Βία και Κοινωνία στην οπτική του Ρενέ Ζιράρ

2
3327

Πως μπορεί να ζήσει κάποιος σε άδικο και βίαιο κόσμο χωρίς να γίνει και αυτός άδικος;

Πως μπορεί να ζήσει κάποιος σε ένα κόσμο βίας χωρίς να αιχμαλωτιστεί από αυτήν;

Ο αρχιτέκτονας και μεταφραστής Γιάννης Δ. Ιωαννίδης μιλά στην εκδήλωση του Αντιφώνου με γενικότερο θέμα: Κακό να κάνω στους κακούς; Μια ανθρωπολογική ματιά στο έργο του Ρένε Ζιράρ τον Δεκέμβριο του 2013.

Συντόνισε Βασίλης Ξυδιάς. Συμμετείχαν ο π. Νικόλαος Λουδοβίκος και ο Θεόδωρος Ζιάκας.

2 Σχόλια

  1. Ευχαριστούμε τον κ. Ιωαννίδη για την τόσο περιληπτική αλλά και μεστή παρουσίαση των θέσεων του Ρ. Ζιράρ. Με αφορμή, λοιπόν, τα λεγόμενα εδώ, να εκθέσω μια δική μου σκέψη:
    Το πρότυπο της επιθυμίας μπορεί να είναι και κάτι απολύτως υγιές, π.χ. η θέληση να μιμηθώ ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, που, π.χ., κάνει συχνά ωραίες πεζοπορικές διαδρομές. Έως εδώ είναι απολύτως υγιή στοιχεία τόσο η μιμητική επιθυμία καθεαυτήν όσο και το ίδιο το αντικείμενο της επιθυμίας. Εδώ λοιπόν η ανθρώπινη ψυχή καλείται να πάρει θέση: αν αυτό το πρότυπο της επιθυμίας αποτελέσει λόγο προσέγγισης των ανθρώπων ώστε να μοιράζονται και να απολαμβάνουν “αδελφικά” τη χαρά της κοινής επιθυμίας τους, αυτό ενώνει τους ανθρώπους. Αν όμως πάρει μορφή ανταγωνισμού (λ.χ. “εγώ ανακάλυψα ωραιότερες διαδρομές”, “εγώ αγόρασα καλύτερο εξοπλισμό”, “εγώ αντέχω πιο πολύ στην πεζοπορία”, κ.τ.λ.) τόσο εκδηλώνεται το άρρωστο “εγώ”, που πάντα είναι διχαστικό στοιχείο στις ανθρώπινες σχέσεις και άρα διαβολικής προέλευσης (διαβάλλω = διαστρέφω). Εδώ βέβαια, μπαίνει κι ένα άλλο ζήτημα: η φύση του αντικειμένου της επιθυμίας. Αν αυτό είναι, π.χ., μια καλή θέση εργασίας, δεν είναι, άραγε, μοιραίο να ισχύσει η αντιπαλότητα και αφορμή να εκδηλωθούν τα επιμέρους ανταγωνιστικά “εγώ”; Πώς θα μπορούσε, αναρωτιέμαι, να αποτελέσει πηγή υγιούς μιμητικής επιθυμίας κάτι τέτοιο;

    • Αγαπητέ κε Μούσκουρη,
      σας ευχαριστώ για το σχόλιο και τα καλά σας λόγια! Οι επισημάνσεις σας είναι εξαιρετικά εύστοχες. Να σημειώσω ότι ούτε για τον Ζιράρ είναι πρόβλημα η ίδια η επιθυμία, αυτή καθαυτή. Ίσα-ίσα. Είναι μάλιστα πολύ χαρακτηριστικό ότι, πολύ σωστά κατά τη γνώμη μου, σημειώνει πολλές φορές τις ευαγγελικές φράσεις με τις οποίες ο ίδιος ο Χριστός μάς τόνιζε ότι ως Υιός “μιμείται” τον Πατέρα, το θέλημα του Πατρός (από το “τὰ ῥήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ ὑμῖν, ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ οὐ λαλῶ· ὁ δὲ πατὴρ ὁ ἐν ἐμοὶ μένων αὐτὸς ποιεῖ τὰ ἔργα” έως το “Πάτερ μου, εἰ οὐ δύναται τοῦτο τὸ ποτήριον παρελθεῖν ἀπ’ ἐμοῦ ἐὰν μὴ αὐτὸ πίω, γενηθήτω τὸ θέλημά σου”, κ.ά.). Τονίζει λοιπόν ο Ζιράρ ότι το πρόβλημα δεν προκύπτει από την ίδια τη μίμηση, αλλά η μιμητική σύγκρουση, η οποία προκύπτει εν πολλοίς όταν το πρότυπο εκπέμπει μια δισσή επιταγή (double bind) καλώντας μας αρχικά να το μιμηθούμε και στρεφόμενο εν συνεχεία εναντίον μας, σαν τον δάσκαλο, ας πούμε, που στρέφεται κατά του μαθητή όταν αυτός δείχνει ότι τον φτάνει και τον ξεπερνάει (ασφαλώς το πρωταρχικό και κύριο τέτοιο κακό πρότυπο είναι ο Εωσφόρος-Σατανάς, όπως ωραία σημειώνετε στο σχόλιό σας).

      Τώρα, σε ό,τι αφορά το ερώτημά σας αν, κάποιες φορές, η μιμητική αντιπαλότητα είναι τελικώς μοιραία, θα έλεγα ότι πράγματι είναι αναπόφευκτο να επέρχεται όχι γενικώς στον άνθρωπο, αλλά ειδικώς στον πεπτωκότα άνθρωπο. Η Πτώση άλλωστε, που δεν συνέβη “κάποτε” αλλά συμβαίνει διαρκώς, ως απομάκρυνση από την Χριστού μίμηση και ταυτόχρονα πρόσδεση στην Εωσφόρου-Σατανά μίμηση, δεν είναι κάτι που πλήττει έναν έκαστον εξ ημών, αλλά σύμπασα την ανθρωπότητα. Έτσι, όχι μόνον ο καθένας μας, αλλά και όλες τις μορφές πολιτισμού και κοινωνίας, κάθε συλλογικός μας σχηματισμός, δεν μπορεί παρά να πάσχουν και να ταλαιπωρούνται από την (εν πολλοίς ανθρωποκτόνο) μιμητική αντιπαλότητα. Οπότε, αντί να συνεργαζόμαστε, σκοτωνόμαστε όχι μόνο για μια θέση εργασίας αλλά ακόμα, αλίμονο, και για μια θέση πάρκινγκ.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ