέλετε, όχι απλά το σύνολο αλλά το προϊόν ανώτερων μαθηματικών των γεγονότων. Καθένα ξεχωριστό είδος ή καθένας παράγοντας είναι ένα ξεχωριστό μικρό έγγραφο, που έχει συνδεθεί το ένα με το άλλο, έτσι ώστε από την μία πλευρά, η ταινία να αποτελείται μόνο από αυτούς τους συνδέσμους μεταξύ σημαινόντων κομματιών που συμπίπτουν με τους οπτικούς συνδέσμους. Με αποτέλεσμα, από την άλλη πλευρά, αυτοί οι σύνδεσμοι να μην έχουν πια ανάγκη τους μεσότιτλους. Το τελικό άθροισμα όλων αυτών των συνδέσμων αναπαριστά, συνεπώς, ένα οργανικό όλον. Το σύνθετο αυτό πείραμα, του οποίου την επιτυχία παραδέχεται η πλειοψηφία όσων εξέφρασαν οποιαδήποτε άποψη για την ταινία, μας απελευθερώνει, πρώτα από όλα, από την κηδεμονία της λογοτεχνίας και του θεάτρου και μας φέρνει πρόσωπο με πρόσωπο με την 100% καθαρή κινηματογραφία. Κατά δεύτερον, αντιπαραθέτει ριζικά την ζωή όπως είναι (αυτήν που είναι ιδωμένη μέσα από το βοηθούμενο μάτι της κάμερας), προς την ζωή όπως είναι, αυτήν που είναι ιδωμένη από το ατελές ανθρώπινο μάτι.»
Ήταν φυσικό, μια τέτοια ταινία να ταράξει τα νερά του βωβού κινηματογράφου, την εποχή μάλιστα που κυριαρχούσαν όχι μόνον οι αφηγηματικοί φιλμικοί κώδικες της Δύσης, αλλά και αυτοί των μεγάλων σοβιετικών δημιουργών. Την εποχή εκείνη ο Eisenstein είχε ήδη παρουσιάσει τις ταινίες ΑΠΕΡΓΙΑ, ΘΩΡΗΚΤΟ ΠΟΤΕΜΚΙΝ, ΟΚΤΩΒΡΗΣ, ο Dovzhenko την ταινία ΟΠΛΟΣΤΑΣΙΟ, και ο Pudovkin τη ΜΑΝΑ και ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΗΣ.
Το ντοκιμαντέρ ως πρώτη ύλη
Η πρωτοτυπία του Vertov σε σχέση με τους τρεις αυτούς, σύγχρονούς του, πρωτοπόρους σκηνοθέτες της σοβιετικής σχολής έγκειται στο ότι παρουσιάζει τον άνθρωπο παρόντα μέσα στη Φύση, μέσα στις πράξεις και τα πάθη του, μέσα στη ζωή του. Όμως, βαθύτεροι λόγοι ωθούσαν τον Vertov να χρησιμοποιεί ως πρώτη ύλη το ντοκιμαντέρ και τα επίκαιρα, και να απορρίπτει την ένταξη της φύσης μέσα στην σκηνοθεσία και στο σενάριο δράσης. Μηχανές ή τοπία, κτίρια ή άνθρωποι, ελάχιστη σημασία είχαν γι’ αυτόν: καθένα από αυτά, ακόμα και η πιο γοητευτική χωριάτισσα ή το πιο συγκινητικό παιδί, εμφανίζονται ως ένα υλικό σύστημα σε αέναη αλληλεπίδραση. Ήταν καταλύτες, μετατροπείς, μετασχηματιστές, δέκτες και πομποί κινήσεων, των οποίων ο Vertov άλλαζε την ταχύτητα, την κατεύθυνση και την τάξη, καθιστώντας δυνατή την εξέλιξη της ύλης προς καταστάσεις λιγότερο πιθανές, πραγματοποιώντας αλλαγές δυσανάλογες με τις ιδιαίτερες διαστάσεις τους.
Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Vertov έβλεπε τα όντα ως μηχανές. Μάλλον έβλεπε ότι «οι μηχανές είχαν επίσης καρδιά και κινούνταν, σείονταν, αναπηδούσαν και φεγγοβολούσαν» με διαφορετικές κινήσεις και υπό διαφορετικές συνθήκες αλλά πάντα σε αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Εκείνο που προείχε γι’ αυτόν ήταν η μετάβαση από μια τάξη πραγμάτων που καταρρέει σε μια άλλη που πίστευε ότι οικοδομούνταν τότε. Ωστόσο, ανάμεσα σε δύο συστήματα ή τάξεις πραγμάτων, ανάμεσα σε δύο κινήσεις, υπάρχει αναγκαστικά το μεταβλητό διάστημα. Στον Vertov, το διάστημα της κίνησης είναι η αντίληψη, η ματιά, το μάτι. Μόνο που δεν πρόκειται για το τελείως ακίνητο μάτι του ανθρώπου, αλλά για το μάτι της κάμερας, δηλαδή ένα μάτι μέσα στην ύλη.
Η δική του διαλεκτική
Ο συσχετισμός μιας μη ανθρώπινης ύλης και ενός υπερανθρώπινου ματιού ανήκει ξεκάθαρα στη διαλεκτική, αφού άλλωστε ταυτίζει την κοινότητα της ύλης και την κοινοκτημοσύνη του ανθρώπου. Και το ίδιο το μοντάζ προσαρμόζει αδιάκοπα τόσο τους μετασχηματισμούς της κίνησης στο υλικό σύμπαν, όσο και το διάστημα της κίνησης στο μάτι της κάμερας: αυτό σημαίνει ρυθμός.
Οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι, μέσα στην ταινία, το μοντάζ υπάρχει παντού.
• πριν από το γύρισμα, στην επιλογή του υλικού δηλαδή στα κομμάτια της ύλης (στα γεγονότα που φιλμάριζε) που πρόκειται αργότερα μέσα στην ταινία να τεθούν σε αλληλεπίδραση και που ορισμένες φορές βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση μεταξύ τους, αυτό που ονόμαζε: «η ζωή όπως είναι».
• στα διαστήματα που η κάμερα-μάτι καταλαμβάνει στη διάρκεια των γυρισμάτων (ο οπερατέρ που παρακολουθεί, τρέχει, μπαινοβγαίνει, με δυο λόγια: η ζωή μέσα στην ταινία).
• μετά το γύρισμα, αρχικά στην αίθουσα του μοντάζ όπου αντιπαραβάλλονται το υλικό και η λήψη (η ζωή της ταινίας), και κατόπιν στους θεατές που συγκρίνουν την ζωή στην ταινία και την ζωή όπως είναι.
Τα τρία αυτά επίπεδα εμπνέουν όλο ο προηγούμενο έργο του Vertov, αλλά σ’ αυτήν την ταινία καταδεικνύεται αριστοτεχνικά η συνύπαρξή τους.
Για όλους τους Σοβιετικούς κινηματογραφιστές η διαλεκτική δεν ήταν μια σκέτη λέξη. Ήταν συγχρόνως η πρακτική και η θεωρία του μοντάζ. Ωστόσο, ενώ οι τρεις άλλοι (Eisenstein, Dovzhenko, Pudovkin) χρησιμοποιούσαν την διαλεκτική για να μετασχηματίσουν την οργανική σύνθεση των εικόνων, ο Vertov έβρισκε στη διαλεκτική τα μέσα για να την εγκατέλειψε! Γι’ αυτό, κατηγορούσε τους ανταγωνιστές του ότι ακολουθούσαν τυφλά τον Griffith, ότι μιμούνταν τον αμερικανικό κινηματογράφο. Σύμφωνα με τον Vertov, η διαλεκτική όφειλε να εγκαταλείψει μια Φύση που παρουσιαζόταν ακόμα υπερβολικά οργανική και έναν Άνθρωπο που αβασάνιστα παρουσιαζόταν παθητικός. Φρόντιζε λοιπόν ώστε το διάστημα της κίνησης να συγχέεται με ένα μάτι μέσα στην ύλη, την κάμερα.
Από εκεί και πέρα, με την έλευση του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, η επίσημη σοβιετική κριτική θα πάψει να τον κατανοεί. Όμως, ο Vertov κατάφερε με τον ΑΝΘΡΩΠΟ ΜΕ ΤΗΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΜΗΧΑΝΗ να φτάσει μέχρι τέλους μια εγγενή συζήτηση της διαλεκτικής την οποία θα συνέχιζαν οι σκηνοθέτες του cinéma vérité, όχι μόνον αλλού αλλά και πολύ αργότερα.
* cinema.antifono [at] gmail.com πηγή: antifono.gr